Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Κυρία Ντόχερτυ

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος slave32, στις 5 Νοεμβρίου 2024.

  1. slave32

    slave32 Contributor

    Aa
     
    Last edited: 5 Νοεμβρίου 2024
  2. slave32

    slave32 Contributor

    Είχε περάσει καιρός από την τελευταία φορά που βρέθηκε σε αυτό το μπαρ, ένα κρυμμένο διαμάντι στην πόλη που φημίζεται για τα πολυτελή εστιατόρια και τα μπαρ που βρίσκονται μέσα στα υπερπολυτελή ξενοδοχεία. Για να τα επισκεφτεί κανείς, ωστόσο, απαιτείται ένα βαλάντιο που να αντέχει την πολυτέλεια.

    Η πόλη αυτή, χτισμένη δίπλα στον ωκεανό, προσελκύει καθημερινά κρουαζιερόπλοια γεμάτα επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Ωστόσο, δεν είναι μόνο για τα τουριστικά της αξιοθέατα γνωστή, αλλά και για τα σπουδαία πανεπιστήμια που την κοσμούν. Στην καρδιά της, η αφρόκρεμα της τεχνολογίας εργάζεται, δημιουργώντας έναν κόσμο πλούτου και καινοτομίας.

    Εκείνη, η Κυρία Ντόχερτυ, είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της τρεις εκτάσεις στην καρδιά της πόλης πριν από σαράντα χρόνια. Με θάρρος και αποφασιστικότητα, δανείστηκε από τις τράπεζες και έστησε το πρώτο της ξενοδοχείο σε ηλικία είκοσι ετών. Μετά από λίγα χρόνια, είχε δημιουργήσει τρία ακόμα, εδραιώνοντας τη θέση της ως μία από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες της πόλης. Δυναμική, επιτυχημένη, αλλά και χήρα τα τελευταία τρία χρόνια, ζούσε μόνη, καθώς η κόρη της είχε επιλέξει να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Οι δύο καλές της φίλες και η αγάπη της για τη μουσική ήταν οι μοναδικοί σύντροφοι στην ησυχία του σπιτιού της.

    Αποφάσισε να επισκεφτεί το πρώτο της ξενοδοχείο, το διαμάντι της πόλης. Φορώντας ένα μαύρο, μακρύ φόρεμα ραμμένο από διάσημο Ιταλό σχεδιαστή, η παρουσία της ήταν μια υπόσχεση πολυτέλειας. Τα μαύρα, περιποιημένα μαλλιά της έπεφταν στους ώμους της, ενώ η κορμοστασιά της αποπνέει μία αίσθηση ακαταμάχητης γοητείας. Κάθισε σε ένα σκαμπό στο μπαρ, και ένας νεαρός μπάρμαν, ντυμένος στα λευκά, την πλησίασε. Το καθαρό πρόσωπό του και τα γαλανά του μάτια τη μάγεψαν.

    «Ένα λικέρ κεράσι, παρακαλώ», ζήτησε με φωνή που συνδύαζε επιβολή και θηλυκότητα. Ο νεαρός, αν και νευρικός, αποδέχτηκε την παραγγελία της με ένα λαμπερό χαμόγελο. Το προσωπικό ήξερε πολύ καλά πως η ευγένεια απέναντι της ισοδυναμούσε με γενναιόδωρα φιλοδωρήματα. Η υποτακτικότητα που απαιτούσε από τους άντρες υπαλλήλους της δεν άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης, ενώ οι γυναίκες είχαν την ελευθερία να επιδεικνύουν τη δύναμη τους.

    Αφού απόλαυσε το πρώτο της λικέρ, παραγγέλνει ένα ακόμη. Τότε, ένας νεαρός άντρας, γύρω στα τριάντα, πλησίασε το μπαρ, με αγχωμένο ύφος και ατσαλάκωτο ζαχαρή κουστούμι. Το στυλ του έδειχνε σίγουρα μια προσοχή στη λεπτομέρεια που δεν της ξέφυγε. «Ένας νεαρός που φροντίζει την υγιεινή του», σκέφτηκε, απευθυνόμενη του με ήχο που είχε δύναμη. Ο νεαρός γύρισε, χαμογελώντας ντροπαλά.

