Dismiss Notice

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Notes on Masochism

Discussion in 'BDSM Resources and Tutorials' started by dora_salonica, 10 January 2010.

  1. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Διαπίστωσα σε κάποια πρόσφατη συζήτηση ότι υπάρχει κάποια αμφιγνωμία σχετικά με τον όρο μαζοχισμός, κατά πάσα πιθανότητα αναίτια, προερχόμενη από την ασάφεια ή/και άγνοια της σημασίας των όρων που χρησιμοποιούμε. Ως το πρακτικό άτομο που θέλω να πιστεύω ότι είμαι, ανέτρεξα σε ένα άρθρο το οποίο θεωρείται ένα από τα καλύτερα και πιο συνοπτικά στο θέμα, σύμφωνα και με αναφορές κάποιων παλαιότερων του χώρου. Είναι οι «Σημειώσεις περί Μαζοχισμού: Μία συζήτηση για την ιστορία και την εξέλιξη μίας ψυχαναλυτικής έννοιας», του William I. Grossman, M.D., που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1986 στο Psychoanalytic Quarterly, 55 (1986):379-413.

    Αν και το μετέφρασα ολόκληρο, θεωρώ ότι περιέχει όρους και αποσπάσματα που είναι κάπως στριφνά για όσους ενδιαφέρονται μεν για το θέμα αλλά προέρχονται από άλλα γνωστικά πεδία. Επέλεξα λοιπόν μερικά αποσπάσματα, ως αντιπροσωπευτικά και ως επεξηγηματικά του φαινομένου και της χρήσης του όρου «μαζοχισμός» (επεσήμανα με χρώμα κάποια τμήματα, για τη διευκόλυνσή σας). Το κείμενο που προέκυψε είναι πιστεύω αρκετά προσιτό.

    ABSTRACT
    Η έννοια του μαζοχισμού χρησιμοποιείται με περιγραφικό και με επεξηγηματικό τρόπο για να καλύψει ένα ευρύ φάσμα κλινικών φαινομένων. Αν και θεωρούνταν για καιρό ότι η έννοια αναφέρεται σε ένα πανταχού παρόν, θεμελιώδες και παράδοξο φαινόμενο, πρόσφατες συζητήσεις φανερώνουν αυξανόμενη αβεβαιότητα σχετικά με την κλινική αξία του όρου. Οι απαρχές του προβλήματος ανιχνεύονται στις πρώτες έννοιες όπου βασίστηκε ο Φρόυντ, τις οποίες δανείστηκε από την σεξολογία του Krafft-Ebing. Ο Φρόυντ αργότερα έδωσε έμφαση σε θέματα δομής και σε σχέσεις με αντικείμενα. Αυτή η αλλαγή στην έμφαση σχετίστηκε με τη χρήση της συμπεριφοράς των παιδιών αντί της διαστροφής ως προτύπου της ψυχικής λειτουργίας.

    ΕΙΣΑΓΩΓΗ
    Η ψυχανάλυση ως μέθοδος έρευνας και ο μαζοχισμός ως αντικείμενο έρευνας είδαν το φως της ημέρας περίπου την ίδια εποχή. Ο ορισμός του μαζοχισμού είναι περίπου δέκα χρόνια μεγαλύτερος, με βάση την ημερομηνία που διαλέγουμε για την γέννηση της ψυχανάλυσης. Σαν αποτέλεσμα, οι ιδέες σχετικά με τον ειδικό χώρο που καταλαμβάνει αυτή η νεο-ορισθείσα διαστροφή στην σεξουαλικότητα και στην ψυχική ζωή επηρέασαν την εξέλιξη της ψυχανάλυσης. Υπήρξαν πολλές διαφωνίες ανάμεσα στους σύγχρονους του Φρόυντ στις προσπάθειές τους να ξεκαθαρίσουν και να ορίσουν ένα σύνδρομο με το όνομα μαζοχισμός και να ανακαλύψουν την ευρύτερη σημασία του για τις ζωές των ανθρώπων και των ζώων. Αυτές οι διαφωνίες αντανακλούσαν τις διάφορες αποκλίσεις στον τρόπο επίλυσης επιστημονικών προβλημάτων. Ο Havelock Ellis (1903), για παράδειγμα, έδωσε έναν συνδυασμό περιγραφών με ρομαντικές και νατουραλιστικές αποχρώσεις για την συμπεριφορά των ζώων, σε μία προσπάθεια να καταδείξει τις βιολογικές ρίζες του σαδισμού στο βασίλειο των ζώων. Ο Ellis μίλησε για το «διάφανο πέπλο που χωρίζει την αγάπη και τον θάνατο» (σελ. 127) σε όλη τη φύση, συνενώνοντας έτσι με δραματικό τρόπο τις ψυχολογικές και φυλογενετικές πλευρές της σεξουαλικής λειτουργίας. Ιδίως, η σχέση ανάμεσα στην σεξουαλική πράξη και στον κανιβαλισμό σε κάποια είδη φαινόταν σε κάποιους συγγραφείς της εποχής να αποτελούν την πρωταρχική πηγή του σαδισμού. Ο Ellis πρόσθεσε, όμως, ότι ο de Gourmont λέει πως «αυτός ο σεξουαλικός κανιβαλισμός που ασκείται από το θηλυκό μπορεί να μην έχει κάποια κύρια ερωτική σημασία»: «Τον καταβροχθίζει γιατί είναι πεινασμένη κι επειδή αυτός αποτελεί εύκολη λεία όταν είναι εξαντλημένος». (σελ. 128) Αυτές οι δύο διατυπώσεις επισημαίνουν μία ξεκάθαρη αντίθεση ανάμεσα στη δραματική ερμηνεία και σε μία μηχανιστική επεξήγηση.

    Στα γραπτά του Φρόυντ, βρίσκουμε προσπάθειες να συνδυαστούν και να συμφιλιωθούν αυτοί οι τρόποι σκέψης, οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα δραματικοί, τελολογικοί και μηχανιστικοί. Ήλπιζε να χρησιμοποιήσει τις νέες μεθόδους του, ανακαλύψεις και έννοιες για να επιλύσει τα προβλήματα που έθεσαν οι σύγχρονοί του. Στην πραγματικότητα, συνεισέφερε σε μία ριζική αλλαγή στον τρόπο διατύπωσης αυτών των προβλημάτων, πράγμα που άλλαξε το νόημα νέων ιδεών, όπως ο μαζοχισμός.

    Ο όρος μαζοχισμός, παρόλα αυτά, ποτέ δεν είχε ένα ακριβές νόημα ή ένα νόημα ευρέως αποδεκτό. Ήταν ένας αμφιλεγόμενος όρος, παρεκτός ως λογοτεχνικός όρος για κάθε φαινόμενο όπου η σεξουαλική ηδονή και ο σωματικός ή ψυχικός πόνος συσχετίζονταν.

    Ο στόχος αυτής της εργασίας είναι να σκιαγραφήσει την ανάπτυξη του μαζοχισμού ως ψυχαναλυτική έννοια από τις απαρχές του στη σεξολογία της εποχής του Φρόυντ, μέσα από την μετατροπή του στην ψυχαναλυτική έρευνα και τις επακόλουθες αλλαγές στην ψυχαναλυτική θεωρία. Μία θέση αυτής της εργασίας είναι ότι η εξέλιξη της ψυχαναλυτικής θεωρίας και τεχνικής είναι ως ένα βαθμό το αποτέλεσμα της προσπάθειας να χρησιμοποιούμε ιδέες όπως ο μαζοχισμός ως θεωρητικές έννοιες. Σαν αποτέλεσμα, νέες παρατηρήσεις έγιναν εφικτές, και αυτές, με τη σειρά τους, άλλαξαν τον τρόπο σκέψης μας σχετικά με παλιά προβλήματα.

