Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Οι μεγαλυτεροι ερωτες μας...

Συζήτηση στο φόρουμ 'Κοινωνία' που ξεκίνησε από το μέλος BadMaster, στις 25 Ιουνίου 2015.

  1. ellianna

    ellianna Regular Member

    Και ομως τελικά,οι μεγαλύτεροι μας έρωτες δεν είναι οι ανεκπληρωτοι...
    Είναι αυτοί που έχουμε τον άνθρωπο μας δίπλα μας και τον ζούμε κάθε μέρα ξανα και ξανά,τον ερωτευόμαστε απ την αρχή με κάθε άγγιγμα του,κάθε ανάσα του,κάθε κοινή μας στιγμή...
    Είναι αυτοί οι έρωτες που είναι μεγάλοι,
    Είναι αυτοί οι έρωτες που δεν έχουν τέλος,είναι αυτοί οι έρωτες που εμπλουτίζονται με νέες εικόνες κάθε φορά.

    Οι ανεκπληρωτοι?θέλουν σεβασμό,είναι κομμάτι μας και αυτοί,μα μένουν εκεί που τους πρέπει.Στο παρελθόν.άλλωστε το λέει και η ίδια η λέξη.ανεκπληρωτοι.
    Για κάποιο λόγο δεν ευδοκιμησαν,και ίσως είναι και αυτός ένας λόγος που τους αποθετουμε σ ένα βάθρο.
    Διότι αν τους είχαμε ζήσει,ίσως να τους απομυθοποιουσαμε και έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε σ ένα παραμύθι.

    Σε ερωτεύομαι.Κάθε στιγμή μου μαζί σου είναι μια νέα εικόνα,που τροφοδοτεί το ήδη υπάρχον συναίσθημα.
    Το να μπορώ να κάνω όνειρα μαζί σου,το να θέλω να μοιραστώ μαζί σου όλες τις χαρούμενες και δύσκολες στιγμές μου,το να ξυπνάω με την μορφή σου στο μυαλο μου και να κοιμάμαι και να σε ονειρεύομαι!

    Οι προηγούμενοι δεν υπάρχουν.Απλά δεν υπήρξαν ποτέ.Μοιάζουν αμελητέοι μπροστά σε αυτό που ζεις εκείνη την στιγμη.Το φιλι του ειναι το νεκταρ σου,σε κανει να νιωθεις οτι ειναι το πρωτο φιλι που εχεις παρει,η φωνή του καρδιοχτυπι τρελό για σένα.
    Ίσως σε κάποιους ακούγεται υπερβολικό αυτό,ίσως το θεωρούν μη υπαρκτό,μα είναι ο τρόπος που εγώ αντιλαμβάνομαι τον μεγάλο έρωτα.
    Είναι ο τρόπος που εγώ θέλω να τον ζω και τον ζω.

    Ένα ταξίδι είναι ο έρωτας.
    Και είναι ένα ταξίδι για 2.
     
  2. Elena_gr

    Elena_gr Regular Member

  3. D Q Juls

    D Q Juls Αρχή...Διαδρομή...Ηδονή...

    Ξεκινώ να σου γράφω στη νυχτερινή σιγαλιά. Ποτέ δεν ήμουν πρωινός τύπος. Ούτε και εσύ. Ένα από τα πολλά που αγαπώ πάνω σου. Εξάλλου νύχτα σε γνώρισα. Η στιγμή που γύρισα και σε κοίταξα. Η στιγμή που ο χώρος, ο χρόνος και οι άνθρωποι μετατράπηκαν σ’ ένα σύννεφο καπνού που διαλυόταν στον αέρα και έσβησαν. Έμεινα να κοιτώ τα μάτια σου. Δεν ξέρω τι λένε για πεταλούδες στο στομάχι, χημείες και κλικαρίσματα. Πάγωσα. Η ομορφιά, ο πόθος, ο παράδεισος του έρωτα και η κόλαση της πρόσκαιρης ματαιότητας να με κοιτάζουν κατάματα. Δεν ξέρω που βρήκα το θάρρος να σου μιλήσω. Ένιωθα ότι βγήκα από το σώμα μου, αλλόκοτος παρατηρητής δυο ανθρώπων που σμίγουν στην πολύβουη καθημερινότητα.