    «Σας ευχαριστώ πολύ, Κυρία...», είπε, αβέβαιος για το πώς να την προσφωνήσει.

    «Κυρία Ντόχερτυ», απάντησε εκείνη, αφήνοντας τον να νιώσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Το χαμόγελο της ήταν μαγευτικό και παρήγορο, μα ο νεαρός μπάρμαν ανησύχησε, γνωρίζοντας τη φήμη της. Η Κυρία Ντόχερτυ, ωστόσο, ήταν γεμάτη αυτοπεποίθηση. «Μην ανησυχείς, τα πηγαίνεις τέλεια», του είπε, αναγνωρίζοντας τη νευρικότητά του.

    Η γυναίκα σηκώθηκε από το σκαμπό και πλησίασε τον νεαρό, προκαλώντας τον να της προσφέρει το χέρι του, το οποίο φίλησε με σεβασμό και γοητεία. «Λίσα Ντόχερτυ», του συστήθηκε, και εκείνος ανταπέδωσε με ευγένεια, αλλά η παρουσία της τον είχε ήδη μαγέψει.

    «Ντέηβ Άνιστον, χάρηκα Κυρία Ντόχερτυ», αποκρίθηκε, αλλά η μαγεία της Κυρίας Ντόχερτυ τον έκανε να αισθάνεται σαν να βρισκόταν σε άλλη διάσταση. Την ακολούθησε σε ένα τραπέζι που του είχε προτείνει, με τη σερβιτόρα να τους πλησιάζει αμέσως.

    «Μέγκαν, πολύ χαίρομαι που σε βλέπω», είπε η Κυρία Ντόχερτυ με φυσικότητα. Η σερβιτόρα, αναγνωρίζοντας τη δυναμική της, την εξυπηρετούσε με προθυμία.

    «Κυρία Ντόχερτυ, χαρά μας να σας έχουμε κοντά μας», είπε η Μέγκαν, δείχνοντας τον σεβασμό της.

    «Σε παρακαλώ, μπορείς να με λες με το μικρό μου», απάντησε εκείνη με μια γοητευτική προκλητικότητα.

    «Κυρία Λίσα, τι θα επιθυμούσατε να σας προσφέρουμε;» ρώτησε η σερβιτόρα, βλέποντας την Κυρία Ντόχερτυ να κοιτάζει τον Ντέηβ με ενδιαφέρον.

    «Θέλω να μας φέρετε το μενού με τα θαλασσινά. Ο κύριος Ντέηβ κι εγώ έχουμε μια σοβαρή συζήτηση», είπε με χαμόγελο, αφήνοντας τον να καταλάβει ότι η συνομιλία τους είχε ιδιαίτερη σημασία.

    «Κυρία Ντόχερτυ, μπορώ να σας πω κάτι;» ρώτησε ο Ντέηβ, κοιτάζοντας την στα μάτια με μια αίσθηση θαυμασμού.

    «Μα φυσικά, μπορείς να μου πεις ότι θέλεις», απάντησε εκείνη, με την αίσθηση της επιβολής να διαχέεται στον αέρα.

    «Είμαι αλλεργικός στα θαλασσινά, συγγνώμη», είπε με μια δόση αναστάτωσης.

    «Ωω... μη στεναχωριέσαι, μικρό μου», του απάντησε με φωνή που αναδείκνυε την υπομονή και τη γοητεία της. Με μια κίνηση, η Κυρία Ντόχερτυ ζήτησε από τη σερβιτόρα να φέρει το καλύτερο κρέας, και ο Ντέηβ, αιφνιδιασμένος, αναγνώρισε ότι αυτός ο γεύμα θα ήταν ξεχωριστό.

