Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Δεσποινίς έμπνευση

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 1 Οκτωβρίου 2015.

Tags:
  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Έχω κάτι παράθυρα

    Έχω κάτι παράθυρα
    Μέσα στα σπλάχνα μου
    Κάτι μικρούς φεγγίτες
    Τρύπες μυστικές ,
    Κάθε πρωί
    Σφυρίζω τη μουσική μου
    Ακούω όλους τούς καθημερινούς
    Συναγερμούς
    Πίνω του σώματος μου
    Το νερό
    Έτσι δεν κινδυνεύω
    Από αφυδάτωση
    Τρώω τις ίδιες μου τις σάρκες
    Και αναπτύσσομαι κανονικά.

    Μαρία Κέντρου - Αγαθοπούλου

     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor


    .
    Αυτός ο δρόμος κάποτε τελειώνει
    σ’ έναν κήπο
    ---------------------------
    μ’ αυταπάτες.
    .
    ════════════
    .
    Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου
    .
    .
    — στην τοποθεσία:
    .
    πάροδος
    .
    ----------------------
    .
    ----•✽•----
    .
    Χρονιά αντοχών η φετινή,
    μπρούντζου φινίρισμα μετά το εκμαγείο,
    δοκίμασε σκληρά την ύπαρξή μου.
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Τούτη η μέρα χάλκινη κατάδικος σε σκοτεινό ορυχείο
    δε μας κουβάλησε τίποτα καινούριο
    --------------------------------------------------εξόν
    ένα ρόδινο σύννεφο σε σχήμα ύψιλον
    ------------------------------------------------------το ηλιοβασίλεμα
    οι εργάτες το ξεπλύνανε από σκουριές και λάσπες
    .
    τότε,σαν έγνοιες τα τριζόνια αντηχήσαν
    κάποιο φώναζε οργισμένα ΠΥΡ
    ---------------------------------------------και θάνατο
    βρίσκοντας τραγικό άλλη μια μέρα
    ολόγιομο αντίκρισα ένα ασημί
    ------------------------------------------χαμόγελο.
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Όλο το αντικρινό βουνό
    το ‘σκαψε με τα χέρια —
    κομμάτια πόνου έπεφταν
    οι κοφτεροί σχιστόλιθοι με κρότο —
    έτσι που σχηματίσθηκε ένα θέατρο.
    Στην σκηνή πεσμένοι έρωτες,
    άλλοι να ψυχορραγούν
    κάποιοι σε πλήρη σήψη.
    .
    κι ανάμεσα έκανε πρόβα μια μορφή:
    «Έρως ανίκατε μάχαν».
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Σε κάθε σπίτι κι από μια κατάκοιτη λαχτάρα
    τα μάτια αδειάζει απάνω μας — γιόκα μου,την ευχή
    μου —
    .
    Κοιτώντας τη φθορά ξεμάθαμε να πλάθουμε το αύριο
    τα όνειρά μας περπατούν ξυπόλυτα στο χιόνι.
    Απωθημένο μας ένα γλυκό σαν κέρασμα χαμόγελο
    — Βρε πώς το λέγανε να δεις εκείνο το κορίτσι —
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Όταν έρθει η ώρα των απολογισμών
    σημαίνει ότι τελειώνουν τα ρίσκα
    τα ταξίδια
    τα λάθη
    τα σωστά
    οι απόπειρες
    το δε βαριέσαι
    οι αναβολές
    οι έρωτες
    αυτοί οι ανεξερεύνητοι έρωτες
    και κάπου στο βάθος
    ακούς να ακονίζουν τα τσεκούρια τους
    οι παραλείψεις.
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Οι μέρες που ζητιάνευα το χαμόγελό σου
    τέλειωσαν.
    Μαζί τους εξατμίστηκαν
    νιάτα,λαχτάρες κι άνθρωποι
    σαν βρόχινες λιμνούλες.
    .
    Ο καιρός που έβγαινα
    για μια χούφτα χαμόγελα
    σώθηκε.
    .
    Σιγά σιγά
    έμαθα ν’ αλλάζω
    τα ξέθωρα χαμόγελα
    με τα λουλούδια που φυτρώνουν
    στις λευκές βουνοπλαγιές της νύχτας.
    .
    ----••--------••--------••--------••----
    .
    ----•✽•----
    .
    Πρέπει να είμαστε γενναιόδωροι
    με όλους και με όλα
    λέω και λύνω τα πιτ μπουλ
    να βολοδέρνουν νηστικά
    στους κήπους της καρδιάς μου.
    .
    -----••--------••--------••--------••-------••-----
    .
    Επιλογές από:
    .
    Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου,Ο άστεγος της οδού Χαμογέλων,εκδ Σαιξπηρικόν,2015
    .

