Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μίλα μου για έρωτα, μίλα μου για αγάπη...

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος gaby, στις 27 Φεβρουαρίου 2014.

  1. François Frédéric

    François Frédéric Regular Member

    Καθε Λεξη
    Καθε Πνοη
    Καθε χτυπημα
     
  2. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Σβήσε τα μάτια μου
    Ράινερ Μαρία Ρίλκε
    σε μετάφραση του Κωστή Παλαμά


    Σβήσε τα μάτια μου· μπορώ να σε κοιτάζω,
    τ’ αυτιά μου σφράγισέ τα, να σ’ ακούω μπορώ.

    Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να ‘ρθω σ’ εσένα,
    και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.

    Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,
    σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.

    Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώ
    με το κεφάλι.

    Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη, εγώ
    μέσα στο αίμα μου θα σ’ έχω πάλι.
     
  3. lotus

    lotus Silence

    Μ' αγαπά και περισσεύει κι ένα  
    Θετική σκέψη  
     
  4. lotus

    lotus Silence

     


    Ω ! εσύ , που δεν σου λέω πως τη νύχτα,
    Κλαίοντας πλαγιάζω,
    Που η ύπαρξή σου τρυφερά με κουράζει,
    Νανούρισμα σα να ‘ταν,
    Ώ εσύ, που δεν μου λες αν αγρυπνάς
    Για χάρη μου πέ μου,
    Πώς θα μπορούσαμε, εντός μας,
    να κρατήσουμε αυτό το μεγαλείο
    αν δεν το είχαμε διόλου χορτάσει:

    Θυμήσου τους εραστές, πόσο γρήγορα,
    Τις εκμυστηρεύσεις μόλις αρχίσουν,
    Λεν ψέμματα κιόλας

    Μόνο με κάνεις. Μόνον εσέ μπορώ ν’ αλλάξω
    Μια στιγμή εσύ είσαι, το θρόισμα, ύστερα, είναι πάλι
    Ή κάποιο άρωμα που εξατμίστηκε όλο.
    Άχ ! μες στην αγκαλιά μου όλες τις έχω χάσει.
    Μόνον εσύ, πάλι και πάλι θα γεννιέσαι:
    Γιατί ποτέ μου δεν σ’ αγκάλιασα σε κρατώ τόσο.

    Rainer Maria Rilke
     
  5. WiThiN TeMPtaTioN

    WiThiN TeMPtaTioN New Member

    I love you without knowing

    how, or when, or from where.

    I love you straightforwardly,

    Without complexities or why;

    So I love you because I know

    No other way than this:

    Where I does not exist, nor you,

    So close that your hand,

    On my chest is my hand,

    So close that your eyes close,

    As I fall asleep…


    Pablo Neruda
     
  6. lotus

    lotus Silence

    Σὲ περιμένω παντοῦ

    Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
    μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
    Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.
    Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
    νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.

    Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.
    Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,
    θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.

    Θὰ θυμᾶμαι πάντα τὰ μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
    σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.

    Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.

    Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,
    ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο... ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!

    Τάσος Λειβαδίτης

     
     
  7. lotus

    lotus Silence

  8. lotus

    lotus Silence

     

    "Τι είναι η αγάπη;
    Δεν είναι συμπόνια, μήτε καλοσύνη.
    Στη συμπόνια είναι δυο, αυτός που πονάει και αυτός που συμπονάει.
    Στην καλοσύνη είναι δυο, αυτός που δίνει και αυτός που δέχεται.
    Μα στην αγάπη είναι ένας.
    Σμίγουν οι δυο και γίνονται ένα. Δεν ξεχωρίζουν.
    Το εγώ και το εσύ αφανίζονται.
    Αγαπώ θα πει χάνομαι...

    " Νίκος Καζαντζάκης
     
  9. estelwen

    estelwen χρήσιμη Contributor

    εγώ

    οι γυναίκες δεν ξέρουν να αγαπάνε,
    μου είπε.
    εσύ ξέρεις να αγαπάς
    αλλά οι γυναίκες το μόνο που θέλουν είναι
    να προσκολλούνται.
    το ξέρω γιατί είμαι γυναίκα.

