Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Και τώρα τι ανθρωπάκο;

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 9 Μαϊου 2020.

  1. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Παρακάτω μπορείτε να βρείτε τον συγκλονιστικό επίλογο του ομώνυμου διηγήματος του Μαρκ Κλίφτον. Το ερώτημα που θέτει ο συγγραφέας δεν είναι αυτό που τονίζει στο τέλος αλλά πολύ πιο έμμεσο, τόσο που μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Δεν είναι BDSM λογοτεχνία αλλά αυτό το έμμεσο, το αδιόρατο ερώτημα νομίζω ότι έχει τεράστια αξία να απαντηθεί από τον καθένα μας.

    . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
    Από το σημείο που στεκόμουν τώρα έβλεπα ανθρώπινες σιλουέτες να κινούνται εδώ κι εκεί στο φόντο της φωτιάς. Πλησίαζα ολοένα και πιο κοντά, τρέχοντας σκυφτά από δέντρο σε δέντρο. Πλησίαζα προσεκτικά και αθόρυβα, μέχρι που οι μαύρες σιλουέτες απόκτησαν το χρώμα της σάρκας από τις ανταύγειες της φωτιάς. Μπορούσα ν' ακούσω τις βραχνές, μεθυσμένες από την έξαψη φωνές τους, και σύρθηκα πιο κοντά ως το σημείο που μπορούσα να ξεχωρίσω τις λέξεις.

    Ωστόσο και εδώ, όπως και στην εξίσου βαρβαρική συγκέντρωση που είχα αφήσει στην πόλη, απουσίαζε κάποιο στοιχείο. Δεν υπήρχε κανένας έμπειρος στο λιντσάρισμα ανάμεσά τους. Τουλάχιστον το Γραφείο Προσωπικού είχε την προνοητικότητα ν' αποκλείει υποψήφιους από περιοχές όπου το λιντσάρισμα αποτελούσε ενδημική διασκέδαση. Οι κατάλληλες λέξεις την κατάλληλη στιγμή θα έστρεφαν σκέψεις και πράξεις σ' ένα ξέσπασμα έσχατου σαδισμού, αλλά, όπως είχε τώρα το πράγμα, οι άντρες εδώ τριγύριζαν αμήχανα κι αβέβαια. Τους κέντριζε κάποιο πάθος, κάποια επιθυμία να κάνουν κάτι, αλλά δεν ήξεραν τι και πώς να το κάνουν... Ήταν σαν έφηβοι στην πρώτη τους επαφή με το σεξ.

    «Άντε, ας κάνουμε κάτι», φώναξε μια φωνή καθαρά. «Αν η κρεμάλα πέφτει πολύ για ένα γκούνι που προσπαθεί να είναι άνθρωπος, τι θα λέγατε για ένα κάψιμο; Ας το γδάρουμε ζωντανό και να πουλήσουμε μετά το τομάρι του. Θα είναι ένα καλό μάθημα για όλα τα γκούνις».

    Τότε είδα το γκούνι δεμένο ανάσκελα στο έδαφος, με ανοιχτά τα χέρια και τα πόδια. Δεν πάλευε να ξεφύγει, ούτε έκανε την παραμικρή προσπάθεια να το σκάσει. Φυσικά ήταν ένα γκούνι. Ένιωσα ένα κύμα ανακούφισης να με πλημμυρίζει, τόσο έντονο που μου έφερε ζαλάδα. Αν το γκούνι είχε αντισταθεί ή αν είχε προσπαθήσει να το σκάσει; δε θα χρειάζονταν κανέναν έμπειρο στο λιντσάρισμα για να τους πει τι να κάνουν, το ίδιο το γεγονός της αντίστασης θα ήταν αρκετό να τους μετατρέψει σε μανιασμένο όχλο που θα ενεργούσε σαν ένας άνθρωπος.

    Και τότε κατάλαβα, είχα βρει την απάντηση στο αίνιγμα που με βασάνιζε είκοσι χρόνια τώρα.

