Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

To dehumanization της 6

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Master Electro-pain, στις 4 Ιανουαρίου 2020.

  1. Master Electro-pain

    Master Electro-pain Staff Member

    Πρωινό ξύπνημα. Κουζίνα...
    Οι πρώτες ακτίνες του Ήλιου γέμιζαν το δωμάτιο με χρώματα έντονα και καθαρά. Χρώματα που θα μαγνήτιζαν το βλέμμα του κάθε πιτσιρικά καθώς αυτός θα χάζευε, αποσβολωμένος, το πρώτο του παιδικό δωμάτιο.
    Ω, ναι! Είχε κάτι αυτό το πρωινό. Μια λάμψη και μια καθαρότητα που σε έκαναν να γεύεσαι, ξανά, την αισιοδοξία και την ανεμελιά που είχες ως έφηβος. Τότε που το μόνο που σε ένοιαζε ήταν να τα πετάξεις όλα και να βουτήξεις στο ποτάμι. Χωρίς καν, πρώτα, να ελέγξεις το βάθος...
    Λες και ξημέρωνε σε μία διαφορετική, μια αρχέγονη Γη.
    Το μόνο που σου θύμιζε πως χειμωνιάτικη μέρα άρχιζε, ήταν η αίσθηση της "ψεύτικης" ζέστης, της τεχνητής, που -παρά την θαλπωρή- παλεύει διαρκώς με τους κρύους τοίχους μας, σε αντίθεση με την καλοκαιρινή ζέστη που, ράθυμα, διαχέεται και καταλαμβάνει τα πάντα.

    Η μικρή γυμνή, σε στάση επιθεώρησης. Ο καφές στο τραπέζι. Κάθησα. Άφησα στο πλάι κάποιες σημειώσεις για την δουλειά και έβαλα ένα τσιγάρο στο στόμα. Το σκλαβί αμέσως πήρε τον αναπτήρα και μου το άναψε. Όπως έπρεπε! Με χαμηλωμένο κεφάλι. Χωρίς eye contact.
    Πήρα μια τζούρα καφέ, άρχισα να ξεφυλλίζω τις σημειώσεις μου και χτύπησα την παλάμη μου στον δεξιό μου μηρό. Έγειρε το κεφάλι της και ακούμπησε το μάγουλο στο σημείο που χτύπησα. Πέρασα τα δάχτυλά μου ανάμεσα στα μαλλιά της.
    "Πως είσαι μικρή;" την ρώτησα. "Πολύ καλά Κύριε. Μπορώ να ρωτήσω για το πως είστε εσείς?" μου απάντησε. Με μια καταφανώς ειρωνική διάθεση συνέχισα: "Δεν θέλεις να μου πεις και σήμερα το πόσο με αγαπάς;" Με ταραγμένη φωνή, αποκρίθηκε "Όχι Κύριε. Μετά την χτεσινή τιμωρία κατάλαβα..."
    Παραμέρισα λίγο το κεφάλι της και έσταξα λίγο καφέ στο πιατάκι της στο πάτωμα. Παρότι της έχω επιτρέψει, σε παρόμοιες ενέργειές μου, να σκύβει στο πιατάκι της, χωρίς να ζητάει άλλη άδεια, μόλις πήγε να χαμηλώσει την συγκράτησα από τα μαλλιά. 'Ενα μικρό βογκητό, συνοδευόμενο από ένα ρίγος, βγήκε στην επιφάνεια. "Έκανα κάτι Κύριε;"
    "Όχι μικρό! Απλά σε θέλω εδώ. Καφέ αργότερα."
    "Τότε κι εγώ, αν μου επιτρέπεται, αυτό θέλω Κύριε. Σας ευχαριστώ..."

    Αυτό το γαμημένο το "εγώ" και αυτό το "θέλω" μου... ξύνισαν τον καφέ!

