Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΝΥΧΤΕΣ

    Καλά, θ’ απορροφήσουν κάτι και την έγνοια σου
    η μέρα, η κίνηση, η δουλειά σου, οι φίλοι,
    και θα μπορέσεις ύστερα να πας
    σε κάνα θέατρο ή κέντρον ή όπου αλλού.

    Όμως όταν τελειώσουν όλα
    τα θέατρα και τα κέντρα κλείσουν,
    και πουν οι Φίλοι καληνύχτα,
    και πρέπει να γυρίσεις πια στο σπίτι – τι θα γίνεi;

    Το ξέρεις πως η σκληρή, αδυσώπητη
    σε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.
    Θα ‘σαι μονάχος.

    Και τότες θα λογαριαστείτε.
    Θες ή δε θες θα μπουν κάτω όλα, να λογαριαστείτε.
    Θα ‘σαι μονάχος
    κι ανυπεράσπιστος απ’ το θέατρο και τα κέντρα,
    κι απ’ τη δουλειά σου και τους φίλους.

    Σε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.

    Θά ‘ρθει – δε γίνεται. Είν’ τόσο σίγουρη γι’ αυτό, και περιμένει.
    Είναι στο σπίτι και σε περιμένει.

    Κώστας Μόντης

    Από τη συλλογή τα τραγούδια της ταπεινής ζωής (Λευκωσία 1954)
     
  2. GCHL

    GCHL Hijo de la Luna

    Κατά στοίχον , ευμάρεια .
    Και απόλαυση των λουομένων
    στους αρμούς των κανόνων.

    Κατά μέτωπον, σύγκριση.
    Και ασκοί του Αιόλου
    πεπτωκότων δακρύων.

    Κατά στίχον προώθηση
    των νοημάτων «εμπάργκο».

    Κατά τύπον , η ελευθερία.
    Η ουσία της , δέσμευση.

    Ενεργώ άρα cogitο,
    Cogitο άρα υπάρχω.

    Τα ομοίως χιαστί διαγράφονται.
    Ενεργώ και υπάρχω αποσυντίθενται.
    Δεν αγαπήθηκαν σωστά οι λέξεις. ( Χρύσα Βλάχου)
       
     
  3. Το βράδυ της καταιγίδας

    Ω, οι κόκκινες ώρες της βραδιάς!
    Ιριδίζοντας σείεται στ’ ανοιχτό παράθυρο
    Χαοτικά πλεγμένο στο γαλάζιο, φύλλο κληματαριάς
    Μέσα φωλιάζουν φαντάσματα παραφοράς.

    Σκόνη στροβιλίζεται στη βρώμα του βούρκου
    Μαινόμενος χτυπά ο άνεμος τα τζάμια.
    Αστραπές νέφη εκτυφλωτικά
    Ένα κοπάδι από άγρια φαριά παρασέρνουν.

    Με πάταγο ραγίζει η επιφάνεια του βάλτου
    Γλάροι κρώζουν στου παραθύρου το καφάσι
    Πύρινος ιππότης από το λόφο καλπάζει
    Και τσακίζεται στων φλογισμένων ελάτων τα δάση.

    Άρρωστοι ουρλιάζουν στα νοσοκομεία
    Γαλαζωπό το φτέρωμα της νύχτας φτερουγίζει
    Τρεμοφέγγοντας ο υετός
    Αιφνίδια τις στέγες μαστίζει.


    Georg Trakl
     
  4. Stilvi

    Stilvi Nobody expects the Spanish inquisition! Contributor

    Walt Whitman (1819–1892). Leaves of Grass. 1900.

    I Sing the Body Electric

    I SING the Body electric;
    The armies of those I love engirth me, and I engirth them;
    They will not let me off till I go with them, respond to them,
    And discorrupt them, and charge them full with the charge of the Soul.

    Was it doubted that those who corrupt their own bodies conceal themselves; if those who defile the living are as bad as they who defile the dead?
    And if the body does not do as much as the Soul?
    And if the body were not the Soul, what is the Soul?

    The love of the Body of man or woman balks account—the body itself balks account;
    That of the male is perfect, and that of the female is perfect.