    Την άλλη μέρα που γύρισα και είδα το πρόσωπο σου γαληνεμένο να το λούζουν οι ακτίνες του ήλιου, ήξερα ότι θα είσαι η γυναίκα μου. Θα είσαι η τρικυμισμένη θάλασσα και το απόμερο λιμάνι μου. Η μάνα γη που σαν άλλος Ανταίος θα ξαπλώνω στο κορμί σου και θα τα βάζω με όλο τον κόσμο αν χρειαστεί. Δεν έπεσα έξω. Μαζί τα ζήσαμε όλα. Ανατολές και ηλιοβασιλέματα σε παραλίες και μπαλκόνια. Βόλτες σε πολυσύχναστους δρόμους και ερημικά σοκάκια. Νύχτες ξαπλωμένοι ακούγοντας τραγούδια και κάνοντας όνειρα μαζί. Τα ατελείωτα τηλέφωνα όταν χωρίζανε οι δρόμοι μας για λίγες μέρες. Η χαρά μας που ήταν κοινή στα μικρά και στα μεγάλα.

    Αν ήταν όλα ρόδινα αστέρι μου; Σε καμιά περίπτωση. Πως θα μπορούσε εξάλλου; Ούτε οι καυγάδες μας έλειψαν, ούτε τα κλάματα. Οι ζήλιες, οι φωνές, οι κουβέντες που λέγαμε και έπειτα ακολουθούσαν τα ένοχα κατεβασμένα βλέμματα μέχρι που κάποιος να πει «έλα να σε πάρω αγκαλιά. Σ’ αγαπάω». Κάπως έτσι κυλάει όμορφα η ζωή μας. Κυλάει; Ψέματα. Κύλαγε. Αποφάσισα να φύγω.

    Σα να βλέπω το πρόσωπο σου με απορία να με ρωτάει γιατί. Έφτασε η ώρα της αλήθειας λοιπόν. Δεν υπάρχεις. Δεν είσαι η γυναίκα της ζωής μου. Όλα αυτά που έγραψα είναι αποκύημα της φαντασίας μου. Δεν σε γνώρισα ποτέ. Ποτέ έγραψα; Πάλι ψέματα. Σε γνώρισα αλλά κομματιασμένη σε καρδιές και σώματα άλλων γυναικών. Μάζευα και έδινα στιγμές και αισθήματα πιστεύοντας ότι ήσουν εσύ. Δεν ήρθες ποτέ όμως. Έφτασε η ώρα να χωρίσουν οι δρόμοι μας που δεν έσμιξαν ποτέ. Καλό δρόμο να έχεις αγάπη μου. Ξημέρωσε και επέστρεψαν ο χώρος, ο χρόνος και οι άνθρωποι. Ώρα να βάλω την καθημερινή μου φορεσιά.

    Να θυμάσαι. Σ’ αγαπάω. Και ας μην σε γνώρισα ποτέ.


    http://wp.loveletters.gr/6701-2/
     
  4. Elena_gr

    Elena_gr Regular Member

    Epic
     
  5. Carpe_Diem

    Carpe_Diem https://www.youtube.com/watch?v=NpJ11NDcpjU

    Έλεος πόσο μέσα στο μυαλό μου είναι ....
     
  6. mad_hatter

    mad_hatter You can always take more than nothing

    μια φορα κι ενα καιρο πολεμησαμε μεχρι που γεμισαμε ο ενας τον αλλο πληγες.. δεν εκανα πισω ουτε εσυ.. γευτηκαμε τις λεπιδες μας με στιγμες ανακωχης.. τοτε μονο εβγαζες τη μασκα σου κι εβλεπα ενα αλλο προσωπο.. μη μ ερωτευτεις σου ειχα πει, θελω να πεθανω στα χερια σου μου απαντησες.. εμαθα, διαλυσα, γκρεμισα το κοσμο μου κι εσυ χαμογελουσες καθως χορευα αναμεσα στις σκιες.. μου υποσχεθηκες, δεν θα σ αφησω ποτε.. μα ειχες μια αγαπη πανω απο εμενα, πιο ψηλα.. περασαν πολλα φεγγαρια απο τοτε.. κι ακομα σε βλεπω αναμεσα στις σκιες να μου χαμογελας..
     
  7. Maelstrom

    Maelstrom Premium Member

    Γιατί ξεκινησες τετοιο νήμα? Γιατί θες να μου ξεσκίσεις τα σωθικά?