    "Εγώ???", ρώτησα αυστηρά. "Είπες εγώ;"
    "Μάλιστα Κύριε! Συγγνώμη Κύριε!" ψελλισε συγχυσμένο, προσθέτοντας "Μπορώ να σας πως πως νιώθω Κύριε;"
    Κούνησα καταφατικά το κεφάλι. "Δεν μπορώ να καταλάβω αυτό που μου έχετε πει..." είπε και το πρόσωπό του είχε σφιχτεί σαν πέτρα. "Σίγουρα έχετε δίκιο... Αλλά δεν με έχω δει ως 'το'. Εξακολουθώ να με βλέπω ως 'την'. Την σκλάβα σας. Την νούμερο 6 σκλάβα σας. Όχι 'το'. Συγγνώμη! Εγώ φταίω! Λυπάμαι που σας απογοητεύω τόσο!" είπε, ενώ συγκρατιόταν με δυακολία να μην ξεσπάσει σε κλάμματα.
    Παρότι ακόμα νευριασμένος από το "εγώ", θεώρησα πιο σημαντική την αιτία του 'σκαλώματος' της μικρής και αποφάσισα να μην την 'τηγανίσω' όλη μέρα μ'αυτό. Όχι εκατό τοις εκατό, τουλάχιστον. "Θα το συζητήσουμε άλλη φορά αυτό", της είπα. "Χαιρέτησέ με τώρα! Όπως πρέπει! Αλήθεια, τι... μέρα έχουμε;"

    Μέρα; Τι σχέση έχει η μέρα; Έλα μου ντε!
    Η όλη υποθεση ξεκίνησε ως αστείο, αλλά είδα πως με βολεύει και το καθιέρωσα.
    Σε μια αναφορά της, η μικρή μου είχε πει "Σήμερα, συζητώντας με την αδερφή μου την (...) με ρώτησε τι σημασία έχουν οι αριθμοί που μας έχετε δώσει. Και αστειευόμενη, της είπα πως θα μπορούσατε να μας έχετε αναθέσει, επίτηδες, μονό-ζυγό αριθμό για να ξέρετε πότε μπορείτε να μπείτε με το αυτοκίνητο στον Δακτύλιο και πότε όχι..."
    Ο μονός αριθμός αφορά στην 17. Με αυτό το σκλαβί τραβάει χρόνια η υπόθεση, Ώριμη γυναίκα. Με τα σημάδια του χρόνου να καταλαμβάνουν, αλλά όχι να βεβηλώνουν, το ψηλό και γεροδεμένο της κορμί. Ακριβώς το αντίθετο από την αφρατούλα, το νεούδι το 6, που είναι κοντοπούτανος! Στο πρόσωπο της 17 μπορείς να δεις, σμιλεμένη, τη πορεία της ζωής της. Με μια "πετρωμένη" έκφραση σοβαρότητας και με ένα βαθύ διεισδυτικό βλέμμα που, όμως, ψάχνει απεγνωσμένα να "φύγει", να "χαθεί". Δεν θέλει να μοιραστεί τα πάθη της. Δεν αναζητά μέντορα ή ψυχολόγο. Αυτό που την ξεδιψά είναι η λήθη. Ο αποκλεισμός και το κλέιδωμα -έστω παροδικά-των παθών και των προβλημάτων. Των σκέψεων, ακόμα και -ει δυνατόν- της ίδιας της της ζωής, εν συνόλω...
    Γι αυτό και όταν την πρωτογνώρισα, αποζητούσε και μπορούσε να ηρεμήσει μόνο με απόλυτο pet state. Με τον καιρό, όμως, την καθοδήγησα σε αυτό που με ενδιεφερε περισσότερο στα άτομα με την δική της ψυχοσύνθεση: σε ό,τι πιο κοντινό σε έπιπλο. Δεν είναι 'statue fetish' girl ή 'furniture fetish' girl. Με την δική της απομόνωση, απομονώνει και τα όσα την ταλανίζουν. Με την ακινησία, με τον υποβιβασμό σε άψυχο αντικείμενο κάνει το δικό της αστρικό ταξίδι χωρίς καν να μπορεί να εκλάβει την ίδια της την γύμνια ως degradation. Αν μπορούσε (μπορούσα) θα έμενε διαρκώς έτσι. Υπάρχουν, όμως, υποχρεώσεις, οικογένεια και δουλειά. Μέχρι και ένα παλικάρι 20 χρονώ έχει η 17. Δυο μέτρα παιδί, να σηκώνεις το κεφάλι για να το κοιτάξεις. Έτσι, λοιπόν, η 17 μπορεί μόνο να με 'επισκέπτεται' όταν αυτό είναι εφικτό. Όλα αυτά τα χρόνια. Για να μην αναφερθώ και στο ελαστικό της εργασιακό ωράριο...