    Αποφώνηση:
    .
    ___________
    .
    ..και προπαντός
    ας μην αφήσουμε την αγάπη
    να συνωστίζεται με τόσα αισθήματα..
    .
    ___________
    .
    Ν.Κ.,Τα πουλιά δέλεαρ του Θεού
    .
    .

    .
    Illustrator:Toni Demuro,( 1974 — ),Visual arts & design,Sardinia — Italy

     
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Διάφανη] Της Γεωργίας Ανδρουλιδάκη

     

    Κρύβομαι,
    ξετυλίγοντας αργά το κουβάρι της λήθης,
    ακροβατώ στη γραμμή του ορίζοντα,
    παραδομένη στο άπειρο..
    Υποφέρω απ’ το φόβο της νοσταλγίας,
    σαν την παλιά αρρώστια με γυροφέρνει
    η μνήμη..
    Το παρελθόν μ’ αποποιήθηκε..
    Οι θάλασσες των παιδικών μου χρόνων,
    έχουν διαφημιστικές ομπρέλες για πανιά,
    οι βράχοι κατακτήθηκαν,
    το σπάνιο κρίνο μαράθηκε
    απ’ την πολυκοσμία..


    Μόνο το νερό αφήνω να μ’ αγγίζει,
    με νουθετεί σα μάνα,
    μ’ αναστατώνει σαν εραστής..
    Οι λέξεις δεν έχουν φτερά,
    ευτυχώς..
    Χρόνια κεντώ τη διαθήκη μου,
    τρυπώντας το χαρτί..
    Ηθελημένα καθυστερώ την αναχώρηση,
    μα η παρουσία μου γίνεται όλο και πιο διάφανη..
    Εξατμίζομαι,
    διαπλέοντας τα διάφανα νερά
    του Λυβικού πελάγους
    Αποχαιρετώ το καλοκαίρι της απουσίας σου
    ηττημένη...
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Οι Προσφορές] Του Ted Hughes


    Μόνο δύο μήνες νεκρήΚαι ήσουν εκεί, ξαφνικά κοντά μου πάλι.Στη Λέστερ Σκουέαρ επιβιβάστηκα στη Βόρεια ΓραμμήΚάθησα στη θέση μου και να ‘σαι ξανά. Κι εκείΑρχισε το όνειρο που δεν ήταν όνειρο.Σε κοίταξα κι εσύ με αγνόησες.Ο ρόλος σου στο όνειρο ήταν να με αγνοείς.Ο δικός μου ήταν να είμαι αόρατος — απελπιστικάΑνήμπορος να εκδηλωθώ.Μονάχα ένα κενό, άυλο βλέμμα. Στήριξα —Ολο το βάρος της δύσπιστης ματιάς μουΣτο πρόσωπό σου, απίστευτα αληθινό, κι όντως εκεί.Δεν άλλαξαν πολλά, αναλλοίωτα χάρη στην πίεσή μου.Τρανταζόσουν μόνο ελαφρά καθώς το βαγόνιΠροχωρούσε υπόγεια προς τον βορρά.Φαινόσουν μεγαλύτερη — ο θάνατος σε είχε γεράσει λιγάκι.Πιο χλωμή, μάλλον κιτρινωπή, όπως ήσουνΣτο νεκροτομείο, αλλ’ ασυγκίνητη.Σαν οι γραμμές που ξετυλίγονταν και το τράνταγμα της διαδρομήςΝα ‘ταν της ζωής σου η ταινία, που σου τραβούσε την προσοχή.Το βλέμμα σου, εσωτερικό, απέφευγε το δικό μου.Το καλάθι στα γόνατά σου, γεμάτο δέματα.Η τσάντα σου μ’ ένα μακρύ λουρί. Τα χέρια σουΣταυρωμένα πάνω στον σωρό. ΣτυλωμένοΤο βλέμμα μου έγειρε πάνω σου όπως ένα βλέμμα —Θα ‘γερνε το μάγουλό του σε κάποιο χέρι. Το απίθανοΣυνέχισε να μοιράζεται μαζί σου το ελαφρύ τράνταγμα.Τα βλέφαρά σου, τα χείλη σου ελαφρώς σφιγμένα, η μελαγχολία σου.

