Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Αφιέρωμα στην Αναϊς Νιν

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος dora_salonica, στις 12 Δεκεμβρίου 2008.

  1. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    (Για την Georgia)

    Η Αναϊς Νιν ήταν ισπανικής καταγωγής, εν μέρει, αν και κάποιοι πρόγονοί της ήταν επίσης από την Κούβα, την Γαλλία και την Δανία. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και στην ηλικία των 11 άφησε το Παρίσι και πήγε να ζήσει στην Αμερική. Αργότερα γύρισε στο Παρίσι και σπούδασε ψυχολογία κοντά στον Otto Rank. Συνδέθηκε με πολλούς γνωστούς συγγραφείς και καλλιτέχνες και έγραψε αρκετά μυθιστορήματα και ιστορίες.

    Το πρώτο της βιβλίο εκδόθηκε την δεκαετία του 30. Η ποιότητα και η αυθεντικότητα της δουλειάς της ήταν εμφανείς από νωρίς αλλά, όπως συμβαίνει συχνά με avant-garde συγγραφείς, πήρε αρκετό χρόνο για να αναγνωρισθεί ευρέως. Την δεκαετία του 40 άρχισε να γράφει ερωτικές ιστορίες για έναν ανώνυμο πελάτη. Η συλλογή αυτών των έργων εκδόθηκε με τον τίτλο "Δέλτα της Αφροδίτης" ("Delta of Venus") και "Μικρά Πουλιά" ("Little Birds"). Το έργο της "Henry and June" εκδόθηκε από την Penguin και αφορά το παθιασμένο ειδύλιο ανάμεσα στην ίδια, τον Henry Miller και την γυναίκα του, την June Mansfield.

    Πέθανε στο Λος Άντζελες το 1977.

    ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΪΣ ΝΙΝ, ΤΟΜΟΣ ΙΙΙ

    [Απρίλιος 1940]

    Ένας συλλέκτης βιβλίων προσέφερε στον Henry Miller εκατό δολλάρια το μήνα για να γράφει ερωτικές ιστορίες. Ήταν κάτι σαν τιμωρία του Δάντη, να καταδικάζεις τον Henry να γράφει τσόντες με ένα δολλάριο τη σελίδα. Επαναστάτησε γιατί η διάθεσή του εκείνο τον καιρό ήταν το αντίθετο του Rabelais, καθώς το να γράφεις κατά παραγγελία ήταν μια ευνουχιστική εργασία. Το να γράφεις με έναν ματάκια στην κλειδαρότρυπα αφαιρούσε όλο τον αυθορμητισμό και την απόλαυση από τις παράξενες περιπέτειές του.

    [Δεκέμβριος 1940]

    Όταν ο Henry χρειάστηκε χρήματα για τα ταξίδια του, πρότεινε να ασχοληθώ λίγο εγώ με το γράψιμο εν τω μεταξύ. Αισθάνθηκα ότι δεν ήθελα να δώσω τίποτα αυθεντικό, και αποφάσισα να δημιουργήσω ένα μίγμα από ιστορίες που είχα ακούσει και φανταστικές ιστορίες, και να προσποιηθώ ότι προέρχονταν από το ημερολόγιο μιας γυναίκας. Δεν συνάντησα τον συλλέκτη ποτέ. Θα διάβαζε τα κείμενα και θα μου έλεγε τί σκεφτόταν. Σήμερα έλαβα ένα τηλεφώνημα. Μια φωνή είπε: "Είναι καλό. Αλλά άσε την ποίηση και τις περιγραφές που δεν έχουν σχέση με το σεξ. Επικεντρώσου στο σεξ".

    Έτσι άρχισα να γράφω με ευφυολογήματα, να γίνομαι εξωπραγματική, εφευρετική, και τόσο υπερβολική που πίστεψα ότι θα καταλάβαινε πως φτιάχνω καρικατούρες της σεξουαλικότητας. Αλλά δεν διαμαρτυρήθηκε.

    Πέρασα ολόκληρες μέρες στη βιβλιοθήκη μελετώντας το Kama Sutra, και άκουσα τις πιο ακραίες περιπέτειες από φίλους.

    "Λιγότερη ποίηση" είπε η φωνή στο τηλέφωνο. "Να είσαι ακριβής".

    Αλλά γνώρισε ποτέ κανείς την απόλαυση διαβάζοντας μία κλινική περιγραφή; Δεν ήξερε ο τύπος ότι οι λέξεις μεταφέρουν χρώματα και ήχους στη σάρκα;

    ......................

    Αυτό άρχισε μια επιδημία ερωτικών "ημερολογίων". Όλοι μας γράφαμε τις σεξουαλικές μας εμπειρίες. Τις επινοούσαμε, τις ακούγαμε από κάπου, τις ψάχναμε στον Krafft-Ebing και σε ιατρικά βιβλία...

    Ήμουν βέβαιη ότι ο τύπος δεν ήξερε τίποτα από την μακαριότητα, την έκσταση, την θαυμαστή αντήχηση σεξουαλικών συνευρέσεων. Κόψτε την ποίηση, ήταν το μύνυμά του. Το κλινικό σεξ, στερημένο από όλη τη ζεστασιά της αγάπης - από την ενορχήστρωση όλων των αισθήσεων, την αφή, την ακοή, την όραση, την γεύση, από όλα τα ευφορικά συνοδευτικά, την μουσική υπόκρουση, την διάθεση, την ατμόσφαιρα, την παραλλαγή - τον ανάγκαζε να καταφεύγει σε λογοτεχνικά αφροδισιακά.

    Θα μπορούσαμε να του είχαμε πασάρει καλύτερα μυστικά, αλλά θα ήταν κουφός προς αυτά. Όμως κάποια μέρα, όταν θα είχε κορεστεί, θα του έλεγα πώς σχεδόν μας έκανε να χάσουμε το πάθος μας με την εμμονή του σε πράξεις άδειες από συναίσθημα, και πώς τον σιχαινόμασταν, γιατί σχεδόν μας ανάγκασε να πάρουμε όρκους αγαμίας, γιατί αυτό που ήθελε να αποκλείσουμε ήταν το δικό μας αφροδισιακό - η ποίηση...

    [Φεβρουάριος 1941]

    Είχα την αίσθηση ότι το κουτί της Πανδώρας περιείχε τα μυστικά του γυναικείου αισθησιασμού, τόσο διαφορετικά από αυτά ενός άνδρα, για τα οποία η γλώσσα των ανδρών ήταν ανεπαρκής. Η γλώσσα του σεξ έπρεπε να επινοηθεί. Η γλώσσα των αισθήσεων έπρεπε να εξερευνηθεί.

    [Οκτώβριος 1941]

    Η Γαλλία έχει παράδοση στη λογοτεχνία του ερωτισμού, σε λεπτό, κομψό στυλ. Όταν άρχισα να γράφω για τον συλλέκτη πίστευα ότι υπήρχε παρόμοια παράδοση εδώ, αλλά δεν βρήκα καμία. Είχα δει μόνο βρωμιές, γραμμένες από συγγραφείς δευτέρας διαλογής. Κανένας καλός συγγραφέας δεν φαινόταν να έχει δοκιμάσει να γράψει ερωτικές ιστορίες.

    Είπα στον George Barker πως η Caresse Crosby, ο Robert, η Virginia Admiral και άλλοι έγραφαν. Αυτό είχε απήχηση στο χιούμορ του. Η ιδέα να είμαι η τσατσά αυτού του σνομπ λογοτεχνικού μπουρδέλου, από το οποίο αποκλειόταν η χυδαιότητα.

    Μάζεψα ποιητές κοντά μου και όλοι μας γράψαμε όμορφες ερωτικές ιστορίες. Καθώς είμασταν καταδικασμένοι να επικεντρωνόμαστε μόνο στον αισθησιασμό, είχαμε βίαιες εκρήξεις ποίησης. Γράφοντας ερωτικές ιστορίες βρεθήκαμε στον δρόμο της αγιοποίησης αντί για τον δρόμο της εξαχρείωσης.

    Οι ομοφυλόφυλοι έγραφαν σαν να ήταν γυναίκες. Οι συνεσταλμένοι έγραφαν για όργια. Οι ψυχροί για μανιώδη ολοκλήρωση. Οι πιο ποιητικοί έπεφταν στην απόλυτη κτηνωδία και οι πιο αγνοί σε διαστροφές. Μας στοίχειωναν όλους τα θαυμαστά παραμύθια που δεν μπορούσαμε να πούμε. Καθόμασταν γύρω γύρω, φανταζόμασταν αυτόν τον τύπο, λέγαμε πόσο πολύ τον μισούμε, γιατί δεν μας επέτρεπε να ενώσουμε την σεξουαλικότητα με το συναίσθημα, τον αισθησιασμό με τα αισθήματα.

    [Δεκέμβριος 1941]

    Ο George Barker ήταν πολύ φτωχός. Ήθελε να γράψει περισσότερες ερωτικές ιστορίες. 'Εγραψε 85 σελίδες. Ο συλλέκτης τις θεώρησε πολύ σουρρεαλιστικές. Εγώ τις λάτρεψα. Οι ερωτικές σκηνές του ήταν άγαρμπες και φανταστικές. Έρωτας ανάμεσα σε ακροβάτες πάνω στην κούνια.

    Ήπιε τα πρώτα χρήματα και δεν μπορούσα να του δανείσω τίποτα παρά μόνο χαρτί και μελάνι. Ο George Barker, ο εξαιρετικός Άγγλος ποιητής που έγραφε ερωτικές ιστορίες για να πίνει, όπως ο Utrillo ζωγράφιζε με αντάλλαγμα ένα μπουκάλι κρασί. 'Αρχισα να σκέφτομαι τον τύπο που όλοι μισούσαμε. Αποφάσισα να του γράψω, να απευθυνθώ σε αυτόν ευθέως, να του πω πώς νιώθαμε.

    "Αγαπητέ Συλλέκτη: Σε μισούμε. Το σεξ χάνει όλη του τη δύναμη και τη μαγεία όταν γίνεται ξεκάθαρο, μηχανικό, υπερβολικό, όταν καταντά μια μηχανική εμμονή. Γίνεται ανιαρό. Μας δίδαξες περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον γνωρίζω, πόσο λάθος είναι να μην το αναμιγνύεις με συναίσθημα, πείνα, πόθο, επιθυμία, καπρίτσια, προσωπικούς δεσμούς, βαθύτερες σχέσεις που αλλάζουν το χρώμα του, τη γεύση του, το ρυθμό του, την έντασή του.

