Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Reminiscences of a Sinner : "Sparky"

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Gloriana Majestica, στις 22 Ιουλίου 2017.

  1. Gloriana Majestica

    Gloriana Majestica Notorious

    Επεισόδιο Tρίτο



    “Sparky”



    Νέα Υόρκη, Φυλακή Ώμπερν, 6 Αυγούστου 1890, ώρα 06:41

    Όπου να ‘ναι, η συνείδησή του η φορτωμένη με τα τόσα κρίματα, αυτή που κάποιοι ονομάζουν ψυχή, θ’ αφήσει ξοπίσω της ένα άψυχο σώμα και μια θύμηση άθλια, πριν διαχυθεί έξω στο σκότος, όπου ανήκει. Δεμένος τώρα στην Καρέκλα, ο τριαντάχρονος θανατοποινίτης Γουίλιαμ Κέμλερ στρέφει το βλέμμα προς τον Τσαρλς Ντάρστον, τον δήμιό του, ενώ μια αχτίδα απ’ το χάραμα, που τρύπωσε απ’ τον μικρό φεγγίτη απέναντι, διασχίζει την αίθουσα και φωτίζει τις ίριδες του μελλοθάνατου, ελάχιστες στιγμές πριν σβήσουν για πάντα :

    «-Κύριοι, με την ησυχία σας, μόνο κάν’τε τη δουλειά σας όπως πρέπει. Εγώ πάντως δεν βιάζομαι».

    Ο Ντάρστον βάζει τα δυνατά του, ώστε τουλάχιστον να μη δείξει λιγότερο ψύχραιμος απ’ τον μελλοθάνατο, ενώ μέσα του προσεύχεται να πάνε όλα καλά. Η στιγμή έχει φτάσει και η παραμικρή παράτασή της θα ΄ταν ένα άσκοπο μαρτύριο για όλους. «-Αντίο Γουίλιαμ», αποκρίνεται στον Κέμλερ, χαμηλόφωνα, σχεδόν σεβάσμια. Ο αποχαιρετισμός είναι και το σύνθημα. Ακούγεται ο ξερός ήχος του διακόπτη που ανεβαίνει και ταυτόχρονα το ρεύμα τινάζεται μπροστά κι αρπάζει το καθηλωμένο σώμα του Κέμλερ από παντού, σαν χίλια φονικά πλοκάμια, που λες και θέλουν ν’ αποσπάσουν τους μύες απ’ τον σκελετό του. Οι ιμάντες που τον συγκρατούν δεμένο στην καρέκλα αγγίζουν τα όρια των αντοχών τους. Δεκαεφτά άνθρωποι στην αίθουσα, δεκαοχτώ με τον Ντάρστον, γίνονται μάρτυρες αυτής της πρωτόγνωρης για τ’ ανθρώπινο είδος φρίκης. Ο δόκτωρ Σπίτσκα με το χρονόμετρο στο χέρι, παρακολουθεί ταραγμένος την -τόσο αργή, αλήθεια- διαδοχή των δευτερολέπτων, μετρώντας τη διάρκεια του επιθανάτιου σπασμού. Είκοσι δεύτερα. Σηκώνει απότομα το κεφάλι : «-Φτάνει έως εδώ, είναι ήδη νεκρός». Ο διακόπτης ανακουφίζεται στο μηδέν και ταυτόχρονα το σώμα του Κέμλερ μένει άνευρο στην Καρέκλα. Κανείς δεν τον ζυγώνει, αυτό δεν είναι πια άνθρωπος, είναι φορτίο, είναι τάση, άψυχη σάρκα, μα φονικός κεραυνός, κίνδυνος και θάνατος μαζί.

    Σίγουρα κανείς πια δεν θυμάται, έπειτ’ απ’ όσα ακολούθησαν, ποιος πρώτος πήρε είδηση πως ο Κέμλερ, παρ’ ότι εκτελέστηκε κανονικά στην Ηλεκτρική Καρέκλα, παρ’ ότι θα έπρεπε να’ ναι νεκρός, σε πείσμα ακριβώς εκείνου που θα ΄πρεπε, αυτός ακόμη ανάσαινε. Τότε ήταν που κάποιος κραύγασε : «-Χριστέ μου, είναι ζωντανός !». Και τότε ήταν που οι καρδιές όλων σκίρτησαν τόσο δυνατά, ταυτόχρονα, λες και συνομώτησαν για να καλύψουν με τον χτύπο τους την πνοή που έβγαινε ακόμη μεσ’ απ’ το στήθος του Κέμλερ. Και τότε ήταν που κάποιοι λιποθύμησαν, κάποιοι άλλοι ούρλιαξαν, μερικοί τραβήχτηκαν πίσω ή κινήθηκαν ενστικτωδώς προς την έξοδο, μήπως ο νεκροζώντανος σηκωθεί, να πάρει εκδίκηση για το ανείπωτο που του ΄καναν.