    Σήμερα έχει γίνει φανερό ότι ο μαζοχισμός είναι ένας όρος μικρής ακρίβειας και ότι η αξία του είναι περιγραφική και στοχαστική. Ενώ δεν είναι πρόθεσή μου να προσφέρω μία θεωρία του μαζοχισμού, αυτή η εργασία εισηγείται ότι ο όρος μαζοχισμός χρησιμοποιείται καλύτερα ως αναφορά σε φαντασιώσεις όπου ο συσχετισμός ανάμεσα στην ηδονή και τη δυσφορία είναι παρακινούμενος και υποχρεωτικός, και για τις διαστροφές ότι είναι αναπαραστάσεις τέτοιων φαντασιώσεων.

    Η αναζήτηση της επώδυνης εμπειρίας μπορεί να είναι κεντρική ή περιφερειακή αλλά είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε πολλούς τύπους κλινικών περιπτώσεων.

    Στο πρώτο τμήμα αυτής της εργασίας θα μελετήσω το πρόβλημα του ορισμού του μαζοχισμού και της χρησιμότητάς του ως έννοια. Στο δεύτερο τμήμα παρουσιάζονται οι τρόποι με τους οποίους ο Φρόυντ πήρε τις ιδέες του Krafft-Ebing για τον μαζοχισμό και τους έδωσε ψυχαναλυτική μορφή. Στο τρίτο τμήμα θα υποδείξω κάποιες πλευρές της αλλαγμένης έννοιας της ψυχικής λειτουργίας που υπονοείται στο βιβλίο Πέρα από την Αρχή της Ηδονής, που οδήγησε σε μία διάχυση της έννοιας του μαζοχισμού σε θέματα επιθετικότητας και δομής.

    ΜΕΡΟΣ Ι
    ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΝΟΣΟΛΟΓΙΑΣ


    Σήμερα, κατά γενική ομολογία, υπάρχουν φαινόμενα που αξίζει να ονομάζονται μαζοχισμός ή μαζοχιστικά και που βρίσκουμε σε φυσιολογικούς ανθρώπους καθώς και σε ανθρώπους με μία γκάμα παθολογικών συνδρόμων. Αυτή η ομολογία βασίζεται στην αποδοχή ενός συνδυασμού πόνου ή οδύνης και σεξουαλικής ηδονής ή των παραγώγων της ως το καθοριστικό χαρακτηριστικό του μαζοχισμού.

    Ο Nersessian (1983) παρατήρησε την σύγχυση που εγείρεται όταν ένας όρος χρησιμοποιείται για να αναφερθεί ταυτόχρονα σε διαστροφές, συμπεριφορά, χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και ενστικτώδεις παρορμήσεις. Πρόσθεσε μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση: «Βρήκαμε ότι δεν συμφωνούν όλοι ότι μία συγκεκριμένη συμπεριφορά είναι μαζοχιστική, αλλά και ότι...ήταν συχνά πολύ δύσκολο να διατηρηθεί αυτή η άποψη μετά την αμφισβήτησή της». (σελ. 3) Αυτή η παρατήρηση υπονοεί ότι υπάρχουν πολλαπλές οπτικές γωνίες: από μία έποψη μία συμπεριφορά μπορεί να είναι μαζοχιστική και από μία άλλη όχι.

    Σε γενικές γραμμές, η χρήση του μαζοχισμού σαν όρος εξαρτάται από την ιδέα του πρωτοτύπου που επικαλείται. Εξαρτάται από μία αναλογία που φτιάχνουμε για τις μαζοχιστικές διαστροφές, των οποίων το εκπληκτικό και παράδοξο χαρακτηριστικό είναι ο συνδυασμός της σεξουαλικής ηδονής με τον πόνο, την υποταγή ή το μαρτύριο.

    Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΖΟΧΙΣΜΟΥ ΩΣ ΟΡΟΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

    Μία βασική πηγή σύγχυσης σε συζητήσεις σχετικά με τον μαζοχισμό είναι η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσουμε μία συμπεριφορά. Και στις ψυχαναλυτικές εργασίες και στις σεξολογικές που προηγήθηκαν, αναφέρθηκαν παραδείγματα συμπεριφοράς ζώων που συνδυάζουν σεξουαλική δραστηριότητα και πόνο, σε μία προσπάθεια να βρεθούν ζωικά πρότυπα για τον ανθρώπινο μαζοχισμό. Τα μεθοδολογικά προβλήματα που σχετίζονται με την χρήση αυτών των ζωικών αναλογιών είναι πολύ γνωστά. Η χρήση περιγραφών της ανθρώπινης συμπεριφοράς για να δώσουμε παραδείγματα μαζοχισμού ενέχει ίσως παρόμοια προβλήματα και είναι το ίδιο προβληματική. Οι Sack and Miller (1975) επιβεβαίωσαν την απροσδιοριστία του όρου μαζοχισμός όταν χρησιμοποιείται περιγραφικά για συμπεριφορές, εκτός από την περίπτωση που περιγράφει τη διαστροφή.

    Ο Brenner (1959), (1982), (1982), (1983) έχει τονίσει την καθολικότητα του μαζοχισμού, ιδίως ως συνέπεια της διαμόρφωσης του υπερεγώ και της λειτουργίας του.

    Οι σκέψεις που σκιαγράφησα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο μαζοχισμός, εκτός από τις περιπτώσεις της διαστροφής, δεν είναι στην πραγματικότητα διάγνωση, ούτε επιδέχεται ομοιόμορφη χρήση με ακριβείς κλινικές ή θεωρητικές συνέπειες. Το συμπέρασμα σ’ αυτό το σημείο είναι ότι ο «μαζοχισμός» ορίζει έναν τύπο φαντασίωσης και αυτά τα κλινικά φαινόμενα που βασίζονται σ’ αυτές τις φαντασιώσεις.

    Ο ΜΑΖΟΧΙΣΜΟΣ ΩΣ ΟΡΟΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΕ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ

    Η έννοια του μαζοχισμού καλύπτει την ανάγκη να χαρακτηριστούν κλινικά φαινόμενα στα οποία κυριαρχούν συνειδητές ή ασυνείδητες φαντασιώσεις με την στερεοτυπική μορφή μαζοχιστικών διαστροφών. Ο μαζοχισμός είναι επομένως, ένας γενικός και καθόλου ακριβής όρος γι αυτά τα φαινόμενα και τις φαντασιώσεις. Ορίζεται από την ομοιότητά του με το πρότυπό του, παρά με κάποια ουσιαστικά χαρακτηριστικά του ή με τη θεωρητική του υπόσταση. Αυτές οι φαντασιώσεις μπορεί να είναι συνειδητές, ή μπορεί να τις αναπαριστούμε συνειδητά ή ασυνείδητα. Το ασυνείδητο νόημά τους, αναγκαστικά, αποκαλύπτεται μόνο μέσα από την ψυχανάλυση. Μερικοί από τους ανθρώπους με τις πιο ξεκάθαρα εκδηλωμένες μαζοχιστικές συμπεριφορές δεν προσέρχονται ποτέ στην ψυχανάλυση ή δεν είναι δεκτικοί στην ψυχανάλυση όταν προσέρχονται (Kronengold and Sterba, 1936); (Loewenstein, 1957); (Resnik, 1972).

