Dismiss Notice

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Αφιέρωμα στον Samuel Beckett

Discussion in 'Τέχνη' started by dora_salonica, 27 August 2010.

  1. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Της είπα να έρχεται πιο αραιά, πολύ πιο αραιά, να μην έρχεται καθόλου αν γινόταν και εάν αυτό δε γινόταν να έρχεται όσο το δυνατό λιγότερο συχνά. Εξάλλου την επομένη εγκατέλειψα το παγκάκι, οφείλω να πω λιγότερο εξαιτίας της παρά εξαιτίας του, γιατί το παγκάκι δεν ανταποκρινόταν πλέον στις ανάγκες μου, μέτριες παρ’ όλ’ αυτά, γιατί τα πρώτα κρύα άρχιζαν να γίνονται αισθητά, και έπειτα, για άλλους λόγους για τους οποίους θα’ ταν βαρετό να μιλώ, σε αρχίδια σαν και σας, και κατέφυγα σε έναν εγκαταλειμμένο στάβλο αγελάδων, που είχα επισημάνει στις περιπλανήσεις μου.
     
    Last edited: 5 September 2010
  2. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Μέσα σ’ αυτό το στάβλο, γεμάτο ξερές και κούφιες σβουνιές που ξεφούσκωναν μ’ ένα στεναγμό όταν έμπηγα μέσα τους το δάχτυλο, είναι που για πρώτη φορά στη ζωή μου, θα έλεγα ευχαρίστως και για τελευταία αν είχα αρκετή μορφίνη στα χέρια μου, χρειάστηκε να υπερασπιστώ τον εαυτό μου ενάντια σ’ ένα συναίσθημα που τρύπωνε σιγά σιγά μέσα στο παγωμένο μου μυαλό με το τρομερό όνομα του έρωτα. Αυτό που δίνει γοητεία στη χώρα μας, εκτός βέβαια απ’ το γεγονός ότι είναι αραιά κατοικημένη παρόλο που είναι αδύνατο να προμηθευτείς το παραμικρό προφυλακτικό, είναι πως όλα εκεί βρίσκονται σε πλήρη εγκατάλειψη εκτός απ’ τα απόσκατα της ιστορίας. Αυτά τα μαζεύουμε με ζήλο, τους ρίχνουμε άχυρο και τα περιφέρουμε σε λιτανεία. Παντού όπου ο χρόνος έφτιαξε μια ωραία αηδιαστική κοπριά, θα δείτε τους πατριώτες μας, διπλωμένους, να εισπνέουν, με το πρόσωπο φλογισμένο.
     
    Last edited: 5 September 2010
  3. KostantinosK

    KostantinosK Regular Member

    Απάντηση: Αφιέρωμα στον Samuel Beckett

    (Ο Μαλόν πεθαίνει)

    Δημιουργήθηκε σιγά σιγά μεταξύ τους κάποια οικειότητα, η οποία τους έκανε σε κάποια δεδομένη στιγμή να πλαγιάσουν μαζί και να συνευρεθούν όσο καλύτερα μπορούσαν. Γιατί σε τέτοια ηλικία, και με τέτοια απειρία σαρκικού έρωτα, ήταν πολύ φυσικό να μην καταφέρουν με την πρώτη να δώσουν ο ένας στον άλλον την εντύπωση πως ήτανε πλασμένοι ο ένας για τον άλλον. Και τότε έβλεπε κανείς τον Μακμάν να πασχίζει να μπάσει το γεννητικό του όργανο μέσα στο αντίστοιχο της συντρόφου του σα να έβαζε μαξιλάρι σε μαξιλαροθήκη, διπλώνοντάς το στα δύο και χώνοντάς το μέσα με τα δάχτυλα. Όμως αυτοί όχι μόνο δεν το έβαζαν κάτω αλλά παθιάζονταν ακόμα περισσότερο. Και μολονότι εντελώς ανίκανοι και οι δυο τους, στο τέλος κατάφεραν, επιστρατεύοντας όλες τις δυνάμεις του δέρματος, των βλεννογόνων και της φαντασίας, να βγάλουν απ' τις στεγνές και ασθενικές περιπτύξεις τους μια κάποια θλιβερή ικανοποίηση. Τόσο που η Μολ, που ήταν η πιο διαχυτική της παρέας, αναφωνούσε, Αχ να 'χαμε συναντηθεί εξήντα χρόνια πριν!
     