     


    Οπως στο όνειρο που επιμένει
    Απλώς στο απίθανο και διαρκεί
    Το ένα δευτερόλεπτο μετά το άλλο,
    Και γίνεται ολοένα πιο απίστευτο —
    Σαν να γύρισες αργά το πρόσωπό σου και αργά
    Να μου χαμογέλασες ανάμεσα στα μάτια, προκαλώντας με
    Εκεί, ανάμεσα στους ζωντανούς, να μιλήσω στους νεκρούς.
    Δεν φαινόταν όμως να γνωρίζεις τον ρόλο που έπαιζες.
    Κι όπως σε όνειρο, εγώ δεν αποκρίθηκα.
    Προσπάθησα μόνο να ξεχωρίσω την ανάμνηση
    Του προσώπου σου από εκείνο το καινούργιο που φορούσες.
    Αν αποβιβαζόσουν στο Τσοκ Φαρμ, είπα στον εαυτό μου,
    Θα σε ακολουθούσα σπίτι. Θα μιλούσα.
    Θα έκανα μια προσπάθεια ν’ αρπάξω
    Αυτή την προσφορά, αυτό το θλιβερό υποκατάστατο
    Που μου επιστράφηκε με τον θάνατο, που μου αποκαλύφθηκε
    Εκεί στον Υπόγειο — σίγουρα σαν να απαιτούσε
    Τον έλεγχο και την επιβεβαίωσή μου.
    Φτάσαμε στο Τσοκ Φαρμ. Εγώ σηκώθηκα. Εσύ παρέμεινες.
    Ηταν η στιγμή της δοκιμασίας.
    Σου αφαίρεσα το πρόσωπο και το έβγαλα
    Εξω, στην αποβάθρα, σ’ αυτό το όνειρο
    Που αφηγούνταν όλη τη ζωή του Λονδίνου.
    Σε παρατηρούσα καθώς απομακρυνόσουν, μεταφερόσουν μακριά
    Προς τον βορρά, πίσω στην άβυσσο
    Το αληθινό καινούργιο πρόσωπό σου αμετάβλητο, φωτεινό, ανυποψίαστο,
    Ορατό για ακόμη κάμποσα δευτερόλεπτα, κι έπειτα χάθηκε
    Αφήνοντάς μου το αρχικό κενό
    Εκεί όπου ήσουν εσύ πριν, και ξαφνικά δεν ήσουν.
    Ολα όμως προσφέρονται τρεις φορές.
    Και ξαφνικά καθόσουν στο δικό σου σπίτι.
    Νέα όπως παλιά, ανέγγιχτη από τον θάνατο. Σαν
    Παραίσθηση — που δεν πρέπει να σβήσει από το βλέμμα.
    Μια εικόνα οδυνηρή — παραμορφωτική στον αμφιβληστροειδή μου.
    Μάλλον δεν ήξερες πως ήσουν εσύ η ίδια.
    Δανείστηκες μέχρι και τ’ όνομα της παλαιότερης αντιπάλου σου —
    Σαν να ‘ταν το πιο εύκαιρο. Κι όμως ήσουν
    Τόσο εσύ, που τα ημισφαίρια του εγκεφάλου μου
    Φάνηκε να σταματούν προσωρινά να λειτουργούν
    Αναγνωρίζοντας εσένα και συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα πως εσύ
    Δεν ήσουν πραγματικά εσύ. Βλέποντάς εσένα, κι όμως
    Τόσο θρασύτατα συνέχιζες να είσαι μια άλλη.
    Είχες κρατήσει ακόμη και τα γενέθλιά σου — ακριβής
    Σαν ένα βέλος στη μη πιθανότητα.
    Και ζούσες μόλις δύο μίλια απ’ όπου είχαμε ζήσει μαζί.
    Αλλα πνεύματα συνωμοτούσαν σαν ομάδα υποστήριξης
    Για να σου δώσουν καινούργιους γονείς, καινούργιον αδελφό.
    Με φλέρταρες και πάλι — διακριτικά.

