Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Εν Σοφία εποίησεν

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 22 Ιουνίου 2025.

  1. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Μέρος 13ο - Incontinentia Buttocks

    Ο Maurice με άφησε απαλά στο κρεββάτι και έβγαλε τα ρούχα του. Ανακάθισα στο κρεβάτι με τα πόδια στο πάτωμα και τον τράβηξα προς το μέρος μου. Σήκωσα τα μάτια μου προς τα πάνω και τον κοίταξα για μερικές στιγμές πριν τον πάρω σχεδόν πλήρως ορθωμένο στο στόμα μου. Τα μάτια μου έκλεισαν από μόνα τους και κούνησα το κεφάλι μου μπροστά παίρνοντάς τον όλο μέσα μου.

    Τον ρούφηξα μερικές φορές από το κεφαλάκι μέχρι τη ρίζα του και μετά τραβήχτηκα και άρχισα απλά να τον γλείφω ακολουθώντας την ίδια διαδρομή. Του ξέφυγε ένα σιγανό βογγητό—το παιχνίδι με τη γλώσσα μου του άρεσε—οπότε συνέχισα να του το κάνω για λίγη ώρα, και μετά τον πήρα ξανά όλο μέσα στο στόμα μου.

    Με το στόμα γεμάτο, και με κάποια δυσκολία άνοιξα τα μάτια μου και προσπάθησα να τον κοιτάξω. Είχε τα μάτια του κλειστά και απολάμβανε την πίπα με όλη του την ψυχή, οπότε αποφάσισα να το πάω μέχρι τέλους. Δεν πειράζει, σεξ μπορούσαμε να κάνουμε και πιο μετά.

    Τραβήχτηκα και πάλι. «Μωρό μου, κάτσε στο κρεββάτι.»

    Χαμογέλασε και με κοίταξε. «Αν συνεχίσουμε έτσι δεν… δεν θ’ αντέξω!»

    «Αυτή είναι η ιδέα,» του απάντησα κλείνοντάς του παιχνιδιάρικα το μάτι.

    “Nope!” μου έκανε κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά.

    “Yup!” του είπα χασκογελώντας και μετά το συμπλήρωσα με όσο πιο αισθησιακή φωνή γινόταν. “Please Sir, let me pleasure you with my mouth!”

    Του έπιασα το χέρι απαλά και τον τράβηξα να κάτσει στο κρεββάτι. Με το που έκατσε γονάτισα μπροστά του, έπιασα το ορθωμένο του όργανο στα χέρια μου και άρχισα και πάλι να το γλείφω από το κεφαλάκι μέχρι τη βάση. Μόνο που αυτή τη φορά δε σταμάτησα, χαμήλωσα κι άλλο και άρχισα να του γλείφω τα μπαλάκια, κάνοντάς τον να ανατριχιάσει.

    “Do you like it Sir?” τον ρώτησα με την ίδια φωνή.

    “I love it, my sorceress!” μου απάντησε με βραχνή φωνή από τον ερεθισμό.

    Δεν χρειαζόμουν τίποτα περισσότερο, ανασηκώθηκα ελαφρά και τον πήρα ξανά όλο μέσα στο στόμα μου και άρχισα να ανεβοκατεβάζω το κεφάλι μου αργά και αισθησιακά. Ένιωσα το χέρι του πάνω στο κεφάλι μου. Στην αρχή το είχε απλά ακουμπήσει πάνω του, αλλά στη συνέχεια σφίγγοντάς με προσεκτικά από τα μαλλιά, ξεκίνησε να μου δίνει τον ρυθμό που ήθελε. Αυτή τη φορά δεν ξεκίνησα να τον παίζω με το χέρι μου, απλά αφέθηκα στο ρυθμό του χρησιμοποιώντας μόνο χείλη και γλώσσα.

    Είχα τα μάτια μου σφαλιστά κλειστά απολαμβάνοντας, πραγματικά απολαμβάνοντας, την πίπα που του έκανα με όλη μου την ψυχή. Μου άρεσε να προσφέρω ικανοποίηση στους παρτενέρ μου, πάντα το έκανα, αλλά όταν ήμουν ερωτευμένη η αίσθηση απογειωνόταν.

    Και με τον Maurice είχα δαγκώσει τη λαμαρίνα τόσο δυνατά όσο με κανέναν άλλο στη ζωή μου!

    Η γεύση του και η μυρωδιά του με ξετρέλεναν και οι σιγανοί του στεναγμοί—που σιγά-σιγά είχαν αρχίσει να γίνονται βογγητά—το απογείωσαν. Το αγόρι μου το ευχαριστιόταν με όλη του την ψυχή, κάνοντας την δική μου να βγάλει φτερά. Με έσφιξε ακόμα πιο δυνατά από τα μαλλιά και επιτάχυνε ακόμα περισσότερο το ρυθμό του, κι εγώ τον ακολούθησα υπάκουα.

    Ένιωσα του προσπερματικά υγρά και σε λίγο τα γνώριμα πρώτα τινάγματα καθώς πλησίαζε στην κορύφωση του οργασμού του. Με κράτησε ακίνητη και τα τινάγματα έγιναν σπασμοί και ένιωσα το στόμα μου να πλημμυρίζει. Δεν περίμενα να τα μαζέψω αυτή τη φορά, κατάπια την κάθε του ριπή, και συνέχισα να τον χαϊδεύω τρυφερά με τη γλώσσα μου, μέχρι που οι σπασμοί καταλάγιασαν και τελικά σταμάτησαν τελείως.

    Ένιωσα το χέρι του να αφήνει τα μαλλιά μου και τραβήχτηκα απαλά. Μόλις βγήκε έξω, τον ξαναπήρα στο στόμα μου και τον καθάρισα προσεκτικά από τα σάλια μου. Τραβήχτηκα ξανά και σήκωσα το βλέμμα μου προς τον αρκούδο μου, που είχε ακόμα κλειστά τα μάτια και πάσχιζε να βρει τις ανάσες του.

    Χαμογέλασα σαν το χαζό και εκείνη τη στιγμή άνοιξε τα μάτια του και με κοίταξε. “Woah… Just woah…”

    «Σου άρεσε μωρό μου;» τον ρώτησα, ακόμα γονατιστή δίπλα του. Παρά το ότι η απάντηση ήταν ολοφάνερη—το πρόσωπό του έλαμπε από ικανοποίηση—ήθελα να την ακούσω. «Το απόλαυσες;»

    Με κοίταξε με αυτό το παιχνιδιάρικο βλέμμα του, σηκώνοντας ελαφρά το ένα φρύδι. “Dear lady, could you be so kind to remind me of my name?”

    Ίσιωσα την πλάτη μου και πήρα ένα επίσημο ύφος. “Most certainly, Sir,” του απάντησα εξίσου παιχνιδιάρικα, βάζοντας το χέρι μου στην καρδιά μου. “You are Sir Maurice Mertens, an H-SYNC wizard, Rupture enthusiast, Indian tamer and beer bearing bear!”

    «ΧΑΧΑΧΑ, δεν είμαι Sir!» μου απάντησε, το σώμα του τραντάχτηκε από το γέλιο.

    «Για μένα είσαι!» του απάντησα κλείνοντας παιχνιδιάρικα το μάτι.

    Άπλωσε τα χέρια του και με βοήθησε να σηκωθώ από το πάτωμα. Τα γόνατά μου διαμαρτυρήθηκαν ελαφρά. Σκαρφάλωσα στα γόνατά του, βολεύοντας τα πόδια μου εκατέρωθεν. Με άρπαξε από τη μέση—τα δάχτυλά του βυθίστηκαν στη σάρκα μου—και με τράβηξε προς το μέρος του. Βρέθηκα να χάνω και πάλι τον εαυτό μου μέσα σε ένα αργό, βαθύ, ερωτικό φιλί που με έκανε να ζαλιστώ.

