Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Κομμάτια μιας ζωής

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος _DaRkNiGhT_, στις 11 Σεπτεμβρίου 2014.

  1. _DaRkNiGhT_

    _DaRkNiGhT_ femdom art

    (κάποτε θα τα μαζέψω όλα μαζί και θα τα δημοσιεύσω.......)


    Τον πλησιασα και παλι και του εδωσα ενα φιλι στο μαγουλο για καλη νυχτα, το βλεμμα του ηταν στο πατωμα στη κυριολεξια, του ψιθυρησα στο αυτι την ωρα, θα του επετρεπα μονο μια κουβεντα, κι εκεινος διαλλεξε την καταλληλη..


    μου ψιθυρισε στο αυτι,


    ‘’θα γονατιζα για Εσας..’’


    Του χαμογελασα και χαθηκα στο πληθος..


    Η αληθεια βεβαια ειναι οτι δεν ειπε αυτο, αλλα ακριβως αυτο ηθελε να πει λεγοντας μου, θα ερθω.


    Αφησα την αιθουσα και κατευθυνθηκα προς τον χωρο υποδοχης πηρα το πανωφορι μου και βγηκα εξω, αυτη τη φορα επελεξα να περπατησω μεχρι το ξενοδοχειο, ηταν ησυχα, σκοτεινα, Δεν με πειραζει το σκοταδι. Νομιζω οτι μου αρεσει αρκετα, γιατι μια αισθηση σου μειωνεται, αλλα οι υπολοιπες γινονται πιο δυνατες, μπορω να ακουω τους ηχους της φυσης, τα βηματα των ανθρωπων, ακομα και αυτα τα μικρα χρατσαρισματα του παγου καθως σπαει απο το πατημα των τακουνιων, οι ηχοι με ταξιδευουν παντου. Δεν ξερω αν ειναι καταρα ή χαρισμα αυτο, αλλα για εμενα καθε ανθρωπος εχει τον ηχο του, οπως και τα πραγματα. Ενα φα , ενα λα. Όμως για αυτα θα σας μιλησω αργοτερα.


    Εφθασα στο ξενοδοχειο, λιγο πριν μπω μεσα, εσβησα το τσιγγαρο στον παγο και το πεταξα στον καδο. Η τελευταια ρουφηξια, εκλεισα τα ματια μου και τον φανταστηκα, τον ακουγα ηταν τοσο σολ. Το σολ ειναι ο πιο ερωτικος ηχος που υπαρχει, σχεδον τον ενιωσα κοντα μου, την ανασα του, τον τροπο που κοιταει, τον ηξερα τοσο λιγο, ομως με ευχαριστουσε τοσο πολυ να τον ακουω. Οι ανθρωποι γυρω μου βγαζουν ηχους. Εντονους ηχους, που πολλες φορες γινονται ενοχλητικοι, ομως εκεινος ηταν ιδιαιτερα ευχαριστως. Θελω συντομα να τον ξαναδω, μπηκα στο δωματιο, αφησα τα ρουχα μου να πεφτουν απο το κορμι μου, πηγα στο μπανιο, αφησα το ζεστο νερο να κυλησει πανω μου, με αναζωογονουσε, πηγα στο κρεβατι, δεν αργησα να κοιμηθω, σκεπαστηκα πολυ. Το δωματιο ειναι αρκετα ζεστο κι εγω αποψε ενιωσα την αναγκη να κοιμηθω γυμνη, με την κουρτινα μισανοιχτη να κοιταω την χιονισμενη κορυφη του βουνου..



    Ξυπνησα το πρωι, αρκετα νωρις ηταν. Εκανα ενα μπανακι στα γρηγορα. Ειχα κομπλαρει δεν ηξερα τι να φορεσω. Τελικα κατεληξα στο τζην μου, με δερματινα μποτακια μεχρι τον αστραγαλο. Ζιβαγκο μαυρη και το μπλεηζερ μου. Εφυγα απο το σπιτι στις 9. Ναι αυτη την φορα θυμηθηκα να χτενισω τα μαλλια μου, εβαλα και πυλο. Εξελισσομαι σιγα σιγα. Μου ειχε ζητησει στις 10 να την περιμενω στο λομπυ του ξενοδοχειου. Ειχα φθασει μιση ωρα νωριτερα, πηρα εναν καφε και την περιμενα. Το ξενοδοχειο αυτο ειναι πολυ ομορφο. Εδω εμεινα την πρωτη φορα που ηρθα εδω. Εχει πολυ ωραια δωματια με ξυλινη κλασσικη διακοσμηση. Το θεωρω το πιο ομορφο ξενοδοχειο του χωριου.