    Αλλά δε μου δόθηκε η ευκαιρία να το σκεφτώ περισσότερο τότε, γιατί συνέβη κάτι το απίστευτο. Πρέπει να είχε αναχωρήσει λίγες στιγμές μετά από μένα, και πρέπει να είχα μείνει κρυμμένος και δισταχτικός εκεί για πολύ περισσότερη ώρα απ' όση νόμιζα. Όπως και να 'χε, ντυμένη με το αστραφτερό της φόρεμα και βαδίζοντας ήρεμα σαν να 'κανε βραδινό περίπατο, η Μίριαμ Ουέλ. μαν μπήκε στο ξέφωτο και έφτασε στον κύκλο της Φωτιάς.

    «Παδιά! Παιδιά!» τους φώναξε προστακτικά, σαν να τα μάλωνε με τόνο θλιμμένο και δίχως το παραμικρό τρέμουλο αβεβαιότητας στη φωνή της. «Θα 'πρεπε να ντρέπεστε! Να βασανίζετε έτσι ένα δύστυχο ζώο! Δεν πρόλαβα να γυρίσω την πλάτη μου κι αρχίσατε τα δικά σας! Κι εγώ που σας είχα εμπιστοσύνη!»

    Ανατρίχιασα από την πλήρη ασχετοσύνη και την απίστευτη ηλιθιότητα αυτής της γυναίκας. Είχε έρθει απροστάτευτη ανάμεσα στον όχλο και τους μιλούσε σαν να ήταν καμιά τάξη με παιδάκια του νηπιαγωγείου! Αλλά τούτοι εδώ δεν ήταν παιδάκια! Ήταν ενήλικοι άντρες. Φρενιασμένοι, έτοιμοι να σκοτώσουν. Ούτε αντλίες νερού, ούτε δακρυγόνα, ούτε σφαίρες πολυβόλων δε σταματούσαν έναν τέτοιο ερεθισμένο όχλο στη Γη.

    Αλλά εκείνη τους σταμάτησε. Τους είδα να κοκαλώνουν απότομα, μουδιασμένοι από το σοκ, με τα στόματα να χάσκουν από κατάπληξη. Για δέκα αγωνιώδη δευτερόλεπτα έμειναν εκεί μαρμαρωμένοι σαν σε πίνακα ζωγραφικής, ενώ η δεσποινίδα Ουέλμαν σούφρωνε τα χείλη της και τους κοιτούσε αυστηρά. Ύστερα, αργά, σχεδόν ανεπαίσθητα, η εικόνα απόκτησε ζωή. Ένας ώμος χαλάρωσε στην αρχή, μετά μάτια χαμήλωσαν προς το έδαφος, ένα αμήχανο χαμόγελο, κάποια μύτη παπουτσιού που άρχισε να σκαλίζει νευρικά το χώμα... Κάποιος από τους πιο πίσω προσπάθησε ν' απομακρυνθεί με τρόπο στο σκοτάδι.

    «Α, μην το κουνάς από κει, Πήτερ Μπλάκμπερν!» τον πρόσταξε αυστηρά η δεσποινίδα Ουέλμαν σαν να μιλούσε σε τετράχρονο μπέμπη. «Έλα αμέσως εδώ και λύσε τούτο το κακόμοιρο το γκούνι. Ντροπή σου! Κι εσύ. Καρλ Εστ, θα 'πρεπε να ντρέπεσαι. Τι πράγματα είναι αυτά!». Τους κατονόμασε έναν έναν με τα ονόματά τους, μαστιγώνοντάς τους με φράσεις που θα ταίριαζαν σε παιδάκια• ποτέ σε άντρες.

    Ναι. ήταν επαγγελματίας και ήξερε τι έκανε. Και είχε δίκιο για όσα μου είχε πει... αν είχα επέμβει. μπορεί να έκανα ανυπολόγιστη ζημιά.

