Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Helmut Newton ο μεγάλος ερωτικός

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Photographer, στις 15 Ιανουαρίου 2006.

  1. Photographer

    Photographer Regular Member

    Ένας απο τους πιο αγαπημένους μου φωτογράφους είναι και ο Χέλμουτ Νιούτον.

    Στην έκφραση του χρησιμοποίησε και στοιχεία σαδο/μαζό αλλά οι εικόνες του είναι κυρίως φετιχιστικές.
    Οι γυναίκες στα πορτραίτα του έχουν διάφορους ρόλους αλλά η ματιά του εξυψώνει ακόμα και τους υποδεέστερους απο αυτούς τους ρόλους.
    Χήρες, κούκλες βιτρίνας, καμαριέρες, πόρνες, αυτόχειρες, κ.α. παρελάυνουν μπροστά απο το φακό του που τις συλλαμβάνει και μεταμορφώνει σε θεές.

    Αλλά ας ξεκινήσουμε βλέποντας μερικές απο αυτές...
     
  2. Photographer

    Photographer Regular Member

    Συνεχίζουμε με την ματιά του Νιούτον στα πόδια/πατούσες...
    Αλλά και μια αίσθηση γιγαντισμού που υπάρχει στα πορτρέτα του.
    Περισσότερα σε επόμενο...
     
  3. Nick258

    Nick258 New Member

    Ενας στοιχείο της καλής φωτογραφίας είναι η ψυχολογία του μοντέλου. Εχω την άποψη ότι εάν το μοντέλο τη στιγμή της φωτογράφισης είναι σε σεξουαλική διέγερση λτοτε το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό.
     
  4. Photographer

    Photographer Regular Member

    Πάνω που νόμιζα ότι το αφιέρωμα του Νιούτον δεν ενδιαφέρει κανένα, να τα δύο πρώτα μυνήματα. Ευχαριστώ και το συνεχίζω.

    Η ψυχολογία του μοντέλου παίζει μέγιστο ρόλο στο αποτέλεσμα και όλοι οι φωτογράφοι πορτραίτου το ξέρουν, και προσπαθούν με διάφορους τρόπους να ανεβάσουν την διάθεση για να λάμψει η ομορφιά εκ των έσω.

    Ο Χέλμουτ Νιούτον έχει κατα καιρούς ανάψει την φλόγα της αντιπαράθεσης καθώς κατηγορήθηκε απο το φεμινιστικό κίνημα ότι αντιμετωπίζει τις γυναίκες ως σκεύη ηδονής.
    Βέβαια οι περισσότεροι πιστεύουν (όπως και εγώ) ότι στην ουσία ακόμα και όταν παρουσιάζεται σε σχετικά υποδεέστερους ρόλους η γυναίκα εξυψώνεται απο τη ματιά του.
    Η ματιά του είναι στυλιζαρισμένη καθώς δεν κάνει ρεπορτάζ αλλά φωτογραφία glamour.
    Έτσι η γυναίκα παρουσιάζεται ερωτική, φιλήδονη, με αγάπη για το σώμα της αλλά και παιχνιδιάρα και με πιο ιδιαίτερα γούστα.

    Γυναίκες τραυματισμένες αλλά μάλλον όχι ανήμπορες...
     
  5. SM_Art_Lady

    SM_Art_Lady Contributor

    Helmut Newton:

    "SMART...NIGHTS"

    O Helmut Newton είναι ίσως από τους πιο πολυ-συζητημένους σύγχρονους φωτογράφους. Γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου του 1920 και ως έφηβος παρακολουθεί μαθήματα σε αμερικάνικο κολέγιο στο Βερολίνο. Από το 1936 έως το 1938 μαθητεύει στη γνωστή φωτογράφο (μόδας, πορτραίτου αλλά και γυμνού) Yva. Το 1938 φεύγει από τη Γερμανία και ζει για 2 χρόνια στη Σιγκαπούρη. Το 1940, πηγαίνει στην Αυστραλία, όπου ανοίγει φωτογραφείο. Το 1956 επιστρέφει στην Ευρώπη όπου αναγνωρίζεται για το εξαιρετικά ιδιόμορφο και τολμηρό του στυλ.
    Παραθέτω αποσπάσματα μικρού βιογραφικού του από πρόσφατη Κυριακάτικη εφημερίδα:


    Στα δώδεκα αποφάσισε να γίνει σπουδαίος φωτογράφος. Πέρασε τη θύελλα του Πολέμου, έγινε ζιγκολό, γύρισε τον κόσμο, φωτογράφισε έως και γάμους για να ζήσει και, 40 χρόνια μετά, τα κατάφερε. Η ιστορία του, όπως την περιγράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του, είναι ένας θρίαμβος της μοίρας και ένα μάθημα επιμονής.
    «Φορούσε μαργαριτάρια και εσώρουχα στο χρώμα του δέρματος ποτέ μαύρα. Μύριζε υπέροχα, πάντα Chanel Νο. 5. Θυμάμαι να την αγκαλιάζω και να νιώθω το δέρμα της. Νόμιζα ότι ήταν η πιο επιθυμητή γυναίκα στον κόσμο». Επειδή η περιγραφή ανήκει στον άνθρωπο που επί μισόν αιώνα σκανδάλιζε την Υφήλιο φωτογραφίζοντας γυμνές καλλονές - παγόβουνα, ίσως θεωρηθεί αναμενόμενη. Κι όμως... Ο Χέλμουτ Νιούτον έχει πάντα τον τρόπο να σοκάρει: οι παραπάνω φράσεις αναφέρονται στη μητέρα του.