    Ο μαζοχισμός χαρακτηρίζεται με τον πιο χρήσιμο τρόπο από μία φαντασίωση συγκεκριμένου τύπου παρά από τη συμπεριφορά που οδηγεί στον πόνο ή στον συνδυασμό ηδονής και δυσφορίας. Οι μαζοχιστικές φαντασιώσεις αναγνωρίζονται από μία εμμονή με τον συνδυασμό κάποιου πράγματος που το υποκείμενο θεωρεί απολαυστικό και κάποιου πράγματος που θεωρεί μη απολαυστικό. Ο συνδυασμός μας οδηγεί σε ένα πακέτο συσχέτισης, ανάμεσα σε συναισθήματα και ανάμεσα σε ανθρώπους. Η εμμονή που χαρακτηρίζει τις φαντασιώσεις, μία εμμονή με το σύνδεσμο ανάμεσα στην απόλαυση και στη δυσφορία, εκφράζεται με τους σκοπούς, δηλαδή με τις πράξεις που φαντασιώνεται το άτομο, και με τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους που συμμετέχουν. Αν και έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι στο μαζοχισμό ο πόνος είναι απλά η προϋπόθεση για την απόλαυση, ή ότι κάποιοι αναζητούν τον ίδιο τον πόνο ενώ κάποιοι άλλοι όχι, το βασικό σημείο είναι ότι στη φαντασίωση ο συνδυασμός είναι υποχρεωτικός.

    Ο ΜΑΖΟΧΙΣΜΟΣ ΩΣ ΟΡΟΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΕ ΣΧΕΣΕΙΣ

    Αν κατανοούμε τον μαζοχισμό ως έναν συσχετιστικό όρο που αναφέρεται στο σύνδεσμο ανάμεσα στην απόλαυση και στη δυσφορία, και ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και στην επιθετικότητα, όπως αυτοί οι παράγοντες εκφράζονται στις σχέσεις ανάμεσα σε αντικείμενα, τότε πρέπει να τονίσουμε ότι αναφερόμαστε σε μία εμμονή του μαζοχιστή με αυτές τις σχέσεις. Αυτή η αντίληψη πρέπει να γίνει διακριτή από τις αρχές της εξήγησης της ψυχαναλυτικής θεωρίας, σύμφωνα με τις οποίες όλα τελικά εξηγούνται με τους όρους των σχέσεων ανάμεσα στην απόλαυση και στην δυσφορία, την σεξουαλικότητα και την επιθετικότητα. Αυτός είναι ένας άλλος τρόπος να δηλώσουμε τη διαφορά ανάμεσα στη θεωρητική και στην κλινική χρήση των όρων που αναφέραμε. Πρόκειται για τη διαφορά ανάμεσα στην θεωρητική εξήγηση των κινήτρων και την χρήση των κινήτρων ως κλινική εξήγηση. Υπάρχουν κίνητρα για τον συνδυασμό της ηδονής και της οδύνης στον μαζοχισμό.

    Οι ελπίδες για ακρίβεια σε κλινικό επίπεδο δεν εκπληρώνονται τελικά και για έναν άλλο λόγο: διότι τα θέματα οδύνης τελικά συμπεριλαμβάνουν σκαμπανεβάσματα επιθετικότητας. Δίνεται έμφαση σε διάφορα πράγματα, ανάλογα με το αν η φαντασίωση είναι δομημένη γύρω από ένα σενάριο ανάγκης για δυσφορία (τιμωρία, εξευμενισμό των θεών, η πόνο), την ανάγκη να αντλήσουμε απόλαυση από τις αντίξοες συνθήκες, την ανάγκη να αποφύγουμε ή να νικήσουμε την επιθετικότητα προς κάποιο αγαπημένο αντικείμενο, ή κάποιο αντικείμενο που χρειαζόμαστε ή που φοβόμαστε, ή την ανάγκη να αντλήσουμε απόλαυση με παθητικό τρόπο, είτε ηθελημένα είτε εξαναγκαστικά. Η προσκόλληση στα οδυνηρά σημεία των σχέσεων, η εξίσωση της παθητικότητας με την θυματοποίηση και η σύγχυση της δραστηριότητας με την επιθετικότητα είναι συχνές εμμονές στις μαζοχιστικές φαντασιώσεις.

    Μαζοχιστικές δομές, είτε σε λανθάνουσα είτε εκπεφρασμένες, που βρίσκονται υπό κλινική παρατήρηση, μπορεί να έχουν σημείο αφετηρίας οδυνηρά βιώματα και δυσφορία σε σχέσεις ανάμεσα σε αντικείμενα σε οποιαδήποτε περίοδο της παιδικής ηλικίας, και συνεχίζουν την προσπάθεια να ισορροπήσουν την ηδονή και την οδύνη και να ελέγξουν και να εκφράσουν την συνοδό επιθετικότητα σε ένα ατέρμονα επαναλαμβανόμενο σενάριο.

    Το πλήθος των θεμάτων και των εμμονών που γεννούν τις μαζοχιστικές επιλύσεις αναιρούν την αναγκαιότητα να αποφασίσουμε αν είναι «πραγματικός» πόνος αυτό που θέλει ο μαζοχιστής, μία αμφισβήτηση που συνοδεύει την ιδέα του μαζοχισμού από την επινόησή του ως όρου. Η δυσφορία ή ο πόνος πάντα έχουν κάποια αξία και ερμηνεύσιμο νόημα για τον μαζοχιστή και αυτός είναι ο λόγος που τον αποζητά, είτε για τη διέγερση (Freud, 1915), για την ανακούφιση από το άγχος της διέγερσης (Reich, 1933), για την αποφυγή κάποιου άλλου πόνου (Eidelberg, 1934), για ένα άλλο είδος απόλαυσης (Horney, 1939), ή για την αποφυγή του «αληθινού» πόνου και για την παθητικότητα (Keiser, 1949).

    Εν ολίγοις, μερικές από τις δυσκολίες της χρήσης, του ορισμού και της νοσολογίας που σχετίζονται με την έννοια του μαζοχισμού, απορρέουν από την προσπάθεια να φτάσουμε στην «ουσία» μίας κλινικής έννοιας, δηλαδή ενός μοναδικού χαρακτηριστικού, παράγοντα ή αιτίας που να διακρίνει τον μαζοχισμό. Εισηγήθηκα αντ’ αυτού ότι ο μαζοχισμός είναι μία έννοια με ένα συγκεκριμένο επίπεδο πολυπλοκότητας και δεν εξηγείται χωρίς να χαθεί το νόημά του. Πρόκειται για μία κλινική έννοια που έχει να κάνει με μία ομάδα φαντασιώσεων. Οι μαζοχιστικές διαστροφές είναι ζωντανές αναπαραστάσεις αυτών των φαντασιώσεων και λειτουργούν ως πρότυπα για κλινική ερμηνεία. Οποιαδήποτε προσπάθεια για μία εννοιακή ανατομία του μαζοχισμού ή για την εύρεση μίας ουσιαστικής καθολικής λειτουργίας του, και ο μαζοχισμός εξανεμίζεται στα συγκεκριμένα θέματα που τον συνθέτουν: σκαμπανεβάσματα ηδονής και δυσφορίας, επιθετικότητας, δραστηριότητας και παθητικότητας σε σχέση με την εξουσία, σημαντικών ταυτίσεων και του ελέγχου των παρορμήσεων και της δοκιμής της πραγματικότητας. Σε ένα ιστορικό πλαίσιο, οι σχέσεις ανάμεσα σε αυτές τις έννοιες και στον μαζοχισμό έδωσαν στο μαζοχισμό μία ειδική σημασία στις θεωρητικές διατυπώσεις του Φρόυντ σαν μία βασική ψυχική δύναμη, δηλαδή ένα συστατικό του σεξουαλικού ενστίκτου και μετά σαν μία έκφραση του ενστίκτου του θανάτου.

