Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μέρες Αργίας

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος GoodBoyII, στις 19 Νοεμβρίου 2025 at 16:38.

  1. GoodBoyII

    GoodBoyII New Member

    Όταν ακούμε ένα τραγούδι ή διαβάζουμε ένα ποίημα, δεν συναντάμε μόνο την πρόθεση του δημιουργού, συναντάμε τον εαυτό μας. Οι εικόνες και οι λέξεις της τέχνης είναι ανοιχτές, έτοιμες να γεμίσουν με τις δικές μας μνήμες, πληγές και επιθυμίες (προπάντων αυτές).
    Έτσι ακούμε αυτό που χρειαζόμαστε, όχι απαραίτητα αυτό που ήθελε να πει ο ποιητής. Κι αυτό μπορεί και να μην είναι παρεξηγήσιμο, αλλά θα μπορούσε να είναι μέρος του ορισμού της δύναμης της τέχνης. Για τον ποιητή, το να αγγίζει τον καθένα διαφορετικά σημαίνει ότι το έργο του ξεπερνά τα προσωπικά του όρια και γίνεται κάτι ζωντανό, κοινό και αληθινό.
    Αν ο παραπάνω πρόλογος δεν είναι σωστός τότε το παρακάτω κείμενο είναι για πέταμα....
    Το παρακάτω αφορά στο που ταξιδεύει η σκέψη μου όταν ακούω τις μέρες αργίας του Καψάλη.
    Κάθε κεφάλαιο είναι κι ένας στίχος του ποιήματος. Κ είναι οι σκέψεις μου Α είναι Εκείνης..

    «Μέρες Αργίας»

    Κεφάλαιο 1: Ξέρω πώς θα ’ρθει και δε θα ’μαι όπως είμαι

    Κ

    Ήξερε πως θα ’ρθει. Την περίμενε. Η σκέψη αυτή τον ακολουθούσε σαν σκιά όλη την ημέρα, αργή, αδιάκοπη, ανατριχιαστικά σιωπηλή. Δεν ήταν η ίδια η στιγμή της συνάντησης που τον τρομοκρατούσε· ήταν η βεβαιότητα ότι δεν θα ήταν ποτέ ο ίδιος όταν εκείνη εμφανιζόταν. Κάθισε στο δωμάτιο, κοιτάζοντας το φως που έπεφτε από το παράθυρο σε σκιές πάνω στα έπιπλα. Η καρδιά του χτυπούσε με έναν ρυθμό παράξενο, σχεδόν ξένο, σαν να προανήγγελλε κάτι που ποτέ δεν είχε ζήσει πριν. Ήξερε πως, όταν εκείνη μπει, δεν θα υπάρχει επιστροφή· κάθε προσπάθεια να κρατήσει τον εαυτό του όπως ήταν θα ήταν μάταιη. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη γνώση, υπήρχε και μια περίεργη προσμονή. Δεν ήταν φόβος ούτε ανυπομονησία· ήταν η συνειδητή αναγνώριση ότι το «εγώ» του, όπως το ήξερε, θα διαλυόταν, θα σπαρασσόταν, και κάτι άλλο θα γεννιόταν μέσα από το χάος. Σαν να του έλεγαν οι ίδιες οι σκιές: «Δεν θα είσαι όπως είσαι τώρα. Και είναι σωστό.» Σηκώθηκε και περπάτησε στο δωμάτιο, χωρίς να ξέρει γιατί. Κάθε βήμα ήταν ένα μικρό πέρασμα από τον παλιό εαυτό του στον νέο. Η ανάσα του έγινε βαθιά, ρυθμική, συντονισμένη με μια δύναμη που δεν έβλεπε, αλλά αισθανόταν να τον τραβά προς τα εκεί που δεν μπορούσε να αποφύγει. Και στο κέντρο της καρδιάς του, ένα φως άρχισε να σπαράσσεται. Ήξερε πως όταν η στιγμή φτάσει, δεν θα υπάρχει «όπως είναι». Αλλά δεν υπήρχε πια τρόμος· υπήρχε μόνο η προετοιμασία για κάτι που τον ξεπερνούσε, και η μικρή, ανεπαίσθητη ανακούφιση ότι θα μπορούσε να παραδοθεί.