    Μέσα στο πανδαιμόνιο, ο δήμιος, κάτωχρος, καταφέρνει επιτέλους να συνέλθει και να προστάξει να σηκωθεί και πάλι ο διακόπτης, στα διπλάσια βολτ τούτη τη φορά. Τώρα η Καρέκλα τραντάζεται άγρια, εκβιάζοντας τη διάλυσή της, τα φώτα της αίθουσας τρεμοσβήνουν ενώ κάποιοι λαμπτήρες εκρήγνυνται, το ίδιο και τα αιμοσφαίρια του Κέμλερ, το πρόσωπό του ματώνει κι έπειτα το σώμα του αρπάζει φωτιά κι η αίθουσα γεμίζει με οσμή αποτρόπαια, γεμίζει με τρόμο, μ’ επιθανάτια αγωνία, με δαίμονες που ξεχύνονται μέσ’ απ’ τον φλεγόμενο θανατοποινίτη, γυρεύοντας, ακόμη κι αυτοί, την απόδραση από δαύτη την επίγεια κόλαση, μα οι πόρτες είναι κλειδωμένες, για όλους ανεξαιρέτως. Ο διακόπτης δεν κατέβηκε πριν περάσουν οκτώ ατέλειωτα λεπτά. Η εκτέλεση ολοκληρώθηκε. Ο Ντάρστον, μέσα σ’ αναφιλητά, πέφτει στα γόνατα και ξερνάει τα σωθικά του.

     

    Συνοικία El Raval, Βαρκελώνη, Μάρτιος 2016

    Το κάθιδρο κορμί της Άλμπα στηρίζεται με τις παλάμες στον τοίχο, σε σχεδόν ορθή γωνία κι εκείνος από πίσω, με τα χέρια αγκιστρωμένα στη μέση της, την εμβολίζει ξέφρενα, με την ορμή του πολιορκητικού κριού, που συντρίβει την πύλη του κάστρου της ηδονής, για να το λαφυραγωγήσει. Σαν η Σελήνη να οδηγεί την παλίρροια της ζέσης τους, τα δυο σώματα ριγούν συγχρονισμένα και το ηφαίστειο εκρήγνυται, εκτοξεύοντας, σε διαδοχικές ριπές, τη λάβα του πάνω στις πλαγιές της λεπτής φιγούρας της, καθώς αυτή συσπάται. Κι έπειτα, αποκαμωμένοι, αποσύρονται ο καθένας στη μοναξιά που διαδέχεται την κορύφωση του πόθου, δυο διαβάτες που συναπαντήθηκαν από σύμπτωση στο σταυροδρόμι της απόλαυσης, μα τώρα τραβούν και πάλι τον χωριστό δρόμο τους, μέχρι ν’ ανταμώσουν ξανά.

    O Σέρχι Χοακίμ Προυνέδα, καθώς ντύνεται, παρατηρεί την οπίσθια άποψη της σαγηνευτικής κορμοστασιάς της Άλμπα, η οποία βρίσκεται ακόμη με τα χέρια στον τοίχο, ανασαίνοντας βαριά. Η Άλμπα Σολέρ. Έχει αναρωτηθεί συχνά ο Προυνέδα, ποιο τέχνασμα της μοίρας να την έσπρωξε στο δρόμο του. Κοντεύουν πια πέντε μήνες από τη μέρα που, ανταποκρινόμενη στην αγγελία του, εμφανίστηκε στο γραφείο του, διεκδίκησε τη δουλειά μ’ ένα δυνατό βιογραφικό και τελικά ανέλαβε τη συντήρηση της συλλογής του, η οποία μέσα στα τελευταία χρόνια είχε επεκταθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να καταλαμβάνει πλέον ολόκληρο τον ημιυπόγειο χώρο του τριόροφου νεοκλασσικού της οδού de Santa Monica, στα σύνορα με τη Γοτθική Συνοικία. Η εικοσιεννιάχρονη Άλμπα, με πτυχίο Ιστορίας της Τέχνης και προϋπηρεσία κάποιων ετών σαν συντηρήτρια στο Μουσείο του Τολέδο, έδειξε από την πρώτη μέρα ότι κατέχει άριστα το αντικείμενό της. Τα εκθέματα καταγράφηκαν και ταξινομήθηκαν θεματολογικά, ενώ παράλληλα προχωρούσε μεθοδικά η επίπονη και χρονοβόρα εργασία της συντήρησης και αποκατάστασής τους σε όσο το δυνατόν αυθεντική κατάσταση.

