Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο διακόπτhς

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Ηλίας, στις 6 Ιανουαρίου 2019.

  1. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Για να γράψω αυτή την ιστορία έπρεπε να δω από τα μάτια ενός switch. Προσπάθησα να το κάνω με κάθε σεβασμό. Εύχομαι να τα κατάφερα.


    Σας καλώς ορίζουμε στο έργο μας. Σε αυτήν την παράσταση που το χρώμα είναι ο ηθοποιός, εισιτήριο δεν υπάρχει. Άλλωστε τι θα μπορούσες να ζητήσεις από τον θεατή, πέρα από την «ανάγνωση σου»;

    Τα χρώματα που θα σας υποδεχθούν είναι το μαύρο και το άσπρο. Δύο άκρες απλησίαστες και απόλυτες. Δύο σηματοδότες που συνεισφέρουν στην διαδικασία του ελεγχόμενου προσανατολισμού. Δύο σημεία που ψεύδονται στις ιστορίες που προτείνουν. Ορίζοντας ένα κίβδηλο σύστημα παραμετροποίησης, που πιο ύπουλο σκοπό από το να βάλλουν σε τάξη τις σκέψεις μας δεν έχουν…

    Ο διακόπτης (Πράξη 1η : Το πέρασμα)

    Βήματα ακούγονται πάνω στη σκηνή. Φιγούρες δεν φαίνονται, γιατί δεν υπάρχει φως. Ούτε λάμψεις, ούτε αντανακλάσεις, παρά μόνο το απόλυτο σκοτάδι…

    -Που είναι ο καταραμένος διακόπτης; Η αρσενική φωνή δείχνει να κοπιάζει και να μετακινείται.
    -Όχι! Μη αγγίξεις τον διακόπτη. Θηλυκή φωνή ακινητοποιημένη σε ένα σημείο, με μία ανάσα που σώνεται.
    -Σε παρακαλώ Αντώνη, μην ανοίξεις το φως. Φοβάμαι. Η φωνή ψάχνει στο σκοτάδι, αλλά από την θέση της δεν φεύγει.
    -Τι φοβάσαι Μαρία; Η βαριά φωνή στάσιμη, δείχνει να βλέπει. Ή να νομίζει πως βλέπει…

    Βήματα απαλά που αργά αλλάζουν, στην πηγή της αδύναμης έντασης, θέση. Ένας ήχος ξένος από σάρκα. Κάποια κάθεται. Ένα πνιγμένο βογκητό ανακούφισης. Μία παύση.
    -Γιατί, εσύ δεν φοβάσαι;

    Κλειδώσεις που βγάζουν ένα κοφτό ήχο και η φωνή τώρα βγαίνει από πιο χαμηλά.
    -Τι φοβάσαι Μαρία; Τι είναι αυτό που σε τρομάζει στο φως ;

    Το σκοτάδι σε κάθε παύση μοιάζει απειλητικό. Μοιάζει γεμάτο από πλάσματα που αθόρυβα στέκονται ανάμεσα στους δύο ανθρώπους και περιμένουν την σειρά τους.

    -Δεν είναι το φως που με τρομάζει. Αλλά ούτε το σκοτάδι που με κάνει και νιώθω ασφαλής. Το πέρασμα με αγχώνει Αντώνη. Αυτό το γαμημένο πέρασμα…




    Ο διακόπτης (Πράξη 2η : Το όνειρο)

    Στο σκοτάδι κρύβονται τα μεγαλύτερα θηρία. Η όψη τους είναι αλλόκοτα ελκυστική. Έτοιμα να σε κατασπαράξουν καθώς τα φλερτάρεις. Νιώθεις την απαλή τους σάρκα καθώς τ’ αγγίζεις. Δέρμα τρυφερό σαν βρέφος, παρόλο που είναι αιωνόβια. Μία λάθος κίνηση σου και θα χαθείς για πάντα στο άπειρο του κενού τους, καθώς ερεθισμένος μπαίνεις μέσα τους. Φούσκες που τρέφονται με τις σκιές σου και μαραζώνουν σε κάθε ξημέρωμα. Μαραζώνουν και συρρικνώνονται, αλλά δεν σβήνουν. Σαν μεγάλοι κόκκοι σκόνης που περιμένουν αόρατοι το φως να πέσει για να αρχίσουν πάλι να φουσκώνουν…

    Ένας αναπτήρας ανάβει και το φως του τυφλώνει τους θεατές. Κανείς δεν βλέπει τίποτα περισσότερο, από την άκρη ενός τσιγάρου που πυρώνεται. Και μετά πάλι επιστροφή στην μήτρα.

