Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Η Πηνελόπη των Σεπολίων - 4

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Afrodoxia, στις 15 Ιουνίου 2021.

  1. Afrodoxia

    Afrodoxia Regular Member

    «Απενοχοποίηση»! Αυτή ήταν η σωστή λέξη που έψαχνε εδώ και μέρες έψαχνε η Βάνα για να «καρφιτσώσει» στο μυαλό της. Να περιγράψει την παράξενη αυτή σχέση που διατηρούσε με την κοπέλα από τον Πρώτο. Ένα πλάσμα χωρίς καμία σύμβαση, ενοχή ή – και αυτό ήταν ακόμα πιο απίθανο – χωρίς κανένα θέλω!


    Η Βάνα – μην γελιέστε – ήταν ένας ατρόμητος κυνηγός των συμφερόντων της, και ίσως γι’ αυτό σε σχέση με την Πηνελόπη ένιωθε ότι βρισκόταν εκτεθειμένη, σχεδόν σαν τρομαγμένο ζώο, στο θαυματουργό άγγιγμα της «δούλας» της…


    Μετά από πολύωρες περιποιήσεις με κρέμες, με ποδόλουτρα και άλλα απ’ την Πηνελόπη, τα πόδια της Βάνας είχαν παύσει να δείχνουν παραμελημένα. Μ’ αναπτερωμένη την αυτοπεποίθησή της, ένα απομεσήμερο επιστρέφοντας η Βάνα νωρίτερα απ’ την δουλειά, μπήκε στην μανικιουρίστα της περιοχής για πεντικιούρ.

    Όταν εκείνο το απόγευμα περήφανα η Βάνα παρουσίασε το αποτέλεσμα στην μικρή της δούλα, εκείνη ενθουσιάστηκε και της αγκάλιασε τις γάμπες λες και ήταν παιδιά της. Η Βάνα έγλειψε ικανοποιημένη τη γλώσσα της και έγειρε το κεφάλι πίσω ν’ απολαύσει ακόμα ένα μασάζ.


    Η Πηνελόπη άγγιξε απαλά τα φρεσκοακονισμένα νύχια και νόμιζε ότι έπαιζε στα χέρια της σπαθιά. Όταν ξεκίνησε να τρίβει ερεθιστικά και επίμονα το στήθος της πάνω τους, η Βάνα με κυρίαρχη θέληση ξεκίνησε με τη σειρά της να τινάζει ανοιγοκλείνοντας με δύναμη τα δάχτυλα του δεξιού ποδιού της, που η δούλα είχε τώρα πάρει στον κόρφο της. Αυτό έγινε πολλές φορές, μία με το ένα και μία με το άλλο πόδι, και κάθε φορά που χάραζε το γονατισμένο μπροστά της κορμί τόσο ένιωθε ότι πάταγε σε στέρεο έδαφος – εκείνο της ψυχής τους!


    Έτσι, όταν το βαρύ σώμα στάθηκε στα πόδια του, η Αφέντρα ένιωσε ακριβώς όπως τότε που ξεκινούσε τον εργασιακό στίβο, τριάντα χρόνια πριν, έτοιμη να κατακτήσει τον κόσμο όλο.


    Άρπαξε την μικρή δυνατά απ’ τα μαλλιά και την έσυρε σαδιστικά μέχρι τα ενδότερα του παλατιού της. Την πέταξε στο κρεβάτι και ξεκίνησε να σφυρηλατεί δίχως έλεος το μουνί της.


    Ζούσαν σαν δύο αδελφές που η κάθε μία ανακάλυπτε μέσα απ’ την άλλη το σώμα της, ή ακόμα καλύτερα, σαν δύο αγαπημένες αδελφές που θα έμεναν μαζί ως τα γεράματα.


    -



    Το επόμενο πρωί η Βάνα βγήκε πρώτη απ’ το μπάνιο χωρίς να τραβήξει το καζανάκι – δεν χρειαζόταν.