    χαχαχα, γέλασα.

    γι’ αυτό μην ανησυχείς για τον χωρισμό σου
    με τη Σούζαν
    γιατί απλά θα κολλήσει
    σε κάποιον άλλον.

    μιλήσαμε λίγο ακόμη
    μετά χαιρέτησα
    έκλεισα το τηλέφωνο
    πήγα στη χέστρα
    με πήγε τσίρλα η μπύρα
    και βασικά σκεφτόμουν, καλά,
    είμαι ακόμη ζωντανός
    και έχω την ικανότητα να βγάλω
    απόβλητα από το σώμα μου.
    και ποιήματα.
    και όσο συμβαίνει αυτό
    έχω την ικανότητα να χειριστώ
    προδοσία
    μοναξιά
    παρωνυχίδες
    γονόρροια
    και τις αναφορές για την οικονομία
    στο χρηματοοικονομικό ένθετο.

    μ' αυτό
    σηκώθηκα
    σκουπίστηκα
    τράβηξα καζανάκι
    μετά σκέφτηκα:
    είναι αλήθεια:
    ξέρω πως να
    αγαπάω.

    σήκωσα το παντελόνι και μπήκα
    στο άλλο δωμάτιο.

    Charles Bukowski [από το Love is a Dog from Hell: Poems, 1974-1977]

    μετάφραση by e.
     
    Last edited: 26 Ιουνίου 2017
  10. brenda

    brenda FU very much

  11. Ήταν μια φορά ένα νησί όπου κατοικούσαν όλα τα συναισθήματα και όλες οι ανθρώπινες ιδιότητες που υπάρχουν. Εκεί ζούσαν μαζί ο Φόβος, το Μίσος, η Σοφία, η Αγάπη και η Αγωνία. Όλοι ήταν εκεί.

    Μια μέρα, καλεί η Γνώση τους κατοίκους του νησιού και τους λέει:
    “Έχω να σας ανακοινώσω μια άσχημη είδηση, το νησί βυθίζεται”.
    Τα συναισθήματα που κατοικούν στο νησί δεν μπορούν να πιστέψουν στ’ αυτιά τους:
    “Όχι, δεν γίνεται! Εμείς εδώ ζούμε όλη μας τη ζωή!”
    Η Γνώση επαναλαμβάνει:
    “Το νησί βυθίζεται”.
    “Μα δεν είναι δυνατόν! Μπορεί να κάνεις λάθος!”.
    “Εγώ δεν κάνω ποτέ λάθος” τους ξεκαθαρίζει η Γνώση.
    “Αν σας λέω ότι βυθίζεται, είναι γιατί πράγματι βυθίζεται”.
    “Και τώρα, τι θα κάνουμε;” ρωτούν τα συναισθήματα.
    Οπότε, απαντάει η Γνώση.
    “Λοιπόν, κάντε ό,τι θέλετε, εγώ πάντως σας προτείνω να βρείτε έναν τρόπο να φύγετε από το νησί… Φτιάξτε ένα καράβι, μια βάρκα, μια σχεδία, ή ό,τι άλλο μπορείτε και φύγετε, γιατί αυτός που θα μείνει στον νησί, θα χαθεί μαζί του”.
    “Δεν μπορείς να μας βοηθήσεις;” ρωτούν όλοι μαζί, γιατί έχουν εμπιστοσύνη στην ικανότητά της.
    “Όχι” λέει η Γνώση. “Η Πρόνοια κι εγώ φτιάξαμε ένα αεροπλάνο, και μόλις τελειώσω αυτά που έχω να σας πω, θα πετάξουμε στο πιο κοντινό νησί”.
    Τα συναισθήματα, αναστατωμένα, της λένε:
    “Ε, όχι! Όχι! Κι εμείς τι θα γίνουμε;”
    Μόλις τελειώνει η Γνώση, ανεβαίνει στο αεροπλάνο με τη φίλη της, κι έχοντας λαθρεπιβάτη το Φόβο – που δεν ήταν χαζός και κρύφτηκε στο αεροπλάνο -, φεύγουν από το νησί.