  4. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Ήταν τελείως μαραμένη και ζαρωμένη, το κεφάλι σκυφτό, το μανσόν με τα χέρια στο κάτω μέρος της κοιλιάς, οι γάμπες σφιγμένες η μια στην άλλη, οι φτέρνες στον αέρα. Ήταν χωρίς σχήμα, χωρίς ηλικία, σχεδόν χωρίς ζωή, θα μπορούσε νά ‘ταν μια γριά ή ένα κοριτσάκι. Κι αυτός ο τρόπος ν’ απαντάει Δεν ξέρω, Δεν μπορώ. Μονάχα εγώ μήτε ήξερα, μήτε μπορούσα. Για μένα ήρθατε; λέω. Ναι, λέει αυτή. Ε, ωραία, νά με, λέω. Και εγώ όμως γι αυτή δεν είχα έρθει; Νά με, νά με, λέω στον εαυτό μου...Πριν φύγω, της ζήτησα να μου πει ένα τραγούδι. Πίστεψα στην αρχή ότι θα αρνιόταν, θέλω να πω ότι απλώς δεν θα τραγουδούσε, αλλά όχι, μετά από μια στιγμή άρχισε να τραγουδάει και τραγούδησε κάμποσο, πάντα το ίδιο τραγούδι νομίζω, χωρίς ν’ αλλάξει στάση. Δεν γνώριζα το τραγούδι, δεν το είχα ακούσει ποτέ και δεν θα τ’ ακούσω ποτέ πια. Θυμάμαι μόνο πως γινόταν λόγος για λεμονιές ή για πορτοκαλιές, δεν ξέρω πλέον ποιες, και για μένα είναι μια επιτυχία, το να έχω συγκρατήσει ότι γινόταν λόγος για λεμονιές ή για πορτοκαλιές, γιατί από άλλα τραγούδια που έχω ακούσει στη ζωή μου, και έχω ακούσει, γιατί είναι πρακτικά αδύνατο, θα έλεγα, να ζήσεις, ακόμη κι όπως ζούσα εγώ, χωρίς να ακούς να τραγουδούν, εκτός αν είσαι κουφός, δεν έχω απολύτως τίποτε συγκρατήσει, μήτε μια λέξη, μήτε μια νότα, ή τόσο λίγες λέξεις, τόσες λίγες νότες, που, που τί, που τίποτα, αυτή η φράση παρατράβηξε.
     
  5. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Έπειτα απομακρύνθηκα και καθώς απομακρυνόμουν την άκουσα που τραγουδούσε ένα άλλο τραγούδι, ή ίσως τη συνέχεια του ίδιου, με μια αδύνατη φωνή που όλο χαμήλωνε καθώς απομακρυνόμουν και που τελικά σιώπησε, είτε γιατί είχε τελειώσει το τραγούδι, είτε γιατί ήμουν πολύ μακριά για να μπορώ να το ακούσω. Δεν μου άρεσε να μείνω με μια τέτοιου είδους αβεβαιότητα, εκείνη την εποχή. Φυσικά ζούσα μέσα στην αβεβαιότητα, από την αβεβαιότητα, αλλά αυτές τις μικρές αβεβαιότητες, οργανικής φύσεως όπως λένε, μ’ άρεσε να τις ξεφορτώνομαι αμέσως, μπορούσαν να με ταλανίζουν σαν αλογόμυγες, για βδομάδες. Έκανα λοιπόν μερικά βήματα προς τα πίσω και σταμάτησα. Στην αρχή δεν άκουγα τίποτε, κατόπιν την άκουγα, μάλλον άρχισα να την ακούω, σε μιαν ορισμένη στιγμή, και όμως όχι, δεν υπήρξε αρχή, τόσο μαλακά είχε βγει απ’ τη σιωπή και τόσο της έμοιαζε. Όταν η φωνή σταμάτησε τελικά, έκανα μερικά βήματα προς το μέρος της, για νά ‘μαι σίγουρος ότι είχε σταματήσει και ότι δεν την είχε χαμηλώσει. Έπειτα απελπισμένος με μένα τον ίδιο, λέγοντας στον εαυτό μου, Πώς να ξέρω, χωρίς νά ‘μαι δίπλα της, σκυμμένος πάνω της, έκανα στροφή και έφυγα, για τα καλά, γεμάτος αβεβαιότητα. Αλλά μερικές βδομάδες αργότερα, περισσότερο νεκρός παρά ζωντανός, ξαναγύρισα στο παγκάκι...
     