    Μετά από λίγο σηκωθήκαμε—με τα πόδια μου να έχουν γίνει ελαφρώς ζελές—και επιστρέψαμε στο σαλόνι. Μόλις μπήκαμε, σταματήσαμε απότομα και αρχίσαμε και οι δύο τα δυνατά χαχανητά.

    Ο Μπλάκι είχε χωθεί όλος μέσα στο σορτσάκι που είχα πετάξει στο σαλόνι πριν. Το σώμα του ήταν εντελώς κρυμμένο μέσα στο ύφασμα, και από το ένα μπατζάκι εξείχε μόνο η ουρά του. Την κουνούσε σιγά με αυτή τη χαρακτηριστική κυματιστή κίνηση, δεξιά-αριστερά, σαν μετρονόμος.

    «Μπλάκι, τι κάνεις εκεί μέσα;» του είπα ανάμεσα στα γέλια.

    Η ουρά σταμάτησε για μια στιγμή, μετά συνέχισε το κούνημα. Καμία άλλη αντίδραση.

    Αποφασίζοντας ότι δε θα βγάλουμε άκρη μαζί του, τον αφήσαμε στην ησυχία του. Καθίσαμε στον καναπέ—εγώ κουλουριάστηκα δίπλα στον Maurice, το κεφάλι μου στον ώμο του.

    Εκείνη τη στιγμή το κινητό μου άρχισε να βουίζει πάνω στο τραπεζάκι. Η οθόνη έδειχνε «Μαίρη  ».

    Το πήρα στα χέρια μου ήδη χαχανίζοντας. «Είναι από τη Μαίρη,» είπα στον Maurice. «Είτε αυτή τη στιγμή ο πιτσιρικάς της θα είναι στη διαδικασία ξεζουμίσματος είτε θα τον έχει αμπαλάρει για να τον στείλει στη μαμά του με Courier!» Χαζογέλασα με τη σκέψη.

    Ο Maurice με κοίταξε με απορία, τα φρύδια του σηκωμένα. Φυσικά δεν κατάλαβε γρι.

    «Θα σου εξηγήσω!» του είπα και άνοιξα το μήνυμα.

    Είχε μόνο ένα link.


    Το πάτησα με περιέργεια. Η οθόνη γέμισε με το YouTube και άρχισε να παίζει. Ακόμα και ο Maurice που δεν είχε καταλάβει τίποτα στην αρχή, τα κατάλαβε όλα μόλις άρχισε το βίντεο.

    Ήταν η σκηνή “Sweet Mystery of Life” από το “Young Frankenstein”—η Madeline Kahn τραγουδούσε με πάθος μετά τη νύχτα της με το τέρας.

    “Oh my God!” ήταν το μόνο που πρόλαβα να φωνάξω. Σας το ορκίζομαι ότι κοντέψαμε να πνιγούμε και οι δύο από τα γέλια.

    Διπλωθήκαμε στον καναπέ, κρατώντας ο ένας τον άλλον. Τα δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλά μου. Ο Maurice χτυπούσε το χέρι του στο μπράτσο του καναπέ. Μέχρι και ο Μπλάκι ξετρύπωσε από το σορτσάκι μου—το κεφάλι του βγήκε από το ένα μπατζάκι σαν περισκόπιο—για να δει προς τη η φασαρία. Μας κοίταξε με ένα βλέμμα που έλεγε «τι μύγα σας τσίμπησε νυχτιάτικα;»

    Προσπαθούσαμε να σταματήσουμε για να βρούμε τις ανάσες μας και δεν τα καταφέρναμε. Κάθε φορά που ο ένας έδειχνε να ηρεμεί, ο άλλος ξεσπούσε πάλι και το γέλιο του παρέσερνε και τον πρώτο. Ήταν ένας φαύλος κύκλος. Παραλίγο να φτύσουμε τα σωθικά μας.

    “Oh my!” Ο Maurice σκούπισε τα μάτια του με την πλάτη του χεριού του όταν με τα πολλά καταφέραμε να βρούμε τις ανάσες μας. “Mary is one of a kind!”

    «Μάλλον τελικά τα dick pics ήταν όντως δικά του,» συμπλήρωσα χαχανίζοντας, νιώθοντας ακόμα σπασμούς γέλιου να με πιάνουν.

    Ο Maurice με κοίταξε με απορία και του εξήγησα όλη την ιστορία—πώς ο πιτσιρικάς είχε στείλει φωτογραφίες, πώς η Μαίρη είχε αμφιβολίες αν ήταν δικές του, και γενικά όλα τα πώς και τα γιατί.

    Τα μάτια του άστραψαν με κατανόηση. “And now I have to top that!” μου είπε παίζοντας πονηρά τα μάτια του. Το χέρι του πήγε στο πιγούνι του σαν να σκεφτόταν.

    Τον σκούντησα με το δάχτυλο στο στήθος. «Να φάμε πρώτα!» του είπα αυστηρά. «Νηστικό αρκούδι δε χορεύει!» συμπλήρωσα στα ελληνικά.

    Με κοίταξε ερωτηματικά.

    «Σημαίνει ότι όταν είσαι πεινασμένος δεν μπορείς να κάνεις τίποτα σωστά,» του εξήγησα. «Πρέπει πρώτα να φας για να έχεις ενέργεια.»

    “Ok, but I,» είπε τονίζοντας το ‘I’ και δείχνοντας τον εαυτό του, “will top that,” συμπλήρωσε τονίζοντας και το ‘that’ και δείχνοντας το κινητό. “So help me God!”

    Κούνησα το κεφάλι μου γελώντας. «Δε νομίζω ότι ο Θεός αν υπάρχει ασχολείται με αυτά τα πράγματα,» του είπα χαζογελώντας. «Αλλά δε θα πω όχι!»

    Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κουδούνι. Το φαγητό είχε φτάσει. Εγώ ήμουν ακόμα γυμνή από πάνω και μόνο με το κιλοτάκι από κάτω, οπότε την πόρτα την άνοιξε ο Maurice.

    “Oh God, let me die with the Philistines,” είπε κλείνοντας την πόρτα, η μυρωδιά του φαγητού είχε ξεχυθεί από τις σακούλες.

    Χαχανίζοντας σηκώθηκα και πήγαμε και οι δύο στην κουζίνα. Έβγαλα πιάτα και μαχαιροπίρουνα για να σερβιριστούμε, ξέπλυνα και τρία κουτάκια μπύρας γιατί ο αρκούδος μου θα έπινε το πρώτο με το “καλησπέρα σας,” και καθίσαμε να φάμε.

    Ξεκινήσαμε να τρώμε και οι δύο σαν αγριάνθρωποι, χαχανίζοντας με τα ίδια μας τα χάλια. Τα δάχτυλά μας λαδώνονταν, σάλτσα έτρεχε στα πιγούνια μας, και καθόλου δεν μας ένοιαζε. Πόσο όμορφο ρε παιδί μου είναι να νιώθεις τόσο άνετα, να είσαι ο εαυτός σου, να μη χρειάζεται να φοράς καμιά μάσκα;

    Ο Maurice είχε πάθει ντιριντάχτα με τα θαλασσινά. Το πιρούνι του πήγαινε από το ένα πιάτο στο άλλο—μύδια, γαρίδες, μαρίδα, χταπόδι—δεν ήξερε τι να πρωτοδιαλέξει. Τα μάτια του έλαμπαν σαν μικρού παιδιού σε κατάστημα με γλυκά.

    «Βρε Ούννε!» του είπα χαχανίζοντας, δείχνοντάς του με το πιρούνι μου. «Μην τα τρως όλα μαζί, χαλάς τη γεύση τους!»