     

    Ανάσαινα έναν περίεργο αέρα — το υγραέριο
    Του κάτω κόσμου, όπου τόσο εύκολα κατήλθες
    Για ν’ αποκτήσεις τη νέα σου οντότητα. Μου περιέγραψες
    Το όνειρο της ρομαντικής ζωής σου, που είχε διαρκέσει
    Σε όλο τον γάμο μας, εκεί στο Παρίσι — σαν να μην
    Είχες επιστρέψει ποτέ έως στιγμής.
    Ο θάνατος σού είχε στερήσει το ταλέντο. Ή ίσως
    Το είχε μετατρέψει σε κάτι πιο ήρεμο —
    Μια σιωπηλή άγρια λαχτάρα, μια πνιγμένη
    Αγριότητα της λαχτάρας σε μάτια
    Τόσο παράξενα, απαράλλαχτα. Πάλεψα για λίγο
    Στη διττή νεκροζώντανη ύπαρξή μου.
    Σκέφτηκα: «Είναι σύμπτωση — μια απλή
    Αδράνεια της ορμής της ζωής μου, που προσπαθεί
    Να κρατήσει τα πράγματα, όπως ήταν, λες και η παράσταση
    Πρέπει να συνεχιστεί με κάθε κόστος, με τις ίδιες μάσκες, τους ίδιους ρόλους,
    Ανεξαρτήτως ηθοποιών». Με κομμένη την ανάσα
    Στον πυθμένα του Ρήνου, σχεδόν αναίσθητος,
    Νωχελικά σαν κάποιος που πνίγεται
    Απελευθερώθηκα.
    Το ευγενικό τελεσίγραφό σου χαλάρωσε τη λαβή του.
    Πιστή στο απόκοσμο χιούμορ, αμέσως
    Μου έστειλες μια όμορφη κάρτα από τη Χονολουλού.
    Κατόπιν, ένα ενθύμιο από το υπερπέραν,
    Κάθε χρόνο μια κάρτα από τη Χονολουλού.
    Φαίνεται πως κατάφερες την επιστροφή σου στους ζωντανούς
    Αφήνοντας εμένα ως ενέχυρο, έναν όμηρο παρατημένο
    Στη χώρα των νεκρών.
    Ολοένα και λιγότερο
    Σκεφτόμουν να δραπετεύσω.
    Ακόμη και στα όνειρά μου, το σπίτι μας έστεκε ερειπωμένο.
    Ξαφνικά, όμως –την τρίτη φορά– ήσουν εκεί.
    Νεότερη απ’ όσο σε γνώρισα εγώ. Εσύ
    Σαν φτιαγμένη από την αρχή, μισή άγρια ελαφίνα, μισή
    Ενα αψεγάδιαστο πλάσμα, ανεκτίμητο, πολύπλευρο
    Οπως ένα κυανό πετράδι. Ηρθες πίσω μου
    (Ενώ ήμουν ανυπεράσπιστος, καθώς δοκίμαζα
    Βυθίζοντας το ένα μου πόδι στο τρεχούμενο νερό του μπάνιου)
    Και μίλησες — αυστηρά όπως μια φωνή οικεία
    Σε ξυπνάει μιλώντας πάνω από τη βουή του ποταμού, επιτακτικά,
    Κοντινά: «Αυτή είναι η τελευταία. Αυτή εδώ. Αυτή τη φορά
    Μην με απογοητεύσεις».