    (συνεχίζεται)
     
  2. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΜΕΡΟΣ II
    H Προέλευση και τα Προβλήματα της Έννοιας του Μαζοχισμού στο Έργο του Φρόυντ


    Οι σεξουαλικές θεωρίες του Φρόυντ συνένωσαν τις διδασκαλίες των σεξολόγων που ήταν σύγχρονοί του με ιδέες για τις νευρώσεις και το ασυνείδητο, σε συνδυασμό με την εξέλιξη της ψυχαναλυτικής μεθόδου. Η εξαιρετικά καινοτόμος θεωρία του Φρόυντ περί νευρώσεων, η οποία ξεκίνησε με την ιδέα της υστερίας ως το αρνητικό μίας ασυνείδητης διαστροφής (1896), συχνά κρύβει το βαθμό στον οποίο οι ιδέες του Φρόυντ για τη σεξουαλικότητα και τις διαστροφές ήταν δανεισμένες από τους συγχρόνους του, και κυρίως από τον Krafft-Ebing. Κατά μία έννοια, οι έννοιες του σαδισμού και του μαζοχισμού στο έργο του Φρόυντ μπορούν να ιδωθούν αναλογικά ως διαδικασίες διανοητικής εξέλιξης όπου πρώιμα στάδια διατηρούνται ταυτόχρονα με τον μετασχηματισμό τους. Στην περίπτωση του σαδομαζοχισμού, κάποιες γενικές ιδέες, όπως και συγκεκριμένα θέματα, μπορούν να αποδοθούν στον Krafft-Ebing στο «Οικονομικό Πρόβλημα του Μαζοχισμού» (Φρόυντ, 1924).

    Δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί εδώ μία λεπτομερής περιγραφή της προσπάθειας του Φρόυντ να καθιερώσει τον σαδισμό και τον μαζοχισμό ως θεμελιώδη ενστικτώδη συστατικά της λίμπιντο. Στην έννοια των ενστικτωδών ενορμήσεων που συσχετίζονται με τη στοματική, την πρωκτική και την γεννητική ερωτογενή ζώνη, οι ενορμήσεις είχαν και σεξουαλικά συστατικά και συστατικά διατήρησης του εαυτού. Η συνέπεια απαιτούσε να κάνει το ίδιο και με τον σαδισμό και τον μαζοχισμό. Επίσης, έπρεπε να αιτιολογήσει την πεποίθησή του ότι ο σαδισμός και ο μαζοχισμός ήταν κάτι το ιδιαίτερο, καθώς στόχευαν σε αντικείμενα από την αρχή. Επειδή παρουσιάζονταν ως ένα ζεύγος ενστικτωδών ενορμήσεων, πίστευε ότι η μία εξ αυτών πρέπει να είναι πρωτογενής.

    Θα δώσω μία περίληψη των απόψεων του Krafft-Ebing για τον σαδισμό και τον μαζοχισμό, τις οποίες ο Φρόυντ αποδέχτηκε και τις τροποποίησε έτσι ώστε να ταιριάξουν με τις δικές του ιδέες για την διανοητική λειτουργία όπως προκύπτει από την ψυχανάλυση. Συγκεκριμένα, θα παρουσιάσω τις ιδέες του Krafft-Ebing για μία τριάδα που αποτελείται από (1) ερωτογενή πόνο, (2) εξιδανίκευση με την μορφή της υποταγής σε ένα αντικείμενο που παρέχει σεξουαλική ικανοποίηση, και (3) σεξουαλική δραστηριότητα.

    Από την σκοπιά ενός ψυχαναλυτή, το μεγάλο βιβλίο του Krafft-Ebing ξεκινά σαν ένα προοίμιο με θέματα που γίνονται επαναλαμβανόμενα μοτίβα στις ιδέες του Φρόυντ για το σεξ. Παράλληλα, το πρώτο από τα Τρία Δοκίμια του Φρόυντ περιέχει πολλά αποσπάσματα που παραφράζουν τις αφοριστικές γενικεύσεις του Krafft-Ebing καθώς και άλλων συγχρόνων του. Ιδέες που εμείς συσχετίζουμε με τον Φρόυντ, όπως η καθολική επιρροή της σεξουαλικότητας σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης σκέψης, του συναισθήματος και της κουλτούρας, η μίξη του πλέον ευγενούς και του πλέον ποταπού στην σεξουαλικότητα, η αλληλουχία του ομαλού με το ανώμαλο, του ζωώδους με το ανθρώπινο, η ψυχική φύση των διαστροφών, ο κανόνας του «Πείνα και έρωτας» που απεικονίζει το ποίημα του Schiller, όλα τα μετέφερε σε μας ο Φρόυντ από τον Krafft-Ebing και άλλους.

    Μερικές από τις ιδέες του Krafft-Ebing για τον Μαζοχισμό

    Στο βιβλίο του Krafft-Ebing το οποίο ο Φρόυντ έλαβε από τον συγγραφέα του και υπογράμμιζε καθώς το διάβαζε (Sulloway, 1979), μπορούμε να βρούμε τις ακόλουθες ιδέες περί μαζοχισμού:

    Ο σαδισμός και ο μαζοχισμός συχνά, αν όχι πάντα, απαντώνται μαζί. Ο ένας μπορεί να υπερισχύει και ο άλλος να είναι σε λανθάνουσα. Η απόλαυση στον πόνο και στο μαρτύριο, όπως και στην πρόκλησή τους, μπορεί να είναι φυσιολογική, ιδίως στις γυναίκες, και είναι σε κάποιο βαθμό σύνηθες θέμα, ακόμα και όταν είναι αυξημένης έντασης. Ο σαδισμός είναι μία προέκταση και υπερβολή φυσιολογικής δραστηριότητας και επιθετικότητας που σχετίζεται με το αρσενικό στοιχείο. Ο μαζοχισμός εκτείνεται και υπερβάλλει την παθητικότητα και υποτακτικότητα που σχετίζεται με το θηλυκό στοιχείο. Ο μαζοχισμός στους άντρες είναι ένας θηλυκός παράγοντας αλλά δεν είναι ομοφυλοφιλία, ή είναι ατελώς. Το μαστίγωμα είναι συνήθως διεγερτικό σεξουαλικά και λειτουργεί λόγω ενός νωτιαίου ανακλαστικού. Αυτό δεν είναι μαζοχισμός. Εν πάση περιπτώσει, είπε ο Krafft-Ebing, ο πόνος και η ιδέα του πόνου δεν είναι το βασικό πράγμα στον μαζοχισμό, αν και πολλοί λένε ότι είναι. Ο μαζοχισμός είναι μία ψυχική διαταραχή, υποστήριξε. Το κύριο στοιχείο είναι η σεξουαλική διέγερση που συνοδεύει την υποταγή και τον εξευτελισμό. Ο πόνος μέσω του μαστιγώματος είναι μόνο μία ακραία μορφή υποταγής και αυξάνεται επιπλέον από τον ερωτογενή παράγοντα. Ο Krafft-Ebing πίστευε ότι ο σαδισμός και ο μαζοχισμός ήταν οι πιο βασικές διαστροφές. Μας εκπλήσσει να μάθουμε ότι έβλεπε τον μαζοχισμό ως ένα «ασυνείδητο κίνητρο» για τον φετιχισμό ποδιών και ότι ο ασυνείδητος σαδισμός σχετιζόταν με ένα ενδιαφέρον για το θάνατο. Ενώ ο Krafft-Ebing θεωρούσε τον πόνο ένα φυσιολογικό παράγοντα του μαζοχισμού, αν και δευτερεύοντα, που τον υποβοηθούσε, η κύρια φυσιολογική πηγή του ήταν η εξάρτηση και η υποταγή σε ένα ερωτικό αντικείμενο, οι οποίες καθ’ υπερβολή εκτείνονταν σε μία κατάσταση την οποία ονόμασε «ερωτική δουλεία». Αυτοί που γίνονταν διαστροφικοί υποτίθεται ότι διεγείρονταν πιο εύκολα. Οι μαζοχιστές είχαν μία «προδιάθεση στην σεξουαλική έκσταση» που τους έκανε να αντιδρούν στην κακομεταχείριση με «λαγνεία». Η παρόρμηση στον μαζοχισμό δεν κατευθύνεται στο αντικείμενο αλλά σε πράξεις που εκφράζουν την τυραννία. Οι παράγοντες του ερωτογενούς πόνου και της δουλείας σε ένα σεξουαλικό αντικείμενο μπορεί να είναι πιο ανεπτυγμένοι σε κάποιους ανθρώπους και να συνεισφέρουν στην σεξουαλική τους δραστηριότητα χωρίς να αποτελούν διαστροφή.