    Θα της μιλήσω όμως...

    Γιατί να θυμηθώ που με ξυπνούσε η μυρωδιά του κορμιού σου και με έκανε να σε ποθώ πριν αρχίσω να ζω τη μέρα.
    Με τη γεύση σου ακόμη στο στόμα ένιωθα τύψεις που κοιμηθήκαμε και δεν συνεχίσαμε τον ερωτα σ' εκείνο το λιβάδι που σου ειχα πλάσει με το αθώο τριφύλλι να σε χαιδεύει και να σου επουλώνει τις δαγκωματιές του πόθου μου στην πλάτη σου.

    Γιατί να είμαι ο καταραμένος που λάτρευα ακόμη και την απουσία σου.

    Που αγωνιούσα για τα σημάδια στους ώμους μας, τα βαθειά, εκείνα που λίγο ακόμη και θα είχαμε γευτεί το αίμα μας, αλλα τα συγχωρούσαμε αφού ηταν η απόδειξη οτι ειχαμε παραδοθεί ο ενας στον άλλον.

    Γιατί να ξαναθυμηθώ που σταματούσα να αναπνέω οταν ανοιγόκλεινες τα μάτια σου, αφου ακόμη κι αυτή η τοσο απλή αντανακλαστική σου κίνηση ήταν μια ιεροτελεστία που συνεβαινε μπροστά μου.

    Γιατί να ξαναζώ το χαμόγελό σου, που εσύ μου το χάριζες αθώα αλλα εγώ το έβλεπα σαν υπόσχεση ενος παραμυθιού που μόλις ξεκινούσε.

    Και μετά χάθηκα, χάθηκες, κι έμειναν οι αναμνήσεις να χορεύουν αλλαζονικά στο μυαλό μου. Και να μην πεθαίνουν ούτε με αλκοόλ ούτε με τσιγάρο.

    Γιατί?

    (Τον μισώ τον BadMaster που αρχισε το νήμα. Πολύ ομως....)
     
    Last edited: 26 Ιανουαρίου 2017
  8. mad_hatter

    mad_hatter You can always take more than nothing

    @BadMaster αφιερωμενο γιατι σκαλισες παλιουςδαιμονες υ.γ. δεν ειναι δικα μου λογια
    Sitting in the dark, I can't forget.
    Even now, I realize the time I'll never get.
    Another story of the bitter pills of fate.
    I can't go back again. I can't go back again...

    But you asked me to love you and I did.
    Traded my emotions for a contract to commit
    And when I got away, I only got so far.
    The other me is dead.
    I hear his voice inside my head...

    We were never alive, and we won't be born again.
    But I'll never survive with dead memories in my heart.

    You told me to love you and I did.
    Tied my soul into a knot and got me to submit.
    So when I got away, I only kept my scars.
    The other me is gone.
    Now I don't know where I belong...

    We were never alive, and we won't be born again.
    But I'll never survive with dead memories in my heart.

    Dead visions in your name.
    Dead fingers in my veins.
    Dead memories in my heart
     
  9. Είχες έρθει απρόσμενα και τόσο όμορφα. Ήξερα απο την πρώτη στιγμή οτι ήσουν κάτι ξεχωριστό. Και συνεχίζεις να είσαι κάτι ξεχωριστό ακόμη και τώρα.
    Γιατί ακόμα σε έχω μέσα μου, ακόμα θέλω να ξυπνάω και να βλέπω το χαμόγελό σου, ακόμα θέλω να σου μιλάω, να σε αγγίζω, ακόμα σε θέλω αλλά λείπεις...δεν είσαι πλέον πουθενά..
    Ξυπνάω το πρωί και νοιώθω τον λυγμό να ανεβαίνει σαν κόμπος στο λαιμό και να με πνίγει..πού είσαι; γιατί έφυγες; γιατί να πιστεύω οτι θα κρατούσε για πάντα εκείνη η αγκαλιά πριν κοιμηθούμε, που μου λεγες καληνύχτα, σ'αγαπώ..που με κρατούσες σφιχτά και μ'έκανες δική σου..
    Κι όχι..δεν μου αρκεί η ανάμνησή σου...θα προτιμούσα να μην την είχα, γιατί με τρώει αργά αργά και βασανιστικά..
     
