Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο Φύλακας στη σίκαλη

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος vautrin, στις 29 Ιανουαρίου 2010.

  1. vautrin

    vautrin Contributor

    Πέθανε ο αντισυμβατικός «Φύλακας στη Σίκαλη»
    Ο Αμερικανός Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, συγγραφέας ενός από τα σημαντικότερα μεταπολεμικά μυθιστορήματα, ήταν 91 ετών
    ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ | Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010


    O δημιουργός του θρυλικού μυθιστορήματος «Ο φύλακας στη Σίκαλη» Τζ. Ντ. Σάλιντζερ απεβίωσε προχθές στο Νιου Χαμσάιρ σε ηλικία 91 ετών. Γεννημένος το 1919, ο Σάλιντζερ εξέδωσε τον «Φύλακα» το 1951 (στα ελληνικά κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 1970 σε μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη) και αμέσως σφράγισε μια ολόκληρη γενιά με το αντισυμβατικό του πνεύμα. Ωστόσο, ο Σάλιντζερ δεν κυκλοφόρησε άλλο βιβλίο από το 1965 και δεν έδωσε άλλη συνέντευξη μετά το 1980. Ζούσε απομονωμένος και περιφρουρούσε με μανία την ιδιωτική του ζωή, ενώ δεν φωτογραφιζόταν ποτέ: υπάρχει μόνο μία φωτογραφία του, αυτή που το 1951 χρησιμοποιήθηκε στο εξώφυλλο του «Φύλακα», για να αποσυρθεί κατόπιν απαίτησης τού συγγραφέα εν μια νυκτί και να αντικατασταθεί με ένα κολλάζ από δακτυλογραφημένες σελίδες.

    Η λογοτεχνική καριέρα του κράτησε λιγότερο από μία δεκαπενταετία: «Ο Φύλακας στη Σίκαλη» (1951), «Ιδανική Μέρα για Μπανανόψαρα» (1953), «Φράνι και Ζούι» (1961), «Ψηλά Σήκωσε τη Σκεπή» (1963)... και τέλος. Ζούσε κρυμμένος στη βίλα του, στο Κόρνις του Νιου Χαμσάιρ, πίσω από ένα συμπαγές τείχος δυόμισι μέτρων, απροσπέλαστο για κάθε φανατικό θαυμαστή ή ανεπιθύμητο παπαράτσι. Ο Σάλιντζερ είχε επιλέξει την τέλεια απομόνωση και άφηνε τη σιωπή να γιγαντώνει τον μύθο του. Είχε αρνηθεί να γίνει ταινία ο «Φύλακας»: « Δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο στον Χόλντεν Κόλφιλντ. Ξαναδιαβάστε το βιβλίο. Ολα είναι εκεί. Ο Χόλντεν Κόλφιλντ είναι απλώς μια παγωμένη στιγμή στον χρόνο ». «Ο φύλακας στη Σίκαλη» έχει πουλήσει περισσότερα από 60 εκατ. αντίτυπα διεθνώς.

    «Ο Φύλακας στη Σίκαλη» ανήκει στα σημαντικότερα μυθιστορήματα της εφηβείας, ενώ ανήκει επίσης στα αντιπροσωπευτικότερα έργα του μεταπολεμικού ρεαλισμού. Ο Χόλντεν, ο οποίος βρίσκεται στο τέλος της εφηβείας του, ανήκει στους παρείσακτους, στους outsiders. Είναι ο κατ΄ εξοχήν αντιήρωας, ένα είδος σύγχρονου Χακ Φιν των μεγαλουπόλεων, ο οποίος διακατέχεται από αισθήματα αγάπης και απέχθειας για τον κόσμο και τους άλλους, αισθήματα ωστόσο που εκφράζουν μια αναμφισβήτητη αθωότητα, η δύναμη της οποίας πολλαπλασιάζεται από την αφοπλιστική αμεσότητα της γλώσσας του Χόλντεν, την απαράμιλλη φρεσκάδα της και την αριστοτεχνική απλότητα του ιδιώματος, με τις επαναλήψεις, τα στερεότυπα και την επιτηδευμένη «μαγκιά» που χαρακτηρίζει τη γλώσσα των εφήβων. Ο Χόλντεν δεν έχει μεγάλα όνειρα και φιλοδοξίες, ο κόσμος δεν του αρέσει (όπως συχνά δεν του αρέσει και ο εαυτός του), γι΄ αυτό και θέλει να φύγει για τα δυτικά. Στην αφήγησή του ξεδιπλώνεται ο εσωτερικός κόσμος εκείνου που δεν ξέρει τον πραγματικό κόσμο: τον μαθαίνει σιγά σιγά μέσα από τις μικρές διαψεύσεις του- και με την πίκρα της αμεσότητας. Ο «Φύλακας» διαρκώς πάει να αποκτήσει μυθιστορηματική πλοκή και διαρκώς ο συγγραφέας μοιάζει να την «αναστέλλει»- όπως ο Χόλντεν, που συνεχώς φεύγει για τα δυτικά και «συνεχώς» παραμένει στη Νέα Υόρκη.
     
