Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

ποίηση

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος amira, στις 5 Απριλίου 2007.

  1. trampledgr

    trampledgr Regular Member

    ΜΙΛΩ... (ΜΑΝΩΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ)

    Μιλώ:
    Για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
    Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
    Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες

    Μιλώ:
    Για τα λουλούδια που μαραθήκανε σους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
    Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
    Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους

    Μιλώ:
    Για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
    Για τις φλεγόμενες πόλεις, τα σωριασμένα κουφάρια σους δρόμους
    Τους μαστροπούς ποιητές που σέρνονται τις νύχτες στα κατώφλια

    Μιλώ:
    Για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
    Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες

    Μιλώ:
    Για τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.

    Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
    Π' αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του
    Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
    Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
    Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
    Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
    Κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π' άκρη δεν έχει
    Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει.

    Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους...
     
  2. hugger

    hugger Regular Member

    Θυμαμαι εβλεπα στην τηλεόραση ένα μικρό αφιέρωμα στο φεστιβάλ των Καννών. Και πάνω που είχα ηρεμήσει και έπινα τον καφέ μου, πέφτουν απανωτά, ένα πλάνο η Μάγκυ Τσεν με μαύρο φόρεμα με τρελό ντεκολτέ να χαιρετά, ένα ακόμα με τη Γκονγκ Λι να κοιτά υγρά τους φωτογράφους και ένα τελειωτικό, η Μόνικα Μπελούτσι να λικνίζεται ανάλαφρα, λες και ο χρόνος έχει γίνει πυχτός και δυσκίνητος και τα φλας να τη λούζουνε.

    Αυτό το ποίημα θα διαλεγα, οταν η ζωη ειναι παραδεισος,να με κοιτάνε, να έρχονται στο μέρος μου και να βαστά για μια αιωνιότητα η στιγμή που τ αρώματά τους βαράνε τα ρουθούνια μου και τα λεπτοδάχτυλα χέρια τους τείνουν στο δέρμα μου...

    Clopyright 2007. All Rights Reserved. Exit Left
     
  3. DocHeart

    DocHeart Δυσνόητα Ευνόητος

    "This Be the Verse" by Philip Larkin

    They fuck you up, your mum and dad.
    They may not mean to, but they do.
    They fill you with the faults they had
    And add some extra, just for you.

    But they were fucked up in their turn
    By fools in old-style hats and coats,
    Who half the time were soppy-stern
    And half at one another's throats.

    Man hands on misery to man.
    It deepens like a coastal shelf.
    Get out as early as you can,
    And don't have any kids yourself.
     
  4. llazouli

    llazouli Contributor

    Ελπίζω ότι δεν θα χάσει πολύ σ' αυτήν την απόπειρα μετάφρασης,
    κυνικοί οι στίχοι όμως τόσο αληθινοί, που σπάνε κόκαλα...

    Ο άνθρωπος παραδίδει μιζέρια στον άνθρωπο.
    Σαν κρηπίδα του γιαλού προχωράει το κακό.
    Ξέφυγε όσο πιο γρήγορα μπορείς,
    Και παιδιά να κάνεις μην διανοηθείς.

    Σ' ό,τι αφορά τον τελευταίο στίχο, η άποψη του Larkin για τη γέννηση παιδιών είναι πολύ ενδιαφέρουσα, ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να σοκάρει...
    "Είναι φρικτά, δεν είναι; Εγωιστικά, θορυβώδη, σκληρά, χυδαία και κτηνώδη".
    Απ' ότι φαίνεται η διαιώνηση του είδους, του ήταν παντελώς αδιάφορη  
     
  5. Apollyon

    Apollyon God's Demon Contributor

    Το Σκάκι

    Έλα να παίξουμε...
    Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου
    Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη
    Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη

    Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
    Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
    Έχουν πεθάνει από καιρό
    πριν από μένα

    Όλα, όλα και τ' άλογά μου θα στα δώσω
    Όλα, όλα και τ' άλογά μου θα στα δώσω
    Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω
    που ξέρει μόνο σ' ένα χρώμα να πηγαίνει

    δρασκελώντας την μιαν άκρη ως την άλλη
    γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
    μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
    αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις

    Έλα να παίξουμε...

    Ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου
    Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω!
    Τραβάνε μπρος σκυφτοί δίχως καν όνειρα

    Όλα, όλα, και τ' άλογά μου θα στα δώσω
    Όλα, όλα, και τ' άλογά μου θα στα δώσω
    Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω
    που έρει μόνο σ' ένα χρώμα να πηγαίνει

    δρασκελώντας την μιαν άκρη ως την άλλη
    γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
    μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
    αναστατώνοντας τις έριες παρατάξεις

    Έλα να παίξουμε...
    Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα...

    Μανωλης Αναγνωστακης
     
  6. trampledgr

    trampledgr Regular Member

    La cogida y la muerte (Το χτύπημα κι ο θάνατος)

    A las cinco de la tarde. Στις 5 το απόγευμα

    Eran las cinco en punto de la tarde. Ήταν ακριβώς 5 το απόγευμα

    Un niρo trajo la blanca sαbana 'Ενα αγόρι έφερε το σάβανο
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Una espuerta de cal ya prevenida Έτοιμος κι ο κουβάς με τον ασβέστη
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Lo demαs era muerte y sσlo muerte Παντού υπήρχε θάνατος και μόνο θάνατος
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    El viento se llevσ los algodones Έφερε ο άνεμος τα βαμβάκια
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Y el σxido sembrσ cristal y nνquel Το οξείδιο έσπειρε κρύσταλλα και νίκελ
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Ya luchan la paloma y el leopardo Παλεύουν το περιστέρι με τη λεοπάρδαλη
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Y un muslo con un asta desolada Και ο μυς με ένα κέρατο θλιμμένο
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Comenzaron los sones del bordσn Χορδές τυμπάνου ηχήσανε
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    Las campanas de arsιnico y el humo Αρσενικού καμπάνες και καπνός
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    En las esquinas grupos de silencio Βουβές παρέες στις γειτονιές
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    ΅Y el toro, solo corazσn arriba! Κι ο ταύρος, μόνο η καρδιά του σηκώθηκε
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    Cuando el sudor de nieve fue llegando Οταν ο ιδρώτας χιόνι γινόταν
    a las cinco de la tarde, στις 5 το απόγευμα

    cuando la plaza se cubriσ de yodo Όταν η πλατεία γέμισε με ιώδιο
    a las cinco de la tarde, στις 5 το απόγευμα

    la muerte puso huevos en la herida Ο θάνατος εκκόλαψε αυγά στην πληγή
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    A las cinco de la tarde. Στις 5 το απόγευμα

    A las cinco en punto de la tarde. Ακριβώς στις 5 το απόγευμα......

    Un ataϊd con ruedas es la cama Μια κάσα με καρούλια το κρεβάτι
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα.

    Huesos y flautas suenan en su oνdo Οστά και φλάουτα ήχησαν στα αυτιά του
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    El toro ya mugνa por su frente Ο ταύρος ανάσαινε στο μέτωπο του
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    El cuarto se irisaba de agonνa Η κάμαρα ιρίδιζε από αγωνία
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    A lo lejos ya viene la gangrena Από μακριά έρχεται η γάγγραινα
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    Trompa de lirio por las verdes ingles Σάλπιγγα θρήνου στα πράσινα λειβάδια
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    Las heridas quemaban como soles Οι πληγές του καίγανε σαν ήλιοι
    a las cinco de la tarde, στις 5 το απόγευμα

    y el gentνo rompνa las ventanas Κι ο κόσμος έσπασε τα παράθυρα
    a las cinco de la tarde. στις 5 το απόγευμα

    A las cinco de la tarde. Στις 5 το απόγευμα

    ΅Ay quι terribles cinco de la tarde! Α! Τι φρίκη στις 5 το απόγευμα
    ΅Eran las cinco en todos los relojes! Ήτανε 5 σε όλα τα ρολόγια
    ΅Eran las cinco en sombra de la tarde! Ήταν 5 και έπεφτε το βράδυ...........

