Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μια μικρή ιστορία αγάπης

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Lost Hours, στις 22 Φεβρουαρίου 2015.

  1. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Μια μικρή ιστορία αγάπης

    Μέρος πρώτο

    Ό,τι θέλω να πω, ο,τι θέλω να περιγράψω, υπάρχει ως ένα καλά κρυμμένο μυστικό στα ανεξιχνίαστα βάθη του μυαλού μου που τώρα με δέος βυθίζομαι. Ανέγγιχτο από το αίμα που εύκολα κύλισε, άσπιλο από τον πόνο που απλόχερα μοιράστηκε, βασιλεύει εκεί αγνό, σαν το μακαβριο λάβαρο της αγάπης μου γι’ εκείνην. Ακόμα και τώρα, που ήρθε η στιγμή να το φέρω στο φως, οι τύψεις μου ασθενικά ανασαίνουν κάτω από τις λέξεις που γράφω, γιατί ουσιαστικά ποτέ μου δε μετάνιωσα για ό,τι νοσηρό προκάλεσα, ποτέ μου δεν έψαξα να βρω δικαιολογίες για να καλύψω τις τερατώδεις μορφές που πήρα γιατί ήξερα πολύ καλά γιατί έκανα, ό,τι έκανα. Ίσως να τρομάξεις αναγνώστη μπροστά στην ερεβώδη πλευρά μου και με σιχασιά να αποτραβήξεις το βλέμμα σου πριν προλάβεις να αντικρίσεις κάτι πιο τρομακτικό που κατάφερα, το μαρτύριο και τον θάνατο να γεννηθεί από την έξη της αγάπης. Έτσι, χωρίς οίκτο και καταισχύνη…παγωμένος, επιστρέφω εκεί νοερά, που ο έρωτας όπλισε το χέρι μου με μαχαίρι κοφτερό…

    Ένα ονειρικό πέπλο καλύπτει τις αναμνήσεις εκείνης της εποχής και το χαμόγελο ζωγραφίζεται ξανά στα χείλι μου με την ανάμνηση των πιο ευτυχισμένων ημερών μου που ξεκίνησαν μετά τον γάμο μου με την Ίρις και διήρκησαν κοντά δύο χρόνια στο κέντρο της πόλης όπου ακόμα δεσπόζει παρακμασμένη πλέον, η έπαυλη των Έσντελφορ, η πατρική οικία της γυναίκας μου. Εκείνη την εποχή, σου ήταν αδύνατο να διασχίσεις το δρόμο έξω από την έπαυλη και να μην κοντοσταθείς για να θαυμάσεις το επιβλητικό κτίριο που προκλητικά στεκόταν εκεί, αδιαφορώντας για την δυσωδία και την ανέχεια της γύρω περιοχής. Στο κέντρο μιας έκτασης ενός οικοδομικού τετραγώνου, διακοσμημένο με μαρμάρινα αγάλματα αγγέλων, ανθρώπων και ζώων στα προπήγματα των πλευρών του και στους χώρους των πολυάριθμων μπαλκονιών που το αγκάλιαζαν στα διάφορα επίπεδα του, σε γέμιζε με την αίσθηση πως με κάποιο μαγικό τρόπο αυτό το κτίριο κατάφερνε να διοχετεύει την ευδαιμονία της αρμονικής συνύπαρξης των κόσμων που αντιπροσώπευαν τα γλυπτά του, στις ζωές των ενοίκων του. Οι λιθογραφημένοι με παραστάσεις αρχαϊκών μαχών, τέσσερεις πύργοι πού δέσποζαν στα άκρα του και ενωνόντουσαν μεταξύ τους με πέτρινη περίφραξη ήταν κτισμένοι από γιγαντόλιθους και έμοιαζαν σαν τους φύλακες ενός απόρθητου φρουρίου που η όψη τους κράταγε μακρια την ζοφερότητα της εποχής. Η τέχνη των ανθρώπων που δημιούργησε αυτό το αρχιτεκτονικό μεγαλείο ηταν περιτριγυρισμένη από καταπράσινη χλόη, ανθόσπαρτη με κάθε λογής πολύχρωμων αρωματικών φυτών που παρείχαν τα άνθη τους για τον περίτεχνο στολισμό των πρεβαζιών των στοιχισμένων παραθύρων του οικήματος, και καλαίσθητα ισορροπούσε με την φυσική ομορφιά των αιωνόβιων δέντρων που την έζωνε, αγγίζοντας κάθε ψυχή με το χέρι της ευφροσύνη, απομακρύνοντας από αυτήν κάθε βαρύθυμο συναίσθημα.