    Last edited: 5 September 2010
  6. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Έβλεπα λίγο καλύτερα το πρόσωπό της. Το έβρισκα κανονικό, το πρόσωπό της, ένα πρόσωπο όπως εκατομμύρια άλλα. Αλληθώριζε, αλλά αυτό δεν το έμαθα παρά αργότερα. Δεν έμοιαζε μήτε νεανικό μήτε γερασμένο, το πρόσωπό της, ήταν σαν μετέωρο ανάμεσα στη φρεσκάδα και το μαράζωμα. Άντεχα δύσκολα, εκείνη την εποχή, αυτό το είδος της αμφισημίας.
     
    Last edited: 5 September 2010
  7. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Με ρώτησε εάν ήθελα να μου τραγουδήσει κάτι. Απάντησα πως όχι, πως ήθελα να μου πει κάτι. Πίστευα ότι θα μου έλεγε ότι δεν είχε τίποτε να μου πει, θα ήταν σύμφωνο με το χαρακτήρα της. Είχα έτσι μιαν ευχάριστη έκπληξη ακούγοντάς τη να λέει πως είχε ένα δωμάτιο, πολύ ευχάριστη έκπληξη. Άλλωστε το υπέθετα. Ποιος δεν έχει το δωμάτιό του; Α, ακούω την κατακραυγή. Έχω δυο δωμάτια, λέει αυτή. Πόσα δωμάτια έχετε, ακριβώς; Ρώτησα. Αποκρίθηκε πως είχε δύο δωμάτια και μια κουζίνα. Το πράγμα μεγάλωνε κάθε φορά. Στο τέλος θα κατέληγε να θυμηθεί και ένα λουτρό. Είναι πράγματι δύο δωμάτια, όπως είπατε; λέω εγώ. Ναι, λέει. Το ένα δίπλα στ’ άλλο; λέω. Επιτέλους μια συζήτηση που σέβεται τον εαυτό της...Δεν αισθανόμουν καλά δίπλα της, εκτός του ότι αισθανόμουν ελεύθερος να σκέφτομαι άλλα πράγματα πέρα απ’ αυτήν, και αυτό ήταν ήδη πάρα πολύ, να σκέφτομαι τα παλιά δοκιμασμένα πράγματα, το ένα μετά το άλλο, κι έτσι από το ένα στο άλλο να φτάνω στο τίποτε, σαν από σκαλοπάτια που κατεβαίνουν μες στο βαθύ νερό. Και ήξερα πως, εγκαταλείποντάς την, θα έχανα αυτή την ελευθερία.
     
    Last edited: 5 September 2010
  8. KostantinosK

    KostantinosK Regular Member

    Απάντηση: Αφιέρωμα στον Samuel Beckett

    Μια μέρα, τότε που ο Μακμάν άρχιζε να συνηθίζει να αγαπιέται, αλλά χωρίς να ανταποκρίνεται ακόμα, όπως επρόκειτο να κάνει στη συνέχεια, έσπρωξε το πρόσωπο της Μολ πέρα απ' το δικό του με το πρόσχημα πως ήθελε να δει τα σκουλαρίκια της. Επειδή όμως αυτή επανέλαβε απτόητη την έφοδο, ο Μακμάν την απέκρουσε πάλι με την πρώτη φράση που του ήρθε στο νου, και που ήταν, Γιατί δύο Χριστοί; εννοώντας ότι κατά τη γνώμη του ένας ήταν υπεραρκετός. Για να πάρει από τη Μολ την εξωφρενική απάντηση, Γιατί δύο αφτιά; Της το συγχώρεσε όμως την επόμενη στιγμή, όταν του είπε, χαμογελώντας (χαμογελούσε με το τίποτα), Κι έπειτα αυτοί είναι οι ληστές, το Χριστό τον έχω στο στόμα μου. Και ανοίγοντας τότε το στόμα της και τραβώντας τη χειλάρα της προς το μούσι της αποκάλυψε, μοναδικό ξένο στοιχείο στη μονοτονία των ούλων, έναν μακρύ κυνόδοντα, κίτρινο και ξεσκέπαστο μέχρι τη ρίζα, που ήταν σκαλισμένος, μάλλον με τον τροχό, κι έδειχνε την περίφημη θυσία. Το βουρτσίζω πέντε φορές την ημέρα, είπε, μία για κάθε πληγή. Ακούμπησε πάνω του το δείχτη του ελεύθερου χεριού της και το κούνησε. Παίζει, είπε, φοβάμαι μην ξυπνήσω αύριο-μεθαύριο κι ανακαλύψω ότι το 'χω καταπιεί, ίσως θα ταν καλύτερα να το ΄βγαζα. Άφησε το χείλος της που τινάχτηκε πίσω στη θέση του με ένα ηχηρό πλαφ. Το επεισόδιο αυτό εντυπωσίασε βαθειά τον Μακμάν και η Μολ ανέβηκε αλματωδώς στη καρδιά του. Και στην ηδονή που ένιωθε αργότερα, όταν έβαζε τη γλώσσα του στο στόμα της και την περπάταγε ολόγυρα στα ούλα της, ο ετοιμόρροπος αυτός εσταυρωμένος συνέβαλε οπωσδήποτε αρκετά. Αλλά από ποιον τάχα έρωτα λείπουν αυτά τα αθώα δυναμωτικά;
     