    “I can’t! I just can’t!” μου απάντησε με γεμάτο στόμα, βάζοντας το χέρι του μπροστά για να μην φαίνεται που μασούσε. Οι καλοί τρόποι μας μάραναν—και ποιος τους χρειαζόταν άλλωστε; “Oh Gods!” είπε μόλις κατάπιε, παίρνοντας ένα ακόμα αχνιστό μύδι. Το σήκωσε στο ύψος των ματιών του σαν να το εξέταζε. “This is the food of Kings!”

    Σκούπισα τη σάλτσα από το πιγούνι μου με την πετσέτα και χαμογέλασα από το ένα αυτί μέχρι το άλλο. “Babe, in Greece this is called Tuesday!”

    Κατάπιε με δυσκολία το μύδι, σήκωσε τα χέρια του ψηλά και φώναξε: “I love Greece!” Μετά άρπαξε το δεύτερο κουτί μπύρας και το κατέβασε μονορούφι. Το άδειο κουτί προσγειώθηκε στο τραπέζι με έναν μεταλλικό ήχο.

    Σηκώθηκε όρθιος—η καρέκλα του έτριξε—και πήγε στο ψυγείο με αποφασιστικά βήματα. Άκουσα τον ήχο της πόρτας που άνοιγε, μετά το κουδούνισμα των κουτιών. Έβγαλε άλλα δύο, τα ξέπλυνε στο νεροχύτη με προσοχή, και γύρισε στο τραπέζι. Άνοιξε το ένα—τσακ!—και κατέβασε το μισό περιεχόμενο με δύο γουλιές.

    Εκείνη τη στιγμή το τηλέφωνό μου άρχισε να βουίζει δίπλα στο πιάτο μου. Η οθόνη έδειχνε «Παναγιώτης ». Κοίταξα το ρολόι μου—οκτώ το βράδυ εδώ, άρα στο San Francisco ήταν δέκα το πρωί.

    «Ο αδερφός μου!» είπα στον Maurice, νιώθοντας μια μικρή ανησυχία. Σκούπισα γρήγορα τα χέρια μου και σήκωσα το τηλέφωνο.

    «Παναγιώτη;» τον ρώτησα, η φωνή μου ελαφρά τσιτωμένη.

    «ΣΟΦΑΚΙ ΜΟΥ ΤΕΛΕΙΩΣΕ!!!!!!» Η φωνή του ήταν τόσο δυνατή και ενθουσιασμένη που απομάκρυνα το τηλέφωνο από το αυτί μου. Η καρδιά μου που είχε σφίξει επέστρεψε στη θέση της.

    «Τι τελείωσε;» ρώτησα, αν και είχα ήδη καταλάβει.

    «Το thesis μου! Η Εύη μου είπε ότι είναι εντάξει. Το ίδιο και η Φανή!!!!» Μπορούσα να τον φανταστώ να πηδάει πάνω-κάτω από τη χαρά.

    «Η Φανή;» Το όνομα μου ήταν οικείο. «Κι αυτή διδακτορική φοιτήτρια δεν είναι;»

    «Εξωγήινη είναι!» μου απάντησε χαχανίζοντας. «Και οι δύο μου λένε ότι δεν βρήκαν ψεγάδι! Ετοιμάσου, αρχές Αυγούστου έχεις ταξίδι Αμερική!»

    Ένιωσα ένα κύμα υπερηφάνειας να με πλημμυρίζει. Τα μάτια μου άρχισαν να τσούζουν. «Μπράβο Πανούλη μου!» του φώναξα συγκινημένη. Η φωνή μου έσπασε. «Ορίστε, θα με κάνεις να βάλω τα κλάματα τώρα!»

    «Ναι, και όλοι ξέρουμε πόσο δύσκολα τα έχεις…» μου είπε τρολλάροντάς με, όπως πάντα.

    Γέλασα μέσα από τα δάκρυα. «Στη μαμά και το μπαμπά το είπες;»

    «Ναι, βέβαια! Ήθελα να το πω σε σένα και σειρά έχει η γιαγιά!»

    «Και πάλι χίλια μπράβο σου αδερφούλη μου!» Τα μάτια μου τσούζανε ακόμα περισσότερο. Μπορεί ένα κόμπλεξ κατωτερότητας να μου το είχε δημιουργήσει με τη διάνοιά του, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τον λάτρευα και δεν ήμουν περήφανη για εκείνον. Ήταν ο μικρός μου αδερφός, το παιδί-θαύμα της οικογένειας.

    Όταν κλείσαμε το τηλέφωνο, γύρισα προς τον αρκούδο μου. Τα μάτια μου ήταν ακόμα δακρυσμένα και η φωνή μου έτρεμε από τη συγκίνηση και την υπερηφάνεια. “My little brother did it! His PhD supervisor told him that his thesis is ready for defense!”

    Ο Maurice άφησε αμέσως το πιρούνι του κάτω και με κοίταξε με ζεστασιά. “Congratulations! You must be so proud!”

    «Περήφανη δε λέει τίποτα!» Σκούπισα τα μάτια μου με την πετσέτα. «Ξέρεις ποιος είναι ο supervisor του;» τον ρώτησα. Δεν περίμενα να απαντήσει—πού να ήξερε ο άνθρωπος. “Evdokia Petrou herself!”

    “Ehm, I don’t know her!” μου είπε ντροπαλά.

    Έγειρα μπροστά με ενθουσιασμό. “She’s a Greek Mathematician, the second woman in history who received the Fields Medal!”

    Τα μάτια του γούρλωσαν. “Fields Medal? WOAH!!!!” Φαινόταν εντυπωσιασμένος—κατά τα φαινόμενα το ήξερε το Fields, το μαθηματικό ισοδύναμο του Νόμπελ.

    “Petrou was the sole reason Panagiotis chose Stanford for graduate school,” συνέχισα, νιώθοντας την υπερηφάνεια να φουσκώνει μέσα μου. “She is very eclectic. She has just two PhD students: Panagiotis and Stolsberg’s daughter.”

    “Stolsberg?” Το πρόσωπο του Maurice φωτίστηκε. “I know him. The Total Minima theorem!” Η φωνή του έτρεμε από ενθουσιασμό. “His method for proving the theorem, known as Stolsberg’s descent, is considered by many to be even more significant than the theorem itself. It is now often compared to Cantor’s diagonal argument for the sheer ingenious of it.”

    Χαμογέλασα βλέποντας τον ενθουσιασμό του. «Χαχα, δεν ξέρω τις λεπτομέρειες, αλλά σύμφωνα με τον Παναγιώτη η κόρη του είναι ακόμα μεγαλύτερη διάνοια και από τον πατέρα της και από την Πέτρου.»

    “What?” μου απάντησε. Τα μάτια του γούρλωσαν τόσο που φοβήθηκα μην πέσουν στο πιάτο του.

    Ένευσα με σοβαρότητα. «Ναι, πριν λίγα χρόνια είχε γίνει σούσουρο! Η Φανή, έτσι τη λένε, δεκαπέντε χρονών τότε—και λύνοντας ασκήσεις τοπολογίας—είχε αποδείξει μια ειδική περίπτωση μιας εικασίας που ήταν ανοιχτή για πενήντα ολόκληρα χρόνια!» Έκανα μια παύση για δραματικό εφέ. «Βασιζόμενη στην μέθοδό της, η Πέτρου και ένας άλλος απέδειξαν πλήρως το θεώρημα, και είναι ένας από τους δύο λόγους για τους οποίους η Πέτρου πήρε το Fields. Το άλλο είναι για το ομώνυμο θεώρημά της.»

    “Woah!” απάντησε, φανερά εντυπωσιασμένος. Έγειρε πίσω στην καρέκλα του σαν να χρειαζόταν να επεξεργαστεί όλη αυτή την πληροφορία.