    Δεν ήταν εύκολη δουλειά. Η πλούσια συλλογή του Προυνέδα, εάν κάποτε εκτίθετο, θα μπορούσε άνετα να φέρει τον τίτλο «Όργανα και Συσκευές Βασανισμού και Θανάτωσης, από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα». Κάποιες φορές, καθώς η Άλμπα δούλευε υπομονετικά, απομακρύνοντας από τα αντικείμενα την αρχαία σκουριά, αναρωτιόταν σε τι βαθμό να είχε άραγε επιδράσει ο ίδιος ο πόνος, χώρια απ’ το αίμα, στην οξείδωσή τους. -Πόσοι και ποιοι αιρετικοί ν’ αναφώνησαν “abiuro” δεμένοι σ’ αυτό το δίκρανο και πόσοι άλλοι ν’ άντεξαν, αρνούμενοι, πριν καταλήξουν στην πυρά ; -Πόσοι σοδομίτες να υπέφεραν ή και να ξεψύχησαν πάνω σε τούτον τον αλλόκοτο σπανιόλικο «γάιδαρο», πόσοι βλάσφημοι να έχασαν τη γλώσσα τους από ΄κείνον τον απαίσιο αποκολλητή και πάνω σε ποιες μάγισσες να χρησιμοποιήθηκε πυρακτωμένη αυτή η ψαλίδα ; Ανάμεσα στα μακάβρια εκθέματα, ορισμένα πιο σύγχρονα διέθεταν διαπιστευτήρια μάλλον αμφίβολης ιστορικής ακρίβειας, όπως ένα πιστόλι Walther, που υποτίθεται ότι είχε αντηχήσει πολλές εκατοντάδες φορές στο δάσος του Κατύν, σωριάζοντας αντίστοιχο αριθμό θυμάτων ή ένα ταλαιπωρημένο τουφέκι Mauser, που, σύμφωνα με τον πωλητή του, ήταν ένοχο για τη δολοφονία του Λόρκα ή μια μικρή αξίνα, που ο θρύλος την ήθελε να είν’ εκείνη που χρησιμοποίησε ο Ραμόν Μερκαδέρ για να βγάλει απ’ τη μέση τον Τρότσκι. Σ’ όλα τα παραπάνω, ήρθε μετά να προστεθεί κι η Καρέκλα. Η Άλμπα δεν είχε καλά κλείσει μήνα στη δούλεψη του Προυνέδα, όταν αυτός της ανακοίνωσε ότι από στιγμή σε στιγμή θα κατέφθανε στο σπίτι το τελευταίο του απόκτημα, ένα πολύ σημαντικό αντικείμενο, πανάκριβα αγορασμένο σε δημοπρασία του Λονδίνου. Την έφεραν το ίδιο πρωϊ, κλεισμένη σ’ ένα ογκώδες ξύλινο κιβώτιο, τη μετέφεραν στο ημιυπόγειο και την αποσυσκεύασαν προσεκτικά. Οι εργάτες της μεταφορικής εταιρείας πισωπάτησαν κάνοντας τον σταυρό τους όταν αντίκρισαν το περιεχόμενο του κιβωτίου. Ο Προυνέδα τους παρηγόρησε μ’ ένα γενναίο φιλοδώρημα κι έμεινε να χαζεύει με τις ώρες κι από κάθε πιθανή γωνία της αίθουσας το νέο του παιχνίδι. Στην άλλη άκρη η Άλμπα συνέχιζε προσηλωμένη τη δουλειά της. Ο Προυνέδα ξαφνικά αισθάνθηκε την ακατανίκητη ανάγκη να την πλησιάσει και ν’ ακουμπήσει απαλά το χέρι του στον ώμο της. Κι αυτό ακριβώς έκανε.


    Βαρκελώνη, κλαμπ «Depósito Legal»,12 Απριλίου 2016, ώρα 00:32

    Ο κόσμος αποκάτω φαίνεται να διασκεδάζει, όμως ο Xoυλιάν περνάει δύσκολες ώρες στη σκηνή, αντιμετωπίζοντας σοβαρά προβήματα με τον ήχο του. Ο καυγάς που στήθηκε κατά τη διάρκεια του soundcheck ανάμεσα στον ίδιο και τον ηχολήπτη του κλαμπ, έληξε με νικητή τον γηπεδούχο κι ο Χουλιάν υποχρεώθηκε ταπεινωμένος να χαμηλώσει στο ήμισυ την ένταση του θηριώδους Ampeg του, με αποτέλεσμα τώρα περισσότερο να υποθέτει παρά ν΄ακούει τι παίζει. Από την κονσόλα του, ο ηχολήπτης, χαμογελαστός αφού -κατ΄αυτόν- όλα πάνε πρίμα, με μια μπύρα στο χέρι και το τσιγάρο να κρέμεται απ’ τα χείλη, του σηκώνει εμφατικά τον αντίχειρα κι ο Χουλιάν είναι σχεδόν έτοιμος να του εξακοντίσει το μπάσο στη μούρη. Μα τότε παρεμβάλλεται στο οπτικό του πεδίο Εκείνη κι η καρδιά του Χουλιάν πάει να σπάσει, το μυαλό του αφήνει πίσω τα όσα προηγήθηκαν, η ακουστική επαφή με τη μπάντα δεν έχει πια την παραμικρή σημασία, αφού τίποτα στην αίθουσα δεν ακούγεται, παρά ο ήχος της ανάσας Tης. Το επόμενο κομμάτι ολοκληρώνει το σετ, ο Χουλιάν αποθέτει το μπάσο του στο σταντ και κατεβαίνει σχεδόν τρέχοντας προς το μπαρ. «-Τελικά, τα καταφέρατε !»
    «-Δεν τα καταφέρνω πάντα, Χουλιάν ;»
    «-Πάντα, Κυρία. Απλά, ανησυχούσα για Σας. Ανησυχώ διαρκώς, δεν θέλω να...». Τον διακόπτει, κολλώντας τον δείκτη της πάνω στα χείλη του.

    «-Ηρέμησε. Θα τελειώσει όλο αυτό, όπου να ‘ναι. Αλλά το πώς θα τελειώσει είναι δική μου δουλειά, δική μου ευθύνη. Πήγαινε τώρα, όπου να ΄ναι ξεκινάτε. Και φρόντισε σ’ αυτό το σετ να με διασκεδάσεις. Προηγουμένως είχες τα χάλια σου». Τον σπρώχνει προς τη σκηνή, γυρίζει προς τη μπάρα κι απλώνει το χέρι στο ποτό της. Ο καθρέπτης απέναντι σκοτεινιάζει απ’ το βλέμμα της.

