Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μήτσος ή τα βάσανα της ψωλής

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Humour' που ξεκίνησε από το μέλος no_Taboo, στις 22 Φεβρουαρίου 2018.

  1. no_Taboo

    no_Taboo Αείκαυλος

    Παρακαλώ, δώστε σημασία στην εισαγωγή, ώστε να σας γίνει πιο κατανοητό το κείμενο που ακολουθεί. Πρόκειται για προϊόν μυθοπλασίας ως συνολικό λογοτέχνημα, όμως, όπως έγραψε κι ο Σαίξπηρ κι απέδειξε ο Φώσκολος, "Αυτά είναι απ' τη ζωή βγαλμένα".

    Η πρόταση της συντακτικής ομάδας είναι να προχωρήσετε στην ανάγνωση με ένα ποτήρι λευκό Jack στο χέρι και τα ηχεία του μπιμπλινγκιού σας να παίζουν, αν έχετε μελαγχολικορομαντικογλυκούλικια διάθεση αυτό:



    Αν πάλι νοιώθετε ταξιδιάρικα, συνοδεύστε με αυτό:



    Πάμε, μαέστρο:




    ************************************************************************************************************************************************


    - Ότι, ρε μανάρι, εσένανε τώρα σου καρφώθηκε ότι ξέρεις να γαμάς, ναι;

    - Όταν όμως χοροπήδαγες πάνω στον πούτσο μου σαν εμποδίστρια στα 110 μέτρα άλλα μας έλεγες Τουλίτσα.

    - Μα, ρε ηλίθιε, αυτό ακριβώς ήταν το πρόβλημα. Έπρεπε να πάρω χρυσό στους Ολυμπιακούς, για να προλάβω να χύσω μ’ εσένα.



    Να, κάπως έτσι τελείωσε η τελευταία μου σχέση και, να μη σώσω να χαρώ άλλο μουνί, ήταν λίγο πεσμένος ο λίμπιντός μου. Δηλαδή τι ήθελε να πει η γκόμενα; Ότι ο Μήτσουρας ο Εκλεχτός, ο που στο κρεβάτι του έχουν κλάψει γοργόνες (και μερικοί μάγκες δηλαδίς, αλλά αυτά δεν τα λέμε παραόξω μη μας περάσουν και για τίποτα ανώμαλους) είναι λίγος και γρήγορος;



    Έλα τώρα, εγώ φταίω που την πήρα απ’ το κωλάδικο που δούλευε κει χάμου και την έκανα πριγκηπέσσα. Είχε τα μάλμπορά της, είχε τα γουίσκια της, είχε και τις τσάρκες της με το γιωταχί μου το κωλοφτιαγμένο, που βάζεις το Βέρτη στην Καλαμάτα και χορεύουν ίσα με την Αλεξανδρούπολη.



    Αλλά τέτοιες είναι όλες τους, γαμώ το διάολό τους μέσα. Τέτοιες. Καριόλες κι αχάριστες. Γιατί ξέχασε η τσούλα η Τούλα ότι την πρώτη φορά που την πήδηξα βγήκε στο μπαλκόνι με το μικρόφωνο απ’ το καραόκιε κι έψελνε το «χριστός ανέστη» και τρελάθηκαν οι γριές και τρέχανε να φτιάξουν τσουρέκια π’ αναστήσαμε και δεν προλάβανε. Ουστ. Πουτάνα.



    Μπήκα κι εγώ στην μπέμπα μου την ασημένια τη χαμηλωμένη με τα φιμέ τα τζάμια, πέταξα μια Νατασάρα στο σιντί, το ‘βαλα τέρμα και πήρα σβάρνα τους δρόμους της ξελογιάστρας της Αθήνας. Πέρασα από παραλία και πατούσα τα γκάζια σαν τρελός να μ’ ακούνε τα γκομενάκια και να χύνουνε τα τάνγκα τους, να μ’ ακούνε κι οι ντιγκιντάνγκες και να μαθαίνουνε τι σημαίνει γκάβλα.