    Οι αριθμοί 6 και 17 έχουν προκύψει από προσωπικούς λόγους. Δεν έχουν να κάνουν ούτε με αριθμό σκλαβιών ούτε με κάποια ιδιότυπη κατάταξη. Δεν παύουν, όμως, να είναι βολικοί για τον Δακτύλιο. Έτσι, εάν το πρωί στο χωλ, με χαιρετήσει η 6, παίρνω τα κλειδιά της μηχανής, καθώς το αυτοκίνητο έχει μονό αριθμό. Εάν στο χωλ με χαιρετήσει η 17, παίρνω το αυτοκίνητο. Εχμ!... όχι ακριβώς έτσι, πάντα. Μπορεί η 17 λόγω υποχρεώσεων να μην βρίσκεται στο σπίτι μία μονή μέρα για να με χαιρετήσει. Τότε; Τότε η μικρή με χαιρετά στην κουζίνα, χωρίς να με ακολουθήσει στο χωλ.
    Οπότε τα πράγματα είναι απλά:
    1. Η 6 στο χωλ; Μοτοσυκλέτα!
    2. Η 17 στο χωλ ή ΑΔΕΙΟ το χωλ; Αυτοκίνητο!
    Fucking simple...

    Το απόγευμα επέστρεψα σπίτι.
    Άφησα μπουφάν, γάντια, κράνος στο γκαράζ και ανέβηκα επάνω.
    Στο χωλ, η μικρή ως όφειλε. Γυμνό. Nadu. Μαύρη full face μάσκα. Το βλέμμα στο πάτωμα. Το λουρί στα πόδια της, έτοιμη να μου το προσφέρει όταν το ζητήσω.
    Του πέρασα το λουρί και το πήρα για μια βόλτα στα τέσσερα. Πρώτα στην κουζίνα. Εκεί βρισκόταν η 17. Ξαπλωμένη μπρούμυτα σε ένα κομμάτι βινύλιο, με τα χέρια και πόδια τεντωμένα σε μία νοητή/υποθετική στάση X-shape bondage. Νωρίτερα ήταν στον ίδιο χώρο δίπλα της η μικρή, καθώς είχε εντολή να κάνει κάποιες δουλειές, φορώντας τα shackles της. Η 17, όμως, είχε σαφείς οδηγίες να παραμείνει σε αυτή τη στάση από την στιγμή που θα έμπαινε στο σπίτι.
    Πήγα κοντά. Το κορμί κάπως ιδρωμένο. Οι καμπύλες διαγράφονταν σκληρές αλλά όμορφες από το τέντωμα. Και πίσω από τους γλουτούς, επάνω στο βινύλιο, τι; Υγρά;
    "Υγρά είναι αυτά;" ρώτησα. Η αναπνοή της άρχισε να γίνεται πιο γρήγορη, ενώ συγκρατούσε με δυσκολία ένα μουρμουρο-βογκητό!
    "Ακύρωση απαγόρευσης ομιλίας" είπα.
    "Μάλιστα Κύριε. Υγρά"
    "Μπα; Χύσαμε; Χύσαμε; Πόσες φορές έχυσες σκλάβα;"
    "Τρεις..."
    "ΤΡΕΙΣ???"
    "Τρεις παραλίγο, Κύριε. Καμία κανονικά!"
    "Οκ, την... γλύτωσες. Πάντως, ξέρεις με ποιόν τρόπο θα τα καθαρίσεις αυτά μετά"
    Από τα "Μμμμμ" και το τρέμουλό της, κατάλαβα πως οι... παραλίγο οργασμοί έγιναν τέσσερις!
    "Απαγόρευση ομιλίας από τώρα"
    "Μάλ..."
    "Τι; Πάλι σου ξέφυγε; Να ακούω 'Έκανα μαλακία, Λυπάμαι. Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας' μέχρι να σου πώ να σταματήσεις"
    Πήρα τη μικρή με το λουρί προς το σαλόνι. Καθώς απομακρυνόμουν ακουγόταν η 17:

    "Έκανα μαλακία, Λυπάμαι. Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας"

    "Έκανα μαλακία, Λυπάμαι. Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας"

    "Έκανα μαλακία, Λυπάμαι. Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας"

    "Έκανα μαλακία, Λυπάμαι. Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας"