    Την ειδα που κατεβαινε τις σκαλες, το πρωι ειναι ακομα πιο ομορφη.. Φορουσε λευκο μπουφαν με κουκουλα και απο κατω εβλεπα οτι ειχε βαλει ενα μαυρο κολλαν με μια κοντη φουστιτσα. Οι μποτες της ηταν ουγκς, κρουγκς, καπως ετσι. Η ποικιλια των γυναικιων ρουχων ειναι πραγματικα αστειρευτη. Πλησιασε προς το μερος μου, με χαιρετησε με ενα υπεροχο χαμογελο και ξεκινησαμε..




    Ηταν ακριβως στην ωρα του, αυτο ειναι μια πολυ καλη αρχη. Ηταν παλι ντυμενος σαν το παιδακι που ειχα δει στο συνεδριο. Απλως, οταν ερθει η στιγμη ολα αυτα θα αλλαξουν, ας μην βιαζομαι σκεφτηκα. Πλησιασα προς το μερος του και βγηκαμε προς τα εξω, ηταν ευγενικος, πολυ ευγενικος. Μου ανοιξε αμεσως την πορτα. Το Γκετινγκεν ειναι πραγματικα ενα πολυ ωραιο χωριο.



    Ήμουν πολύ ντροπαλός σήμερα, σκεφτόμουν αυτό που της ξεστόμισα εχθές, τι ντροπή!! Πώς τόλμησα να της πω κάτι τέτοιο, η δεύτερη όμως φωνή του υποσυνείδητου μου επικροτούσε σθεναρά αυτή την παράτολμη έκφραση μου. Περπατήσαμε σε όλο το χωριό, πήγαμε προς το πανεπιστήμιο.


    Το πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν είναι ένα από τα κύρια ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Γερμανία και στον κόσμο το πλήρες όνομα του, ‘’Georg-August-Universität Göttingen’’ προς τιμήν του ιδρυτή του Γεώργιου-Αυγουστίνου Β’ βασιλιά της Μεγάλης Βρετανίας, ιδρύθηκε το 1737 και σε αντίθεση με το πνεύμα του Διαφωτισμού εγκατέλειψε την υπεροχή της θεολογίας και τέτοιου τύπου σχολών και καθιερώθηκε επί ίσοις όροις ως κέντρο καινοτομίας και ανάπτυξης των θετικών επιστημών. Μέχρι το 1933 θεωρούνταν ως το κέντρο του μαθηματικού κόσμου, ομως η έλευση των Ναζί οι οποίοι εκδίωξαν τους καθηγητές τους, μεταξύ των οποίων αρκετοί ήταν κάτοχοι του βραβείου Νόμπελ. Μετά το πέρας του πολέμου το Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν ανέκτησε τα ηνία στον τομέα της διδασκαλίας και σήμερα θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα, με περιπου εικοσιπέντε χιλιάδες σπουδαστές δύναμη, προσφέρει εξαιρετικές εγκαταστάσεις και καινοτόμα προγράμματα για την μελέτη των φυσικών και βιολογικών.



    ‘’Το Γκέτινγκεν μου ειναι ο παράδεισος που ψάχνει κάθε ερευνητής για να ζεί’’


    Αυτή η τελευταία του έκφραση, με γέμισε με πολλά Μι χαράς, ο τρόπος που περιέγραφε το μέρος, την έρευνα, το πανεπιστήμιο, σαν ένα μικρό παιδί που μόλις έχει πάρει το αγαπημένο του παιχνίδι, η ζωντάνια στα μάτια του, χαμογελούσε και το χαμόγελο του με γέμιζε με χαρά. Έπιασα το χέρι του ενώ συνεχίζαμε να περπατάμε προς την πλατεία του χωριού, είχαμε βγάλει και οι δυό μας τα γάντια μας και παρ’όλο το κρύο, ένιωσα το χέρι του να ιδρώνει καθώς το κράταγα σφιχτά μέσα στο δικό μου, η παλάμη του ίδρωνε και η καρδιά του, σχεδόν με τράνταζε.