  10. Μαύρη Ντάλια

    Μαύρη Ντάλια Η μόνη ανωμαλία είναι η ανικανότητα να ερωτευθείς.

    Σκακιερα...Βασω Ραπτογιαννη
    Η Μαύρη Βασίλισσα πήρε τη θέση της δίπλα στο Βασιλιά. Έτσι, γινόταν χρόνια τώρα, πριν από τον καιρό της, και σίγουρα έτσι θα συνεχιζόταν να γίνεται και μετά απ’ αυτήν. Το Λευκό και το Μαύρο Βασίλειο βρίσκονταν σε πόλεμο. Μια μάχη με ένα μόνο νικητή. Αλλά ο Βασιλιάς που αγαπούσε δεν ήταν αυτός που στεκόταν τώρα δίπλα της. Ήταν αυτός που στεκόταν στην απέναντι παράταξη με τη δική του Βασίλισσα στο πλευρό του.

    Τον είχε δει για πρώτη φορά, όταν άρχισαν οι Μεγάλες Διαπραγματεύσεις, για να αποφευχθεί ο πόλεμος. Ο Λευκός Βασιλιάς. Ο Βασιλιάς της. Τον ερωτεύτηκε, γιατί δε γινόταν αλλιώς. Και την ερωτεύτηκε κι εκείνος. Ήταν μια αμοιβαία καταστροφή. Ένα αμοιβαίο λάθος. Ήταν η κορυφαία πράξη του δράματος. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε εκείνη τη στιγμή. Ήταν αφελής. Γιατί οι Διαπραγματεύσεις απέτυχαν. Τα δύο βασίλεια κήρυξαν πόλεμο. Και τώρα στεκόταν ντυμένη στα μαύρα, χλωμή και ανέκφραστη με μια μόνο διαταγή. Να σκοτώσει το Λευκό Βασιλιά. Να σκοτώσει το Βασιλιά της.
    Εξήντα τέσσερα όμοια τετράγωνα. Άσπρο και μαύρο. Το πεδίο της μάχης. Τίποτα δεν ήταν θέμα τύχης. Υπάρχουν κανόνες σε κάθε πόλεμο. Υπάρχει ορισμένος χρόνος για κάθε κίνηση. Τα πιόνια που επιτίθενται και τα πιόνια που θυσιάζονται. Μοναδικός στόχος να πεθάνει ο αντίπαλος βασιλιάς. Σε κάθε σύγκρουση. Σε κάθε μάχη. Στα εξήντα τέσσερα όμοια τετράγωνα μοναδικός σκοπός είναι η νίκη. Αλλά ποιος κινεί τα πιόνια τελικά; Ποιος είναι αυτός που αποφασίζει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει; Ποιος είναι αυτός που κρατάει την καρδιά της στα χέρια του;

    Το καμπανάκι χτυπά. Οι αντίπαλοι παίρνουν τις θέσεις τους. Στέκεται και κοιτάζει ανίκανη να σταματήσει το φονικό. Ούτε δάκρυα δεν τρέχουν πια. Δεν έχει χρόνο να σκεφτεί, να νιώσει ή να τρέξει μακριά απ’ όλα αυτά. Ακίνητη, στο μαύρο της τετράγωνο, περιμένει υπομονετικά τη σειρά της. Την κίνησή της. Από παντού ακούγονται αλαλαγμοί και κραυγές. Θέλει να κλείσει τα αυτιά της. Να σωπάσουν όλα γύρω της. Αλλά δεν μπορεί. Δεν έχει χρόνο. Οι Λευκοί Στρατιώτες ξεκινούν πρώτοι την επίθεση. Οι Μαύροι αντεπιτίθονται. Πρώτο κύμα. Δεύτερο κύμα. Τρίτο κύμα. Οι επιθέσεις αλλεπάλληλες. Καμία πλευρά δε δείχνει έλεος. Οι περισσότεροι στρατιώτες πέφτουν νεκροί.

