Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Γυναικοκουβέντες/ Αντροκουβέντες

Συζήτηση στο φόρουμ 'Σεξ και Σχέσεις' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 25 Ιανουαρίου 2015.

  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Γλώσσα και φύλο

    Η αντανάκλαση των κοινωνικών προκαταλήψεων στο σύστηµα της γλώσσας.


    «∆ύο ερευνητές του ισραηλινού Πανεπιστηµίου Μπαρ-Ιλάν, σε συνεργασία µε δύο γλωσσολόγους, ισχυρίζονται ότι ανακάλυψαν έναν αλγόριθµο που επιτρέπει στον ηλεκτρονικό υπολογιστή να προσδιορίσει αν ένα τυπωµένο κείµενο (όπου δεν τίθεται θέµα γραφολογικού χαρακτήρα) έχει γραφτεί από άνδρα ή γυναίκα. Και µάλιστα, µε ακρίβεια 80%. Ο Μοσέ Κοπέλ και ο Σλόµο Αργκαµόν κτύπησαν πολλές πόρτες, ζητώντας να δηµοσιευτεί η µελέτη τους. Αλλά συναντούσαν παντού άρνηση και καχυποψία. Αν τα συµπεράσµατά τους είναι έγκυρα -τους έλεγαν- αυτό σηµαίνει ότι οι διαφορές ανάµεσα στα δύο φύλα, ή τουλάχιστον ανάµεσα στους τρόπους µε τους οποίους γράφουν, δεν είναι µόνο πολιτιστικές, αλλά και βιολογικές. Και αυτό αντίκειται στις κατακτήσεις του φεµινιστικού κινήµατος και στο κλίµα πολιτικής ευπρέπειας της εποχής … Αναλύοντας το British National Corpus, ένα τεράστιο αρχείο κειµένων στην αγγλική γλώσσα, που έχουν περάσει σε ηλεκτρονική µορφή, οι δύο ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα «ψηφιακά αποτυπώµατα» ενός συντάκτη είναι οι προθέσεις, τα άρθρα και οι αντωνυµίες.

    Ανακάλυψαν, έτσι, ότι οι γυναίκες χρησιµοποιούν όταν γράφουν περισσότερες προσωπικές αντωνυµίες, ενώ οι άνδρες προτιµούν τα αόριστα άρθρα και τα ποσοτικά επίθετα. Με βάση τις παραµέτρους αυτές, κατάφεραν να επεξεργαστούν ένα πρόγραµµα που προσδιόρισε το φύλο των συγγραφέων 1.600 κειµένων. Η έρευνά τους κάλυψε όλες τις κατηγορίες, από λογοτεχνία µέχρι επιστήµη και εγχειρίδια … το πιο ενδιαφέρον, επισηµαίνει η Στάµπα, είναι πως µε τη µελέτη αυτή ενισχύεται η ιδέα ότι οι άνδρες και οι γυναίκες γράφουν µε διαφορετικό τρόπο όχι για κοινωνικούς ή πολιτιστικούς λόγους, αλλά επειδή οι εγκέφαλοί τους λειτουργούν διαφορετικά…» (από ΤΑ ΝΕΑ, 2-8-2003) Αν απαντήσουµε καταφατικά στη ερώτηση αν οι άνδρες µιας ορισµένης γλωσσικής κοινότητας χρησιµοποιούν διαφορετική γλώσσα απ’ ό,τι οι γυναίκες (έχουν δηλαδή σύµφωνα µε τον Χρ. Χαραλαµπάκη διαφορετική γενόλεκτο), τότε θα πρέπει να ερευνηθεί αν αυτό οφείλεται στη δοµή της συγκεκριµένης γλώσσας ή αν αντικατοπτρίζεται απλώς η γλωσσική συµπεριφορά των µελών µιας κοινότητας µε βάση τις συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτή. Θα µπορούσε µια γλώσσα να θεωρηθεί σεξιστική, ότι δηλαδή έχει προκαταλήψεις σε κάποια από τα δύο φύλα ή µήπως οι χρήστες της γλώσσας είναι αυτοί που χρησιµοποιούν τη γλώσσα για να εκφράσουν µια συγκεκριµένη στάση απέναντι στα δύο φύλα;