     
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ω ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα~
    Μου λες και πεθαίνουμε στο γέλιο Και μη έχοντας πιο κάτου άλλο Σκαλί
    Να κατρακυλήσεις πιο βαθιά στου Κακού τη σκάλα,
    Για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί
    Θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!
    Τα φτερά,
    Τα φτερά τα πρωτινά σου, τα μεγάλα! Μου λες κι ανεβαίνουμε την Ερμού
    και σχεδόν, σχεδόν για μια στιγμή παίρνω τα πάνω μου.
    Μ’ αμέσως κάτι γίνεται,
    χάνω την αριστερή σφιγμένη μου πυγμή
    μέσα σε υγρή κοιλότητα που με λιγώνει.
    Κοιτώ και βλέπω τη γροθιά μου βυθισμένη ως τον καρπό
    στο στόμα μαύρου σκύλου αδέσποτου, Ερμού και Νίκης.
    Σε ακολούθησα, με το βρεγμένο χέρι μου, και δε γελούσα άλλο. Όλες οι χάντρες απ’ το σάλιο του λάμψανε στο φως του περιπτέρου.


    [*Κατερίνα Χανδρινού]

     
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Γεύμα Με Τον Αρχιεπίσκοπο] Του Αντώνη Αντωνάκου

    Ο Μεγαλειότατος μας προσκαλεί σε γεύμα εις την μονή Αγκαθοπών.
    Ένα υπέροχο γαλήνιο γυναικείο μοναστήρι όπου ακούς το σφυγμό
    του θεού να χτυπάει πιο δυνατά. Βρισκόμαστε στην μεγάλη αίθουσα
    φαγητού, καλόγριες από όλη την επικράτεια. Το κοινόβιό μας απολαμ-
    βάνει ένα δελεαστικό μενού που περιέχει αχινοσαλάτα, καρπάτσιο
    λαβράκι, τραγανό μπαρμπούνι πάνω σε μους καπνιστής μελιτζάνας,
    αλλά και χριστόψαρο σε μους σελινόριζας. Και για επιδόρπιο σερβίρεται
    παρφέ μασκαρπόνε πάνω σε μπισκότο λεμόνι και κρέμα με φρούτα του
    πάθους. Στα μισά του επιδορπίου ο αρχιεπίσκοπος σηκώνεται και μας
    απευθύνει ένα συγκινητικό λόγο. Με αγάπη μας μιλά για τα παιδιά της
    Αφρικής και τους μετανάστες που πνίγονται στο Αιγαίο. Μας λέει πως
    πρέπει να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί.


    Να σχεδιάσουμε μια πιο τολμηρήεκστρατεία ελεημοσύνης για να
    βοηθήσουμε του συνανθρώπους μας που πεινάνε.

    Κάτι που θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο την παρουσία μας
    σ’ αυτή τη χώρα. Ο αρχιεπίσκοπος υπογραμμίζει το μεγαλείο της δικής
    μας συνεισφοράς αναμένοντας προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση.

    Κάθεται έπειτα και τελειώνει το παρφέ μασκαρπόνε πάνω σε μπισκότο
    λεμόνι και κρέμα με φρούτα του πάθους, αγναντεύοντας με ιερή
    συγκατάβαση όλες εμάς, τις μεγαλόσχημες ερωμένες του Ιησού, που
    γευματίζουμε σιωπηλές, ενδεδυμένες το ασίγαστο αιμοβόρο σκότος
    της παρθενίας.