     
  5. lotus

    lotus Silence

  6. lotus

    lotus Silence

  7. alexad_Dom

    alexad_Dom New Member

  8. lotus

    lotus Silence

    Θυμάσαι φως μου, εκείνο που αντικρίσαμε κάποιο καλοκαιριάτικο πρωί τόσο γλυκό;
    Σ’ ενός μονοπατιού το στρίψιμο κειτότανε ένα ψοφίμι στα χαλίκια φριχτό!

    Με πόδια σηκωμένα σαν γυναίκα ακόλαστη, που φλόγα και φαρμάκια ο ίδρως της ξερνά,
    άνοιγε την κοιλιά του την δυσώδικη, νωχελικά και κυνικά εκεί δα!
    Ο ήλιος πάνω στη σαπίλα αυτή αχτιδόλαμπε για να την ψήσει όσο μπορούσε πιο πολύ,
    να ξαναδώσει στη μεγάλη φύση τρίδιπλα, ό,τι είχε μια φορά συνθέσει αυτή.
    Κι ο ουρανός κοιτούσε το λαμπρό το σκέλεθρο σα λουλουδιού μια ολάνοιχτη καρδιά.
    κι ήτανε τόση η δυσωδία, που `νιωθες να σου `ρχεται στα χόρτα σαν λιγοθυμιά.

    Πάνω στη σάπια αυτή κοιλιά οι μύγες βούιζαν, κι έβγαινε από κει μέσα μαύρη,
    η στρατιά των σκουλικιών που σαν λασπόνερο έτρεχε, στα σάρκινα κουρέλια της, τα ζωντανά.
    Κι όλ’ αυτά ανέβαιναν, σαν κύμα και κατέβαιναν, πετούσανε σαν σπίθες λαμπερές
    και το ψοφίμι φουσκωμένο, λες, απ’ άυλο φύσημα, εζούσε σε μυριάδες τώρα δα ζωές.
    Ζωές που ξέχυναν μια μουσική παράξενη, σαν του νερού που τρέχει και του αγέρα τη φωνή,
    ή σαν του σιταριού που ρυθμικά στο λιχνιστήρι του το γυροφέρνει ο λυχνιστής και το κουνεί.

    Κι οι φόρμες σβήναν, μοιάζαν πια σαν όνειρο, σα σχέδιο που ο καλλιτέχνης αρχινά,
    και το ξεχνάει στο τελάρο μισοτέλειωτο, αποτελειώνοντάς το μες το νου του μοναχά.
    Πίσω απ’ τα βράχια, κάποια σκύλα ανήσυχη μας κοίταζε με μάτι όλο θυμό,
    παραμονεύοντας να ξαναπάρει από το σκέλεθρο, το κόκκαλο που άφησε πάνω στο φευγιό.

    Κι όμως θα γίνεις σαν και το ψοφίμι αυτό το απαίσιο, σαν τη σαπίλα τούτη τη φριχτή,
    αστέρι των ματιών μου κι ήλιε, εσύ, της πλάσης μου, εσύ άγγελέ μου, αγάπη μου τρελή.
    Ναι, τέτοια θα γενείς, στις χάρες, εσύ ρήγισσα όταν την ύστερη πνοή θ’ αφήσεις της ζωής,
    και πας κάτω απ’ τα χόρτα, απ’ την παχιά την άνθηση για να σαπίσεις πλάι στους σκελετούς της γης!

    Πες στο σκουλίκι τότε, ωραία μου, που θα σε τρώει με φιλιά,
    πως στην καρδιά, τη φόρμα και τη θεία ουσία φύλαξα, του έρωτά μου του αποσυνθεμένου πια!

    Charles Baudelaire
     
  9. Σ΄έναν πρώιμα νεκρό

    Ω ο μαύρος άγγελος, που φάνηκε σιγά μέσα απ’ το δέντρο,
    πράοι όταν μαζί, το βράδυ, παίζαμε
    στο χείλος του γαλάζιου πηγαδιού.
    Ήσυχο ήταν το βήμα μας και τα στρογγυλά μάτια μες
    στη σκούρα παγωνιά του φθινοπώρου,
    κι αχ η πορφυρή γλυκύτητα των άστρων.

    Αυτός όμως κατέβηκε τα πέτρινα σκαλιά του Μένχσμπεργκ
    γαλάζιο χαμόγελο στην όψη και παράξενα κουκουλωμένος
    στα πιο ήσυχα παιδικά του χρόνια· και πέθανε·
    κι απέμεινε η ασημένια όψη του φίλου στον κήπο
    να κρυφακούει στη φυλλωσιά ή στο παλιό πέτρωμα.

