Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Αυτοχειρία

    Κι αν ίσως κάποτε συμπράττω
    θύμα κι εγώ μοιραίων συσχετισμών...
    Ο ΛΗΞΙΑΡΧΟΣ, «Ο περιπατητής της παραλίας».

    Και βέβαια κάποτε συμπράττεις,
    κάποτε ακούσια προσχωρείς,
    ο χρόνος τήκεται νωρίς
    κι όλο σου γνέφει ο σχοινοβάτης.

    Κοιτάς σημάδια του προσώπου,
    ζεις σε μιαν άγνωστη εποχή,
    το τέλος είναι στην αρχή,
    το σύμπαν στο κλουβί του ανθρώπου.

    Πόλη θαμπή και κουρασμένη,
    μνήμη που γλείφει σαν σκυλί,
    κανείς δεν ξέρει ποιο σκαλί,
    το μάταιο βήμα κατεβαίνει.

    Κανείς δεν ξέρει ποιος ζυγώνει,
    ποιος στη σκιά καραδοκεί,
    ποιος στο κορμί σου κατοικεί,
    ποιος επιστρέφει από τη σκόνη.

    Στο μεταξύ πετούν μπαλόνια,
    γέμισε ο τόπος κομφετί,
    γίνεται ο θάνατος γιορτή,
    πωλούνται φέρετρα και χρόνια.

    Κάποιος ανοίγει την παρτίδα,
    κάποιος ορίζει την τιμή,
    σε παρασύρουν οι αριθμοί,
    στη φοβερή τους πλημμυρίδα.

    Χάνεσαι μέσα στη χοάνη,
    σε προσμετρούν στο ποσοστό,

    (Το πτώμα βρέθηκε ζεστό
    κι άγγιξε ο κρόταφος την κάννη).

    ( Ορέστης Αλεξάκης )
     
    Last edited: 26 Νοεμβρίου 2016
  2. Μυθοπλαστης

    Μυθοπλαστης τώρα που οι λέξεις παλεύουν να με βλάψουν.

    Αυτό το Άγχος , φόβος ,σαν άνθος με μανδύα τον τρόμο .
    και εμένα παραστάτη σε λάθος παρέλαση .
    Η λογική σε ρήξη στην κάθε μου στιγμή , αλλά και την προθυμία σε παρτούζα με την επιθυμία και των παράλογων δικαιολογιών.
    Μια άρρωστη επιθυμία . Η ντροπή μην προδώσω το Εγώ σε "εσένα" .
    Μην δειλιάσω , Μην ξεχάσω τι θέλω , Μην σκοτώσω την σκέψη μου , για μια σκέψη σου με Εμένα μόνο ,
    την σκατά φοβάμαι ? Δεν μ είχα πει δεν θα ξανά φοβηθώ ?
    .αυτό που έκανα έκλυση σε κάθε ανθρωπινή ή υπεράνθρωπη
    δύναμη για να το ζήσω
    και τελικά
    μόνο μια παρότρυνση φθίνει . Εγώ σαν απάνθρωπη δύναμη ήταν αρκετή για να μου το χαρίσει .

    μυθοπλάστης
     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Τρώες K.Π. Kαβάφη

    Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
    είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
    Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
    παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
    νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

    Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
    Ο Aχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
    βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—


    Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
    Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
    θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
    κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

    Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
    η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
    ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
    κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
    ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

    Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
    στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
    Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
    Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.
     
  4. Dark_Explorer

    Dark_Explorer Κλωθώ: ἄτρακτον στρέφειν Contributor

    ΤΩΡΑ... ΤΟΤΕ

    Τώρα που μπορώ λείπεις
    Τότε που φοβόμουν υπήρχες.
    Όταν κουραστώ και αποκάμω
    θάσαι σκιά.
    Όταν δακρύσεις
    θάχω γίνει ανάμνηση.


    (ΚΟΥΤΑΒΑ ΚΑΤΕΡΙΝΑ)
     
  5. el pastigio

    el pastigio Bis vivit qui bene vivit

    Τρία ἀπονύχτερα
    Ι.
    Ὢ οἱ θλιμμένες ὧρες
    Μέσα στὴν ψυχή μου
    ἀνάβουν νεκροκέρια
    ὢ καὶ νὰ κρατοῦσα
    καθὼς τώρα, πάντα,
    τὰ λευκά σου χέρια.

    Ὢ οἱ θλιμμένες ὧρες
    Τί μελαγχολία
    πάσα ἡ πλάση δείχτει
    ἔγνοιες μαυροφόρες
    πλέκουν λογισμέ μου
    γύρωθέ σου δίχτυ.

