Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Με τα μάτια μιας Domme

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος slave32, στις 29 Οκτωβρίου 2025 at 00:09.

  1. slave32

    slave32 Contributor

    «Δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει μεταξύ μας» του το είπα. Δεν ήθελα να του το πω βέβαια, αλλά έτσι θα είναι καλύτερα. Δεν μπορώ στα πενήντα πέντε μου να κάνω αυτά που δεν πραγματοποίησα τα προηγούμενα χρόνια. Τον κοίταξα στα μάτια, είδα στο βλέμμα του μια στεναχώρια.



    Γυμνός κάτω από τα σκεπάσματα του κρεβατιού μου, μόλις είχαμε κάνει έρωτα. Το επέτρεψα αυτό, του το έδωσα. Δεν το μετάνιωνα, αλλά δεν θέλω να του δώσω περισσότερα. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά η ηλικία του σίγουρα δεν είναι ένας από αυτούς. Ο Μάριος είναι ένα αγόρι, ένας νεαρός, ένας άνδρας που είχα την τύχει να τον γνωρίζω από πολύ μικρή ηλικία. Ήταν δεν ήταν δεκαεννιά χρονών όταν ήρθε να εργαστεί στην εταιρεία μου. Δεν το συνήθιζα να προσλαμβάνω φοιτητές, αλλά αυτός είχε κάτι που με έκανε να του δώσω μια ευκαιρία. Άλλωστε σπούδαζε αυτό που μελλοντικά θα τον έκανε να έρθει σε μια επιχείρηση σαν την δική μου ν’ αφήσει βιογραφικό. Έλειψε μόνο για ένα χρόνο, τόσο όσο διήρκησε η στρατιωτική του θητεία. Τώρα πια στα τριάντα πέντε του είναι ένα αναπόσπαστο μέλος της.



    Εκείνη την μέρα ήταν τα γενέθλια μου και όπως κάθε χρόνο, το βράδυ θα έβγαινα με τους συνεργάτες μου για φαγητό. Ο Μάριος, πέρασε από το σπίτι μου το μεσημέρι. Δεν συνηθίζω να μην πηγαίνω στο γραφείο μου, παρά μόνο τη μέρα των γενεθλίων μου. Δεν τον περίμενα. Ήρθε με μία τεράστια ανθοδέσμη με πενήντα πέντε κόκκινα τριαντάφυλλα, ακριβώς όπως τα γενέθλια μου. Ένα μπουκάλι ουίσκι και το χαμόγελο του. Τα πράγματα έγιναν πολύ γρήγορα. Μου έδωσε τα λουλούδια, με φίλησε στο στόμα και με πήγε στο κρεβάτι. Κάναμε έρωτα. Δεν αντιστάθηκα. Ο τρόπος του μοναδικός, μέλημα του να περάσω καλά, αυτός ο νεαρός ξέρει πολύ καλά πως να κάνει μια γυναίκα να ικανοποιηθεί. Είχαν καιρό να με γλείψουν έτσι, δυνατά, ρυθμικά, ακατάπαυστα.



    «Θα μπορούσε» μου απάντησε και μπήκε κάτω από το σκέπασμα μου, ανάμεσα στα πόδια μου με έγλειψε πάλι, έντονα, δυνατά όπως πριν μόνο που τώρα άργησα να έρθω σε οργασμό, αλλά εκείνος δεν σταμάτησε μέχρι να το καταφέρει, ένιωσα την έκρηξη στο κορμί μου. Δεν ξέρω αν έχω χύσει άλλη φορά τόσο πολύ, τόσο έντονα σε όλη μου τη ζωή.



    «Θα κάνω ότι μου λέτε» ψιθύρισε και παρ όλο που πάντα μου μιλάει στον πληθυντικό, αυτή τη φορά είχε κάτι το απίστευτα ερωτικό η φωνή του. Απαλή, σταθερή, ήρεμη.



    «Αυτά που θέλω εγώ δεν μπορείς να μου τα δώσεις» του είπα θέλοντας να τον κάνω να σταματήσει να γίνεται τόσο θελκτικός.



    Ανέβηκε πιο πάνω, τα μάτια του γεμάτα δάκρυα. Έκαναν την καρδιά μου να φτερουγίζει.