    «Μην ανησυχείς, νεαρέ μου, θα κεράσω εγώ το γεύμα αυτή τη φορά», του είπε με νόημα, υπονοώντας ότι αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας ξεχωριστής σχέσης μεταξύ τους.

    Ο νεαρός Ντέηβ παρασύρθηκε σε μια ατέρμονη συζήτηση με την Κυρία Ντόχερτυ. Της είπε σχεδόν τα πάντα γι' αυτόν: την υποτροφία που κέρδισε στο σχολείο που τον έφερε για σπουδές στην πόλη, την υπερηφάνεια του που στα εικοσιπέντε του είχε λάβει μεταπτυχιακό και διδακτορικό. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησε πως το ίδρυμα που του είχε προσφέρει την υποτροφία είχε το όνομά της.

    «Είστε η Κυρία Λίσα Ντόχερτυ που το ίδρυμά της μου έδωσε την υποτροφία;» ρώτησε με μια δόση θαυμασμού. Εκείνη του απάντησε μ’ ένα μεγάλο χαμόγελο, που ήταν σαν να άνοιγε μια πόρτα σε έναν νέο κόσμο. «Ναι, και χαίρομαι που οι επιτροπές που έχω ορίσει δίνουν τις υποτροφίες εκεί που αξίζει». Τα μάγουλά του Ντέηβ κοκκίνιζαν αλλά η ευγένεια του δεν παρασύρθηκε από την αμηχανία του. Συνέχισε να της μιλάει για εκείνον, αναφέροντας τους γονείς του, τους οποίους είχε χάσει σε τροχαίο όταν ήταν πολύ μικρός. Οι μνήμες τους φάνηκαν να αναβλύζουν δάκρυα, και τα μάτια του έλαμπαν από ευαισθησία.

    Η Κυρία Ντόχερτυ, βλέποντας την ευάλωτη πλευρά του, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να μιλήσει για τον πρώην άνδρα της, τον οποίο είχε χάσει σε τροχαίο πριν λίγα χρόνια. Με μια ήρεμη φωνή, του τόνισε πως ένας πιστός άνδρας δίπλα της περνάει μια υπέροχη ζωή, αλλά η έλλειψη αφοσίωσης έχει σοβαρές συνέπειες. Η αναφορά της αυτή, γεμάτη θλίψη, του έδωσε μια αίσθηση σύνδεσης, καθώς και οι δύο τους είχαν βιώσει τις απώλειες.

    Οι συζητήσεις τους κυλούσαν αργά, όπως το κρασί που απολάμβαναν, όταν ο Ντέηβ συνειδητοποίησε πόσο μυστήριο κρυβόταν πίσω από την απώλεια των συζύγων της. Είχε ακούσει τις φήμες που την κυρίευαν: οι θάνατοι των ανδρών στη ζωή της είχαν δημιουργήσει ένα σκοτεινό πέπλο γύρω της. Η αστυνομία είχε ερευνήσει τις υποθέσεις, αλλά δεν είχε βρει το παραμικρό στοιχείο που να δείχνει την παραμικρή της εμπλοκή.

    «Σε λίγη ώρα θα πρέπει να γυρίσω στο σπίτι μου», τον ενημέρωσε, και η καρδιά του χτύπησε δυνατά. «Θα μου επιτρέψετε να σας συνοδεύσω;» της απάντησε ο νεαρός, γεμάτος περιέργεια και άγνοια για την πραγματικότητα γύρω του. Η Ντόχερτυ χαμογέλασε, και με μια κίνηση του κεφαλιού της του έδειξε το διπλανό τραπέζι. Εκεί κάθονταν τρεις γυναίκες, φαίνονταν αγριεμένες, και στο διπλανό τραπέζι τρεις άνδρες, γεροδεμένοι, με το ανάλογο ύφος.

    «Η φρουρά σας;» ρώτησε, εντυπωσιασμένος.

    «Προτιμώ να τους αποκαλώ συνοδεία μου», του απάντησε γελώντας, και η χαρά της ήταν μια πρόκληση. «Μα τι ανόητος που είμαι, δεν το σκέφτηκα καθόλου αυτό», τελείωσε τη φράση του και είδε το χαμογελαστό πρόσωπό της να σκοτεινιάζει.