    Οι σάλπιγγες ηχούν. Οι ιππείς παρατάσσονται και εφορμούν. Οι στρατηγικές αλλάζουν με κάθε κίνηση του αντιπάλου. Τα μαύρα και τα άσπρα άλογα ξεκινούν τον άγριο χορό τους. Τα χλιμιντρίσματα, οι κλαγγές των όπλων και το αίμα κυριαρχούν. Κυρίως το αίμα. Έχει σταματήσει να βλέπει χρώματα πια. Παντού υπάρχει αίμα. Και η μοναδική εικόνα στο μυαλό της είναι το αίμα του Βασιλιά της στα χέρια της. Θέλει να ουρλιάξει. Θέλει να πεθάνει. Έχεις νιώσει ποτέ απόγνωση; Αυτό ήταν απόγνωση.

    Οι αξιωματικοί ουρλιάζουν διαταγές και συγκλίνουν για να προστατέψουν το Βασιλιά τους. Να πάρουν καινούριες αποφάσεις. Να εξετάσουν την κατάσταση του στρατεύματος. Μεγάλες μπάλες φωτιάς άρχισαν να εκτοξεύονται. Κραυγές ξανά. Αυτήν τη φορά όμως, ήταν κραυγές αγωνίας ανθρώπων, που καίγονται ζωντανοί. Βλέπει τη φωτιά και μυρίζει την καμένη σάρκα. Φτάνουν νέα. Ο αριστερός πύργος του Λευκού Βασιλείου έχει πέσει. Είναι θέμα χρόνου να πέσει και ο δεξιός. Οι μαύροι πύργοι είχαν ήδη μπει στη μάχη. Η Λευκή Βασίλισσα είχε πιαστεί αιχμάλωτη.

    Κομμάτι κομμάτι, όλα έμπαιναν στη θέση τους και ένιωθε τη στιγμή, που φοβόταν περισσότερο, να πλησιάζει. Είχε την εντύπωση πως αυτή η μάχη είχε διαρκέσει μέρες, ίσως και μήνες, αλλά ο χρόνος είναι σχετικός. Ο χρόνος είναι αμείλικτος. Και τόση ώρα δε φοβόταν για τη δική της ζωή. Δεν προσευχόταν για τη δική τους νίκη. Στο τέλος όμως δεν είχε καμία σημασία τι ήθελε εκείνη. Της είχε αφαιρεθεί, ξεκάθαρα, το δικαίωμα να αποφασίζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ζωή της δεν ήταν στα χέρια της.

    Την τάραξε το σούσουρο και ο αναβρασμός που επικράτησε. Ο αξιωματικός το είπε ξεκάθαρα. Ο Λευκός Βασιλιάς ήταν εκτεθειμένος. Η καρδιά της σταμάτησε. Όλα σταμάτησαν. Για λίγο. Ο Μαύρος Βασιλιάς γύρισε προς το μέρος της.

    «Πήγαινε», της είπε.

    Παγωμένα. Χωρίς ντροπή. Χωρίς συναίσθημα. Λες και διέταζε κάποιο από τα σκυλιά του να πάει να φέρει το θήραμα. Και αυτό δε διέφερε πολύ από την πραγματικότητα. Έγνεψε καταφατικά και άρχισε να κινείται. Μέσα στη νύχτα. Μέσα στα πτώματα και τις φωτιές και τα κατεστραμμένα οχυρώματα. Μέσα στα εξήντα τέσσερα όμοια τετράγωνα. Μπροστά, πίσω, δεξιά, αριστερά, διαγώνια. Δεν την ένοιαζε. Όλοι οι δρόμοι οδηγούσαν σε εκείνον.

    Στεκόταν θλιμμένος κοιτώντας το στρατό του να αποδεκατίζεται και το βασίλειό του να χάνεται. Της φαινόταν κουρασμένος και ταυτόχρονα η προσωποποίηση της δύναμης. Στα δεξιά ο πύργος έδινε τη μάχη του να κρατηθεί. Στα αριστερά οι αξιωματικοί προσπαθούσαν να απωθήσουν στρατιώτες. Οπότε οι πληροφορίες ήταν σωστές. Ο Βασιλιάς ήταν όντως εκτεθειμένος.

    «Εσένα έστειλε τελικά;»

    Δεν είχε γυρίσει να την κοιτάξει ακόμα, αλλά ήξερε ότι ήταν εκεί. Αισθάνθηκε τόσο λίγη για την αγάπη του. Δεν την άξιζε.

    «Ναι».

    «Καλά έκανε».
    Δεν μπόρεσε να κρύψει την έκπληξή της. Εκείνος την κοίταξε.