    Η γλώσσα, όπως έχει παρατηρηθεί µέσα από κοινωνιογλωσσικές έρευνες, είναι ένας από τους πιο σηµαντικούς παράγοντες µέσω του οποίου αντανακλώνται κοινωνικές ανισότητες. Σύµφωνα µε έρευνες που εξετάζουν τη µεταβλητή του φύλου σε σχέση µε τη γλώσσα, έχει διαπιστωθεί ότι οι άνδρες προτιµούν τους αποκλίνοντες από τη νόρµα τύπους πιο συχνά απ’ ότι οι γυναίκες, οι οποίες συνήθως προτιµούν τους κοινωνικά αναγνωρισµένους τύπους, κυρίως σε περιστάσεις που απαιτούν επίσηµο και προσεγµένο ύφος. Η συµπεριφορά αυτή των γυναικών ερµηνεύεται ως αντίδραση και διαµαρτυρία προς τις παραδοσιακές αντιλήψεις, που τις τοποθετούν σε υποδεέστερη θέση. Οι γυναίκες δηλαδή µην έχοντας αποδεχθεί τη θέση αυτή προσπαθούν να αποκτήσουν κοινωνική ισχύ χρησιµοποιώντας αναγνωρισµένους κοινωνικά γλωσσικούς τύπους. Προκαταλήψεις σε βάρος της γυναίκας υπάρχουν σε πολλές κοινωνίες από τα πανάρχαια χρόνια και εξακολουθούν να ισχύουν και σήµερα ως κοινωνικά στερεότυπα. Σ’ ένα απόσπασµα που αποδίδεται στον Πυθαγόρα, η δηµιουργία του άνδρα συνδέεται µε την τάξη και το φως, ενώ της γυναίκας µε το χάος και το σκοτάδι. Ο Oscar Wilde πίστευε ότι «οι γυναίκες είναι ένα διακοσµητικό φύλο. ∆εν έχουν ποτέ να πουν τίποτε, αλλά το λένε µε χάρη». 3 Ο Otto Jespersen και ο Edward Sapir, διάσηµοι γλωσσολόγοι του 20ου αιώνα, µίλησαν ο πρώτος για «αδυναµία»των γυναικών και ο δεύτερος, εξετάζοντας τη γλώσσα nootka το 1915, κατέταξε την οµιλία των γυναικών στην κατηγορία «ανώµαλοι τύποι οµιλίας» συµπεριλαµβάνοντας επίσης «χοντρούς, νάνους, καµπούρηδες, κουτσούς, µωρά και γυναίκες», χωρίς κανείς βέβαια να διαµαρτυρηθεί.

    Ωστόσο, ο Baudouin de Courtenay το 1923 διακήρυξε ότι απόψεις όπως και οι παραπάνω -που δεν ήταν και οι µοναδικές- «αντιστρατεύονται τη λογική και το αίσθηµα δικαιοσύνης». Όπως αναφέρουν οι Κονδύλη και Αρχάκης, η γλωσσική διαφοροποίηση δεν ανάγεται στη φυσική, βιολογική τους διαφοροποίηση, αλλά στην έµφυλη διαφορά των κοινωνικών ρόλων που τους έχουν απονεµηθεί: της ισχύος και της δύναµης για τον άνδρα και της αδυναµίας και της υποβάθµισης για τη γυναίκα σ’ όλους τους τοµείς της κοινωνικής δραστηριότητας (διαπροσωπικές σχέσεις, εργασιακές θέσεις κ.λπ.). Η ανάλυση του λόγου και των µεικτών συνοµιλιών έχει δείξει ότι οι σχέσεις υποτέλειας που υπάρχουν σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο ανάµεσα σε άντρες και γυναίκες επηρεάζουν δραστικά το γλωσσικό νόηµα αλλά και την γλωσσική επικοινωνία µεταξύ των δύο φύλων (π.χ. οι άνδρες µιλούν και διακόπτουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι γυναίκες, αποφεύγουν να ενθαρρύνουν και να στηρίζουν τις συνοµιλήτριές τους κ.λπ.), που και αυτό από την πλευρά του εξυπηρετεί την διατήρηση αυτών των σχέσεων κυριαρχίας και ελέγχου υπέρ των ανδρών. Η πρακτική της διάκρισης ενός ατόµου µε γνώµονα το φύλο του ονοµάζεται σεξισµός και όπως προκύπτει από τα παραπάνω η διάκριση αυτή γίνεται σε βάρος των γυναικών, γεγονός που συχνά αντανακλάται στα γλωσσικά συστήµατα, όπου τα δύο φύλα εκπροσωπούνται µε άνισο τρόπο (γλωσσικός σεξισµός). Η αντανάκλαση όµως αυτών των κοινωνικών πρακτικών στο επίπεδο του γλωσσικού συστήµατος επηρεάζει µε τη σειρά της και τις κοινωνικές πρακτικές, καθώς οι διακρίσεις αυτές αντιµετωπίζονται πλέον ως «φυσικές» και διαιωνίζονται.

    Παραδείγµατα κοινωνικής ανισότητας µε συνέπεια το γλωσσικό σεξισµό υπάρχουν στα βασικά επίπεδα ανάλυσης του4 συστήµατος της νέας ελληνικής: στη µορφολογία, στη σύνταξη και στη σηµασιολογία. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ: όπως σηµειώνεται χαρακτηριστικά στη Νεοελληνική Γραµµατική του Μ. Τριανταφυλλίδη «το αρσενικό γένος είναι γενικά το δυνατότερο προσωπικό γένος», άρα µπορούµε να το χρησιµοποιούµε όταν θέλουµε να αναφερθούµε και στη συνύπαρξη αρσενικών και θηλυκών προσώπων. Π.χ. η ερώτηση «ποιος θέλει καφέ;» απευθύνεται τόσο σε ανδρικό όσο και σε γυναικείο ακροατήριο χωρίς να προκληθεί κάποια ενόχληση από το µέρος των γυναικών επειδή χρησιµοποιείται αρσενικό γένος. Κάτι τέτοιο όµως δεν θα γίνει αν η ερώτηση είναι «ποια θέλει καφέ;», όταν υπάρχει η παρουσία ενός και µόνο άνδρα σ’ ένα κατά τ’ άλλα γυναικείο ακροατήριο. Η παραδοσιακή χρήση του αρσενικού γένους για να εκφράσει και τα δύο γένη, εκτός από το γεγονός ότι επικαλύπτει το θηλυκό γένος, δηµιουργεί και αµφισηµία, µια και µπορεί να σηµαίνει µια οµάδα ανδρών ή µια οµάδα από άντρες και γυναίκες. Για τον σχηµατισµό των θηλυκών επαγγελµατικών ονοµάτων υψηλού κύρους χρησιµοποιείται κυρίως το επίθηµα του αρσενικού επαγγελµατικού ονόµατος µε τη χρήση του ανάλογου άρθρου, δηλαδή λέµε η αρχαιολόγος, η φιλόλογος (ο αρχαιολόγος, ο φιλόλογος) και όχι η αρχαιολογίνα, η φιλολογίνα. Συνηθίζουµε να λέµε η δικηγόρος, η γιατρός (ο δικηγόρος, ο γιατρός) και όχι η δικηγορίνα, η γιατρίνα.