    -Τι είναι αυτό που σε τρομάζει Μαρία, στο πέρασμα; Η φωνή του στεγνή και άκαπνη.

    Από την άλλη μεριά ένα στήθος, απελευθερώνει τον μιγά αέρα με τον καπνό που φέγγει.

    -Υπάρχουν όνειρα που βλέπω. Στέκομαι πάνω σε μία μικρή εξέδρα, ψηλά, πολύ ψηλότερα από το έδαφος, στο κέντρο της σκηνής ενός τσίρκου. Ίσα που χωράω στην εξέδρα. Στις άκρες των ποδιών μου βλέπω το κενό. Τίποτε να με κρατήσει αν τυχόν και γείρω. Τίποτε που να μπορεί να με αρπάξει και μην, στο έδαφος, το σώμα μου απλώσει Ο κόσμος γύρω μου εκστασιασμένος περιμένει. Δεν βγάζουν ούτε ένα τόσο δα μικρό ήχο. Δεν θέλουν να με τρομάξουν και να μην τολμήσω. Δεν υπάρχει περίπτωση να μου επιτρέψουν να κατέβω, από την σκάλα της εξέδρας που στέκομαι. Από την άλλη σκάλα θέλουν να κατέβω. Από αυτή, της απέναντι εξέδρας. Ίσως και πάλι ούτε και από αυτή.

    Η άκρη του τσιγάρου ξαναφέγγει. Μία τζούρα οξυγόνου ποτισμένη με νικοτίνη και το όνειρο, στο δρόμο του ξανά.

    -Ένα σκοινί, ο δρόμος που ενώνει τις εξέδρες και εγώ πρέπει να το διαβώ. Σκοινί λεπτό, ίσα με δύο δάχτυλα χοντρό. Και πρέπει εγώ να το διαβώ. Κοιτώ γύρω μου για ελπίδα. Και εισπράττω το χαμόγελο που λαχταρά. Βρίσκω την δύναμη και το πόδι απλώνω. Ρίχνω ένα βλέμμα μου πίσω για μία τελευταία φωτογραφία αυτού που αφήνω. Η σιγουριά και η θαλπωρή του λευκού που έχω τώρα συνηθίσει. Η πατούσα μου νιώθει την τραχύτητα του σχοινιού. Σαν τόνο βαρύ σηκώνω και το πόδι το άλλο και ξεκινώ. Είμαι παγωμένη από τον τρόμο και οι σκέψεις μου δεν ρέουν. Έτσι τα πρώτα βήματα συμβαίνουν εύκολα. Και τα επόμενα, η πόρνη τύχη τα συνοδεύει και με οδηγούν μέχρι την μέση. Στέκομαι για να πάρω μία ανάσα ανακλαστικά και μόνο και ο πάγος λειώνει. Οι σκέψεις μαζεμένες εφορμούν με μανία και αντιλαμβάνομαι που στέκομαι. Νιώθω την θέση μου έως την τελευταία και παραμικρή λεπτομέρεια.

    Η καύτρα που φουντώνει, τρέμει. Χαμηλώνει και αμέσως ξαναφουντώνει. Το τρέμουλο ακόμα μεγαλύτερο. Να φοβάται τα νύχια τα γαμψά που απλώνονται στα μουλωχτά να την αγγίξουν;

    -Φοβάμαι… Την ιδέα της πτώσης. Με τρομάζει η ισορροπία που ικετεύει να χαθεί. Γαμώτο ας πέσω και στο έδαφος κατευθείαν ας βρεθώ. Δεν θέλω να πέφτω. Το ενδιάμεσο, ναυτία μου προσφέρει. Λευκό ή μαύρο, όχι ανάμεσα τους. Στο σκοινί ή στο έδαφος, ποτέ ανάμεσα τους. Επιλέγω, δεν μπορώ άλλο να στέκομαι πίσω από τους φόβους μου. Είναι τότε πιο οδυνηροί. Βουτάω στο κενό για να τελειώσει το μαρτύριο μία ώρα αρχύτερα.

    Μία ρουφηξιά ακόμη και η παύση συνοδεύει. Το τσιγάρο τελειώνει και οι λέξεις ντυμένες με καπνό ξανακυλούν.