    «Θα είμαι υπάκουος, όσο θέλετε..» Ψιθύρισε. Τον έσφιξα στην αγκαλιά μου, έβαλα το κεφάλι μου στα στήθη του. Δεν ήξερα πως είχε καταλάβει, τόσα για εμένα. Αλλά δεν μπορούσα να το σταματήσω πια..











    Δεκαεπτά χρόνια πριν..



    Βγήκαν τα αποτελέσματα των πανελληνίων. Το όνομά μου γραμμένο, πέτυχα. Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών! Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν ήθελα τίποτα άλλο παρά μόνο να πετύχω σε αυτή τη σχολή για να μπορέσω να έχω μια πολύ μικρή πιθανότητα να την ξανασυναντήσω. Είχε έρθει πριν μερικά χρόνια στα Σύβοτα. Οι γονείς μου έχουν ενοικιαζόμενα δωμάτια και μια ταβέρνα. Εκείνη, παραθέριζε μόνη της. Ξανθιά, γαλανομάτα, όχι υπερβολικά όμορφη, αλλά φινετσάτη. Με μια αύρα που με μαγνήτιζε κάθε φορά. Έφηβος εγώ τότε, είχα μαγευτεί με τους τρόπους της.



    «Έχω φτιάξει μια εταιρεία παροχής συμβουλευτικής οικονομικών χαρτοφυλακίων» μου είχε πει και μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα καν τι ήθελα να γίνω όταν θα μεγάλωνα. Πρέπει να ήταν κοντά στα τριανταπέντε τότε κι εγώ μόλις είχα κλείσει τα δέκα έξι. Ξέρετε τώρα πως είναι αυτά στα μυαλά ενός έφηβου. Κάπου τα έμπλεκα, κάπου περίμενα το επόμενο καλοκαίρι να ξανά έρθει, αλλά δεν μας επισκέφτηκε ποτέ ξανά. Μόνο που εγώ, κράτησα το όνομά της, τα στοιχεία της και όταν κατάφερα να περάσω στην ίδια σχολή που μου είπε ότι σπούδασε κι εκείνη τότε ήθελα να την ψάξω, να τη βρω.



    Δεν ήταν φυσικά και τόσο εύκολο όσο περίμενα. Το διαδίκτυο δεν υπήρχε τότε, τουλάχιστον στη μορφή που είναι τώρα. Όμως τα κατάφερα. Την βρήκα και πήγα κι άφησα το βιογραφικό μου στην εταιρεία της. Δεν ξέρω πως έγινε και το λέω αυτό, γιατί εκείνη, η Αθηνά, όσα χρόνια εργάζομαι γι αυτή δεν ασχολείται προσωπικά με προσλήψεις και δεν κάνει και πολύ εύκολα ανανέωση στο προσωπικό της. Με κάλεσαν για συνέντευξη, πήγα. Ήταν εκείνη εκεί, απογοητεύτηκα πολύ που δεν με θυμήθηκε ή τουλάχιστον δεν είπε τίποτα γι αυτό. Αλλά ζήτησε να με προσλάβουν. Ξεκίνησα από το παιδί για τις φωτοτυπίες κι έγινα σχεδόν συνεργάτης της. Αυτό άλλαξε δύο χρόνια πριν.

    Η Αθηνά ήθελε να προσλάβει γραμματέα. Έναν προσωπικό βοηθό κι εγώ αυτοπροτάθηκα. Της άρεσε πολύ η ιδέα γιατί με εμπιστευόταν.



    «Μάριε το να είσαι προσωπικός μου βοηθός δεν θα είναι εύκολο»

    «Ναι καταλαβαίνω»

    «Όχι δεν ξέρεις, δεν είμαι χαλαρή όπως το καλοκαίρι στα Σύβοτα» μου απάντησε και με άφησε με το στόμα ανοιχτό.

    «Το θυμηθήκατε;»

    Γέλασε με τη ψυχή της.

    «Από τη πρώτη στιγμή που είδα το βιογραφικό σου σε θυμήθηκα, γιατί ήρθα εγώ στη συνέντευξη σου νομίζεις;»

    «Μα τόσα χρόνια δεν είπατε τίποτα»

    «Ούτε εσύ καλό μου κι αυτό σε κάνει ακόμη πιο άξιο στα μάτια μου» μου απάντησε και ήθελα να πανηγυρίσω. Βέβαια δεν ήξερε ότι είμαι από τα δεκαπέντε μου ερωτευμένος μαζί της. Αλλά αυτό ήταν άλλη ιστορία.



