Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μπέκετ

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Iagos, στις 13 Απριλίου 2021.

  1. Iagos

    Iagos Contributor

    Στις 13 Απρίλη 1906 γεννιέται ο Σάμουελ Μπέκετ.

    Θεωρήθηκε από τους πλέον σκοτεινούς κι όμως ήταν από τους πλέον διαυγείς. Είχε τη φήμη απόμακρου, κι όμως ήταν κοινωνικότατος. O Σάμουελ Μπέκετ υπήρξε για κάποιους ανατόμος της απόγνωσης, για άλλους ο ιχνηλάτης του κενού. Μπορεί να ήταν ένας αινιγματικός ερημίτης, όπως τον χαρακτηρίζουν κάποιοι, το έργο του πάντως «είχε τουλάχιστον τη δύναμη να πληγώσει» - όπως ο ίδιος έλεγε. Να πληγώσει, να ενοχλήσει την αδιαλλαξία και στενομυαλιά της καθολικής ιεραρχίας, που τον κυνήγησε.

    O Μπέκετ γεννήθηκε στο Δουβλίνο το 1906 (πέθανε τον Δεκέμβρη του 1989), και, όπως και ο Μπέρναρ Σω και ο Οσκαρ Ουάιλντ, προερχόταν από προτεσταντική ιρλανδική οικογένεια της μεσαίας τάξης. Ωστόσο, η βαθιά υπαρξιακή αγωνία που αποτελεί το κλειδί στο έργο του Μπέκετ θα πρέπει μάλλον να πηγάζει από επίπεδα της προσωπικότητάς του πολύ περισσότερο από την κοινωνική επιφάνεια μέσα στην οποία μεγάλωσε.

    Μετά από μια ιδιαίτερα επιτυχημένη περίοδο πρώτων σπουδών, όπου σε αντίθεση με τις εντυπώσεις που δημιουργούν τα γραπτά του, ο Μπέκετ διακρίθηκε όχι μόνο στα μαθήματά του, αλλά και στις κοινωνικές εκδηλώσεις και τα τυπικά βρετανικά παιχνίδια, τελείωσε το Κολέγιο του Τρίνιτι στο Δουβλίνο. Το 1927 γνώριζε ήδη Γαλλικά και Ιταλικά. Η επιτυχία τού άνοιξε τις πόρτες για να διδάξει στη Γαλλία, στην Εκόλ Νορμάλ, όπου έφθασε το 1928, εγκαινιάζοντας τη μακρόχρονη σχέση του με το Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τον Τζόις και γρήγορα έγινε μέλος του στενού κύκλου του μεγάλου συγγραφέα, ενώ η επίδρασή του, όπως σημειώνουν πολλοί, στάθηκε σημαντική για τον Μπέκετ.

    Σε μια συνέντευξή του πάντως στους «New York Times», ο Μπέκετ δήλωσε ότι ο Τζόις έγραφε από «παντογνωσία», από «παντοδυναμία», σαν να ήταν θεός, ενώ ο ίδιος έγραφε από άγνοια και ανημπόρια. Υποστήριζε ότι δεν είχε «τίποτε να εκφράσει για οτιδήποτε ή προς οποιονδήποτε, πέραν της υποχρέωσης να εκφραστεί». Αν όμως δεν είχε τίποτα να πει δε θα υπήρχε ο μεγάλος θησαυρός του έργου του. Αλλη σημαντική επιρροή μετά την Ιρλανδία και τον Τζόις ήταν ο Προυστ, για το έργο του οποίου ο Μπέκετ έγραψε και ένα δοκίμιο το 1931.

