Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

To be or not to be

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος dora_salonica, στις 3 Δεκεμβρίου 2009.

  1. MySelf

    MySelf Regular Member

    Απάντηση: To be or not to be

    Τα παιδιά σας δεν είναι παιδιά σας.
    Είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας
    της Ζωής για τη ζωή.
    Έρχονται στη ζωή με τη βοήθειά σας,
    άλλα όχι από σας,
    Και μ' όλο που είναι μαζί σας,
    δεν ανήκουν σε σας.

    Μπορείτε να τους δώσετε την αγάπη σας,
    όχι όμως και τις ιδέες σας,
    γιατί αυτά έχουν τις δικές τους ιδέες.
    Μπορείτε να στεγάσετε το σώμα τους,
    όχι όμως και την ψυχή τους,
    γιατί η ψυχή τους κατοικεί στο σπίτι του
    αύριο, που εσείς δεν μπορείτε να επισκεφτείτε,
    ούτε στα όνειρά σας.

    Μπορείτε να προσπαθήσετε να τους μοιάσετε,
    αλλά μη γυρεύετε να κάνετε αυτά να
    σας μοιάσουν.
    Γιατί η ζωή δεν πηγαίνει προς τα πίσω
    και δε σταματά στο χθες.

    Εσείς είστε τα τόξα απ' όπου τα παιδιά
    σας σα ζωντανά βέλη θα τιναχτούν μπροστά
    Ο τοξότης βλέπει το σημάδι πάνω στο
    μονοπάτι του άπειρου, και σας λυγίζει με τη
    δύναμή του ώστε τα βέλη του να τιναχτούν
    γοργά και μακριά.

    Το λύγισμά σας στο χέρι του τοξότη ας
    είναι για σας χαρά.
    Γιατί όπως αυτός αγαπά τα βέλη που πετουν,
    έτσι αγαπά και τα τόξα που είναι σταθερά...


    " Ο Κήπος του Προφήτη " απόσπασμα
     
  2. vautrin

    vautrin Contributor

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. To D. or not to D.


    [ame="http://[/ame]

    Λαμπρότατο, όντως, Δωράκι!
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  4. Animator

    Animator Regular Member

    Χάλασε καπως το ύφος κατα την μετάφραση but still:

    Tadeusz Różewicz - Cierń

    Δεν πιστεύω
    Δεν πιστεύω απο την αφυπνιση
    μεχρι τον ύπνο

    Δεν πιστεύω απο ακτή σε ακτή
    της ζωής μου
    Δεν πιστεύω τόσο ανοικτά
    τόσο βαθιά
    όσο βαθιά πίστευε
    Η μάνα μου

    Δεν πιστεύω
    τρώγωντας ψωμί
    πίνωντας νερό
    αγαπώντας το σώμα

    Δεν πιστεύω
    στους ναούς του,
    στα σημάδια των ιερέων

    Δεν πιστεύω στους δρόμους της πόλης
    στους αγρούς, στη βροχή
    στον αέρα
    στην εξύμνηση του χρυσού

    Διαβάζω τις παραβολές του
    απλές όσο ένα στάχυ σιταριού
    και συλλογίζομαι τον θεό
    που δεν γελούσε

    Συλλογίζομαι για τον μικρο
    θεό που αιμορραγούσε
    πάνω στα λευκά
    σάλια της παιδικής ηλικίας

    Για το αγκάθι που έσχισε
    τα μάτια μας, το στόμα
    τώρα
    και κατά την ώρα του θανάτου
     
  5. MySelf

    MySelf Regular Member

    Απάντηση: Re: To be or not to be

    Πολύ καλό  
     
  6. vautrin

    vautrin Contributor

    «Μια μέρα ένας θαυμαστής πλησίασε τον Τζόις. «Δάσκαλε», του λέει, «αφήστε με να σας φιλήσω το χέρι»! «Εντάξει», απάντησε εκείνος, «αλλά να ξέρετε ότι αυτό το χέρι κάνει και άλλα πράγματα εκτός από το να γράφει!».