    -Η πτώση κρατά αιώνες και πονάω. Ότι με πλήγωσε μικρή, ότι με βίασε μεγάλη, τα βρώμικα τα χέρια του στο γυμνό κορμί μου, τα σερβίρει. Ότι δεν έπρεπε ποτέ να ζήσω, σάρκα, οστά και πέος αποκτά. Μπαίνει μέσα μου και χαλάει ότι με κόπο και αγάπη ταίριαξα στις μέρες του νοτιά. Χύνει σκατά υγρά και βγαίνει για να ακολουθήσει ο επόμενος. Στην αρχή νιώθω βρώμικη, μετά ακόμα περισσότερο και στο τέλος νιώθω βρώμικη, για τα φρέσκα τα αχνιστά που απλόχερα με γεμίζουν. Νιώθω την ψυχή μου να σώνεται και λίγη να ‘ναι για να αντέξει και τρέμω όταν κόκκος της άλλος, δε θα μείνει για να αντισταθεί. Όλο το αντιληπτικό μου φάσμα επικεντρώνεται, στον τελευταίο κόκκο που πέφτει και περιμένει το Μεγάλο Θόρυβο της κρούσης. Και φτάνω…

    Τα δάκρυα και τα αναφιλητά, κάνουν το σκοτάδι να μην μοιάζει στοιχειωμένο. Υπάρχει άνθρωπος κρυμμένος ζωντανός και κλαίει…

    -…αλλά δεν συναντώ το έδαφος, αλλά κάτι πολύ χειρότερο. Προσγειώνομαι στη μέση του σκοινιού και η ισορροπία μου χαμένη. Ξαναπέφτω και τον εφιάλτη ξαναζώ. Και στο κέντρο του σκοινιού για μια φορά ακόμη φτάνω και ξαναπέφτω. Και ξαναπέφτω και ξαναπέφτω και ξαναπέφτω…

    Ήχος από γυναίκα που στο σκοτάδι γονατίζει.

    -Για αυτό σου λέω Αντώνη, μην αγγίξεις τον διακόπτη.

    Η υστερία διάχυτη και από το κέντρο της σκηνής, η πηγή της που ουρλιάζει.

    -Do not touch the fucking “switch”!!!!




    Ο διακόπτης (Πράξη 3η : Το λάθος)

    Η απατηλή αίσθηση της ισορροπίας, γεννά μία από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες παρανοήσεις. Την ψευδαίσθηση, πως δεν βρισκόμαστε στην τροχιά της πτώσης…

    -Ηρέμησε ψυχή μου και στάσου ακίνητη. Το άγχος σου οφείλεται στην αδράνεια. Το μυαλό σου αντιδρά στην μετακίνηση.

    Ο άνδρας ψάχνει την θηλυκή φωνή μέσα στο σκοτάδι. Η τύχη είναι καλή μαζί του και δεν συναντά τους ενδιάμεσους. Μετά από λίγα τυφλά βήματα φτάνει κοντά της και την αγκαλιάζει. Η κοπέλα έχει σταματήσει να κλαίει, μόνο το σώμα της τρέμει.

    -Ο νους, δημιουργεί ηθικές και δυναμικές που τείνουν να στηρίξουν την σταθεροποίηση και να αντισταθούν σε οποιαδήποτε μεταβολή. Ερχόμενος σε μία νέα κατάσταση πιάνει δουλειά ώστε να κατανοήσει και να διαχειριστεί τη φύση των κανόνων και επιπλέον, να προσαρμοστεί με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Ακόμα και αν η νέα θέση είναι καλύτερη από την προηγούμενη, σου δημιουργεί την αίσθηση της ψυχικής ναυτίας, για δύο λόγους. Για να σε αναγκάσει να σταματήσεις την μετακίνηση, μη θέλοντας να ρισκάρει σε ένα αγνώστου φυσικής, νέο περιβάλλον και για να σε φορτώσει με την μνήμη της δυσφορίας, ώστε να την σκεφτείς διπλά στο μέλλον μία όποια νέα αλλαγή.