     
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Tango] Του Κωνσταντίνου Τσαούση

     

    Πνίγομαι. Χορός. Τα χέρια σου γύρω μου. Ασφυκτιώ. Σε σπρώχνω, χάνομαι. Το δέρμα μου ζεσταίνεται, αιμοφόρα αγγεία συστέλλονται σαν για να σπάσουν σε μια ύστατη προσπάθεια να κυλήσει το αίμα. Τι ώρα είναι; Ποια φωτιά σου με καίει; Δεν ξέρω και δεν με αφορά. Το στόμα σου δύσοσμο. Όχι. Στόμα ευωδιαστό. Με σπρώχνεις, χορεύω. Παλεύεις τυλίγοντας τα πόδια, επιτίθεσαι σαν ζώο ή ταυρομάχος. Αντικρούω, προσποιούμαι. Η εκδίκησή σου παίζεται στην ορμή. Μια προσπάθεια. Μια τόση δα προσπάθεια για να σε ηρεμήσω. Αλλά εσύ γελάς. Χορεύεις και παλεύω.

    Γνωρίζεις ότι αυτό που γεννιέται στα σωθικά είναι που κάνει το σώμα μου να συστρέφεται. Γοητεύεσαι, αδημονείς. Αυτή εδώ η συστροφή είναι γνώριμη. Τη δημιούργησα για να σου αρέσει. Αρέσκεσαι να νομίζεις ότι τη δημιούργησες εσύ, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Ζώο η ταυρομάχος; Ένας από μας είναι πιο δυνατός. Όλα σταματούν για μια στιγμή. Γλιστράς στον καβάλο μου σαν η ζωή σου να μου αφήνεται. Το κάνεις ενώ γνωρίζω ότι το σώμα μου σε απωθεί. Ότι η βία μου σου θυμίζει πως δεν έχεις δικαίωμα να ζητάς κάτι από μένα. Γλιστράς στον καβάλο μου κι όμως παλεύεις να με κάνεις να σταματήσω. Ή μήπως να σταματήσω να είμαι το σώμα στο οποίο εσύ γλιστράς ικετεύοντας. Χαμογελάς. Χαμογελάς. Βγαίνεις στην επίθεση, κάνεις ένα βήμα πίσω σαν για να με κρίνεις. Και χορεύουμε έτσι. Σ’ αυτό το ημίφως όπου ανήκουμε. Το να ανήκουμε κάπου είναι η μεγαλύτερη πρόκληση. Γιατί απ’ αυτό έρχεται και η δική μας παιδική ένωση. Όμως ο χορός διασπά τον κλειστό κύκλο. Χαμογελώ και παλεύω. Παλεύεις και σταματώ. Χαμογελάς.

    Αυτή η ξέφρενη βία μ’ ερωτεύεται. Δεν τη θέλω, εκείνη έρχεται σε μένα. Με σπρώχνεις, δεν ανταποδίδω – κερδίζω χρόνο, προσποιούμαι. Ποιος είναι ο πιο δυνατός; Έχεις ερωτευτεί αυτή τη βία, παραδέξου το. Δεν θα σε σπρώξω. Εγώ θα χορεύω. Ταυρομάχος με ταυρομάχο. Τα δόντια σφιγμένα, τα βλέμματα έξω.

    Ψεύτικα λες. Πέτρινα λέω. Με λέξεις κάνεις την πέτρα μειδίαμα. Κι εγώ λυγίζω.