    Τζον Μπάνβιλ
     
  7. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: To be or not to be

    "Όποιον και να ρωτήσετε, θα σας πει ότι δεν είμαι και πολύ καλός άνθρωπος. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτή η λέξη. Πάντα συμπαθούσα τους παλιανθρώπους, τους παράνομους και τα ρεμάλια... Δε τα γουστάρω εκείνα τα καλοξυρισμένα αγοράκια, με τη γραβάτα και την καλή δουλειά. Μου αρέσουν οι απελπισμένοι άνθρωποι, οι άνθρωποι με τα σπασμένα δόντια, τα σπασμένα μυαλά και τους σπασμένους τρόπους. Αυτοί με ενδιαφέρουν. Είναι γεμάτοι εκπλήξεις και εκρήξεις. Για μένα οι έκφυλοι έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από τους αγίους. Οι αλήτες με ξεκουράζουν, γιατί και'γω αλήτης είμαι. Δε γουστάρω τους νόμους, τη θρησκεία, την ηθική και τους κανόνες.

    Δε γουστάρω να με φορμάρει η κοινωνία στα μέτρα της."

    Charles Bucowski
     
  8. MySelf

    MySelf Regular Member

    Απάντηση: To be or not to be

     
     
  9. vautrin

    vautrin Contributor

    «Αν θέλετε λοιπόν στ΄ αλήθεια να τ΄ ακούσετε, τότε πρώτο και κύριο μπορεί να περιμένετε πως θα σας πω πού γεννήθηκα, και τι φρίκη που ήτανε τα παιδικά μου χρόνια, και τι φτιάχνανε οι δικοί μου και τα ρέστα πριν με κάνουνε, κι ένα σωρό αηδίες και ξεράσματα καταπώς στο Δαβίδ Κόπερφηλντ, όμως δεν έχω όρεξη να πιάνω τέτοιες ιστορίες».

    Ο φύλακας στη σίκαλη

    Τζ. Ντ. Σάλιντζερ
     
  10. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: To be or not to be



    Όταν δεν μπορείς να πεις αυτό που θες
    και τα λόγια σου ζαλίζουν το κεφάλι
    Τι τα θες τα παραμύθια, τι τα θες;
    Με τα ψέματα δεν παίζουν οι μεγάλοι
    κι εσύ παιδί, μικρό παιδί, κι αν θες
    δεν είσαι πάλι

    Όταν δεν μπορείς να πεις αυτό που θες
    τράβα γρήγορα και βρες τον εαυτό σου
    μιας και σήμερα και αύριο και χθες
    θα τον έχεις αγαπούλα μου εχθρό σου
    κι εσύ παιδί, μικρό παιδί, για βρες
    το φυλαχτό σου
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  11. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  12. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: To be or not to be

    Ο Δημοφών κι ο θάνατος
    του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη





    Σαν έφθασε στα τριάντα του χρόνια, ο Δημοφών, ο ενάρετος, αν και νεαρός φιλόσοφος, με την ωραία κορμοστασιά και τα γαλάζια τα ονειρώδη μάτια, ο μαθητής του Πρωταγόρα και του Πλάτωνα, αποφάσισε να κλείσει ξάφνου δια μιας τη νεότητά του, και ν΄ αποτραβηχθή σαν ασκητής· πολύ πριν να φανούν οι Χριστιανοί ασκητές κι οι διάφοροι στηλίτες, ο Δημοφών το είχε κάνει πρώτος αυθόρμητα κι εν πλήρει συνειδήσει, με τη διαφορά πως δεν τον έσπρωχνε, καθώς αυτούς αργότερα, η πίστη κι ο φανατισμός, αλλά – κι αυτό είναι το σπουδαίο – εξ εναντίας η πλήρης κι η απόλυτη απιστία…