  2. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    (Μερικά αποσπάσματα από το Catcher in the Rye)

    People never notice anything.

    All morons hate it when you call them a moron.

    If you had a million years to do it in, you couldn't rub out even half the 'Fuck you' signs in the world. It's impossible.

    Anyway, I keep picturing all these little kids playing some game in this big field of rye and all. Thousands of little kids, and nobody's around - nobody big, I mean - except me. And I'm standing on the edge of some crazy cliff. What I have to do, I have to catch everybody if they start to go over the cliff - I mean if they're running and they don't look where they're going I have to come out from somewhere and catch them. That's all I do all day. I'd just be the catcher in the rye and all. I know it's crazy, but that's the only thing I'd really like to be.

    (Ελπίζω σύντομα να εκδοθούν αυτά που έγραφε, όλα αυτά τα χρόνια...)
     
  3. Mesodo

    Mesodo Regular Member

    "I thought what I'd do was, I'd pretend I was one of those deaf-mutes.That way I wouldn't have to have any goddamn stupid useless conversations with anybody. If anybody wanted to tell me something they'd have to write it on a piece of paper and shove it over to me. They'd get bored as hell doing that after a while, and then I'd be through with having conversations for the rest of my life"
     
  4. vautrin

    vautrin Contributor

    Γιατί ο «Φύλακας στη σίκαλη» είναι ακόμα αξεπέραστος
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

    Αν ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ ακολουθήσει τη μετά θάνατο μοίρα όλων των μεγάλων συγγραφέων, σίγουρα κάποια στιγμή οι λογοτεχνικοί, έστω και ημιτελείς, θησαυροί που άφησε θα πλημμυρίσουν την αγορά.
    Ηδη ξέρουμε από το βιβλίο της κόρης του Μάργκαρετ («Dream Catcher») ότι έγραφε συνεχώς, ότι της είχε δείξει ολοκληρωμένα χειρόγραφα. Οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» ανέφεραν ότι τουλάχιστον δύο από αυτά βρίσκονται σε θυρίδα τράπεζας του Κόρνις, ενώ άλλοι προτιμούν να τα φαντάζονται κρυμμένα σε χρηματοκιβώτιο στο σπίτι του.

    Μέχρι, όμως, να διαβάσουμε και νέο Σάλιντζερ, ας ξαναβυθιστούμε στα παλιά του κείμενα και κυρίως στον «Φύλακα στη σίκαλη». Πέντε συγγραφείς όλων των γενεών μάς εξηγούν σήμερα γιατί αυτό το βιβλίο, του 1951, είχε και έχει ακόμα τόση δύναμη και επίδραση σε αναγνώστες και λογοτέχνες όλου του κόσμου. Προηγείται, βέβαια, η κατάθεση της Τζένης Μαστοράκη, αφού στη δική της εξαιρετική μετάφραση (εκδόσεις «Επίκουρος») χρωστάμε ήδη από το 1978 τη γνωριμία μας με τον ήρωα του Σάλιντζερ, Χόλντεν Κόλφιλντ.

    ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ

    Δεν πουλάει επανάσταση
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ «Ο «Φύλακας στη σίκαλη» κλείνει τα 59, αλλά δεν το δείχνει καθόλου: δεν έχει γεράσει ούτε μία ώρα από τα δεκαεννιά μου που τον πρωτοδιάβασα και πέρασαν στο μεταξύ 42 χρόνια.
    Ο Χόλντεν Κόλφιλντ δεν είναι εύκολη περίπτωση. Δεν σου επιτρέπει να τον συμπονέσεις, δεν θέλει να τον αγαπήσεις, να τον κάνεις φίλο σου, να ταυτιστείς μαζί του έστω: είναι αδιαπέραστη η ερημιά του. Βλέπει τον κόσμο σαν αμείλικτος τριαντάρης, αλλά εκφράζεται με λεξιλόγιο και συντακτικό ενός πιτσιρικά. Δεν πουλάει επανάσταση. Απολύτως τίποτα δεν πουλάει. Απελπίζεται, αλλά δεν το λέει φωναχτά. Παραιτείται, αλλά δεν το κάνει ζήτημα. Εχει απίστευτο μεγαλείο και η απελπισία του και η παραίτησή του. Ισως γι' αυτό να έχει αντισταθεί ώς τώρα στις σχολικές αναλύσεις των αμερικανόπαιδων, στην άρνηση και στη λατρεία, στην παθολογία των φανατικών του και -προπάντων- στον χρόνο: γιατί μιλάει σε ό,τι πιο απελπισμένο έχουμε όλοι μέσα μας.