    Περιπλάνηση ενός «βλάσφημου»
    Γρήγορα εγκατέλειψε την επιτυχημένη του καριέρα στο Τρίνιτι. Ακολούθησαν τα χρόνια της περιπλάνησης με γράψιμο ποιημάτων και διηγημάτων, περίεργες δουλιές και ταξίδια. Από το Δουβλίνο στο Λονδίνο. Από τη Γηραιά Αλβιόνα στη Γερμανία. Από το Αμβούργο και το Βερολίνο στο Παρίσι. Και παράλληλα, οι περιπλανήσεις στη γλώσσα - από τα αγγλικά στα γαλλικά, περνώντας και από τα γερμανικά. O Μπέκετ γίνεται στην ουσία συγγραφέας μετά το B' Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Η Ιρλανδία υπήρξε ανέκαθεν πρότυπο και μέτρο για το έργο του Μπέκετ. Οι θρήνοι του, οι ρυθμοί του, οι ύβρεις και οι κατάρες του μοιάζουν απόλυτα ιρλανδικές. Εκείνο που θεωρούσε εχθρικό στη γενέτειρά του ήταν η αδιαλλαξία και στενομυαλιά της καθολικής ιεραρχίας. Σε αντίποινα, εκείνοι τον καταδίκασαν ως «βλάσφημο».

    Με ενεργό δράση στην Αντίσταση
    Ο Μπέκετ έχοντας ενεργό δράση και μάλιστα στον χώρο της Αριστεράς, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, πήγε στο Παρίσι και μετά την ήττα του γαλλικού στρατού πέρασε στην Αντίσταση, διαφεύγοντας κάποια στιγμή τη σύλληψη, οπότε και κατέφυγε στην ελεύθερη ζώνη με την Ισπανία, όπου δούλευε στα χωράφια.

    Οταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Μπέκετ βρισκόταν σε δημιουργική άνθηση αλλά σε άθλια οικονομική κατάσταση. Ενώ αυτός ήταν βυθισμένος στο λαβύρινθο της έμπνευσής του, η Σουζάν, η σύντροφός του, έραβε και μπάλωνε ρούχα και παρέδιδε μαθήματα πιάνου, για να μπορέσουν να ζήσουν. Κι όταν η τριλογία τελείωσε, εκείνη ήταν που έτρεχε στους εκδότες, βρίσκοντας συνήθως τις πόρτες κλειστές, ενώ ο Μπέκετ καθόταν και περίμενε στο καφενείο. Η διέξοδος βρέθηκε στο πρόσωπο του νεαρού Ζερόμ Λίντον, που εργαζόταν στον εκδοτικό οίκο «Vercors» και που περιγράφει πώς διάβασε τον «Μολόυ» στο μετρό και δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα γέλια του.

    Αμείλικτη κριτική
    Το συγγραφικό έργο του Σάμουελ Μπέκετ, ένα έργο ιδιαίτερα πλούσιο που υπηρετεί την υπόθεση της ανθρώπινης χειραφέτησης, αποτελείται από ποιήματα, πεζά (διηγήματα και μυθιστορήματα) και θεατρικά έργα, τα σημαντικότερα από τα οποία γράφτηκαν στις δεκαετίες του '50 και του '60. Μεταξύ αυτών τα θεατρικά «Ελευθερία», «Περιμένοντας τον Γκοντό» και «Το τέλος του Παιχνιδιού» και τα μυθιστορήματα «Μολόυ», «Ο Μαλόουν πεθαίνει», ο «Ακατονόμαστος» και το «Πώς είναι» που γράφτηκαν στα γαλλικά. Ιδιαίτερα τα θεατρικά του, που από τη δεκαετία του '50 συνδέθηκαν με το Θέατρο του Παραλόγου, έδωσαν στον Μπέκετ παγκόσμια φήμη κι ένα Βραβείο Νόμπελ για τη Λογοτεχνία το 1969.

    Η ομορφιά των κειμένων του βασίζεται στο ότι αντιμετωπίζει με το πιο λιτό, ακραίο χιούμορ τα σοβαρότερα πράγματα και με την πλέον αριστοκρατική σοβαρότητα τις πιο αστείες καταστάσεις. Το έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό» είναι μαζί με το «Τέλος του Παιχνιδιού» τα αριστουργήματα του Μπέκετ. Το όνομα του τίτλου ο «Γκοντό» καθιερώθηκε - και σε μερικά λεξικά - ως σύμβολο του αιωνίως απόντος αλλά και αιωνίως αναμενόμενου προσώπου. Μια μεταφορά της απελπισμένης, μάταιης αναμονής ή αναβλητικότητας.