    Αποτραβήχθηκε λοιπόν σε μια σπηλιά, σε μια έρημη κοιλάδα της Βοιωτίας, όχι μακριά απ΄ τον Ορχομενό, κι έζησε εκεί για κάμποσο διάστημα, μόνος εντελώς, με μια προμήθεια μοναχά τροφής, μια χωματένια υδρία, κι ένα σκληρό στρώμα, για ν΄ αναπαύεται τη νύχτα· ο λόγος που τον έφερε ως εκεί, δεν ήταν η συνηθισμένη απογοήτευση της καθημερινής χυδαίας ζωής, μήτε καμιάν αγάπη θλιβερή (δεν είχε ίσως ποτέ αγαπήσει, αυτό που λέμε αγάπη), αλλά το ίδιο πρόβλημα της ζωής, το κεντρικό το μέγα κι ακαθόριστο, που είναι γραφτό αιωνίως να διαφεύγει και που καμιά προσφερομένη του ερμηνεία δεν ικανοποιεί! Είχε πολύ εμβαθύνει, και συστηματικά, μέσ΄ στο πολύπλοκο κι ασύλληπτο αυτό ζήτημα, και του είχε δώσει λύσεις διάφορες εδώ κ΄ εκεί κατά καιρούς ως που απότομα, αφού είχε με χίλιους κόπους κι αγωνίες θεμελιώσει κάποιο σύστημα βάσιμο κάπως και τελειωτικό, σύμφωνα με τις τότε κρατούσες αντιλήψεις, έχανε ξαφνικά το στήριγμά του ένα καλό πρωί και ξαναβρισκόταν μόνος και αμαθής, απέναντι του αγνώστου.



    Ήταν στιγμές που το πολιορκούσε η σκέψη του, απ΄ όλες τις μεριές, τόσο στενά που ’λεγε λίγο ακόμα ίσως και θα ’φθανε στον ίδιο τον πυρήνα του προβλήματος κι ίσως αυτές οι λιγοστές στιγμές να ήταν το πλέον απώτατο σημείον, που φθάνει η ανθρώπινη διανόηση, ιδίως όμως ήταν πεισμένος, πως δε μπορεί παρά να ΄ρθει μια μέρα που η ανθρωπότης θα το λύσει οριστικά (πού να ’ξερε πως ύστερα από δυο χιλιάδες χρόνια θα ’μαστε πάντοτε κι εμείς στην ίδιαν απορία!)… Είχε τόσο πολύ απορροφηθεί από την έμμονην αυτήν ιδέα και είχε καταναλώσει όλα τα πνευματικά του εφόδια σε τέτοιο απεριόριστο σημείο, ώστε δυο αυλάκια πρώιμα είχαν χαραχθεί στο μέτωπό του, το θαυμαστό του εφηβικό εκείνο μέτωπο, το στεφανωμένο με σγουρά μαλλιά, που ο Κέβης, ο επιγραμματοποιός, το είχε υμνήσει κάποτε, σ΄ έν’ από τα ξακουστά επιγράμματά του!



    Μια νύχτα πήρε τη μεγάλη απόφαση, να προσφύγει σε μιαν υπεκφυγήν και να περιμείνει έτσι το τέλος της ζωής του, μπορούσε ακόμα κι η ζωή η πρωτογενής, η κατά φύση, η κανονική, να του αποκαθιστούσε τη σαλευθείσα τη γαλήνη της ψυχής του, και να τον επανέφερε, ασυναίσθητα, στον αρχικό μοιραίον προορισμό του, που είχεν ίσως απαρνηθεί – ποιος ξέρει…



    Ένα βράδι, καθώς ήταν μόνος και κοιτούσε τ΄ άστρα – θα ήταν κατά τα μέσα του Μεταγειτνιώνος – του εφάνη μες στη συλλογή του, σαν κάποιος να ήρθε και να εστάθη δίπλα του· γύρισε το κεφάλι, απορημένος και είδε μια σκιά, κάτι σαν τυλιγμένο σ΄ ένα πέπλο, και που δεν είχεν ακριβώς το σχήμα ανθρώπου· στεκόταν εκεί δίπλα του και δεν μιλούσε διόλου, μήτε φαινόταν να έχει ζωή πραγματική. Του ’κανε μοναχά ένα νεύμα, να πλησιάσει. Ο Δημοφών έσφιξε τη χλαμύδα γύρω στο κορμί του και πλησίασε. Ήταν ορθή στην άκρη ενός βράχου, κι έμοιαζε σαν κομμένη μέσ΄ στο βράχο.