    Κι έτσι ξεκινά η αυτοβιογραφία του...
    Μετά 283 σελίδες (και αμέτρητες φιλενάδες ή πόρνες), αισθάνεσαι λίγο - πολύ όπως και όταν κοιτάζεις τις διάσημες δουλειές του, τις «Λευκές Γυναίκες», τις «Άγρυπνες Νύχτες» ή τα «Μεγάλα Γυμνά»: ηδονοβλεψίας. Κάπως έτσι, άλλωστε, ξεκίνησε και ο ίδιος να συλλέγει εμπειρίες: Τον συναντάμε τεσσάρων ετών, ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, να κρυφοκοιτάζει στο ημίφως την γκουβερνάντα του. «Πρώτη φορά έβλεπα μια νέα γυναίκα μισόγυμνη».
    Αν και συγκαταλέγεται στους κορυφαίους της τέχνης του για τον 20ό αιώνα, ως ο άνθρωπος που καθιέρωσε τον όρο «πορνό σικ» και έδωσε στον αισθησιασμό το άλλοθι της υψηλής αισθητικής, ο Νιούτον δεν μέθυσε από την επιτυχία' η αφήγηση του διακόπτεται στις αρχές της δεκαετίας του '80, επειδή «το να γράφεις για τις επιτυχίες σου, μικρές ή μεγάλες, απλώς δεν ενδιαφέρει τον αναγνώστη. Το πώς έφτασες εκεί έχει σημασία». Δεν έχει κι άδικο. Ο νεαρός Γερμανοεβραίος Χέλμουτ Νοϊστάντερ, που ξεφεύγει από τους ναζί για να ξεκινήσει μια οδύσσεια επιβίωσης και ερωτικών περιπετειών, μοιάζει πολύ πιο ενδιαφέρων τύπος...

    Ο Newton σίγουρα είναι ένας πολύ περίεργος φωτογράφος. Το ίδιο του το στυλ και η άποψη δεν είναι εύκολα αποδεκτά από τον κόσμο. Μπορεί γιατί είναι τολμηρός και δε φοβάται να δείξει κατάμουτρα όλα τα ταμπού και τις απόκρυφες επιθυμίες μας. Ίσως γιατί δεν προσπαθεί να περάσει τα μεγάλα μηνύματα, όπως άλλοι μεγάλοι φωτογράφοι, αλλά απλώς είναι ο εαυτός του.

    "ΗΜΟΥΝ ΒΟΥΤΥΡΟΠΑΙΔΟ"

    Γεννήθηκε στο Βερολίνο στις 31 Οκτωβρίου του 1920, δύο μήνες πρόωρος. Η μητέρα του Κλάρα Μαρκίεβιτς ήταν μια γοητευτική νεαρή χήρα από καλή οικογένεια, σνομπ μέχρι του σημείου να απολύσει υπηρέτρια επειδή τη βρήκε «υπερβολικά καλοντυμένη». Ο πατέρας του, Μαξ Νοϊστάντερ, ήταν ένας παρασημοφορημένος πλην απένταρος στρατιώτης, στον οποίο η μοίρα επεφύλαξε δύο πολύτιμα δώρα: την καρδιά της Κλάρας και το εργοστάσιο κουμπιών του μακαρίτη συζύγου της. Ως βιομήχανος πάντως διέπρεψε και η οικογένεια απέκτησε όλα τα καλά του κόσμου.
    Αυτό που της έλειπε, ήταν η διορατικότητα: όταν οι πιο υποψιασμένοι Εβραίοι άρχιζαν να εγκαταλείπουν τη Γερμανία, το 1933 - 34, το ζεύγος Νοϊστάντερ δεν ήξερε τι εστί Μείη Καηιρί... «Ως παιδί ήμουν εξωφρενικά κακομαθημένος», γράφει ο Χέλμουτ, που πάνω από δύο μέρες δεν καταδεχόταν το ίδιο παιχνίδι. «Έπληττα πάρα πολύ εύκολα, ίσως γι' αυτό ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα να σκηνοθετήσω μια ταινία. Κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν μήνες, ίσως και χρόνια, πράγμα αδιανόητο για μένα. Αυτός είναι και ο λόγος που λατρεύω τη φωτογραφία και λέω ότι μια δουλειά που απαιτεί πάνω από τρεις μέρες, δεν αξίζει τον κόπο».