    Τα συναισθήματα αρχίζουν να κατασκευάζουν άλλο βάρκα, άλλο καράβι, άλλο καΐκι… όλα… εκτός από την Αγάπη.
    Γιατί η Αγάπη είναι τόσο συνδεδεμένη με κάθε πράγμα που βρίσκεται πάνω στο νησί, που λέει:
    “Μα πως ν’ αφήσω το νησί… μετά από όσα έζησα εδώ… Πως ν’ αφήσω, ας πούμε, αυτό το δεντράκι; Αααχ… μας ενώνουν τόσα πράγματα…”.

    Κι ενώ ο καθένας κοιτάζει να βρει έναν τρόπο για να φύγει, η Αγάπη ανεβαίνει σε κάθε δέντρο, μυρίζει κάθε τριαντάφυλλο, πάει μέχρι την παραλία και ξαπλώνει στην αμμουδιά όπως έκανε παλιά, χαϊδεύει κάθε πετραδάκι… προτιμά να σκέφτεται με την αφέλεια που διακρίνει την Αγάπη:
    “Μπορεί να βυθιστεί λιγάκι και μετά…”
    Το νησί όμως …το νησί βυθίζεται όλο και περισσότερο.
    Η Αγάπη, βέβαια, δεν μπορεί να σκεφτεί την κατασκευή μέσου διαφυγής, γιατί είναι τόσο στενοχωρημένη που άλλο δεν κάνει από το να κλαίει και να θρηνεί γι’ αυτά που θα χάσει.
    Και ξαναχαϊδεύει τα βοτσαλάκια, ξανακυλιέται στην άμμο και βρέχει στο νερό τα ποδαράκια της.
    “Μετά από τόσα που περάσαμε μαζί…” λέει στο νησί με παράπονο.
    Μα το νησί βυθίζεται ακόμα πιο πολύ…
    Μέχρι που, στο τέλος, δε μένει από το νησί παρά ένα τόσο δα βραχάκι. Το υπόλοιπο, το έχει καλύψει το νερό.
    Την τελευταία στιγμή, η Αγάπη συνειδητοποιεί ότι το νησί βυθίζεται στ’ αλήθεια, και αντιλαμβάνεται πως αν δεν τα καταφέρει να φύγει, η αγάπη θα εξαφανιστεί για πάντα από προσώπου Γης. Έτσι, τσαλαβουτάει στα νερά και κατευθύνεται προς τον όρμο, που είναι το ψηλότερο σημείο στο νησί. Πάει με την ελπίδα να δει από εκεί κάποιον από τους συντρόφους της και να τον παρακαλέσει να την πάρει μαζί του.