    Δεν ξέρεις τί χάνεις με την εξέταση της σεξουαλικής δραστηριότητας στο μικροσκόπιο, αποκλείοντας τα σημεία που είναι το καύσιμο που της βάζει φωτιά. Διανοητικά, φανταστικά, ρομαντικά, συναισθηματικά. Αυτό είναι που δίνει στο σεξ την εκπληκτική του υφή, τις απαλές του μεταμορφώσεις, τα αφροδισιακά του στοιχεία. Κόβοντας αισθήσεις, ο κόσμος σου ζαρώνει. Μαραζώνει, λιμοκτονεί, στραγγίζει από αίμα.

    Αν έτρεφες την σεξουαλική σου ζωή με όλους τους ενθουσιασμούς και τις περιπέτειες που η αγάπη δίνει στον αισθησιασμό, θα ήσουν ο πιο ικανός άντρας στον κόσμο. Η πηγή της σεξουαλικής δύναμης είναι η περιέργεια, το πάθος. Βλέπεις τη μικρή της φλόγα να σβήνει, να ασφυκτιά. Το σεξ δεν ζει στην μονοτονία. Χωρίς συναίσθημα, επινόηση, κυκλοθυμίες, εκπλήξεις στο κρεβάτι. Το σεξ πρέπει να αναμιγνύεται με δάκρυα, γέλιο, λέξεις, υποσχέσεις, σκηνές, ζήλια, μνησικακία, όλες τις αποχρώσεις του φόβου, ταξίδια μακρινά, νέα πρόσωπα, μυθιστορήματα, ιστορίες, όνειρα, φαντασιώσεις, μουσική, χορό, όπιο, κρασί.

    Πόσα πολλά χάνεις με αυτό το περισκόπιο στην άκρη του οργάνου σου, όταν θα μπορούσες να απολαμβάνεις ένα χαρέμι από ξεχωριστά και μοναδικά θαύματα; Καμία τρίχα δεν μοιάζει με την άλλη, αλλά εσύ δεν μας αφήνεις να σπαταλούμε λέξεις στην περιγραφή μιας τρίχας. Ούτε δυο μυρωδιές είναι ίδιες, αλλά αν επεκταθούμε λες, Κόψτε την ποίηση. Δεν υπάρχουν δύο δέρματα με την ίδια υφή, και ποτέ δεν υπάρχει το ίδιο φως, η ίδια θερμοκρασία, οι ίδιες σκιές, ποτέ η ίδια χειρονομία. Γιατί ένας εραστής, όταν διεγείρεται από αληθινή αγάπη, μπορεί να διατρέξει αιώνες ερωτικής μυθολογίας. Τί γκάμα, τί αλλαγές εποχής, τί παραλλαγές ωριμότητας και αθωότητας, διαστροφής και τέχνης...

    Καθήσαμε ώρες ολόκληρες και απορούσαμε με τί μοιάζεις. Αν έχεις κλείσει τις αισθήσεις σου στο μετάξι, στο φως, στο χρώμα, στη μυρωδιά, στον χαρακτήρα, στο ταμπεραμέντο, θα πρέπει μέχρι τώρα να έχεις ζαρώσει σαν σταφίδα. Υπάρχουν τόσες πολλές μικρότερες αισθήσεις, όλες τρέχουν σαν παραπόταμοι στον κυρίως ποταμό του σεξ, τρέφοντάς τον. Μόνο ο ενωμένος ρυθμός του σεξ και της καρδιάς μαζί, μπορούν να οδηγήσουν στην έκσταση".

    [Σεπτέμβριος 1976]

    Αν και η στάση των γυναικών απέναντι στο σεξ ήταν πάντα διαφορετική από αυτή των ανδρών, δεν είχαμε ακόμη μάθει πώς να γράφουμε γι αυτό...Σε πολλά αποσπάσματα χρησιμοποιούσα ενστικτωδώς τη γλώσσα μιας γυναίκας, βλέποντας τις σεξουαλικές εμπειρίες από την σκοπιά μιας γυναίκας...

    Αν εκδοθεί ποτέ το ολοκληρωμένο "Ημερολόγιο", αυτή η θηλυκή σκοπιά θα διαφανεί πιο καθαρά. Θα δείξει ότι οι γυναίκες (και εγώ, στο Ημερολόγιο) δεν διαχώρισαν ποτέ το σεξ από το συναίσθημα, από την αγάπη προς ολόκληρο τον άνδρα.

    Πηγή: Anais Nin, "Delta of Venus". England: Penguin Books, 1990 (μετάφραση: dora_salonica)
     
  2. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    σε ευχαριστώ

    η αρχή:

    "I do not want to be the leader. I refuse to be the leader. I want to live darkly and richly in my femaleness. I want a man lying over me, always over me. His will, his pleasure, his desire, his life, his work, his sexuality the touchstone, the command, my pivot. I don't mind working, holding my ground intellectually, artistically; but as a woman, oh, God, as a woman I want to be dominated. I don't mind being told to stand on my own feet, not to cling all that I am capable of doing but I am going to be pursued, fucked, possessed by the will of a male at his time, his bidding"

     
     
    Last edited: 13 Δεκεμβρίου 2008
  3. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    [nomedia=""]YouTube - Broadcast Yourself.[/nomedia]

    I could break you in two...
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  4. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Ο Ούγγρος Τυχοδιώκτης

    Ήταν ένας Ούγγρος τυχοδιώκτης που είχε εκπληκτική ομορφιά, απέραντη γοητεία, χάρη, τις ικανότητες ενός επαγγελματία ηθοποιού, κουλτούρα, γνώση πολλών γλωσσών, αριστοκρατικούς τρόπους. Πίσω από όλα αυτά κρυβόταν μία ιδιοφυϊα για δολοπλοκίες, για να ξεγλιστράει από δυσκολίες, για να πηγαινοέρχεται νωχελικά από τη μία χώρα στην άλλη.

    Ταξίδευε με μεγαλειώδες στυλ, με δεκαπέντε μπαούλα γεμάτα με τα πιο όμορφα ρούχα, με δύο σκύλους Ντανουά. Ο αέρας κύρους που είχε του είχε χαρίσει το παρατσούκλι ο Βαρόνος. Ο Βαρόνος πήγαινε στα πιο πολυτελή ξενοδοχεία, σε θέρετρα με ιαματικά λουτρά και στον ιππόδρομο, σε περιοδείες ανά τον κόσμο, εκδρομές στην Αίγυπτο, ταξίδια στην έρημο, στην Αφρική.

    Όπου πήγαινε γινόταν το επίκεντρο της προσοχής για τις γυναίκες. Σαν να ήταν ένας πολυσχιδής ηθοποιός, πηδούσε από τον έναν ρόλο στον άλλον, για να ευχαριστεί τα γούστα της κάθε μιας. Ήταν ο πιο φίνος χορευτής, ο πιο ζωντανός σύντροφος για πάρτι, ο πιο παρακμιακός τύπος σε τετ-α-τετ ψυχαγωγίες. Ήξερε να κάνει ιστιοπλοϊα, να ιππεύει, να οδηγεί. Ήξερε κάθε πόλη σαν να είχε ζήσει εκεί όλη του τη ζωή. Ήξερε τους πάντες. Ήταν αναντικατάστατος.

    Όταν χρειαζόταν χρήματα, παντρευόταν μια πλούσια γυναίκα, της τα έτρωγε όλα και έφευγε σε άλλη χώρα. Τις περισσότερες φορές οι γυναίκες δεν διαμαρτύρονταν ούτε παραπονιόντουσαν στην αστυνομία. Οι λίγες εβδομάδες ή μήνες που τον είχαν χαρεί ως σύζυγο άφηνε μία αίσθηση που ήταν πιο δυνατή από το σοκ της απώλειας των χρημάτων τους. Για μια στιγμή είχαν γνωρίσει πώς είναι να ζεις με δυνατά φτερά, να πετάς πάνω από τα κεφάλια της μετριότητας.

    Τις πήγαινε τόσο ψηλά, τις στροβίλιζε τόσο δυνατά με τη γοητεία του, που ακόμη και η αποχώρησή του έμοιαζε με πέταγμα. Φαινόταν σχεδόν φυσικό – καμία σύντροφος δεν μπορούσε να ακολουθήσει τα μεγάλα αετίσια φτερά του.

    Ο ελεύθερος, άπιαστος τυχοδιώκτης, πηδώντας έτσι από το ένα χρυσό κλαδί στο άλλο, σχεδόν έπεσε στην παγίδα, μια παγίδα ανθρώπινης αγάπης, όταν μια νύχτα συνάντησε την Βραζιλιάνα χορεύτρια Ανίτα σε ένα θέατρο στο Περού. Τα σχιστά μάτια της δεν έκλειναν όπως κλείνουν αυτά των περισσότερων γυναικών, αλλά όπως τα μάτια της τίγρης, του πούμα και της λεοπάρδαλης, τα δυο βλέφαρα ενώνονταν νωχελικά και αργά. Και έμοιαζαν ελαφρώς ραμμένα μεταξύ τους εκεί προς τη μύτη, πράγμα που τα έκανε στενά, με ένα λάγνο, πλάγιο βλέμμα να βγαίνει από αυτά, σαν το βλέμμα μιας γυναίκας που δεν θέλει να δει τι κάνουν στο σώμα της. Όλα αυτά την έκαναν να μοιάζει με γυναίκα που της κάνουν έρωτα, πράγμα που διέγειρε τον Βαρόνο από την πρώτη στιγμή που τη συνάντησε.

    Όταν πήγε στο καμαρίνι της για να την δει, ντυνόταν μέσα σε μία πληθώρα λουλουδιών. Προς τέρψη των θαυμαστών της που κάθονταν γύρω της, έβαφε το αιδοίο της με το κραγιόν της χωρίς να τους επιτρέπει να κάνουν την παραμικρή κίνηση προς αυτήν.

    Όταν μπήκε μέσα ο Βαρόνος, αυτή απλά ανασήκωσε το κεφάλι της και του χαμογέλασε. Είχε το ένα της πόδι πάνω σε ένα τραπεζάκι, το πλουμιστό Βραζιλιάνικο φόρεμά της τραβηγμένο ψηλά, και με τα χέρια της που ήταν στολισμένα με κοσμήματα συνέχισε να βάφει το αιδοίο της, γελώντας με τη διέγερση των αντρών γύρω της.