    Πέρασα το Φλοίσβο και θυμήθηκα που στο λύκειο εκεί κάτω στα δέντρα, στο γηπεδάκι του μπάσκετ από πίσω, είχα δέσει στην τραμπάλα με το κεφάλι απ’ έξω μια πουτάνα από το διπλανό σχολείο, τη Ντέπυ –αρχίδια Ντέπυ δηλαδή, Δέσπω τη φώναζε η μάνα της, αλλά είχε όνειρα να γίνει μεγάλη καλλιτέχνισα- και την ανεβοκατέβαζα να καταπίνει τον πούτσο μου μέχρι να πνιγεί και πάλι πίσω. Θα ξεχάσω εγώ που την έχυσα στο στόμα και βγαίνανε τα φλόκια μου από τη μύτη της; Σάματι θα ξεχάσω που μόλις την έλυσα άρχισε να ξερνοβολάει και να με φωνάζει μαλάκα κι εγώ της έριξα σφαλιάρα που έφτυσε τα παιδιά μου;



    Μήπως μπορώ να ξεχάσω το Λιτσάκι που ‘τανε και διαβασμένη, φοιτήτρια της φιλοσοφικής, που άκουγε πούτσα και φώναζε παρούσα Λίτσα; Αυτήν, ρε, που έμενε στις Τζιτζιφιές με τον πατέρα της, γιατί η μάνα τους η πουτάνα την είχε κοπανήσει με ένα λεφτά με κότερο. Έξω ήμασταν με το Λιτσάκι ένα βράδυ και τα πίναμε και μου τριβότανε καλά καλά και όταν τέλειωσαν τα λεφτά που είχε από τη μάνα της, που της τα έστελνε κρυφά από το γέρο της, την πήρα και φύγαμε και την πήγα με το Πουντάκι μου απέναντι από το σπίτι της στη Ναυάρχου Βότση, κάτω στο λιμανάκι και μ’ άρχισε το χαμούρεμα και της λέω «Έβγα όξω μωρή μη σου γαμήσω που θα μου λεκιάσεις εσύ την ταπετσαρία». Και βγήκαμε και κοίταζε τη θάλασσα και μου ‘λεγε «Κοίτα, Μήτσο μου, την πανσέληνο» και της απαντούσα «Κοίτα εσύ ένα πουτσοκέφαλο σαν ρίζα από σέλινο». Όλα κι όλα, πολύ ανώμαλο το Λιτσάκι. Μόλις άκουγε για πουτσοκέφαλο δε βαστιότανε. Για πότε μου κατέβασε το παντελόνι και το σώβρακο, για πότε τον παλάμισε να γίνει κοντάρι και για πότε τον έβαλε στον κώλο της, ούτε που το κατάλαβα. Θυμάμαι που φώναζε «Βάρα με, Μήτσο» κι εγώ από την τρέλα έβγαλα το γυαλοκαθαριστήρα και τη βαρούσα όπου έβρισκα και της φώναζα «Μπαμπρίζ θα σου τον κάνω τον κώλο μωρή και το γυαλοκαθαριστήρα και το σήμα θα σου χώσω μέσα». Και δωσ’ του το Λιτσάκι να χτυπιέται πάνω στο καυλί και δώσ’ του εγώ να βαράω. Ωραία χρόνια, γαμώ το φελέκι μου. Ωραία χρόνια.



    Και πιάνω Συγγρού, μάγκα μου, και βλέπω το Ωνάσειο και μου ‘ρχεται εκείνο το βρωμότσουλο η Ζετάρα. Τι γυναίκα, ρε μαλάκα, τι γυναίκα. Τον λάτρευε τον πούτσο, αλλά έπρεπε να το παίξει κουλτουριάρα να πούμε.

    - Πάμε Μήτσο μου να δούμε το πλανητάριο που άνοιξε αυτός ο Νιάρχος δίπλα στην κλινική μου.

    - Τι κλινική σου μωρή Ζετάρα, να φωνάζω εγώ. Καθαρίστρια είσαι μωρή.

    Αλλά τι μ’ ένοιαζε εμένανε; Αφού ήθελε να το παίζει κουλτουριάρα, την άφηνα κι εγώ. Πήρε τότε ένα βιβλίο με κάτι πενηντάδες και κάτι γκρι και ό,τι διάβαζε ήθελε να της το κάνω. Μια μέρα μου ‘ρχεται στο μαγαζί, κλείνει την πόρτα, πέφτει στα τέσσερα κι έρχεται κατά πάνω μου.