    Κάθισα στον υπολογιστή κάνοντας νόημα στην μικρή να πάρει την θέση της ως υποπόδιο.
    Κάπου ανάμεσα στο τρίτο και τέταρτο άρθρο που διάβαζα, πετάγεται το σκατό. "Θα μπορούσα να σας τρίψω τα πόδια Κύριε;"
    "Θα μπορούσες..." απάντησα, "θα μπορούσες αν δεν ξεχνούσες, τι;"
    "Αν δεν ξεχνούσα να ζητήσω άδεια για να ρωτήσω, Κύριε. Συγγνώμη", απάντησε. Με την απογοήτευση και το ύφος του 'Ωχ, μαλακεία έκανα' να έχουν σχηματίσει μια έκφραση στο πρόσωπό της σα να την είχαν ταΐσει μια κουταλιά σκατά.
    Πήρα το crop από το γυάλινο τραπεζάκι, δίπλα μου, και άρχισα.
    Πρώτη! - "Μία! Ευχαριστώ Κύριε!"
    Δεύτερη! - "Δύο! Ευχαριστώ Κύριε!"
    Τρίτη! - "Τρεις! Ευχαριστώ Κύριε!"...

    Από μέσα ακουγόταν αχνά: "Δεν θα ξαναμιλήσω μετά την απαγόρευση ομιλίας"
    Ήξερα πολύ καλά ότι δεν ήταν η επανάληψη, ο εξαναγκασμός ή ο -όποιος- εξευτελισμός που συνέθεταν την τιμωρία. Ήταν το ότι δεν ήταν έπιπλο. Μιλούσε. Και όσο και να μου αρέσει να έχω το... επιπλάκι μου, ο σαδισμός μου δεν θα άφηνε ατιμώρητο το λάθος της.
    Μόλις τελείωσα με τον κώλο της μικρής, φώναξα "Απαγόρευση ομιλίας". Ίσα που ακούστηκε ένα μικρο βογκητό που πρόεδιδε σφίξιμο και μετα ησυχία...
    Ξαφνικά η 6 με ρώτησε "Κύριε, θα μπορούσα να σας ρωτήσω για το πρωινό θέμα;"
    "Ποιός να ρωτήσει μικρή;"
    "Το... δηλαδή εγώ. Όχι! Αυτό το σκλαβί... Πάλι σκατά τα έκανα Κύριε; Σας είπα πως μπερδεύομαι"
    "Σκασμός"
    "Μάλιστα"
    "Κατ' αρχήν πρόσεξε το λεξιλόγιό σου"
    "Μάλιστα Κύριε. Συγγνώμη Κύριε!"
    "Δεύτερον. Δεν θα το συζητήσουμε τώρα. Δεν είσαι ακόμα έτοιμη"
    "Λυπάμαι Κύριε. Αλλά, αλήθεια δεν το καταλαβαίνω. Με μπερδεύει"
    "Δεν είσαι έτοιμη γιατί δεν είναι -απλά- θέμα κατανόησης. Δεν είναι κάτι που θέλω και θα το κάνεις. Είναι κάτι που θέλω και θα γίνεις!"
    Προσπαθώντας να κρατήσει ένα χαμόγελο, ίσα ίσα για να μην με απογοητεύσει, είπε ένα "Μάλιστα..."


    Άλλη μέρα...

    Γυρίζοντας στο σπίτι, εκείνο το απόγευμα, με υποδέχτηκε η 17 (μονή μέρα γαρ).
    Όμως η μικρή δεν ήταν στη θέση της στην κουζίνα. Όπως με είχε ενημερώσει και νωρίτερα η 17, η μικρή είχε αρρωστήσει.
    Η μεγάλη την είχε φροντίσει, την είχε βάλει στο κρεβάτι μου και είχε ανεβάσει την θέρμανση. Όπως ακριβώς της είχα πει.
    Της είπα να φτιάξει κάτι ζεστό για το άρρωστό μας και στη συνέχεια να με χαιρετησει και να φύγει. 'Ηδη της είχε γαμηθεί το ωράριο.
    "Θέλετε να της το πάω πριν σας χαιρετήσω?" με ρώτησε.
    "Όχι. Άσε, θα της το πάω εγώ"...

