Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Δεσποινίς έμπνευση

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 1 Οκτωβρίου 2015.

Tags:
  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Πολεμική σκηνή

    Όταν τελειώσαμε, αυτή, κουλουριάστηκε τρυφερά δίπλα μου και μού είπε: δεν σου φαίνεται κάπως απάνθρωπο εμείς εδώ πάνω να πηδιόμαστε κι ο κόσμος κάτω στους δρόμους να σφάζεται και να σκοτώνεται και να ξεψυχά! Ναι της λέω είναι κάπως απάνθρωπο αλλά έτσι είναι η ζωή. Απόλυτα κυριαρχημένη κι απίστευτα ωραία γύρισε και μου ψιθύρισε: στ’ αλήθεια θέλω πάλι να γαμηθώ. Τακτοποίησα τότε καλύτερα το πριονισμένο πυροβόλο και το τριανταοχτάρι στο κομοδίνο και της είπα: ναι, ας τον αφήσουμε λιγάκι έξω τον κόσμο να σφάζεται και να σκοτώνεται και να ξεψυχά να δούμε τι θα γίνει με το γαμήσι.
     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    20 πολύ μικρά πεζά

     

    ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ

    Οι ερωμένες μου έχουν γίνει φαντάσματα και ιστορίες μέσα σε βιβλία και ποιήματα. Συναντιόμαστε, συνήθως, στον ύπνο μου. Πίνουμε καφέ, συζητούμε για τα παλιά κι επιδιδόμαστε σε ανάρμοστες πράξεις.

    ΕΦΟΔΟΣ

    Έγραφε με τόσο πάθος που ξεχάστηκε νηστικός και διψασμένος για μέρες. Οι γείτονες ανησύχησαν. Έσπασαν την πόρτα του. Μα αυτός είχε ήδη δραπετεύσει στα γραπτά του.

    ΖΕΥΓΑΡΙ

    Αυτή ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Το δωμάτιο σκοτεινό. Μια λουρίδα φως διαγράφεται στο πάτωμα απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα. Μια βρύση ανοίγει κάπου στο διαμέρισμα κι αρχίζουν να σφυρίζουν οι σωλήνες που είναι σα να την έχουν περικυκλώσει. Αυτός ανοίγει την πόρτα. Κρατά ένα ποτήρι νερό. Τι κάνεις στα σκοτεινά; τη ρωτά, την ώρα που το χέρι του ψαχουλεύει στον τοίχο το διακόπτη για ν’ ανάψει το φως.

    ΠΛΑΣΙΕ

    Ξέρει ποια πόρτα να χτυπήσει, με ποιών τα νερά να πάει. Ξέρει να δακρύζει την κατάλληλη στιγμή. Ξέρει πώς να ερωτοτροπήσει με τη μάνα και τη κόρη συνάμα. Θαρρείς πως είναι ένας άγιος. Κι είναι πράγματι ένας άγιος με τη σύγχρονη έννοια. Ένας μολυσμένος άγιος που μιλάει με μιαν ανάσα για την αγάπη, την ισότητα, την αδελφοσύνη, τις εγκυκλοπαίδειες, τη βίβλο, τα εσώρουχα και πάει λέγοντας.

    ΛΗΔΑ ΚΑΙ ΚΥΚΝΟΣ

    Συμβαίνει να είναι νέγρα, ψωμωμένη κι όμορφη σαν πάνθηρας. Αυτός γέρος σχεδόν που πρέπει να διεγερθεί για τα καλά. Της κάνει δώρο έναν πολύχρωμο παπαγάλο μέσα σ’ ένα στενό κλουβί. Λέει πάντα πως αυτό είναι το κόλπο με τη Λήδα και τον κύκνο και πως το πετάρισμα των φτερών την καυλώνει τρομερά.

    ΕΜΗΝΟΠΑΥΣΗ

    Τίποτε δεν προμηνούσε πως, τουλάχιστον σύμφωνα με το ημερολόγιο, πλησίαζε η άνοιξη.

    ΝΥΧΤΑ

    Μένω ξάγρυπνος συχνά ως αργά τη νύχτα. Ακούω το παθιασμένο αλύχτημα ενός σκύλου, πέρα μακριά. Την απόγνωση στο ασταμάτητο γάβγισμα. Τη σκυλίσια του δυστυχία έξω απ’ τα όρια της ανθρώπινης λογικής. Χωρίς να ξέρει το τι ή το γιατί, χωρίς να ξέρει πως άρχισε ή γιατί θα έπρεπε κάποτε να σταματήσει.

    ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ

    Συναντηθήκαμε στο μετρό. Χωρίς να πούμε κουβέντα, αγκαλιαστήκαμε σφιχτά. Αυτή ένοιωσε με το στήθος της το χτυποκάρδι μου κι εγώ μύρισα τη βαναυσότητα των πρώην αξιοσέβαστων οργασμών της.

    ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

    Με ρώτησε για τα γούστα μου και πως θα ’θελα να πεθάνω. Της απάντησα πως θέλω να πεθάνω από κάποιο αφροδίσιο στο καρναβάλι του Ρίο στη Βραζιλία και πως τα γούστα μου είναι απλά. Φαγητό, ποτό, γυναίκες και βιβλία. Και προσωπική μπανιέρα. Α ναι, κυρίως αυτό!

    ΔΥΟ ΦΟΥΣΚΑΛΙΑΣΜΕΝΑ ΔΑΧΤΥΛΑ

    Μονίμως κουρασμένοι. Τρώγονται μεταξύ τους σαν δυο φουσκαλιασμένα δάχτυλα. Κάνουν έρωτα αδιάφορα κι αποκοιμιούνται, για να ξυπνήσουν αργότερα ζευγαρωμένοι, με το πέος του ακόμα σκληρό και άκαμπτο μέσα της.

    ΑΣΦΑΛΗΣ ΚΑΙ ΕΥΔΑΙΜΩΝ

    Αργά το βράδυ έπιασε βροχή. Ο αέρας έφερνε με δύναμη τις σταγόνες στο παράθυρο. Πότε-πότε θαρρείς και πετούσε κάποιος χούφτες με χαλίκια. Όταν ξύπνησα μέσα στη νύχτα έριχνε ακόμα κατακλυσμό. Η μανία της νεροποντής μού δημιούργησε ένα αίσθημα ασφάλειας. Κοίταξα το γάτο μου, που φαινόταν να πιστεύει στον εαυτό του όσο κι εγώ. Ασφαλής και ευδαίμων. Τελείως άφοβος στο μεταξύ, κουλουριασμένος πάνω στις στρωμένες εφημερίδες στο πάτωμα του μπάνιου, περιμένοντας να μαγειρέψω κάτι νόστιμο για τους δυο μας στο καμινέτο του γκαζιού.

    ΓΡΑΦΕΙΑ

    Περνώ τη μισή μου ζωή σε γραφεία δίχως παράθυρα. Συσκευές τελευταίας τεχνολογίας ρυθμίζουν την υγρασία και τη θερμοκρασία με απόλυτη ακρίβεια. Ένας χλωμός φωτισμός από νέον με κάνει να φαντάζομαι πως βρίσκομαι αρκετά μέτρα κάτω απ’ τη γη. Τα πατώματα είναι καλυμμένα με χαλί απ’ άκρη σ’ άκρη έτσι ώστε αν κάποιος υψώσει τη φωνή του αυτή να πνιγεί προτού ακουστεί. Όμως εδώ ποτέ κανείς δεν υψώνει τη φωνή του!

    HYDE PARK

    Είναι Κυριακή πρωί. Ο ήλιος εμφανίζεται σποραδικά. Οι Λονδρέζοι ορμούν στο μεγάλο τους πάρκο, ξεσκεπάζοντας γόνατα και μηρούς, μπράτσα και ώμους, με μια γαλακτερή ασπρίλα, σα να ’χουν βγάλει πρόσφατα τους επιδέσμους.

    ΕΠΙΣΚΕΨΗ

    Το μακρύ λευκό της νυχτικό την δείχνει πιο αδύνατη από κάθε άλλη φορά. Τα χέρια της είναι γυμνά και κοκκαλιάρικα κάτω απ’ τους αγκώνες. Οι γαλάζιες φλέβες ξεχωρίζουν πάνω στο άσπρο δέρμα. Το μέτωπο ζαρώνει και φαίνεται έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Η Βουλγάρα αποκλειστική σχεδόν μεθυσμένη και σχεδόν παρανοϊκή με παροτρύνει να σηκωθώ πιάνοντάς με απ’ τον ώμο. Της γυρίζω την πλάτη χωρίς να την κοιτάξω. Αφήνω το συμπυκνωμένο χυμό και τα μπισκότα πάνω στο κομοδίνο και προχωρώ αργά προς την έξοδο στο βάθος. Εκείνη, αναρωτιέται αν θα γυρίσω να τη δω. Όταν φτάνω στην πόρτα της ρίχνω ένα φευγαλέο βλέμμα. Επιστρέφω στο χολ και διασχίζω το διάδρομο. Κατεβαίνω την περιστρεφόμενη σκάλα, βγαίνω απ’ την είσοδο του σπιτιού, στρίβω στη γωνία κι από κει τραβώ προς την παραλία όπου είχα παρκάρει το αμάξι μεσ’ τη λιακάδα.

    ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

    Είναι ξύπνιος πολλές ώρες. Ξενυχτά. Γράφει. Το πρωί πηγαίνει στη δουλειά. Ανταλλάσει μονάχα τις απαραίτητες κουβέντες. Έχει μάτια κατακόκκινα πρησμένα. Αποφεύγει τα βλέμματα. Πολλές φορές τους μιλά ψυχρά, αλλά, κατά τη γνώμη του, με περισσότερη αξιοπρέπεια απ’ ότι αυτοί. Περιμένει τη νύχτα για να γράψει πονεμένα γραπτά. Να στραγγίξει το σώμα του το νυχτέρι. Ν’ αφήσει έργο πίσω του γι’ αυτούς. Αυτός ο βαθύτατα ανθρωπιστής. Που ίσως αγαπάει τον ανθρωπισμό περισσότερο απ’ τους ανθρώπους.

    ΛΟΓΙΑ

    Είμαστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλο της είπε, μέσα σ’ ένα απ’ αυτά τα χαμηλά ομοιόμορφα σπίτια από μπετόν όπου οι συζυγικές αντιζηλίες φαίνονται πιο καθαρά.

    ΣΧΟΛΙΚΗ ΑΙΘΟΥΣΑ

    Κάθε αβεβαιότητα τροχίζεται εκεί πάνω. Σε τούτη τη σταθερή ακτινοβολία. Σε τούτο το άγρυπνο και επικριτικό μάτι του Ιησού.

    ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟ

    Ένας φιλήσυχος κουλτουριάρης τρώει τα αρνίσια του παϊδάκια σε ρεστοράν της Εμμανουήλ Μπενάκη. Έχει ανοιχτό μπροστά του ένα βιβλίο και ταυτοχρόνως διαβάζει απορροφημένος. Το πιρούνι του σκοντάφτει σε κάτι μαλακό ανάμεσα στο λίπος και το κρέας. Καθώς το σκαλίζει με το μαχαίρι πετάγεται μια χοντρή άσπρη κατσαρίδα. Αρχίζει να κάνει εμετό κι απ’ το στομάχι του ξεχύνεται ένα ατέλειωτο ποτάμι από τερατώδεις κατσαρίδες. Όλες ζωηρόχρωμες και ορισμένες με κατσαρές φουντωτές ουρές και μουστάκια.

    ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

    Σηκώνομαι κάθε πρωί απ’ το κρεβάτι και σκέφτομαι τις ώρες που θα ξοδέψω στο σχολείο, περιμένοντας το διάλειμμα ή το μεσημεριανό φαγητό. Σκέφτομαι τους καθηγητές μου, όλα αυτά τα κακόμοιρα πλάσματα που μου κλέβουν το χρόνο. Όλα αυτά τα ακατανόητα πράγματα φροντισμένα προκαταβολικά πριν από χρόνια.

    4 ΕΚΑΤΟΣΤΑ

    Το σπίτι κουνιέται σαν ξεχαρβαλωμένο δόντι σε σάπια ούλα. Ένα δυνατός θόρυβος ακούγεται από μια ρωγμή στα ντουβάρια. Το κρεβάτι μου έχει πάρει κλίση προς τον απέναντι τοίχο. Πετάγομαι απ’ τον ύπνο στο σκοτάδι ιδρωμένος και βλέπω πως, μάλλον το κτήριο γέρνει, αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς. Ένας αιώνας ίσως συμβάλει μερικά εκατοστά. Ίσως τέσσερα εκατοστά το χρόνο. Όσο πλησιάζει η Ευρώπη την Αφρική.