    Του είπε τότε με μυστηριώδη φωνή :



    — Ξέρω ποιος είσαι, και τι θέλεις. Έλα μαζί μου να τα μάθεις όλα…



    Κι ο Δημοφών την πήρε το κατόπι, δίχως να διστάσει, τόσο ήταν αποτραβηγμένος απ΄ τα εγκόσμια κι η προσοχή του ήταν στραμμένη αλλού. Αφού περπάτησαν πολλή ώρα μέσ΄ στα σκοτεινά, έφθασαν εμπρός σε μια σπηλιάۤ· εκεί στο βράχο ήταν μια θύρα, ερμητικά κλεισμένη· η θύρα αμέσως άνοιξε μονάχη, και τότε εκείνοι μπήκαν σε μια σήραγγα που οδηγούσε σε μια υπόγεια κρύπτη αχανή, με στοές και με διαδρόμους. Στην αρχή ο Δημοφών δεν μπόρεσε να διακρίνει τίποτε· σιγά-σιγά όμως ένα φως, άγνωστο πώς ερχόμενο, απροσδιόριστο καθώς το φως της πρώτης χαραυγής, φώτισε αμυδρά όλα τα πράγματα, σα να ‘βγαινε ακριβώς μέσ΄ απ΄ τα πράγματα, και να είχε μια πηγή υπερφυσική· κι όταν πάλι γύρισε τα μάτια του στη σκιά, που τώρα ήταν σταματισμένη μέσ΄ στη μέση, είδε μιαν εξαίσιαν ομορφιά στο πρόσωπό της, κάτι υπερκόσμιο χυμένο στη μορφή της σα να ήταν κάποια εμφάνιση ενός λαμπρού υπερπέραν. Και τότε ο Δημοφών αισθάνθηκε μέσ’ στην ψυχή του, κάτι επίσημο και κατανυκτικό, που δεν ήταν ο τρόμος του αγνώστου αλλά το δέος του υπερφυσικού!



    Κι η προσοχή του πάλι σταμάτησε στη σκιά, και πρόσμενε να δη τι θα του πει.



    Κι η σκιά τον κοίταξε καλά-καλά στα μάτια και του είπε :



    — Έχεις στο νου σου πάντα την ίδιαν απορία;



    — Ναι, πάντα.



    Και τότε διημείφθη αναμεταξύ των ο επόμενος διάλογος· για μια στιγμή ο Δημοφών μπορούσε να πιστέψει πως ήταν μια απ΄ τις καθημερινές συνομιλίες που ήταν συνηθισμένες τότε στα γυμνάσια και στα σπουδαστήρια που φοιτούσε.



    — Ελπίζεις η απορία σου αυτή να ικανοποιηθεί κάπως μια μέρα;



    — Δεν ξέρω· έχω καθήκον να το ελπίζω.



    — Πού βασίζεσαι τάχα ως προς αυτό;



    — Στο Άγνωστο· εφόσον είναι το άγνωστο κανένας δε μπορεί να προδικάσει κείνο που μπορεί να κάμει αύριο…



    — Έχεις κανένα δεδομένον, πως η απορία σου αυτή έχει λυθεί ποτέ, και από κανένα, ή πως το άγνωστο έχει δείξει ίσαμε τώρα την εύνοιά του σε άνθρωπο θνητόν;



    — Και πώς μπορώ να ξέρω, αν αύριο δεν το κάμει στην παντοδυναμία του, πώς μπορώ να ξέρω καν αυτό, εφόσον τίποτε ακριβώς δεν ξέρω!…



    — Ώστε βαδίζεις έτσι, χωρίς καμιά πεποίθηση ορισμένη.



    — Πολλές φορές σχεδόν θαρρώ πως φθάνω πολύ κοντά στην τελικήν αλήθεια.