    Ανασήκωσα τους ώμους μου και χαμογέλασα αυτοσαρκαστικά. «Καλά, όχι ότι θα ήξερα τίποτα από αυτά αν δεν μου τα είχε κάνει νταούλια ο αδερφούλης μου,» του είπα χαχανίζοντας.

    «Και δεν είναι απλά μαθηματικοί. Και η μία και η άλλη είναι φανατικοί σκακιστές. Βάλε και ότι ο Παναγιώτης είναι μια από τα ίδια, απορώ που βρίσκουν χρόνο και κάνουν καμιά δουλειά!» συνέχισα χαχανίζοντας ακόμα.

    «Πρέπει να δεις πώς λάμπει το πρόσωπό σου όταν μιλάς για τον αδερφό σου ή τη γιαγιά σου… ή ακόμα και για την Ευτύχω,» μου είπε χαϊδεύοντάς μου τρυφερά το χέρι.

    Δεν πρόλαβα να απαντήσω γιατί εκείνη τη στιγμή, τσουπ, να σου και το τριχωτό κάθαρμα που ήρθε να μας μετρήσει τις μπουκιές. Ναι, δεν έμεινε παραπονεμένος, του έδωσα και εγώ και ο Maurice, και αφήνοντας τις συγκινήσεις στην άκρη συνεχίσαμε τη θαλασσοφαγική μας κραιπάλη.

    Ένα έχω να πω, μπορεί να παραγγείλαμε για πέντε αλλά στο τέλος δεν έμεινε τίποτα. Τίποτα όμως, ούτε ψίχουλο. Βάλε ότι ήπια και δεύτερη μπύρα—για τον Maurice δεν μιλάμε, κάπου έχασα το μέτρημα—οπότε βάζοντας τα πιάτα όπως-όπως στο νεροχύτη πήγαμε και οι τρεις στο σαλόνι σούρνοντας τα βήματά μας.

    «Θα σκάσω!» είπα τρίβοντας την κοιλιά μου. Μέχρι και ο Μπλάκι αντί να σκαρφαλώσει στο δέντρο του, πήγε στη βάση του και έπεσε σε καταληψία.

    “Heaven… I’m in heaven…” σιγομουρμούρισε τραγουδιστά ο Maurice.

    «Τι θα κάνουμε τώρα;» τον ρώτησα, σκουπίζοντας τα χείλη μου με την πλάτη του χεριού μου. Το πρόσωπό του πήρε πάλι αυτή την πονηρή παιχνιδιάρικη έκφραση που τόσο καλά είχα μάθει.

    «Τώρα θα μου μιλήσεις για το αμαρτωλό σου παρελθόν!» μου απάντησε, τρίβοντας τα χέρια του σαν κακός της ταινίας. «Ήρθε η ώρα να ξεθαφτούν όλοι οι σκελετοί που κρύβεις!»

    Και αν το ύφος του εξακολουθούσε να είναι αυτό το σκανταλιάρικο που λάτρευα, δεν θα πω ψέματα, με έκοψε κρύος ιδρώτας. Ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγεται λίγο.

    «Τι θες να μάθεις;» τον ρώτησα. Προσπάθησα να μη δείξω την ταραχή μου, αλλά ο Maurice το έπιασε αμέσως—τα μάτια του στένεψαν ελαφρά.

    «Σόφη;» με ρώτησε κοιτάζοντάς με ερωτηματικά, κάνοντας τη χαρακτηριστική κίνηση του να γυρίσει το κεφάλι του ελαφρά στο πλάι.

    Αναστέναξα βαθιά. Είμαι φύσει κλειστός άνθρωπος και αν και πολύ συναισθηματική, δε μου αρέσει να μιλάω για δαύτα. Τα δάχτυλά μου έπαιζαν νευρικά με το ύφασμα του καλύμματος του καναπέ. Από την άλλη πάλι, αν δεν τα έλεγα αυτά στον Maurice, σε ποιον θα τα έλεγα;

    «Δεν… δεν μου αρέσει να μιλάω για το παρελθόν μου,» του απάντησα με ειλικρίνεια. Η φωνή μου βγήκε πιο σιγανή από ό,τι ήθελα. «Δεν… δεν είναι ότι ντρέπομαι ή ότι έχω κάτι να κρύψω… απλά… δε νιώθω άνετα,» του είπα μασώντας τα λόγια μου.

    Ναι, δεν πήγε καλά.

    Με κοίταξε σκεπτικός για μερικές στιγμές. Μπορούσα σχεδόν να δω το μυαλό του να δουλεύει στις χιλιάδες στροφές, να επεξεργάζεται την αντίδρασή μου.

    Πήρα βαθιά ανάσα, προσπαθώντας να βρω το κουράγιο. «Μωρό μου, ρώτα με ό,τι θες, δεν έχω και δεν θέλω να σου κρύψω τίποτα,» του είπα κοιτάζοντάς τον στα μάτια. Προσπάθησα να κρατήσω σταθερή την επαφή.

    Άπλωσε το χέρι του και έπιασε το δικό μου. “I’m not going to judge you, babe,” μου είπε, χαϊδεύοντάς με τρυφερά. Ο αντίχειράς του έκανε μικρούς κύκλους στο χέρι μου. “I just want to learn more about you…” Έκανε παύση, ψάχνοντας τις λέξεις. “In a way we are…” συνέχισε και κόμπιασε πάλι. “We are the sum of our past.”

    Κοίταξα κάτω στα συμπλεγμένα μας χέρια. «Το παρελθόν μου…» είπα αναστενάζοντας. «Το παρελθόν μου είναι γεμάτο αποτυχημένες σχέσεις.» Σήκωσα το βλέμμα μου. «Και… και δεν ήταν ότι έψαχνα τον κύριο Τέλειο.»

    Σταμάτησα για λίγο, προσπαθώντας να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου, πράγμα όχι και πολύ εύκολο όταν γίνομαι συναισθηματική.

    «Ούτε είμαι από εκείνες που τις τραβάνε τα κακά αγόρια. Στην πραγματικότητα μία και μόνο φορά έμπλεξα με τέτοιον, ήταν η πρώτη μου σχέση.» Αναστέναξα πάλι, θυμούμενη. «Πιτσιρίκα, ρομαντική, αφελής… έφαγα τα μούτρα μου… αλλά…» Ξεφύσησα. «Έμαθα να τους καταλαβαίνω και να τους αποφεύγω.»

    «Πόσες σχέσεις έχεις κάνει;» με ρώτησε απαλά.

    «Σοβαρές σχέσεις, ελάχιστες. Απόπειρες που διαλύθηκαν πολύ γρήγορα… αρκετές,» είπα στενάζοντας για άλλη μια φορά. «Δεν… δεν ήμουν ποτέ από αυτές που έκαναν τη δύσκολη… ξεκινούσα πάντα με ενθουσιασμό αλλά γρήγορα προσγειωνόμουν στην πραγματικότητα.»

    Γύρισα και τον κοίταξα στα μάτια. Πήρα μια βαθιά ανάσα. Δεν με είχε ρωτήσει αυτό που σκόπευα να του πω και δεν ήταν κάτι που λέγεται και εύκολα, εκτός και αν είσαι η Μαίρη. Κι εγώ δεν ήμουν η κολλητή μου.

    “My body count is around thirty, three of whom one-night stands in my summer vacation after my MBA, in a vain attempt to…” Σταμάτησα, νιώθοντας το λαιμό μου να σφίγγεται. “I really don’t know why I did it,” συνέχισα στενάζοντας ακόμα μία φορά.

    “I didn’t ask for your body count,” μου απάντησε ήσυχα. Η φωνή του ήταν απαλή, χωρίς ίχνος κριτικής. “But Sophie, it’s nothing to be ashamed of. At least not in the way I see the world.”

    Μου χάιδεψε τρυφερά το χέρι, το χέρι του ζεστό πάνω στο δικό μου.