    Σε αυτήν την παραδεισένια φυλακή μοιράζαμε τις ζωές μας εγώ και η αγαπημένη μου στις πιο παθιασμένες προσδοκίες μας που εκπληρωνόντουσαν μέσα σε ένα αληθινό όνειρο για δύο χρόνια περίπου. Έτσι και εμείς, ανέμελοι, αφελείς, με παιδική αθοώτητα ξεγελάγαμε τον χρόνο με την χαρά που τροφοδοτούσε την αιωνιότητα μας. Μα πόσο επίπλαστα είναι τα όνειρα των θνητών και πόσο εύθραυστα σαν βρίσκονται στο κατώφλι της σκοτεινής μοίρας; Εγώ πήρα τις απαντήσεις μου τότε και τις φυλάω σαν ουλές στο καταβεβλημένο μου σώμα πλέον, για να θυμάμαι την ματαιοπονία των ονειροπολήσεων μου και να κρατώ ζωντανό ότι ενέπνευσε φλόγα στις στάχτες, την ρώμη που βρήκα σε ανεξιχνίαστες πλευρές της ψυχής μου όταν ο θάνατος επισκέφτηκε εκείνο το καλοκαίρι την γυναίκα μου, την Ίρις.

    Τα πρώτα σημάδια της ασθένειάς της εμφανίζονται σαν εικόνες στο μνημονικό μου που στοιχιώνεται από τους εφιάλτες μου. Εκείνο το αφόρητα ζεστό καλοκαίρι της Ίρις η μορφή άρχισε να αλλάζει σταδιακά, υφαίνοντας έτσι το θλιβερό ιστό του τέλους . Το δέρμα της νιότης άλλοτε μεταξένιο και στιλπνό άρχισε να αφυδατώνεται και μέσα στις ζάρες του, πληγές άγριου πόνου πρόβαλλαν αιμορραγώντας ελάχιστα αλλά συνεχώς μέχρι που σκελετωμένη και χλωμή τα βαριά της βήματα έσερνε σιωπηλή, σαν ψυχοφθόρο φορτίο. Οι ελάχιστες τούφες μαλλίων που ήταν πλέον διάσπαρτες στο πληγωμένο κρανίο της θύμιζαν με πόνο και αηδία, στο ελάχιστο τα άλλοτε απαστράπτουσα μακριά ξανθά μαλλια της.Την θυμούμαι να σερνει την φίγουρα της μέσα στους διαδρόμους της έπαυλης και με μισος να ξίνει τις πληγές στο ματωμένο της κεφάλι, προσπαθώντας μάταια να απαλλάγει από τον μαρτυρικο πόνο αφήνοντας τούφες ματωμένων μαλλιών ολογυρά καθώς τα ουρλιαχτά της αντιχούσαν στους διαδρόμους της έπαυλης. Το πιο προχωρημένο στάδιο της ασθένειας την καθήλωσε αιχμάλωτη στο κρεβάτι κάτω από το σεντόνι της νεκρικής παγερότητας που είχε καλύψει το σώμα της. Τα λόγια της, αδύναμα έβγαιναν επίπονα από το ξεραμένο στόμα της για να εμφανίσουν τον πόνο της σε έμενα που στεκόμουν δίπλα της αιώνιες ώρες.

    Μόνος εκεί πλάι στο βάραθρο του πόνου να συλλογιέμαι κάθε νύχτα τις μοχθηρές μορφές που η φύση μπορεί να πάρει, νέκρωνα την ψυχή μου για να μπορέσει να δεχτεί το βαρύ έργο που είχα να επιτελέσω με το φώς τις ημέρας. Ακούραστος και αποφασισμένος να μην ηττηθώ από την σκληρή μου μοίρα αναζητησα την σωτηρία της εκει όπου η λογική είναι δέσμια των εικόνων και το πνεύμα δούλος του φόβου.
     