    Στο συγκλονιστικό έργο του, το «Τέλος του Παιχνιδιού», ο Μπέκετ, για μια ακόμη φορά μας προσκαλεί στη συνεστίαση αφέντη και σκλάβου. Ο Χαμ καθηλωμένος στην αναπηρική καρέκλα και τυφλός, ο Κλοβ ανίκανος να σταθεί σ' ένα μέρος, η σχέση τους διάτρητη, αλλά η προοπτική απαλλαγής ισχνή. Η οδύνη και η ματαιότητα της οδύνης έχουν συνοψιστεί σε 90 συγκλονιστικά λεπτά. Γράφτηκε το 1956 στα γαλλικά, και παρότι το «Περιμένοντας τον Γκοντό» σημείωσε αξιοσημείωτη επιτυχία, το «Τέλος του Παιχνιδιού» απορρίφθηκε από αρκετά θέατρα.

    Τελικά, το έργο ανέβηκε στη Γαλλία. Ωστόσο, η μετάφρασή του στα αγγλικά ήταν τρομερά δύσκολη, καθώς ο ίδιος πίστευε ότι δεν είναι δυνατόν να μεταφερθεί σε άλλη γλώσσα, ότι οι ρυθμοί και η οξύτητα θα χαθούν. Οι κακίες που ακούστηκαν από Αγγλους κριτικούς ήταν βάναυσες. Το έργο θεωρήθηκε νευρωτικό, διαποτισμένο με απόγνωση και οργή, ένας σωρός από λέξεις χωρίς δραματουργικό περιεχόμενο, γραμμένες από έναν μαζοχιστή συγγραφέα εθισμένο στην ίδια την κενότητά του. Ο ίδιος ο Μπέκετ θεώρησε ότι το έργο «έχει τουλάχιστον τη δύναμη να πληγώσει» και πολλά χρόνια αργότερα, στον «Δυτικό Κανόνα», ο Χάρολντ Μπλουμ υποστήριξε ότι ήταν «η ύστατη αντίσταση κατά της λογοτεχνίας» στον 20ό αιώνα.

    Πηγή https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3365178

    Το video είναι απόσπασμα απο την παράσταση "Not I" το 1973

     
  2. Kentavros

    Kentavros Owned by Mistress Kits

    13 Απριλιου

    1943 Ομαδικοί τάφοι 4.000 Πολωνών πολιτών και αξιωματικών ανακαλύπτονται από τους Ναζί στο δάσος Κατίν της Ρωσίας. Οι Σοβιετικοί αρνούνται ότι ευθύνονται για τις εκτελέσεις και κατηγορούν του Γερμανούς. Τελικά, η μετακομμουνιστική Ρωσία θα παραδεχθεί το 1990 την ευθύνη των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών (NKVD) για τη σφαγή, που έγινε με διαταγή του Στάλιν το 1940 (Σφαγή του Κατίν).

    Πηγη: https://www.google.com/amp/s/elefth...a-gegonota-pou-eginan-san-simera-13-apriliou/
     
  3. 13 απριλη

    σαν σήμερα ιδρύεται το '24 η αεκαρα. βέβαια δεν έχει καμία σχέση με τον μπέκετ αλλά είμαι τόσο κολλημένος, ανιστόρητος και ψυχασθενής, ώστε αυτό θέλησα να γράψω.
     
  4. de7

    de7 s

    went down in the end
    went down down
    the steep stair
    let down the blind and down
    right down
    into the old rocker
    mother rocker
    where mother rocked
    all the years
    all in black
    best black
    sat and rocked
    rocked
    till her end came

     
  5. Iagos

    Iagos Contributor

    Just an experiment using pitched percussion. Instead of tapping steady beats, four simple melodic figures enter and leave. I think there is just about room in the script for this to be considered a reasonably authentic approach. And far more authentic than some of the stuff you can can find on YT. And, frankly, far better.