    Αυτή η σύντομη περιγραφή αδικεί την πολυπλοκότητα των διαπιστώσεων του Krafft-Ebing ή τους άπειρους συσχετισμούς με ιδέες που ο Φρόυντ απ’ ότι φαίνεται πήρε ως δεδομένες. Στις απόψεις του Krafft-Ebing, όπως τις έδωσα επιγραμματικά, βρίσκουμε μία τριάδα φαινομένων που θεωρούνται φυσιολογικά ή αφύσικα υπερβάλλοντα: ερωτογενή πόνο, σεξουαλική δουλεία και σεξουαλική δραστηριότητα όπου και ο πόνος και η σεξουαλική δουλεία παίζουν έναν ρόλο που ποικίλει. Αυτά τα τρία στοιχεία έγιναν μαζοχισμός, μία διαστροφή, όταν ξύπνησε η ψυχοπαθολογική προδιάθεση προς μία «σεξουαλική έκσταση», ίσως λόγω κάποιου τυχαίου γεγονότος στην παιδική ηλικία, αν και αυτό δεν είναι απαραίτητο. Ο Krafft-Ebing πίστευε ότι τα γεγονότα της παιδικής μας ηλικίας, όπως το μυθικό ξυλοκόπημα του Rousseau (που αναφέρει κατόπιν και ο Freud), το πολύ να ήταν δευτερεύοντες παράγοντες στην αιτιολογία του μαζοχισμού, ευκαιρίες για την ανάδυσή του, παρά η αιτία του.

    Οι Πρώιμες ιδέες του Φρόυντ για τον Μαζοχισμό

    Ο Φρόυντ επισήμανε την αμφιγνωμία που υπήρχε σχετικά με τον μαζοχισμό το 1905. Παρατήρησε ότι η χρήση των όρων σαδισμός και μαζοχισμός από τον Krafft-Ebing τόνιζε την «απόλαυση από οποιαδήποτε μορφή ταπείνωσης ή υποταγής» ενώ ο όρος «αλγολαγνεία» του Schrenk-Notzing τόνιζε τα στοιχεία του πόνου και της σκληρότητας (Φρόυντ, 1905, σελ. 157). Κάποιες από τις καμπές στην σκέψη του Φρόυντ για τον σαδομαζοχισμό μπορούν να ιδωθούν ως προσπάθειες να ενοποιήσουν αυτές τις δύο απόψεις, εκ των οποίων η μία τονίζει τα διαπροσωπικά στοιχεία και την σχέση με το αντικείμενο, ενώ η άλλη το ερωτογενές στοιχείο.

    Οι Κατοπινές απόψεις του Φρόυντ για τον Μαζοχισμό

    Στο «Οικονομικό Πρόβλημα του Μαζοχισμού» (1924), οι παράγοντες του ερωτογενούς πόνου, της υποταγής σε ένα σεξουαλικό αντικείμενο και της σεξουαλικής δραστηριότητας, στην οποία οι άλλοι παράγοντες έπαιζαν κάποιο ρόλο, είχαν αποκτήσει μία δομική και εξελικτική σημασία στη θεωρία του Φρόυντ. Εκεί η τριάδα έγινε τρεις εμφανείς μορφές μαζοχισμού: ο ερωτογενής, ο ηθικός και ο θηλυκός. Ο ερωτογενής, είπε ο Φρόυντ, αποτελεί το θεμέλιο των άλλων δύο, και «η βάση του πρέπει να αναζητηθεί σε βιολογικές και ιδιοσυγκρασιακές αιτίες...» (σελ. 161). Με άλλα λόγια, είναι ο παλαιότερος, από πλευράς ανάπτυξης, και ανήκει στο υποσυνείδητο. Ο ηθικός μαζοχισμός, όπως η «σεξουαλική δουλεία» είναι μία σεξουαλικοποιημένη υποταγή σε ένα αγαπημένο αντικείμενο, το οποίο, σ’ αυτή την περίπτωση, διατηρείται με ευλάβεια και κάποια νευρικότητα στο υπερεγώ. Ο θηλυκός μαζοχισμός αναφέρεται στη διαστροφή και είναι μία νηπιακή σεξουαλική εξέλιξη που ανήκει στο εγώ. Ο Φρόυντ έγραψε (1924, σελ. 161) ότι «ο μαζοχισμός γίνεται αντιληπτός σε τρεις μορφές: ως μία προϋπόθεση της σεξουαλικής διέγερσης, ως έκφραση της θηλυκής φύσης και ως νόρμα συμπεριφοράς». Η «προϋπόθεση της σεξουαλικής διέγερσης» ακούγεται σαν να περιγράφει την μαζοχιστική διαστροφή, εφόσον η διαστροφή συχνά ορίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο, και η «έκφραση της θηλυκής φύσης» σαν να περιγράφει τις γυναίκες». Όμως, είναι ξεκάθαρο από αυτό που ακολούθησε αμέσως μετά, ότι ο θηλυκός μαζοχισμός είναι η διαστροφή και ότι ο ερωτογενής μαζοχισμός είναι ανεξάρτητος του φύλου. Η «θηλυκή φύση» σ’ αυτό το πλαίσιο, φαίνεται να αναφέρεται στην θηλυκότητα ως στοιχείο αμφιφυλοφιλίας (Laplanche and Pontalis, 1967). Αυτή η αντίληψη κατά πάσα πιθανότητα πηγάζει από τις ιδέες του Krafft-Ebing σχετικά με το μαζοχισμό στους άντρες ως μία θηλυκή κληρονομιά και ένα «στοιχειώδες αντίθετο σεξουαλικό ένστικτο», δηλαδή μία ομοφυλοφιλική παρόρμηση.

    Αν και η τριάδα του ερωτογενούς μαζοχισμού, του θηλυκού μαζοχισμού και του ηθικού μαζοχισμού υπάρχει σε πρωτόλεια μορφή στον Krafft-Ebing και στα Τρία Δοκίμια, η τελική μορφή της είναι μία έκφραση της θεωρίας του Φρόυντ για την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη, την έννοια του ναρκισσισμού, το δομικό μοντέλο και την θεωρία του διπλού ενστίκτου. Το ότι ο Φρόυντ εξίσωσε τον ερωτογενή μαζοχισμό με τον πρωτογενή μαζοχισμό, που πηγάζει από το λιμπιντικό ένστικτο του θανάτου, τελικά έδωσε μία λύση, κομψή αν και ανεπαρκή, σε αρκετά παλιά προβλήματα που προσπαθούσε να λύσει ο Φρόυντ. Ο πρωτογενής μαζοχισμός, εκπρόσωπος του ενστίκτου του θανάτου του οργανισμού, ήταν συνεπής με τον πρωτογενή ναρκισσισμό με τον οποίο παρουσίαζε κάποια αναλογία. Ήταν επίσης η βάση της ενοποίησης του μαζοχισμού και του σαδισμού που επιθυμούσε ο Φρόυντ. Όμως, ο Φρόυντ πίστευε από παλιά ότι ο μαζοχισμός που παρατηρούμε κλινικά είχε την καταγωγή του σε μία στροφή του σαδισμού ενάντια στον εαυτό. Αυτή η ιδέα διατηρήθηκε ως δευτερογενής μαζοχισμός.