     


    Συνοικία El Raval, Βαρκελώνη, 14 Απριλίου 2016


    «Έχει και παρατσούκλι, ξέρεις. Τη λένε “Sparky” ! -Δεν είναι, αλήθεια, τρομερό -σκέψου το για μια στιγμή, Άλμπα- ότι πάνω σ’ αυτό το κάθισμα εκτελέστηκε ένας άνθρωπος, πριν από εκατόν είκοσι τόσα χρόνια ; Η πρώτη εκτέλεση σε Ηλεκτρική Καρέκλα στην ιστορία του ανθρώπινου είδους, φαντάσου ! Κάποιος που είχε σκοτώσει τη γυναίκα του ή κάτι τέτοιο. Άτυχος μπάσταρδος. Ουσιαστικά τον χρησιμοποίησαν σαν πειραματόζωο. Λοιπόν, δεν θα ‘θελα ποτέ να πεθάνω σε Ηλεκτρική Καρέκλα, αλλά ακόμη κι αν θα έπρεπε να μου συμβεί κάτι τέτοιο, σίγουρα δεν θα ‘θελα να είμαι ο πρώτος !». Ο Προυνέδα ξεσπάει σε βροντερά γέλια, ενώ η Άλμπα παρατηρεί σκεφτική την Καρέκλα. Όλες τις προηγούμενες ημέρες τις αφιέρωσε πάνω της, συντηρώντας τα ξύλινα και μεταλλικά μέρη, τους συνδέσμους, τις βίδες, τους δερμάτινους ιμάντες, τα πάντα. Γυρίζει προς τον Προυνέδα : «-Και λες ότι τώρα είναι πλήρως λειτουργική ;». Ο συλλέκτης γνέφει καταφατικά. «-Πλήρως, όπως το ‘πες. Οι ηλεκτρολόγοι τελείωσαν αργά, χθες το απόγευμα. Αυτή εδώ η Καρέκλα κάνει τζιζ, πιστέψτε με δεσποινίς Άλμπα !».

    Λύνεται και πάλι στα γέλια. Έχει πολλούς λόγους να είναι χαρούμενος, καθώς χθες ολοκληρώθηκε η πολύ σημαντική εξαγορά, από τη φίρμα του, μιας μεγάλης εταιρείας λογισμικού, που είχε βρεθεί στα πρόθυρα της πτώχευσης. Ο Σέρχι Προυνέδα, στα σαρανταέξι του σήμερα, ξέρει καλά τη δουλειά του. Από δεκαοχτώ χρονών στην αγορά, ξεκινώντας σαν κλητήρας χρηματιστηριακής εταιρείας, δηλαδή παιδί για τα θελήματα, αφομοίωσε σαν σφουγγάρι τα βασικά κι έπειτα κατάλαβε ότι διαθέτει μια ξεχωριστή αντίληψη ως προς τις χρηματαγορές. Παρακολουθούσε τους αναλυτές, πώς εγκλωβίζονταν στα δόγματα της τεχνικής ανάλυσης ή πώς διάβαζαν λανθασμένα τα θεμελιώδη, καταλήγοντας σε κακές αποφάσεις. Μάθαινε απ’ τα λάθη τους και παράλληλα εξασκούσε το δικό του χάρισμα, χωρίς καν κεφάλαιο αρχικά, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις του σε ασκήσεις επί χάρτου. Ήταν καλός, πολύ καλός. Κάποιος στην εταιρεία το πήρε είδηση, ρίσκαρε λίγο χρήμα πάνω στον Προυνέδα, έπειτα περισσότερο, έγινε γρήγορα πλούσιος, ο Προυνέδα το ίδιο. Τους παράτησε όλους, άνοιξε δικό του γραφείο, έκανε τις κινήσεις του σε μετοχές, του έβγαιναν σχεδόν όλες, δεν ήταν τυχαίο. Δημιούργησε μεγάλα χαρτοφυλάκια και παίζοντας αριστοτεχνικά το παιχνίδι της συσσώρευσης και του ξεπουλήματος άρχισε να βάζει στο χέρι ευάλωτες εισηγμένες, τις πιο μικρές στην αρχή, ενώ όσο μεγάλωνε αυτός, μεγάλωναν κι οι στόχοι του. “El buitre”, όρνεο, τον αποκαλούν κάποιοι, έτσι λειτουργούν οι αγορές, απαντάει εκείνος και ξέρει ότι έχει δίκιο, τουλάχιστον όσο κατέχει το χρήμα στα χέρια του.

    Περ’ απ’ αυτά, ο Σέρχι έχει κι άλλον ένα σοβαρό λόγο να αισθάνεται πλήρης. Οι τελευταίοι μήνες, μαζί με την Άλμπα, είναι ιδιαίτεροι γι’ αυτόν. Η Άλμπα είν’ ένα βίαιο κορίτσι, με αστείρευτη φαντασία. Είν’ εκείνη που, στην κοινή τους πορεία προς αναζήτηση της απόλαυσης, τον οδήγησε απ’ το κρυφό μονοπάτι του πόνου, τον δίδαξε πως ν’ αντλεί ηδονή από το δικό του άλγος. Το ημιυπόγειο της Santa Monica παρέχει άπειρες δυνατότητες για κάθε λογής παράδοξους πειραματισμούς κι αλλόκοτα παιχνίδια ρόλων, στα οποία ο Σέρχι αναδέχεται το ρόλο του θύματος, παραμερίζοντας για λίγο τον θύτη Προυνέδα, της καθημερινότητάς του. Τη μια νύχτα μπορεί να είναι ο αιρετικός που απολογείται ενώπιον των Καρδιναλίων, την επόμενη να ζει την αγωνία μιας εικονικής εκτέλεσης από την κομισάριο της Νικαβεντέ Άλμπα Σολέρ, την άλλη, σαν Γάλλος αριστοκράτης να πέφτει στα χέρια της Ιακωβίνας Άλμπα και να νοιώθει τον τράχηλό του ν’ ανατριχιάζει κάτω από την κόψη του πέλεκυ ή να νοιώθει τη φρίκη του εγκλωβισμού μέσα στη φοβερή Σιδηρά Παρθένο, πληρώνοντας γι’ αμαρτήματα που δεν διέπραξε ή ίσως και να διέπραξε, εδώ που τα λέμε.