    — Δε σου ήρθε κάποτε ίσως η υποψία, πως οσοδήποτε κοντά κι αν είσαι στην αλήθεια, πάντα είσαι το ίδιο μακριά απ΄ αυτήν, όσο δεν την κατέχεις ακριβώς;



    — Σχεδόν νομίζω πως κι αυτό το ξέρω.



    — Και τότε;…



    — Δεν ξέρω· περιμένω.



    — Τι λοιπόν μπορείς να περιμένεις, αφού διαθέτεις πάντα τα ίδια μέσα;



    — Δε μου μένουν άλλα να διαθέσω.



    — Συμπέρασμα;



    — Κανένα! Δεν έχω άλλη διέξοδο να εκλέξω.



    — Αν είχες θα την ακολουθούσες;



    — Μόνο γι΄ αυτό κινούμαι και αναπνέω! Αυτό είναι ακριβώς που πάντα ελπίζω.



    Τότε η σκιά του ’κανε νεύμα να πλησιάσει ακόμα πιο κοντά και του ’δειξε δυο θύρες σκαμμένες μέσ΄ στο βράχο που είχαν τώρα λες φανερωθεί στις δυο αντίθετες μεριές του μαγικού σπηλαίου.



    — Να, κοίταξε καλά τις δυο αυτές θύρες· η μια οδηγεί προς την κανονική ζωή· όποιος περάσει από τη θύρα αυτή θα λυτρωθεί απ΄ το βάρος της σκέψης του και θα επιστρέψει πάλι μέσ΄ στον κόσμο, να ζήση καθώς ζουν μυριάδες όντα χωρίς καμιάν ερώτηση στα χείλη, ακολουθώντας τη μοιραία γραμμή τους, να υπάρχουν μόνο για να συντηρούνται, μην ψάχνοντας για το γιατί ποτέ!



    Η άλλη οδηγεί στην πλήρη γνώση – ή μάλλον θέτει τέρμα στην περιορισμένη αυτή ζωή, για όσους εξέκλιναν από τον αρχικό τον προορισμό τους. Διάλεξε ποια θες ν΄ ακολουθήσεις.



    Η σκιά είχε γείρει τώρα ολόκληρη σχεδόν στο πρόσωπό του· και τότε είδε διαμιάς σε μιαν αιφνίδιαν έκλαμψη του νου πως τόσην ώρα ήταν μόνος εντελώς και μιλούσε με τον ίδιο τον εαυτόν του!



    Τότε ο Δημοφών σηκώθηκε έξαλλος, και κραύγασε με διάτορη φωνή :



    — Τη θύρα που οδηγεί στην πλήρη γνώση – ή μάλλον θέτει τέρμα στην περιορισμένη αυτή ζωή, για όσους εξέκλιναν από τον αρχικό τον προορισμό τους!…



    Κι ο Δημοφών προχώρησε στη θύρα με το κεφάλι αγέρωχα υψωμένο, μ΄ ένα βαθύ χαμόγελο θριάμβου, σαν ημίθεος!



    Ένας κρότος ξερός μονάχα ακούστηκε και κάτι κύλησε βαριά στα σκοτεινά.



    Έτσι ανηρπάγη ένα βράδυ ο Δημοφών, μέσ΄ από τον ορατό τον κόσμο, επειδή θέλησε να μάθει, ό,τι δεν πρόκειται ποτέ να μάθει ο άνθρωπος όσο διανύει τον κύκλο της ζωής του.



    Και βγήκε κι η παράδοση ότι ο Δημοφών, ο ενάρετος φιλόσοφος, ο μαθητής του Πρωταγόρα και του Πλάτωνα, την εποχή που ασκήτευε σε μια σπηλιά, σε μια έρημη κοιλάδα της Βοιωτίας, όχι μακριά απ΄ τον Ορχομενό, ένα βράδυ περί μέσα του Μεταγειτνιώνος, ενώ έψαχνε να βρει λίγο νερό για να γιομίσει την υδρία του, μη βλέποντας καλά στα σκοτεινά, έπεσε σ΄ ένα βάραθρο, κι εχάθη.-