    Οι γονείς του δεν τον άφηναν να πιάνει κουπαστές σκάλας ή χρήματα, ούτε να παίζει στην παιδική χαρά. «Ήμουν τρομερό βουτυρόπαιδο, φοβόμουν τους πάντες και τα πάντα. Οι συμμαθητές μου με έδερναν, επειδή ήξεραν ότι δεν μπορούσα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Δεν βοηθούσε φυσικά και το γεγονός ότι η μητέρα μου με έντυνε και με χτένιζε σαν κορίτσι!».

    "ΕΝΑ ΚΟΥΡΕΜΑ ΜΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗ ΖΩΗ"
    Μέχρι ο πατέρας του να πατήσει πόδι και να τον κουρέψει γουλί, στα δώδεκα του («ποτέ δεν τον ευχαρίστησα, αλλά μου άλλαξε τη ζωή»), ο Χέλμουτ προσπάθησε σκληρά να παραμείνει αγοράκι: από τα έξι κλεινόταν στο μπάνιο με τα τολμηρά περιοδικά του μεγάλου του αδερφού, συνήθεια που, χρόνια μετά, υποχρέωσε τους γονείς να καλέσουν τον οικογενειακό γιατρό: «Προτιμώ να βρεις ένα καλό κορίτσι και να κάνεις "μπουμ -μπουμ". Είναι πιο υγιεινό και διασκεδαστικό», ήταν η συμβουλή του. Το καλό κορίτσι τελικά βρέθηκε στο κολυμβητήριο, όπου ο Χέλμουτ πήγαινε για να δυναμώσει και να χαζεύει τα βρεγμένα μάλλινα μαγιό να κολλάνε στα σώματα των κοριτσιών...
    Εν τω μεταξύ, ο μικρός είχε κολλήσει το «μικρόβιο» της φωτογραφίας. Δεν άργησε να αποκτήσει τη δική του μηχανή και να βγει στο μετρό του Βερολίνου για την πρώτη του απόπειρα: επτά «καμένες» φωτογραφίες και μια θολή, του πύργου της ραδιοφωνίας. «Μου καρφώθηκε η ιδέα ότι θα γινόμουν ένας σπουδαίος φωτογράφος. Με φανταζόμουν να γυρνάω τον κόσμο, να δείχνω την ταυτότητα μου και να μπαίνω παντού. Ήμουν δεκατριών ετών».

    Η αντίδραση του πατέρα του, δεν τον αποκαρδίωσε. «Το μόνο που σκέφτεσαι είναι οι φωτογραφίες και τα κορίτσια! Θα καταλήξεις σε κανέναν υπόνομο!» Για εκείνον, το να ασχολείται κάποιος με την ανερχόμενη τέχνη της εικόνας -είτε σινεμά είτε φωτογραφία- ήταν περίπου σαν να γίνεται σερβιτόρος ή μαστροπός. Όσο τα σύννεφα του ναζισμού πύκνωναν - το 1934 τα καφέ του Βερολίνου απαγόρευσαν την είσοδο στους Εβραίους και τα σκυλιά-τόσο μεγάλωνε και η αγωνία για την τύχη του μικρού Χέλμουτ, που ήταν άθλιος μαθητής και διόλου δεν ενδιαφερόταν να ασχοληθεί με το εργοστάσιο κουμπιών.
    Τελικά, η μητέρα του χρησιμοποίησε τις γνωριμίες της για να τον βάλει μαθητευόμενο στο στούντιο της διάσημης Βερολινέζας φωτογράφου Ιβα. «Κάθε Πέμπτη βράδυ μας άφηνε να χρησιμοποιούμε τον εξοπλισμό της και εγώ φωτογράφιζα τις φιλενάδες μου, ντυμένες με ρούχα της μαμάς, κοπιάροντας εικόνες περιοδικών μόδας. Ήθελα να γίνω φωτογράφος της Vogue!».

    ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ, ΟΛΑ ΧΑΘΗΚΑΝ...
    Η αντίστροφη μέτρηση για τους Νοϊστάντερ στο Βερολίνο άρχισε όταν οι ναζί έβαλαν έναν «Άρειο» αφεντικό του εργοστασίου. «Από αυτήν την άποψη, ο Χίτλερ έκανε χάρη σε μένα και τον αδερφό μου. Αν δεν ήταν οι ναζί, ο πατέρας μου θα επέμενε να γίνω ένας έμπορος κουμπιών. Αργά ή γρήγορα θα τα παρατούσα και θα του ράγιζα την καρδιά. Το έκανε ο Χίτλερ για μένα». Η Νύχτα των Κρυστάλλων, στις 9 Νοεμβρίου του 1938, βρήκε τον δίχρονο Χέλμουτ να κρύβεται στους δρόμους και στα σινεμά.
    Λίγες μέρες μετά ο πατέρας του συνελήφθη και η απόφαση της μεγάλης φυγής ελήφθη. Ένας αξιωματικός της Γκεστάπο, οικογενειακός γνωστός, εξέδωσε στον Χέλμουτ διαβατήριο με την ένδειξη Jew, Εβραίος. «Δύο μέρες πριν από την αναχώρηση μου, ο άνθρωπος που κάποτε ήταν ο πατέρας μου γύρισε στο σπίτι. Σοκαρίστηκα βλέποντας τον.