     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Η μουγκή

    Τη βρίσκω συχνά στην αγορά. Η αγορά είναι το σπίτι της. Οι δρόμοι. Οι πλατείες. Τα στενά. Τα καλντερίμια. Οι στοές. Μουγκρίζει με μια βραχνή φωνή που πότε πότε δυναμώνει. Είναι ένας βρώμικος δαίμονας. Ένας χείμαρρος από φθόγγους βγαίνει απ’ τα χείλη της. Μιλά μ’ έναν τρόπο φρενήρη. Ακατάληπτα και παράφορα. Σαν μαινάδα απέναντι σ’ ένα συντριπτικό πεπρωμένο. Δεν έχει όνομα, σπίτι, ανθρώπους, κατοικίδια. Έχει φωνητικές χορδές σαν μπλεγμένα καλώδια. Πληγωμένη, κομματιασμένη ύπαρξη που φτεροκοπά στη μαυρίλα. Μια ζωντανή πληγή που αιμορραγεί. Ζητιανεύει λίγο γάλα ή λίγο ποτό. Όλη την ώρα που μιλά μού σφίγγει το χέρι, σα να θέλει να βεβαιωθεί για την παρουσία μου. Νιώθω τα νύχια της να χώνονται μεσ’ τη σάρκα μου σα να προσπαθεί μ’ αυτά να μεταδώσει εκείνο που είναι αδύνατο να εκφραστεί με λέξεις.
     
  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ποίηση ή όχι;

     

    Είναι χρήσιμη η ποίηση ή όχι; μπορεί να ζει κάποιος χωρίς αυτήν; σπουδαία ερωτήματα από εχέφρονες κλειστοφοβικούς που εκκολάπτουν όνειρα σε γραφεία. Σε σφαγεία. Σε χώρους αναψύξεως της απελπισίας, που άφησε πατημασιές στον ποιητάκο του μεσαίου χώρου. Μα διάβολε, στη Σομαλία χρειάζονται νερό και ψωμί και φάρμακα. Είναι φαρμακωμένοι. Για να γράφουμε ποίηση εμείς, οι εκατοντάδες σπόροι, οι σπρωγμένοι στα σπλάχνα της ευδαιμονίας. Οι πατικωμένοι στις γαστέρες του πλαστού ελεύθερου κόσμου. Ανθρωπιστές, ευαγγελικοί, μεταφυσικοί, για την αγάπη τον έρωτα την ελευθερία. Νομπελίστες που μαστουρώνουν με μέντα και λουΐζα, επιδεικνύοντας μια τραμπούκικη αυτάρκεια. Λόγια και λογάκια και ηλιοβασιλέματα και λατέρνες. Τι ακριβές ευλογίες! Και φανταράκια στους Βαρδάρηδες της δυστυχίας που ψάχνουν κώλους για να βγάλουν λεφτά. Στο βάθος είναι λύσσα και πράσινη πικρή χολή. Είναι μαγγανοπήγαδο που γέμισε αρμυρούς αφρούς. Ρε κερατά εσύ, που λες ψέματα και γλείφεις πληγές δήθεν, που όλο ευλογείς τα γένια σου κι αναρχίζεις και φυλλοροείς και τα γράφεις όλα βιωματικά, όλο ψιψίνες και επιφοίτηση, και γελάς σαν φαφούτης, αυθόρμητε, που κοπανιέσαι απαγγέλλοντας γαργαριστές μαλακίες, εσύ λαδώνεις τη μηχανή. Κάθε μικρό μαλακισμένο γρανάζι του κοινωνικού γίγνεσθαι. Εσύ γλείφεις κάθε τερατώδη αφήγηση του πλούτου. Κάθε κόκκαλο ματαιοδοξίας που σού πετά ο προαγωγός σου. Ο μαικήνας σου. Πότε ξόανο του φεντεραλιστή και πότε μασκαράς του φασίστα. Πλασάρεσαι ως ανεξάρτητος μα είσαι το κλαδευτήρι των οικονομολόγων. Σου λεν, εσύ μωρό μου την τέχνη σου, στ’ αρχίδια σου το γενικό συμφέρον, εσύ είσαι ιδιοφυία, γάμα την πλέμπα, ούτε έλεος, ούτε εμπιστοσύνη στα κουνάβια. Θα σου δώσουμε σύνταξη αναγνώριση βραβεία. Θα σου φορέσουμε τη βρακοζώνα της ακαδημίας δόξα με το τσουβάλι, χαμογελαστά πουτανάκια που θα σου παίρνουν συνέντευξη για το έργο σου, το πόσο πόνεσες, πόσα καλτσόν ξέσχισες στα βάτα, να σε καμαρώνει κι η μανούλα στον κάτω κόσμο που τελικά κατάφερες κι έγινες σπουδαίος πολύ, φωτογραφημένος, μακιγιαρισμένος σαν αποκριάτικη κολοκύθα.
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Πώς να οδηγηθείτε στην πραγματικότητα