     
  6. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Απόσπασμα από το
    ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟ του Γκύντερ Άντερς
    σχετικά με το έργο του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό.
    (Βρίσκεται σαν παράρτημα στο θεατρικό έργο του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό, εκδόσεις Ύψιλον/Θέατρο, μετάφραση Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου,1994. Η μετάφραση του παραρτήματος είναι του Μίλτου Φραγκόπουλου)

    Η πρόταση: Παραμένω άρα περιμένω κάτι

    Από τότε που ο Νταίμπλιν, πριν από είκοσι χρόνια, παρουσίασε, με τον Μπίμπερκοπφ, έναν άνθρωπο καταδικασμένο να μην κάνει τίποτα, και συνεπώς αποκλεισμένο από τον κόσμο, η "πράξη" είναι μία έννοια που αμφισβητείται όλο και περισσότερο. Όχι γιατί ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε-κάτι τέτοιο δε συνέβη- αλλά γιατί εκατομμύρια άνθρωποι, που καθημερινά ενεργούν, νιώθουν όλο και περισσότερο ότι είναι αντικείμενα της πράξης κάποιων άλλων: πως ενεργούν χωρίς οι ίδιοι να αποφασίζουν το στόχο των ενεργειών τους, χωρίς να μπορούν ούτε καν να διακρίνουν ποιός είναι ο στόχος ή γιατί συναισθάνονται ότι οι πράξεις τους αυτοαναιρούνται από το στόχο τους. Με δύο λόγια, η πράξη έχει χάσει σε τέτοιο βαθμό την ανεξαρτησία της ωστε έχει μετατραπεί σε ενα είδος παθητικότητας, και ακόμα εκεί που η πράξη παρουσιάζει μία ένταση μέχρι θανάτου ή φτάνει και ως τον θάνατο, έχει λάβει την μορφή της μάταιης πράξης ή της απραξίας. Το ότι ο Εστραγκόν και ο Βλαδίμηρος, που δε κάνουν απολύτως τίποτε, αντιπροσωπεύουν εκατομμύρια ανθρώπους, δε χωράει καμία αμφιβολία.

    Αλλά είναι πραγματικά αντιπροσωπευτικοί μόνο για το λόγο ότι, παρ' ολη την αδρανειά τους και το άσκοπο της ύπαρξής τους, θέλουν να συνεχίσουν, και έτσι δεν ανήκουν στην τραγική τάξη εκείνων που σκέφτονται την αυτοκτονία. Μεγάλη απόσταση τους χωρίζει τόσο από το θορυβώδες πάθος των απελπισμένων ηρώων- των ντεσπεράντο- της λογοτεχνίας του 19ου αιώνα, όσο και από την υστερία των ηρώων του Στρίντμπεργκ. Είναι πιο αληθινοί: το ίδιο ασυνεπείς και μη- θεατρικοί όπως είναι ο μέσος άνθρωπος της μάζας του πληθυσμού στην πραγματικότητα. Γιατί οι άνθρωποι, οι μάζες, δε σταματούν να ζουν, ακόμα κι όταν η ζωή τους γίνεται άσκοπη. Ακόμα και οι μηδενιστές θέλουν να συνεχίσουν να ζουν,ή τουλάχιστον δεν επιθυμούν να μην είναι ζωντανοί. Και δεν είναι παρά το ( και ενάντια στο) άσκοπο της ζωής τους που οι Εστραγκόν και οι Βλαδίμηροι θέλουν να συνεχίσουν να ζουν, αλλά, αντίθετα, ακριβώς επειδή η ζωή τους έχει γίνει άσκοπη- και μ' αυτό εννοώ ότι διαλυμένοι από την συνήθειά τους να αδρανούν ή να ενεργούν χωρίς τη δική τους πρωτοβουλία- έχουν χάσει την δύναμη,την θέληση να απόφασίσουν να μη συνεχίσουν, έχουν χάσει την ελευθερία να δώσουν τέλος σε όλα αυτα. 'Η τελικά, συνεχίζουν να ζουν απλώς επειδή έτυχε να υπάρχουν, και γιατί η υπαρξη δε γνωρίζει άλλη εναλλακτική απ' το να υπάρχει.