    - Τι κάνεις εκεί μωρή;

    - Θέλω να γίνω η σκύλα σου Μήτσο μου, απαντάει.

    Την πιάνω κι εγώ απ’ το μαλλί, την πετάω πάνω στον πάγκο, παίρνω τ’ οξυγόνο και τ’ ανάβω.

    - Τι θα μου κάνεις Μήτσο μου;

    - Στείρωση, μωρή σκύλα, να μη γεννοβολάς κουτάβια δεξιά κι αριστερά.

    Ακόμα δεν κατάλαβα γιατί με χώρισε, ρε πούστη. Κάτι για δεν καταλαβαίνω έλεγε και κάτι για ρούλ πλάι και κάτι τέτοια π’ ανάθεμά με, αν κατάλαβα και τι ήτανε. Αφού την άλλη μέρα με πήρε τηλέφωνο να μου πει ότι είμαι μαλάκας και την ρώτησα γιατί και μ’ απάντησε, η καριόλα, να διαβάσω κανένα Δημουλίδο μπας και καταλάβω τίποτα για τη ζωή. Εδώ που τα λέμε τώρα, δέκα ανθρώπους ρώτησα εκείνη την ημέρα τι είναι αυτό το Δημουλίδο κανείς δεν ήξερε.



    - Πω, πω μαλάκα μου τι θυμήθηκα. Το Χελλινίς το ξενοδοχείο να πούμε. Καλοκαίρι τώρα, σκάει ο τζίτζικας. Ο Μήτσος σένιος. Πουκαμισιά λουλουδάτη με δυο κουμπιά μόνο κουμπωμένα, το σταυρό της μακαρίτισσας της μάνας μου στο λαιμό κρεμασμένο με καδένα χρυσή χοντρή σαν το μπράτσο μου, μαλλί γυαλοκοπάει με τον ζιλέ, πανταλόνι κολλαριστό, σκαρπίνι άσπρο ιταλιάνικο να κάνεις χωρίστρα από τη γυαλάδα, βγήκε να σκοτώσει. Νέα Σμύρνη πλατεία, φραπέδες με κολλητούς και να σου σκάει το αγγλάκι. Είκοσι χρονώ βαριά, βαριά θα ‘τανε. Φούστα να κρύβει μόνο το μουνί, μπλούζα με τη ρώγα σαν κουνουποδρόμιο να προσγειώνεται μέχρι κι αυγουστιάτικη αλογόμυγα απάνω. Με κοιτάει, το κοιτάω, με κοιτάει, το κοιτάω, με κοιτάει. «Μάγκες ο Μήτσος θα γαμήσει ευρωπαϊκά σήμερις», λέω στους δικούς μου κι ορμάω. Αυτό ήτανε στουπί στο μεθύσι, εγώ αγγλικά δε σκαμπάζω λέξη, συνεννοηθήκαμε. Με πήρε απ’ το χέρι και με τραβολογούσε στους δρόμους φωνάζοντας «Χελλινίς, Χελλινίς». Δεν κωλώνει ο Μήτσουρας όμως. Εκεί, από πίσω να βλέπω κώλο να κουνιέται και να φοβάμαι μην μπερδευτεί το πουλί μου στα σύρματα της ΔΕΗς. Μπαίνουμε ξενοδοχείο, ορμάμε στο δωμάτιο, πα’ να της ζουλήξω τον κώλο και τρώω μια σφαλιάρα, ούτε η μακαρίτισσα η γιαγιά μου τέτοιο πράμα.

    - Ίσα μωρή χαμούρα. Το Μήτσο μωρή καριόλα;, να φωνάζω εγώ.

    - Σάταπ, να λέει αυτή. Άι γουίλ φακ γιου τουντέι.

    - Τι στουντέι μωρή; Πουτάνα είσαι; Λεφτά θες;

    - Τόιλετ, μου απαντάει.

    - Νταξ, γκάβλα μου, συνεννογιόμαστε. Τράβα κατούρα, πλύνε μουνί κι έλα, της κάνω.