    Είχε συρρικνωθεί. Δεν έφερε ενδείξεις τραυματισμού, σωματικού τουλάχιστον, αλλά τον είχαν πληγώσει με όποιον τρόπο μπορεί κανείς να φανταστεί. Ποτέ δεν μου αποκάλυψε τι του συνέβη».
    Ο Χέλμουτ επιβιβάστηκε σε μια αμαξοστοιχία γεμάτη Εβραίους για την Τεργέστη και, από εκεί, στο πλοίο Conte Rosso, με προορισμό τη Σαγκάη της Κίνας, που δεχόταν ακόμη πρόσφυγες χωρίς να απαιτεί τα θηριώδη ποσά των 250 ή 500 λιρών, όπως η Αμερική και η Αγγλία. «Καθώς περνούσαμε το Μπρίντιζι, στάθηκα στην κουπαστή και ορκίστηκα ότι δεν θα γύριζα ποτέ, ποτέ ξανά στην Ευρώπη!».

    ΖΙΓΚΟΛΟ ΣΤΗ ΣΙΓΚΑΠΟΥΡΗ
    Με τις τσέπες γεμάτες κουπόνια που στο πλοίο είχαν αξία χρημάτων, ο Χέλμουτ αισθανόταν βασιλιάς, διασκέδαζε και κοιμόταν με μια παντρεμένη Βιεννέζα, ενώ ο άνδρας της κοπάναγε την πόρτα της καμπίνας. Η τύχη του χαμογέλασε ξανά, όταν το πλοίο έδεσε στη Σιγκαπούρη, που χρειαζόταν εργαζόμενους διαφόρων ειδικοτήτων. Η αρμόδια επιτροπή τον επέλεξε, ως φωτογράφο, για μια θέση στην εφημερίδα Strait Times. «Ήμουν ενθουσιασμένος! Η Σιγκαπούρη ήταν αγγλική αποικία, τακτική, καθαρή.
    Μπορούσες ακόμη και να πίνεις νερό από τη βρύση!». Πάνω στον ενθουσιασμό του, ξόδεψε τα τελευταία πέντε μάρκα του σ' έναν κινεζικό οίκο ανοχής, απόφαση για την οποία επρόκειτο να μετανιώσει δύο εβδομάδες μετά, όταν αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ικανός να φωτογραφίσει ούτε κοσμικό τσάι και απολύθηκε...

    Αυτήν τη φορά, ο φύλακας -άγγελος του πήρε τη μορφή της Βελγίδας Ζοσέτ Φαμπιέν, ευκατάστατης επιχειρηματία και μέλους της επιτροπής που του είχε χορηγήσει άσυλο. «Ήταν 34 ετών, μια μικροκαμωμένη γυναίκα με μακριά, κατακόκκινα νύχια, ξανθά μαλλιά, αισθησιακό στόμα, μπλε μάτια και λευκό, διάφανο δέρμα».
    Η διαφορά ηλικίας των 16 ετών δεν τους εμπόδισε να γίνουν εραστές κι εκείνη του άνοιξε ένα μικρό στούντιο, στον τελευταίο όροφο του πολυκαταστήματος Ρόμπινσον, για να φωτογραφίζει πορτρέτα με το ψευδώνυμο «Μarquis».
    Η σχέση του Εβραιόπουλου με τη μεγαλύτερη του Βελγίδα προκάλεσε σκάνδαλο, αλλά εκείνη ήταν υπερβολικά εγωίστρια για να τον αφήσει. «Όταν έγινα 19 ετών, μου χάρισε ένα ασημένιο ρολόι με σκαλισμένη τη φράση "Στον Μπεμπέ από τη Ζοσέτ". Η μετάλλαξη μου είχε ολοκληρωθεί. Ήμουν ένας αληθινός ζιγκολό».