    “And for sure I can’t complain about your experience,” συνέχισε. Ένα πονηρό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του.

    “At least there is that,” του είπα άκεφα, χωρίς να συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό του. Ένιωθα ακόμα εκτεθειμένη, ευάλωτη.

    “Hey! Why the long face, princess?” Σήκωσε το χέρι του και μου χάιδεψε το μάγουλο. Η απαλή επαφή με έκανε αντανακλαστικά να χαμογελάσω. “And don’t forget, as Oscar Wilde said, ‘I like men who have a future and women who have a past’.”

    “That’s sexist!” του απάντησα, βγάζοντας τη γλώσσα μου. Ένιωσα λίγο από την ένταση να φεύγει.

    “It is,” μου απάντησε γνέφοντας καταφατικά. Μετά τα μάτια του έλαμψαν πάλι με εκείνη τη σκανταλιάρικη λάμψη. “Still true, nonetheless!”» μου έκανε κλείνοντάς μου πονηρά το μάτι.

    “BRRRRRRRRRRRRRRR!” Του έκανα το πιο μεγαλοπρεπές raspberry που μπορούσα, κατευθείαν στα μούτρα. «Για να μάθεις!»

    «Έτσι είσαι;» μου είπε με ψεύτικη αγανάκτηση. Με μια γρήγορη κίνηση με έσπρωξε στον καναπέ και σκύβοντας από πάνω μου άρχισε να σκουπίζει το πρόσωπό του πάνω στο δικό μου. Εγώ από κάτω γελούσα υστερικά και πάλευα να του ξεφύγω—όχι πολύ φανατικά, να τα λέμε κι αυτά.

    «Σταμάτα! Σταμάτα!» φώναζα ανάμεσα στα γέλια.

    Σταμάτησε τελικά και με κοίταξε. Το πρόσωπό του ήταν λίγα εκατοστά από το δικό μου. “I love you,” μου είπε, η φωνή του ξαφνικά σοβαρή και γεμάτη συναίσθημα.

    Χαθήκαμε και πάλι σε ένα ατελείωτο, βαθύ φιλί. Τα χέρια του βρήκαν το πρόσωπό μου, κρατώντας το απαλά. Όταν χωρίσαμε, έμεινα ξαπλωμένη στον καναπέ να τον κοιτάζω, νιώθοντας την καρδιά μου να έχει χτυπήσει για ακόμα μια φορά πειράκια.

    “Thank you,” ψιθύρισα.

    “For what?” ρώτησε μπερδεμένος.

    “For not judging me. For being you.”

    Με κοίταξε για μερικές στιγμές και μετά χτύπησε τα πόδια του. “Hop on!” μου είπε, και μέσα σε μια στιγμή ξαναέγινε ευκάλυπτος και ξαναέγινα κοάλα.

    “Say…” ξεκίνησε, το δάχτυλό του ακόμα να παίζει με μια τούφα από τα μαλλιά μου. “Would you like to meet my pals?” με ρώτησε.

    Η καρδιά μου χοροπήδησε στο στήθος μου. Ήταν ακόμα ένας τρόπος να μου δείξει ότι ήθελε να είμαι μέρος της ζωής του. Ότι δεν ήμουν απλά μια περαστική—ήθελε να με εντάξει στον κόσμο του.

    «Θέλω! Θέλω πολύ!» του απάντησα.

    Το χαμόγελό μου ήταν τόσο πλατύ που πόνεσαν τα μάγουλά μου, ο ενθουσιασμός μου ήταν γνήσιος, πηγαίος.

    Έξυσε το πίσω μέρος του κεφαλιού του με ένα ντροπαλό χαμόγελο. “They are kinda geeks, though,” μου είπε. Μετά σταμάτησε και χαχάνισε, κουνώντας το κεφάλι του. “As if I’m any better!”

    Σήκωσα το ένα φρύδι μου και πήρα ένα θεατρικά σνομπ ύφος. “And everybody knows that Sophie is the prom Queen and can’t stand the geeks…”του απάντησα πειρακτικά.

    «Είναι και αυτό!» μου είπε χαϊδεύοντάς με το μάγουλο.

    Πετάχτηκα όρθια στον καναπέ. «ΤΙ ΕΝΝΟΕΙΣ ΒΙΡΝΑ; ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ PROM QUEEN; ΜΙΛΑ ΞΕΚΑΘΑΡΑ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ Η ΟΡΓΗ!» του είπα σε άπταιστα ελληνικά και με κοίταξε με απόλυτη σύγχυση.

    Και άντε τώρα να του εξηγήσεις την ατάκα, τη Λάμψη, το Φώσκολο και τον Γιάγκο Δράκο. Πού να ξεκινήσεις καν; Μου πήρε κάμποση ώρα να του εξηγήσω την ατάκα και πώς είχε βγει.

    «Βλέπεις σαπουνόπερες;» με ρώτησε, μισό-αστεία μισό-σοβαρά. Το πρόσωπό του είχε μια έκφραση απόλυτης έκπληξης, σαν να μην πίστευε στ’ αυτιά του.

    Σταύρωσα τα χέρια μου. «Ούτε καν!» του απάντησα με αξιοπρέπεια. «Απλά κάποιες όπως η Λάμψη ή η Καλημέρα Ζωή είναι εμβληματικές για την ελληνική pop κουλτούρα και κάποιες ατάκες τους έχουν περάσει στην αιωνιότητα.»

    Κούνησε το κεφάλι του σαν να προσπαθούσε να καταλάβει αλλά είχε χαθεί εντελώς. «Τέλος πάντων,» μου είπε αλλάζοντας κουβέντα—προφανώς αποφάσισε ότι αυτό ήταν ένα μυστήριο που δεν θα λυνόταν απόψε. «Να κανονίσω να βγούμε έξω την Κυριακή;»

    «Και το ρωτάς, αρκούδε μου;» του είπα και του όρμησα πάλι, τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από το λαιμό του.

    Για τρελλίτσες δεν ήμασταν ακόμα—τόσο που είχαμε φάει, τα στομάχια μας ήταν φουσκωμένα σαν μπαλόνια. Βολευτήκαμε στον καναπέ και ο Μπλάκι ήρθε και χώθηκε ανάμεσά μας με το έτσι θέλω. Ξάπλωσε ακριβώς στη μέση, αναγκάζοντάς μας να κάνουμε χώρο.

    Ξεκινήσαμε το Shogun. Από το πρώτο λεπτό με είχε καθηλώσει—η κινηματογράφηση, τα κοστούμια, η ιστορία. Είδαμε το πρώτο επεισόδιο. Και μετά το δεύτερο. Και μετά το τρίτο. Δεν μπορούσα να σταματήσω—κάθε επεισόδιο τελείωνε με τέτοιο cliffhanger που έπρεπε να δω το επόμενο.

    Είχα πάθει ντιριντάχτα. Αν δεν είχα τον αρκούδο μου που μου υπενθύμισε ότι είχε πάρει αργά—ήταν ήδη μία και είκοσι—ικανή ήμουν να κάνω binge watch όλη τη σειρά και να πάω αύριο στην Ευτύχω με μαύρα μάτια από την αϋπνία.

    Γύρισα προς το μέρος του και έβαλα το πιο γλυκό χαμόγελο που μπορούσα. “One more… Please? Please?” του είπα κοιτάζοντάς τον σαν κουτάβι που ζητιανεύει μεζέ.

    Το πρόσωπό του πήρε μια θεατρινίστικα απειλητική έκφραση. «Κάτσε καλά, θα σε χειροτονήσω!» μου είπε, σηκώνοντας το δάχτυλό του προειδοποιητικά.

    Ναι, τρομάξαμε τώρα!