    Α

    Ξέρει πως θα πάει. Ακόμα κι αν περιφέρεται μέσα στους δρόμους όλα τα βήματα την οδηγούν εκεί. Σε εκείνον. Κάθε της βήμα στο σκοτεινό πεζοδρόμιο της πόλης είναι προσεκτικό, μετρημένο, σαν να βαδίζει ανάμεσα σε σκιές και φως που δεν μπορούν να την καθοδηγήσουν. Δεν περιμένει να τον βρει όπως είναι· ξέρει ότι η παρουσία της θα τον αλλάξει πριν καν τον αγγίξει. Το αυτοκίνητο μπροστά της φαίνεται να τρέχει αργά, κι όμως η καρδιά της χτυπάει σαν τρελή. Κάθε στιγμή που περνάει είναι ένα μικρό πέρασμα, μια δοκιμή υπομονής και θέλησης. Στο μυαλό της, βλέπει τη μορφή του, τη στάση του, τα δευτερόλεπτα που θα χρειαστούν για να αντιληφθεί ότι τίποτα δεν θα μείνει όπως ήταν. Όταν αποφάσισε να πάει, δεν σκέφτηκε τι θα φορέσει, ούτε τις λέξεις που ίσως χρησιμοποιήσει. Το μόνο που ξέρει είναι ότι η δύναμη της παρουσίας της θα τον βρει γυμνό, όπως εκείνος έχει ήδη συνειδητοποιήσει. Το φως του σπαράσσεται μέσα της, σαν να μπορεί να το νιώσει από μακριά, και εκείνη γελάει απαλά, με μια δόση ειρωνείας, αλλά και με τη γνώση ότι όσα έρθουν θα είναι πέρα από τον έλεγχό τους. Κάθε στροφή του δρόμου είναι ένα μικρό πύρινο παράγγελμα, ένα προμήνυμα της στιγμής που θα τον βρει παραδομένο. Και ξέρει, βαθιά μέσα της, ότι δεν θα χρειαστεί να τον καθοδηγήσει· δεν θα υπάρξουν οδηγίες, ούτε συγκατάβαση. Η παρουσία της είναι αρκετή, και αυτή η γνώση την γεμίζει με μια περίεργη γαλήνη, ακόμα κι αν μέσα της καίγεται το ίδιο φως που καίει και στον άλλο. Ξέρει πως θα φτάσει, ξέρει πως τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Και καθώς ανεβαίνει τα σκαλιά που τη χωρίζουν από τη συνάντηση, η καρδιά της χτυπάει με τον ίδιο ρυθμό που φαντάζεται εκείνος. Η στιγμή πλησιάζει, και η αίσθηση ότι όλα θα αλλάξουν είναι ήδη εδώ.

    Αύριο το δεύτερο κεφάλαιο
     
  2. GoodBoyII

    GoodBoyII New Member

    Κεφάλαιο 2: «Να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου»

    Κ

    Στο δωμάτιο, πριν την άφιξή της, αναπνέει βαριά. Κάθε εισπνοή μοιάζει να τον αδειάζει περισσότερο από τη δύναμή του, κάθε εκπνοή να του υπενθυμίζει την αδυναμία που κρύβει μέσα του. Ξέρει πως η στιγμή πλησιάζει, και νιώθει το φως του να τρεμοσβήνει σαν φλόγα σε θρόισμα ανέμου. Κλείνει τα μάτια και σκέφτεται: πρέπει να ντυθεί με το καλύτερο παλτό του. Αλλά δεν είναι ρούχο· είναι ολόκληρη η ψυχή του που μαζεύει, σαν ασπίδα, κάθε κομμάτι θάρρους, λογικής και ελέγχου. Θέλει να τον βρει προετοιμασμένο, όχι αδιάφορο, όχι φοβισμένο, αλλά έτοιμο να παραδοθεί, συνειδητά, στο αναπόφευκτο. Αλλά γίνεται αυτό? Καθώς κάθε λεπτό περνά, η αναμονή γίνεται αιώνια. Η σκέψη του γυρίζει συνέχεια γύρω από την ίδια φράση: «Θα με βρει όπως δεν είμαι». Η συνειδητοποίηση ότι δεν μπορεί να ελέγξει τίποτα τον σπρώχνει σε μια ψυχική κατάρρευση. Σκέφτεται τα λάθη του, την ανεπάρκειά του, τις στιγμές που δεν στάθηκε όπως έπρεπε· όλα τώρα μοιάζουν να περιμένουν την κρίση της. Η αυτοταπείνωση είναι αδυσώπητη· νιώθει μικρός, ευάλωτος, σαν ένα παιδί που ξέρει ότι θα τον δουν να παραδίδεται, ανίκανος να κρύψει την αδυναμία του. Συλλογίζεται την αίσθηση του εξευτελισμού που θα ακολουθήσει. Δεν είναι μόνο η φυσική παρουσία της γυναίκας· είναι η συνειδητοποίηση ότι κάθε ψυχικό καταφύγιο που είχε —οι αναμνήσεις, οι σκέψεις, η συνήθεια της αυτονομίας— θα διαλυθεί, θα συρρικνωθεί, και θα παραδοθεί σε κάτι μεγαλύτερο από αυτόν. Το παλτό, η ψυχική του θωράκιση, μοιάζει τώρα πολύ μικρό μπροστά στην ένταση που πλησιάζει. Κι όμως, μέσα στον φόβο, υπάρχει μια παράξενη ανάγκη για αυτή την παράδοση. Κάθε κύμα αυτοταπείνωσης και κάθε σκέψη εξευτελισμού γίνονται μέρος της προετοιμασίας του. Το να νιώθει ευάλωτος, ανίκανος, μικρός, είναι η ίδια η δύναμη που τον κρατά. Είναι το δώρο που θα της παραδώσει, στον ρυθμό της στιγμής που δεν μπορεί να ελέγξει, και που θα την κάνει να δει την αλήθεια της συναισθηματικής του έκθεσης. Η καρδιά του λιώνει από προσμονή και φόβο, αλλά κάθε σφίξιμο, κάθε τρεμόπαιγμα του φωτός μέσα του, τον φέρνει πιο κοντά στην αποδοχή. Το καλύτερο παλτό δεν είναι πια θωράκιση· είναι το πέρασμά του προς κάτι αληθινό, προς μια στιγμή που θα τον βρει γυμνό, όχι μόνο από σώμα, αλλά και από ψυχή.

