Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Διαβάζοντας τις σκέψεις τους

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Afrodoxia, στις 18 Σεπτεμβρίου 2024.

  1. Afrodoxia

    Afrodoxia Regular Member

    Η Λίνα είναι πεισμωμένη novelist. Ζει και αναπνέει μέσα από χιλιάδες σελίδες βιβλίων που κατακλύζουν τη γκαρσονιέρα της στα κάτω Πετράλωνα. Είναι πάντα πολύ θυμωμένη με την Ζωή, την κολλητή της, γιατί είναι η καλή μάνα και νοικοκυρά. Επιπλέον, η Ζωή δεν τη διαβάζει όσο θα έπρεπε και δεν εκτιμά και τόσο πολύ όσο λέει τα οπίσθιά της. Αλλά η Ζωή δεν εκτιμά ούτε τα δικά της οπίσθια, που με το πέρασμα της νιότης και την τηλεόραση έχουν πλαδαρέψει και φουσκώσει.

    Εδώ και μήνες η Λίνα σχίζει και γράφει το νέο της έργο, μία σπαρακτική καταγγελία κατά της έκφυλης βίας. Διότι, για την Λίνα η πρωτοφανή έκρηξη βίας στην κοινωνία οφείλεται στον εκφυλισμό της ερωτικής πράξης.

    Εδώ και χρόνια η Ζωή περνάει το απομεσήμερο, η δύσκολη ώρα της έγερσης για την Λίνα, και της φέρνει φαγητό. Συνήθως θα τη βρει γυμνή και δαρμένη από τους αλητήριους εραστές της, να πίνει καφέ κουλουριασμένη σαν πουλάκι μέσα στην μπανιέρα – το μόνο μέρος χωρίς βιβλία και σκόνη.

    Η Ζωή θα σκύψει να φιλήσει τρυφερά τα πυρόξανθα μαλλιά της και θα γδυθεί να στριμωχτεί μαζί της στην μπανιέρα. Θα πάρει απαλά την παλάμη της Λίνας, ένα λεπτεπίλεπτο, παγωμένο κρύσταλλο, που το βάζει στην καρδιά της.

    Μετά από ώρα μουρμουρητού που γίνεται φλυαρία, η Λίνα, επιτέλους, θ’ ανοίξει πρόστυχα τα σκέλια για τη Ζωή να μπει μέσα. Το σκοτάδι της τουαλέτας τότε γεμίζει θεσπέσιες κοφτές αναπνοές.

    Η Λίνα είναι θυμωμένη με την κολλητή της γιατί την έχει γκαστρώσει πάνω από πέντε φορές. Πέντε γέννες μέσα σε είκοσι χρόνια, πέντε κόρες στην σειρά, με τη Ζωή να ψάχνει ακόμα τον γιό.

    Ξεκίνησαν να πηδιούνται μόλις η Ζωή έγινε γυναίκα. Πριν ήταν αδιάφορο και για τις δύο. Μόλις πέταξε τη στολή του ανδρός, το πάθος χτύπησε κόκκινο. Το πρώτο παιδί ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία στη ζωή τους, μία ζωή καθόλα διαφορετική και για τις δύο.

    Η Λίνα κλεισμένη στην τουαλέτα – όπως τώρα που ανάβει τσιγάρο – και η Ζωή σπιτωμένη με τον Πέτρο, έναν μπετατζή με τον οποίο μαζί έμελλε να μεγαλώσουν την οικογένειά τους.

    Η Λίνα λυγερή και εύθραυστη σαν τα κλαδάκια άνυδρου Φθινοπώρου βγήκε πρώτη από το μπάνιο στάζοντας. Σκέφτηκε πόσο μισούσε τον Πέτρο. Τη μία και μοναδική φορά που τους επισκέφτηκε στο άνετο διαμέρισμά τους, με αφορμή να θηλάσει το πρώτο τους μωρό, γδύθηκε μπροστά του, πήρε την τεράστια παλάμη του να της σκεπάσει το στήθος της.

    Όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει καταλήξει αν εκείνο που ένιωσε κάτω από τη φτερούγα του ήταν ασφάλεια ή υποταγή. Γι’ αυτό τον μισεί.

    Η Ζωή βγήκε έξω τινάζοντας το πρησμένο καυλί της. Είδε την ανθισμένη με χαρακιές πλάτη της Λίνα και την ίδια γονατιστή – η αγαπημένη της στάση για συγκέντρωση.

    Η Ζωή αναστέναξε διπλά, με δυσκολία μπορούσε να σταθεί κάπου από τα βιβλία και αισθανόταν ενοχές απέναντι στη φίλη της. Πριν λίγο είχε τόσο άγαρμπα μπει μέσα της.

    «Ήθελες να με τιμωρήσεις για κάτι..», ακούστηκε σαν αεράκι η φωνή της Λίνας πάνω από την πλάτη της και τη μυρωδιά της μούχλας χιλιάδων σαπισμένων σελίδων.

    Η Ζωή τραντάχτηκε, γι’ αυτό την αγαπούσε – διάβαζε τις σκέψεις της. Ξεκίνησε να κλαίει.

    Μετά ξεκίνησε να κλαίει η Λίνα, όλο και πιο λυγμικά.

    Γυναίκες που κλαίνε σκέφτηκε η Ζωή και σταμάτησε τα δάκρυα.

    Έσκυψε και μάζεψε ένα σωρό χαρτιά από κάτω. Ξεκίνησε να διαβάζει.

    «Ακούω τα βογγητά της, είναι ερωτικά; Όχι, δεν μπορεί να συνεχιστεί – θα μιλήσω. Την χτυπάει, θα μιλήσω, είναι κάθαρμα.

    Οι γυναίκες ελκύονται από καθάρματα, τι μπανάλ νόμος! Είναι σφιχτοδεμένος σαν γορίλας, τριχωτός και συνεχώς ιδροκοπά. Τον πέτυχα στο διάδρομο, είχαν ξανά καεί τα φώτα. Έλαμψε το στήθος μου. Δεν είμαι δική σου, του φώναξα. Μετά σταμάτησα να φωνάζω γιατί ήμουν δική του. Δεν είμαι δική σου, με κραγιόν έγραφα πάνω στα τριχωτά μεριά του, μετά το μουτζούρωνα.

    Εμένα δεν με χτυπάει, δεν θα με χτυπήσει; Δεν είμαι άξια να με χτυπήσει, δεν είμαι δική του – δεν είμαι δική σου;

    Είσαι δική μου.

    Θέλεις να της μιλήσω, ίσως να παύσεις να την χτυπάς; Θέλω πολύ να τη δω, τα σημάδια της.

    Θα της πω ότι πονάω για αυτήν… θέλω να γίνω σαν αυτή – δική σου. Αλλά δεν είναι σωστό, δεν θα θέλει να με κάνεις δική σου, θα σήμαινε ότι αυτή θα παύσει να είναι δική σου – ίσως ερωμένη; Αλλά γιατί να θέλει να γίνει; Είναι πολύ πιο μπροστά απ’ αυτό»

    Η Ζωή χαμήλωσε το χέρι της. Κοίταξε τη Λίνα γονατιστή. Σήμερα η μεγάλη τους κόρη θα έπαιρνε άδεια από το Ίδρυμα για να γιορτάσει τα είκοσι της χρόνια – «και θα ήθελα να γνωριστείτε».