     

    Ο άνθρωπος που δεν κάνει σκέψεις είναι ήδη στην πραγματικότητα. Μπορεί να κάνει τις φανταστικές καλοκαιρινές του διακοπές ή να γονιμοποιήσει ένα φρέσκο ωάριο. Για να οδηγηθείς εύκολα στην πραγματικότητα πρέπει να περιεργάζεσαι συνεχώς το σώμα σου. Το κορμί σου είναι η γέφυρα που οδηγεί στην πραγματικότητα. Όταν ερωτεύεσαι ρίχνεις γέφυρες κι αρχίζεις να ζωγραφίζεις στα μωσαϊκά του μπάνιου στον ατμό καρδούλες και τριαντάφυλλα και λοιπές μπακαλικές της αβύσσου. Στην πραγματικότητα, μπορείς να μπεις να ψωνίσεις στο σούπερ μάρκετ καβάλα σ’ ένα άλογο. Μπορείς να φας του σκασμού και να ψοφήσεις απ’ τα γέλια. Να μην ασχολείσαι με τα γεγονότα της γέννησης και του θανάτου. Ο φυσικός τρόπος είναι η άγνοια. Να παρατηρείς τη νύχτα και τα σύννεφα. Τα ούρα σου που αχνίζουν και σχηματίζουν ένα μικρό βάλτο στην εξοχή. Μην ασχολείσαι με τις εκδοχές της κόλασης και τα παραδείσια τρυπάκια του παπά. Αφού έτσι κι αλλιώς θα σβήσεις και θα γίνεις ένα με την πραγματικότητα. Να αποδέχεσαι τη λογική των πραγμάτων και όχι την πίστη σ’ αυτά. Η υπεροψία και η ανωριμότητα είναι αποτέλεσμα λατρείας της μινιατούρας. Μολυβένιοι στρατιώτες και ψεύτικα περίστροφα. Πλαστικός κόσμος φτηνός για κατανάλωση. Για να μπεις στην πραγματικότητα πρέπει να ξεστρατίσεις απ’ το αγελαίο. Να χωθείς σε μια στέρνα δοκιμάζοντας την ηχώ και την δύναμη που βγάζουν τα σπλάχνα σου. Ν’ ανοίξεις τόσο το στόμα σου που το φως να φτάσει στο στομάχι σου. Να κυλιέσαι αδιάκοπα στα χαντάκια πάντα αγκαλιά με τη γύμνια ενός άλλου και ν’ ακούς στις χλωμές φλέβες το μελωδικό μουρμουρητό ενός ασπόνδυλου οργανισμού που επαναλαμβάνει το θρύλο της γέννησής σου. Αφού για να οδηγηθείς στην πραγματικότητα πρέπει να διψάς για πραγματικότητα. Να μεταπλάθεις τους πόρους της σάρκας σου κάθε στιγμή σε πεινασμένα στόματα οράσεως.
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Μια στρατιά που θα κοχλάζει στον πρωινό ήλιο

     