    Μ' αυτό, λοιπόν, το είδος ζωής, με τον άνθρωπο που συνεχίζει να υπάρχει γιατί τυχαίνει να υπάρχει, ασχολείται το έργο του Μπέκετ. Αλλά το αντιμετωπίζει μ' έναν τρόπο ριζικά διαφορετικό απ' όλες τις προηγούμενες λογοτεχνικές προσεγγίσεις του θέματος της απελπισίας. Η πρόταση που μπορεί κανείς να βάλει στο στόμα όλων των κλασικών μορφών των ντεσπεράντο ( συμπεριλαμβανομένου και του Φάουστ) διατυπώνεται κάπως έτσι: " Δεν έχουμε κάτι άλλο να αναμένουμε, γι αυτό δεν θα παραμείνουμε άλλο". Όμως ο Εστραγκόν και ο Βλαδίμηρος, από την άλλη μεριά, αντιστρέφουν τους ρόλους: "Παραμένουμε" φαίνεται να λένε, " άρα μάλλον κάτι θα περιμένουμε". Και " Περιμένουμε, άρα θα πρέπει να υπάρχει κάτι που περιμένουμε".

    Αυτές οι ρήσεις ακούγονται πιο θετικές από εκείνες των προγόνων τους. Αλλά μονάχα ακούγονται πιο θετικές. Γιατί δε μπορούμε να πούμε ότι αυτοί οι δύο αλήτες περιμένουν κάτι συγκεκριμένο. Μάλιστα χρειάζεται να υπενθμίζει ο ένας στον άλλον το γεγονός ότι περιμένουν, και τι περιμένουν. Έτσι στην πραγματικότητα δε περιμένουν τίποτα. Αλλά εκετεθειμένοι όπως είναι στην καθημερινή συνέχιση της ύπαρξή τους δεν μπορούν παρά να συμπεράνουν ότι κάτι περιμένουν. Ακριβώς όπως και εμείς, όταν βλέπουμε ανθρώπους τη νύχτα σε μια στάση λεωφορείου, είμαστε αναγκασμένοι να συμπεραίνουμε, ότι κάτι περιμένουν, και πως αυτό που περιμένουν δε θα αργήσει να έρθει. Συνεπώς το να ρωτήσουμε ποιός ή τι είναι ο Γκοντό, δεν έχει κανένα νόημα. Ο Γκοντό, δεν είναι τίποτα άλλο από το όνομα του γεγονότος ότι η ζωή που συνεχίζεται άσκοπα παρερμηνεύει την παρουσία της σαν " αναμονή" ή "περιμένοντας κάτι". Η θετική στάση των δύο αυτών προσώπων, αποτελεί, τελικά, μια διπλή άρνηση: πρόκειται για την ανικανότητα να αναγνωρίσουν τη δίχως νόημα θέση τους. Μάλιστα η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται και από τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος έχει πει πως δεν τον ενδιαφέρει τόσο ο Γκοντό, όσο το "Περιμένοντας".
     
    Last edited: 14 Μαϊου 2021
  7. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

  8. Iagos

    Iagos Contributor

  9. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Απόσπασμα από το
    ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟ του Γκύντερ Άντερς
    σχετικά με το έργο του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό.
    (Βρίσκεται σαν παράρτημα στο θεατρικό έργο του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό, εκδόσεις Ύψιλον/Θέατρο, μετάφραση Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου,1994. Η μετάφραση του παραρτήματος είναι του Μίλτου Φραγκόπουλου)

    Το έργο είναι μιά αρνητική παραβολή.

    Όλοι οι σχολιαστές συμφωνούν σ' αυτό: το έργο τούτο είναι μια παραβολή. Και παρόλο που η διαμάχη σχετικά με την ερμηνεία της παραβολής συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, κανένας από εκείνους που φιλονικούν για το ποιός ή τι είναι ο Γκοντό, και που όλοι τους βασικά σου απαντάνε (σα να είχανε μπροστά τους κάποιο αλφαβητάρι μηδενισμού) πως είναι "ο θάνατος", ή "το νόημα της ζωής" ή "ο Θεός", δεν έχουν σταθεί ούτε μία στιγμή να σκεφτούν κάτι για το μηχανισμό με τον οποίο όλες οι παραβολές, και άρα και η παραβολή του Μπέκετ, λειτουργούν. Τον μηχανισμό αυτόν τον αποκαλούμε αντιστροφή. ΤΙ είναι η αντιστροφή;

