Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Αργύρης

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Εμπειρίες' που ξεκίνησε από το μέλος slave32, στις 5 Νοεμβρίου 2025 at 02:16.

  1. slave32

    slave32 Contributor

    Ο Αργύρης ήταν συμμαθητής μου στο λύκειο. Ήταν έντονος χαρακτήρας και μπορώ να πω ότι μου έκανε ένα είδος μπούλινγκ εκείνα τα χρόνια. Ψηλός, πολύ δυνατός, με πείραζε. Με έσπρωχνε. Μου έκανε λαβές αλλά για έναν ιδιαίτερο παράλογο λόγο, δεν ξεκολλούσα σαν να πήγαινα κοντά του να μου κάνει κι άλλα. Τότε δεν ήξερα τίποτα για εμένα.

    Ήμουν πλέον τριάντα χρονών. Είχα ζήσει αρκετά πράγματα στον χώρο και μπορούσα να πω πλέον τι ήθελα. Είχα γυρίσει Ελλάδα τότε. Δεν είχα πολλές παρέες Ελλάδα και ήμουν ελεύθερος. Πλέον κι εγώ αρκετά γυμνασμένος, με καινούριο αυτοκίνητο και γενικά μια ζωή στρωμένη μπροστά μου. Τότε ήταν η εποχή της τρέλας μου. Έκανα πολλά, έχω γράψει γι αυτά, έψησα το ψάρι και από τις δύο μεριές.

    Ένα βράδυ είχα πάει σινεμά. Μόνος μου. Έπαθα σοκ, στο ταμείο ήταν ο Αργύρης, στα ποπ κορν. Έκανε στην αρχή ότι δεν με κατάλαβε. Μπορεί να σοκαρίστηκε κι εκείνος. Πήγα, είδα την ταινία και μετά όταν σχόλασα κοιτούσα προς το ταμείο. Είχαν κλείσει. Απογοητεύτηκα λίγο.

    «Εε ψιτ» άκουσα μια φωνή. Την ίδια ατάκα που έλεγε από πιτσιρικάς. Τον πλησίασα. Ήταν κάπως διαφορετικός. Πιο διαχυτικός από τότε, με χαιρέτησε. Αγκαλιαστήκαμε. Πήγαμε να πιούμε ένα ποτό. Στο αμάξι δεν είπε σχεδόν τίποτα. Καθίσαμε κάπου ήσυχα.

    «Ρε συ Μάριε μάλλον σου χρωστάω μια συγγνώμη»
    «Γιατί;»
    «Όλες αυτές οι μαλακίες που σου έκανα τότε;» του χαμογέλασα. Που να ήξερε για εμένα.
    «Μη το συζητάς, ήμαστε πιτσιρίκια τότε, δεν ξέραμε τι κάναμε» τον είδα που ήπιε το ποτό του λίγο πιο γρήγορα αυτή τη φορά.
    «Για αυτό έκανες ότι δεν με ήξερες πριν;»
    «Ναι. Τα έχασα, πάει καιρός»
    Μιλήσαμε Μου είπε για τη ζωή του. Έβγαλε τα ψηφιακά στο Παπει, αλλά δεν έβρισκε δουλειά, κατέληξε στο σινεμά μέχρι να βρει κάτι. Σάστισε με την επαγγελματική μου ζωή.
    «Πήγες πολύ καλά εσύ. Είχες μυαλό τότε βέβαια, διάβαζες πολύ»
    Χαμογέλασα. Κέρασα τον επόμενο γύρο.
    «Είσαι με κάποια;» με ρώτησε.
    «Μπα. Είναι λίγο μπερδεμένα αυτά τα πράγματα στη ζωή μου»
    «Πάντα είναι μπερδεμένα αυτά.»
    »Εσύ;» τον ρώτησα.
    «Εγώ; άλλο μπέρδεμα και αυτό. Δεν έχω και σταθερή δουλειά κι έχω και πολλές απαιτήσεις» μου απάντησε.
    «Ε φυσιολογικό με τέτοιο πρόσωπό και τέτοια σωματάρα, ουρές κάνανε από χιλιόμετρα από τότε τα κορίτσια»
    Γέλασε.
    «Δεν μπορεί κι εσύ να μην έχεις κάποια, μόνο δουλειά ήσουν στη Βρετανία;»
    «Όχι εντάξει, αλλά τα δικά μου είναι πολύ δύσκολα να ειπωθούν»
    «Σιγά ρε, πες, άλλωστε σε ποιον θα πω εγώ κάτι;»
    Τον κοίταξα, είχε δίκαιο, αλλά είχε και κάτι που με τράβαγε.