    Το αιδοίο της ήταν σαν ένα γιγάντιο λουλούδι θερμοκηπίου, μεγαλύτερο από όλα όσα είχε δει ποτέ ο Βαρόνος, και το τρίχωμα γύρω του ήταν άφθονο και σγουρό, αστραφτερό και μαύρο. Έβαφε αυτά τα χείλη σαν να ήταν ένα στόμα, τόσο περίτεχνα που έγιναν σαν βαθυκόκκινες καμέλιες, ανοιγμένες βίαια, φανερώνοντας το κλειστό εσωτερικό μπουμπούκι, έναν χλωμότερο, σχεδόν διάφανο πυρήνα του λουλουδιού.

    Ο Βαρόνος δεν μπόρεσε να την πείσει να δειπνήσει μαζί του. Η εμφάνισή της στη σκηνή ήταν μόνο το προοίμιο της δουλειάς της στο θέατρο. Τώρα ακολούθησε η παράσταση για την οποία ήταν διάσημη σε όλη τη Νότιο Αμερική, όταν τα θεωρεία του θεάτρου, βαθιά, σκοτεινά, με μισοτραβηγμένες κουρτίνες, γέμιζαν με κοινωνικά επιφανείς άντρες από όλο τον κόσμο. Δεν έφερναν γυναίκες σε αυτή την αριστοκρατική θεατρική επιθεώρηση.

    Είχε ντυθεί πάλι με το πλήρες κοστούμι που φορούσε επί σκηνής για τα Βραζιλιάνικα τραγούδια της, αλλά δεν φορούσε σάλι. Το φόρεμά της ήταν χωρίς τιράντες, και τα πλούσια στήθη της, σφιγμένα μέσα στο στενό κοστούμι, φούσκωναν προς τα πάνω, προσφέροντας σχεδόν όλη τη σάρκα τους στο μάτι.

    Με αυτό το κοστούμι, καθώς το υπόλοιπο θέαμα συνεχιζόταν, έκανε τον γύρο του θεωρείων. Εκεί, μόλις της το ζητούσαν, γονάτιζε μπροστά σε έναν άνδρα, ξεκούμπωνε το παντελόνι του, έπαιρνε το πέος του στα στολισμένα χέρια της και με ένα απλό άγγιγμα, μία επιδεξιότητα, μία διακριτικότητα που λίγες γυναίκες είχαν αποκτήσει ποτέ, το ρούφαγε μέχρι ο άντρας να ολοκληρώσει. Τα δυο της χέρια ήταν άοκνα όπως το στόμα της.

    Η διέγερση έκανε τους άντρες να χάνουν σχεδόν τα λογικά τους. Η ελαστικότητα των χεριών της, η ποικιλία του ρυθμού, η αλλαγή από το σφίξιμο ολόκληρου του πέους με το χέρι της στο πιο απαλό άγγιγμα στην ακρούλα του, από τις σταθερές μαλάξεις όλου του οργάνου στο πιο απαλό γαργάλημα στις τριχούλες γύρω από αυτό – όλα αυτά από μια εξαιρετικά όμορφη και χυμώδη γυναίκα, ενώ η προσοχή του κοινού ήταν στραμμένη προς τη σκηνή. Βλέποντας το πέος να χώνεται μέσα στο υπέροχο στόμα της ανάμεσα στα λαμπερά δόντια της, καθώς τα στήθη της φούσκωναν με την ανάσα της, έδινε στους άνδρες μία απόλαυση για την οποία πλήρωναν γενναιόδωρα.

    Η παρουσία της στη σκηνή τους προετοίμαζε για την παρουσία της στα θεωρεία. Τους προκαλούσε με το στόμα της, τα μάτια της, τα στήθη της. Και το να ολοκληρώνουν, μέσα στη μουσική και στα φώτα και στα τραγούδια, σε ένα σκοτεινό θεωρείο πίσω από τις κουρτίνες, πάνω από το κοινό, ήταν μία εξαιρετικά πικάντικη μορφή ψυχαγωγίας.

    Ο Βαρόνος σχεδόν ερωτεύθηκε την Ανίτα και έμεινε μαζί της για περισσότερο καιρό από ότι με οποιαδήποτε άλλη γυναίκα. Αυτή τον ερωτεύθηκε και του χάρισε δύο παιδιά.

    (Anais Nin, “Delta of Venus”)
     
  5. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Αλλά μετά από μερικά χρόνια έφυγε ξανά. Η συνήθεια ήταν πολύ δυνατή: η συνήθεια της ελευθερίας και της αλλαγής.

    Ταξίδεψε στη Ρώμη και έπιασε μια σουίτα στο Grand Hotel. Η σουίτα έτυχε να είναι δίπλα σε αυτήν του Ισπανού Πρεσβευτή, που έμενε εκεί με την γυναίκα του και τις δύο μικρές του κόρες. Ο Βαρόνος τους γοήτευσε κι αυτούς. Η γυναίκα του Πρεσβευτή τον θαύμαζε. Έγιναν τόσο φίλοι και ήταν τόσο υπέροχος με τα παιδιά, που δεν ήξεραν πώς να περάσουν την ώρα τους στο ξενοδοχείο, ώστε σύντομα τα δύο κοριτσάκια απέκτησαν τη συνήθεια, με το που ξυπνούσαν το πρωί, να πηγαίνουν επίσκεψη στο Βαρόνο και να τον ξυπνούν με γέλια και πειράγματα, πράγματα που δεν τους επιτρεπόταν να κάνουν με τους αυστηρούς γονείς τους.

    Το ένα κοριτσάκι ήταν γύρω στα δέκα, το άλλο δώδεκα. Ήταν και τα δύο όμορφα, με μεγάλα βελούδινα μαύρα μάτια, μακριά μεταξένια μαλλιά και σταρένιο δέρμα. Φορούσαν κοντά λευκά φουστανάκια και κοντές λευκές κάλτσες. Τσιρίζοντας, τα δύο κοριτσάκια έτρεχαν στο δωμάτιο του Βαρόνου και παιχνιδιάρικα ρίχνονταν πάνω στο μεγάλο κρεβάτι του. Αυτός τα πείραζε και τα αγκάλιαζε.

    Τώρα ο Βαρόνος, όπως πολλοί άντρες, πάντα ξυπνούσε με μία ιδιαίτερη ευαισθησία στο πέος. Στην πραγματικότητα, ήταν σε μία πολύ ευάλωτη κατάσταση. Δεν είχε τον χρόνο να σηκωθεί και να ηρεμήσει την κατάσταση ουρώντας. Πριν να προλάβει να το κάνει αυτό, τα δύο κοριτσάκια έτρεχαν πάνω στο παρκέ και ρίχνονταν πάνω του, και πάνω στο προεξέχον πέος του, που το έκρυβε κάπως το μεγάλο γαλάζιο πάπλωμα.

    Τα κοριτσάκια δεν έδιναν σημασία στις φούστες τους που ανέμιζαν ψηλά και οι λεπτές σαν μπαλαρίνας γάμπες τους μπερδεύονταν και πίεζαν πάνω στο πέος του καθώς ξάπλωναν μπρούμυτα πάνω στο πάπλωμα. Γελώντας, γυρνούσαν γύρω γύρω, κάθονταν επάνω του, του φερόταν σαν να ήταν άλογο, τον καβαλίκευαν και τον πίεζαν κάτω, προτρέποντάς τον να κουνάει το κρεβάτι με μία κίνηση του σώματός του. Με όλα αυτά, τον φιλούσαν, τραβούσαν τα μαλλιά του, και έπιαναν παιδιάστικες κουβεντούλες. Η χαρά του Βαρόνου από όλη αυτή την συμπεριφορά μετατρεπόταν σε βασανιστικό πόνο.

    Ένα από τα κορίτσια ξάπλωνε μπρούμυτα και όλο κι όλο που χρειαζόταν να κάνει ο Βαρόνος ήταν να τριφτεί λίγο πάνω της για να ολοκληρώσει. Έτσι λοιπόν το έκανε παίζοντας, σαν να ήθελε να την πετάξει από το κρεβάτι. Έλεγε, «είμαι σίγουρος ότι θα πέσεις αν σε σπρώξω έτσι».

    «Δεν θα πέσω», έλεγε το κοριτσάκι, και κρατιόταν επάνω του μέσα από τα σκεπάσματα καθώς αυτός κουνιόταν σαν να ήθελε να την κάνει να γλιστρήσει από την άκρη του κρεβατιού. Γελώντας, έσπρωχνε το κορμί της προς τα πάνω, αλλά αυτή έμενε γαντζωμένη πάνω του, οι μικρές της γάμπες, το μικρό της κιλοτάκι, τα πάντα, και τριβόταν επάνω του στην προσπάθειά της να μην γλιστρήσει και αυτός συνέχιζε τις χαζομάρες καθώς γελούσαν. Τότε το δεύτερο κορίτσι, για να εξισορροπήσει τις δυνάμεις του παιχνιδιού, τον καβαλίκευε μπροστά από το άλλο κορίτσι και τώρα ο Βαρόνος κουνιόταν ακόμα πιο τρελά με το βάρος και των δύο κοριτσιών πάνω του. Το πέος του, κρυμμένο κάτω από το χοντρό πάπλωμα, υψωνόταν ξανά και ξανά ανάμεσα στις μικρές γάμπες και ήταν έτσι, με αυτόν τον τρόπο που ολοκλήρωνε, με μία δύναμη που σπάνια είχε ξαναγνωρίσει, εγκαταλείποντας την μάχη, μία μάχη που τα κορίτσια είχαν κερδίσει με τρόπο που δεν υποπτεύονταν καν.

    Μία άλλη φορά, όταν ήρθαν να παίξουν μαζί του, έβαλε τα χέρια του κάτω από το πάπλωμα. Μετά σήκωσε το πάπλωμα με το δεύτερο δάχτυλό του και τις προκάλεσε να το πιάσουν. Πράγματι με μεγάλο ενθουσιασμό, τα κορίτσια άρχισαν να κυνηγούν το δάχτυλο, που εξαφανιζόταν και εμφανιζόταν πάλι σε διάφορα σημεία του κρεβατιού, και το γράπωναν δυνατά μέσα στα χέρια τους. Μετά από λίγο δεν ήταν το δάχτυλο αυτό που έπιαναν ξανά και ξανά, αλλά το πέος του, και καθώς προσπαθούσαν να το βγάλουν έξω, ο Βαρόνος τις έκανε να το αρπάζουν όλο και πιο δυνατά. Εξαφανιζόταν κάτω από τα σκεπάσματα ολόκληρος και κρατώντας το πέος του στο χέρι του ξαφνικά το έσπρωχνε με ορμή προς τα πάνω για να το πιάσουν.