  2. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    μερος ΙΙ



    Από το πρώτο διάστημα που οι πληγές τις αγαπημένης μου έκαναν την εμφανισή τους στα λευκά φορεματά της και πάγωσαν το χαμογελό μας επισκευτήκαμε τους καλύτερους γιατρούς της πόλης. Οπλισμένοι από την πρότερη ευτυχία μας, την νιότη μας αλλά και την οικονομική μας ευρωστεία, πεπεισμένοι ότι θα νικήσουμε την ασθένεια ελπίζαμε ακόμα και όταν οι γιατροί μας αποθάρρυναν με τα μισόλογα της αγνοιάς τους και τα βλέμματα γεμάτα συμπόνια μπροστά στον αργό θάνατο της Ιρις. Έτσι, τους γιατρούς της πόλης τους διαδέχτηκαν οι γιατροι της πόλης και έπειτα όλης της χώρας αλλά η απάντηση παρέμεινε απελπιστικά το ίδιο σπαρακτική με αποτέλεσμα να χαθεί κάθε ίχνος πίστης στην λογική. Καταρακωμένος, αδύναμος και στα πρόθηρα της οικονομικής καταστροφής μέτα από τα αμέτρητα ιατρικά ταξίδια και νοσήλεια, δεν μου έμελλε παρα να δοκιμάσω να ποντάρω τα τελευταία μου υπάρχοντα στον εναν και μονό παίχτη που παρεμένε καρτερικά σιωπηλός στην σκοτεινή γωνιά του μυαλού μου: στις απόμακρες συνοικίες της πόλης, εκει που κατοικούν οι απόκληροι της κοινωνίας και τα κατακάθια του ανθρώπινου είδους. Οποιος ψάχνει κάτι παράνομο εκεί θα το βρει,στο περιθώριο που βασιλεύουν οι σκιές της μαγείας και οι ιερείς του αποκρυφισμού των αρχαίων θεών, εκεί αναζήτησα την ύστατη λύση και ανέλαβα το αιώνιο χρέος.

    Μια βιαστική φιγούρα,μέσα σε υγρά πλίθινα σοκάκια. Αυτό ήμουν, ξανά και ξανά σε μια αρρωστημένα επαναλαμβανόμενη ιεροτελεστία μαρτυρικής αλλαγής της λογικής μου, επέμενα να αλλάξω τον θάνατο που καρτερούσε μειδίαζοντας. Κάθε φορά με κυρίευε ο τρόμος όταν πλησίαζα στις συνοικίες, η ατμόσφαιρα βάραινε και το σκοτάδι γινόταν πιο πυκνό. Ολοι γνωρίζανε ότι εδώ ισχύουν, αλλά δεν τηρούνται οι κανόνες της πόλης και εγώ έπρεπε να προχωρήσω βαθεία, μέσα στις απογορευμένες ουσίες και στην εξαγορά ανθρώπων για να μπορέσω να εξαγοράσω ζωή, την ζωη της Ιρις, και όταν οι καπνοί του φλεγόμενου μυαλού μου θόλωσαν το πνέυμα μου και κάλυψαν της πλήγες μου που με γέμιζαν φόβο, ξεκίνησα. Έχοντας πουλήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας μου, με τα πουγκιά να βαραίνουν το παλτό μου κατεθυνόμουν αρχικα εκεί αγοράζοντας ποσότητες οπίου. Προσπαθούσα απελπισμένα να γνωρίσω καλύτερα τον διακινητή που συναντούσα για να μπορέσω να εισχωρήσω στα ενδότερα της κόλασης, αλλά αυτο πήρε μεγάλο διαστήμα και κόστισε πολύ. Κράταγα το μυαλό μου καθαρό και ότι όπιο αγόραζα το αφηνα ανέγκικτο, αλλά ποσο αφελής ήμουν που δεν είχα σκεφτεί το βάθος του δρόμου όταν κίναγα για την οριστικη συναντηση, εκείνο το βραδυ.