    Νυχτώνει πια. Η Άλμπα έχει ήδη αποσυρθεί στους πάνω ορόφους, εγκαταλείποντάς τον στις σκέψεις του κι ο Προυνέδα διερωτάται με ποιο άραγε ευφάνταστο σενάριο θα επανέλθει απόψε στην αίθουσα η μεφιστοφελική παρτενέρ του.



    Η επιστολή του Αμπρίλ Αλφρέδο Σαντοβάλ, με ημερομηνία 12 Δεκεμβρίου 2005 :

    Λατρεμένη μου Μαρισόλ,

    Δεν ξέρω, στ’ αλήθεια, από που να ξεκινήσω (αν και γνωρίζω καλά πώς ακριβώς θα τελειώσω). Ίσως, με μια παιδική ανάμνηση. Τις Κυριακές λοιπόν, μόλις άνοιγε ο καιρός, συνηθίζαμε με τους γονείς μου να κατεβαίνουμε ως την παραλία της Μπαρθελονέτα, για το μπάνιο μας. Πιο πολύ κι απ’ το κολύμπι ακόμη, λάτρευα το παιχνίδι στην άμμο. Καθόμουν με τις ώρες κάτω απ’ τον ήλιο κι έφτιαχνα πύργους, κατασκευές ολόκληρες, αριστουργηματικές τολμώ να πω, λαμβανομένης υπ’ όψη της ηλικίας μου. Σκέπτομαι τώρα ότι ίσως το μεγαλύτερο ταλέντο μου ήταν να χτίζω κάστρα στην άμμο και φαίνεται πως αυτό το δρόμο τράβηξα και σαν ενηλικιώθηκα. Καλύτερα όμως να μην ξεφύγω απ’ το θέμα : Κάποια Κυριακή λοιπόν, έχοντας εργαστεί σκληρά κι ασταμάτητα, έχοντας κουβαλήσει με το κουβαδάκι μου και καλουπώσει τεράστιες ποσότητες υγρής άμμου, κατάφερα να ολοκληρώσω κάτι που φάνταζε στα μάτια μου σαν το σπουδαιότερο έργο ολόκληρης της μέχρι τότε ζωής μου. Όταν τελείωσα -κόντευε απόγευμα πια- τραβήχτηκα πίσω, αποκαμωμένος, μούσκεμα στον ιδρώτα, με τις παλάμες μου να καίνε από την αδιάκοπη προσπάθεια κι έπιασα να θαυμάζω το έργο μου. Μέσα σε λίγη ώρα ένα μικρό πλήθος από λουόμενους είχε σχηματίσει ένα κύκλο γύρω από το κάστρο μου, παρατηρώντας με ανυπόκριτο θαυμασμό την ακρίβεια της κατασκευής, την ομορφιά των πύργων, τις καλοσχηματισμένες πολεμίστρες στα ψηλά τείχη, την βαθιά τάφρο, την αρμονία του συνόλου. Όλοι μου χαμογελούσαν επιδοκιμαστικά, κάποιοι με ρωτούσαν εάν με βοήθησε κάποιος στην κατασκευή, κουνούσα το κεφάλι μου αρνητικά, «όχι, όλο μόνος μου το έφτιαξα», αισθανόμουν το σπουδαιότερο παιδί όχι μόνο της παραλίας, αλλά του κόσμου όλου. Η μαμά ήρθε και με φίλησε, ο πατέρας μου χάϊδεψε το κεφάλι και μου είπε «Αμπρίλ, νομίζω πως εσύ θα γίνεις σπουδαίος μηχανικός» - κι έγινα, Μαρισόλ, έτσι δεν είναι ;

    Έπειτα, όταν για κάποιο λόγο η προσοχή των περισσότερων είχε στραφεί κάπου αλλού, εμφανίστηκε -δεν έχω ιδέα από πού ξεφύτρωσε- ένας χοντρός, μάλλον λίγο μεγαλύτερος από μένα, μ’ ένα παγωτό στο χέρι. Μου έριξε μια αδιάφορη ματιά κι αμέσως επιτέθηκε στο κάστρο μου. Κλωτσούσε τους πύργους, ισοπέδωνε τα τείχη με τις πατούσες του, γκρέμιζε με μανία ό,τι με τόσο κόπο είχα χτίσει. Ακόμη θυμάμαι την απάθεια στο πρόσωπό του ενόσω κατέστρεφε, γλείφοντας ταυτόχρονα το παγωτό του, σα να μη συνέβαινε τίποτε. Όλο αυτό δεν κράτησε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Όταν τελείωσε, γύρισε την πλάτη κι αποχώρησε ήρεμα, δίχως να ρίξει μισή ματιά ξοπίσω του. Δεν τον σταμάτησε κανείς, δεν πρόλαβε κανείς να τον δει, όλοι είχαν το νου τους κάπου αλλού ή απλά χάζευαν. Απόμεινα εκεί, στη μέση της ακτής βουβός, απελπισμένος, άδειος, ν’ αντικρίζω τ’ ακανόνιστα βουναλάκια της άμμου, εκεί που πριν ένα μόλις λεπτό υπήρχε το κάστρο μου.