    «Θα είμαι ο καλύτερος βοηθός σας, θα μάθω όλο το πρόγραμμά σας, μπορείτε να βασίζεστε επάνω μου» της είπα. Χαμογέλασε. Με κοίταξε στα μάτια τόσο έντονα που το βλέμμα μου χαμήλωσε, έπεσε στο πάτωμα. Έβλεπα τις μαύρες γόβες της.



    «Εντάξει λοιπόν, πήγαινε να μου βάλεις καφέ με μία ζαχαρίνη» σηκώθηκα από τη θέση μου. Πήγα της έβαλα καφέ και ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στο κόσμο. Επιτέλους μπορώ να της προσφέρω περισσότερα.





    Γενέθλια της



    Φέτος δεν αντέχω άλλο. Το αποφάσισα θα της το εκφράσω, θα της το πω πως την αγαπώ. Δεν γίνεται να το κρατώ άλλο μέσα μου. Πήρα τα τριαντάφυλλα. Κρασί, λευκό, το αγαπημένο της και πήγα από το σπίτι της. Το ήξερα πως το βράδυ θα μας βγάλει για φαγητό, αλλά δεν μπορούσα να περιμένω περισσότερο. Χτύπησα το κουδούνι της. Μου άνοιξε έλαμπε. Φορούσε τη νυχτικιά της, αλλά ήταν τόσο φρέσκια. Της πρόσφερα τα τριαντάφυλλα. Τα μάτια της σαν να με καλούσαν κοντά της. Την φίλησα στο στόμα και μου ανταπέδωσε. Την πήρα στην αγκαλιά μου και πήγαμε στο κρεβάτι της. Έβγαλα τη νυχτικιά της, γυμνή, πανέμορφη. Φίλησα κάθε σπιθαμή του κορμιού της. Απολάμβανε τα χάδια μου, τα αγγίγματα μου. Την άκουσα να το ζητάει.

    «Γλείψε με, Τώρα!» Και υπάκουσα. Άφησα τη γλώσσα μου, να ξεγλιστρήσει μέσα της, τόσο γλυκιά, τόσο νόστιμη. Ήρθε σε οργασμό αμέσως, ακολούθησαν κι άλλοι. Έχασα το μέτρημα. Με έβαλε ανάσκελα, ανέβηκε πάνω μου. Μου έκανε έρωτα. Προσπάθησα να αγγίξω τα στήθη της, μου κατέβασε τα χέρια. «Αν το ξανακάνεις θα σε χαστουκίσω» μου είπε και δεν ήταν αφοπλιστικό για εμένα. Μου άρεσε που μου το είπε, ήθελα να ακούσω ακριβώς ότι μου έλεγε. Δεν ξανά σήκωσα τα χέρια μου. Το κάναμε με τον τρόπο που της άρεσε. Δυνατά, χωρίς να την αγγίζω.



    «Μην τελειώσεις» μου είπε και ήταν σαν να πάτησε ένα κουμπί μου. Περπάτησε σχεδόν πάνω μου πριν έρθει πάλι στο πρόσωπό μου. Συνέχισε να μου κάνει έρωτα, στο κεφάλι μου, στο στόμα μου πάλι. Τελείωσε στο στόμα μου. Ξάπλωσε δίπλα μου, με κοίταξε για λίγο. Ήταν πάρα πολύ αυστηρό το βλέμμα της. Ήθελα να κρυφτώ. Μα μου είπε ότι δεν θα μπορούσα να είμαι μαζί της. Γιατί αναρωτήθηκα, αλλά μέσα μου ήξερα τι ήθελε. Το είχα μάθει τα προηγούμενα χρόνια ποια ήταν, πως χρησιμοποιούσε τους άντρες, πως ήθελε να τους έχει και κάθε φορά που μάθαινα για μια σχέση της, ζήλευα περισσότερο γιατί ήμουν ακριβώς αυτό που ήθελε, αλλά εγώ θα το έκανα με τη καρδιά μου, όχι για τα λεφτά της και ούτε χρειαζόταν να με πληρώσει για να είμαι αυτό.

    «Θα είμαι υπάκουος, όσο θέλετε..» Της ψιθύρισα. Δεν ήξερα με ποιον άλλον τρόπο να της το έλεγα. Με έβαλε στην αγκαλιά της. Έβαλα τα κλάματα.