    Έκανε ότι είναι ζώο που ήθελε να τις πιάσει και να τις δαγκώσει, πολλές φορές αρκετά κοντά στο σημείο που ήθελε, και τα κορίτσια το απολάμβαναν πολύ αυτό. Με το «ζώο» έπαιζαν και κρυφτό. Το «ζώο» ξεπηδούσε μπροστά τους από κάποια γωνιά όπου ήταν κρυμμένο. Κρυβόταν στην ντουλάπα στο πάτωμα και σκεπαζόταν με ρούχα. Ένα από τα κοριτσάκια άνοιγε την ντουλάπα. Μπορούσε να δει κάτω από το φόρεμά της. Την έπιανε και την δάγκωνε παιχνιδιάρικα στα μπούτια.

    Τόσο ξαναμμένα ήταν τα παιχνίδια τους, τόσο μεγάλη η σύγχυση της μάχης και η χαλαρή εγκατάλειψη των κοριτσιών στο παιχνίδι, που πολύ συχνά το χέρι του πήγαινε παντού όπου το ήθελε να πάει.

    (Anais Nin, “Delta of Venus”)
     
  6. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Τελικά ο Βαρόνος έφυγε και πάλι, αλλά τα υψηλά ακροβατικά του πηδήματα από περιουσία σε περιουσία μειώθηκαν καθώς οι σεξουαλικές του αναζητήσεις έγιναν δυνατότερες από την αναζήτησή του για χρήμα και δύναμη. Φάνηκε ότι η δύναμη της επιθυμίας του για γυναίκες δεν ήταν πλέον υπό έλεγχο. Βιαζόταν να ξεφορτωθεί τις συζύγους του για να συνεχίσει το κυνήγι της απόλαυσης σε όλο τον κόσμο.

    Μία μέρα άκουσε ότι η Βραζιλιάνα χορεύτρια που είχε αγαπήσει είχε πεθάνει από υπερβολική δόση οπίου. Οι δύο κόρες τους είχαν γίνει δεκαπέντε και δεκαέξι χρονών και ήθελαν να τις φροντίσει ο πατέρας τους. Έστειλε να του τις φέρουν. Ζούσε τότε στη Νέα Υόρκη με μία σύζυγο με την οποία είχε αποκτήσει έναν γιο. Στη γυναίκα δεν άρεσε η προοπτική να έρθουν οι κόρες του. Ζήλευε για τον γιο της, που ήταν μόνο δεκατεσσάρων. Μετά από όλες τις περιπέτειές του, ο Βαρόνος τώρα ήθελε ένα σπίτι και να ξεκουραστεί από τις δυσκολίες και τα παραμύθια. Είχε μία γυναίκα που του άρεσε αρκετά και τρία παιδιά. Η ιδέα να συναντήσει ξανά τις κόρες του του ήταν ελκυστική. Τις δέχτηκε εκδηλώνοντας φανερά την στοργή του. Η μία ήταν όμορφη, η άλλη λιγότερο όμορφη αλλά πικάντικη. Είχαν ανατραφεί βλέποντας την ζωή της μητέρας τους και δεν είχαν αναστολές ή σεμνοτυφίες.

    Η ομορφιά του πατέρα τους τις εντυπωσίασε. Από την άλλη, αυτός θυμήθηκε τα παιχνίδια με τα δύο κοριτσάκια στη Ρώμη, μόνο που οι κόρες του ήταν λίγο μεγαλύτερες, και αυτό έκανε την κατάσταση πιο γοητευτική.

    Τους έδωσε ένα μεγάλο κρεβάτι για τον εαυτό τους, και αργότερα, καθώς μιλούσαν ακόμη για το ταξίδι τους και την συνάντηση με τον πατέρα τους, αυτός μπήκε στο δωμάτιο να τους πει καληνύχτα. Ξάπλωσε δίπλα τους και τις φίλησε. Ανταπέδωσαν τα φιλιά του. Αλλά καθώς τις φιλούσε, διέτρεξε με τα χέρια του τα κορμιά τους, που τα ένιωθε κάτω από τις νυχτικιές τους.

    Τα χάδια του τους άρεσαν. Αυτός τους είπε, «Πόσο όμορφες είστε, και οι δύο. Είμαι τόσο περήφανος για σας. Δεν μπορώ να σας αφήσω να κοιμηθείτε μόνες. Πέρασε τόσος καιρός που δεν σας είδα».

    Κρατώντας τις πατρικά, με τα κεφάλια τους στο στήθος του, χαϊδεύοντάς τις προστατευτικά, τις άφησε να αποκοιμηθούν, μία από κάθε πλευρά του. Τα νεανικά κορμιά τους, με τα μικρά στηθάκια τους, μόλις σχηματισμένα, τον επηρέασαν τόσο που δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Χάιδεψε την μία και μετά την άλλη, με γατίσιες κινήσεις, για να μην τις ενοχλήσει, αλλά μετά από λίγο η επιθυμία του ήταν τόσο δυνατή που ξύπνησε την μία και άρχισε να την βιάζει. Ούτε η άλλη γλίτωσε. Αντιστάθηκαν και έκλαψαν λίγο, αλλά είχαν δει τόσα τέτοια στη ζωή τους με την μητέρα τους που δεν αντέδρασαν.

    Αλλά αυτή δεν ήταν μία απλή περίπτωση αιμομιξίας, καθώς η σεξουαλική μανία του Βαρόνου αυξανόταν και είχε γίνει εμμονή. Η ικανοποίηση δεν τον ελευθέρωνε, δεν τον ηρεμούσε. Ήταν σαν διεγερτικό. Από τις κόρες του πήγαινε στην γυναίκα του και της έκανε έρωτα.

    Φοβόταν ότι οι κόρες του θα τον εγκαταλείψουν, θα το σκάσουν, κι έτσι τις κατασκόπευε και στην ουσία τις κρατούσε φυλακισμένες.

    Η γυναίκα του το ανακάλυψε αυτό και του έκανε άγριες σκηνές. Αλλά ο Βαρόνος ήταν σαν τρελός πια. Δεν τον ενδιέφεραν πλέον τα ρούχα του, η κομψότητά του, οι περιπέτειες, η περιουσία του. Έμενε μέσα στο σπίτι και σκεφτόταν μόνο την στιγμή που θα έπαιρνε τις κόρες του μαζί. Τους είχε διδάξει όλα τα κόλπα που μπορεί να φανταστεί κανείς. Έμαθαν να φιλάνε η μία την άλλη μπροστά του μέχρι να διεγερθεί αρκετά ώστε να τις πάρει.

    Αλλά η εμμονή του, οι υπερβολές του, άρχισαν να τις βαραίνουν. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε.

    Μία νύχτα αφού είχε φύγει από τις κόρες του, τριγυρνούσε μέσα στο διαμέρισμα, βασανισμένος από την επιθυμία του, τον ερωτικό πυρετό και τις φαντασιώσεις του. Είχε εξαντλήσει τα κορίτσια. Αυτά είχαν αποκοιμηθεί. Και τώρα η επιθυμία του τον τυραννούσε ξανά. Τον τύφλωσε. Άνοιξε την πόρτα του δωματίου του γιου του. Ο γιος του κοιμόταν ήρεμα, ξαπλωμένος ανάσκελα, με το στόμα μισάνοιχτο. Ο Βαρόνος τον κοίταζε, σαν μαγεμένος. Το σκληρό πέος του τον βασάνιζε. Έφερε ένα σκαμνάκι και το έβαλε κοντά στο κρεβάτι. Γονάτισε πάνω του και έβαλε το πέος του στο στόμα του γιου του. Ο γιος του ξύπνησε βήχοντας και αναγουλιάζοντας και τον χτύπησε. Ξύπνησαν και τα κορίτσια.

    Η αντίδρασή τους ενάντια στην τρέλα του πατέρα τους κορυφώθηκε, και εγκατέλειψαν τον φρενήρη πλέον, μεσήλικα Βαρόνο.


    (Anais Nin, “Delta of Venus”)
     
  7. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Έλενα

    Καθώς περίμενε το τρένο για το Monteux, η Έλενα κοίταζε τους ανθρώπους γύρω της στις πλατφόρμες. Κάθε ταξίδι ξυπνούσε μέσα της την ίδια περιέργεια και ελπίδα που νιώθει κάποιος πριν σηκωθεί η κουρτίνα στο θέατρο, την ίδια διέγερση και προσδοκία.

    Ξεχώριζε διάφορους άντρες που θα της άρεσε να μιλήσει μαζί τους, και αναρωτιόταν αν θα έφευγαν με το δικό της τρένο ή απλά έλεγαν αντίο σε άλλους επιβάτες. Οι επιθυμίες της ήταν αόριστες, ποιητικές. Αν κάποιος την είχε ρωτήσει ευθέως τι περίμενε μπορεί να είχε απαντήσει, «Το θαυμαστό». Ήταν μία πείνα που δεν προερχόταν από κάποια συγκεκριμένη περιοχή του σώματός της. Ήταν αλήθεια αυτό που κάποιος είχε πει γι αυτήν αφού είχε κριτικάρει έναν συγγραφέα που είχε γνωρίσει: «Δεν μπορείς να τον δεις όπως πραγματικά είναι, κανέναν δεν μπορείς να δεις όπως πραγματικά είναι. Πάντα θα είναι μία απογοήτευση για σένα – γιατί περιμένεις κάποιον».

    ……………………..

    Μπήκε σε τόσο μεγάλο πειρασμό να οπισθοχωρήσει, να του ξεφύγει. Ένα αίσθημα ανάτασης υψωνόταν μέσα της, πλησίαζε τα άκρα της απόλαυσης που θα την έβγαζε από τον εαυτό της για τα καλά, για να αφεθεί σε έναν άγνωστο. Δεν ήξερε ούτε το όνομά του, ούτε αυτός το δικό της. Η γύμνια των ματιών του επάνω της την τρυπούσε. Καθώς ανέβαινε τη σκάλα, έτρεμε.