    Έπειτ’ απ’ αυτό περιστατικό., δεν ξανασχολήθηκα με κάστρα στην άμμο. Ποτέ. Δεν είχα το σθένος. Ούτε τώρα το έχω. Η εταιρεία, ο κόπος μιας ολόκληρης ζωής, χάθηκε μέσα σε τρεις μήνες. Η αξία της μετοχής της σχεδόν εκμηδενίστηκε, γνωρίζεις καλά υπό ποιες συνθήκες. Ο χοντρός της παραλίας, αυτή τη φορά, όπως ξέρεις, ονομάζεται Σέρχι Χοακίμ Προυνέδα, το Όρνεο. Εάν υπήρχε κάτι που θα μπορούσα να κάνω και δεν το έκανα, ζητώ συγγνώμη, αλλά δε νομίζω ότι απέμεναν περιθώρια αντίδρασης, από τη στιγμή που αυτός έβαλε στο μάτι την εταιρεία.

    Να ‘μαι λοιπόν στο τέλος. Λυπάμαι Μαρισόλ, δεν μπορώ να συνεχίσω.

    Ελπίζω ότι κάποτε θα με συγχωρήσεις για την οδύνη που σου προξενώ. Στη θυρίδα της Banco Popular θα βρεις κάποια λίγα μετρητά, τα τελευταία μας, που νομίζω ότι οριακά θα καλύψουν τα έξοδα για το πρώτο έτος των σπουδών του Χουλιάν. Φίλησέ μου τον. Εξήγησέ του. Καν’ τον να καταλάβει.

    Σε φιλώ

    Α.

     

    Συνοικία El Raval, Βαρκελώνη, 14 Απριλίου 2016, ώρα 11.13


    Ο Προυνέδα είναι γυμνός, δεμένος χειροπόδαρα, πάνω στην Καρέκλα, με το πάνω μέρος του κρανίου του σφηνωμένο σ’ ένα ημισφαιρικό κράνος, συνδεδεμένο με χοντρό καλώδιο παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. Στο θώρακα βρίσκονται κολλημένα ηλεκτρόδια και στις κλειδώσεις του υγροί σπόγγοι, επιτείνοντας την αγωγιμότητα και την αγωνία του. Δεν έχει περάσει πολλή ώρα από τη στιγμή που άρχισε να συνειδητοποιεί ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται για παιχνίδι, αν κι έτσι ξεκίνησε : Σαν μια ακίνδυνη προσομοίωση των τελευταίων στιγμών ενός θανατοποινίτη. Δέχτηκε. Τον εξιτάριζε το γεγονός ότι στην ουσία αφηνόταν στα χέρια της Άλμπα, κάτι που συνέβαινε συχνά στα παιχνίδια τους. Την άφησε να τον δέσει με τους πέτσινους ιμάντες, να του τοποθετήσει τα ηλεκτρόδια εκεί που έπρεπε, την παρακολούθησε να κατευθύνεται προς τον ηλεκτρικό πίνακα και να χαϊδέυει σαδιστικά τον διακόπτη της παροχής ρεύματος, σα να τον απειλούσε πως θα τον σηκώσει. Τον τρέλλαινε, ο πόθος φούντωσε μέσα του, την ήθελε όσο τίποτε στον κόσμο. «-Λύσε με τώρα», της ζήτησε, «δεν αντέχω άλλο, σε θέλω». Και τότε, είδε με τρόμο την Άλμπα να μεταμορφώνεται, το παιχνιδιάρικο χαμόγελο στο πρόσωπό της να εξαφανίζεται και τη θέση του να παίρνει ένα ανελέητα σκληρό βλέμμα. Ήρθε και στάθηκε μπρος του. Του εξήγησε τι ήθελε απ’ αυτόν. Ειδάλλως θα τον τηγάνιζε. Σοβαρολογούσε. Ο Προυνέδα άρχισε να τρέμει. Του έλυσε τον δεξιό καρπό, έφερε μπροστά του το laptop της και τον άφησε να κάνει αυτό που του ζήτησε. Χρειάστηκαν περίπου σαράντα λεπτά μέχρι ο Προυνέδα να ολοκληρώσει τη διαδικασία του εμβάσματος πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ, σπασμένων, προς πέντε διαφορετικούς λογαριασμούς, σε πέντε διαφορετικές τράπεζες στα Marshall. Όταν τελείωσε, της ζήτησε και πάλι να τον λύσει. Η Άλμπα ξανάδεσε τον καρπό του στην Καρέκλα. Ο Προυνέδα εκλιπάρησε, ικέτευσε. «-Γιατί όλ’ αυτά, Άλμπα ;» Η Άλμπα χαμογέλασε ειρωνικά : «-Θα σου έλεγα για τον Αμπρίλ Σαντοβάλ και την οικογένειά του, αλλά, έπειτ’ από τόσα χρόνια και τόσες άλλες λεηλασίες ενδιάμεσα, μάλλον δεν θα τον θυμάσαι καν, έτσι δεν είναι ;». Ο Προυνέδα απέμεινε βουβός, μ’ απορημένο ύφος. «‘Οπως ακριβώς υπέθεσα», είπε η Αλμπα κι ακούμπησε το χέρι της τον διακόπτη του ρεύματος. «-Ε, Σέρχι !», του φώναξε. «-Πάντως δεν θα είσαι ο πρώτος !». Ο Προυνέδα δεν έδειξε να καταλαβαίνει. Η Άλμπα του εξήγησε : «Είχες πει πως αν ήταν να πεθάνεις σε Ηλεκτρική Καρέκλα, σίγουρα δεν θα ‘θελες να ΄σαι ο πρώτος. Το θυμάσαι τώρα ;». Δεν περίμενε την απάντησή του. Σήκωσε τον διακόπτη και ο Προυνέδα σπινθήρισε σύγκορμος.