    «Δεν σου επιτρέπω να μιλήσεις ξανά έτσι για τον εαυτό σου», είπε απότομα, και οι συνοδοί της ήρθαν αμέσως κοντά της. Ο νεαρός έμεινε έντρομος στη θέση του, πριν βρει το θάρρος να σταθεί όρθιος μπροστά της. Εκείνη του έδωσε το χέρι της ξανά. Το φίλησε όπως την πρώτη φορά, με τα χείλη του να αφήνουν μια ελαφριά αίσθηση πάνω της.

    Η Κυρία Ντόχερτυ πλησίασε πολύ κοντά στον νεαρό, η φρουρά της έσφιξε τις γροθιές της. Ο Ντέηβ σχεδόν ακούμπησε τα μάγουλά της, ψιθυρίζοντας «Συγγνώμη Κυρία…» αλλά πριν προλάβει να πει το όνομά της, εκείνη του έβαλε τα δάχτυλα στο στόμα, κάνοντας τον να σωπάσει.

    Η φρουρά της την κύκλωσε στην κυριολεξία και την συνόδευσε στην έξοδο του ξενοδοχείου. Η Μέγκαν, η σερβιτόρος, πλησίασε τον νεαρό και στάθηκε δίπλα του. «Με αυτό το σχεδόν λευκό ντύσιμο θα μπορούσες να ανήκεις στο προσωπικό της», του είπε, και ο Ντέηβ την κοίταξε με περιέργεια.

    «Ναι…» απάντησε, αλλά ο σερβιτόρος τον κοίταξε στα μάτια με έντονη αφοσίωση, χωρίς να πει τίποτα παραπάνω. Έκανε ένα βήμα προς το εσωτερικό του μαγαζιού, ενώ ο Ντέηβ πήγε να πάρει το σακάκι του για να φύγει. Η Μέγκαν, όμως, τον πρόλαβε, του παρέδωσε ένα μπλοκάκι και ένα στιλό. «Σημείωσε τα στοιχεία σου και τον αριθμό σου. Η Κυρία Ντόχερτυ θα ήθελε να σε ξαναδεί». Ο Ντέηβ πήρε το μπλοκάκι σχεδόν με ευλάβεια. Έγραψε τα στοιχεία του, προσπαθώντας να επιτύχει μια καλαίσθητη γραφή, ενώ τα χέρια του έτρεμαν χωρίς να κατανοεί το λόγο.

    Η Λίσα έφτασε σύντομα στην έπαυλη της, χτισμένη σε μια εκτενή περιοχή έξω από την πόλη. Ο φρουρός στην είσοδο της κεντρικής πόλης άνοιξε την πόρτα. Ήταν εντυπωσιακός, γεροδεμένος και οπλισμένος, με αυστηρή στάση απέναντι στους επισκέπτες, εκτός φυσικά από την Κυρία Ντόχερτυ. Μόλις την αναγνώρισε, έγειρε το κεφάλι του προς το πάτωμα. Το παράθυρο του μαύρου πολυτελούς τζιπ άνοιξε μπροστά του. «Τζέηκ, η αξιολόγηση σου πλησιάζει και περιμένω περισσότερα από εσένα», του είπε, εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια της. Ο πελώριος άνδρας αισθάνθηκε έντονο φόβο. Ήξερε πως είχε διαπράξει πολλά λάθη και η Κυρία Ντόχερτυ θα τον τιμωρούσε αυστηρά. Το είχε υποσχεθεί άλλωστε: «Αν δεν είσαι τέλειος μέχρι την επόμενη αξιολόγηση, θα φροντίσω να πάρεις αυτό που σου αξίζει». Κάθε φορά που θυμόταν τα λόγια της, του φαινόταν σαν μαχαίρι στην καρδιά.