    Όταν βρέθηκαν μόνοι τους στο δωμάτιο με το τεράστιο ξυλόγλυπτο κρεβάτι, αυτή πήγε πρώτα προς το μπαλκόνι και αυτός την ακολούθησε. Αυτή πίστευε ότι η χειρονομία που θα έκανε θα ήταν κτητική, μία κίνηση από την οποία δεν θα μπορούσε να ξεφύγει. Περίμενε. Αυτό που έγινε δεν το περίμενε.

    Δεν ήταν αυτή που δίστασε αλλά αυτός ο άντρας του οποίου η δύναμη την είχε φέρει εδώ. Στάθηκε μπροστά της ξαφνικά χαλαρός, αδέξιος, τα μάτια του ανήσυχα. Είπε με ένα αφοπλιστικό χαμόγελο, «Πρέπει να ξέρεις, φυσικά, ότι είσαι η πρώτη αληθινή γυναίκα που γνώρισα ποτέ – μία γυναίκα που θα μπορούσα να αγαπήσω, σε ανάγκασα να έρθεις εδώ. Θέλω να είμαι βέβαιος ότι θέλεις να είσαι εδώ. Εγώ…»

    Με αυτή την αναγνώριση της διστακτικότητάς του αυτή κατακλύσθηκε από τρυφερότητα, μία τρυφερότητα που δεν είχε ξανανιώσει ποτέ. Η δύναμή του λύγιζε μπροστά της, δίσταζε μπροστά στην εκπλήρωση του ονείρου που είχε μεγαλώσει ανάμεσά τους. Η τρυφερότητα την έπνιξε. Ήταν αυτή που κινήθηκε προς αυτόν και του πρόσφερε το στόμα της.

    …………………

    Πώς έρεε το μέλι από μέσα της. Βούτηξε τα δάχτυλά του μέσα νωχελικά, μετά το όργανό του, μετά την μετακίνησε ώστε να ξαπλώσει επάνω του, οι γάμπες της πάνω από τις δικές του, και καθώς την έπαιρνε, μπορούσε να δει τον εαυτό του να μπαίνει μέσα της, και μπορούσε να τον δει κι αυτή. Έβλεπαν τα σώματα τους να κυματίζουν μαζί, να αναζητούν την κλιμάκωση. Αυτός την περίμενε, έβλεπε τις κινήσεις της.

    Καθώς αυτή δεν έκανε πιο γρήγορες τις κινήσεις της, αυτός της άλλαξε στάση, βάζοντάς την ανάσκελα. Γονάτισε από πάνω της έτσι ώστε να την παίρνει πιο βίαια, ακουμπώντας την άκρη της μήτρας της, αγγίζοντας τους σάρκινους τοίχους ξανά και ξανά, και μετά αυτή ένιωσε ότι μέσα στη μήτρα της ξύπνησαν νέα κύτταρα, νέα δάχτυλα, νέα στόματα, που ανταποκρίνονταν στην είσοδό του και ακολουθούσαν την ρυθμική του κίνηση, και αυτό το ρούφηγμα γινόταν όλο και πιο απολαυστικό, σαν να είχαν ξυπνήσει νέα επίπεδα ευχαρίστησης με την τριβή. Αυτή κινήθηκε πιο γρήγορα να φέρει την κλιμάκωση, και όταν αυτός το είδε, επίσπευσε τις κινήσεις του μέσα της και την παρότρυνε να χύσει μαζί του, με λόγια, με τα χέρια του να την χαϊδεύουν, και τέλος με το στόμα του κολλημένο στο δικό της, έτσι ώστε οι γλώσσες κινούνταν στον ίδιο ρυθμό με την μήτρα και το πέος, και ο οργασμός απλωνόταν ανάμεσα στο στόμα της και στο αιδοίο της, σε διασταυρούμενα ρεύματα αυξανόμενης ηδονής, μέχρι που αυτή φώναξε, μισό λυγμός και μισό γέλιο, από την πλημμύρα της χαράς στο κορμί της.

    ……………………………………

    Ο Πιερ που είχε κάνει περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο για να την βγάλει από τις σπηλιές της μυστικής, κουμπωμένης ζωής της, τώρα την πέταξε σε βαθιές χαράδρες φόβου και αμφιβολίας. Η πτώση ήταν μεγαλύτερη παρά ποτέ, γιατί είχε προχωρήσει τόσο μακριά μέσα στο συναίσθημα και είχε αφεθεί σε αυτό.
    …………………………..

    Καθώς το σώμα της άναψε στο πλησίασμά του, αυτός δεν βρήκε τίποτε άλλο να πει παρά μόνο το όνομά της: «Έλενα!» Με αυτό, τα χέρια του και τα πόδια του και το όργανό του παρέλυσαν τόσο που σταμάτησε να χορεύει. Αυτό που ένιωσε όταν φώναξε το όνομά της ήταν η μητέρα του, η μητέρα του όπως την είχε δει όταν ήταν μικρός. Δηλαδή μία γυναίκα πιο ογκώδης από τις άλλες γυναίκες, τεράστια, πληθωρική, με τις καμπύλες της μητρότητας να ξεχειλίζουν από τα ριχτά λευκά ρούχα της, τα στήθη από τα οποία είχε τραφεί και στα οποία είχε προσκολληθεί πέρα από την ηλικία της ανάγκης, μέχρι που άρχισε να έχει συνείδηση του σκοτεινού μυστικού της σάρκας.

    Έτσι κάθε φορά που έβλεπε τα στήθη μεγάλων, ώριμων γυναικών που έμοιαζαν με την μητέρα του, ένιωθε την επιθυμία να τα βυζάξει, να τα μασήσει, να τα δαγκώσει, και ακόμη και να τα πονέσει, να τα ζουλήξει πάνω στο πρόσωπό του, να πνιγεί κάτω από την σάρκα τους που ξεχείλιζε, να γεμίσει το στόμα του με τις ρώγες, αλλά δεν είχε την επιθυμία να κατακτήσει με σεξουαλική διείσδυση.

    Τώρα η Έλενα, όταν την πρωτογνώρισε, είχε τα μικρά στήθη δεκαπεντάχρονου κοριτσιού, πράγμα που έκανε τον Μιγκέλ να νιώσει κάποια περιφρόνηση. Δεν είχε κανένα από τα ερωτικά χαρακτηριστικά της μητέρας του. Ποτέ δεν μπήκε στον πειρασμό να την ξεντύσει. Ποτέ δεν την είδε σαν γυναίκα. Ήταν μία εικόνα, σαν τις εικόνες των αγίων στις καρτούλες, τις εικόνες των ηρωϊκών γυναικών σε βιβλία, τα πορτραίτα γυναικών.

    Μόνο οι πόρνες είχαν σεξουαλικά όργανα. Ο Μιγκέλ είχε δει τέτοιες γυναίκες πολύ νωρίς όταν οι μεγαλύτεροι αδελφοί του τον είχαν παρασύρει στα μπουρδέλα. Όταν οι αδελφοί του έπαιρναν τις γυναίκες, αυτός χάιδευε τα στήθη τους. Γέμιζε το στόμα του με αυτές, με λαιμαργία. Αλλά τον φόβιζε αυτό που έβλεπε ανάμεσα στους μηρούς τους. Του φαινόταν σαν ένα τεράστιο, υγρό, πεινασμένο στόμα. Του φαινόταν ότι δεν θα μπορούσε να το ικανοποιήσει ποτέ. Τον φόβιζε η ελκυστική χαράδρα, τα χείλη σκληρά κάτω από το δάχτυλο που τα χάιδευε, το υγρό που χυνόταν σαν τα σάλια κάποιου πεινασμένου. Φαντάσθηκε αυτή την πείνα των γυναικών σαν τεράστια, λυσσαλέα, αχόρταγη. Του φαινόταν ότι θα κατάπιναν το πέος του για πάντα. Οι πόρνες που έτυχε να δει είχαν μεγάλα αιδοία, μεγάλα σκληρά μουνόχειλα, μεγάλα καπούλια.

    ………………………….

    Τώρα μπορούσε να μιλήσει γι αυτό, και άνοιξε όλη του την ζωή μπροστά στην Έλενα, χωρίς ντροπή. Δεν της προκάλεσε πόνο. Ανακούφισε τις αμφιβολίες της για τον εαυτό της. Επειδή δεν καταλάβαινε την φύση του, αυτός είχε πρώτα κατηγορήσει αυτήν, είχε ρίξει επάνω της το φταίξιμο για την ψυχρότητά του με τις γυναίκες. Είπε ότι ήταν επειδή ήταν έξυπνη, και οι έξυπνες γυναίκες μπέρδευαν την λογοτεχνία και την ποίηση με την αγάπη, πράγμα που τον παρέλυε. Και ότι αυτή ήταν θετική, ανδροπρεπής κατά κάποιο τρόπο και αυτό τον φόβιζε. Αυτή ήταν τόσο νέα τότε, που το είχε δεχτεί εύκολα και είχε πιστέψει ότι οι λεπτές, διανοούμενες, θετικές γυναίκες δεν ήταν ποθητές.

    Αυτός της έλεγε: «Αν ήσουν πολύ παθητική, πολύ υπάκουη, πολύ πολύ αδρανής, μπορεί να σε ποθούσα. Αλλά πάντα αισθάνομαι μέσα σου ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί, ένα ηφαίστειο πάθους, και αυτό με φοβίζει». Ή: «Αν ήσουν πόρνη και ένιωθα ότι δεν θα ήσουν πολύ απαιτητική, πολύ κριτική, μπορεί να σε ποθούσα. Αλλά τώρα θα ένιωθα το έξυπνο κεφάλι σου να με κοιτάζει και να με περιφρονεί αν αποτύχαινα, αν για παράδειγμα γινόμουν ξαφνικά σεξουαλικά ανίκανος».

    ………………………..

    Ο χωρισμός τους είχε κάνει φρενήρεις. Παρά την άγρια επαφή τους η Έλενα δεν μπορούσε να έρθει σε οργασμό. Βαθιά μέσα της υπήρχε μία λίμνη φόβου, και δεν μπορούσε να αφεθεί. Η απόλαυση του Πιερ ήρθε με τόση δύναμη που δεν μπόρεσε να κρατηθεί και να την περιμένει. Την ήξερε τόσο καλά που διαισθάνθηκε τον λόγο για την μυστική της εσωστρέφεια, την πληγή που της είχε κάνει, την καταστροφή της πίστης της στην αγάπη του.