    Δεν θα τους σταματούσε η χρήση δύναμης. Θα τους ερέθιζε ακόμη περισσότερο, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά του πάθους τους. Θ' απολάμβαναν την ηδονή της αντίστασης του θύματος. Θα αποκτούσε έτσι οντότητα κάτι κούφιο. Η αντίσταση θα ήταν ζωτικό στοιχείο, το αναγκαίο συστατικό που θα τους έδινε την ικανοποίηση του βιασμού αντί για την απογοήτευση της παθητικής, αδιάφορης αποδοχής.

    Αλλά η γυναίκα τους είχε αιφνιδιάσει με μια ψυχρολουσία, με το να μην αναγνωρίσει τον ώριμο αντρισμό και τον κίνδυνο της ρώμης τους. Τους είχε φερθεί σαν να 'ταν άτακτα παιδιά... κι έτσι ακριβώς έβλεπαν τώρα τον εαυτό τους.

    Τους παρακολουθούσα σαν πίσω από μια θολούρα ενώ εκείνοι, μέσα στη δική τους ζαλάδα, έλυναν το γκούνι και το σήκωναν προσεκτικά στα πόδια του σαν να φοβόνταν μην το πονέσουν, Το γκούνι τους κοίταζε με τα μεγάλα, λαμπερά μάτια του, δίχως φόβο και δίχως απορία. Φαινόταν μόνο σαν να τους έλεγε πώς ό,τι κι αν ήθελε ο άνθρωπος θα του το πρόσφερε.

    Με απόλυτη ανεμελιά, η δεσποινίδα Ουέλμαν πλησίασε και πήρε το γκούνι από το χέρι. Το οδήγησε προς το αμαξάκι της που περίμενε στην άκρη των δέντρων. Έδωσε οδηγίες στο γκούνι της και δίχως να ρίξει δεύτερη ματιά πίσω της ξεκίνησε και χάθηκε στο σκοτάδι.

    Ακόμη και σ' αυτό είχε δείξει πόσο μάστορας ήταν στην τεχνικής. Δίχως καμιά βιασύνη, είχε απομακρυνθεί πριν τους δώσει καιρό να θυμηθούν ότι ήταν όχι παιδιά αλλ' αποφασιστικοί, οργισμένοι άντρες.

    Έμειναν να κοιτάζουν πίσω της στο σκοτάδι. Ύστερα, σκυφτοί και πράοι, δίχως να κοιτάζονται, σαν να απεχθάνονταν ο ένας τον άλλο, τράβηξαν προς τα αμαξάκια τους που περίμεναν από την άλλη μεριά κοντά στο μονοπάτι.

    Το γλέντι είχε τελειώσει.

    Για κείνους που θεωρούν τη βίαιη δράση σαν αυτοδύναμο σκοπό, η ιστορία τέλειωσε εδώ. Το γκούνι σώθηκε και θα ξαναγύριζε κοντά μου. Οι ανθρώπινες εστίες μόλυνσης είχαν απομονωθεί και θα ξαποστέλνονταν πίσω στη Γη, όπου η αρρώστια τους είναι ενδημική και δε θα έκανε εντύπωση. Ο Πωλ Τάυλερ θα γινόταν πάλι δεκτός στην κοινωνία των ανθρώπων. Η Μίριαμ Ουέλμαν θ' αναχωρούσε σύντομα για την επόμενη αποστολή καυτηριασμού, σε κάποια διαφορετική κατάσταση, όπου θα εφάρμοζε διαφορετικές αλλά εξίσου αποτελεσματικές τεχνικές. Η Εταιρία θα γλίτωνε από πολλούς ζημιογόνους μπελάδες. Ο Λίμπο θα ξαναγύριζε στη σύνεση και τη λογική, και οι καινούριοι θα γίνονταν σιγά σιγά γνήσιοι Λιμποανοί, ακίνδυνοι πια μετά τον εμβολιασμό τους.