    Ίσιωσα την πλάτη μου και σήκωσα το πιγούνι μου με περηφάνια. “Challenge accepted!” του είπα με ενθουσιασμό. «Πενήντα σε κάθε κωλομέρι με αντάλλαγμα να δούμε ακόμα ένα επεισόδιο!»

    Με κοίταξε για μια στιγμή και του ξέφυγε ένα γελάκι—ένα χαμηλό, σκοτεινό γέλιο που με έκανε να ανατριχιάσω. «Δε χρειάζεται αντάλλαγμα για να σε βάλω κάτω και να στον κάνω κόκκινο!» μου είπε κλείνοντάς μου το μάτι σκανταλιάρικα. “You will obey on general principle!” μου είπε και ξαφνικά ο αέρας ανάμεσά μας φορτίστηκε.

    Τον κοίταξα στα μάτια.

    “Won’t you, girl?” με ρώτησε με το βλέμμα του, διαπεραστικό και έντονο, να με καρφώνει. Ένιωσα να ανατριχιάζω σύγκορμη. Κάτι στον τόνο της φωνής του, στον τρόπο που με κοιτούσε, έκανε όλο μου το σώμα να αντιδράσει.

    “I will, Sir,” του απάντησα χαμηλώνοντας τα μάτια μου.

    Η φωνή μου βγήκε σχεδόν ψιθυριστή. Η αίσθηση της υποταγής που βίωσα εκείνη τη στιγμή ήταν σαν ηλεκτρικό ρεύμα που διαπέρασε όλο μου το σώμα. Η βρύση άρχισε να τρέχει, αν μ’ εννοείτε. Εντάξει, πάντα ήμουν δοτική αλλά αυτό το πράγμα—αυτή η ένταση, αυτή η δυναμική—δεν το είχα νιώσει ποτέ και με κανέναν.

    “Are you going to be a good, obedient girl?” με ξαναρώτησε, αυτή τη φορά ακόμα πιο εμφατικά. Εξακολουθούσε να με κοιτάει με αυτό το ύφος που με ψάρωνε και ταυτόχρονα με ξετρέλαινε. Τα μάτια του ήταν σκούρα, γεμάτα υπόσχεση.

    “I will, Sir!” του απάντησα έχοντας παραδοθεί πλήρως. Το βλέμμα μου χαμήλωσε και πάλι, δεν μπορούσα να το κρατήσω πάνω του.

    Ένιωσα το δάχτυλό του κάτω από το πιγούνι μου. Με ανάγκασε απαλά αλλά σταθερά να σηκώσω το κεφάλι μου, να τον κοιτάξω και πάλι στα μάτια. Η επαφή του δέρματός του με το δικό μου έστελνε σπίθες.

    “Good!” μου απάντησε. Η φωνή του ήταν χαμηλή, σχεδόν βραχνή. «Όχι άλλο επεισόδιο γι’ απόψε!»

    «Μάλιστα!» του απάντησα στα ελληνικά—η λέξη βγήκε αυτόματα, χωρίς καν να το σκεφτώ. Διόρθωσα αμέσως: “I mean, yes Sir!”

    Και μέσα σε μια στιγμή, σαν να είχε πατήσει διακόπτη, το βλέμμα του άλλαξε. Έγινε ξανά σκανταλιάρικο. “I gave you my word that I will top Mary’s ‘sweet mystery of life’ and I am a man of his word!” μου δήλωσε με θεατρινίστικη σοβαρότητα, λες και έδινε όρκο στη Στύγα, να πούμε.

    Παρά τον παιχνιδιάρικο τόνο του ωστόσο, το σώμα μου αντέδρασε άμεσα. Η βρύση έγινε… Νιαγάρας. Ένιωσα την υγρασία να απλώνεται, την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή.

    Ο Μπλάκι, σαν να κατάλαβε ότι τα πράγματα έπαιρναν άλλη τροπή, σηκώθηκε με αξιοπρέπεια και πήδηξε από τον καναπέ και με δυο σάλτα βρέθηκε στην κορυφή του γατόδεντρού του.

    Όσο για μας… Ο Maurice σηκώθηκε από τον καναπέ και κρατώντας το χέρι του με πήγε στο δωμάτιο. Ακολούθησα υπάκουα.

    Σταμάτησε μπροστά από το κρεββάτι και πήγε από πίσω μου. Με αγκάλιασε από τη μέση και με τράβηξε προς το μέρος του και ένιωσα το μέλος του ορθωμένο. Ξεροκατάπια, σχεδόν έσταζα από την καύλα. Έσκυψε και άρχισε να με φιλάει στο σβέρκο ενώ και με τα δυο του χέρια χούφτωσε τα στήθη μου και άρχισε να τα μαλάζει δυνατά, κάνοντάς με να χάσω τ’ αυγά και τα πασχάλια.

    Ένιωσα την ανάσα του καυτή στο αριστερό μου αυτί. «Έχεις λιπαντικό;» με ρώτησε και αμέσως κατάλαβα τι είχε στο μυαλό του. Του το είχα πει, και το εννοούσα. Δεν χρειαζόταν παιχνίδια αν ήθελε να μπει στην πίσω πόρτα, αρκούσε να μου το ζητήσει. Και ας ήταν μεγαλούτσικος. Και ας ήξερα ότι θα με πονέσει στην αρχή. Και όμως, ένιωσα πάλι σα να παίζουμε κάποιο παιχνίδι, και είχε δίκιο! Έτσι ήταν χίλιες φορές καλύτερα.

    «Έχω,» του απάντησα με φωνή που ίσα κατάφερε να βγει από το στόμα μου. «Είναι στο συρτάρι μου,» συμπλήρωσα.

    Το συρτάρι μου. Το άβατο των άβατων σε ότι αφορά τον προσωπικό μου χώρο. Δεν έκανα καμία κίνηση να πάω να το πάρω από μέσα. Του είχα παραδοθεί πλήρως, ό,τι δικό μου ήταν και δικό του.

    Με άφησε και πήγε και άνοιξε το συρτάρι. Δεν είχε μόνο λιπαντικό, είχε και άλλα ερωτικά βοηθήματα που χρησιμοποιούσα κατά καιρούς. Δυο δονητές, ένα μεγάλο και ένα μικρούλικο, σχεδόν σαν στικάκι. Μια dildo. Τρία butt-plugs διαφορετικών μεγεθών. Προφυλακτικά.

    Και ένα μικρό flogger. Το είχα πάρει με σκοπό να το χρησιμοποιήσω με τον ακατανόμαστο. Έμεινε εκεί, αχρησιμοποίητο.

    “Paint me truly impressed!” μου είπε και γύρισα και τον κοίταξα χωρίς να ξέρω τι θα δω. Το βλέμμα του ήταν και πάλι αυτό το σκανταλιάρικο, το σχεδόν παιδιάστικο.

    “What can I say, I’m full of surprises!” του είπα προσπαθώντας να κάνω τη φωνή μου ανάλαφρη. Και το αστείο είναι ότι δεν ένιωθα καθόλου άβολα. Δεν ένιωσα καμιά ντροπή, ίσα-ίσα το όλο σκηνικό με έκανε να νιώσω ακόμα βαθύτερη εκείνη την πρωτόγνωρη αίσθηση υποταγής.

    “Don’t I see that?” με ρώτησε κουνώντας το κεφάλι του με τα μάτια του να λάμπουν σα χριστουγεννιάτικα φωτάκια το και με χαμόγελο από τη μια άκρη του προσώπου του ως την άλλη.

    “Do you like what you see, Sir?” τον ρώτησα και η φωνή μου βγήκε χαμηλή, σχεδόν ψιθυριστή.

    “Better than kokoretsi, paidakia and the mythical antikristo!” μου είπε με το αιώνιο πειρακτικό του τρόπο, λέγοντας με δυσκολίες τις ελληνικές λέξεις και κάνοντάς με να λιώσω ακόμα περισσότερο.