    "Δεν είναι τοσο εύκολο αυτο που ζητας". Το παγωμένο του βλέμμα, αποτρεπτικό δεν άφηνε περιθώρια. Να επιμένω, αυτό έμαθα, συνέχισα να ρωτώ για το πως μπορώ να επαναφέρω μια ζωή καταστρέφοντας άλλη.

    "Θα χρειαστείς πολλά νομίσματα, θα χρειαστείς θάρρος για να δεις πέρα από την πραγματικότητα που ξέρεις". Αλλά αυτήν την φορά το δικό μου βλέμμα, εκείνου που δεν έχει να χάσει τίποτα πέρα από μια πετρωμένη ψυχη, του έδωσε την παγωμένη απάντηση. Τον ακολούθησα.

    Κατευθυνόμασταν στα ενδότερα, αυτός μπροστά, να κρατά ένα φανάρι με ισχνό φως, εγώ λίγο πιο πίσω, με βήμα γοργό και οι δυο, τυλιγμένοι μέσα στα κάπες μας να κρύβουμε τα προσωπά μας από τις διαπεραστικές ματιές των παρείσακτων που αράζανε στους δρόμους. Οσο πιο βαθειά εισχωρόυσαμε στις γειτονιές οι άνθρωποι λιγόστευαν και οι δρόμοι στένευαν με τα διώροφα σπίτια να πλησίαζουν το ένα το αλλό δημιουργώντας πέτρινους διαδρόμους με ουράνια οροφή τον συνεφιασμένο σκοτεινό ουρανό. Ένας λαβύρινθος τόσο περίπλοκος που είχα χάσει κάθε προσανατολισμό, μια στοιχιωμένη επιθυμία να μαγεύει την αιτία αυτής της ανέλπιδης προσπάθειας μέσα στο δρόμο της απόγνωσης με έκανε να ακολουθώ καρτερικά τον συνοδοιπόρο μου με την καρδιά μου να κυριεύεται από απόκοσμη αγωνία. Οταν φτάσαμε στο προορισμό μας, δέος κυρίευσε το μυαλό μου μπροστά στην όψη της φιγούρας που μας περίμενε. Σκυφτός και αδύνατος, μεσα στην μαύρη κάπα του στεκόταν μακριά και η σκιά του απλωνόταν αφύσικα θεώρατη πάνω στο μισογκρεμισμένο πύργο που βρισκόταν πίσω του.

    "Μείνε εδώ, δώσε τα φράγκα". Υπάκουσα και περίμενα, παρακολουθώντας τους δυο άντρες να υφαίνουν συνομωτικά τον ιστό της ζωή μου στις μέρες που θα ερχόντουσαν, μέχρι την στιγμή που ο οδηγός μου κίνησε μόνος του μέσα στον μισογκρεμισμένο πύργο, για να ξεπροβάλλει ξανά, αλλά αυτή την φορά μαζί με μία γυναικεία φιγούρα στο πλάι του. Εφτασε κοντά μου. "Ειναι δική σου, θα μάθεις σύντομα τι πρέπει να κανεις... ξέρει να σε βγάλει απο δω μέσα"... και η φιγουρα του χάθηκε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.

    Δυο καταραμένες ψυχές, αλληλένδετες σε ενα παιχνίδι κέρδους χωρίς συναίσθηση, αφηφώντας την απώλεια που συνυπήρχε σε κάθε βήμα, κατευθύνομασταν έξω απο αυτο το χαοτικό μέρος, εκείνη μπροστά και εγω να ακολουθώ πάλι, με ενα μυαλό στοιχιωμένο με την μορφή εκείνου του μάγου να ματώνει με οράματα και λέξεις τις σελίδες του νου μου γράφοντας επίπονα το ρόλο που είχα να διαδραματίσω. Έτσι, μολίς βγήκαμε απο τι απομακρυσμένες συνοικίες ήξερα ότι αυτη η γυναίκα δώθηκε σε μενα ως σκλάβα και "πονο έπρεπε να δωσω για να κερδίσω ζωη" και ήταν δικιά μου σειρά να την οδήγησω στην οικία μου.
     