    Ο Μ. Τριανταφυλλίδης, µε αφορµή την εκλογή της πρώτης γυναίκας στο ελληνικό κοινοβούλιο το 1952, επανεξέτασε το σχηµατισµό των θηλυκών επαγγελµατικών και υποστήριξε ότι ο τύπος η βουλευτής δεν µπορεί να ενταχθεί στο σύστηµα της δηµοτικής. Πρότεινε έτσι τη χρήση του τύπου βουλευτίνα, παρόλο που γνώριζε ότι από υφολογική άποψη ο τύπος αυτός είχε µειωτική αξία έναντι του επίσηµου τίτλου η βουλευτής. Το ίδιο ισχύει και σήµερα, αν και τώρα αρχίζει να χρησιµοποιείται ο τύπος η βουλευτίνα ολοένα πιο συχνά κυρίως από τα Μ.Μ.Ε. Σε ουσιαστικά που δηλώνουν επαγγέλµατα που δεν είναι καταξιωµένα κοινωνικά δεν ισχύει ωστόσο το παραπάνω φαινόµενο της χρήσης του αρσενικού επιθήµατος: ο περιπτεράς/ η περιπτερού, ο καφετζής /η5 καφετζού. Αποκλειστικά θηλυκά είναι τα επαγγελµατικά η µαία, η καθαρίστρια. Το οικογενειακό όνοµα για τις γυναίκες δεν είναι παρά η γενική κτητική του επιθέτου του πατέρα τους, αλλά και µετά το γάµο η εξάρτηση µεταφέρεται στο σύζυγο. Πέρα δηλαδή από το γεγονός ότι µ’ αυτό τον τρόπο δηλώνεται η εξάρτηση ενός προσώπου από ένα άλλο, η εξάρτηση αυτή είναι από τον πατέρα-άνδρα ή σύζυγο και όχι από τη µητέρα. Μάλιστα η εξάρτηση αυτή µπορεί να κατανοηθεί καλύτερα σε παραδείγµατα όπου ένας άντρας προσφωνείται µε το πατρικό όνοµα της συζύγου του, έχοντας καθαρά προσβλητικό χαρακτήρα για το αντρικό πρόσωπο. ΣΥΝΤΑΞΗ: σύµφωνα µε το συντακτικό της δηµοτικής του Τζάρτζανου, όταν σε µια πρόταση τα υποκείµενα είναι περισσότερα και διαφορετικού γένους (αλλά είναι άψυχα), το κατηγορούµενο εκφέρεται στο ουδέτερο γένος, π.χ. το ραδιόφωνο, η τηλεόραση είναι χαλασµένα. Όταν όµως είναι έµψυχα η σύνταξη προβλέπει την υπερίσχυση του αρσενικού γένους, π.χ. Ο Γιώργος και η Μαρία ήταν εθελοντές στους Ολυµπιακούς. Στις περισσότερες καθιερωµένες φράσεις όπου εµφανίζονται τα δύο φύλα το αρσενικό προηγείται, π.χ. ο Αδάµ και η Εύα, ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα, το αντρόγυνο. Αν συνδεθεί αυτό µε τη σειρά που εµφανίζονται άλλα ζεύγη αντιθέτων (καλός-κακός, πλούσιος- φτωχός, φως-σκοτάδι) τότε επιβεβαιώνεται η υπόθεση για την δευτερεύουσα και υποδεέστερη θέση που αποδίδουν στη γυναίκα, αν και δεν είναι γνωστή η κοινωνικοψυχολογική σπουδαιότητα της σειράς µε την οποία εµφανίζονται τα συγκεκριµένα ζεύγη. Βέβαια υπάρχουν και οι εκφράσεις, όπως Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, όπου η πρόταξη του θηλυκού εκφράζει µάλλον αβρότητα προς το «αδύναµο» φύλο.

    ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ: πολύ συχνά οι λέξεις και οι εκφράσεις που συνδέονται µε την έννοια ‘γυναίκα’ έχουν µειωτικές και υποτιµητικές συνδηλώσεις και αυτό φαίνεται χαρακτηριστικά από την αντιπαραβολή τους µε λέξεις ή φράσεις που συνδέονται µε την έννοια ‘άνδρας’ ή µε την απουσία τέτοιων εκφράσεων. Π.χ. 6 γυναικάκι / αντράκι ψάχνω γυναίκα (=θέλω καθαρίστρια) / ψάχνω άντρα (=θέλω να παντρευτώ) γυναίκα του δρόµου, του πεζοδροµίου / *άντρας του δρόµου, του πεζοδροµίου γυναικοκουβέντες / *αντροκουβέντες γυναικοδουλειές / *αντροδουλειές η χήρα του Παπαδόπουλου / *ο χήρος της Παπαδοπούλου άγαµη µητέρα / *άγαµος πατέρας επανδρώνω / *επιγυναικώνω θηλυπρεπής / αλλά αρρενωπός είναι εύκολη / είναι εύκολος Οι σηµασίες που έχει αποκτήσει η λέξη γυναίκα έχουν συνήθως µειωτική σηµασία: «ερωµένη», «υπηρέτρια», ενώ όταν χρησιµοποιείται για άνδρα σηµαίνει «δειλός», «θηλυπρεπής». Η λέξη άνδρας έχει διαχρονικές ερµηνείες όπως «ανδρείος», «γενναίος», «παλικάρι» κ.λπ. Επίσης, τα περισσότερα λήµµατα µε πρώτο συνθετικό το ‘γυναίκα’ έχουν και αυτά µειωτική χρήση και ερµηνεία (π.χ. το γυναικοδουλειά), αλλά και πολλά σύνθετα µε β’ συνθετικό το –γυναικο, όπως βρωµογύναικο, παλιογύναικο, σαχλογύναικο, έχουν µόνο αρνητική σηµασία. Εκφράσεις, εξάλλου, όπως γύναιο, γυνή της απωλείας, η γυναίκα του δρόµου, η γυναίκα του πεζοδροµίου παραπέµπουν στην ηθική και µας προκαταλαµβάνουν σε βάρος της γυναικείας σεξουαλικότητας. Γενικά, οι λέξεις και οι εκφράσεις αυτές αποτελούν τους σηµαδεµένους τύπους αντίστοιχων ουδέτερων, γεγονός που δηλώνει ότι η γυναικεία συµπεριφορά και οι γυναικείες δραστηριότητες ορίζονται µε βάση ένα ανδρικό πρότυπο που θεωρείται ο κανόνας. Για παράδειγµα, η λέξη γυναικοκουβέντες σηµαδεύεται αρνητικά σε σχέση µε το κουβέντες, που7 χρησιµοποιείται για την ανάλογη ανδρική δραστηριότητα, ελλείψει µάλιστα του *ανδροκουβέντες.

    Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται και από το ότι οι καταγραµµένες στα λεξικά λέξεις και εκφράσεις που έχουν ως αντικείµενο αναφοράς τη γυναίκα υπερτερούν ποσοτικά σε σχέση µε τις αντίστοιχες για τους άντρες. Επίσης, ως ένδειξη αβροφροσύνης, επιβιώνει ακόµη στη γλώσσα η προσφώνηση δεσποινίς, διαιρώντας έτσι τις γυναίκες σε κυρίες (=έγγαµες) και δεσποινίδες (=άγαµες), ενώ τέτοια υποδιαίρεση δεν υπάρχει για τους άντρες (όλοι είναι κύριοι, ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης). Η γλωσσική διαφοροποίηση της γυναίκας µε κριτήριο αν είναι παντρεµένη ή όχι δείχνει τις κοινωνικές προκαταλήψεις που υπάρχουν. Το γεγονός ότι µια ανύπαντρη γυναίκα δεν θα ήθελε να την αποκαλούν δεσποινίδα ύστερα από µια ορισµένη ηλικία είναι ενδεικτικό της αρνητικής στάσης πολλών µελών της κοινωνίας απέναντι στις γεροντοκόρες, όχι όµως στον ίδιο βαθµό και απέναντι στο γεροντοπαλίκαρο. Τα παραπάνω παραδείγµατα µπορούν να δώσουν µια γεύση µόνο για την άνιση απεικόνιση και µεταχείριση των δύο φύλων από το γλωσσικό σύστηµα της νέας ελληνικής. Φαίνεται λοιπόν ότι η πρότυπη γλώσσα, η νόρµα δηλαδή, πέραν του ότι καλλιεργεί µια συστηµατική υποτίµηση γεωγραφικών διαλέκτων και άλλων κοινωνικών ποικιλιών (η γλώσσα των νέων, η αργκό κ.λπ.), αντανακλά επίσης και αναπαράγει, σύµφωνα µε την Κονδύλη και τον Αρχάκη, τις σεξιστικές αντιλήψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας για τη δευτερεύουσα εξαρτηµένη θέση της γυναίκας. Τα τελευταία χρόνια, µέσα στα πλαίσια του γλωσσολογικού κλάδου της ανάλυσης οµιλίας (discourse analysis) και ιδιαίτερα των µεικτών συνοµιλιών, το ερευνητικό ενδιαφέρον των επιστηµόνων έχει στραφεί στη µελέτη τυχόν διαφορών στη γλωσσική συµπεριφορά και την επικοινωνιακή ικανότητα των δύο φύλων.