    Δεν περίμενα να με κρατήσει από το χέρι, άρχισα να αγχώνομαι πάρα πολύ, όμως ο ενθουσιασμός μου για την επιστήμη είχε στιγμιαία υπερκεράσει κάθε δισταγμό μου, εκείνη με άκουγε με προσοχή και χαμογελούσε, μα πόσο λευκό είναι αυτό το χαμόγελο της πόσο όμορφη είναι όταν μου χαμογελάει έχει έναν τρόπο να με κάνει να γεμίζω ενθουσιασμό.


    Διάλλεξα εγώ το μέρος που θα πηγαίναμε για φαγητό, ένα πολύ παραδοσιακό εστιατόριο με ζεστή ατμόσφαιρα και κρασί, το προτιμούσα σχεδόν πολύ συχνά, όχι μόνο γιατί είναι κοντά στο σπίτι μου, αλλά γιατί τα χρώματα των ανθρώπων του είναι τόσο ζωντανά, το χρώμα του σεφ, είναι γαλάζιο, το γαλάζιο είναι το αγαπημένο μου χρώμα, είναι το χρώμα της ηρεμίας και της βαθειάς πηγάζουσας δύναμης, δεν ξέρω το πώς αλλά οι άνθρωποι έχουν ο κάθ’ένας τα χρώματα του και αυτά δεν κάνουν ποτέ λάθος. Δεν το έχω ψάξει ποτέ, αλλά αυτά τα χρώματα είναι ίσως το ένστικτο μου, είναι ο τρόπος για να παρατηρώ και να μαθαίνω τους ανθρώπους, όταν αυτά δημιουργούν με τον δικό τους καμβά τότε κι εγώ είμαι έτοιμος και σίγουρος να προχωρήσω. Παραγγείλαμε όμορφα εδέσματα και συζητήσαμε για εμάς.


    Τι υπέροχο μαγαζί διάλλεξε!!! Συνέχισε να με εκπλήσσει, είχε ανθρώπους με απαλή μουσική, σαν να ζούσα μέσα σε μια μελωδία του Σοπέν, το χαμόγελο τους, το χαμόγελο τους ήταν αληθινό και αυτή η αίσθηση παλαιότητας που άφηνε η διακόσμηση του σπιτιού με άφηνε να αφαιρούμε μέσα στις ανάσες του μικρού μου, τα λόγια δεν είχαν τόση σημασία πια, μόνο ο τρόπος που κοιταζόμασταν στους καθρέφτες των ψυχών μας, τα μάτια μας. Δεν μπορούσα να διανοηθώ πώς γίνονταν να ερωτεύομαι κάποιον τόσο εύκολα, τόσο γρήγορα. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να σταματήσει αυτό που ζούσαμε, τώρα. Μου πρότεινε να μου σερβίρει άλλο ένα ποτήρι κρασί, είχα ήδη πιεί τρία, όμως δεν του έφερνα αντίσταση, η ατμόσφαιρα ήταν τόσο ιδιαίτερη.



    Μου μίλησε για εκείνη για τις σπουδές της στην ιατρική και το ερευνητικό της πεδίο, για την Σουηδία, εκεί μένει εργάζεται σε έναν αντίστοιχο ερευνητικό παράδεισο και είναι τόσο μα τόσο ευχαριστημένη με αυτό που κάνει, αν και οι δύο συμφωνήσαμε ότι το ερευνητικό μας έργο δεν μας επιτρέπει να έχουμε υπόλοιπη ζωή, όλα τα άλλα είναι τόσο συμπιεσμένα που πολλές φορές οι ίδιοι αναγκαζόμαστε να τα συμπηκνώνουμε ακόμη περισσότερο για την ανάγκη της επιστήμης μας. Τα μάτια και των δυό μας γυάλιζαν.




    Φύγαμε από το μαγαζί, κρατιόμασταν και πάλι χεράκι, μόνο που αυτή την φορά τα χέρια μου δεν ήταν ιδρωμένα, την κρατούσα σφιχτά το ίδιο κι εκείνη, αυτό το αίσθημα της ζεστασιάς της. Της ζήτησα να την συνοδεύσω μέχρι το ξενοδοχείο της.





    ‘’Θα ήθελα να δώ το μέρος που ζείς’’


    Ήταν η πρόταση μου που σχεδόν τον έκανε να τραβήξει το χέρι του από την παλάμη μου, δεν τον άφησα, έβαλα και το άλλο μου χέρι πάνω από το δικό του κι έγειρα το κορμί μου πάνω στο δικό μου, έτρεμε ολόκληρος καθώς περπατούσαμε. Του χαμογελούσα μέχρι που φθάσαμε.