    Μπαίνει στον καμπινέ κι ακούω φασαρία. «Τι κάνει η πουτάνα εκεί μέσα γαμώ το μουνί της Χάιδως» ν’ αναρωτιέμαι και να μην καταλαβαίνω. Βγαίνει, ρε παιδιά, ντυμένη μπατσίνα με κάτι μαύρα διχτυωτά και κάτι μπότες και κάτι τέτοια, την βλέπει ο πούτσος μου κι αρχίζει να χοροπηδάει στο πανταλόνι. Σηκώνομαι, πετάω τα ρούχα και ξαπλώνω μόνο με την κάλτσα, μη με περάσει και για κανένα χωριάτη.

    - Κλόουζ γιορ άιζ, μου λέει.

    - Άει ζτο γεροδιάολο, απαντάω.

    - Άι γουίλ σακ γιόρ ντικ, μου λέει.

    - Τι μπικ μωρή καριόλα, φωνάζω. Ολόκληρη δωδεκάρα σουλήνα για μπικ την βλέπεις;

    Πέφτει το μωρό απάνω μου, μου δένει τα χέρια στο κρεβάτι με κάτι χειροπέδες. «Ώπα», σκέφτομαι, «Πού ‘σαι Ζετάρα να δεις το Μήτσο». Βγάνει και το πανί που φορούσε στα βυζιά, μου κλείνει και τα μάτια. «Μάνα, μάνα, τι γαμήσι θα κάνει αυτό». Κατεβαίνει κάτω, μ’ ανοίγει τα πόδια και ξεκινάει ένα τσιμπούκι, ούτε οι πουτάνες τέτοιο. Εκεί που πα’ να χύσω μ’ αφήνει και φεύγει. Να χτυπιέται ο Μήτσος στο κρεβάτι και να φωνάζει, αλλά αυτή τίποτα. Κι εκεί που την νοιώθω να ξανάρχεται στο στρώμα και λέω του πούτσου μου «Τώρα θα γαμήσεις, όσο δε γάμησες ποτέ», πριν καταλάβω τι γίνεται, μου σηκώνει τα πόδια και μου χώνει ένα μπουρί στον κώλο. Να ουρλιάζω εγώ. Να χτυπιέμαι. Τίποτα αυτή.

    - Το Μήτσο μωρή καριόλα; Το Μήτσο μέχρι και τα σκατά που βγαίνουν απ’ την κωλοτρυπίδα του συγγνώμη του ζητάνε. Άσε με μωρή.

    Και όσο φωνάζω εγώ, τόσο να γαμάει πιο δυνατά αυτή.



    Τέλος πάντων, ντροπή σαν αυτή που με βρήκε η καθαρίστρια την άλλη μέρα στο δωμάτιο που με παράτησε η πουτάνα δεμένο με το βρακί της στο στόμα και ένα μαρκούτσι στον κώλο δεν έχω ξαναζήσει. Δέκα μήνες έκανα να το ξεπεράσω. Και τότε έπεσα απάνω στην Τουλίτσα. Τσούλα απ’ τις λίγες η Τούλα είπα «Μήτσο εδώ είμαστε. Αυτή θα σε ξανακάνει άντρα». Την βρήκα στο κωλόμπαρο που δούλευε εκεί κοντά στου Φιξ. Πήρα το ύφος το ξύπνιο, πλησίασα και της λέω

    - Πώς σε λένε μωρό;

    - Τούλα, μ’ απαντάει.

    - Εδώ δουλεύεις;

    - Όχι, έρχομαι με τις φίλες μου καμιά φορά.

    - Εδώ κοντά μένεις;

    - Ναι, εδώ πιο πάνω, στην Καλλιρόης.

    - Μανάρι, δεν ξέρω για τις σάπιες τις φίλες σου, αλλά εσύ σίγουρα είσαι αυτή για την οποία γράφτηκε το ποίμα «Το μουνί της Καλλιρόης».

    Έλιωσε η Τουλίτσα που της αφιέρωσα ολόκληρο ποίμα. Την πρώτη φορά που πήγα να την πηδήξω, δε μου σκωνότανε με τίποτα. Πήγα στην τουαλέτα και τον παρακαλούσα τον πούστη να σηκωθεί κι αυτός μ’ έγραφε στ’ αρχίδια του. Τη δεύτερη φορά όμως είχα πάρει από το μπλε το χάπι, επειδίς ο Μήτσος δεν είναι κανένα χάπατο, κι έγινε η δουλειά. Σε ένα πεντάλεπτο την πήγα τσιμπούκι, κώλο, μουνί και ξανά τσιμπούκι.