    Ο αεικίνητος Χέλμουτ δεν άργησε να βαρεθεί και να αρχίσει τις νυχτερινές περιπλανήσεις στα καμπαρέ, όπου με την αγορά εισιτηρίου εξασφάλιζες συνοδό για χορό ή και περισσότερα - αν και τα κορίτσια δεν ήταν επισήμως πόρνες. «Για να ξεφεύγω από τη Ζοσέτ κλεινόμουν επί ώρες στη βιβλιοθήκη και χάζευα τις υπέροχες φωτογραφίες ανθρώπων όπως ο Brassai ή ο George Hurrell... Ξαφνικά, η επιθυμία μου να γίνω φωτογράφος με πλημμύρισε ξανά.
    Στη Σιγκαπούρη είχα χάσει κάθε επαγγελματική φιλοδοξία. Είχα γίνει ένας εκπαιδευμένος εραστής». Άφησε το «σημαδεμένο» διαβατήριο του να λήξει, έγινε ένας άνθρωπος χωρίς πατρίδα. Σκέφτηκε να καταταγεί στη Λεγεώνα των Ξένων, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε την ιδέα: «Ήμουν εραστής, όχι στρατιώτης».
    Μια ειδοποίηση από την αστυνομία έδωσε τέλος στην αβεβαιότητα: τον ειδοποιούσαν να παρουσιαστεί στο λιμάνι με όλα του τα υπάρχοντα. «Πάντα θα θυμάμαι τη Σιγκαπούρη σαν ένα πρωτοκλασάτο μέρος για δεύτερο-κλασάτους ανθρώπους...».

    Ο ΝΙΟΥΤΟΝ ΟΙ ΓΑΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΕΞΙΜΟ
    Επόμενος σταθμός του ήταν η Αυστραλία και το Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Τάτουρα Ένα. Ακολούθησαν δύο χαμένα χρόνια πίσω από συρματοπλέγματα, μέχρι το κράτος να αποφασίσει ότι θα ήταν καλύτερο να βάλει τους πρόσφυγες να δουλέψουν παρά να τους κρατάει κλεισμένους. Ο Χέλμουτ βρέθηκε να μαζεύει ροδάκινα σε μια φάρμα και, εν συνεχεία, κατετάγη στον Αυστραλιανό Στρατό, με ειδικότητα λουφαδόρου: κρατούσε τις δυνάμεις του για τις βραδινές εξόδους και τις φιλενάδες. Όταν ο πόλεμος τέλειωσε, είχε στο χέρι του ένα απολυτήριο στρατού και 100 λίρες μετρητά, τις οποίες ξόδεψε αμέσως για να αγοράσει «ένα υπέροχο Ford V8 του 1930».

    «Το 1946, παρακινημένος ξανά από τη φιλοδοξία μου να γίνω μεγάλος φωτογράφος, αποφάσισα να αλλάξω το όνομα μου. Το Νοϊστάντερ δεν ακουγόταν καλό για τη νέα περσόνα που είχα στο μυαλό μου. Αποφάσισα ότι το νέο αυτό πρόσωπο θα είχε δεσμούς με την παιδική του ηλικία, έτσι κράτησα το Χέλμουτ και επέλεξα το Νιούτον, που έμοιαζε μια καλή μετάφραση του αληθινού μου επωνύμου. Ορκίστηκα στον εαυτό μου να πείσω τον κόσμο ότι ήμουν ο Χέλμουτ Νιούτον».
    Άνοιξε ένα μικροσκοπικό στούντιο στη Μελβούρνη. Εκεί έμελλε να συναντήσει την ηθοποιό Τζουν Μπράουν, τη σύντροφο της ζωής του. «Ήταν όμορφη, έτσι της είπα να περάσει από το στούντιο μετά το κλείσιμο για να της τραβήξω δοκιμαστικές φωτογραφίες, όπως λένε ακόμη και σήμερα οι νέοι φωτογράφοι όταν θέλουν να κοιμηθούν με κάποιο μοντέλο. Εκείνη ήρθε αλλά δεν ενέδωσε, έτσι της ζήτησα να βγούμε κανονικό ραντεβού. Πήγαμε στο Mario's, ένα ακριβό εστιατόριο στη Μελβούρνη, κι εγώ αγωνιούσα για το λογαριασμό. Όταν ήρθε η στιγμή για το επιδόρπιο, εκείνη διάλεξε το ακριβότερο, κρεπ σουζέτ, επειδή της άρεσε η ιδέα να δοκιμάσει. Τι σκύλα!» Όταν παντρεύτηκαν, εκείνος είχε στην τράπεζα ακριβώς τρεις λίρες, που αντιστοιχούσαν σε 20 σημερινά δολάρια. Εκείνη τίποτα.

    Για να πληρώνουν τα τρόφιμα και το ενοίκιο, ο Νιούτον έκανε πορτρέτα και φωτογραφίες γάμων. «Σιχαινόμουν τους γάμους. Κάθε απόγευμα Σαββάτου έστηνα τη μηχανή μου έξω από κάποια εκκλησία, ανάμεσα σε τρεις - τέσσερις άλλους φωτογράφους. Έπρεπε να προσέχω, γιατί ο ένας προσπαθούσε να "κάψει" τις φωτογραφίες του άλλου, ανοίγοντας το πορτάκι του φιλμ. Έδινα την κάρτα μου και ήλπιζα ότι θα περάσουν από το στούντιο για να παραγγείλουν εκτυπώσεις». Με τον καιρό οι δουλειές μεγάλωσαν: φωτογράφιζε βιτρίνες και βρεφικά ρούχα για οδηγούς πλεξίματος ενώ άρχισε να συνεργάζεται με ένθετα της αυστραλέζικης Vogue. Το 1957, ήρθε η πρόταση για 12μηνο συμβόλαιο με τη βρετανική Vogue και ο Νιούτον παρέβη το νεανικό του όρκο: επέστρεψε στην Ευρώπη.

    ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ
    Αν και η άνθηση της πορνείας στο Λονδίνο τον συνάρπαζε, η πόλη δεν του φέρθηκε καλά. Η ποιότητα της δουλειάς του πήγαινε από το κακό στο χειρότερο, ενώ η έλευση του «αντιπάλου δέους», ενός πρωτοποριακού, ανερχόμενου φωτογράφου ονόματι Κλοντ Βέρτζιν, τον έκανε ράκος. «Ήμουν ένας αμόρφωτος τύπος από την Αυστραλία που δεν είχε ιδέα για το τι πρέπει να κάνει. Έδειχνα στην Τζουν τη δουλειά μου κι εκείνη η καημένη, για να μην κάνει κάποιο σχόλιο που θα με πλήγωνε, κουνούσε το κεφάλι της λέγοντας "Ω Χέλμουτ, ω Χέλμουτ..."». Με φθόνο έβλεπε τους διάσημους φωτογράφους της εποχής να έρχονται από το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη για να φωτογραφίζουν τις κολεξιόν μόδας' έκαναν, έλεγε, την πιο λαμπερή δουλειά που υπάρχει στον κόσμο. Απελπισμένος, πήρε την καθοριστική απόφαση να σπάσει το συμβόλαιο του και να εγκατασταθεί στο Παρίσι.

    Τα οικονομικά του παρέμεναν άθλια. «Τρώγαμε κρέας μία φορά την εβδομάδα και πίναμε κρασί του ενός φράγκου το λίτρο». Κι όμως, το Παρίσι του άνοιξε τα μάτια. «Ο θόρυβος από τα αυτοκίνητα, η μυρωδιά των Ζιτάν, κάθε μόριο του Παρισιού ήταν μια σκέτη απόλαυση. Έμαθα ό,τι ξέρω για τη μόδα από τους Γάλλους - το πώς γεννιούνται μαζί της, το πώς ντύνονται». Συναναστρεφόταν με πόρνες, τον μάγευε η έμφυτη αίσθηση του στυλ που είχαν... «Με συνάρπαζε η ιδέα ότι η γυναίκα είναι εμπόρευμα. Ότι μπορούσες να περπατάς σε ένα δρόμο με 200 ή 300 πόρνες, οι μισές από αυτές υπέροχες, μέρα μεσημέρι. Αυτό το μίγμα καθημερινής ζωής και αμαρτίας...».

    Το 1961, του δόθηκε η ευκαιρία της ζωής του: μια πρόταση να συνεργαστεί με τη γαλλική Vogue. «Η καριέρα μου απογειώθηκε. Εκεί, για 23 χρόνια, έκανα την καλύτερη δουλειά μου. Ήξερα ακριβώς τι φωτογραφίες ήθελα να βγάλω και ήξεραν ότι αν με ζητούσαν, θα έπαιρναν κάτι σέξι». Η δουλειά του άρχισε να προκαλεί αίσθηση και ο χρόνος που περίμενε για... τραπέζι στα καλά εστιατόρια μειωνόταν. «Ένα από τα μπόνους της διασημότητας είναι η ευκολία με την οποία μπορεί να κλείσει κανείς τραπέζι σε οποιαδήποτε πόλη του κόσμου. Τώρα, όποτε πηγαίνω στο Παρίσι, απλώς σηκώνω το τηλέφωνο και λέω: "Εδώ Χέλμουτ Νιούτον". Αλλά και πάλι, καμιά φορά χρειάζεται να περιμένω...».

    ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ: Η ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
    Παθιασμένος με τη δουλειά του και αποφασισμένος να γίνει ο καλύτερος στον κόσμο, ο Νιούτον φωτογράφιζε, έπινε και κάπνιζε ασταμάτητα. Το εγκεφαλικό επεισόδιο τον βρήκε με τη μηχανή στο χέρι, σε κάποιο δρόμο της Νέας Υόρκης. Σηκώθηκε, συνέχισε να φωτογραφίζει και ξανάπεσε - αλλά δεν μπορούσε να σηκωθεί ξανά.