    Eμείς, οι παρατηρητές αυτής της φύσης που είναι γεμάτη θαύματα, ένα δέντρο, ένα κορμί, ένα γουδοχέρι, αγκομαχάμε και βουίζουμε σα μελισσάκια, έχοντας ολωσδιόλου την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, που σημαίνει, το ξεδίπλωμα του δράματος των πλασμάτων που νιώθουν απροστάτευτα κατά μήκος ενός μεσημβρινού δίχως άξονα. Βαδίζοντας στο μονοπάτι μιας εύθραυστης αιωνιότητας πάνω σε πολτό ερειπίων, νυφούλες και δολοφόνοι, στρατευμένα όντα σ’ ένα ζευγάρωμα δίχως τέλος. Παρατημένα, πεινασμένα, γκρίζα. Φωνούλες που στήνουν ποίηση και φτιάχνουν δεσμούς. Μέσα στην ονειροπόληση και τη χαύνωση. Την ατίμωση, τον εξευτελισμό, την ένδεια, το έγκλημα, την πλήξη. Παίρνοντας την ελπίδα ως αντίδωρο υποταγής απ’ τα χοντρά δάχτυλα του ιερέα. Καχεκτικοί, παράφρονες, σακατεμένοι, περιμένοντας τον κανίβαλο να τους καταβροχθίσει. Τίποτε δεν τους καταστρέφει περισσότερο απ’ τις αυταπάτες τους. Χώματα ποτισμένα από συμφορές. Τοπία δαιμονικά, πεδία μάχης. Ο άνθρωπος έβγαλε τη σάρκα του και την κρέμασε στο τσιγκέλι της ηθικής. Το πνεύμα του ξεπετάχτηκε σαν ποίον στη γαλήνια αυγή που του δόθηκε. Αντέγραψε σαν αρπαχτικό τα ακονισμένα νύχια της ύαινας και βύθισε μέσα στον πλούτο το τομάρι του. Πλούτο φτιαγμένο από εχθρούς και δούλους. Εργάτες θαμμένοι κάτω απ’ τους Παρθενώνες. Ένδοξα δεκάδες μουνιά καταγαμημένα σε συμπόσια βιομηχάνων. Μαγειρεμένα, αχνιστά, από καλοζωιστές που τα αγόρασαν κοψοχρονιά σε κάποιο παζάρι. Φυλακές και κατσαρίδες και κοριοί και εκπαίδευση για να βλάψουν τα κορμάκια που θέλουν ξανά την κλεμμένη τους σάρκα. Να διεκδικήσουν τη συνουσία που δεν αφήνει κέρδος στον έμπορα. Που οδηγεί στην πράξη. Που κάνει όλες τις μάχες κίβδηλες. Παρωδίες. Ένα σωρό καυλωμένα φανταράκια που δε θα έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον να μακελεύουν, να γυαλίζουν μπότες ή να ξυστρίζουν τις λασπωμένες ερπύστριες. Μια στρατιά που θα κοχλάζει στον πρωινό ήλιο.
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ποίηση είν’ αυτό που προϋπάρχει του ποιήματος.
    Το ποίημα είναι ότι απέμεινε απ’ την ποίηση και
    πρέπει να ειπωθεί για να θυμίζει την ποίηση που
    προϋπήρξε του ποιήματος. Ποίηση είναι να ζητάς
    ανταπόκριση βίαια. Να προκαλείς έναν απότομο
    στιγμιαίο πόνο. Ποίηση είναι η επιθυμία να
    ρίξεις μια πέτρα στο πλήθος. Το ποίημα είναι
    η πέτρα που δεν ξέρεις ποιόν θα βρει. Που δεν
    ξέρεις αν θα βρει κάποιον ή αν θα πέσει στο κενό.
    Γράφω ποίηση σημαίνει πετροβολώ το πλήθος.
    Διεκδικώ τη μυθική συναρπαγή της στιγμής
    στο χείλος του κενού.


    Αντώνης Αντωνάκος
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    "Σηκώστε τους ποδόγυρούς σας κυρίες μου. Περνάμε από την κόλαση".

    - Williams Carlos Williams

     
     
  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ο έρωτας, άκουσέ με, είναι ένα πάθος εγωιστικό, έχουν άδικο να τον καλλωπίζουν. Θέλεις την ευτυχία του αγαπημένου προσώπου υπό τον όρο πως θα του τη δώσεις εσύ κι’ όχι άλλος. Αν ένας άλλος μπει στη μέση, που έχει ωστόσο περισσότερες πιθανότητες να το κατορθώσει, εσύ δεν αποσύρεσαι, επιμένεις. Γιατί; Γιατί στην ευτυχία του αγαπημένου σου προσώπου δε βλέπεις παρά την πραγμάτωση της δικής σου ευτυχίας, να γιατί. Η φιλοσοφία μου, καθώς βλέπεις, είναι απάνθρωπη, ας με αναθεματίσουν. Ξέρω, ξέρω, η Τέχνη έχει πλάσει εκείνους που αυτοθυσιάζονται ωραία-ωραία για να ευτυχίσει το αγαπημένο τους πρόσωπο. Φιλολογία αναίσχυντη! Ο έρωτας είναι πάθος, και το πάθος, σαν κάθε φυσική δύναμη, δεν υποχωρεί. Όταν υποχωρήσει, είναι κακό σημάδι, σημαίνει πως το συναίσθημα σταμάτησε μεσοδρομίς, στο βαθμό μιας χλιαρής θερμοκρασίας, και ζητάει ν’ αναισθητήσει με το ναρκωτικό της αυταρέσκειας. Η αυτοθυσία στον έρωτα είναι νοσηρός ναρκισσισμός.