    Η ψυχή τραγούδησε τον θάνατο, την πράσινη σήψη
    της σάρκας,
    κι ήταν το θρόισμα του δάσους,
    κι ο φλογερός ο θρήνος του αγριμιού.
    Διαρκώς ηχούσαν από μισοσκότεινους πύργους οι γαλάζιες
    καμπάνες του βραδινού.

    Κι ήρθε η ώρα, όταν εκείνος είδε στον πορφυρό ήλιο τους
    ίσκιους,
    τους ίσκιους της σαπίλας στο γυμνό κλαδί·
    βράδυ, όταν σε μισοσκότεινα τείχη τραγούδησε ο κότσυφας,
    γαλήνια στο δωμάτιο φάνηκε το πνεύμα του πρώιμα νεκρού.

    Ω το αίμα, που τρέχει απ’ το λαρύγγι εκείνου που ακούστηκε,
    γαλάζιο λουλούδι· ω το πύρινο
    δάκρυ μες στη νύχτα.

    Σύννεφο χρυσό και χρόνος. Συχνά στο έρημο δωμάτιο
    προσκαλείς τον νεκρό,
    βαδίζεις κάτω από φτελιές κι εμπιστευτικά συνομιλείς
    κατεβαίνοντας τον πράσινο ποταμό.

    Georg Trakl
     
  10. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Μερική έκλειψη

    Γεμάτη φως η θάλασσα και πέρα
    Σειρά τα λιόδεντρα ανηφορίζουν με τον μπάτη
    Στο μυαλό μου καίγονται δέντρα και κρεμασμένοι
    Κι ένας καπνός πετάγεται φτεροκοπώντας
    Κάργες τότε που ράντιζαν το θάνατο
    Στάχτη κι αποκαΐδια στα μάτια που βλέπουν
    Το απρόβλεπτο

    Μέσ’ από καμένο γυαλί πάλι ο ήλιος χαμογελούσε.

    Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου
     
  11. Bahar

    Bahar ...dark necessities are part of my design

    Ακατάλληλος για τρυφερότητα

    Είσαι ο πρώτος που μου πρότεινες έρωτα.
    Η πρότασή σου με αναστατώνει.
    Νιώθω ακατάλληλος για τρυφερότητα.
    Ως τώρα χτυπιόμουν από τοίχο σε τοίχο.
    Συνήθισα σε ψυχούλα και παρακάλια.

    Πες το μαζοχισμό, πες το όπως θέλεις,
    νιώθω ακατάλληλος για τρυφερότητα.

    ~Ντίνος Χριστιανόπουλος~
     
  12. brenda

    brenda FU very much

    Διθύραμβος

    Εμπόριο μεταξύ ανθρώπων και Θεών
    Ένας οργισμένος Διόνυσος, χωρίς όμως επίγνωση
    Τεμένη πόθων και παθών
    Ανίερα, οργιαστικά συμπόσια ψυχών
    Και συ...
    Κοιτάς σα να μην είσαι εκεί
    Εκών άκων στα παζάρια των σωμάτων
    Στα λείψανα ψυχών που ξεσκίζουν τις σάρκες τους
    Ακόμη κι οι καλύτεροι, εδώ, γίνονται απαίσιοι
    Υπέροχα απαίσιοι, αλλά φρικτά κοιμώμενοι
    Μια φύση Θεϊκή, στα σκουπίδια
    ''Λύθι ράμμα'' ούρλιαξε κι αυτός
    Όταν γεννήθηκε μέσα απ΄το πόδι του πατέρα του
    Δυό πόρτες, δυό είσοδοι
    Μία απάντηση σε πολλές α-λήθειες
    Κι η έκσταση για τους ορθόχασκους αγνώτες
    Γίνεται μία εξευτιλιστική διαδικασία, μια διεκπεραίωση
    Και συ...
    Νομίζεις πως διαφέρεις
    Από μια οργισμένη, παράταιρη μαινάδα
    Από έναν μαγεμένο ακόλουθο
    Μιας πλάνης παραγεμισμένης με χρυσόσκονη
    Από την κοιλιά της Σεμέλης και το πόδι του Δία
    Με διπλές ωδίνες και σήμερα
    Οι μικροί Διόνυσοι γεννιούνται


    Mε την άδειά Μου...brenda