    Δεν ήταν μάσκες αυτά που φορούσε. Ο Maurice μου ήταν όλα μαζί, χωρίς να προσποιείται τίποτα: παιχνιδιάρης και τρυφερός, σκανταλιάρης και ταυτόχρονα έντονος, κτητικός, απαιτητικός. Δεν ήταν ούτε ο “αυστηρός” Sir Stefan (ναι, την έχω δει την ιστορία της Ο) ούτε, Θεός φυλάξοι, ο καρτουνίστικος Gray—γιατί καλή η φαντασίωση, αλλά η αρλούμπα είχε βαρέσει κόκκινο.

    Ο Maurice ήταν ο εαυτός του. Πάντα. Μπορούσε να περάσει από τη σοβαρότητα στο χαβαλέ και από την εξουσία στη δοτικότητα σε μια μόνο ανάσα. Ή να τα ενώνει όλα, σε έναν ρυθμό δικό του. Ήταν και η αρκούδα των σπηλαίων—ο τρόμος των προϊστορικών—και το γιγάντιο λούτρινο που θες να σφίξεις στην αγκαλιά σου λες και δεν υπάρχει αύριο. Όχι ρόλος· άνθρωπος. Ο δικός μου άνθρωπος.

    Ήρθε ξανά από πίσω μου και μου τύλιξε το φανελάκι του στα μάτια, κλείνοντάς τα μου τελείως. Ένιωσα το κορμί μου σχεδόν να τρέμει όταν επέστρεψε στα χάδια του. Η γλώσσα του και τα χείλη του απαλά στο λαιμό μου και στ’ αφτιά μου, και τα χέρια του να μου χουφτώνουν, να μου μαλάζουν σφίγγοντάς μου δυνατά τα στήθη.

    Πήρε το δεξί του χέρι από το στήθος μου και άρχισε να το κατεβάζει σιγά-σιγά προς τα κάτω και το σώμα μου τεντώθηκε άθελά μου από την προσμονή. Το εσώρουχό μου ήταν μούσκεμα, ήταν σα να έχω κατουρηθεί πάνω μου. Ένιωσα τα δάχτυλά του στη σχισμή, πάνω από το ύφασμα, και εκεί ένιωσα το πρώτο μου jolt, το σύνηθες προεόρτιο του οργασμού μου.

    Πέρασε το χέρι του μέσα από το κιλοτάκι και μόλις τα δάχτυλά μου με άγγιξαν ήρθε και το δεύτερο jolt και μου ξέφυγε ένα σιγανό βογγητό. “You are mine!” μου είπε στο αυτί. “You are mine to do as I please,” συνέχισε ψιθυριστά και εκεί είχε και το τρίτο jolt, το κορμί μου άρχισε να τρέμει σα να το χτυπάει ρεύμα.

    “I’m yours! I’m your to do as you please!” του είπα με την αίσθηση της υποταγής να έχει χτυπήσει κόκκινα. “I’m yours to pleasure you any way you like!”

    “Good girl,” μου ψιθύρισε και εκεί βούτηξε το δάχτυλό του μέσα μου και εκεί ήρθε το τέταρτο jolt. Και το πέμπτο. Και το έκτο.

    «ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ» φώναξα καθώς ο οργασμός μου ήρθε και έκανε το σώμα μου να σπαρταράει σαν ψάρι. Και δεν είχε μπει καν μέσα μου! Δεν είχε χρησιμοποιήσει καν το στόμα του. Μόνο το χέρι του και… και η κατάσταση στην οποία με είχε φέρει.

    «ΑΑΑΑΑΑΑΑΧ! ΜΩΡΟ ΜΟΥ! ΜΩΡΙΣ ΜΟΥ!!!! ΑΑΑΑΑΑΑΑΧ ΑΑΑΑΑΑΧ ΑΑΑΑΑΑΑΑΧ» συνέχισα να φωνάζω έχοντας χάσει κάθε αίσθηση του μέτρου, και με το σώμα μου να τραντάζεται τόσο δυνατά που ένιωθα ότι θα σπάσω.

    “Yes, baby! Cum for me! Cum for your Master!” μου είπε, και μόνο στο άκουσμα της λέξης Master, ένιωσα και δεύτερο απανωτό οργασμό να με χτυπάει σαν ρεύμα υψηλής τάσης. Δεν… δεν μου είχε ξανατύχει ποτέ αυτό.

    «ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ!» ούρλιαξα για δεύτερη φορά, νιώθοντας σαν να έχω βάλει το δάχτυλο μου στην πρίζα.

    Και κάπου εκεί… τραγούδησε και η χοντρή. ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ.

    “ΑΑΑΑΑΧ… sweet mystery of life” άρχισα να τραγουδάω σαν άλλη Madeline Kahn, με φωνή που θα έκανε και τον Mel Brooks να δακρύσει από συγκίνηση.

    Ξέρω, δεν είναι όλες οι στιγμές για χαβαλέ, αλλά ο αρκούδος μου είχε δώσει τον λόγο του… κι εγώ, ως καλό και υπάκουο κορίτσι, έκανα ό,τι περνούσε απ’ το χέρι (και το λαρύγγι μου) για να τον βοηθήσω να τον κρατήσει.

    Δεν ξέρω πώς κατάφερε και παρέμεινε σοβαρός—ίσως και να έσφιγγε τα δόντια από μέσα του—αλλά δεν σταμάτησε. Συνέχισε να με παίζει, ασταμάτητα, μεθοδικά, ώσπου δεν άντεχα άλλο, νόμιζα ότι θα διαλυθώ, θα σπάσω σε κομμάτια.

    Θα ορκιζόμουν ότι προχθές μου είχε δώσει τον καλύτερο οργασμό της ζωής μου… αλλά μπροστά στο σημερινό;

    Ω ΘΕΟΙ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ.

    Και δεν είχε τελειώσει! Μου κατέβασε τελείως το κιλοτάκι και με έβαλε να σκύψω πάνω στο κρεββάτι. Γονάτισε, και χουφτώνοντάς με και από τους δυο γλουτούς άρχισε να με γλείφει… πίσω…

    Αυτό δε μου το είχε κάνει ποτέ κανείς!

    Η αίσθηση της γλώσσας του πίσω μου… Θεέ μου, δεν έχω τρόπο να την περιγράψω. Δεν… δεν ήταν όπως όταν γίνεται μπροστά, η περιοχή παρότι πλούσια σε νευρικές απολήξεις είναι… είναι τελείως διαφορετικού είδους. Η αίσθηση όμως ήταν… Δεν ξέρω… απλά δεν ξέρω…

    Σταμάτησε και ένιωσα να μου απλώνει λιπαντικό. Τουρλώθηκα όσο καλύτερα μπορούσα παρότι ήξερα ότι αυτό θα πονέσει. Πολύ. Ωστόσο ο Maurice δεν βιαζόταν. Ξεκίνησε απαλά με το ένα του δάχτυλο, και αυτό πολύ προσεκτικά, πολύ αισθησιακά σε σημείο που έκλεισα τα μάτια μου και άρχισα να το απολαμβάνω.

    Παρόλο που έχω κάνει σεξ από πίσω—αν και με ελάχιστους—δεν το λάτρευα ακριβώς, με εξαίρεση μια-δυο φορές με τον ακατανόμαστο που μάλιστα μία από αυτές με είχε καταφέρει να έχω και οργασμό με αυτό τον τρόπο. Την είχα ακούσει, δεν μπορούσα καν να διανοηθώ ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και σ’ εμένα, που δυσκολεύομαι να νιώσω οργασμό ακόμα και όταν παίζω η ίδια με τον εαυτό μου.