    Ο Φρόυντ πίστευε ότι η φαντασίωση του ξυλοδαρμού, που αποκαλείται ένα «πρωτογενές χαρακτηριστικό της διαστροφής» από τους σεξολόγους, πηγάζει από την οιδιπόδεια σύγκρουση. Πίστευε ότι η δυσφορία προέρχεται από την ενοχή που σχετίζεται με την οιδιπόδεια φαντασίωση. Ο Φρόυντ κατέδειξε κάποια σημαντικά σημεία για το πλαίσιο της φαντασίωσης. Πρώτον, θεώρησε ότι η «πρόωρη ανάπτυξη ενός μοναδικού σεξουαλικού στοιχείου», που χαρακτήριζε τη διαστροφή, αναδυόταν σε σχέση με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Δεύτερον, η φαντασίωση ήταν η αναπαράσταση μίας φανταστικής σεξουαλικής σχέσης ανάμεσα στον πατέρα και στο παιδί. Τρίτον, το άτομο που είχε τη φαντασίωση μπορεί να έπαιζε έναν ρόλο συνειδητά, και άλλον ρόλο ασυνείδητα. Τέταρτον, σε διαστροφικούς άντρες, η «μαζοχιστική συμπεριφορά συμπίπτει με μία θηλυκή συμπεριφορά» και μπορεί να γίνει αυτό ακόμη και από την παιδική ηλικία. (Σε σχέση με αυτό, πρέπει να θυμόμαστε ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς του Φρόυντ ήταν γυναίκες ενώ το «Οικονομικό πρόβλημα του μαζοχισμού» ασχολείται με θηλυκό μαζοχισμό σε ενήλικες διαστροφικούς άντρες.) Τέλος, ο ρόλος της έννοιας της ενοχής αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Παραπέμπει στην ασυνείδητη επιμονή της αιμομικτικής επιθυμίας που βρίσκει έκφραση στη μαζοχιστική φαντασίωση. Η ερώτηση γιατί το οιδιπόδειο να οδηγεί κάποιον στη νεύρωση ενώ κάποιον άλλον στη διαστροφή, παρέμενε ανεξήγητο, εκτός αν επρόκειτο περί ιδιοσυγκρασίας. Ακόμη δεν είχε διατυπωθεί μία εξήγηση με όρους προ-οιδιπόδειας σύγκρουσης ως η πηγή της προδιάθεσης στη διαστροφή.

    Η κεντρική θέση που δόθηκε στην ενοχή και στην τάση για αναπαράσταση της μεταμφιεσμένης φαντασίωσης ξυλοδαρμού άνοιξε το δρόμο για την συζήτηση περί «ηθικού μαζοχισμού» το 1924. Οι σχέσεις ανάμεσα σε αυτή την έννοια, τον καταναγκασμό επανάληψης, το ένστικτο του θανάτου, και την δομική θεωρία είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Θα αναφέρω μόνο δύο πράγματα γι αυτή την πολύπλοκη και συναρπαστική ιστορία.

    Το πρώτο σημείο είναι ότι με την θεωρητικοποίηση του ηθικού μαζοχισμού, η απαίτηση του Krafft-Ebing για ένα συνειδητό σύνδεσμο με την σεξουαλικότητα απορρίφτηκε, όπως και η απαίτηση ότι ο πόνος πρέπει να προέρχεται από ένα αγαπημένο αντικείμενο. Στον ηθικό μαζοχισμό, το σημαντικό ήταν ότι η ασυνείδητη ενοχή απαιτούσε τιμωρία. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η ανάπτυξη της έννοιας του ηθικού μαζοχισμού από τον Φρόυντ άλλαξε την έννοια του μαζοχισμού που είχε κληρονομήσει. Πάει η ιδιαίτερη σημασία του μαζοχισμού ως μία διαστροφή που υποτίθεται συνδεόταν ουσιαστικά με την ενεργητικότητα – παθητικότητα και την αρρενωπότητα – θηλυκότητα της ανθρώπινης φύσης. Το δεύτερο σημείο είναι ότι η πρώτη διατύπωση από τον Φρόυντ του προβλήματος του ηθικού μαζοχισμού μας επιτρέπει να τον θεωρήσουμε είτε ως ένα ελάττωμα στον σχηματισμό του υπερεγώ, είτε ως μία επιστροφή σε προδρόμους του υπερεγώ.

    Ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι ότι, στο σύγχρονο ερευνητικό έργο, ο ηθικός μαζοχισμός έχει κατά κάποιο τρόπο γίνει το νέο πρότυπο του μαζοχισμού, και υπάρχει μία αντίστοιχη τάση για αποσεξουαλικοποίηση του μαζοχισμού στην κοινή χρήση της λέξης. Κατά συνέπεια, η εξερεύνηση θεμάτων όπως η ενοχή και ο πόνος ταξινομούνται γενικά σαν ένα πρόβλημα κατανόησης του μαζοχισμού, ωσάν ο μαζοχισμός να ήταν η πρωτεύουσα έννοια. Κάθε προσπάθεια να καταλάβουμε τις διαστροφές απαιτεί μία εξέταση του ναρκισσισμού, της ενοχής και της επιθετικότητας, τα οποία θεωρούνται ουσιώδη θέματα. Αν και πιστεύω ότι αυτή η μεγάλη αλλαγή στο μοντέλο των εννοιών συνεισέφερε στην σύγχυση που σχετίζεται σήμερα με τον όρο μαζοχισμός, τα προβλήματα του σχηματισμού του υπερεγώ, της επιθετικότητας και των σχέσεων με τα αντικείμενα που συνδέονται με την αλλαγή αυτή, είναι κομβικά σημεία σε πρόσφατες εξελίξεις στην ψυχανάλυση.
     
    Last edited: 30 January 2010
  3. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΜΕΡΟΣ III
    Πρότυπα Ψυχαναλυτικών Εννοιών που αλλάζουν

    Στα Τρία Δοκίμια, οι διαστροφές έγιναν τα πρότυπα για την διανοητική ζωή της παιδικής ηλικίας. Τότε, οι πολλές ομοιότητες ανάμεσα στους φυσιολογικούς και τους παθολογικούς σεξουαλικούς τύπους και η ποικιλία τους, όπως περιγράφηκε από τους σεξολόγους, μπορούσε να ταξινομηθεί σε μία εξελικτική σειρά και να εξηγηθεί ως ενστικτώδη στοιχεία που αναπτύχθηκαν πρόωρα και έγιναν αγκυλώσεις. Στο βιβλίο Πέρα από την Αρχή της Ηδονής, το παιχνίδι του παιδιού προσφέρθηκε ως το φυσιολογικό πρότυπο της παθολογικής επανάληψης. Στο διάσημο παράδειγμά του με το παιδί που πετάει το καρούλι από το κρεβατάκι του και μετά το ξαναπιάνει, ο Φρόυντ επανήλθε με την ιδέα της μη ερωτικής κυριαρχίας πάνω στο τραύμα. Αρχικά είχε προτείνει ότι η ενόρμηση της κυριαρχίας ήταν μία από τις μη ερωτικές ρίζες του σαδισμού. Τώρα πρότεινε ότι το παιδί κυριαρχούσε πάνω στον πόνο του αποχωρισμού ελέγχοντας το αντικείμενο μέσα από μία φαντασίωση που αναβίωνε στο παιχνίδι. Έτσι, το πρότυπο ήταν τώρα μία πολύπλοκη νηπιακή συμπεριφορά που είχε κίνητρο και που εξέφραζε επιθετικότητα. Ο Φρόυντ περιέγραψε τον μηχανισμό της «ταύτισης με τον επιτιθέμενο» σε αυτό το πλαίσιο, αν και δεν τον ονόμασε.