    Για μια ακόμη φορά, στάθηκε τυχερός. Όταν η σύζυγος του έφτασε από το Παρίσι και μπήκε στο δωμάτιο του νοσοκομείου, ο γιατρός του ανακοίνωσε: «ήρθε ό,τι πιο πολύτιμο έχεις στον κόσμο!» Κι εκείνος απάντησε «Χα, ο εαυτός μου είναι ό,τι πιο πολύτιμο έχω στον κόσμο!». Η ιστορία έχει και δίδαγμα: «Πάντα πίστευα ότι η δουλειά είναι η καλύτερη θεραπεία. Η μικρή αυτόματη κάμερα που είχα μαζί μου στο νοσοκομείο με βοήθησε να ξεχάσω. Έχει κάτι το μυστηριώδες η φωτογραφική μηχανή. Πιστεύω ότι μπορεί να λειτουργήσει σαν παραπέτασμα ανάμεσα σε μένα και την πραγματικότητα».
    Τα τελευταία 20 χρόνια, ο Χέλμουτ Νιούτον ζει με την Τζουν στο Μόντε Κάρλο.

    Eφυγε ο φωτογράφος των γυναικών

    «Oτιδήποτε είναι όμορφο είναι ψεύτικο. Tο ωραιότερο γρασίδι είναι πλαστικό. Oι γυναίκες με ενδιαφέρουν πολύ. Tα μοντέλα καθόλου: είναι προϊόντα της δουλειάς μου». O προκλητικός, ο απαγορευμένος, ο εριστικός Xέλμουτ Nιούτον σπανίως έδινε συνεντεύξεις, απεχθανόταν οτιδήποτε καλαίσθητο. Aν και η ζωή του υπήρξε πολύχρωμη, το έργο του καταγράφηκε σε μίλια από ασπρόμαυρο φιλμ. Kινηματογραφικό και το τέλος του αφού έχασε τον έλεγχο της Kάντιλακ που οδηγούσε, μπροστά στο πιο πολυτελές και σκοτεινό ξενοδοχειακό συγκρότημα της Σάνσετ Mπουλβάρ στο Xόλιγουντ, στο οποίο συχνάζουν σταρ του σινεμά και της μόδας.

    Xλιδή και ντεκαντάνς, έννοιες που σημαδεύουν τη ζωή του διάσημου Γερμανού φωτογράφου-θρύλου που «έφυγε» στα 83 του χρόνια. Kάθε φωτογραφία του κοστίζει σήμερα μια περιουσία, ενώ η αμοιβή του για να συνεργαστεί με κάποιο περιοδικό ξεπερνούσε τα 5.000 ευρώ την ημέρα.

    Tι κρίμα που θα τον θυμόμαστε με εικόνες που εκείνος μισούσε ή απέρριπτε.«Δεν μου αρέσει να είμαι ούτε ρετρό ούτε νοσταλγικός». Προτιμούσε τις νύχτες, τις πόλεις και τα πορτρέτα αγαπημένων του προσώπων. Kι όμως, εμείς τον έχουμε συνδέσει με δίμετρες καλλονές, συνήθως γυμνές, με λευκή επιδερμίδα και σγουρά μαλλιά, πάντα έντονα μακιγιαρισμένες, με τακούνια-στιλέτο και σαδομαζοχιστική διάθεση.

    Oι γυναίκες του Xέλμουτ, γυναίκες αισθησιακές, ψυχρές, ανέκφραστες, απρόσιτες κούκλες βιτρίνας, δεν πρωταγωνίστησαν μόνο στις σελίδες των περιοδικών μόδας του πλανήτη αλλά και στα λευκώματά του (συχνά σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων), όπως τα «Femmes secretes», «White women», «Big nudes», «Sleepless nights», «A world without men». Ή όταν ο φετιχισμός συναντά τον ερωτισμό.

    «O σαδομαζοχισμός εξακολουθεί να με ενδιαφέρει. Kουβαλάω πάντοτε αλυσίδες και λουκέτα στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου, όχι για προσωπική χρήση αλλά για τη δουλειά μου, αν και θα πρέπει να πω ότι οι κόμποι που κάνω δεν είναι ποτέ σφιχτοί».

    O Helmut Neustadter, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, είχε πει ότι για όλα έφταιγε η γενέτειρά του, το Bερολίνο, οι μνήμες από τα καμπαρέ, τις ταινίες, τα πόστερ, τις μελωδίες της εποχής. «Hμουν ερωτευμένος με τη Mάρλεν Nτίτριχ από τα 12 μου», για να τη συναντήσει τελικά στη Nέα Yόρκη με την ελπίδα να τη φωτογραφήσει κιόλας με την πρώτη του μηχανή που αγόρασε το 1932, αλλά ο έρωτας δεν ήταν... κεραυνοβόλος και το πορτρέτο δεν έγινε ποτέ. H Mάρλεν, όμως, τον στοίχειωσε για την υπόλοιπη ζωή του.

    Oπως και η φωτογράφος και ηθοποιός Tζουν Eφ Mπράουν (γνωστή και ως Tζουν Mπρουνέλ αλλά και Aλις Σπρινγκς), την οποία παντρεύτηκε το 1948 για να τη χαρακτηρίσει «απόλυτη μούσα».