    Αυτή ξάπλωσε ανάσκελα, κουρασμένη από την επιθυμία του και τα χάδια του, αλλά χωρίς να έχει ικανοποιηθεί. Ο Πιερ έσκυψε πάνω της και είπε με σιγανή φωνή: «Το αξίζω αυτό. Κρύβεσαι από μένα, αν και θέλεις να με βρεις. Σε έχασα για πάντα».

    «Όχι», είπε η Έλενα, «περίμενε. Δώσε μου χρόνο να πιστέψω σε σένα πάλι».

    Πριν αφήσει τον Πιερ, προσπάθησε πάλι να της κάνει έρωτα. Βρήκε πάλι μπροστά του αυτό το μυστικό, εντελώς κλειστό πλάσμα, αυτή που είχε επιτύχει μία ολοκλήρωση στη σεξουαλική ευχαρίστηση την πρώτη φορά που αυτός την είχε χαϊδέψει. Μετά ο Πιερ χαμήλωσε το κεφάλι του και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού, ηττημένος, λυπημένος.

    «Αλλά θα ξανάρθεις αύριο, θα έρθεις; Τι μπορώ να κάνω για να με εμπιστευθείς ξανά;»

    ………………………..

    Για μία εβδομάδα περίπου η Έλενα ανταποκρίθηκε εντελώς στις αγκαλιές του, σχεδόν έχασε τις αισθήσεις της στην αγκαλιά του, και μία φορά έκλαψε από την ένταση της απόλαυσης. Μετά πρόσεξε μία αλλαγή στην διάθεσή του. Κάτι τον απασχολούσε. Αυτή δεν τον ρώτησε. Ερμήνευσε την διάθεσή του με τον δικό της τρόπο. Σκεφτόταν μάλλον τις πολιτικές του δραστηριότητες, που είχε παρατήσει για χάρη της. Ίσως να υπέφερε λόγω αδράνειας. Κανένας άνδρας δεν μπορούσε να ζήσει μόνο για την αγάπη όπως μπορούσε μια γυναίκα, κανένας δεν μπορούσε να την κάνει σκοπό της ζωής του και να γεμίζει τις μέρες του με αυτήν.

    Αυτή δεν θα μπορούσε να ζήσει για τίποτε άλλο. Στην πραγματικότητα, δεν ζούσε για τίποτε άλλο. Στον υπόλοιπο χρόνο της – όταν δεν ήταν μαζί του – δεν ένιωθε και δεν άκουγε τίποτε ξεκάθαρα. Ήταν απούσα. Ερχόταν στην ζωή πλήρως μόνο σε αυτό το δωμάτιο. Όλη την ημέρα, καθώς έκανε άλλα πράγματα, οι σκέψεις της γυρνούσαν γύρω από αυτόν. Μόνη στο κρεβάτι, θυμόταν τις εκφράσεις του, το γέλιο στις άκρες των ματιών του, το πείσμα του σαγονιού του, την λάμψη των δοντιών του, το σχήμα των χειλιών του καθώς ξεστόμιζε τις λέξεις της επιθυμίας του.

    ………………………

    Από εκεί και πέρα, ο αγώνας της αγάπης του ήταν να νικήσουν αυτή την ψυχρότητα που λίμναζε μέσα της και που μία λέξη, μία μικρή πληγή, μία αμφιβολία, μπορούσε να την βγάλει στην επιφάνεια και να καταστρέψει την κτήση του ενός από τον άλλον. Ο Πιερ απέκτησε εμμονή με αυτό. Παρακολουθούσε περισσότερο τις διαθέσεις της και τις τάσεις της παρά τις δικές του. Ακόμη και καθώς την απολάμβανε, τα μάτια του έψαχναν για ένα σημάδι από αυτό το μελλοντικό συννέφιασμα που κρεμόταν πάντα από πάνω τους. Εξαντλήθηκε περιμένοντας την δική της ευχαρίστηση. Συγκρατούσε την δική του. Μαινόταν ενάντια σε αυτό τον ακατάκτητο πυρήνα της ύπαρξής της, που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να κλείσει μπροστά του. Άρχισε να καταλαβαίνει κάπως την διεστραμμένη αφοσίωση κάποιων αντρών σε ψυχρές γυναίκες.

    Το φρούριο – η απόρθητη παρθένα γυναίκα: ο κατακτητής μέσα στον Πιερ, που ποτέ δεν είχε κάνει την πραγματική του επανάσταση, δόθηκε πλήρως σε αυτή την κατάκτηση, μία για πάντα να σπάσει αυτό το φράγμα που αυτή ύψωνε εναντίον του. Οι ερωτικές συναντήσεις τους έγιναν μία μυστική μάχη ανάμεσα σε δύο θελήσεις, μία σειρά από τεχνάσματα.

    (Anais Nin, “Delta of Venus”)
     
  8. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Ήθελε να μάθει πότε είχε τον πρώτο της ερωτικό σπασμό. Ήταν όταν διάβαζε, του είπε η Έλενα, και μετά όταν γλιστρούσε με ένα έλκηθρο με ένα αγόρι ξαπλωμένο φαρδιά πλατιά επάνω της, και μετά όταν ερωτευόταν άνδρες που γνώριζε μόνο εξ αποστάσεως, γιατί μόλις έρχονταν κοντά της, ανακάλυπτε κάποιο ελάττωμα που την απομάκρυνε. Χρειαζόταν αγνώστους, έναν άνδρα που έβλεπε σε κάποιο παράθυρο, έναν άνδρα που έβλεπε μία φορά τη μέρα στο δρόμο, έναν άνδρα που είχε δει κάποτε σε μία συναυλία. Μετά από τέτοιες συναντήσεις, η Έλενα άφηνε τα μαλλιά της αχτένιστα, παραμελούσε το ντύσιμό της, τα ρούχα της ελαφρώς τσαλακωμένα, και καθόταν σαν να ήταν καμιά Κινέζα που την απασχολούσαν μικρά γεγονότα και εύθραυστες θλίψεις.

    Μετά, καθώς ξάπλωνε στο πλευρό της, κρατώντας μόνο το χέρι της, ο Πιερ της μιλούσε για την ζωή του, προσφέροντάς της εικόνες του εαυτού του σαν παιδί, για να ταιριάξουν με τις εικόνες του μικρού κοριτσιού που του έδινε αυτή. Ήταν σαν τα πρότερα τσόφλια της ώριμης προσωπικότητας να είχαν διαλυθεί μέσα στον καθένα τους, σαν να επρόκειτο για κάποια πρόσθετα κτίσματα, προσθήκες, και να είχε αποκαλυφθεί ο πυρήνας.

    Σαν παιδί, η Έλενα είχε ζήσει όπως αυτό που είχε ξαναγίνει τώρα για κείνον – μία ηθοποιός, μία μίμος, κάποια που ζούσε μέσα στην φαντασία της και στους ρόλους και που ποτέ δεν ήξερε τί αισθανόταν στ’ αλήθεια.

    ……………..

    Υπήρχαν μέρες που ορισμένα κομμάτια του παρελθόντος του, τα πιο ερωτικά, έβγαιναν στην επιφάνεια, εμπότιζαν την κάθε του κίνηση, έδιναν στα μάτια του την ανησυχητική ματιά που η Έλενα είχε πρωτοδεί σε αυτόν, στο στόμα του μία χαλαρότητα, μία εγκατάλειψη, σε ολόκληρο το πρόσωπό του μία έκφραση κάποιου που δεν του είχε ξεφύγει η παραμικρή εμπειρία. Μπορούσε τότε να φανταστεί τον Πιερ μαζί με μία από τις πόρνες του, να αναζητά πεισματικά την εξαθλίωση, την βρωμιά και την παρακμή ως την μόνη ταιριαστή υπόκρουση για ορισμένες πράξεις. Ο κακοποιός, το κάθαρμα έβγαινε από μέσα του, ο άνδρας ο φαύλος που μπορούσε να πίνει για τρεις μέρες και τρεις νύχτες, αφήνοντας τον εαυτό του έρμαιο σε κάθε εμπειρία σαν να επρόκειτο για την τελευταία, ξοδεύοντας όλη του την επιθυμία σε κάποια φρικώδη γυναίκα, επιθυμώντας την γιατί ήταν άπλυτη, επειδή τόσοι πολλοί άνδρες την είχαν πάρει και επειδή η ομιλία της ήταν γεμάτη χυδαιότητες. Ήταν ένα πάθος για την αυτο-καταστροφή, για την προστυχιά, για την διάλεκτο του δρόμου, για τις γυναίκες του δρόμου, για τον κίνδυνο. Τον είχαν πιάσει σε εφορμήσεις για όπιο και τον είχαν συλλάβει επειδή εξέδιδε μια γυναίκα.

    Ήταν η ικανότητά του για αναρχία και διαφθορά που του έδινε μερικές φορές την έκφραση ενός άνδρα που ήταν ικανός για όλα, και αυτό ξυπνούσε στην Έλενα μία δυσπιστία προς αυτόν. Ταυτόχρονα, αυτός είχε πλήρη συνείδηση της δικιάς της έλξης προς το δαιμονικό και το ρυπαρό, προς την απόλαυση της πτώσης, της βεβήλωσης και της καταστροφής του ιδεώδους εαυτού. Αλλά εξ αιτίας της αγάπης του προς αυτήν, δεν την άφηνε να ζήσει τίποτε από αυτά μαζί του. Φοβόταν να την μυήσει και να την χάσει στην μία ή στην άλλη διαστροφή, σε κάποια αίσθηση που αυτός δεν μπορούσε να της δώσει. Έτσι αυτή η πόρτα προς το διεφθαρμένο στοιχείο της φύσης τους άνοιγε σπάνια. Αυτή δεν ήθελε να ξέρει τί είχε κάνει το σώμα του, το στόμα του, το όργανό του. Αυτός φοβόταν να αποκαλύψει τις δυνατότητες μέσα της.

    «Ξέρω», της είπε, «ότι είσαι ικανή για πολλούς έρωτες, ότι εγώ θα είμαι ο πρώτος, ότι από δω και πέρα τίποτα δεν θα σε σταματήσει να διευρύνεσαι όλο και περισσότερο. Είσαι τόσο αισθησιακή, τόσο αισθησιακή».

    «Δεν μπορείς να αγαπήσεις τόσες πολλές φορές», απάντησε αυτή. «Θέλω ο ερωτισμός μου να αναμιγνύεται με αγάπη. Και η βαθιά αγάπη δεν είναι κάτι που βιώνουμε συχνά».