  9. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Re: Απάντηση: Αφιέρωμα στον Samuel Beckett

    Follow my instructions, you'll come back for more. For shame, you dirty old man! It's all these bones that makes it awkward, that I grant you. Well, we must just accept ourselves as we are. And above all, not fret, these are trifles. Let us think of the hours when, spent, we lie twined together in the dark, our hearts labouring as one, and listen to the wind saying what it is to be abroad, at night, in winter, and what it is to have been what we have been, and sink together, in an unhappiness that has no name. That is how we must look at things. So courage, my sweet old hairy Mac, and oyster kisses just where you think from your own Sucky Moll.

    Malone dies
     
  10. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Δεν έχετε ηλεκτρικό; Είπα. Όχι, είπε, αλλά έχω τρεχούμενο νερό και γκάζι. Για δες, είπα, έχετε γκάζι. Έπιασε να γδύνεται...Όταν οι γυναίκες δεν ξέρουν πλέον τί να κάνουν, γδύνονται, και είναι δίχως αμφιβολία το καλύτερο που έχουν να κάνουν. Τα έβγαλε όλα, με μια βραδύτητα να σκάει ελέφαντας, εκτός από τις κάλτσες, προορισμένες, δίχως αμφιβολία, να φέρουν στα ύψη τον ερεθισμό μου. Τότε ήταν που πρόσεξα ότι αλληθώριζε. Ευτυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα μια γυναίκα γυμνή, μπόρεσα λοιπόν να μείνω, ήξερα πως δεν επρόκειτο να εκραγεί...
     
  11. KostantinosK

    KostantinosK Regular Member

    Απάντηση: Αφιέρωμα στον Samuel Beckett

    Δυο λόγια τέλος για την παρακμή αυτού του δεσμού. ....
    ..... Είχε αρχίσει κιόλας να μυρίζει. Ποτέ της βέβαια δε μοσχοβόλαγε, αλλά ανάμεσα στο να μη μοσχοβολάς και να αναδίνεις τη μπόχα που ανάδινε αυτή τώρα υπάρχει ολόκληρο χάος. Την έπιαναν επίσης εμετοί. Και τότε γύριζε από την άλλη μεριά, έτσι ώστε ο αγαπημένος της να βλέπει μόνο την πλάτη της που τρανταζόταν από τους σπασμούς, και ξέρναγε ώρα πολλή στο πάτωμα.... Αν ήταν μισό αιώνα νεότερη θα την έπαιρνε κανείς για έγκυο. Μαζί με όλα αυτά άρχισαν να πέφτουν σωρηδόν και τα μαλλιά της, και εκμυστηρεύτηκε στον Μακμάν ότι δεν τολμούσε πια να χτενιστεί από φόβο μην της πέσουν μια ώρα αρχήτερα. Μου τα λέει όλα, σκέφτηκε αυτός ευχαριστημένος. Αλλά αυτά δεν ήταν τίποτα μπρος στην ταχύτατη αλλαγή στο χρώμα της, το οποίο από κίτρινο γινόταν τώρα ζαφορά. Η θέα αυτού του ξεπεσμού της Μολ δε λιγόστευε τη λαχτάρα του Μακμάν να την πάρει αγκαλιά, έτσι βρωμερή, κιτρινιάρα, φαλακρή και ξερνοβολούσα... Τον καταλαβαίνει κανείς. Γιατί όταν έχεις μες στα χέρια σου το μοναδικό έρωτα μιας ζωής που τράβηξε σε τόσο απέραντο μάκρος, είναι φυσικό να θες να τον χαρείς, όσο είναι ακόμα καιρός, και να μην αφήνεις να σε πτοούν αισθήματα σιχαμάρας, που συγχωρούνται βέβαια στους μίζερους, αλλά που η αγάπη δε τα λογαριάζει, αν είναι αληθινή....
    Τότε ήταν που έχασε και το δόντι της. Βγήκε εντελώς μόνο του από το φατνίο, μέρα μεσημέρι ευτυχώς, γιατί έτσι μπόρεσε να το πάρει και να το φυλάξει σε σίγουρο μέρος. Και ο Μακμάν σκέφτηκε, όταν του το είπε, Άλλοτε θα μου το έκανε δώρο, ή θα μου το έδειχνε τουλάχιστον. Αλλά λίγο πιο ύστερα σκέφτηκε, πρώτα, Θα μπορούσε να μη μου το έλεγε καν, άρα λοιπόν το γεγονός πως μου το 'πε είναι ένδειξη εμπιστοσύνης κι αγάπης, και μετά, Αλλά θα το έβλεπα έτσι κι αλλιώς, όταν θα άνοιγε το στόμα της να μιλήσει ή να χαμογελάσει, και στο τέλος, Μα δε μιλάει πια ούτε χαμογελάει. Μια μέρα, πρωί πρωί, ένας άνθρωπος που δεν τον είχε ξαναδεί ήρθε και του είπε πως η Μολ πέθανε. Να που ξεμπερδέψαμε με έναν τουλάχιστον.
     