    Η γυναίκα απλώνει τα χέρια της. Ο Αντώνης, τα νιώθει στα δικά του, παγωμένα. Σαν κάποιος, ύπουλα να κλέβει σταγόνα με σταγόνα την ψυχή της. Ενώνει τις παλάμες του, σκεπάζοντας έτσι τις αδύναμες δικές της. Νομίζοντας ότι η θέρμη η δική του είναι ικανή να ζεστάνει και τους δύο, συνεχίζει…




    Ο διακόπτης (Πράξη 3η : Το λάθος), η συνέχεια




    -Αδράνεια, η βούληση που αντιστέκεται, Μαρία, στη…

    -Κάποιο λόγο θα ‘χει. Η φωνή ανακατεύεται με τις σκιές, σαν κρυστάλλινο πουλί που προσπαθεί να ξεφύγει και χτυπάει τα φτερά του απελπισμένο.
    -Κάποιο λόγο θα έχει Αντώνη, για να αντιστέκεται. Ένας λυγμός που φωτίζει τις προτάσεις και παλεύει για αναγνώριση.

    -Μωρό μου, σε παρακαλώ, άκουσέ με. Δεν ξέρω γιατί, φοβάμαι, το νιώθω ότι δεν είναι για καλό. Το νιώθω, δεν είναι μία αίσθηση απλώς, έχει βάρος. Με αγγίζει. Δε μπορώ να στο εξηγήσω με την λογική. Νιώθω να με απειλεί, να μας απειλεί.

    Ένας ήχος, δηλώνει παρουσία μερικά μέτρα πιο δίπλα. Οι θεατές δεν βλέπουν, ακούν όμως τον ήχο που κάνει ο λαιμός της γυναίκας, που τινάζεται τρομοκρατημένος. Κανένας ήχος από τον άντρα. Στέκεται και την κοιτάζει προβληματισμένος. Σχεδόν όλοι βλέπουν το ανήσυχο βλέμμα του. Δεν έχει ακούσει τίποτα. Ούτε και κανείς άλλος, πέρα από την γυναίκα…

    -Το άκουσες Αντώνη; Το άκουσες μωρό μου; Κάποιος είναι εκεί.

    Σηκώνεται, προσπερνά τον Αντώνη δίχως να τον αγγίξει, αλλά δεν απομακρύνεται.

    -Ποιος είναι; Φωνή οργισμένη και πανικόβλητη.

    -Ποιος είσαι; Φωνή που στάζει.

    -Τι είσαι; Φωνή που λειώνει, σε λέξεις που δεν τολμούν να ειπωθούν.

    -Γαμώτο, πες μου τι είσαι; Φωνή που φτάνει στα ανώτερα επίπεδα έντασης και κομματιάζεται σε χιλιάδες διάφανα διαμάντια. Μία αόρατη βροχή από γράμματα με ήχο απλώνεται στο χώρο και μουσκεύει τις συνειδήσεις…




    Ο διακόπτης (Πράξη 4η : Το Τέλος)




    -Φτάνει Μαρία. Ο Αντώνης πετάγεται από την θέση του και αρχίζει να ψάχνει.

    -Όχι! Όχι, σε παρακαλώ, όχι! Η Μαρία σέρνεται στο πάτωμα. Τα νύχια της βγάζουν έναν φρικτό θόρυβο, καθώς σπάνε στο άγριο ξύλο.

    -Ηρέμησε κορίτσι μου, θα δεις ότι δεν τρέχει τίποτα. Κάπου εδώ θα ‘ναι, ο κολοδιακόπτης.

    -Όχι μη Αντώνη μου, θα σου δώσω ό,τι θέλεις. Χρήματα, το κορμί μου, την ψυχή μου, τα παιδιά μου, ό,τι μου ζητήσεις.

    -Τον βρήκα. Το χέρι του Αντώνη αγγίζει τον διακόπτη και όλοι κρατούν την ανάσα τους. Όλοι εκτός την Μαρία που βγάζει την δική της, με όλη της την δύναμη.

    -Όοοοοχχχχχχχχχχιιιιιιιιι… Ο Αντώνης σηκώνει τον διακόπτη και εγένετο Φως.

    Και η αποκάλυψη…

    Κανείς και τίποτα πάνω στη σκηνή.

    Κανένας, στις άδειες καρέκλες του Θεάτρου.

    Κανένα χρώμα πουθενά.

    Ή σχεδόν πουθενά…


     
  2. Alice in wonderland

    Alice in wonderland sui generis Contributor

    Να ένα θεατρικό που θα έβλεπα με μεγάλη ευχαρίστηση και ενδιαφέρον