    ……………………

    Μετά από ένα λεπτό της είπε, «Μέχρι που σε γνώρισα, ήμουν ένας Δον Ζουάν, Έλενα. Ποτέ δεν ήθελα να γνωρίζω πραγματικά μία γυναίκα. Ποτέ δεν ήθελα να μείνω με μία. Πάντα πίστευα ότι η γυναίκα χρησιμοποιεί τα θέλγητρά της όχι για χάρη μιας παθιασμένης σχέσης αλλά για να κερδίσει από τον άνδρα κάποια σταθερή σχέση – τον γάμο, για παράδειγμα, ή τουλάχιστον την συντροφικότητα – να κερδίσει, τελικά, κάποιο είδος ειρήνης, κτήσης. Αυτό ήταν που με φόβιζε – η αίσθηση ότι πίσω από τον ‘μεγάλο έρωτα’ κρυβόταν μία μικροαστή που ήθελε την ασφάλεια της αγάπης. Αυτό που με τραβάει σε σένα είναι ότι έχεις παραμείνει ερωμένη. Διατηρείς την θέρμη και την ένταση. Όταν νιώθεις ανέτοιμη για την μεγάλη μάχη του έρωτα, διατηρείς τις αποστάσεις σου. Κάτι άλλο είναι ότι δεν είσαι προσκολλημένη σε μένα για την απόλαυση που σου δίνω. Την απαρνείσαι όταν δεν καλύπτεσαι συναισθηματικά. Αλλά είσαι ικανή για όλα, για τα πάντα. Το νιώθω αυτό. Είσαι ανοιχτή στη ζωή. Εγώ σε άνοιξα. Για πρώτη φορά λυπάμαι για τη δύναμη που έχω να ανοίγω τις γυναίκες στην ζωή, στην αγάπη. Πώς σ’ αγαπώ όταν αρνείσαι να επικοινωνήσεις με το σώμα, ψάχνοντας άλλα μέσα για να φθάσεις στο όλον της ύπαρξης. Έκανες τα πάντα για να διαλύσεις την αντίστασή μου στην απόλαυση. Ναι, στην αρχή, δεν μπορούσα να αντέξω αυτή τη δύναμη που έχεις να αποτραβιέσαι. Μου φαινόταν ότι χάνω τη δύναμή μου».

    …………………

    Αυτός δεν ήξερε ότι ο ερωτισμός και η τρυφερότητα είναι μπερδεμένα σε μία γυναίκα, δημιουργούν έναν ισχυρό δεσμό, μία εμμονή σχεδόν. Αυτή μπορούσε να φανταστεί ερωτικές εικόνες μόνο σε σχέση με αυτόν, με το κορμί του. Όταν έβλεπε στο σινεμά κάποιο εργάκι που την συγκινούσε, έφερνε την περιέργειά της ή ένα νέο πείραμα στην επόμενη συνάντησή τους. Άρχιζε να ψιθυρίζει διάφορες επιθυμίες στο αυτί του.

    Ο Πιερ πάντα έμενε έκπληκτος με την προθυμία της Έλενας να του δώσει απόλαυση χωρίς να παίρνει αυτή η ίδια. Υπήρχαν φορές μετά από τις ακρότητές τους που ήταν κουρασμένος, λιγότερο δυνατός, και όμως ήθελε να ξανανιώσει την αίσθηση της εκμηδένισης. Τότε την διέγειρε με χάδια, με μία επιδεξιότητα των χεριών του που ήταν σχεδόν σαν αυνανισμός. Εν τω μεταξύ και τα δικά της χέρια έκαναν κύκλους γύρω από το πέος του σαν μία απαλή αράχνη με ακροδάχτυλα που γνώριζαν, που ακουμπούσαν τα πιο κρυφά νεύρα της ανταπόκρισής του. Αργά, τα δάχτυλα έκλειναν γύρω από το πέος, στην αρχή χαϊδεύοντας το σάρκινο κέλυφος, μετά νιώθοντας την εισροή του πυκνού αίματος να το τεντώνει, νιώθοντας την ελαφριά διόγκωση των νεύρων, το ξαφνικό τέντωμα των μυών. Ήταν σαν να έπαιζε με τις χορδές ενός οργάνου. Από τη ένταση του τεντώματος η Έλενα ήξερε ότι ο Πιερ δεν μπορούσε να παραμείνει αρκετά σκληρός για να μπει μέσα της, ήξερε πότε μπορούσε μόνο να ανταποκριθεί στα νευρικά της δάχτυλα, πότε αυτός ήθελε να τον αυνανίσουν, και σύντομα η δική του απόλαυση λιγόστευε την δραστηριότητα των δικών του χεριών πάνω της. Τότε αυτός ναρκωνόταν από τα χέρια της, έκλεινε τα μάτια του και αφηνόταν στα χάδια της. Μια δυο φορές προσπάθησε, σαν να κοιμόταν, να συνεχίσει την κίνηση των χεριών του, αλλά μετά ξάπλωσε παθητικά, για να νιώσει καλύτερα τους έμπειρους χειρισμούς, την αυξανόμενη ένταση. «Τώρα, τώρα», μουρμούριζε. «Τώρα». Αυτό σήμαινε ότι το χέρι της έπρεπε να γίνει πιο γρήγορο για να συμβαδίσει με την κάψα που χτυπούσε ρυθμικά μέσα του. Τα δάχτυλά της κινούνταν στον ρυθμό των όλο και πιο γρήγορων σφυγμών του, καθώς η φωνή του ικέτευε, «Τώρα, τώρα, τώρα».

    Τυφλή σε όλα εκτός από την δική του απόλαυση, έσκυβε πάνω του, τα μαλλιά της ριγμένα μπροστά, το στόμα της κοντά στο πέος του, συνεχίζοντας την κίνηση των χεριών της και ταυτόχρονα γλύφοντας την άκρη του πέους κάθε φορά που βρισκόταν κοντά στην γλώσσα της – αυτό, μέχρι που το κορμί του άρχιζε να τρέμει και υψωνόταν να παραδοθεί στα χέρια της και στο στόμα της, να εκμηδενιστεί, και το σπέρμα ερχόταν, σαν μικρά κύματα που σκάνε στην άμμο, το ένα κυλούσε πάνω στο άλλο, μικρά κύματα αλμυρού αφρού που ξετυλίγονταν στην ακρογιαλιά των χεριών της. Μετά έπαιρνε το ξοδεμένο πέος τρυφερά στο στόμα της, για να σβήσει στο στόμα της το πολύτιμο υγρό της αγάπης.

    Η απόλαυσή του της έδινε τόση χαρά που έμεινε έκπληκτη όταν αυτός άρχισε να την φιλάει με ευγνωμοσύνη, λέγοντάς της, «Μα εσύ, δεν απόλαυσες καθόλου».

    «Ω ναι», είπε η Έλενα, με φωνή που δεν σήκωνε αμφιβολία.

    (Anais Nin, “Delta of Venus”)
     
  9. MastersHammer

    MastersHammer Regular Member

    Η αλληγορία σε όλο της το μεγαλείο.

    Keep up the good work kid.
     
  10. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Δεν πρόκειται περί αλληγορίας. Είναι παμπάλαιες ερωτικές ιστορίες που απλά κάθισα και τις μετέφρασα για να τις χαρούν και άλλοι. Καλά δεν έκανα;
     
  11. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Eίναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ελάχιστοι συγγραφείς κάθισαν από μόνοι τους να γράψουν ερωτικές ιστορίες ή προσωπικές μαρτυρίες. Ακόμη και στη Γαλλία, όπου πιστεύεται ότι η ερωτική ιστορία έχει έναν τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή, οι συγγραφείς που το έκαναν αυτό οδηγήθηκαν εκεί από την ανάγκη - την ανάγκη για χρήματα.

    Άλλο είναι να συμπεριλαμβάνεις τον ερωτισμό σε μία νουβέλα ή σε μία ιστορία και άλλο εντελώς να επικεντρώνεις όλη σου την προσοχή σε αυτόν. Το πρώτο είναι σαν την ίδια την ζωή. Είναι, θα μπορούσα να πω, φυσικό, ειλικρινές, όπως στις αισθησιακές σελίδες του Ζολά ή του Λώρενς. Αλλά το να επικεντρώνεσαι ολοκληρωτικά στην σεξουαλική ζωή δεν είναι φυσιολογικό. Γίνεται κάτι σαν την ζωή μιας πόρνης, μία ανώμαλη δραστηριότητα που καταλήγει στο να οδηγεί την πόρνη μακριά από τη σεξουαλικότητα. Οι συγγραφείς ίσως το γνωρίζουν αυτό. Αυτός είναι ο λόγος που έγραψαν μόνο μία προσωπική μαρτυρία ή ελάχιστες ιστορίες, παράπλευρα, για να ικανοποιήσουν την ειλικρίνειά τους για την ζωή, όπως έκανε ο Μαρκ Τουαίην.

    Αλλά τί συμβαίνει σε μία ομάδα συγγραφέων που χρειάζονται χρήματα τόσο πολύ που αφοσιώνονται ολοκληρωτικά στην ερωτική ιστορία; Πώς αυτό επηρεάζει την ζωή τους, τα συναισθήματά τους προς τον κόσμο, τα γραπτά τους; Τί αντίκτυπο έχει στην σεξουαλική τους ζωή;

    Πρέπει να εξηγήσω ότι ήμουν η μητέρα εξομολόγος για μια τέτοια ομάδα. Στη Νέα Υόρκη όλα γίνονται πιο δύσκολα, πιο σκληρά. Είχα πολλούς ανθρώπους να φροντίσω, πολλά προβλήματα, και επειδή έμοιαζα στον χαρακτήρα με την Γεωργία Σάνδη, που έγραφε όλη νύχτα για να φροντίσει τα παιδιά της, τους εραστές της, τους φίλους της, έπρεπε να βρω δουλειά. Έγινα αυτό που θα ονομάσω η Μαντάμ ενός ασυνήθιστου λογοτεχνικού μπουρδέλου. Ήταν ένα πολύ καλλιτεχνικό "σπίτι", πρέπει να το παραδεχτώ, ένα στούντιο ενός δωματίου, με φεγγίτες, τους οποίους έβαψα για να μοιάζουν με παγανιστικά παράθυρα καθεδρικού ναού.