    Όπως αναφέρει ο Χρ. Χαραλαµπάκης, η εξέταση µεµονωµένων γλωσσολογικών στοιχείων έχει αποσπασµατικό χαρακτήρα και δεν οδηγεί σε γενικώς αποδεκτά συµπεράσµατα. Ωστόσο, τα πιο ασφαλή συµπεράσµατα σχετικά µε το φύλο ως καθοριστικό παράγοντα για τη χρήση της γλώσσας αφορούν µεταβλητές, όπως την έκταση της οµιλίας, την ευγένεια, την χρήση επιβεβαιωτικών ερωτήσεων, τις υπεκφυγές κ.λπ. 8 Οι διαφορές των δύο φύλων στις επικοινωνιακές στρατηγικές έχουν µελετηθεί συστηµατικά κυρίως στον αγγλοσαξωνικό χώρο. Με βάση αυτές τις µελέτες έχει υποστηριχθεί ότι οι διαφορές αυτές αφενός παρεµποδίζουν την αποτελεσµατική επικοινωνία ανάµεσα στα δύο φύλα και αφετέρου συντελούν στον κοινωνικό αποκλεισµό των γυναικών. Η χρήση των ελάχιστων αντιδράσεων (minimal response), δηλαδή λέξεων και επιφωνηµάτων που δηλώνουν την ενεργή συµµετοχή και ότι παρακολουθούµε τον συνοµιλητή, η χρήση επίσης υποστηρικτικών εκφράσεων που ενθαρρύνουν τους συνοµιλητές να πάρουν µέρος στη συζήτηση, αλλά και η διαρκής οπτική επαφή µε το άτοµο που έχει τον λόγο, αποτελούν χαρακτηριστικά της γλωσσικής συµπεριφοράς των γυναικών, παρερµηνεύονται όµως συχνά ως συµφωνία απλά µε τα λεγόµενα του συνοµιλητή. Συχνά οι άνδρες µένουν σιωπηλοί, χωρίς να κοιτούν τον συνοµιλητή, χαρακτηριστικά τα οποία οι γυναίκες τα εκλαµβάνουν ως έλλειψη προσοχής. Η συχνή χρήση ερωτήσεων και αιτήσεων από τις γυναίκες ερµηνεύεται από τους συνοµιλητές τους µόνο ως επιθυµία για περισσότερες πληροφορίες, ενώ στόχος των γυναικών µπορεί να είναι η εγκαθίδρυση ενός δίαυλου επικοινωνίας. Η ταυτόχρονη οµιλία (δηλαδή η οµιλία δύο ή περισσότερων ανθρώπων συγχρόνως) είναι συνηθισµένη στον γυναικείο λόγο, αλλά σπάνια αποτελεί σηµάδι συνοµιλιακής δυσλειτουργίας. Φαίνεται πως οι γυναίκες οµιλήτριες εφαρµόζουν ένα µοντέλο εναλλαγής του γύρου οµιλίας, όπου ο κανόνας του να µιλάει ένας κάθε φορά δεν ισχύει. Οι συνοµιλήτριες κάνουν ερωτήσεις και σχόλια, όσο κάποιος άλλος µιλάει, για να δείξουν την ενεργή συµµετοχή και το ενδιαφέρον τους για το θέµα της συζήτησης κι έτσι συνεισφέρουν πιο ουσιαστικά στην παραγωγή ενός συλλογικού κειµένου (λόγου). Η ταυτόχρονη οµιλία ωστόσο για τους άνδρες θεωρείται αγενές σηµάδι συνοµιλιακής συµπεριφοράς.

    Άλλοι κοινωνιογλωσσολόγοι έχουν παρατηρήσει ότι οι άνδρες παρεµβαίνουν περισσότερες φορές µέσα σε µια συζήτηση και ότι απευθύνονται σ’ αυτούς συχνότερα τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες συνοµιλητές. Οι τελευταίοι παραβιάζουν πιο συχνά τη σειρά οµιλίας σε βάρος των γυναικών και διαµαρτύρονται εντονότερα όταν οι ίδιοι διακόπτονται. Μερικοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι τέτοιου είδους9 διαπιστώσεις αφορούν κυρίως την όλη προσωπικότητα του ατόµου και όχι τόσο το φύλο στο οποίο ανήκει. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι οι άντρες χρησιµοποιούν περισσότερες βρισιές και τολµηρή γλώσσα για να εκφράσουν τις διαθέσεις τους, ενώ οι γυναίκες κάνουν µεγαλύτερη χρήση της γλωσσικής νόρµας (ακολουθούν πιστότερα τους γραµµατικούς κανόνες). Η µετάβαση από ένα θέµα συζήτησης προς ένα άλλο γίνεται από τις γυναίκες βαθµιαία και βάσει των προηγούµενων λεγοµένων. Οι άντρες, από την άλλη µεριά, δεν αφιερώνουν παρά λίγο χρόνο στο κάθε θέµα και αλλάζουν θέµατα γρήγορα, µε συνέπεια οι συνοµιλήτριές τους να νιώθουν ότι δεν ενδιαφέρονται αρκετά. Οι γυναίκες συζητούν ανοιχτά τις προσωπικές τους εµπειρίες και θέµατα, µε σκοπό να τις µοιραστούν και να αποσπάσουν κάποια διαβεβαίωση ή παρηγοριά, σε αντίθεση µε τους άντρες που συχνά θεωρούν τις προσωπικές συζητήσεις επικίνδυνες ή περιττές και όταν συµµετέχουν σε αυτές αναλαµβάνουν συµβουλευτικό κυρίως ρόλο. Σύµφωνα µε την Ρ. Τσοκαλίδου οι γυναίκες καταλαµβάνουν λιγότερο δηµόσιο χώρο και χρόνο από τους άντρες, προτείνουν λιγότερα θέµατα προς συζήτηση, µιλούν για λιγότερο χρόνο και συχνά τα θέµατα που επιλέγουν θεωρούνται δευτερεύοντα και ασήµαντα (προσωπικά θέµατα, µητρότητα), σε αντίθεση µε τα θέµατα που προτείνονται από τους άντρες, όπως η πολιτική, τα αθλητικά, τα αυτοκίνητα.