    Αλλά η ιστορία δεν είχε τελειώσει για μένα. Ποιος ο λόγος να κάνεις κάτι αν, πέρα από κάποια μανιοκαταθλιπτική ανακούφιση, η πράξη σου δεν έχει νόημα; Ανάμεσα σε όλ' αυτά, η απάντηση ότι αίνιγμα των γκούνις μου είχε έρθει σαν ουρανοκατέβατη. Αλλά η απάντηση δεν έλυνε τίποτα απλώς δημιουργούσε πολύ μεγαλύτερα ερωτήματα.

    Κοιμήθηκα άσκημα στο σπίτι μου εκείνη τη νύχτα, τόσο άσκημα που η Ρουθ ανησύχησε και με ρώτησε αν μπορούσε να βοηθήσει σε τίποτα.

    «Τα γκούνις», ψιθύρισα άθελά μου, καθώς ατένιζα με μάτια στο σκοτάδι. «Εκείνη η πρώτη ομάδα των πρώτων κυνηγών… Αν τα γκούνις το είχαν βάλει στα πόδια, θα έδιναν ο' εκείνους τους ανθρώπινους κυνηγούς αυτό που γύρευαν για να δουν το πράγμα σαν σπορ. Ύστερα από ένα ικανοποιητικό κυνηγητό, οι άνθρωποι θα έβρισκαν και θα εξόντωναν τα γκούνις ως το τελευταίο. Αν κρύβονταν, θα πρόσφεραν στους διώκτες τους ένα άλλο είδος απολαυστικού κυνηγιού, μέχρι που θα τα ξετρύπωναν ένα-ένα και θα τα σκότωναν όλα. Αν αντιστέκονταν βίαια, θα πρόσφεραν στον άνθρωπο την ηδονή της μάχης, και το αποτέλεσμα θα ήταν πάλι η εξόντωση των γκούνις».

    Η Ρουθ έμεινε σιωπηλή δίπλα μου, δίχως να βγάζει άχνα, αλλά ήξερα ότι δεν κοιμόταν.

    «Πάντοτε πίστευα ότι τα γκούνις δεν είχαν το ένστικτο της επιβίωσης», συνέχισα. «Αλλά κατέφυγαν στη μόνη δυνατή μέθοδο για να επιβιώσουν. Μονάχα με την απόλυτη συμμόρφωση στις επιθυμίες του ανθρώπου θα ήταν δυνατό να γλιτώσουν από την πλήρη εξολόθρευση. Μονάχα με το να μην προβάλλουν την παραμικρή αντίσταση σε τίποτα. Πώς το ήξεραν, Ρουθ; Πώς το ήξεραν; Στην πρώτη επαφή δεν είχαν καμία πείρα από τον άνθρωπο. Κι ωστόσο το ήξεραν. Όχι απλά μερικοί σοφοί γέροι τους, αλλά όλοι αμέσως και ταυτόχρονα, ως και το τελευταίο μωρό. Τι είδους νοημοσύνη να διαθέτουν...»

    «Προσπάθησε να κοιμηθείς, καλέ μου», είπε η Ρουθ τρυφερά. «Προσπάθησε τώρα να κοιμηθείς. κι αύριο μέρα είναι, και θα τα πούμε. Σου χρειάζεται λίγος ύπνος...»

    Δεν το κουβεντιάσαμε την άλλη μέρα. Το μεγαλύτερο ερώτημα που είχε γεννηθεί μέσα μου είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά. Δεν μπορούσα να κουβεντιάσω για τα γκούνις. Έκανα τη δουλειά μου σαν υπνωτισμένος και, αργά το απόγευμα, νιώθοντας μια ακατανίκητη έλξη, είπα στα γκούνις μου να με πάνε ως το Λόφο του Κάρσον. 'Ήξερα ότι θα ήμουν μόνος εκεί.

    Το ξέφωτο ήταν άδειο και τα πατημένα φύλλα της χλόης είχαν αρχίσει πάλι να στέκουν όρθια. Η Φωτιά είχε αφήσει ένα σωρό από στάχτες και μαυρισμένες πέτρες. Θα περνούσε χρόνος πριν σβηστεί η ουλή αυτή, αλλά κάποτε θα έσβηνε. Οι ήλιοι του απομεσήμερου έστελναν φωτεινές δέσμες μες από τα δέντρα, και βρήκα το παλιό αγαπημένο μου σημείο. Τότε που, είκοσι χρόνια πριν, καθόμουν κι αγνάντευα πέρα μια απάτητη κοιλάδα, αποφασισμένος να την κάνω μια μέρα δική μου.