    Ὢ οἱ θλιμμένες ὧρες
    στ᾿ οὐρανοῦ τὸ δῶμα
    σιωπὴ καὶ λύπη
    κάθε μία στιγμὴ τῶν
    φεύγει, φεύγει ὠιμένα
    μ᾿ ἕνα καρδιοχτύπι.

    Ὢ οἱ θλιμμένες ὧρες
    ποῦ μου σιγολένε
    κάποιες ἱστορίες
    ὢ ποὺ τὴν ψυχή μου
    τὴ μαραίνουν κάποιες
    κρύφιες νοσταλγίες.

    Ὢ οἱ θλιμμένες ὧρες
    μέσα στὴ ψυχή μου
    ἀνάβουν νεκροκέρια
    ὢ καὶ νὰ κρατοῦσα
    καθὼς τώρα, πάντα,
    τὰ λευκά σου χέρια.

    ΙΙ.
    Νεκρωμένο φέγγος
    χύνει τὸ φεγγάρι
    στ᾿ ἀφρισμένο κύμα
    ποὺ γοργοκυλᾶ,

    νεκρωμένο φέγγος
    πίνει τὸ χορτάρι
    ποὺ στὰ κορφοβούνια
    σειέται σιγαλά

    Νεκρωμένο φέγγος
    ζώνει τὰ πλατάνια
    καὶ τὰ κυπαρίσσια
    τὰ ψηλὰ ψηλά

    νεκρωμένο φέγγος
    πλέκει σὲ στεφάνια
    τῆς ἀμυγδαλίτσας
    τ᾿ ἄνθια τὰ ἁπαλά

    Νεκρωμένο φέγγος
    μὲς στὸ κοιμητήρι
    σὲ σταυροὺς σὲ πλάκες
    σέρνεται δειλά

    νεκρωμένο φέγγος
    ἔχει ἀκόμα γύρει
    στὴν ψυχή μου ποὺ ἔρμη
    κλαίει σιωπηλά

    ΙΙΙ.
    Χύθηκε μὲς στὸν κῆπο σου
    σταλιὰ-σταλιὰ ἕνα βράδυ,
    στὶς ἀμπελίνες τὸ αἷμα σου
    καὶ στὸ περιπλοκάδι,

    κι οἱ σύφραχτες τὸ ρούφηξαν
    φριμμένες βαλσαμίνες
    καὶ μὲ λουλούδια κόκκινα
    ξημέρωσαν κι ἐκεῖνες

    Κι ὅσα ἄνθια κι ὅσα ἀνθόκλωνα
    μὲ τ᾿ ἄσπλαχνό σου χέρι
    μάζεψες κι ἀλαφρόστρωσες
    νὰ κάμεις μεσημέρι

    Φλογίστηκαν κι ἀναλυωσαν
    κι ἐγίναν ἄγριο ρέμα
    καὶ κοιμισμένη σ᾿ ἔπνιξαν
    μὲς στὸ δικό μου τὸ αἷμα.

    Μιλτιάδης Μαλακάσης
     
  6. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Στεκόταν απέναντί μου
    χαμογελαστός και παραδόξως ευτυχής
    Το πρόσωπό του άστραφτε στον ήλιο
    Και τα μάτια του γυάλιζαν σαν μικρά διαμάντια

    Του ’κανα νόημα να σταματήσει
    Μα εκείνος συνέχιζε να χαμογελά
    Όλο και πιο δυνατά
    Τόσο που το γέλιο του διαπέρασε
    Σαν φλεγόμενο βέλος
    Τις παγωμένες καρδιές των ανθρώπων

    Το πλήθος τρόμαξε
    Αμέσως κάρφωσαν όλοι το βλέμμα τους πάνω του
    Χωρίς να ξεκολλήσουν στιγμή
    Κι ύστερα ξεκίνησε το κυνηγητό

    Τον στρίμωξαν σε μια γωνιά
    Πρώτα με χέρια γυμνά του ξέσκισαν το στόμα
    Κι έπειτα το ’ραψαν χίλιους κόμπους

    «Και τώρα γέλα αν μπορείς»
    Του φώναξαν
    Καθώς απομακρύνονταν
    Ικανοποιημένοι
    Από τον τόπο του εγκλήματος
     