    Aπό το 1975 και μετά, η «επωνυμία» Xέλμουτ Nιούτον συνοδευόταν από εκρήξεις ενθουσιασμού αλλά και υστερίας που εξαπλωνόταν από τη Nέα Yόρκη στο Tόκιο και από εκεί στην Eυρώπη. Oι φωτογραφίες του φιλοξενούνται και σήμερα στα πιο... αποστειρωμένα μουσεία του κόσμου.

    Σε μία από τις σπάνιες εκμυστηρεύσεις του μπροστά στον τηλεοπτικό φακό της Tέιμς Tελεβίσιον, το 1978, είχε πει: «Λατρεύω τη χυδαιότητα. Mε προσελκύει αφάνταστα η κακογουστιά, ίσως γιατί είναι πιο συναρπαστική από το καλό γούστο, το οποίο δεν είναι τίποτε παραπάνω από μία στεγανοποιημένη άποψη να κοιτάς τα πράγματα. Aν δεν φωτογραφίζω ποτέ τους αδύναμους είναι γιατί το θεωρώ πράξη κυνισμού. Oνειρευόμουνα πάντα να γίνω παπαράτσι. Oμως, δεν φημιζόμουν για την ταχύτητα μου. Zηλεύω την επιθετικότητά τους.
    Eκείνος που φωτογράφησε την Tζάκι Ωνάση σε κάποιο ελληνικό νησί θα πρέπει να υπήρξε σπουδαίος φωτογράφος».
     
  6. SM_Art_Lady

    SM_Art_Lady Contributor

    ευχαριστώ rolfo... να και μια φορά που μου φάνηκες χρήσιμος  
     
  7. King^Style

    King^Style Regular Member

    Υπάρχει σχετικό site με τα έργα του Newton?
     
  8. Photographer

    Photographer Regular Member

    Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας στο αφιέρωμα, και τις απόψεις σας. Συνεχίστε έτσι και κάθε σχόλιο ευπρόσδεκτο.

    Όπως είδα επίσης στο BDSM Fetish links/gallery Newton τo μέλος proudslave δημοσιέυει την παρακάτω παραπομπή:

    http://www.art-forum.org/z_Newton/gallery.htm

    Μια και μιλήσαμε παραπάνω για πλαστικές κούκλες ανδρείκελα ας δούμε μερικές μέσα απο το φακό του Νιούτον...
     
  9. Photographer

    Photographer Regular Member

    Ο Χέλμουτ Νιούτον παρατηρούσε μεταξύ άλλων κάνοντας και ένα κοινωνικό σχόλιο ιδιαίτερα την άρχουσα τάξη.
    Αυτό που ίσως μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι η παιχνιδιάρα γυναίκα που πειραματίζεται με την σεξουαλικότητα και την εικόνα της αλλά και τα παιχνίδια που παραπέμπουν σε σαδό/μαζό καταστάσεις.

    Παρατηρήστε ιδιαίτερα τα τακούνια της μοναχής...
     
  10. Astir

    Astir Guest

    RE: RE: Helmut Newton ο μεγάλος ερωτικός

    Λυπάμαι, που θα ξεκινήσω με μια αρνητική απάντηση, αλλά με ερέθοσε ο τίτλος ερωτικός δίπλα στο όνομα του συγκεκριμένου φωτογράφου.
    Απλά καλός τεχνίτης, καλός χειριστής του φωτομέτρου και της σύνθεσης.
    Από εκεί και πέρα το χάος.
    Άδειες εικόνες, χωρίς ψυχή, χωρίς ζωή, πόσο μάλλον με συναίσθημα.
    Α.
     
  11. SM_Art_Lady

    SM_Art_Lady Contributor

    RE: RE: RE: Helmut Newton ο μεγάλος ερωτικός

    Αυτή είναι η τέχνη της φετιχιστικής καλλιτεχνικής φωτογραφίας.

    Ο Helmut Newton την αντιπροσωπεύει πλήρως.

    Kάτι που εσένα Astir δεν σε αγγίζει ερωτικά σε κάποιους άλλους δημιουργεί συναισθήματα και βλέπουν στις εικόνες του ψυχή και ζωή και "αντικείμενο" λατρείας.

    Έχουμε αντίθετη άποψη διότι βλέπουμε την εικόνα από διαφορετική οπτική γωνία ...  
     
  12. Astir

    Astir Guest

    Η Τέχνη δεν έχει να κάνει με οπτικές γωνίες.
    Η τέχνη, η μικρή. η εφήμερη, η απωθημένη, έχει.
    Μπορεί να είναι αληθινή και να εκφράζει τα όσα είχε μέσα του ο Newton αλλά αυτό από μόνο του δε φτάνει.
    Όσο για τη φετιχιστική τέχνη, αυτή δεν έχει καμιά σχέση με την ηδονοβλεπτική.
    Α.