  12. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ΠΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Έξαφνα σηκώθηκα και άλλαξα τη θέση του καναπέ, τη μεριά δηλαδή της πλάτης που την είχα βάλει αρχικά προς τον τοίχο, την έφερα προς τα έξω. Τώρα ήταν η ανοιχτή πλευρά, το κάθισμα που ακουμπούσε στον τοίχο. Κατόπιν σκαρφάλωσα μέσα, όπως ένας σκύλος στο πανέρι του. Σας αφήνω τη λάμπα, είπε, αλλά την παρακάλεσα να την πάρει. Κι αν χρειαστείτε κάτι τη νύχτα; είπε. Πήγαινε να αρχίσει το κουβεντολόι, το αισθανόμουν. Ξέρετε πού είναι η τουαλέτα; είπε. Είχε δίκιο, δεν πήγε καθόλου εκεί το μυαλό μου. Το να τα κάνεις στο κρεβάτι σου, προκαλεί ευχαρίστηση εκείνη τη στιγμή, αλλά μετά νιώθεις άβολα. Δώστε μου ένα δοχείο νυκτός, είπα. Είχα πολύ αγαπήσει, τέλος πάντων αρκετά αγαπήσει, για πολύ καιρό, τις λέξεις δοχείο νυκτός, μ’ έκανε να σκέφτομαι τον Ρασίν, ή τον Μπωντλαίρ, δεν ξέρω πλέον ποιον ακριβώς, ίσως και τους δυο, ναι, νοσταλγώ τα διαβάσματά μου, με αυτούς έφτανα εκεί όπου το ρήμα σταματάει. Αλλά δεν είχε δοχείο νυκτός. Έχω ένα είδος καρέκλας με τρύπα, είπε. Έβλεπα τη γιαγιά καθισμένη πάνω, άκαμπτη σαν παλούκι και υπερήφανη, μόλις θα την είχε αγοράσει, συγνώμη, αποκτήσει, σε κάποια φιλόπτωχο αγορά, σε κάποιο λαχείο ίσως, ήταν ένα κομμάτι εποχής, την εγκαινίασε, καλύτερα μάλλον την πρόβαρε, σχεδόν θα ήθελε να τη δουν. Ας χρονοτριβούμε, ας χρονοτριβούμε. Μα δώστε μου ένα απλό δοχείο, λέω, δεν έχω δυσεντερία. Ξαναήρθε με ένα είδος κατσαρόλας, δεν ήταν μια πραγματική κατσαρόλα, γιατί δεν είχε λαβή, ήταν ωοειδής κι είχε δύο χερούλια και ένα καπάκι. Είναι η χύτρα, είπε. Δεν μου χρειάζεται το καπάκι, λέω. Δεν χρειάζεστε το καπάκι; λέει. Εάν είχα πει ότι χρειαζόμουν το καπάκι, θα έλεγε, Χρειάζεστε το καπάκι;