    Η έπαυλη, επιβλητική και γεμάτη κομψότητα, υψώνεται σε μια καταπράσινη περιοχή, περιβαλλόμενη από καλοδιατηρημένους κήπους γεμάτους με λουλούδια. Οι αρχιτεκτονικές γραμμές της συνδυάζουν κλασικά στοιχεία με μοντέρνες πινελιές, δημιουργώντας μια μοναδική ατμόσφαιρα αρμονίας. Οι ευρύχωροι εξωτερικοί χώροι προσφέρουν εκπληκτική θέα στο τοπίο, με μια πισίνα που καθρεφτίζει τον ουρανό και άνετες ξαπλώστρες για χαλάρωση.

    Η είσοδος εντυπωσιάζει με μια επιβλητική θύρα, που ανοίγει σε ένα φωτεινό foyer με ψηλοτάβανες αίθουσες. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με έργα τέχνης, ενώ ηλιαχτίδες εισέρχονται από τα μεγάλα παράθυρα, δημιουργώντας μια ζεστή και φιλόξενη ατμόσφαιρα. Οι εσωτερικοί χώροι, με προσεγμένη διακόσμηση και πολυτελή έπιπλα, προσκαλούν τους επισκέπτες να απολαύσουν κάθε στιγμή τους εκεί.

    Ένας από τους άνδρες ασφαλείας άνοιξε την πόρτα εισόδου, και μια όμορφη γυναίκα με λευκό φόρεμα τον υποδέχθηκε, φανερώνοντας ότι δεν φορούσε εσώρουχα. Όταν αντίκρυσε την Κυρία Ντόχερτυ, την υποδέχθηκε με χαμόγελο και έκλεισε πίσω της την πόρτα. Την οδήγησε στο καθιστικό, της έβγαλε τα παπούτσια και της πρόσφερε ένα αναπαυτικό μασάζ στα πέλματα. Αφού τελείωσε, πήγε στην κουζίνα, ζητώντας από το γυναικείο προσωπικό να ετοιμάσει το τσάι της Κυρίας. Όλες οι γυναίκες, πανέμορφες και νεαρές, ηλικίας είκοσι έως είκοσι πέντε ετών, φορούσαν λευκές διαφανείς εφαρμοστές φόρμες χωρίς εσώρουχα, αφήνοντας τα κάλλη τους προς δημόσια θέα. τους να διακρίνονται εύκολα. Αυτή η ενδυματολογική εντολή φαίνεται να είχε δοθεί από τη Λίσα, η οποία ήθελε το προσωπικό της να είναι ευπαρουσίαστο και ερωτικό. Ένας γενναίος μισθός σίγουρα τους ενθάρρυνε να αποδεχτούν την προσφορά, καθώς αυτές ήταν οι προσωπικές βοηθοί της. Δεν τις έβλεπε κανείς άλλος και τίποτα δεν θα γίνονταν χωρίς την συναίνεση τους.

    Η Κυρία Λίσα καθόταν χαλαρή στον καναπέ, το βλέμμα της γεμάτο προσμονή, όταν η κοπέλα που είχε ανοίξει την πόρτα μπήκε στο δωμάτιο. Φορούσε ένα καρτελάκι με το γράμμα Α, και η παρουσία της ήταν μαγευτική. Η Λίσα, που προτιμούσε να κρατά τα ονόματα του προσωπικού της κρυφά, είχε δώσει σε κάθε μία από αυτές ένα ταμπελάκι, ενισχύοντας την αίσθηση του μυστηρίου και της προσμονής.

    «Α, η φίλη μου η Μάγκι θα έρθει σε λίγο,» είπε η Λίσα με μια παιχνιδιάρικη διάθεση, το βλέμμα της να αναβλύζει επιθυμία. «Θέλω να παραμείνεις γονατιστή στο πλάι μου και να ικανοποιήσεις κάθε προσταγή της φίλης μου.» Η Α, με ένα αδιόρατο χαμόγελο, γονάτισε δίπλα στον καναπέ, τα μάτια της γεμάτα αφοσίωση και επιθυμία. Η υποτακτικότητα της είχε μια μαγική γοητεία, σαν ένα βαθύτερο πάθος που περίμενε να αποκαλυφθεί.