    Πήρα το φλυτζάνι και πήγα στην κρεβατοκάμαρα. Το μικρό ακίνητο με κλειστά τα μάτια. Φαινόταν πως ψήνεται στον πυρετό από το χρώμα και από ένα ελαφρύ πρήξιμο. Ξαπλωμένο στην δεξιά μεριά του κρεβατιού. Κρεμμυδάκι! Με τις πιτζαμες του. Τα καλτσάκια του. Και σκεπασμένο καλά. Κομπλέ!
    Μια αστεία σκέψη πέρασε απ' το μυαλό μου: "Και επάνω στο κρεβάτι μου. Και ντυμένο. Και σκεπασμένο. Απαπα, κατάντια!". Χαμογέλασα.
    Άφησα το 'κάτι ζεστό' στο κομοδίνο και κάθισα στο κρεβάτι πλάι του. Το δεξί μου χέρι πέρασε πάνω από το σώμα του για να στηρίζομαι στο στρώμα.
    Έγειρα μπροστά και ακούμπησα με τα χείλια μου το κούτελό του για να δω πόσο ζεστό είναι.
    Ξαφνικά άνοιξε τα μάτια του. Σηκώθηκα λίγο για να μπορώ να το δω. Απότομα, γαντζώθηκε και με τα δυο του χέρια από το μπράτσο μου και κατάφερε να σκαρφαλώσει μέχρι πάνω. Με αγκάλιασε σφιχτά γύρω από τον λαιμό αφήνοντας το κεφάλι του να γείρει στον ώμο μου. Άρχισε να κλαίει. Ένιωθα τα δάκρυά του -πιο καυτα κι απ' τον ίδιο τον πυρετό- να κυλάνε πάνω μου.
    "Σας αγαπάω Κύριε!", φώναξε βραχνά. Και συνέχισε τα αναφιλητά.
    "Άντε τώρα" είπα μέσα μου "μέσα στην παραζάλη του πυρετού, εσύ να βρεις άκρη και να τιμωρήσεις για όλα αυτά. Λες και θα είχε νόημα..."
    Την ξάπλωσα, απαλά, ξανά στο κρεβάτι. Τα μάτια της κλειστά.
    "Ποιός με αγαπάει μικρή;" ρώτησα σε δήθεν αυστηρό τόνο, ο οποίος, όμως, δεν μπορούσε να κρύψει το στραβό χαμογελάκι μου.
    Μία απίστευτη γαλήνη άρχισε να απλώνεται στο πρόσωπό της... Τα μάτια ακόμα κλειστά...

    "Το 6 σας αγαπάει..." μου απάντησε!

    Και ένα χαμόγελο πλατύ, απόλυτο, επισκίασε κάθε τι άλλο επάνω στο πρόσωπό της.
    Τι χαμόγελο!!!
    Λες και άνοιξαν παράθυρα ενός τρένου στο δωμάτιο και αυτό γέμισε χρώματα. Χρώματα από μία διαδρομή σε φανταστική, παραμυθένια χώρα και με προορισμό κάποιο λούνα παρκ που μόνο τα παιδικά μάτια μπορούν να δούν. 'Ισως και προς κάποιον άλλο άγνωστο, πολύχρωμο γαλαξία όπου όλες οι ευχές σου μπορούν να πραγματοποιηθούν!
    Ξάπλωσα δίπλα του. Συνέχισα να κοιτάω το χαμόγελό του. Τόσο ευτυχισμένο. Τόσο ήρεμο. Σχεδόν νεκρικό.
    Σκέφτηκα πως αν ήμουν ο Θάνατος θα έμπαινα μέσα στο σώμα του και θα τριβόμουν με λύσσα πάνω σε κάθε του κύτταρο μπας και ανακαλύψω το μυστικό της ηρεμίας του, που εγώ -αν και υπερφυσικό ον- δεν το έχω βρει μέσα στις χιλιετίες!
    Με ένα χαμόγελο κι εγώ -δικό μου- αποκοιμήθηκα...

    Το πρωί χτύπησε η πόρτα. Ήταν μια γειτόνισσα που και αρκετές φορές στο παρελθόν με είχε εξυπηρετήσει σε ανάγκες. Την είχα φωνάξει, εγώ, από χτες, για να προσέχει την μικρή μέχρι να έρθει η 17. Άδεια η κουζίνα, ελληνικός ο καφές (που να κάνει εσπρέσο η κυρα-τέτοια).
    Μ'αυτά και μ'αυτά είχα αλλού το μυαλό μου.
    Σκλαβί δεν είδα κιόλας να με αποχαιρετά στο χωλ, από συνήθεια πήρα το αυτοκίνητο.
    Έτσι, λοιπόν, τα καταφέρνεις να μπουκάρεις ζυγή μέρα, με μονό αυτοκίνητο στον Δακτύλιο...