  3. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Μέρος τρίτο


    Ξεφλουδισμένοι τοίχοι, μέσα σε ενα ψηλοτάβανο κτήριο, το φως της αυγής πάλευει να ζεστάνει τον πνιγερό αέρα, αίμα και σάπια κομμάτια δέρματος διάσπαρτα στα σκονισμένα πατώματα. Ο πόνος των ουρλιαχτών αντηχούσε ακόμα εκει μέσα σε αρμονία με τον σιγανό ψίθυρο κραυγής που πήγαζε απο στο νεκροκρέβατο της μελλοθάνατης και έδινε τον τόνο στην οδύνη. Πέρασε αυτη πρώτη σαν άνοιξα τη πύλη και κοντοστάθηκε σαστιμένη απο την αποπνικτική ατμόσφαιρα, αλλά προχώρησε και άρχισε να ομορφαίνει το χαος. Μια καλοσχηματισμένη γυναίκα απροσδιόριστης ηλικίας με μαυρα μακρια μαλλια και πρασινα μάτια μέσα στο μαυρο παλτό της άνοιγε τα παράθυρα και παραμέριζε τις βαριές κουρτίνες για να λούσει με πάθος το πρωινό φως του ήλιου το παραμελημένο σπίτι.

    Από εκεινη την μερα όλα άλλαξαν, η παρουσία της Νερι μέσα σε εκείνο το σπίτι γαλήνεψε την ψυχή μου και για τις πρώτες μέρες σαν μαγεμένος παρακολουθούσα την μεταμόρφωση που διαδραματιζόταν μπροστά στα μάτια μου και μέσα στην άγονη καρδία μου, αλλά τα όραματα του μάγου κάθε νύχτα ερχόντουσαν βλοσυρά, να επιτάξουν τις κινήσεις μου. Ξεκίνησε σταδιακά, στην αρχη μερικά βράδια, όπου ξύπνηγα έντρομος μεσα στον κρύο ιδρώτα, αγκωμαχούσα τις λέξεις που έπρεπε να πω, βλέπωντας νοητά τις φρικιαστικές εικόνες του μέλλοντος που έπρεπε να ζήσω. Εσύ αναγνώστη που έχεις νιώσει την ίαση της καταρωκομένης ψυχής σου στην δαιμονική ευφορία που οι καπνοί του οπίου προσφέρουν, αντιλαμβάνεσαι την αιτία της χρήσης μου στην ουσία, όταν κάθε βράδυ μάτωνε το μυαλό μου με τα κολασμένα οράματα. Και έτσι, την ημέρα έπρεπε να είμαι βυθισμένος στην νεκρική αγαλλίαση του οπίου, για να παρακολουθώ την Νέρι να περιποιείται το σπίτι, εμένα και την Iris, έτσι ώστε να μπορέσω σαν υπνωτισμένος να επιτελέσω το καθήκον μου.

    Καθέ βράδυ το ίδιο σκηνικο μεσα στην κάμαρι της Ιρις, το ίδιο λιγοστό πελινδό φως των κόκκινων κεριών που στάζανε πάνω στους μένορες φώτιζε τα αποκρυφιστικά σύμβολα που στόλιζαν τους τοίχους. Κάθε βράδυ η ιδια σατανικά αναμεμιγμένη μυρωδιά του οπίου, του αίματος και ερωτικών υγρών να βαραίνει το νου και να αγριεύει τις αισθήσεις. Στο κέντρο του δωματίου στο μαύρο μεταλλικό κρεβάτι να κείτεται η σχεδόν νεκρή Ιρις γυμνή μέσα στις φρισκιαστικές πληγές της ψυθιρίζοντας τον πόνο της αρρώστιας της, προκαλώντας την πίκρα στην γλώσσα μου με αηδία καθόμουν στην πολυθρόνα στην γωνία, δεμένος με αόρατα δεσμά, που εσπάγαν με τον είσοδο της Νέρι.