    Στο παρελθόν, τα ενδιαφέροντα του Φρόυντ επικεντρώθηκαν στην τροποποίηση της ενεργητικότητας σε παθητικότητα που σχετιζόταν με διαδικασίες όπως η μετατροπή της λατρείας του αντικειμένου σε ναρκισσισμό, του σαδισμού σε μαζοχισμό, και των αντρικών στόχων σε θηλυκούς, και σε αγόρια και σε κορίτσια. Τώρα, αντίθετα, έστρεψε την προσοχή του στην ανάληψη του ρόλου του αντικειμένου, την μετατροπή της παθητικότητας σε ενεργητικότητα, που απέκτησε σημασία γα την κυριαρχία πάνω στο τραύμα, την εξέλιξη του εγώ και τον σχηματισμό του υπερεγώ. Η ταύτιση τώρα είχε την έννοια όχι μόνο ενός τύπου λιμπιντικής προσκόλλησης, αλλά επίσης της απόκτησης της ικανότητας, της δύναμης και της ισχύος του αντικειμένου λατρείας. Στην περίπτωση του ιδεώδους του εγώ και του υπερεγώ, υπό ιδανικές συνθήκες, αυτό οδήγησε στην ανεξαρτησία από το αντικείμενο και την εσωτερίκευση της ισχύος του αντικειμένου και της ναρκισσιστικής ρύθμισης. Με άλλα λόγια, αυτό ήταν αυτο-κυριαρχία και επίσης μία μορφή μετατροπής της παθητικότητας, σε σχέση με το αντικείμενο, σε ενεργητικότητα, μία στροφή προς τις ενορμήσεις και είτε προς το αντικείμενο είτε προς ένα υποκατάστατο αυτού.

    Ένα παρόμοιο πρότυπο που προέρχεται από το παιδικό παιχνίδι προτάθηκε από τον Loewenstein (1938). Σε μία εργασία μεγάλου εύρους για τον μαζοχισμό, πρότεινε ότι οι διαστροφές έχουν παιγνιώδη στοιχεία και είναι προσαρμογές στον κίνδυνο. Πίστευε ότι οι πρακτικές του μαζοχιστή επαναλαμβάνουν απειλές τιμωρίας από την παιδική ηλικία και, με το να τις ερωτικοποιούν σε διαστροφικές πράξεις, τις μετατρέπουν σε μία μορφή ευχαρίστησης. Ο παρτενέρ του μαζοχιστή είναι επομένως μία νέα έκδοση του επικίνδυνου ατόμου της παιδικής ηλικίας, ο οποίος τώρα αναγκάζεται να συμμετέχει στην πρότερα απαγορευμένη σεξουαλική ικανοποίηση.

    Ο παραλληλισμός με το παιδικό παιχνίδι είναι εμφανής σε αυτή την ερμηνεία της μαζοχιστικής διαστροφής. Ο Loewenstein περιέγραψε τον μηχανισμό στον οποίο το 1957 έδωσε το όνομα «σαγήνευση του επιτιθέμενου». Περιέγραψε τα παιχνίδια που ξεκινούν με παιδιά οι ενήλικες και που συμπεριλαμβάνουν απειλές, τρόμαγμα, πείραγμα και μία τελική συμφιλίωση που δείχνει στο παιδί ότι «είναι όλα για πλάκα». Τα παιδιά, με τη σειρά τους, ξεκινούν παιχνίδια με ένα μίγμα φόβου και διέγερσης, που ακολουθούνται από ανακούφιση και απόλαυση. Ο Loewenstein πρότεινε ότι τέτοια παιχνίδια μπορούν να βοηθήσουν στην υπέρβαση του φόβου και της ανημπόριας, ελέγχοντας την επιθετικότητα και του ενήλικου και του παιδιού. Επιπλέον, η ερωτική χροιά στην επιθετικότητα του ενήλικα, παρέχει τον σύνδεσμο ανάμεσα στον σαδισμό και στον μαζοχισμό. Για τον Loewenstein, τέτοια παιχνίδια είναι το όπλο των αδυνάτων, μία απόπειρα προσαρμογής στην πραγματικότητα. Είναι μία εκπαίδευση στην ανοχή της απογοήτευσης και του κινδύνου από άλλους ανθρώπους, ενώ διαβεβαιώνουν το παιδί για την αγάπη και τρυφερότητα του ενήλικα.

    Σ’ αυτά τα παιδικά παιχνίδια και στις δραστηριότητες των διαστροφικών, αναγνωρίζουμε ένα χαρακτηριστικό μαζοχιστικών φαντασιώσεων όλων των ειδών: ότι οι πηγές της απογοήτευσης αναγκάζονται να παράγουν απόλαυση. Η ανάγκη δεν γίνεται αναγκαίο κακό αλλά απόλαυση. (Στον «ηθικό μαζοχισμό», όμως, είναι το μαρτύριο αυτό που αποτελεί το αγαθό που παρέχει την ναρκισσιστική απόλαυση.)

    Το παιχνίδι που περιέγραψε ο Φρόυντ ήταν ένα μοντέλο διαχείρισης της επιθετικότητας στην απουσία του αντικειμένου, ενώ το παιχνίδι που περιέγραψε ο Loewenstein σχετίζεται με την διαχείριση της επιθετικότητας στην παρουσία του αντικειμένου. Και οι δύο περιγραφές προσανατολίζουν την προσοχή μας στην σχέση με την πραγματικότητα και στην απόκτηση εσωτερικών χειρισμών της επιθετικότητας και του άγχους. Αυτά τα δύο παιχνίδια αναδεικνύουν επομένως μία πτυχή της ψυχικής δομής αφ’ ενός, και μία περίοδο εξέλιξης στην παιδική ηλικία αφ’ ετέρου. Σχετίζονται με τον βαθμό στον οποίο το locus of control μετατοπίζεται από το αντικείμενο στο εγώ και με τον τρόπο που αυτό αναπαριστάται σε φαντασιώσεις πριν από και κατά τη διάρκεια του σχηματισμού του υπερεγώ και του εγώ, όπως έχει συζητηθεί από πολλούς συγγραφείς, και ιδίως τον Jacobson (1964).

    Αυτά τα θέματα του ελέγχου και του χειρισμού της επιθετικότητας συνήθως σχετίζονται με τον σχηματισμό του υπερεγώ, γι αυτό συχνά μιλούμε για μαζοχισμό, όταν οι μαζοχιστικές φαντασιώσεις είναι δευτερεύουσας σημασίας και τα προβλήματα σχετίζονται με το υπερεγώ. Από την άλλη, επειδή υπάρχει αλληλοκάλυψη των σχετικών πτυχών ο μαζοχισμός θεωρείται κάποιες φορές κυρίως συνέπεια του σχηματισμού του υπερεγώ, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα ότι πρώιμες σχέσεις που ενθάρρυναν αυτο-καταστροφική συμπεριφορά μπορεί να οδηγούν ταυτόχρονα σε μαζοχιστικές φαντασιώσεις και συμπεριφορά καθώς και σε ελαττωματικό σχηματισμό του υπερεγώ.

    Η βλάβη προς τον εαυτό δεν είναι συνέπεια μόνο μίας αίσθησης ενοχής, αλλά και δύο ακόμη παραγόντων. Πρώτον, υπάρχει η ανάγκη να γίνει απτή η φαντασίωση και να εκφραστεί με πράξεις, αντί για σκέψεις μόνο. Δεύτερον, υπάρχει μία σχετική πρωτόγονη αντίληψη της πραγματικότητας, δηλαδή, των πηγών της ηδονής και της οδύνης. Και οι δύο αυτοί παράγοντες οδηγούν σε κρίσεις στον χειρισμό της επιθετικότητας και στις συναισθηματικές καταστάσεις.

    Όταν ο Φρόυντ πρότεινε το παιδί ως μοντέλο της ψυχικής ζωής, ανέδειξε το γεγονός ότι η οργάνωση της συμπεριφοράς βασίζεται σε πράγματα πέρα από τους τρόπους με τους οποίους η εκπλήρωση της επιθυμίας επιφέρει απόλαυση. Το μοντέλο του Loewenstein ανέδειξε τις πτυχές της οργάνωσης του μαζοχισμού που πηγαίνουν πέρα από το περιεχόμενο του μαζοχιστικού σεναρίου. Ενώ λοιπόν μία ενήλικη μαζοχιστική διαστροφή μπορεί να είναι η αναπαράσταση μίας παιδικής σεξουαλικής φαντασίωσης, υπάρχουν παιδικές αναπαραστάσεις παρόμοιας μορφής που δεν έχουν διαστροφικό περιεχόμενο.