    «Δεν καταλαβαίνεις; Έτσι μπορώ να σε δω για τελευταία φορά. Από το δικό σου χέρι αντέχω χίλιους θανάτους».

    «Δεν μπορώ να το κάνω. Δε θέλω να το κάνω».

    Τα μάτια της είχαν βουρκώσει. Ήταν τόσο όμορφος. Τόσο δικός της εκείνη τη στιγμή.

    «Πρέπει».

    «Όχι. Δεν πρέπει. Μπορούμε να φύγουμε. Να τα αφήσουμε όλα αυτά πίσω μας. Να μην είμαστε πια η Μαύρη Βασίλισσα και ο Λευκός Βασιλιάς, άλλα μόνο εγώ κι εσύ. Μπορούμε!»

    «Δεν μπορούμε. Είμαι ο Βασιλιάς. Έχω χρέος απέναντι στους στρατιώτες μου και το βασίλειό μου. Να κερδίσω ή να πέσω στη μάχη. Δεν είμαι αυτός που θα το βάλει στα πόδια. Μη μου ζητάς να γίνω δειλός για χάρη σου. Δε θα με αγαπάς. Εγώ ένα βήμα, εσύ όλα τα βήματα. Θυμάσαι;»

    Την κοίταζε στα μάτια και δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Δε γινόταν κανένας πόλεμος γύρω τους. Δεν είχε πάει εκεί, για να τον σκοτώσει. Δε χρειαζόταν να κρύβεται και να φοβάται πια.

    «Θα σ’ αγαπάω έτσι κι αλλιώς».

    «Δε θα σου ζητούσα τίποτα περισσότερο».

    Έμειναν σιωπηλοί για λίγο ο ένας απέναντι στον άλλον, λες και αυτή ήταν όλη η ζωή που θα μπορούσαν να ζήσουν μαζί.

    «Έλα εδώ», της είπε.

    Εκείνη ήξερε. Εκείνη κατάλαβε. Έκανε την τελευταία της κίνηση. Την αγκάλιασε σφιχτά. Από εκείνες τις αγκαλιές που σου στερούν το οξυγόνο και που στο δίνουν ταυτόχρονα. Δεν υπήρχε τίποτα χλιαρό. Αυτή η αγκαλιά ήταν ολόκληρη μια κατάκτηση. Ήταν σειρά της τώρα. Τον φίλησε απαλά. Ίσα που ακούμπησε τα χείλη του. Δεν ήταν από τα φιλιά με πάθος, ήταν από ’κείνα τα φιλιά που ουρλιάζουν από ανάγκη. Κάρφωσε το μαχαίρι κατευθείαν στην καρδιά του. Γιατί εκείνη ήταν η καρδιά του.Η Μαύρη Βασίλισσα στάθηκε μόνη και αγέρωχη στα εξήντα τέσσερα όμοια τετράγωνα. Με λάθος ταίρι. Χωρίς ταίρι.

    Σαχ ματ.

    Ο Λευκός Βασιλιάς είναι νεκρός.
     
  11. Sandra1984

    Sandra1984 Goodbye

    ...δεν έχουν έρθει ακόμα.
    Τυχεροί όσοι τα ζήσατε!
     
  12. MrsBorealis

    MrsBorealis Me before you

    Υπάρχουν κάτι έρωτες, που δεν τους αγγίζει ούτε ο Θεός.
    Δεν είναι ανεκπλήρωτοι, δεν είναι πλατωνικοί, δεν είναι παραμυθένιοι.
    Είναι απλώς πραγματικοί, διαφορετικοί, απάτητοι, θεϊκοί.
    Τους αναγνωρίζεις αμέσως χωρίς δεύτερη σκέψη, για να επιβεβαιώσεις αν έκρινες σωστά ή λάθος.
    Ίσως γιατί ποτέ δεν είναι λάθος. Ίσως γιατί σ΄ αυτούς η σκέψη δε χωράει πουθενά.
    Δεν ταιριάζουν με το χρόνο, δεν διαλύονται από τη βροχή, δεν σταματάνε σε «πρέπει» και «ίσως».
    Οι λέξεις μέσα τους χωράνε κομμένες και ραμμένες σε πατρόν.
    Δεν ξεκινάνε ποτέ σε σωστές συνθήκες. Δεν ξεκινάνε ποτέ τη σωστή στιγμή.
    Το ραντεβού μαζί τους δεν είναι προσχεδιασμένο. Δεν ντύνεσαι, ούτε στολίζεσαι για να τους συναντήσεις.
    Φοράς τα παλιά σου παπούτσια, το άσπρο σου μακό, το στενό σου τζην, και εκεί που πας να βγάλεις το μπουφάν, αισθάνεσαι τον βοηθό του ταχυδακτυλουργού που προσπαθεί να σε εξαφανίσει.
    Προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις αν θα σε βρουν τα μαχαίρια, αν θα σε κόψουν τα σπαθιά, παραμένεις όμως να χαμογελάς στο κοινό που σε παρακολουθεί, σίγουρος ότι ο ταχυδακτυλουργός ξέρει να κάνει σωστά τα μαγικά του.
    Αποκτάς οντότητα στο χώρο.
    Καταλαμβάνεις περισσότερα τετραγωνικά χωρίς να αλλάζει το σχήμα σου, αρχίζεις και συνειδητοποιείς τα όργανα στο σώμα σου σαν να σε πονάνε, μαγεύεις την κούραση και τη χρησιμοποιείς προς όφελός σου, ξεγελάς τον ύπνο και τον αποδεσμεύεις για λίγο, για να μπορείς να ζεις περισσότερο.
    Η έλλειψη της επαφής γίνεται βασανιστήριο. Αισθάνεσαι μισός, παράλυτος, προβληματικός.
    Νιώθεις ότι σου λείπει κάτι που δεν είχες ποτέ μέχρι εκείνη τη στιγμή, και όμως γίνεται το απαραίτητο συστατικό για να μπορείς να συνεχίσεις τη ζωή σου.
    Και αναρωτιέσαι απλώς, πως είναι δυνατόν να σου λείπει κάτι που ποτέ δεν είχες.
    Γίνεσαι άφοβος, άτρωτος, συμπαγής.
    Πέφτεις από το γκρεμό χωρίς αλεξίπτωτο, τρέχεις με το αυτοκίνητο χωρίς φρένα, κάνεις τα δύσκολα εύκολα.
    Και μη βιαστείτε να πείτε για σύννεφα που σε ρίχνουν, ούτε για ταχύτητες που σε σκοτώνουν.
    Σε τέτοιους έρωτες δεν πέφτεις ποτέ, ακόμα και αν πέσεις. Δεν σκοτώνεσαι ποτέ, ακόμα και αν πεθάνεις.
    Δεν σε σκοτώνει ο έρωτας σου. Δεν σε σκοτώνει ο άνθρωπος σου.
    Και τα δύο είναι πάντα εκεί. Ακόμα και αν απομακρυνθείς, ακόμα και αν χωρίσεις.
    Δεν υπάρχει αρχή και τέλος. Αυτή είναι και η ουσία τους.
    Όπως δεν ξέρεις πότε και γιατί άρχισαν, έτσι δεν ξέρεις και πότε θα τελειώσουν.
    Είναι πάντα εκεί, πάνω στο δέρμα σου, μέσα στο μυαλό σου, κομμάτι της ψυχής σου.
    Σκοτωμένοι, αλλά αίμα δεν τρέχει από πουθενά, προδομένοι, αλλά χωρίς προδότη στο σκοινί.
    Τους περιμένεις, γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Τους θυμάσαι, γιατί δεν μπορείς να κάνεις τίποτα άλλο.
    Δεν τους μνημονεύεις, δεν τους κηδεύεις, δεν τους ξεχνάς.
    Ζουν ανάμεσα στη ζωή σου, στην καθημερινότητα σου, στις κουβέντες σου, στις κινήσεις σου, στην αναπνοή σου.
    Δεν έγιναν ποτέ εξομολόγηση για αμαρτία. Δεν συγχωρέθηκαν ποτέ με προσευχές και μετάνοιες.
    Δεν έγιναν συνήθεια. Ούτε ψέμα. Ούτε ανάγκη. Ούτε συμφέρον. Ούτε φυλακή.
    Γεννήθηκαν μέσα από ένα άσπρο μακό κι ένα μπουφάν ανοιγμένο.
    Γεννήθηκαν. Τελεία.
    Ζουν. Τελεία...

    Δήμητρα Καφρομάνη