    [Α. Τερζάκης, Δίχως Θεό (Εκδ. Εστία) - απόσπασμα || E. Munch, Vampire

     
     
  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    There is a terrible emptiness in me, an indifference that hurts.

    Περπατούσε τόσο γρήγορα, που θα έλεγες ότι έτρεχε. Έτρεχε μαζί με τα λεπτά. Ο χρόνος είχε χάσει τη δυναμική του. Να γινόταν να αντικαταστήσει αυτή τη στιγμή με την επόμενη. Και την επόμενη με μια διαφορετική. Δεν ήξερε πού πήγαινε ακριβώς…

     

    https://afroui.files.wordpress.com
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

     

    Έκανε αφόρητη ζέστη. Η Σιμόν ακούμπησε το πιάτο σ’ ένα σκαμνάκι, στήθηκε μπρος μου και με τα μάτια της καρφωμένα στα δικά μου, κάθισε χωρίς να μπορώ να τη δω κάτω από τη ποδιά και μούσκεψε τους ζεματιστούς γλουτούς της στο δροσερό γάλα. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι άρχισα να τρέμω, ενώ αυτή κοίταζε το σηκωμένο πέος μου που πίεζε από μέσα το πανταλόνι μου. Έμεινα έτσι για λίγο ασάλευτος μπροστά της. Δε κουνήθηκε από τη θέση της και για πρώτη φορά, είδα τη ροδόμαυρη σάρκα της που δροσιζότανε μες στο κάτασπρο γάλα. Καθίσαμε σ’ αυτή τη στάση πολλή ώρα κι ήμασταν κι οι δυο συγκλονισμένοι…
    Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω κι είδα το γάλα να τρέχει στα μπούτια της και να φτάνει ως τις κάλτσες. Σκουπίστηκε κανονικά μ’ ένα μαντίλι, όρθια πάνω από το κεφάλι μου, με το ‘να πόδι στο σκαμνάκι κι εγώ έτριβα μ’ όλη μου τη δύναμη τον πούτσο μου πάνω από το πανταλόνι, σφαδάζοντας από καύλα, στο πάτωμα. Έτσι φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα σ’ οργασμό χωρίς καν να ‘χουμε αγγιχτεί. Όταν όμως γύρισε η μητέρα της κι η Σιμόν χώθηκε τρυφερά στην αγκαλιά της, εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και χωρίς να με δούν, επειδή καθόμουνα σε χαμηλή πολυθρόνα, σήκωσα από πίσω την ποδιά κι έχωσα, ανάμεσα από τα καυτά της μπούτια, το χέρι μου βαθιά μες στον κώλο της.
    Γύρισα τρέχοντας σπίτι με τη λαχτάρα να τραβήξω κι άλλη μια μαλακία και τ’ άλλο βράδυ, τα μάτια μου ήτανε τόσο κομμένα, που η Σιμόν, αφού πρώτα με κοίταξε καλά-καλά, έκρυψε το πρόσωπό της στον ώμο μου κι είπε σοβαρά:
    -Δε θέλω να μαλακιστείς άλλη φορά χωρίς εμένα.

    http://popaganda.gr/sex-logotexnia/5/
     
  12. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ανθολογία Κωστή Παλαμά, Κωστής Παλαμάς

     

    Aπό τραγούδια ένα άυλο κομπολόι
    Σ’ εσέ δεν ήρθα σήμερα να δώσω.
    Με τα παιχνίδια εγώ θα σε λιγώσω
    Και με τα ξόρκια, αγάπη μου, ενός γόη

    Γυμνοί. Και σαν κισσός θα σκαρφαλώσω
    Για να φάω το κορμί σου που με τρώει.
    Του λαγκαδιού σου τη δροσάτη χλόη
    Με το χέρι θρασά θα την πυρώσω.

    Το κρασί που ξανάφτει και το γάλα
    Που κοιμίζει, θα φέρω στάλα στάλα.
    Μ’ όλο μου το κορμί, να σε ποτίσω.
    Και τα πόδια σου τ’ ασπροσκαλισμένα,
    Δυο βάζα που μου παίρνουνε τα φρένα,
    Στερνή μανία το μέλι μου θα χύσω.