  7. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Θα ’ρθουν καιροί
    Που ακόμη και τα βαλσαμωμένα πουλιά
    Θα ανοίξουν
    Τις φτερούγες τους
    Και θα αποχωρήσουν περήφανα
    από τις βιτρίνες μας.
    Και εμείς
    Οι δήθεν ζωντανοί και παντοδύναμοι
    Πιο ηττημένοι από ποτέ
    Θα τα κυνηγάμε ασθμαίνοντας
    Και θα ανεμίζουν στον αέρα
    Ανήμπορες
    Οι μπαλωμένες μας απόχες


    Γ. Αγγελάκας
     
  8. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Είμαι κείνο το σκοτεινό σημάδι
    στην άκρη της ημέρας
    μην τολμήσεις ν’ αναπαυτείς
    στη δροσιά μου
    του θανάτου είμαι το προοίμιο
    μια άγρια αντίρρηση στο φως
    μη στοχαστείς ν’ αναπαυτείς
    στις υποσχέσεις μου
    είμαι η αναίρεση.


    Κερασία Γερογιάννη
     
  9. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Μέσα στον πυρετό

    Μέσα στον πυρετό
    που ενεδρεύει στο δάσος,
    ο μικρός καταρράχτης θα 'ρθεί.

    Στα καταχωνιασμένα παράθυρα
    θ’ ανθίσει το κοράλλι,
    ίσως το βλέφαρο της βροχής.

    Το χιόνι θ’ αχτινοβολήσει πάνω στα χείλη σου.

    Της νύχτας ο βαθύς ρυθμός
    θε ν’ ακουστεί
    για τελευταία φορά στα όνειρά σου.

    Και η κόμη σου θα εξαφανιστεί
    κάτω απ’ τη γη,
    σαν ένας λύχνος μες σε μια κρύπτη.

    ( Τάκης Βαρβιτσιώτης )
     
    Last edited: 3 Δεκεμβρίου 2016
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Μαρία

    Έξω από το παράθυρο έλαμπε το πέλαγος.
    Θα τρελαθώ αν χαθεί το πέλαγος, είπε η Μαρία.
    Έκρυβε με τα χέρια τη γυμνότητα,
    παράφορη, γυρίζοντας
    με μια τρομαχτικήν απόγνωση σ’ όλα τα κέντρα,
    σ’ όλους τους κινηματογράφους της πρωτεύουσας.
    Τον γύρευε. Ρωτούσε τους πορτιέρηδες επίμονα.
    Παραξενεύονταν που δεν τον είχε ιδεί κανείς.
    Που να 'ναι; που είναι; πες μου τώρα, πες μου εσύ.
    Πάντα γυμνή, τόσο άμυαλη. Και ξάφνου
    μέσα στο φως: Λευτέρη! φώναξε
    κι όρμησε πάνω του. Μα εκείνος
    ήταν βουβός, πολύ βουβός, ένας χαμένος
    ίσκιος. Και την έσυρε. Και πέθαναν.
    Τους πήρε το τιμόνι στον κατήφορο, τους τσάκισε
    τα κόκκαλα και τα νεφρά. Πολύν καιρό
    κατόπι μας βασάνισε η ψυχή τους.

    ( Τάκης Σινόπουλος )
     
  11. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η φεγγαράδα

    Από αίμα πουλιών πλημμυρισμένο,
    κρυμμένο μένει το φεγγάρι,
    πότε πίσω από δέντρα,
    πότε πίσω από θηρία,
    πότε πίσω από σύννεφα,
    με θόρυβο που ξεκουφαίνει τα φτερά αγγέλων.
    Κάτι θέλουν να πουν, κάτι σημαίνει,
    είναι ακόμα καλοκαίρι,
    όμως μια μυρωδιά από θειάφι φράζει το χειμώνα.
    Δεν έχει ούτε καρέκλα να καθίσεις
    και οι καρέκλες έφυγαν στον ουρανό.

    ( Μίλτος Σαχτούρης )
     
    Last edited: 3 Δεκεμβρίου 2016
  12. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Τα δέντρα τρέχουν βιαστικά

    Ένας άντρας τώρα είναι μαχαίρι,
    είναι καρφί, είναι κοντάρι,
    μια γυναίκα γυμνή είναι λίμνη,
    είναι λειμώνας, είναι ουρανός,
    ένα παιδί χωρίς ομπρέλα στη βροχή
    είναι τραίνο και στις ράγες του χρόνου
    ταξιδεύει.
    Ξημερώνει.
    Τα δέντρα στην πλατεία
    τρέχουν όλα βιαστικά.
    Και ακούω μέσα απ’ τους αιώνες
    άλλη μια φορά να πλησιάζουν
    των νικημένων τα βήματα.

    ( Νίκος Λάζαρης )