    Α

    Ξέρει πώς θα πάει. Κάθε βήμα της πάνω στο σκοτεινό πεζοδρόμιο μοιάζει ταυτόχρονα με προετοιμασία και με τελετή· τακτοποιεί μέσα της κάθε σκέψη, κάθε συναίσθημα, σαν να ντύνεται με το δικό της «παλτό», ψυχική θωράκιση για όσα θα αντιμετωπίσει. Δεν περιμένει να τον βρει όπως είναι· ξέρει ότι η δύναμή της θα τον αλλάξει πριν καν διασταυρωθούν τα βλέμματά τους. Η καρδιά της χτυπάει με έναν ρυθμό που μοιάζει ξένος σε αυτήν, αλλά δεν τον φοβάται. Αντιθέτως, η ένταση τη γεμίζει με δύναμη. Κάθε σκέψη της τονίζει την αδυναμία του — όχι μόνο για να τον ταπεινώσει, αλλά γιατί μέσα σε αυτήν την αδυναμία θα βρει την αλήθεια της παράδοσής του. Κι όσο πλησιάζει, τόσο πιο έντονα νιώθει ότι η στιγμή που όλα θα αλλάξουν είναι ήδη εδώ. Στο μυαλό της, επαναλαμβάνει σιωπηρά τα βήματα που θα ακολουθήσει, τις κινήσεις, τη φωνή της, την παρουσία της. Κάθε στοιχείο έχει σημασία· αλλά ξέρει ότι η πραγματική δύναμη δεν βρίσκεται στα πράγματα που φέρνει μαζί της, ούτε στη φράση που θα πει. Η δύναμη της στιγμής βρίσκεται στην ίδια, στην ακρίβεια της παρουσίας της, και στο γεγονός ότι θα τον βρει ανοιχτό, ευάλωτο, συνειδητά παραδομένο. Δεν υπάρχει τρόπος γι αυτόν να κρυφτεί από την αλήθεια της, όλα όσα είναι και όλα όσα έχει κρατήσει σαν προστασία θα διαλυθούν μπροστά της. Κάθε σκέψη για τον εξευτελισμό ή την αδυναμία του την συγκινεί· ξέρει ότι η συνειδητή υποταγή του είναι το μόνο που μπορεί να δημιουργήσει τη στιγμή που θα τους βρει μαζί. Και καθώς ανεβαίνει τα σκαλιά που θα τη φέρουν στην πόρτα του δωματίου του, η ανάσα της γίνεται πιο βαριά, πιο συγκεντρωμένη. Όσο περισσότερο νιώθει την ένταση της στιγμής, τόσο πιο καθαρά καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται απλά να φτάσει κοντά του· πρόκειται να γίνει ο λόγος που το φως του θα σπαράξει, που η ψυχή του θα παραδοθεί. Και αυτό την γεμίζει με μια παράξενη γαλήνη, γιατί ξέρει ότι η στιγμή αυτή δεν μπορεί να αποφευχθεί. Η πόρτα πλησιάζει, η καρδιά της χτυπάει, και η αίσθηση ότι τίποτα δεν θα είναι όπως πριν είναι ήδη παντού γύρω της.