    Κάθισα εκεί κι αγνάντεψα πέρα στην κοιλάδα μου. Θα 'πρεπε να νιώθω μια αίσθηση κατορθώματος, την ικανοποίηση της μεγάλης επιτυχίας. Αλλά η κοιλάδα μου ήταν σαν τις στάχτες της σβησμένης φωτιάς. Γιατί, τι είχα στ' αλήθεια πετύχει;

    Να επιβιώσω; Και τι αποδείκνυε αυτό, πέρα από το γεγονός ότι μπορούσα να επιβιώσω; Πηγαίνοντας στ' άστρα και κατακτώντας το σύμπαν, τι άλλο είχε αποδείξει ο άνθρωπος πέρα του ότι μπορούσε να το κάνει; Τι παραπάνω αποδείκνυε τώρα που δεν είχε ήδη αποδείξει ο πρωτόγονος άνθρωπος των σπηλαίων όταν κατάκτησε τη ζούγκλα αρκετά για να τρώει δίχως να τον τρώνε;

    Ήταν η επιβίωση το τέλος και ο σκοπός; Και όλες εκείνες οι ευγενείς βλέψεις του ανθρώπου; Πόσο γρήγορα τις πετούσε στα σκουπίδια όταν κινδύνευε η επιβίωσή του! Τι άλλο ήταν λοιπόν αν όχι πολυτέλειες αυτολιβανισμών της αξίας του που τις θυμόταν μονάχα όταν δε διακινδύνευε η ασφάλειά του;

    Σε τι ο άνθρωπος ήταν ανώτερος από τα γκούνις; Επειδή τα είχε κατακτήσει; Χάρη στις μεθόδους μου υπήρχαν περισσότερα γκούνις τώρα στον Λίμπο απ' όσα όταν πρωτοήρθε ο άνθρωπος. Τα γκούνις έκαναν τις δουλείες μας και τα σφάζαμε για το κρέας τους. Αλλά στο μεταξύ αυξάνονταν και πληθύνονταν.

    Ή μήπως επειδή ο άνθρωπος είχε την ικανοποίηση του να κουμαντάρει τις άλλες μορφές ζωής; Ναι, αυτό ήταν στις δυνατότητές του. Αλλά δεν ήταν άραγε ένα παιδαριώδες είδος ικανοποίησης: Κανένας δεν ήξερε από πού προέρχονταν τα γκούνις. Στον Λίμπο δεν υπήρχε εξελικτική αλυσίδα που να εξηγεί την παρουσία τους, και δέντρα παλ ήταν διαφορετικά από κάθε άλλο δέντρο στον πλανήτη. Υπήρχαν σοβαροί λόγοι να πιστεύω ότι είχα δίκιο. Μήπως και τα γκούνις είχαν κάποτε κατακτήσει το σύμπαν; Μήπως κι εκείνα είχαν βρει ευχάριστο το να κουμαντάρουν τις άλλες μορφές ζωής; Μήπως είχαν τελικά ωριμάσει με το σύμπαν, είχαν ξεπεράσει τις παιδαριώδεις απολαύσεις και είχαν βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με το βασικό ερώτημα: Υπάρχει τίποτα πέρα από την ίδια την επιβίωση και, αν ναι, τι; Μήπως είχαν βρει την απάντηση, μια απάντηση τόσο μεγαλειώδη που απλώς δεν είχε πια καμιά σημασία αν ο άνθρωπος τα υποδούλωνε και τα έσφαζε, φτάνει να ήταν εξασφαλισμένος ο πολλαπλασιασμός τους.