    Μέρος 1ο από τον "Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας" του Frederico Garcia Lorca (1898 - 1936)
     
  7. lara

    lara Αυτοδεσποζόμενη Contributor

    Απάντηση: ποίηση

    Η Πολιτεία λωλάθηκε, κι απόπαιδα τα κάνει

    το Νου, το Λόγο, την Καρδιά, τον Ψάλτη, τον Προφήτη·

    κάθε σπαθί, κάθε φτερό, κάθε χλωρό στεφάνι,

    στη λάσπη. Σταύλος ο ναός, μπουντρούμι και το σπίτι.


    Από θαμπούς ντερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους

    κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.

    Χαρά στους χασομέρηδες! Χαρά στους αρλεκίνους!

    Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.


    Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,

    ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,

    κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,

    των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.



    Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,

    Και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι·

    Λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι

    Κι οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!


    Κωστής Παλαμάς


    Απόσπασμα από την ποιητική συλλογή "Η πολιτεία και η μοναξιά"-1912
     
  8. Το βδσμ έχει μέντορες, daddies, brats... Εχει παιδικότητα.
    Ενα ποίημα για το παιδί που ήμασταν κάποτε...

    Γιάννης Ρίτσος
    Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού (απόσπασμα)

    Χτες και προχτές, όλη νύχτα, πασκίζαμε να μετρήσουμε τ’ άστρα.
    Και τ’ άστρα είναι τόσα, όση κι η καρδιά μας, κι η καρδιά μας είναι
    πιο πολύ απ’ τ’ άστρα.
    Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά. Είχανε κλείσει ένα
    σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν
    κάτου απ’ το προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από
    πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.
    Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών χωρίς να βλέπουν
    στα νερά τη σκιά τους, κι ήτανε σα αγάλματα μικρά της ερημιάς και της
    γαλήνης.
    Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.
    Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα.
    Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη
    τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.
    Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου
    πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα.
    Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι δεν ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν.
    Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.
    Γι’ αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες
    τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά
    με το φεγγάρι.

    ΑΛΛΟΤΕ διαβάζαμε τα μαθήματα μας, κάναμε την προσευχή μας
    και λέγαμε πως δυό και δυό κάνουνε τέσσερα.
    Τώρα, δυό λουλούδια και δυό αχτίνες δεν κάνουνε τέσσερα – κάνουνε
    την ψυχή μας.
    Κι ένα τριαντάφυλλο και μια πεταλούδα δεν κάνουν δυό – κάνουν ένα
    Θεό.
    Κι ένας Θεός κάνει όλα.
    Λοιπόν, η ψυχή μας μαζί με την ψυχή του Θεού πόσα κάνει;
    Ο δάσκαλος δεν ξέρει.
    Εμείς το ξέρουμε πως κάνει: ένα.
    Το διαβάσαμε σήμερα στο ανοιχτό βιβλίο του ήλιου, σήμερα που
    ξεχάσαμε όλα τα βιβλία.

    Πάρνηθα, 1938
     
  9. i have to say
    i have to see
    the twilight moonlit
    the houses on hills
    all appear so blind
    at night
    the webs that bind them
    to the skies
    are golden, sparkling
    with blood and dust
    the angelic motes
    on beams of blood
    dance
    at night
    the trees turn under the rain
    pan lies dead
    from rut to rot

    i saw the lighthouses all fall
    small angels hold parasols
    and point to other skies
    the clacking on the fence
    is long and loud
    the noise of the fingers
    crack in my head
    behind my eyes
    between the bloodwalls
    that line the streets and the skulls
    forever
    the bonewhite temple
    letters piling up
    unanswered stars yawning together
    you may have this gift from me
    and i will send you nothing