    Η Μάγκι ήρθε σύντομα, με μια σαγηνευτική αύρα που γέμισε τον χώρο. Αγκαλιάστηκαν σφιχτά με την Λίσα, η ατμόσφαιρα γεμάτη από ηλεκτρισμένη ένταση. Η Α της πρόσφερε το ίδιο μασάζ που είχε κάνει νωρίτερα, ενώ ένα άλλο κορίτσι σέρβιρε τσάι, γονατίζοντας δίπλα της, κρατώντας το τσάι σαν ένα πολυτελές τραπεζάκι. Τα δύο κορίτσια φαινόταν να απολαμβάνουν την υπηρεσία τους, τα μάτια τους να λάμπουν από ικανοποίηση.

    «Η Α μου θυμίζει εσένα, Μάγκι,» είπε η Λίσα, με μια ερωτική υπόνοια. «Θυμάσαι τότε που ήρθες πρώτη φορά εδώ;»

    «Δεν μπορώ να το ξεχάσω. Η μητέρα σου, η Μάργκαρετ, με είχε στη δούλεψη της,» απάντησε η Μάγκι, η φωνή της γεμάτη μνήμες. «Φυσικά, δεν ήμουν τόσο αφοσιωμένη και υπάκουη σαν την Α. Εσύ έχεις άλλους τρόπους από τη μητέρα σου.»

    «Ναι, αλλά ήσουν εκπληκτική και έγινες η καλύτερη μου φίλη από τότε,» συμπλήρωσε η Λίσα, πίνοντας λίγο τσάι, οι σκέψεις της να περιπλανιούνται στο παρελθόν.

    «Ήθελες να μου πεις κάτι σημαντικό, έτσι δεν είναι;» ρώτησε, τελειώνοντας την πρόταση της με μια πρόκληση. Εγκατέστησε τα πόδια της μπροστά στην Α. «Φίλα μου τα πόδια,» της διέταξε, η φωνή της να γεμίζει με αυταρχικότητα.

    «Ναι. Σήμερα είναι σημαντική μέρα για την Α. Γίνεται εικοσιπέντε ετών, και λόγω της ημέρας επέλεξα να της κάνω μερικά δώρα.» Η Α, με απόλυτη αφοσίωση, συνέχισε να φιλά τα πόδια της Μάγκι, η υποτακτικότητα της να αποπνέει μια αίσθηση απόλυτης λατρείας.

    «Μα αυτά είναι εξαιρετικά νέα! Πρέπει να το γιορτάσουμε,» είπε η Μάγκι, τα μάτια της να γεμίζουν με ενθουσιασμό.

    «Α, αν αποδέχεσαι την πρόταση μου, θέλω να γδυθείς,» είπε η Α, με μια ερωτική πρόκληση. Σηκώθηκε και έβγαλε τα ρούχα της, η κίνηση της να αποκαλύπτει τη σαγηνευτική της ομορφιά.

    «Από σήμερα, Α, ανήκεις στην Κυρία Μάγκι. Διευθύντρια των ξενοδοχείων μου και προσωπική μου φίλη. Συμφωνείς;»

    «Μάλιστα, Κυρία Ντόχερτυ,» απάντησε η Α, με μια υπόκλιση που είχε κάτι από λατρεία. Η κοπέλα που κρατούσε το τσάι σχεδόν έσκαγε από τη ζήλια της, μια επιθυμία που δεν έμεινε απαρατήρητη.

    «Αυτό το κουτάβι με το γράμμα Δ ζηλεύει. Α, φέρε το μαστίγιο μου,» διέταξε η Κυρία Ντόχερτυ, με μια φωνή γεμάτη επιβολή, προσθέτοντας στην ατμόσφαιρα την ένταση που όλοι περίμεναν.
     
  3. τασος0

    τασος0 Regular Member

    Το καλύτερο από όσα έγραψες μέχρι τώρα