    Και μήπως κάποτε και ο άνθρωπος θα έσκυβε πρόθυμα το κεφάλι σε κάποια καινούρια, αλαζονική, χοντροκομμένη μορφή ζωής... γνωρίζοντας ότι κατά βάθος δεν είχε καμιά σημασία; Αλλά πού οδηγούσε τελικά η γνώση ότι τίποτα δεν είχε σημασία πέρα από τη στατική επιβίωση;

    Στο διάβολο με τα προβλήματα του ανθρώπου, ας κόψει το λαιμό του να τα λύσει μόνος του. Τι κάνεις με τον εαυτό σου, Μακφέρσον: Τι προσπαθείς ν' αποφύγεις; Τι δεν τολμάς ν' αντιμετωπίσεις:

    Για τους υπόλοιπους ανθρώπους το γκούνι είναι ένα χαζό ζώο, κατάλληλο μονάχα για δουλειά και για φάγωμα. Αλλά αυτό δεν ισχύει για μένα. Αν έχω δίκιο. τότε όλοι οι άλλοι κάνουν λάθος... και πρέπει να πιστέψω ότι έχω δίκιο. Το ξέρω ότι έχω δίκιο.

    Και αύριο είναι μέρα σφαγής.

    Μπορώ να συγχωρήσω τον ψυχολόγο στο πόρισμά του για τα γκούνις,. Είναι παγιδευμένος στο δικό του στημένο παιχνίδι με τα σημαδεμένα χαρτιά. Μπορώ να συγχωρήσω το Ινστιτούτο, γιατί είναι, πρέπει να είναι. αφοσιωμένο στα ιδανικά της επιβίωσης και της ανωτερότητας του ανθρώπου. Να συγχωρήσω την Εταιρία είναι υποχρεωμένη να δείξει κέρδη στους μετόχους της, αλλιώς θα χρεοκοπήσει. Όλα, όλα για την επιβίωση. Και μπορώ να συγχωρήσω τον άνθρωπο, γιατί δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να θέλει να επιβιώσει, στο ν' αποδείξει ότι μπορεί να το κάνει.

    Και θα περνούσε πολύς καιρός πριν ο άνθρωπος λύσει αρκετά το όλο πρόβλημα της επιβίωσης για να κοιτάξει τι κρύβεται πιο πέρα.

    Αλλά εγώ είχα κοιτάξει πιο πέρα. Το γκούνι, το απόκοσμο γκούνι, είχε κι αυτό κοιτάξει πιο πέρα; Και τι είχε δει; Τι είχε δει που να κάνει την κάθε ανθρώπινη πράξη να μην έχει σημασία;

    Θα μπορούσαμε, με καθαρή συνείδηση, να συνεχίζουμε να τα σφάζουμε και να τα τρώμε αρκεί να τα κρίναμε από το ανθρώπινο πρίσμα, με αναπόφευκτο το συμπέρασμα ότι δε διέθεταν νοημοσύνη. Αλλά εγώ ήξερα τώρα ότι υπήρχε και κάτι πέρα από το ανθρώπινο πρίσμα.

    Εντάξει, έχω μαζέψει κάτι λεφτουδάκια, Μπορώ ν' αποσυρθώ παρατώντας τη δουλειά μου. Και τι θα έλυνε αυτό; Απλώς κάποιος άλλος θα έπαιρνε τη θέση μου. Σε τι θα διέφερα από την αστή κοπελίτσα που τρώει το σινιάν μπριζολάκι της, αλλά ανατριχιάζει στην Ιδέα του να σκοτώσει οτιδήποτε;

    Θα μπορούσα να ξαναρχίσω από την αρχή, σε κάποιον άλλο πλανήτη, να ξεχάσω τα γκούνις, να τα σβήσω απ' το μυαλό μου όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι όταν απαντήσουν κάτι αληθινά δυσάρεστο. Μήπως αυτό θα έλυνε πάλι τίποτα; Αν υπάρχουν ορισμοί της νοημοσύνης άλλοι από τους ανθρώπινους, δε θα ξανασκόνταφτα στο ίδιο πρόβλημα, σε νέους κόσμους με νέα πλάσματα, για να καταλήξω πάλι στο ίδιο δίλημμα:

    Αν υποθέσουμε ότι έκλεινα τα μάτια μου στην πραγματικότητα, όπως συνηθίζει να κάνει ο άνθρωπος: Θα μπορούσα να το κάνω; Ένα ερώτημα που τίθεται έστω μια φορά, θα μπορούσε ποτέ να ξεχαστεί; Σίγουρα και άλλοι έχουν θέσει τo ίδιο ερώτημα Ποιος είναι σκοπός της επιβίωσης αν δεν υπάρχει κάποιος πέρα από την επιβίωση;

    Απάντησε ποτέ σ' αυτό κανένας φιλόσοφος; Δε λέω, έχουμε κάνει εικασίες για την επιβίωση του Εγώ μετά το θάνατο της σάρκας, ενός Εγώ τόσο φοβερά πολύτιμου που δεν τολμούμε να διανοηθούμε καν ότι μπορεί να είναι θνητό.

    Μήπως αυτό είναι ο δικός μας φράχτης στο μονοπάτι; Ένας φράχτης τόσο ασύλληπτος και ξένος στη λογική μας που, σαν τα κανγκουρώ, σπάμε το κεφάλι μας πάνω του προσπαθώντας να περάσουμε από πάνω ή από μέσα του;

    Μήπως τα γκούνις είχαν βρει τον τρόπο να τον παρακάμπτουν, μια μέθοδο τόσο ξένη στον τρόπο σκέψης μας που ό,τι κι αν τους κάναμε, όπως κι αν τα μεταχειριζόμαστε δεν είχε σημασία... αρκεί να μην τα εξολοθρεύαμε όλα; Είπα κάποτε ότι τα γκούνις δεν αρχίζουν κάτι, δε δημιουργούν, δεν έχουν συνείδηση... Ναι, αλλά μονάχα με τα κριτήρια του ανθρώπου. Με τα δικά τους κριτήρια; Πού να ξέρω; Πώς θα μπορούσα να δώσω απάντηση;

    Πήγαινε στ' άστρα, νεαρέ, και ωρίμασε με το σύμπαν!

    Εντάξει! Είμαστε στ' άστρα!

    Και τώρα τι, ανθρωπάκο;
     
    Last edited: 9 Μαϊου 2020
  2. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Δύο επισημάνσεις:

    1. Όποιος ενδιαφέρεται να διαβάσει το κείμενο ολόκληρο μπορεί να το βρει στα αγγλικά στο https://epdf.pub/what-now-little-man.html
    2. Η μετάφραση είναι του αείμνηστου Γιώργου Μπαλάνου και το διήγημα βρίσκεται στη συλλογή των εκδόσεων Ωρόρα "Ιστορίες με εξωγήινους". Αξίζει κανείς να το ψάξει να το βρει, καθώς περιέχει κάμποσα πραγματικά αριστουργήματα Ε.Φ όπως:
    • Λιποταξία (Clifford Simack)
    • Ένας πλανήτης που λεγόταν Σαγιόλ (Cordwainer Smith)
    • Διαβολογική (Eric Frank Russel)
    • Το κουκλοθέατρο (Frederick Brown)
    • Η κρυψώνα (Paul Anderson)
    • Ο περιθωριακός άνθρωπος (Chad Oliver)
    Το πόσταρα εδώ ελπίζοντας να γίνει συζήτηση: Ποιο είναι για εσάς το ερώτημα που θέτει ο συγγραφέας και ποια είναι η προσωπική σας απάντηση;
     
  3. CaptainAfrican

    CaptainAfrican Light. Soul. The essence of One.

    Ξεκίνησα να το διαβάζω, μου έπεσε "βαρύ" για τωρινή μου διάθεση και το τελείωσα "διαγώνια".
    "Θα ξανάρθω Ζήκο", όμως. Εν ευθαίτω χρόνω...
     