    Λυγίζω. Σ’ αυτό το ημίφως που μας ενώνει, σ’ αυτόν τον χορό που μας ρίχνει σ’ εναλλασσόμενους ρόλους ζώου και ταυρομάχου, εγώ αφήνω τη σκέψη μου τόσο κενή όσο χρειάζεται για να γεμίσει από εσένα. Περιμένω. Νιώθεις τα σωθικά μου που καίγονται; Συστρέφεσαι σε μια συστροφή που εμείς δημιουργήσαμε για να μπορούμε να παλεύουμε χορεύοντας – ζώο με ζώο, κύριος με δούλο, ταυρομάχος με ταυρομάχο, ενώ το μόνο που πραγματικά περιμένω από σένα είναι να σταθείς μια στιγμή, καθώς το πάτωμα θα διατρέχει η στιγμιαία παύση της μουσικής, και να μου πεις, να μου δείξεις, να γράψεις στον αέρα: Κανείς μας δεν είναι πιο δυνατός, κανείς δεν μας ανήκει: κανείς δεν ανήκει σε κανέναν. Έλα να χορέψουμε απ’ την αρχή.



    artworks : Julie Cockburn

    [από το τρίπτυχο σεμινάριο λογοτεχνικής γραφής του Δημήτρη Τανούδη:
    «shortstory: ένα σύμπαν σε συστολή» | «η γραφή ως στιγμή» | «προς ένα νέο τραγικό»
    (Χειμώνας 2012 – Καλοκαίρι 2013)]
     
  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Συνάξεις] Του Γρηγόρη Σακαλή

     


    Είχα πει δεν θα ξαναπάω
    σε υποκριτικές συνάξεις.
    Μα να ‘μαι πάλι εδώ
    μπροστά-μπροστά
    στις πρώτες θέσεις.
    Λόγια, κούφια λόγια
    αμετροέπεια.
    Τι διάολο κάνω εδώ πέρα,
    βλαστήμησα τον εαυτό μου,
    εδώ αποθεώνουν κάποιους
    που δεν το αξίζουν
    έτσι κι αλλιώς
    κανείς δεν αξίζει την αποθέωση
    έτσι κι αλλιώς
    όλοι είμαστε μικροί
    έξω έβρεχε ασταμάτητα
    κλαίει κι ο Θεός, σκέφτηκα
    κι έδωσα όρκο
    να ‘ναι η τελευταία φορά.


     
     
  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ

    Φεύγεις την ώρα ακριβώς που σε σκέφτομαι.
    Αφήνεις πίσω το λιγοστό άρωμα
    της μνήμης σου
    και τα δεσμά του μυαλού και του πόθου μου.
    Φεύγεις, άρα υπάρχεις.
    Eρχεσαι, όταν ζητάς να με υποτάξεις,
    να παίξεις ανασύροντας τη φωνή μου
    από τα έγκατα του ασύλληπτου. Ερχεσαι,
    άρα σου ανήκω.
    Ετσι φτιάχτηκε ο κόσμος για μας.
    Αφηνέ με ν' αγγίζω την αύρα σου έστω,
    την άκρη απ' τη σκιά σου έστω,
    τη θέρμη στο μέρος που ακουμπούσες το χαρτί.
    Υστερα κοίταζέ με
    να σου αφήνω λέξεις πάνω στο σεντόνι.
    να γίνομαι ποτάμι από σιωπές.
    Γερνάμε μαζί αλλά
    θα πεθάνω μόνο εγώ,
    αγάπη μου.


     
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  12. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Το σώμα διψά / το σώμα εντός του σώματος διψά / πόροι ανοιχτοί νεφελώματα χύνονται / το σώμα διψά / για τον χαζό μαγνήτη που μας έλκει / το σπασμένο χώμα στα στόματα / την διαστολή του φυτού που αναρριχάται στις πτυχές του δέρματος / εντός του σώματος μου / την διαδρομή των αποδημητικών / για την χαμένη γη της αγάπης / φωνές του κάτω δώματος / την παγγαία κάτω από τα σεντόνια που ουρλιάζει / την υγρή ροή του ονείρου / μας χτυπά το παράθυρο σε βαρετά γραφεία / σε άδειους πυκνούς δρόμους / το σώμα διψά / κάθε στιγμή / το σώμα εκτός του σώματος / μας τραβά στο άγριο στομάχι του / το σώμα / το σώμα / διψάω.

    Κλειτώ, γραμματοlego 2015-2086