    Ενώ η εμφάνιση της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς ερμηνευόταν, στον καιρό του Φρόυντ και πρωτύτερα, ως ενέχουσα την καθολικότητα κάποιου πρωταρχικού στοιχείου που ονομάζεται «μαζοχισμός» - μία στοιχειώδης δύναμη, μία ουσιώδης εμμονή, ή μία κεντρική σύγκρουση – αυτό που προτείνω είναι μία κάπως διαφορετική άποψη. Συμπεριφορές που ίσως φαίνονται αυτοκαταστροφικές σε έναν παρατηρητή, μπορεί να είναι οργανωμένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υπηρετούν μία γκάμα λειτουργιών που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση δυσάρεστων συναισθημάτων, πόνου και επιθετικότητας. Ο όρος μαζοχισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί με πολύ θεμιτό και κατανοητό τρόπο σε αυτές τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον συνδυασμό της απόλαυσης και της δυσφορίας, ή και στις ίδιες τις φαντασιώσεις. Το γεγονός αυτό δεν απορρίπτει άλλες παρατηρήσεις για την οργάνωση και τη λειτουργία ως άσχετες αλλά δίνει έμφαση στα προβλήματα χρήσης τους και κατανόησής τους μέσα σε ένα πλαίσιο, σύμφωνα με τα αναλυτικά μας δεδομένα.
     
  4. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ

    Ναρκισσιστικές, σεξουαλικές και ενοχικές μορφές αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς σχετίζονται σε γενικές γραμμές με τον όρο «ηθικός μαζοχισμός». Ενώ οι μαζοχιστικές φαντασιώσεις, με την στενή έννοια που ανέλυσα, μπορεί να είναι παρούσες και μερικές φορές συνειδητές, τέτοιες φαντασιώσεις μπορεί να μην είναι οι κύριες οργανωτικές φαντασιώσεις, αλλά να απορρέουν με τη σειρά τους και οι ίδιες από πιο πρωταρχικά στοιχεία οργάνωσης. Τα πιο σημαντικά στοιχεία μπορεί τότε να σχετίζονται με προβλήματα στην εξέλιξη της διαχείρισης της επιθετικότητας και στην εσωτερίκευση της αρχής που ασκεί τον έλεγχο, με βάση κάποια μορφή ταύτισης με το αντικείμενο ελέγχου της φαντασίωσης. Τελικά, στην πορεία της εξέλιξης, αυτά γίνονται θέματα του υπερεγώ και αντανακλώνται σε νευρωτικές εκδοχές των μαζοχιστικών φαντασιώσεων, καθώς και σε κάποια προβλήματα ασυνείδητης ενοχής. Ο συχνός συσχετισμός με δυσκολίες αυτού του πεδίου με στρεβλώσεις στην κρίση της πραγματικότητας, σχετίζεται με τα συχνά μαζοχιστικά φαινόμενα σε βαριές μορφές διαταραχών προσωπικότητας.

    Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, ο μαζοχισμός είναι μία από αυτές τις ψυχαναλυτικές έννοιες που μεταφέρθηκε από πρότερη περίοδο τους σκοπούς της οποίας είχε δημιουργηθεί για να εξυπηρετεί και στης οποίας τις υποθέσεις ήταν σχεδιασμένη να ταιριάζει. Αυτοί οι σκοποί και αυτές οι έννοιες δεν μας εξυπηρετούν πλέον, ούτε και οι πρώιμες μορφές έρευνας και σκέψης, που γέννησαν την έννοια του μαζοχισμού. Η ουσιώδης σημασία που δόθηκε στον μαζοχισμό ως θεωρητική και κλινική έννοια μας φαίνεται υπερβάλλουσα πλέον. Η ψυχανάλυση έχει φέρει στην επιφάνεια νέες παρατηρήσεις, νέα προβλήματα και νέες έννοιες που καθιστούν μερικές παλαιότερες κατηγορίες λιγότερο χρήσιμες για τους δικούς μας σκοπούς. Η ασαφής χρήση του όρου μαζοχισμός αντανακλά αυτές τις αλλαγές. Είναι επομένως ένας όρος που μας χρησιμεύει μόνο όταν δουλεύουμε σε ένα επίπεδο πολυπλοκότητας κοντά σε αυτό για το οποίο επινοήθηκε ο όρος.

    Αυτό δεν σημαίνει ότι ο όρος μαζοχισμός ή ο μαζοχιστικός χαρακτήρας στερείται νοήματος. Αυτοί οι όροι έχουν μία περιορισμένη χρήση, πιο στενά καθορισμένη και λιγότερο διάχυτη από τα όρια της σύγχρονης χρήσης τους. Φαντασιώσεις που μπορούν να ονομαστούν ξεκάθαρα μαζοχιστικές μπορεί να είναι το αποτέλεσμα επίλυσης συγκρούσεων σε οποιοδήποτε σημείο της εξέλιξης. Τέτοιες φαντασιώσεις μπορεί να υποστούν απώθηση, μετάλλαξη και λεπτομερή επεξεργασία. Μπορεί να βρουν διέξοδο σε συμπτώματα, σε διαστροφές, αλλά και στην προσωπικότητα.

    Δεν επιχειρήσαμε να επιλύσουμε το μεγάλο αίνιγμα του μαζοχισμού, το ρομαντικό παράδοξο του συνδυασμού της απόλαυσης και της οδύνης στις ίδιες πράξεις, σε αυτό το κείμενο. Ο μαζοχισμός μπορεί να φαίνεται αντιφατικός αν κάποιος σκεφτεί ότι η απόλαυση και ο πόνος είναι αντίθετα με κάποια απόλυτη έννοια, όπως στην αρχή της ηδονής και της οδύνης. Όμως, αν κάποιος βαθμός αυτής της αρχής είναι καθολικός, όπως φαίνεται να συμφωνούν όλοι, η αρχή δεν ισχύει στη συμπεριφορά, ενώ το παράδοξο ισχύει. Με άλλα λόγια, η αρχή είναι μία αρχή που αφορά την διαδικασία επίλυσης ψυχικών συγκρούσεων και δεν είναι όρος που περιγράφει τα συναισθηματικά χαρακτηριστικά των αποτελεσμάτων της. Αυτό το θέμα έρχεται κοντά στα θεμελιώδη ερωτήματα της ψυχαναλυτικής εξήγησης. Οι διάφορες εξηγήσεις των μαζοχιστικών φαντασιώσεων αναδεικνύουν την πολλαπλότητα των τρόπων με τους οποίους αντιφατικά κίνητρα λειτουργούν από κοινού και βρίσκουν έκφραση έτσι ώστε ο αναγκαίος συνδυασμός της απόλαυσης και του πόνου να είναι το αποτέλεσμα. Όταν διερευνούμε πολύπλοκες συμπεριφορές, όπως συνήθως συμβαίνει στην κλινική εμπειρία μας, ανακαλύπτουμε ότι ο πόνος μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι η προϋπόθεση της απόλαυσης, και σε άλλες περιπτώσεις ότι η απόλαυση είναι μία συνθήκη υπό την οποία ο πόνος μπορεί να γίνει αποδεκτός. Πέρα από αυτό το είδος εξήγησης, ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που ο πόνος, ή η δυσφορία, και η απόλαυση μπορούν να συνδυαστούν, φαίνεται να αποτελούν ερωτήματα του ερωτογενούς μαζοχισμού. Όπως πρότεινε ο Φρόυντ, οι απαντήσεις σε ερωτήματα αυτού του είδους απαιτούν είτε μετα-ψυχολογικές εξηγήσεις είτε άλλου είδους διερεύνηση, με βάση «βιολογικές και ιδιοσυγκρασιακές κατευθύνσεις».

    Μετάφραση: dora_salonica
     
    Last edited: 14 April 2010