    Στο ένα χέρι της το μαστίγιο των αλόγων και στο άλλο ενα περίτεχνα σκαλισμένο μαχαίρι, κατευθυνόταν γυμνή προς το μέρος μου, γονάτιζε μπροστά μου, δινοντας τα στα χέρια μου. Καθώς εγώ με ψυχασθενική ηρεμία τα αφομίωνα πάνω μου, αυτή ευλαβικά προκαλούσε την στύση μου, πεοθυλάζοντας αχόρταγα. Ήμουν εκεί, με την Νέρι να καταπίνει το πέος μου και τη Ιρις απόμακρα να τροφοδοτεί τους δαίμονές μου, που με βαναυσότητα με ωθούσαν να την άρπαξω από τα μαλλιά σπρώχνωντας την προς το κρεβάτι, και αυτή νωχελικά άνοιγε τα ατροφικά πόδια της Ιρις και ξάλπωνε ελάφρα πάνω της. Μέχρι την στιγμη που έμπαινα μέσα της, το μάστιγιο σφύριζε στο αέρα ματώνοντας όλο το κορμί της. Χωρίς οίκτο, χωρίς συνείδηση ανθρώπου το χέρι μου ορμητικά κατέβαινε αποδίδοντας όλο το μένος της βιαιοτητάς μου στο σώμα της διαρυγνύοντας την σάρκα, που έτρεχε αίμα. Και αυτή με δάκρυα στα μάτια και με τα απομεινάρια της καταπνιγμένης οδύνης στην έκφρασή της να ψυθιρίζει λόγια άγνωστα, μυστικά καθώς το αίμα απο τις χαρακιές εστάζαν πάνω στην Ιρις. Και την στιγμή που έμπαινα μέσα της, και βάναυσα της μάτωνα το μουνί της, τα μάτια μου δεν βλέπαν την μορφή της Ίρις, παρα μόνο την αγάπη να τροφοδοτεί τον πόνο και να μετουσιώνεται σε ζωή. Με το σθένος του καταστροφέα ενός αόριστου παρελθόντος ετοίμαζα το σπέρμα μου μπολιασμένο με μια απόκοσμη κατάρα για να γεμίσει το κορμί της. Κάθε βράδυ το ίδιο σκηνικό, κάθε βράδυ έσερνα το ταλαιπωρημένο μου κορμί να ξεκουραστεί για να πραγματώσει το επόμενο ένα σκοπό που, βαθεία μέσα μου, είχα λησμονήσει μέχρι και την τελευταία νύχτα του έργου μου. Αλλά η τελευταία νύχτα, ήταν διαφορετική. Ήταν η ώρα να πω τα λόγια. Εκείνα που ερχόντουσαν σαν λεπίδες στα μάτια μου, κομματιάζοντας την βούληση μου όταν με παρακολουθούσα μέσα στα οράματα μου να μαχαιρώνω την Νέρι ακατάπαυστα και να απαγγέλω, και την Ίρις να επιστρέφει από την λήθη. Και έτσι το τελευταίο βράδυ, όλα ήταν όπως έπρεπε να είναι, μέχρι που μπήκα μέσα της, και όλα ήταν όπως τα είχα δει, το ματωμένο μου χέρι υψωμένο να κρατά το μαχαίρι και την ύστατη στίγμη, ότι ο άνθρωπός δεν μπορεί να φανταστεί η καρδιά του το προστάζει για να περάσει στην αντίπερα όχθη της φυσικής εννομίας και να γευτεί την γλύκα της απόλυτης κυριαρχίας, τράβηξα το μαχαίρι μπήγοντας το με βαναυσότητα στο κορμί της Ίρις, στέλνοντας την μια για πάντα στα απύθμενα βάθη της ανυπαρξίας,σπάζωντας τον όρκο που είχα πάρει.

    Με αποφασιστική ηρεμία, μάζεψα τα λιγοστά μου υπάρχοντα και έφυγα μαζί με την Νέρι από την χώρα, και τώρα σε αυτή την ανθισμένη πλαγιά του βουνού που βρίσκεται το σπίτι μας, όμορφο και γαλήνιο γράφω τις τελευταίες λέξεις αυτού του όνειδου με το χέρι που έχει αρχίσει να γεμίζει πληγές που στάζουν αίμα αργά και συνεχώς όπως και ολόκληρο το σώμα της Νέρι.


    Τελος

    Sory για τα ορθογραφικά,τους παρατονισμούς και γενικότερα τον βιασμό της γλώσσας, έγραψα πάλι μετα από πολύ καιρο!
     
  4. _DaRkNiGhT_

    _DaRkNiGhT_ femdom art

    Οχιιι τελος γραψε κιαλλλοοοο