  4. -Volt-

    -Volt- Contributor

    << μαστιγώνοντάς τους με φράσεις που θα ταίριαζαν σε παιδάκια

    Τι είχε δει που να κάνει την κάθε ανθρώπινη πράξη να μην έχει σημασία;

    Ναι, αλλά μονάχα με τα κριτήρια του ανθρώπου >>

    Σαδίζοντας το Στίρνερ.

    Ωρόρα, Locus7, Βαβέλ, Αρχέτυπο, Terra Nova... ανεκτίμητες εποχές.
     
  5. jasmin sg

    jasmin sg My Way Contributor


    Αυτό το ερώτημα θέτει ο συγγραφέας και έχει απασχολήσει πολλούς ανα τους αιώνες. Παράφραση αυτού του ερωτήματος για έμενα είναι '' ποιο είναι τελικά το νόημα της ζωής ?''. Υπάρχει κάποιο άλλο ,βαθύτερο νόημα πέρα από την επιβίωση και την διαιώνιση του είδους ? Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν η υστεροφημία, η δόξα . Οι δυτικοί λένε η εξέλιξη .Να αφήσεις το στίγμα σου ή έστω το λιθαράκι που κάνει τον κόσμο καλύτερο. Η ανατολική φιλοσοφία λέει η καλοσύνη και η εσωτερική ηρεμία ,το Ζεν . Οι θρησκείες λένε η καθεμία τα δικά της .
    Δεν θα γράψω την προσωπική μου απάντηση, παιδεύτηκα πολύ να την βρω  .
     
  6. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    Ο Καστοριάδης, στον καιρό του, είχε προτείνει την αυτονομία ως τελευταίο βήμα.

    Ο Χαράρι προτείνει την θέωση. Επίλογος του Σάπιενς, το ζώο που έγινε θεός. Τελευταίες λέξεις στον επίλογο "υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο από δυσαρεστημένους και ανεύθυνους θεούς που δεν ξέρουν τι θέλουν;"

    Προς το παρόν, η λογική είναι αδυσώπητη: Χρειαζόμαστε μερικές, λίγες ακόμα, Μύριαμ Ουέλμαν. Γιατί οι πολλές θα έχαναν την σκηνική τους παρουσία και δεν θα τις άκουγε κανένας.
     
  7. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Αυτή είναι η εμφανής ερώτηση αλλά για μένα υπάρχει μία πιο υπόγεια που απαντάει εν μέρη στο από που έρχεται αυτό το ανικανοποίητο.

    Αν κάνεις κάτι γιατί μπορείς τι πραγματικά απέδειξες πέρα από το ότι μπόρεσες να το κάνεις; Το "γιατί μπορώ" τι είδους τελικά κίνητρο είναι;
     
  8. jasmin sg

    jasmin sg My Way Contributor


    Αναγνώρισης από τον εαυτό σου ,από τους άλλους και αν αυτό που έκανες είναι αρκετά ''μεγάλο'' από τους μεταγενέστερους. Ολη ή εξέλιξη και η πρόοδος προέρχεται από ονειροπόλους και ανθρώπους που πίστεψαν ότι μπορούν. Θέλεις να το πεις εγωκεντρισμό? Θέλεις να το πεις ύβρη? Θέλεις να το πεις όραμα και σκοπό ζωής ? Ο καθένας δίνει τις δικές του απαντήσεις .
     
  9. charlotte

    charlotte «Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω μοι την θύρα»

    Από τα είδη αυτά που μοιάζουν με το χαλί, που σηκώνουμε τη γωνία του για να κρύψουμε τη σκόνη μας.
    Αυτή η πρόταση μου θυμίζει έντονα Σωκράτη και Πλάτωνα. Με αυτή την σκέψη θα απαντήσω. Τάχα είναι πιο σημαντικό να σταθώ σε αυτό που μπορώ; ή τι προκαλεί να θέλω να μπορώ το συγκεκριμένο;. Ενδεχομένως να μπορώ άπειρες ενέργειες, γιατί επιλέγω τις σιγκεκριμενες μόνο;