    Βαρκελώνη, κλαμπ «Depósito Legal»,15 Απριλίου 2016, ώρα 00:30


    Η Άλμπα φυσάει τον καπνό της μακρυά. «-Τελείωσε, Χουλιάν»

    «-Πώς....»
    «-Δεν έχει σημασία. Ήρθε η στιγμή να τ’ αφήσεις πίσω σου. Ξέχνα το και προχώρα. Μου το έχεις υποσχεθεί. Πες μου για το άλλοθί μου.»
    «-Έξι μέλη της μπάντας επιβεβαιώνουν κατηγορηματικά ότι χθες το βράδυ, από τις οκτώ ως τη μία βρισκόσασταν διαρκώς μαζί μας, στην πρόβα»
    «-Μου αρκεί. -Τι θα παίξετε σήμερα ;»
    «-Ό,τι θέλετε Εσείς, εννοείται...»
    «-Crossroads, οπωσδήποτε. Μ’ αρέσει να σε παρακολουθώ ν’ αγκομαχάς να βγάλεις τις γραμμές του Jack Bruce. Άντε, ανέβα να παίξεις, σε περιμένουν. Εϊ, πού πας έτσι ; -Με φίλησες ;»

     


    Στον @bus
    Kείμενο : ©2017 Gloriana Majestica
     
    Last edited: 22 Ιουλίου 2017
  2. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    Με ερέθισες. Μπράβο σου.
     
  3. Gloriana Majestica

    Gloriana Majestica Notorious


    Φχαριστώ και σόρρυ, ε ; Δεν το ΄κανα εξεπίτηδες!  


    Λοιπόν, αυτό εδώ με ζόρισε λιγάκι, διότι είχα στο νου μου ένα διαφορετικό προφίλ για τον κακό της ιστορίας, τον Σέρχι, κάπως μεγαλεπήβολο. Ήθελα δηλαδή να στον «στήσω» σαν φετιχιστή, αλλά σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο σαδισμός να είναι απλά το μέσο, ο δρόμος για την ικανοποίηση του φετιχισμού καθαυτού. Να εξάπτεται, όχι τόσο από τον πόνο που προκαλεί χρησιμοποιώντας τα όργανα βασανισμού, όσο από την χρήση –καθαυτή- του αντικειμένου, σύμφωνα με τον λειτουργικό του σκοπό. Αυτό, στην πράξη, αποδείχθηκε δύσκολο.


    Όταν βρω ζόρια σε κάποιο σημείο, ή διαβάζω ή ρωτάω. Ας πούμε, στο επόμενο «Reminiscences» (το οποίο γυρίζεται τώρα και θα προβληθεί στη μεγάλη οθόνη, αφού επιστρέψω από τις διακοπές μου, ήτοι προς τέλη Αυγούστου), κεντρικό πρόσωπο είναι ένας sniper. Υλικό εκεί έχω, καθόσον μου τα ΄χει πει όλα τα κόλπα, χαρτί και καλαμάρι, ένας πραγματικός ελ. σκοπευτής, οπότε διαθέτω ίσαμε είκοσι σελίδες σημειώσεις. Piece of cake, θα στον κάνω εγώ τώρα καλύτερο κι από τον Βασίλι Ζάϊτσεφ himself. Ξέρω μέχρι τι κάνουν αν τους πιάσει κατούρημα στο καρτέρι.


    Όμως εδώ, με τον μυστήριο φετιχιστή που λέγαμε, άντε να βρεις τέτοιον, να σου δώσει συνέντευξη. Πήρα λοιπόν το δρόμο μεσ’ τη νύχτα και σκαρφάλωσα ίσαμε την κορφή του Φαλακρού Βουνού. Εκεί, μέσα σε μια σπηλιά, καταπώς με είχαν ορμηνέψει, ζούσε ένας γκουρού του Σαδισμού. Κοντοστάθηκα στην είσοδο της σπηλιάς, έπειτα μπήκα μέσα, να ‘σου ο γκουρού, μπροστά μου, διαλογιζόμενος. Χαίρετε κύριε γκουρού μου, του λέω, θέλω να σας ρωτήσω το εξής, το και το. Με ακούει προσεκτικά, το σκέφτεται κάμποσο και μου λέει : «Ύπαγε εις την ευχή του Μαρκησίου και θα σου απαντήσω σε δύο μέρες». Φεύγω, τι να κάνω η δόλια ; Και καθώς αργούσε να μου μηνύσει ο γκουρού, λέω κι εγώ, άσε, θα τον κάνω απλό vanilla τον Σέρχι, να ξεμπερδεύουμε. Του φόρτωσα πάνω του κι όλα τα εγκλήματα του καπιταλισμού, ώστε να γίνει πιο εύπεπτο το τηγάνισμά του και να μην ξεσηκωθεί εναντίον μου το κοινό περί δικαίου αίσθημα και να φωνάζουν όλοι «άρον, άρον, σταύρωσον αυτήν» (που δεν θέλει και πολύ, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία) κι αυτό ήταν όλο.