    Κοιτάζει στη θάλασσα και βλέπει να έρχεται το σκάφος του Πλούτου. Του κάνει σινιάλο, και ο Πλούτος πλησιάζει λίγο στον όρμο.
    “Πλούτε, εσύ έχεις τόσο μεγάλο σκάφος, θα με πας ως το γειτονικό νησί;”
    Ο Πλούτος, όμως, της απαντάει:
    “Είμαι τόσο φορτωμένος με λεφτά, κοσμήματα και πολύτιμες πέτρες, που δεν έχω χώρο για σένα. Λυπάμαι…” και συνεχίζει το δρόμο του χωρίς να κοιτάξει πίσω του.
    Μένει η Αγάπη να ψάχνει, και βλέπει να έρχεται η Ματαιοδοξία σ’ ένα πολύ φανταχτερό σκάφος, γεμάτο στολίδια, περούκες, μάρμαρα και λουλούδια όλων των χρωμάτων. Η Αγάπη τεντώνεται λιγάκι και φωνάζει:
    “Ματαιοδοξία… Ματαιοδοξία… Πάρε με μαζί σου”.
    Η Ματαιοδοξία κοιτάζει την Αγάπη και της λέει:
    “Ευχαρίστως θα σε έπαιρνα αλλά… έχεις μια όψη… Είσαι τόσο άχαρη, βρώμικη κι ατημέλητη… Με συγχωρείς, δεν γίνεται… Θα μου ασχήμαινες το σκάφος!” και φεύγει.
    Κι ενώ σκέφτεται πως δεν πρόκεται να περάσει κανένας άλλος πια, βλέπει να πλησιάζει ένα σκάφος πολύ μικρό, το τελευταίο, το σκάφος της Θλίψης.
    “Θλίψη, αδελφή μου” της λέει, “εσύ που με ξέρεις τόσο καλά, εσύ θα με πάρεις σίγουρα μαζί σου, έτσι δεν είναι;”
    Και η Θλίψη της απαντάει:
    “Θα σε έπαιρνα, αλλά είμαι τόσο λυπημένη, που προτιμώ να συνεχίσω μόνη μου” και χωρίς δεύτερη κουβέντα, απομακρύνεται.

    Η Αγάπη κάθετα στο τελευταίο βραχάκι, που είναι ό,τι απόμεινε από το νησί, και περιμένει το τέλος… Όταν ξαφνικά, ακούει κάποιον να την καλεί από πολύ κοντά:
    “Ψιτ-ψιτ…”

     
    Είναι ένας γεροντάκος που της κάνει σινιάλο από μια βάρκα με κουπιά.
    Ή Αγάπη του λέει:
    “Εμένα;”
    “Ναι, ναι” λέει ο γεροντάκος, “εσένα. Έλα μαζί μου, εγώ θα σε σώσω”.
    Η Αγάπη τον κοιτάζει και του λέει:
    “Ξέρεις τι έγινε, εγώ έμεινα…”
    “Ξέρω, ξέρω…” της λέει ο γεράκος και δεν την αφήνει να τελειώσει τη φράση της. “Ανέβα, εγώ θα σε σώσω”.
    Ανεβαίνει η Αγάπη στη βάρκα κι αρχίζουν να κωπηλατούν μαζί για να απομακρυνθούν από το νησί, που πραγματικά, λίγα μόλις λεπτά μετά, εξαφανίζεται για πάντα.

    Μόλις φθάνουν στο διπλανό νησί, καταλαβαίνει η Αγάπη πως αν είναι ακόμα ζωντανή, αν συνεχίζει να υπάρχει, το οφείλει σ’ αυτόν τον γεράκο, που χωρίς να πει λέξη, έφυγε το ίδιο παράξενα όσο είχε εμφανιστεί.
    Εκείνη τη στιγμή, η Αγάπη συναντάει τη Σοφία και της λέει:
    “Δεν γνωριζόμαστε μ’ αυτόν τον γεράκο, κι όμως με έσωσε. Πως είναι δυνατόν; Οι άλλοι, όλοι, δεν κατάλαβαν πως θα έμενα πίσω τελικά… Εκείνος με βοήθησε, κι εγώ ούτε καν ξέρω ποιός είναι…”
    Η Σοφία την κοιτάζει στα μάτια και της λέει:
    “Aυτός είναι ο Χρόνος. Και ο Χρόνος, Αγάπη, είναι ο μόνος που μπορεί να σε βοηθήσει όταν ο πόνος της απώλειας σε κάνει να πιστεύεις ότι δεν θα μπορέσεις να συνεχίσεις”.

    Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι: “Ο Δρόμος των Δακρύων”.
     
  12. lotus

    lotus Silence

     
    Γιατί τελικά σ’ αυτόν τον κόσμο, ελεύθεροι είμαστε μόνο όταν ερωτευόμαστε,
    όταν αντιστεκόμαστε κι όταν πεθαίνουμε.
     
    Last edited: 26 Ιουνίου 2017