    Όταν ο Αίσωπος ή ο Λαφονταίν ήθελαν να πουν: οι άνθρωποι είναι σαν ζώα - μήπως έδειχναν ανθρώπους να συμπεριφέρονται σαν ζώα; Όχι. Αντίθετα, αντέστρεφαν ( και αυτό είναι το ιδιαίτερο και το διασκεδαστικό χαρακτηριστικό αποστασιοποίησης όλων των μύθων) τα δύο στοιχεία της εξίσωσης, το υποκείμενο και το κατηγορούμενο. Δηλαδή λέγανε πως τα ζώα συμπεριφέρονται σαν τους ανθρώπους. Πρίν από είκοσι πέντε περίπου χρόνια ο Μπρέχτ ακολούθησε την ίδια μέθοδο, όταν , στην Όπερα της Πεντάρας, θέλησε να δείξει ότι οι μπουρζουάδες είναι κλέφτες. Αντέστρεψε κι αυτός υποκείμενο και κατηγορούμενο, και παρουσίασε κλέφτες να συμπεριφέρονται σαν μπουρζουάδες. Αυτή τη διαδικασία αντικατάστασης, λοιπόν, θα πρέπει κανείς να κατανοήσει, προτού ξεκινήσει μια προσπάθεια ερμηνείας του μύθου του Μπέκετ. Γιατί ο Μπέκετ τη χρησιμοποιεί - μ' έναν αριστοτεχνικό, πανούργο τρόπο.

    Επιχειρώντας να παρουσιάσει έναν μύθο που πραγματεύεται ένα είδος ύπαρξης, η οποία έχει απωλέσει τόσο τα μορφικά στοιχεία όσο και τις βασικές αρχές της, και όπου η ζωή πλέον δεν κινείται προς τα εμπρός, καταστρέφει και τα μορφικά στοιχεία και την βασική αρχή που αποτελούν, ως τώρα, τα κύρια χαρακτηριστικά των μύθων: Τώρα ο καταστραμμένος μύθος, ο μύθος που δε κινείται προς τα εμπρός, μπορεί να αποτελέσει την επαρκή αναπαράσταση μιας ζωής στάσιμης, ή δίχως νόημα παραβολή του σχετικά με τον άνθρωπο είναι μιά παραβολή για τον δίχως νόημα άνθρωπο. Βέβαια, αυτός ο μύθος δεν έχει πια σχέση με την κλασική μορφή του μύθου. Αλλά, καθώς είναι ένας μύθος για ένα είδος ζωής που δεν έχει πιά κανένα στοιχείο που θα μπορούσε να παρουσιαστεί με την μορφή κάποιου μύθου, είναι ακριβώς η αδυναμία του και η αποτυχία που αποτελούν τα παρουσιάσιμα στοιχεία. Αν εμφανίζεται κάποια έλλειψη συνοχής, αυτό συμβαίνει γιατί η έλλειψη συνοχής είναι το κεντρικό του θέμα. Αν αρνείται να περιγράψει κάποια πράξη, το κάνει αυτό γιατί η πράξη που διηγείται είναι μια ζωή απραξίας. Αν αψηφά την καθιερωμένη γραφή με το να μην παρουσιάζει κάποια ιστορία, το κάνει αυτό γιατί περιγράφει τον άνθρωπο, που έχει αποκλειστεί ή σβηστεί από την Ιστορία. Όμως και το ότι τα γεγονότα και τα αποσπάσματα των συζητήσεων που συνθέτουν το έργο εμφανίζονται χωρίς κανένα κίνητρο, ΄η απλώς επαναλαμβάνονται ( μ έναν τόσο ύπουλο τρόπο, ώστε εκείνοι που συμμετέχουν να μην αντιλαμβάνονται καν την επανάληψη), πρέπει να το δούμε από ένα ανάλογο πρίσμα: γιατί η έλλειψη κινήτρων υποκινείται από το ίδιο το θέμα του έργου, κι αυτό το θέμα είναι μία μορφή ζωής χωρίς κάποια κινητήρια βασική αρχή, χωρίς ελατήρια.