    from what i see
    (and i see all)
    the green is going
    black peter arises
    with his sack chock full of tricks
    (and none of them eternal)
    black peter arises
    with his bag of blood
    (and none of this runs eternal)
    black peter arises
    and he smiles
    white teeth cap over the blackened stumps
    all the kings of all particular times
    have passed away
    and lie in gutters
    pretty as pink
    i thought that i had seen
    some bright new dawn
    the children all laid down and smiled
    the fires no longer smold and dullied
    i watched the trash
    that covered this world
    swimming in farces
    in mud and in blood
    without a care in the world
    the corpses are piled up almost to heaven
    chuckling or smiling
    and rubbing their hands
    without a care in the world
    and so we all lie dozing under the sun
    images of banality flick past our eyes
    as we bask in this paradise
    littered around us
    books of religion covering my feet
    and i haven't the time for a word

    but still i see cottages covered in honeysuckle
    the dovecots so full of the Birds in their thousands
    the cats lap at cream in their pussyland dream
    and they haven't a care in the world

    and then it shines
    we're all dust
    i drop the compasss and point out the pole
    and then it shines
    we're all dust
    so wait for me at niemandswasser
    as i watch the flowers bloom
    and trail the horseflies as they scream
    the songs we'll never know:
    it shines:
    that we're all dust
    it shines:
    we're all dust
    we're all dust
     
  10. Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, Κατευνασμός

    Το πάθος οδηγεί στην συντριβή. Ω, ποιός θα γαληνέψει
    ετούτη τη βαρύθυμη καρδιά, τα πάντα που έχει χάσει !
    Οι ώρες που γοργά φτερούγισαν, που νάναι τώρα;
    Προς τι λοιπόν; Μάταια συνάντηση στη γη το Ωραίο;
    Θολό το πνεύμα μου, αβέβαιες οι πράξεις, συγχυσμένες,
    δεν είναι στις αισθήσεις προσιτός ο υπέρτερος ο κόσμος !


    Με αγγελικά φτερά η Μουσική τώρα αιωρείται,
    μυριάδες αναπλέκονται, γλυκαναδεύουν τόνοι,
    και στην ανθρώπινη ψυχή διεισδύοντας, την αίγλη
    του Ωραίου, του Άφθαρτου, αφειδώλευτα σκορπίζουν.
    Το βλέμμα υγρό και σ'έκσταση βυθίζεται υπερτάτη.
    των ήχων την αξία και των δακρύων αισθάνεται τη θεία.


    Κι αλαφρωμένη έτσι η καρδιά, βλέπει ότι κι ακόμη
    και ζει -ναι -και κτυπά και να κτυπά ολοένα θέλει
    για να μπορεί να ευγνωμονεί, ομόθυμη, και πάντα,
    σαν αντιχάρισμα, γι αυτό το ανέλπιστο το δώρο.
    Και τότε αιστάνθηκε -αιώνια αυτή είθε να μείνει -
    την ευτυχία διπλή: και της αγάπης και των ήχων !
     
  11. brenda

    brenda FU very much

    “Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις,
    (η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις)”

    “Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
    για τα ωραία και μεγάλα έργα
    η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
    ενθάρρυνσι κ’ επιτυχία να σε αρνείται•
    να σ’ εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,
    και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
    Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις,
    (η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις),
    και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
    και πηαίνεις στον μονάρχην Aρταξέρξη
    που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
    και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.
    Και συ τα δέχεσαι με απελπισία
    αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
    Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’ άλλα κλαίει•
    τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
    τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα Εύγε•
    την Aγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.
    Aυτά πού θα σ’ τα δώσει ο Aρταξέρξης,
    αυτά πού θα τα βρεις στη σατραπεία•
    και τι ζωή χωρίς αυτά θα κάμεις.”

    K. Π. Kαβάφης, Η Σατραπεία
     
  12. brenda

    brenda FU very much

    (*Παραμονὴ τῆς μακρύτερης μέρας.)

    Γ. Σεφέρης, Θερινό Ηλιοστάσι - Θ'