    Η αγωνία μου είχε κορυφωθεί, η αλήθεια είναι ότι είχα πιο μεγάλο άγχος για την ακαταστασία στο δωμάτιο που ήταν το γραφείο μου, θα προσπαθούσα να το αποφύγω. Περάσαμε μέσα από τον κήπο, εδώ της εξήγησα ό,τι την άνοιξη υπάρχει το γκαζόν που τώρα ο χιονιάς το έχει καλύψει και ουσιαστικά το έχει καταστρέψει, ανοίξαμε την κεντρική πόρτα και την καλώς όρισα στο σπίτι μου.


    Μπήκα με το δεξί πόδι, του έκανα ποδαρικό, το παρατήρησε και γελάσαμε μαζί, το σπίτι του ήταν μια τριώροφη μεζονέτα, με το ξύλινο πάτωμα να δεσπόζει παντού, πράγμα πολύ συνηθισμένο εδώ στην Γερμανία, είχε μια ζεστή ατμόσφαιρα, ήταν βέβαια αρκετά γυμνό, αρκετά εργένικο, μου φαίνονταν σαν ένα σπίτι που οι ένοικοι του μόλις μετακόμισαν, ανεβήκαμε στον δεύτερο όροφο, παρατήρησα ό,τι είχε στρωμένα χαλιά στο πάτωμα, δεν ξέρω το πώς τα είχε καταφέρει, αλλά είχε άρωμα από Ελλάδα, στην σύνθεση του σαλονιού κάτω από την τηλεόραση είχε σεμεδάκι, μου εξήγησε ότι ήταν της μητέρας του και παρ’όλο που δεν του αρέσουν καθόλου, σχεδόν τα μισεί της έκανε το χατήρι. Ήταν πολύ αστείο, συνάμα νοσταλγικό, για εμάς τους ανθρώπους που ζούμε μακρυά από την πατρίδα μας. Ήθελα να δω το γραφείο του, τον χώρο που εργάζεται. Ήταν διστακτικός, πολύ διστακτικός.


    ‘‘Μήπως να το αφήσουμε για την επόμενη φορά’’ της είπα γεμάτος δισταγμός

    ‘‘Γιατί;’’ με ρώτησε

    ‘‘Είναι κάπως ασυμμάζευτα’’ και πήρα μια βαθεία ανάσα.



    Γέλασε μαζί μου, είπε πως δεν πειράζει με κράτησε από το χέρι και περίμενε να την οδηγήσω σε αυτό, όπως κι έκανα. Άνοιξα την πόρτα και είδα το βλέμμα της, γέλασε λίγο, της γέλασα κι εγώ, άφησε το χέρι μου και ξεχύθηκε μέσα στο δωμάτιο μου, παρατηρώντας σχεδόν τα πάντα, χωρίς όμως να αγγίζει τίποτα, ευγενική και διακριτική σκέφτηκα, απλά εξαιρετική διαπίστωσα.



    Το δωμάτιο του γραφείου του ήταν χάλια πραγματικά, απορώ πως κατάφερνε κι έβγαζε άκρη εκεί μέσα, ήταν πεντακάθαρο βέβαια, αλλά τρομερά ακατάστατο, όπως μου εξήγησε αυτή η επιτεδευμένη ακαταστασία του επιτρέπει να οργανώνει τον εγκέφαλο του και να επικεντρώνεται στον στόχο του. Ακόμα και σήμερα, είναι ακριβώς το ίδιο ακατάστατος ο μικρός μου.