    Δεν είχε μόνο βρει εκείνη την λεξούλα που τόσο έψαχνε, αλλά για πρώτη φορά στη ζωή της κατάλαβε και τι σημαίνει να είναι «απενοχοποιημένη». Πίσω της είχε αφήσει την μικρή να τελειώσει την βρώμικη δουλειά. Ντύθηκε και φώναξε στην Πηνελόπη, « φεύγω, με περιμένουν τα σκατά των άλλων». Η μικρή είχε αρχίσει να της γίνεται αναγκαία.


    Η Πηνελόπη ουσιαστικά είχε μετακομίσει στο ρετιρέ. Αν και το «μετακομίσει» είναι η μισή αλήθεια μιας και από κάτω δεν είχε πάρει τίποτα, ούτε καν το κιλοτάκι της!


    Ένα βραδάκι με φόντο τον νυχτερινό αττικό ουρανό και ενώ η Βάνα έδειχνε τη σωστή στάση στην μικρή για το πώς θα σβήνει τη δίψα της όταν εκείνη κάθε φορά θ’ άνοιγε τα παχιά της σκέλια, της βγήκε πάλι εκείνος ο αναστεναγμός, όπως τότε που πρωτογνωρίστηκαν.


    Παρότι η Βάνα καθημερινά ερχόταν σ’ επαφή με δεκάδες κόσμο και την ήξερε η μισή πόλη, όταν το βράδυ γύριζε σπίτι κανένας δεν την περίμενε.

    «Φοβάμαι να σε χάσω», μουρμούρισε βραχνά.

    Η Πηνελόπη εμφανίστηκε μέσα απ’ τα σκέλια της Κυρίας της με τον τρόπο που ο κύκνος τινάζεται έξω απ’ το νερό.

    «Έχω μία ιδέα, αλλά μένει να αποδειχτεί», της απάντησε σαν να εκμυστηρευόταν μυστικό.


    Τις αμέσως επόμενες μέρες η Πηνελόπη, πριν πετάξει στα σκουπίδια κάθε κρατικό έγγραφο και λογαριασμό που είχε φορτωθεί απ’ το παρελθόν, πούλησε την γκαρσονιέρα της σε ένα ζευγάρι Πακιστανών με τρία παιδιά, χαρίζοντάς τους μαζί έπιπλα και ρούχα. Έδωσε τα λεφτά στην Κυρία της και αγόρασε μία μεγάλη χρυσή καδένα, και όλοι μαζί κατέβηκαν σ’ έναν tattoo artist στη Λένορμαν.


    Εκεί η Πηνελόπη, στο πίσω δωματιάκι, τσιτσιδώθηκε και ξάπλωσε για να εγγράψει ο καλλιτέχνης πάνω στη λευκή της σάρκα «ΣΟΥ ΑΝΗΚΩ ΒΑΝΑ». Οι δύο πρώτες λέξεις χαράχθηκαν στην κοιλίτσα της και η τρίτη έπιασε όλο το πλάτος πίσω στην μέση της.


    Όσο η μικρή ήταν ξαπλωμένη, η Βάνα κρατούσε το χέρι της. Στο τέλος, η Πηνελόπη – τώρα και επισήμως δούλα – έδειξε το πυρωμένο μουνάκι της στον τυπάκο που εδώ και ώρα απολαύανε με την βελόνα του να την κεντάει ψιλό γαζί, ενώ η Βάνα του κραύγαζε με την αγριοφωνάρα της: «πόνα την ρε, μαζοχίζεται», χαχανίζοντας σαν φώκια.

    Όταν εκείνος της πέρασε τον χαλκά στην κλειτορίδα, η Βάνα άφησε το χέρι της Πηνελόπης και έβγαλε από ένα πακέτο την καδένα, την ξετύλιξε πάνω απ’ τα δακρυσμένα μάτια της μικρής της δούλας και την άφησε να πέσει πάνω στον ομφαλό της.


    Ήταν ακόμα μία γαμήλια τελετή.