    Όπως έχει διαπιστωθεί από την Lakoff, οι γυναίκες χρησιµοποιούν συχνά συγκεκαλυµµένες ποικιλίες γλωσσικών πράξεων, περισσότερες εκφράσεις δισταγµού ή έµµεσης αντιµετώπισης των θεµάτων, όπως το ίσως ή ερωτηµατικές προτάσεις για να κάνουν προτάσεις ή δηλώσεις. Οι άντρες κάνουν µεγαλύτερη χρήση των καταφάσεων ή των προσταγών για τις δικές τους τοποθετήσεις ή επιθυµίες. Σύµφωνα µε τον Χρ. Χαραλαµπάκη, η τάση αυτή µόνο εν µέρει έχει επιβεβαιωθεί από εµπειρικές έρευνες. Ερευνητές, όπως ο Johnson, υποστηρίζουν ότι η επιλογή άµεσων ή έµµεσων γλωσσικών πράξεων συνδέεται περισσότερο µε την όλη στρατηγική της συνοµιλίας και καθόλου ή τουλάχιστον σε πολύ µικρό βαθµό µε το φύλο. Γενικότερα οι γυναίκες εµφανίζουν µεγαλύτερη «ρηµατική συνεργατικότητα», δείχνουν δηλαδή µεγαλύτερη συναισθηµατικότητα και ευαισθησία, σε αντίθεση µε τους άνδρες που έχουν ανταγωνιστικό πνεύµα. Αυτή η επικοινωνιακή στρατηγική των γυναικών, σύµφωνα µε τον Χρ. Χαραλαµπάκη, είναι ευκρινής και στις µεταξύ τους συζητήσεις, πράγµα που σηµαίνει ότι δεν πρέπει να ερµηνευτεί ως ένδειξη υποταγής τους στην ανδρική κυριαρχία. Αυτά τα πλέγµατα γλωσσικών χαρακτηριστικών µερικές φορές αποκαλούνται «ανδρικό ύφος» και «γυναικείο ύφος».

    Αυτή η ορολογία αµφισβητείται από τους O' Bar και Atkins, οι οποίοι υποστηρίζουν πως τα γλωσσικά χαρακτηριστικά που απαντούν στην οµιλία πολλών γυναικών είναι τυπικά ανθρώπων χαµηλής κοινωνικής θέσης, τόσο αντρών όσο και γυναικών, και θα ήταν πιο ακριβές να ονοµάζονταν «ανίσχυρη γλώσσα». Όµως, µεταγενέστερες µελέτες ασυµµετρικού λόγου έχουν δείξει πως οι άντρες χαµηλής κοινωνικής θέσης δεν χρησιµοποιούν ανίσχυρη γλώσσα, αλλά επιχειρούν να κυριαρχήσουν κατά τη διεπίδραση. Σύµφωνα µε τους Lakoff και Tannen, χαρακτηριστικά όπως αυτά που παρατέθηκαν αδροµερώς παραπάνω, διαµορφώνουν µια αντίληψη ότι ο γυναικείος λόγος είναι ανίσχυρος, γιατί είναι περισσότερο έµµεσος σε σχέση µε τον αντρικό. Σύµφωνα µε την Ρ. Τσοκαλίδου, αυτός ο «ανίσχυρος» γυναικείος λόγος παρέχει δυνατότητες επικοινωνίας στους συνοµιλητές και τις συνοµιλήτριες των γυναικών χωρίς να επιβάλλει τους δικούς του προκαθορισµένους κανόνες επικοινωνίας. Ο χαρακτηρισµός, λοιπόν, ανίσχυρος δεν έχει υπόσταση, αφού η επιτυχής επικοινωνία πραγµατοποιείται µέσα από µια ισορροπηµένη διαδικασία χρήσης ερωτήσεων, καταφάσεων, αλλά και αναµονής για τη λήψη του λόγου από τους συνοµιλητές ή συνοµιλήτριες. Έχουν προταθεί πολλά µοντέλα για να κατανοηθούν και να εξηγηθούν οι διαφορές των δύο φύλων στη γλωσσική τους συµπεριφορά.

    Ένα από τα σηµαντικότερα είναι το µοντέλο της διαφοράς και κυριαρχίας (difference/dominance). Σύµφωνα µε το µοντέλο αυτό οι διαφορές των δύο φύλων µπορεί να βασίζονται: α) στις διαφορετικές υποκουλτούρες όπου ανήκουν και β) στον καταµερισµό της εξουσίας που ισχύει στην κοινωνία και που οδηγεί σε λιγότερη απόδοση εξουσίας στις γυναίκες. Οι διαφορετικές, όµως, υποκουλτούρες εντάσσονται και πάλι σε ένα κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο αναφοράς που προσδίδει θέσεις διαφορετικής ισχύος και εξουσίας στους άντρες και τις γυναίκες. Παράλληλα µε το παραπάνω µοντέλο, έχουν προταθεί και άλλες αναλύσεις από κοινωνιογλωσσολόγους, όπως το κύρος και η αλληλεγγύη (status and solidarity). Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, οι γυναίκες στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν µια καλύτερη θέση στην κοινωνία (κύρος) είναι περισσότερο προσεκτικές στη γλωσσική τους συµπεριφορά, ενώ η πιο «απελευθερωµένη» χρήση της γλώσσας από τους άντρες δηλώνει την επιθυµία τους για αλληλεγγύη και ταύτιση µε τους οµοφύλους τους. Ένα από τα ισχυρότερα µοντέλα ανάλυσης των διαφορετικών κοινωνιογλωσσικών συµπεριφορών είναι αυτό των κοινωνικών δικτύων (Milroy 1980), το οποίο αντιµετωπίζει τους άντρες και τις γυναίκες ως µέλη κοινωνικών οµάδων συσχετισµένα µε άλλα άτοµα, οι οποίοι έτσι δηµιουργούν κλειστά ή ανοικτά δίκτυα, που, κατ' επέκταση, καθορίζουν και την κοινωνιογλωσσική τους συµπεριφορά.

    Μια άλλη διάσταση στο θέµα των διαφορών των δύο φύλων πρότεινε η ερευνήτρια-γλωσσολόγος D. Tannen. Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στις ισότιµα σηµαντικές ανάγκες του κάθε ατόµου για ανεξαρτησία και συντροφικότητα. Οι άντρες κι οι γυναίκες διαφέρουν ως προς την προτεραιότητα που δίνουν στην κάθε µία από τις παραπάνω αξίες. Ενώ λοιπόν οι γυναίκες συµπεριφέρονται µε γνώµονα τη συντροφικότητα και έπειτα την ανεξαρτησία, οι άντρες συχνά δίνουν την πρώτη θέση στην ανεξαρτησία. Αυτή η διαφορά δηµιουργεί παρεξηγήσεις και προστριβές στις σχέσεις των δύο φύλων (για παράδειγµα, σε ένα ζευγάρι η γυναίκα θα συµβουλευτεί τον σύντροφό της πριν πάρει µια απόφαση περισσότερο από ό,τι ο άντρας), ενώ στην ουσία και οι δύο ανάγκες (ανεξαρτησία και συντροφικότητα) είναι απαραίτητες για όλους και όλες µας. Οι διαφορές των δύο φύλων, όπως έχουν συζητηθεί παραπάνω, δεν µπορούν παρά να είναι το αποτέλεσµα της διαφορετικής κοινωνικοποίησης στην οποία υποβάλλονται τα κορίτσια και τα αγόρια από την αρχή της ζωής τους και η οποία τους οδηγεί σε µια γλωσσική συµπεριφορά που αποκρυσταλλώνεται µέσα από την ένταξή τους σε οµόφυλες οµάδες/κοινωνικά δίκτυα.

    H προκαθορισµένη αυτή συµπεριφορά ενδυναµώνεται, ακόµη περισσότερο, κατά τη διάρκεια της σχολικής ζωής, όπου, άµεσα ή έµµεσα, δίνονται διαφορετικά µέσα και προσβάσεις στα αγόρια και τα κορίτσια. Tα αγόρια, που συνήθως είναι ζωηρότερα, απαιτούν και κερδίζουν περισσότερη προσοχή από τον/τη δάσκαλο/α, µε συνέπεια τα κορίτσια να καταλαµβάνουν ευκολότερα µια παθητική θέση στα δρώµενα της τάξης. Παρατηρείται λοιπόν ότι οι διαφορές µεταξύ των δύο φύλων ερµηνεύονται κυρίως µε βάση τη διαφορετική κοινωνικοποίηση των δύο φύλων σε ρόλους και συµπεριφορές ενώ εντάσσονται πάντα σε ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο άνισου καταµερισµού της εξουσίας. Η αντικειµενική και χωρίς ακραίες υποθέσεις κατανόηση των διαφορών αυτών είναι απαραίτητη για την καλύτερη διαπραγµάτευση των διαπροσωπικών µας σχέσεων, αλλά και για τη δικαιότερη κατανοµή της κοινωνικής και πολιτικής ισχύος στα δύο φύλα.


    Το παραπάνω κείμενο τα λέει,απλά και περιεκτικά. Το νήμα είναι σαφές..
    Γυναικοκουβέντες/Αντροκουβέντες.. :- )
     
  2. danos

    danos Regular Member

    έπρεπε να σ είχα χτες βράδυ που παίζαμε μπαρμπούτι ν ακούσεις πολλές αντρικές κουβέντες  
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Για πες, απλά λιτά και περιεκτικά.  
     
  4. danos

    danos Regular Member

    θα μας κόψει η λογοκρισία
    αν έρθεις ποτε προσ τα δω θα σε βάλω να τ ακούσεις με τα μικρά ροζ αυτάκια σου online  
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

     


    Χαρακτηριστικές Στερεότυπες Φράσεις...

    Γυναικάκι / Αντράκι Ψάχνω γυναίκα (=θέλω καθαρίστρια) / Ψάχνω άντρα (=θέλω να παντρευτώ) Γυναίκα του δρόμου, του πεζοδρομίου / Άντρας του δρόμου, του πεζοδρομίου Γυναικοκουβέντες / Αντροκουβέντες Γυναικοδουλειές / Αντροδουλειές Γυναικοκαβγάς / Αντροκαβγάς Η χήρα του Παπαδόπουλου / Ο χήρος της Παπαδοπούλου Άγαμη μητέρα / Άγαμος πατέρας Επανδρώνω / Επιγυναικώνω Θηλυπρεπής / Αρρενωπός Είναι εύκολη / Είναι εύκολος


    Σε ότι αφορά τη χρήση της γλώσσας από τα δύο φύλα , παρατηρούμε πως οι γυναίκες χρησιμοποιούν συχνά συγκαλυμμένες ποικιλίες γλωσσικών πράξεων, περισσότερες εκφράσεις διασταγμού ή έμμεσης αντιμετώπισης των θεμάτων , όπως το ‘‘ίσως’’ ή ερωτηματικές προτάσεις προκειμένου να προτείνουν ή να δηλώσουν. Οι άντρες κάνουν μεγαλύτερη χρήση των καταφάσεων ή προσταγών με τις δικές του τοποθετήσεις και επιθυμίες. Γενικότερα,τα θηλυκά εμφανίζουν μεγαλύτερη ‘‘ρηματική συνεργατικότητα’’ , δείχνουν δηλαδή μεγαλύτερη συναισθηματικότητα και ευαισθησία , σε αντίθεση με τα αρσενικά που έχουν ανταγωνιστικό πνεύμα. Παρατηρώντας τη συνομιλία μιας γυναίκας και ενός άντρα στη σύγχρονη εποχή διαπιστώ- νουμε ότι :  Ο τρόπος έκφρασης ,η φωνή , ο τόνος,το ύφος κ.ά θα διαφοροποιούν πάντοτε τα δύο φύλα.  Η ταυτόχρονη ομιλία είναι συνηθισμένη στο γυναικείο λόγο , σε αντίθεση με τους άντρες που τη θεωρούν αγενές σημάδι συνομιλιακής συμπεριφοράς , αν και έχει παρατηρηθεί πως οι άντρες παρεμβαίνουν περισσότερες φορές ,παραβιάζουν συχνότερα τη σειρά ομιλίας και διαμαρτύρονται εντονότερα.  Οι γυναίκες εκφράζουν περισσότερη υποστήριξη στη συνομιλία με τη χρήση των minimal responses (λέξεων και επιφωνημάτων που δηλώνουν ότι παρακολουθούμε το συνομιλητή ή τη συνομιλήτριά μας) και την οπτική επαφή. Συχνά , οι άντρες μένουν εντελώς σιωπηλοί ως ακροατές και δεν κοιτάζουν το συνομιλήτη ή τη συνομιλήτριά τους στα μάτια.  Οι άντρες χρησιμοποιούν περισσότερες βρισιές και τολμηρή γλώσσα , ενώ οι γυναίκες ακολουθούν πιστότερα τους γραμματικούς κανόνες.  Τέλος, στις προσωπικές τους διαπραγματεύσεις οι άντρες προτιμούν τη σιωπή και αποφεύγουν να εκφράσουν όσα νιώθουν ή σκέφτονται.

    Εμπειρική διερεύνηση της γυναικείας γλώσσας  Γνώση και χρήση λεπτών χρωματικών διακρίσεων (βεραμάν...)  Χρήση ανούσιων / κενών επιθέτων με μεταφορική χρήση θαυμασμού / επιδοκιμασίας : γλυκό,θαυμάσιο , καταπληκτικό και επιρρημάτων : τρέλα ,μούρλια [χρήσιμα στο ντάντεμα αλλά κουραστικά στην καθημερινότητα] σε αντίθεση με τους άντρες : φοβερό , άπαικτο κλπ.  Αποφυγή έντονων επιφωνημάτων αποδοκιμασίας και υβριστικών εκφράσεων (όχι πάντα)  Προσθήκη επιτατικών που κάνει τις γυναίκες να μοιάζουν να μιλούν με μόνιμη έμφαση : είναι τοοοοσο καλό παιδί! [ Ο αντρικός εγκέφαλος παθαίνει βραχυκύκλωμα!]  Εξασθένηση της προσλεκτικής δύναμης των εκφωνημάτων λόγω παρουσίας διαφόρων μετριαστικών στοιχείων όπως i)ερωτήσεων-ηχώ (tag questions) : Ωραία η ‘‘Λάμψη’’ , ε! / δεν είναι ; , ii) ερωτηματικής επιτόνησης σε καταφάσεις :  Λέω να μαγειρέψω φακές σήμερα ;! , iii) επιμήκυνσης των παρακλήσεων : Γιάννη ,θα με πετάξεις μέχρι την κουμπάρα / θα πας το παιδί στο σχολείο σήμερα, σε παρακαλώ; [Ο Γιάννης αν δεν πάει απο εγκεφαλικό,ταραγμένα νεύρα θα έχει  σίγουρα! Και όσο ανεβαίνει ο αριθμός των ταυτόχρονων παρακλήσεων/ απαιτήσεων,τόσο χειροτερεύει η κατάστασή του.] , iv) επισχετικών συνομιλιακών δεικτών (hedges) με συνδηλώσεις αβεβαιότητας :
    δεν ξέρω , δεν είμαι βεβαία, δεν είμαι σχετική , αν δεν κάνω λάθος....  Ερωτήσεις και όχι δηλώσεις –κρίσεις ,επειδή οι πρώτες ανοίγουν το δρόμο για διεπίδραση π.χ Χάλια δεν είναι η τηλεόραση ; αντί για το : Η τηλεόραση έχει τα χάλια της. [Οι γυναίκες είναι πιο διπλωμάτισες,γενικά μπορούμε να το θεωρήσουμε ως προσόν.] Αυτή η γλώσσα ,σε τελευταία ανάλυση , βάζει τη γυναίκα στην παράδοξη θέση ‘‘μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα’’ ,έτσι ώστε αν δεν υιοθετήσει τη γυναικεία γλώσσα ,να μην προσλαμβάνεται ως κανονική γυναίκα , αν όμως την υιοθετήσει να μην προσλαμβάνεται ως ένα άτομο ισότιμο προς τους άντρες, αλλά ως ένας ατελής άντρας.


     


    Παρ’ όλα αυτά ... ‘‘Ποτέ δεν θα υπάρξει νικητής στη μάχη μεταξύ των δύο φύλων. Υπάρχει υπερβολική συναδέλφωση με τον εχθρό.’’

    Χένρυ Κίσσιγκερ