    Μέσα σε όλη αυτή την ακαταστασία τον τράβηξα κοντά μου, άγγιξα τα μαλλιά του, με τον μέσο μου έσπρωξα την μπούκλα από το μέτωπο του, κλείσαμε μαζί τα μάτια μας και πλησιάσαμε σε απόσταση αναπνοής ο ένας από τον άλλον πριν νιώσω για πρώτη φορά το άγγιγμα απο τα χείλη του, δεν κουνι[ονταν καθόλου σαν να είχε παγώσει, καθώς φιλούσα απαλά και σιγά τα χείλη του, προσπάθησε να με αγκαλιάσει αλλά τα χέρια μου κρατησαν τα δικά του κολλημένα πάνω στο σώμα του, ανοίξαμε λίγο παραπάνω τα στόματα μας και η γλώσσα μου άρχισε να εξερευνεί το δικό του στόμα. Οι γλώσσες μας ενώθηκαν, άφησα τα χέρια του ελεύθερα, ενώ τα δικά μου τυλίχτηκαν γύρω από τον λαιμό του. Ένιωσα τα χέρια του, να τυλίγονται μέσα στα μαλλιά μου και διστακτικά άρχισε να χαιδεύει το κεφάλι μου, τον ένιωθα, τον ήθελα και αυτή την στιγμή δεν τον διεκδικούσα απλά, αλλά τον έπαιρνα. Δεν ξέρω πώς, αλλά οδηγηθήκαμε γρήγορα στην κρεββατοκάμαρα του, έβγαζα τα ρούχα του ενώ εκείνος αφαιρούσε απαλά τα δικά μου, έδειχνε ότι δεν βιάζονταν, η αλήθεια είναι ότι είχε γίνει κόκκινος σαν παντζάρι καθώς ένιωθε την ανάσα μου πάνω του, τον πήρα από το χεράκι και μπήκαμε μέσα από τα σκεπάσματα.



    Γυμνοι και οι δύο κάτω από τις κουβέρτες, δεν ήξερα τον τρόπο που βρεθήκαμε εδώ, αλλά τώρα δεν ήταν ο χρόνος για να συνειδητοποιήσω τι μας είχε συμβεί, τα χέρια μου είχαν ιδρώσει πάλι, ντρεπόμουν αρκετά, αλλά το κορμί μου με ωθούσε κοντά της, αισθάνθηκα λες και ήταν η πρώτη φορά, πραγματικά δεν ήξερα τι να κάνω.



    Είχε χαθεί πραγματικά και όμως αυτή η υποτακτικότητα του εμένα με ευχαριστούσε ακόμα και τώρα, τον πήρα από το χέρι στην κυριολεξία, τον οδήγησα να γονατίσει στην μέση του κρεβατιού, ακολουθούσε κάθε μικρή μου προσταγή, ο κορμός του όρθιος, τα μάτια του κλειστά , τα χέρια του πάνω στα γόνατα του με τις παλάμες ανοιχτές προς τα έξω , άρχισα να τον ακουμπάω απαλά. Ήμουν από πίσω του και τα δάκτυλα μου αφήνονταν απαλά να ταξιδέψουν κατά μήκος της πλάτης του, σε κάθε άγγιγμα του, το κορμί του ένιωθα να ηλεκτρίζεται, αυτή η αίσθηση της παράδοσης του με γέμιζε με στοργή για τον μικρό μου. Άφηνα τα μαλλιά μου να ξεχύνονται στο κορμί του, τα χέρια μου τον αγκάλιαζαν, ήμουν από πίσω του και τα χέρια μου έπιαναν τα στήθη του, ενώ οι δικές μου ρώγες πιέζονταν στην πλάτη του, ακούγοντας τον να βαριανασαίνει. Η γλώσσα μου άρχιζε το δικό της ταξίδι, πίσω από το αυτί του, στον λαιμό του στην πλάτη του. Πήγα μπροστά του, γονατιστή κι εγώ στην ίδια στάση με αυτόν.


    Μου επέτρεψε να ανοίξω τα μάτια μου, κι εκείνη γονατιστή, πανέμορφη, πήρε τα χέρια μου και τα τοποθέτησε πάνω στα στήθη της, τα μεγάλα στήθη της, οι παλάμες μου την άγγιζαν, στο πρώτο άγγιγμα ήρθε το πρώτο της βογγητο, αυτή τη φορά τα κορμιά μας ανατρίχιασαν ταυτόχρονα. Ένιωθα το πόσο ζεστή ήταν, αρχίσαμε φιλιόμαστε πάλι, ξάπλωσε ανάσκελα, έπαιζα το λαιμό της, λατρεύω να φιλάω τον λαιμό της, απο την πρώτη φορά που τον φίλησα. Ήμουν από πάνω της, αλλά τον έλεγχο τον είχε εκείνη, την φιλούσα και την έγλυφα ανάμεσα στα στήθη της, κατέβαινα πιο κάτω, ακούμπησα ανεπαίσθητα τον αφαλό της, τραβήχτηκε σαν να την ενόχλησε.



    ‘‘συγνώμη’’

    .......................................