    Πριν να βρω το νέο μου επάγγελμα ήμουν γνωστή ως ποιήτρια, ως μία γυναίκα ανεξάρτητη που έγραφε μόνο για την ευχαρίστησή της. Πολλοί νέοι συγγραφείς και ποιητές με πλησίασαν. Συχνά συνεργαζόμασταν, συζητούσαμε και μοιραζόμασταν την δουλειά καθώς προχωρούσε. Αν και διέφεραν στον χαρακτήρα, στις τάσεις, συνήθειες και ελαττώματα, όλοι οι συγγραφείς είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ήταν φτωχοί. Απελπιστικά φτωχοί. Πολύ συχνά το "σπίτι" μετατρεπόταν σε μία καφετέρια όπου εμφανίζονταν, πεινασμένοι, χωρίς να πουν κουβέντα, και τρώγαμε Quaker Oats γιατί αυτό ήταν το φθηνότερο πράγμα που μπορούσα να φτιάξω, και λεγόταν ότι δίνει ενέργεια.

    Οι περισσότερες από τις ερωτικές ιστορίες γράφονταν με άδεια στομάχια. Τώρα, η πείνα είναι πολύ καλή στο να διεγείρει την φαντασία. Δεν παράγει σεξουαλική δύναμη, και η σεξουαλική δύναμη δεν παράγει ασυνήθιστες περιπέτειες. Όσο μεγαλύτερη είναι η πείνα, τόσο μεγαλύτερες οι επιθυμίες, όπως αυτές των φυλακισμένων, άγριες και βασανιστικές. Έτσι είχαμε εδώ έναν τέλειο κόσμο στον οποίο να καλλιεργήσουμε το λουλούδι του ερωτισμού.

    Φυσικά, αν πεινάσεις υπερβολικά πολύ, για υπερβολικά μεγάλα διαστήματα, γίνεσαι ένας αλήτης, ένας ζητιάνος. Αυτοί που κοιμούνται στην Ανατολική Όχθη, στις πόρτες, στο Bowery, δεν έχουν καθόλου σεξουαλική ζωή, όπως λέγεται. Οι συγγραφείς μου - μερικοί από τους οποίους ζούσαν στο Bowery - δεν είχαν φτάσει ακόμη σε αυτό το στάδιο.

    Όσο για μένα, το πραγματικό μου γράψιμο μπήκε στην άκρη όταν ξεκίνησα την αναζήτηση μου στον ερωτισμό. Αυτές είναι οι περιπέτειές μου σε αυτό τον κόσμο της πορνείας. Στην αρχή ήταν δύσκολο να τις φέρω στο φως. Η σεξουαλική ζωή βρίσκεται συχνά πίσω από πολλά επίπεδα, για όλους μας - ποιητές, συγγραφείς, καλλιτέχνες. Είναι μία γυναίκα που κρύβει το πρόσωπό της πίσω από ένα πέπλο, μισο-ονειρεμένη.

    (Anais Nin, "Little Birds", πρόλογος. Penguin Books, 1979.)
     
  12. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    H Έλενα ονειρεύτηκε τον Πιερ και την Μπιζού. Την σαρκώδη Μπιζού, την πόρνη, το κτήνος, την λέαινα. Μία πληθωρική θεά της αφθονίας, η σάρκα της μία κοίτη αισθησιασμού - ο κάθε της πόρος και καμπύλη. Στο όνειρο τα χέρια της άρπαζαν, η σάρκα της έπαλλε με έναν θεόρατο, λαχανιαστό τρόπο, σε αναβρασμό, μουλιασμένη στην υγρασία, διπλωμένη σε πολλές τρυφηλές πτυχές. Η Μπιζού ήταν πάντα μπρούμυτα, αδρανής, ξυπνούσε μόνο για την στιγμή του έρωτα. Όλα τα υγρά της επιθυμίας έρρεαν στις ασημένιες σκιές στις γάμπες της, γύρω από τους μηρούς της σε σχήμα βιολιού, κατεβαίνοντας και ανεβαίνοντας με έναν ήχο υγρού μεταξιού γύρω από τις κοιλότητες του στήθους της.

    Η Έλενα την φανταζόταν παντού, με την στενή φούστα της τροτέζας, πάντα να κυνηγά και να περιμένει. Ο Πιερ είχε αγαπήσει το πρόστυχο βήμα της, την αφελή ματιά της, την μεθυσμένη βαρυθυμία της, την παρθενική φωνή της. Για λίγες νύχτες είχε αγαπήσει αυτό το σεξ που βάδιζε, αυτή την περιφερόμενη μήτρα, ανοιχτή σε όλους.

    Και ίσως τώρα την αγαπούσε ξανά.

    Ο Πιερ έδειξε στην Έλενα μια φωτογραφία της μητέρας του, της πληθωρικής μητέρας του. Η ομοιότητα με την Μπιζού ήταν εκπληκτική σε όλα εκτός από τα μάτια. Της Μπιζού είχαν μωβ κύκλους. Η μητέρα του Πιερ φαινόταν πιο υγιής. Αλλά το σώμα -

    Τότε η Έλενα σκέφτηκε, είμαι χαμένη. Δεν πίστευε την ιστορία του Πιερ ότι η Μπιζού τον απωθούσε τώρα. Άρχισε να συχνάζει στο καφέ όπου η Μπιζού και ο Πιερ είχαν συναντηθεί, ελπίζοντας να ανακαλύψει κάτι που θα έβαζε τέλος στις αμφιβολίες της. Δεν ανακάλυψε τίποτα, εκτός από το ότι στην Μπιζού άρεσαν οι πολύ νέοι άντρες, με φρέσκο πρόσωπο, φρέσκα χείλη, φρέσκο αίμα. Αυτό την ηρέμησε λίγο.

    Όσο η Έλενα προσπαθούσε να συναντήσει την Μπιζού και να αποκαλύψει τον εχθρό, η Λέιλα προσπαθούσε να συναντήσει την Έλενα, με τεχνάσματα.

    Και οι τρεις γυναίκες συναντήθηκαν, οδηγημένες στο ίδιο καφέ μία μέρα που έβρεχε καταρρακτωδώς: η Λέιλα, αρωματισμένη και βιαστική, κρατώντας το κεφάλι ψηλά, μία ασημένια αλεπού να κυματίζει γύρω από τους ώμους της πάνω από το κομψό μαύρο της κοστούμι. Η Έλενα, με ένα πορφυρό βελούδο. Και η Μπιζού, με τη στολή της τροτέζας, που δεν θα εγκατέλειπε ποτέ, το στενό μαύρο φόρεμα και τις ψηλοτάκουνες γόβες. Η Λέιλα χαμογέλασε στην Μπιζού, μετά αναγνώρισε την Έλενα. Τρέμοντας από το κρύο, οι τρεις τους κάθισαν πίνοντας απεριτίφ. Αυτό που η Έλενα δεν περίμενε ήταν να την συνεπάρει πλήρως η πληθωρική γοητεία της Μπιζού. Στα δεξιά της κάθισε η Λέιλα, διεισδυτική, ευφυής, και στα αριστερά της, η Μπιζού, σαν μία κοίτη αισθησιασμού όπου η Έλενα ήθελε να βουτήξει.

    Η Λέιλα την παρατηρούσε και υπέφερε. Μετά ξεκίνησε να φλερτάρει την Μπιζού, πράγμα που μπορούσε να κάνει πολύ καλύτερα από ότι η Έλενα. Η Μπιζού δεν είχε γνωρίσει ποτέ γυναίκες σαν την Λέιλα, μόνο τις γυναίκες που δούλευαν μαζί της, οι οποίες, όταν οι άντρες δεν ήταν εκεί, παραδίδονταν με την Μπιζού σε όργια φιλιών, για να αντισταθμίσουν την βαρβαρότητα των αντρών - κάθονταν και φιλιόντουσαν μέχρι να πέσουν σε μία κατάσταση χαύνωσης, αυτό ήταν όλο.

    Την άγγιξε η λεπτή κολακεία της Λέιλα, αλλά ταυτόχρονα μαγνητίστηκε από την Έλενα. Η Έλενα ήταν κάτι εντελώς καινούργιο γι αυτήν. Η Έλενα αντιπροσώπευε για τους άντρες έναν τύπο γυναίκας που ήταν το αντίθετο της πόρνης, μία γυναίκα που μετέτρεπε τον έρωτα σε ποίηση και δράμα, αναμιγνύοντάς τον με συναίσθημα, μία γυναίκα που έμοιαζε να είναι φτιαγμένη από κάποιο άλλο υλικό, μία γυναίκα που όλοι φαντάζονταν ότι την δημιούργησε ένας θρύλος. Ναι, η Μπιζού ήξερε τους άντρες αρκετά καλά ώστε να γνωρίζει ότι επρόκειτο για μια γυναίκα που οι άντρες ήθελαν να την μυήσουν στον αισθησιασμό, που απολάμβαναν να την βλέπουν να γίνεται σκλάβα του αισθησιασμού. Όσο πιο θρυλική η γυναίκα, τόσο πιο μεγάλη η απόλαυση της βεβήλωσης, της βύθισής της στον ερωτισμό. Βαθιά μέσα της, ήταν, κάτω από όλη την ονειροπόληση, ακόμα μία πόρνη, που ζούσε κι αυτή για να προσφέρει απόλαυση στους άντρες.

    Η Μπιζού, που ήταν η κατεξοχήν πόρνη, θα ήθελε να ανταλλάξει θέσεις με την Έλενα. Οι πόρνες πάντα ζηλεύουν τις γυναίκες που έχουν την ικανότητα να δημιουργούν την επιθυμία και την ψευδαίσθηση καθώς και την πείνα. Η Μπιζού, το σεξουαλικό όργανο που περπατούσε χωρίς μεταμφίεση, θα ήθελε να έχει την εμφάνιση της Έλενας. Και η Έλενα σκεφτόταν πόσο θα ήθελε να βρεθεί στην θέση της Μπιζού, για τις τόσες φορές που οι άντρες κουράζονται από το φλερτ και θέλουν σεξ χωρίς αυτό, κτηνώδες και ευθύ. Η Έλενα λαχταρούσε να την βιάζουν ξανά και ξανά κάθε μέρα, χωρίς κανέναν σεβασμό στα αισθήματά της. Η Μπιζού λαχταρούσε να την εξιδανικεύσουν.

    (Anais Nin, “Delta of Venus”)