    Φαίνεται απ΄αυτό το παράδειγμα και η ευελιξία της συγγραφέως, πως δηλαδή γυρίζει όρτσα όταν απαιτηθεί από τις καιρικές συνθήκες. Φίδι σκέτο. -Τί φίδι ; -Χέλι, πες καλύτερα.  

     
  4. bus

    bus

    @Gloriana Majestica σ' ευχαριστώ πάρα πολύ, είμαι ευγνώμων. Με κάνεις πάρα πολύ χαρούμενο και με τιμάς. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που έκανες. Υπάρχουν έργα που μου αρέσουν πολύ, τα απολαμβάνω και δε βλέπω την ώρα να μάθω τι θα γίνει στο τέλος. Υπάρχουν έργα που μου αρέσουν πολύ, τα απολαμβάνω κι εύχομαι να μην τελειώσουν. Το παρόν... ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Συγχαρητήρια.
     
  5. Gloriana Majestica

    Gloriana Majestica Notorious

    Εγώ σε ευχαριστώ, @bus!


    Κυρίως για την διδασκαλία της τεχνικής των Πέντε Σημείων. Τώρα, νομίζω, είμαι έτοιμη πια.
     
  6. bus

    bus

    Βέβαια, η θέση της αφιέρωσης σε σχέση με την τελευταία φωτογραφία, καθιστά την αφιέρωση αμφίσημη...Ευτυχώς όμως είμαι αισιόδοξος και θεώρησα οτι αναφέρεσαι στην ιστορία και όχι στη φωτογραφία.  
     
  7. milgeo69

    milgeo69 Regular Member

    Πολύ ενδιαφέρον! Συγχαρητήρια!
     
  8. milgeo69

    milgeo69 Regular Member

     
     
  9. Gloriana Majestica

    Gloriana Majestica Notorious

    Ευχαριστώ @milgeo69 !


    Τελικά, κοίτα να δεις που αυτός ο χοντρός με το παγωτό έκανε θραύση. Τρία μηνύματα βρήκα το πρωϊ, όλα για τον χοντρό. Με ρωτούν οι φίλοι για τον συμβολισμό, λέει, που κρύβει η περσόνα του χοντρού. Μα δεν κρύβει κανένα συμβολισμό. Η μόνη αλήθεια είναι πως ο χοντρός της Μπαρθελονέτα ήταν Έλληνας τουρίστας. Μεγαλώνοντας, σπούδασε, έκανε, έδειξε, έγινε μέγας και τρανός, έως και καθηγητής πανεπιστημίου και διετέλεσε μέχρι και δεξί χέρι πρωθυπουργών. Παραμένει λάτρης των παγωτών, έως σήμερα.


    Μια φίλη μου λέει «πολύ σαδιστής ο χοντρός». Λάθος, αγαπητή μου. Καθόλου σαδιστής. Ζηλιάρης και φθονερός, σκέτο. Άλλο σαδισμός, άλλο ζήλια και φθόνος. Ορίτζιναλ σαδιστές δεν κυκλοφορούν πολλοί, αλλά από ζηλιάρηδες και ζηλιάρισσες (sic) γεμάτος ο τόπος. Ο σαδιστής αντλεί ευχαρίστηση από την πρόκληση σωματικού πόνου στον άλλον. Ο ζηλιάρης αντλεί ευχαρίστηση από την πρόκληση πόνου, μέχρι θανατώσεως, της κατσίκας του άλλου. Τεράστια η διαφορά, έτσι ; Να μη λέμε κι ό,τι θέλουμε.
     
     
  10. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Εγώ δεν καύλωσα μεν, αλλά το διάβασα ευχάριστα, όσο κι αν ήταν λίγο προβλέψιμο.
    Έχω ένα θέμα με τον Μουσόρσκι, αν τον διάλεξες σαν μουσική επένδυση της ιστορίας είναι τελείως ξεκάρφωτο.
    Θα πρότεινα κάτι σαρκαστικά υπαινικτικό:

    Evil Night Together

     
  11. Gloriana Majestica

    Gloriana Majestica Notorious

    Δεν πειράζει που δεν καύλωσες, δεν θα σε κατακρίνω γι’ αυτό ( –αμ, σάμπως καύλωσα εγώ, νομίζεις ; )

    Θα σε κατακρίνω, όμως, για άλλα. Πχ, για το γεγονός ότι δεν πρόσεξες πως ο Μussorgsky κολλάει στο σχόλιο για το Φαλακρό Βουνό και όχι στο κυρίως ποστ. Παλιά τα έπιανες κάτι τέτοια, τι έπαθες τώρα ; Διακοπές επειγόντως !

    Το τραγούδι εγκρίνεται σαν soundtrack και, χάρη σ’ αυτό, τη γλιτώνεις στο παρά τσακ. Πάντως, περιμένω πολύ περισσότερα από σένα.

     

    Η γνωστή συγγραφεύς ιστοριών φρίκης και party animal Gloriana Majestica,
    σε θερινό πλέον mood, μετράει τις μέρες ανάποδα,
    προσπαθώντας να μη χάσει το μέτρημα....



     
  12. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Αυτή ακριβώς ήταν η κατακλείδα των παρατηρήσεων της φιλολόγου μου σε αρκετές απο τις εκθέσεις που έγραφα στο γυμνάσιο.
    Εντάξει, αυτή ήταν ξινή και την είχα χεσμένη, εσύ με εμπνέεις και σου υπόσχομαι να προσπαθήσω περισσότερο.
    ...αλλά μετά τις διακοπές!