    «Με χώρισε αυτός που με είχε σκλάβο του για 4 χρόνια εκεί» του το ξεφούρνισα έτσι γρήγορα και απότομα. Τον κοίταξα κι έσκυψα το κεφάλι μου. Του έφυγε το ποτό μέσα από το στόμα.
    «Τι ώπα, με άνδρα, σκλάβος, τι ακούω;» έκανα να φύγω, να σηκωθώ. Με έπιασε από το χέρι.
    «Κάτσε βρε, απλά αιφνιδιάστηκα» ένιωσα τη ζεστασιά του χεριού του. Κάθισα. Μου άφησε το χέρι.

    «Δεν είμαι τόσο άσχετος με αυτά, Μάριε» μου είπε κι ένιωθα τη καρδιά μου να φτερουγίζει.
    «Είσαι πολύ εντάξει, κάνεις τον άλλον να αισθανθεί άνετα μαζί σου» του απάντησα. Γέλασε κι εκείνος.
    «Θα μου τα πεις όλα;» με ρώτησε.
    «Θα σου τα πω όλα» απάντησα και του τα είπα. Με λεπτομέρειες. Κάποιες πιο χαμηλόφωνα να μη μας ακούσουν. Τα άκουσε με προσοχή. Δεν ήπια άλλο εγώ, ούτε εκείνος.
    «Μάριε δύο ποτά έχεις πιει μόνο;»
    «Ναι»
    «Ωραία, οπότε μπορείς να οδηγήσεις» μου είπε και φύγαμε, τον πήγα σπίτι του.
    «Θες να έρθεις επάνω;» με ρώτησε. Κοίταξα την ώρα, ήταν δύο το βράδυ.
    «Θα με πηδήξεις αν έρθω επάνω;» με κοίταξε, χαμογέλασε.
    «Μου χει περάσει από το μυαλό ναι, αλλά δεν έχω πηδήξει άνδρα ποτέ» μου απάντησε. Τον ακολούθησα σπίτι του. Είχε κάτι όμως το βλέμμα του. Κάτι που δεν μπορούσα να το βγάλω από το μυαλό μου. Μπήκαμε και μόλις περάσαμε τη πόρτα. Άλλαξε. Το βλέμμα του σκλήρυνε, όπως τότε.

    «Καλύτερα να φύγεις» μου είπε.
    «Εντάξει, καταλαβαίνω» και γύρισα να φύγω. Δεν πρόλαβα. Με άρπαξε, με φίλησε στο στόμα. Δεν κατάλαβα πόσο γρήγορα μου έβγαλε τα ρούχα και την άλλη στιγμή ήμουν πάνω στα πόδια του και μου τις έβρεχε με τα χέρια του. Δεν έχω καταλάβει πόσο γρήγορα έγινε. Σταμάτησε. Ήταν αγχωμένος. Γύρισα. Του έβγαλα τα ρούχα. Το σώμα του πιο ωραίο από ποτέ. Τον χάιδεψα, του έγλειψα το στήθος και κατέβηκα προς τα κάτω. Το έβαλα στο στόμα μου. Μικρούλης ήταν αλλά δεν είχε σημασία. Τον ρούφαγα μέχρι που έχυσε μέσα στο στόμα μου. Τα κατάπια όλα. Τον είχα φέρει στα μέτρα μου και τότε μου το ξεφούρνισε.

    «Θα μου τις βρέξεις κι εσύ;»