    Βύθισε όλο του το δάχτυλο μέσα και μου ξέφυγε ένα ηδονικό βογγητό. Η δυσάρεστη, ενοχλητική αίσθηση που υπήρξε στην αρχή, εξαφανίστηκε τόσο γρήγορα που μ’ έκανε να απορήσω. Τράβηξε το δάχτυλό του και προσπάθησα να προετοιμαστώ γι’ αυτό που θα ακολουθούσε.

    Ένιωσα κάτι στην πίσω μου σχισμή αλλά δεν ήταν το όργανό του. Ξαφνικά κατάλαβα, ήταν το μικρό butt-plug. Ο Maurice, χωρίς να βιάζεται, αργά και προσεκτικά, το βύθισε όλο μέσα μου, και αν και στην αρχή πόνεσε λιγάκι η δυσφορία πέρασε σχεδόν αμέσως.

    Με τράβηξε προς τα πίσω, δείχνοντας μου ότι θέλει να σηκωθώ. Μου έβγαλε το φανελάκι από τα μάτια και γύρισα και τον κοίταξα. Μου ένευσε με το κεφάλι του να γονατίσω. Το έκανα προσεκτικά, για να μη μου βγει το butt-plug, και τον πήρα στο στόμα μου και τον βύθισα μέχρι τη ρίζα του.

    “Yes, babe! Yes!” μου έκανε, και με το στόμα μου γεμάτο σήκωσα με κάποια δυσκολία το βλέμμα μου πάνω του.

    Είχε κλείσει τα μάτια του και είχε αφεθεί στην περιποίηση που του πρόσφερα με το στόμα μου. Τα μάτια μου σφάλισαν και πάλι από μόνα τους και επικεντρώθηκα στο έργο μου. Νόμιζα ότι ήθελε να με πάρει από πίσω, αλλά αν το μωρό μου ήθελε να του κάνω πίπα, πίπα!

    Με σταμάτησε μετά από λίγη ώρα και με έβαλε να σκύψω και πάλι πάνω στο κρεββάτι. Τράβηξε το butt-plug απαλά, και με πλημμύρισε αυτή η αίσθηση της ανακούφισης όταν απαλλάσσεσαι από κάτι ενοχλητικό, παρόλο που τόση ώρα σχεδόν είχα ξεχάσει την παρουσία του.

    Ένιωσα τα δάχτυλά του να απλώνουν και πάλι λιπαντικό και λίγη ώρα αργότερα ακολούθησε το δεύτερο σε μέγεθος butt-plug. Ένιωσα και πάλι μια στιγμιαία αίσθηση δυσφορίας, η οποία, όπως και προηγουμένως, χάθηκε μερικές στιγμές αργότερα. Με έβαλε να γονατίσω και πάλι και να συνεχίσω την πίπα από εκεί που είχα μείνει.

    Δεν είχα καταλάβει τι ήθελε ακριβώς από εμένα, αλλά δε με ένοιαζε. Θα με είχε όπως με ήθελε. Άδειασα το μυαλό μου και επικεντρώθηκα και πάλι στην πίπα που του έκανα, και αυτή τη φορά τα βογγητά του ήταν ακόμα πιο δυνατά.

    Πέντε λεπτά αργότερα με σταμάτησε και πάλι, και εκεί ακολούθησε το τρίτο, και πιο μεγάλο σε μέγεθος butt-plug. Όταν μ’ έβαλε να γονατίσω για τρίτη φορά και να συνεχίσω την πίπα φορώντας το, κατάλαβα τελικά τι είχε στο μυαλό του. Ήθελε να με ανοίξει, να κάνει τον απαυτό μου να συνηθίσει τον “εισβολέα,” με αισθησιακό τρόπο.

    Και ο Αργύρης φρόντιζε πάντα να με προετοιμάσει πριν το κάνουμε με αυτό τον τρόπο. Παρόλο που δεν το έκανε ποτέ βιαστικά, και που πάντα μου έδινε το χρόνο μου, ο τρόπος του Maurice ήταν πιο παιχνιδιάρικος και απίστευτα πιο αισθησιακός. Χώρια που με τον πρώτο, και παρά ότι ήταν εκείνος που ενέταξε το spanking στο ρεπερτόριό μου, απουσίαζε τελείως αυτό το… αυτή η αίσθηση υποταγής.

    Την τέταρτη φορά που με έβαλε να σκύψω στο κρεββάτι, ήξερα πλέον τι θα ακολουθήσει, και δεν διαψεύστηκα. Ένιωσα το όργανό του να τρίβεται πίσω μου και αργά και προσεκτικά άρχισε να τον βυθίζει μέσα μου, κάνοντας μικρές κινήσεις μπρος πίσω. Τα butt-plugs είχαν κάνει καλά τη δουλειά τους, άρχισε να κερδίζει πόντους μέσα μου χωρίς να με κάνει να νιώσω παρά μια ελάχιστη δυσφορία.

    Εντάξει, από ένα σημείο και πέρα πόνεσε, αλλά είχε κάνει τόση καλή προετοιμασία που ο πόνος αυτός ήταν ασήμαντος σε σχέση με άλλες φορές. Και όχι μόνο αυτό, αλλά άρχισε να μου περνάει και πιο γρήγορα. Ο Maurice έμεινε ακίνητος για μερικές στιγμές, βυθισμένος τελείως πίσω μου, και μετά ξεκίνησε με αργές, απαλές κινήσεις.

    «Είσαι εντάξει μωρό μου; Σε πονάω;» με ρώτησε.

    «Όχι μωρό μου! Μη σταματάς! Σε παρακαλώ μη σταματάς!» του απάντησα πνιχτά—από καύλα, όχι πόνο.

    “You are mine!” μου δήλωσε σφίγγοντάς με από τη μέση.

    “I’m yours, babe! Yours!”

    Πρέπει να είχε γίνει κουδούνι από την καύλα και του λόγου του, γιατί παρόλο που ο ρυθμός του δεν ήταν γρήγορος, δεν πήρε ούτε πέντε λεπτά να τελειώσει. Με άρπαξε από τα μαλλιά τραβώντας τα πίσω, και κάνοντάς με να ξεφωνίσω από την καύλα, καρφώθηκε για τελευταία φορά μέσα μου, και έμεινε ακίνητος. Ένιωσα το όργανό του να κάνει σπασμούς μέσα μου και φορώντας προφυλακτικό, δεν ένιωθα σα να μου κάνουν κλύσμα.

    “OOOOOOH… OOOOOH BABY!” φώναξε στην κορύφωση του οργασμού του και σιγά-σιγά οι σπασμοί του μέλους του μέσα μου καταλάγιασαν, και σταμάτησαν τελείως.

    Τραβήχτηκε απαλά από μέσα μου και με σήκωσε και με πήρε στην αγκαλιά του. “I love you, my sweet, naughty sorceress!”

    «Κι εγώ σ’ αγαπάω αρκούδε μου!» του είπα τυλίγοντας τα χέρια μου πίσω από το κεφάλι του και σηκώνοντάς το βλέμμα μου πάνω του. “You are surely a man of your word!” του είπα χαχανίζοντας και συνέχισα. “Yeah, yeah, don’t call you Shirley!”

    “Well, since you made me forget my name, again, it would be awkward!” μου είπε και έβαλε τα γέλια. «Ένας Θεός ξέρει πως κρατήθηκα σοβαρός όταν άρχισες να τραγουδάς το γλυκό μυστικό της ζωής!» συνέχισε, και με χάιδεψε τρυφερά. “You’re one of a kind, Sophy. You really are!”

    Τώρα να πω ότι δεν έβαλα και πάλι τα κλάματα σαν κοριτσάκι, θα μου πετούσατε σάπια λάχανα, και δε θέλω. Με έσφιξε πάνω του δυνατά, κόβοντάς μου σχεδόν την ανάσα, ενώ εγώ συνέχισα να κλαίω του καλού καιρού.

    Δεν είχα νιώσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια πληρότητα.

    ---ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ---