Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Πόνος, Θάνατος

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Lost Hours, στις 5 Μαρτίου 2009.

Tags:
  1. Lost Hours

    Lost Hours Premium Member

    Πόνος, Θάνατος

    part I : Το άγγιγμα του θανάτου

    Κάθε άνθρωπος έχει μία ιστορία να πει γιατί κάθε άνθρωπος κρύβει ένα μυστικό• αλλά δε λένε όλοι οι άνθρωποι ιστορίες. Ορμώμενος από το ένστικτο επιβίωσης μέσα στις σφαίρες της λογικής ο νους επιδέξια προφυλάσσει με τρομακτικές μορφές τα αιχμηρά μυστικά για να παραμείνουν ανέγγιχτα ώστε ο χρόνος αργόσυρτα να τα βυθίσει στην άβυσσο των μιασματικών από την φρίκη εμπειριών του καθενός• αλλά εγώ δεν στάθηκα τόσο τυχερός όπως ο κάθε άνθρωπος. Εγώ, αν και ασύνειδα προσπάθησα να εξαλείψω τις τερατώδεις εικόνες που διαδραματίστηκαν μπροστά στα μάτια μου, δεν πέτυχα παρά το προσωρινό ξεθώριασμα τους και την μετατροπή της υποψίας μου στην βεβαιότητα ότι όσο και αν το ανθρώπινο μυαλό εξασθενήσει, οι νοητικές του δυνατότητες φθαρούν και τα δωμάτια της μνήμης του σφραγιστούν διαδοχικά, οι αναμνήσεις που καθορίζουν τον καθέναν μας σαν ουλές παραμένουν στην ψυχή και αιφνίδια, με όλη την συσσωρευμένη ορμή του παρελθόντος θα αρχίσουν να αιμορραγούν όταν ακατάληπτα οι ψυχικές αντοχές καταρρεύσουν. Έτσι τώρα, η δική μου αιμορραγία γράφει τις λέξεις με το μολυσμένο αίμα μου αυτές τις στιγμές που ξαναζώ νοερά την φρίκη του παρελθόντος. Αυτός είναι ο δικός μου τρόπος, ο ύστατος, να κοιμίσω το τέρας που τα όνειρά μου στοιχειώνει. Αυτή η ιστορία είναι η τελευταία προσπάθεια μου να αντικρύσω εκείνη την νύχτα της απόλυτης φρίκης και να απελευθερωθώ από τα εφιαλτικά δεσμά της.

    Αν τα λόγια που ακολουθούν μοιάζουν να είναι ποτισμένα με υπερβολή, να μην βιαστείς αναγνώστη να τα χαρακτηρίσεις σαν τα αποκυήματα της φαντασίας ενός άρρωστου μυαλού που διέσχισε τα όρια της λογικής, γιατί εκείνα τα χρόνια ήταν βυθισμένα στο σκοτάδι και οι μοχθηρές πράξεις των ανθρώπων επισκιασμένες από αυτό ώστε λίγοι μπόρεσαν να έρθουν άθελα τους αντιμέτωποι με την δυνατότητα να δουν μέσα σε αυτό την δαιμονική μορφή που μπορεί να πάρει ο άνθρωπος όταν υπηρετεί μια ιδέα. Μα ποτέ δε μπορούσα να φανταστώ ότι θα ήμουν ένας από τους λίγους• όταν ήμουν ένας από τους πολλούς που εθελοντικά κατατάχθηκαν στον απελευθερωτικό στρατό της νέας εποχής για να πολεμήσουν την δογματική εξουσία που εξαθλίωνε τον λαό αυτής της χώρας. Στα δεκαέξι μου, οπλισμένος με το θάρρος του απεγνωσμένου, την φιλοδοξία του νεαρού μυαλού και την πείνα του άδειου στομαχιού, κατατάχθηκα μαζί με άλλους της ηλικίας μου στο σώμα πεζικού και ανέλαβα τα καθήκοντα ενός απλού τυφεκιοφόρου καθώς η γραμματικές μου γνώσεις δεν μπορούσαν να μου εξασφαλίσουν πιο περίοπτη θέση.

    Παρότι την σκληροτράχηλη εκπαίδευσή μου και τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης μέσα στις σπηλιές των βουνών ήμουν ευχαριστημένος και ψυχικά μπολιασμένος με την ανωτερότητα των σκοπών μας, όταν η πρώτη μου αποστολή με καλούσε να μεταφέρω σαν μέλος μιας ομάδας πεζικού τρεις γυναίκες από το φυλάκιο που βρισκόμουν, στο κοντινό χωριό. Η μνήμη μου θα βρίσκει πάντα την παλιά της ζωντάνια όταν με επαναφέρει στο λυκόφως της ευφροσύνης των συναισθημάτων που με κατέκλυζαν καθώς προετοιμαζόμουν για την αποστολή, πριν με καθηλώσει στην σκιά των αποκρουστικών εικόνων που ακολούθησαν την αποτυχία του σκοπού μας εκείνο το βράδυ. Η αυτοθυσία, η αναγνώριση και η συντροφικότητα που ζέσταιναν την καρδία μου στην σιωπηλή μας πορεία μέσα στο παγωμένο θαμνώδες οροπέδιο που φωτιζόταν από το ισχνό φώς της ημισελήνου με κράταγαν δεμένο με τους άλλους εννιά προπορευόμενους ανθρώπινους κρίκους της φάλαγγας που είχαμε σχηματίζει, μεταφέροντας τις τρεις γυναίκες που βρισκόντουσαν στο μέσο σε μία ασφαλή τοποθεσία. Αλλά πόσο άδοξα φτάσαμε στο τέλος μας! Πόσο εύκολα τα όνειρα της επιβράβευσης που τρέφονται με κοπιαστικές προσπάθειες μετατρέπονται σε εφιάλτη! Πόσο ακούσια, ανήμποροι δεχόμαστε την σκληρή μοίρα μας!

    Δεν πρέπει να είχαμε απομακρυνθεί αρκετά από την αφετηρία μας, όταν η μοίρα της φάλαγγάς μου έδειξε το αδυσώπητο πρόσωπό της με την μορφή ριπών πυροβόλων όπλων σχίζοντας την σιωπή της νύχτας, που ερχόντουσαν καταπάνω μας από κάθε κατεύθυνση. Έπεσα στο έδαφος όπως και οι συμπολεμιστές μου, προσπαθώντας μάταια να ανταποδώσω τα πυρά σε έναν αόρατο εχθρό. Και όταν τα όπλα σίγασαν και δυνατά φώτα φανών πέσαν προς το μέρος μας, είδα την ομάδα μου αποδεκατισμένη με τα μέλη της να κείτονται νεκρά, τις γυναίκες να ουρλιάζουν με φωνές που δε έφταναν στα βουλωμένα μου αυτιά και εμένα να περιμένω με ένα αδειανό από σφαίρες όπλο στα χέρια, τους πολλούς αντιπάλους μου που οι φιγούρες τους άρχισαν να διακρίνονται σε απόσταση, πριν χαθούν πάλι καθώς βυθιζόμουν στην νεκρική αγαλλίαση της λιποθυμίας.

    Όταν η κραυγή μου με ξύπνησε, ήμουν κουλουριασμένος σε ένα πλίθινο υγρό σκοτεινό κελί και προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν. Εικόνες από την ενέδρα ερχόντουσαν στα μάτια μου κόβοντας την ανάσα μου και φέρνοντας δάκρυα πανικού στα μάτια μου. Ο φόβος με είχε κατακλύσει, αλλά ο φόβος είναι ένα ανούσιο συναίσθημα άμα ο θάνατος είναι ακαριαίος, αλλά ο φόβος του πόνου μπορεί να αγνοηθεί με λογικές σκέψεις; Ποια λογική σκέψη μπορούσε να με σταματήσει να ψηλαφίζω πανικόβλητος τους μουχλιασμένους τοίχους της φυλακής μου για μία έξοδο, για μία ρωγμή, όταν άκουγα τις βαριές μπότες και τα γέλια των δεσμοφυλάκων μου να πλησιάζουν;
    Μου πέρασαν έναν σιδερένιο χαλκά στο λαιμό και σέρνοντας με μέσα σε ένα σκοτεινό διάδρομο με μετέφεραν σε ένα δωμάτιο που δε διέφερε πολύ από την φυλακή μου• ίδια μούχλα και υγρασία, εκτός από ένα πενιχρό κίτρινο φώς που έδινε μια αρρωστημένη όψη στα πρόσωπα των ανδρών που βρισκόντουσαν εκεί. Απασχολημένος με το πόνο στον λαιμό μου από το κόψιμο του ακατέργαστου μετάλλου δε διέκρινα εξαρχής τις μορφές τριών γυμνών γυναικών που ήταν επίσης λαιμοδεμένες με παρόμοιες αλυσίδες σαν την δική μου, στον έναν τοίχο, και με αναφιλητά με πρόσταζαν να δω πλέον ξεκάθαρα το χέρι του θανάτου που μας ακουμπούσε. Όταν δέσανε την αλυσίδα μου σε ένα χαλκά στον τοίχο και άρχισα να παρατηρώ με δέος το χώρο, δύο λέξεις άρχισαν να σφυροκοπούν το μουδιασμένο μου μυαλό με μια σιχαμερή μονότονη ακολουθία : ΠΟΝΟΣ, ΘΑΝΑΤΟΣ. Τίποτα άλλο δε θα υπάρξει εκτός από πόνο και θάνατο μπροστά στο σταυρό του Αγ. Ανδρέα, στο πλίθινο βωμό και στον πάγκο με τα τρομακτικά εργαλεία που μας περίμεναν καρτερικά μέσα στο επίγειο κολαστήριο μας.

    συνεχίζεται... ( Πόνος, θάνατος Part II: Το άγγιγμα του αγγέλου)