    - Δρομέας είσαι Τουλίτσα, της λέω.

    - Τι να κάνω, Μήτσο μ’, απαντάει. Αν δεν τρέξω, μ’ εσένα που ‘μπλεξα πρέπει να βγάλω τη σέλα απ’ το ποδήλατο μπας και δω χαρά στα σκέλια μου.

    Καλό μου φάνηκε αυτό που είπε. Με γκαβλώνουν οι ξύπνιες γκόμενες. Άμα δεν έχει μυαλό το εργαλείο, πώς να συνδεθεί με το δικό μου το μυαλό να γκαβλώνουμε εγκεφαλικώς;

    Πάντως, γάμα, γάμα με το χάπι, τα κατάφερα και ξαναβρήκα ρυθμό. Φτάσαμε να την γαμάω και τέταρτο και χωρίς χάπι.

    Και τώρα, μωρή Τουλίτσα, με παρατάς για τον πούστη το γιούφτο απ’ την αγιά Βαρβάρα μωρή. Το πρωί τα μάζεψε ένα σκουπιδιάρικο, μωρή Τουλίτσα. Ένα σκουπιδιάρικο γαμώ το στανιό σου.

    Αχ, μωρή Αθήνα, είσαι πολύ μικρή για να χωρέσεις το Μήτσο.
     
    Last edited: 22 Φεβρουαρίου 2018
  2. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    @no_Taboo Είσαι Θεός, ήλιος καλοκαιρινός.

    Ένα like δεν είναι αρκετό. Δε μου έμεινε άντερο. Μου έφτιαξες ξανά τη μέρα που μου την είχε γαμήσει από το πρωί η οσφυαλγία και το 9gag
     
  3. no_Taboo

    no_Taboo Αείκαυλος

    @Arioch , ευχαριστώ πολύ για τον καλό το λόγο.

    Ο Μήτσος τα 'κανε όλα. Εγώ απλώς αισθάνθηκα βαθιά τον πόνο του αισθηματία άντρα.
     
  4. Γερακι

    Γερακι Regular Member

    Ωραιος ο Μητσαρας!  
    Γειτονακι κι ολας! χαχαχαχα

    Νασαι καλα @no_Taboo γελασα με τη ψυχη μου!
     
  5. no_Taboo

    no_Taboo Αείκαυλος

    Ευχαριστώ, @Γερακι .

    Κακό πράγμα να γελάτε όλοι με τον πόνο του Μήτσου όμως.
     
  6. Γερακι

    Γερακι Regular Member

    Δικιο εχεις, δικο μας παιδι ειναι, κριμα...
     
  7. subwhat

    subwhat Gandalf's property, not for sale Contributor

    Θεϊκό!
    Κλαιω από τα γέλια...αυτός ο γυαλοκαθαριστηρας....   
     
  8. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    300 χιλιάδαι δίσκοι

     
  9. no_Taboo

    no_Taboo Αείκαυλος

    @subwhat , ο γυαλοκαθαριστήρας είναι το σημείο εκείνο του κειμένου στο οποίο κορυφώνεται η ταξικότητά του.
    Το λούμπεν προλεταριάτο, προκειμένου να πηδήξει τη νομενκλατούρα, δε διστάζει να καταστρέψει ακόμη και δική του ιδιοκτησία.

    @Arioch , ΑΚΡΙΒΩΣ στο ύφος του κειμένου. Ευχαριστώ.
     
  10. brenda

    brenda FU very much

    Καλώς ήρθες βρε Νοταμπουδάκι μας, μάς έλειψες βρε, κι ας μάς παράτησες άπονα, χωρίς ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα, χωρίς ένα τηλέφωνο...    
     
  11. p0ltergeist

    p0ltergeist Regular Member

    «είχε και τις τσάρκες της με το γιωταχί μου το κωλοφτιαγμένο, που βάζεις το Βέρτη στην Καλαμάτα και χορεύουν ίσα με την Αλεξανδρούπολη.»

    τι να λεμε τωρα !!
     
  12. Lady in Corslet

    Lady in Corslet Mind the gap...

    Θέλω να διαβάσω και τη μερια της Τουλιτσας ... Ανελεητα ομως....