    Ο Χόλντεν, ένας κυνηγός (ελέω καπέλου), έχει καταδικαστεί να παραδέρνει μέσα στον ασφυκτικό χρόνο ενός βιβλίου: δυο μέρες και τρεις νύχτες. Ο Σάλιντζερ, ένας κυνηγημένος, είχε καταδικαστεί να παραδέρνει μισόν αιώνα, μέρα νύχτα, μέσα στους δικούς του τοίχους, που ποτέ δεν τον προστάτεψαν αρκετά. Πάντα τους σκέφτομαι σαν ένα αυτούς τους δυο.

    Στη λίστα με τους δημοφιλέστερους φανταστικούς ήρωες από τις αρχές του εικοστού αιώνα μέχρι σήμερα, ο Χόλντεν κρατάει σταθερά τη δεύτερη θέση στις προτιμήσεις του κοινού. Εκεί θα τον έβαζα κι εγώ. Και στην πρώτη πρώτη, τον Σάλιντζερ. Γιατί κι αυτός, με τον καιρό, ένας φανταστικός ήρωας έγινε. Και όχι μόνο για μένα».

    ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

    Μια παγωμένη στιγμή στον χρόνο
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ έγραψε τον «Φύλακα στη σίκαλη» σε ηλικία 32 ετών. Εγώ τον διάβασα όταν ήμουν 16. Νομίζω ήταν η κατάλληλη στιγμή.
    Η περιπλάνηση του Χόλντεν Κόλφιλντ παραμένει μια από τις πιο ελκυστικές ιστορίες μύησης/ενηλικίωσης (coming-of-age) στην αμερικανική λογοτεχνία και η εφηβεία αποτελεί το προσφορότερο πεδίο για την πρόσληψή της.

    Ο Κόλφιλντ μοιάζει αποκλεισμένος -ακόμα και θυματοποιημένος- από τον κόσμο γύρω του, αισθάνεται παγιδευμένος «στην άλλη πλευρά», όπως λέει ο ίδιος, και διαρκώς ψάχνει κάποιον δρόμο διαφυγής από την ανοίκεια για τον ίδιο πραγματικότητα. Υπάρχει άραγε καλύτερη μεταφορά για τους φόβους που γεννά η επώδυνη χειραφέτηση των χρόνων της εφηβείας; Η αποξένωση ως μέσο αυτοπροστασίας, ο φόβος της ενηλικίωσης, η πλαστότητα του κόσμου των ενηλίκων, το δίλημμα των διαπροσωπικών σχέσεων και της σεξουαλικότητας, το ψεύδος και η εξαπάτηση είναι ζητήματα που διατρέχουν το βιβλίο σε όλη του την έκταση.

    Εδώ όμως υπάρχει και κάτι βαθύτερο. Οι προβληματισμοί του νεαρού Κόλφιλντ αφορούν όχι μόνο τον εκάστοτε αναγνώστη αλλά και τον συγγραφέα Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, καθώς και τη θέση του ίδιου του έργου στον αμερικανικό κανόνα: ας μην ξεχνάμε ότι κυκλοφόρησε το 1951, δηλαδή όταν πρωτοεμφανίστηκε το φαινόμενο της νεανικής -ή ακόμα και γενικότερα της λαϊκής- κουλτούρας (youth/pop culture). Με αυτόν τον τρόπο το βιβλίο αποκτά τη σημασία ενός ντοκουμέντου για την ιστορική διαδρομή του σύγχρονου πολιτισμού (όπως π.χ. και το Rock around the clock του Μπιλ Χέλεϊ, που ηχογραφήθηκε τρία χρόνια αργότερα).

    Οσο για τον ίδιο τον Σάλιντζερ, αποφάσισε να ζήσει κυριολεκτικά πίσω από ένα συμπαγές τείχος δυόμισι μέτρων. Να είναι αυτή μια άλλου τύπου μεταφορά του «φύλακα» στην πραγματική ζωή; Ο συγγραφέας μοιάζει να γίνεται ο ήρωάς του: «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ», κατά την τετριμμένη ρήση του Φλομπέρ. Ο Σάλιντζερ προτιμούσε μια άλλη διατύπωση: «Ο Χόλντεν Κόλφιλντ είναι απλώς μια παγωμένη στιγμή στον χρόνο». Μετά τον θάνατό του, ετούτη η τελεσίδικη έκφραση μοιάζει κι αυτή με κυριολεξία.

    ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

    Για την ελευθερία και την αγάπη
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Στο βιβλίο του ο Σάλιντζερ μιλάει για την ελευθερία και την αγάπη.
    Στο πικρό πρόσωπο του νεαρού ήρωα έχει αφήσει τα ίχνη της, εκτός των άλλων, και η τρομώδης εκπαίδευση, που συνεχίζει και στις μέρες μας την κακοποιό δράση της. Τότε που το διάβασα τον ζηλέψα που την κλότσησε και πήρε τους δρόμους. Πήρε δρόμο επίσης και απ' την αγχωτική, υπό προϋποθέσεις, αγάπη της οικογενείας, που όπως κάθε οικογένεια φορτώνει στους γόνους της όλο το βάρος της Γης.

    Πώς φεγγοβολάει, όμως, στο βιβλίο η αγάπη της αδελφής του προς αυτόν, πόσο βαθιά χαράσσει τον αναγνώστη η αντίδραση του ήρωα σ' αυτή την αγάπη. Τέλος, πώς σοφά αποποιείται το πικραμένο αγόρι όλη την εμετική κοινωνική διάκριση και όνειρό του είναι, όπως εξομολογείται στην αδελφή του, να φυλάει τα παιδιά που παίζουν για να μην πέσουν στον γκρεμό. Φύλακας στο καραούλι της πρακτικής αγάπης, αυτό που οφείλει να είναι το πρώτο μέλημα του ανθρώπου και το εκφράζει θαυμάσια η αρβανίτικη προτροπή «ρουα-ρούχου», δηλαδή «φύλαξε-φυλάξου».

    Αναρωτιέμαι, φυλάχτηκε άραγε ο συγγραφέας κατά την αναχώρησή του απ' το δημόσιο κουρνιαχτό ή αντιθέτως αθελήτως τον διόγκωσε; Παράδεισος θα ήταν για ψυχισμούς σαν τον δικό του η πλήρης ανωνυμία. Για όλη τη μικρή ζωή να είναι ο ταπεινός και ελεύθερος φύλακας στη σίκαλη.

    ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ

    Ενέπνευσε ακόμα και τον Δεκέμβρη
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ «Ο φύλακας στη σίκαλη» του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ (στη γλώσσα μας, ευτυχώς, τον μετέφρασε η ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη το 1978) διαθέτει λογοτεχνικό πρόγονο: τον εξίσου ευαίσθητο και εξεγερμένο απέναντι στην υποκρισία των ενηλίκων, έφηβο «Χάκλμπερι Φιν» του Μαρκ Τουέιν.
    Μεταφέροντας από το αγροτικό περιβάλλον στο αστικό την αμεσότητα, τον μεταμφιεσμένο σε πικρή ειρωνεία θυμό και κυρίως την εντιμότητα της φωνής του πνευματικού πατέρα του, ο Σάλιντζερ ανακάλυψε μια ολόκληρη νέα ήπειρο, της οποίας εξακολουθούμε να είμαστε κάτοικοι.

    Από το 1951 που δημοσίευσε το εμβληματικό μυθιστόρημά του, ισχύουν τα ίδια από υπαρξιακής απόψεως, και αντιγράφεις θέλοντας και μη τον Χόλντεν Κόλφιλντ, αν επιχειρήσεις να μιλήσεις εξ ονόματος ενός επαναστατημένου. Στις μαζικές δυτικές κοινωνίες κυριαρχεί πια ο μέσος άνθρωπος και η μόνη δυνατότητα ανυπακοής που σου προσφέρεται, ταυτίζεται με την εφηβεία (κανονική, παρατεταμένη ή αιώνια), γιατί ο κόσμος των ενηλίκων δεν είναι παρά αυτό καθ' αυτό το Σύστημα. Σχεδόν αναπόφευκτα, λοιπόν, έχουμε έκτοτε όλοι μας την αίσθηση ότι σαν να βγήκαμε μέσα απ' αυτό το εκρηκτικής αθωότητας βιβλίο. Για μένα, ακόμα και η εξέγερση της νεολαίας τον προπερασμένο Δεκέμβριο, από τον «Φύλακα στη σίκαλη» εμπνεόταν. Απλώς επρόκειτο για τη βαλκανική του εκδοχή.

    ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

    Ευαγγέλιο εφηβικής αθωότητας
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ «Αμέσως μετά την καλοσύνη, η αυθεντικότητα είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά πράγματα στον κόσμο, κι απ' τα πιο σπάνια, επίσης...», λέει, σε ανύποπτο χρόνο, ένας από τους ήρωες του Σάλιντζερ, στο τελευταίο δημοσιευμένο κείμενό του.
    Η φράση θα μπορούσε να ανήκει κάλλιστα σε κριτική για τον «Φύλακα στη σίκαλη» ή στα... απομνημονεύματα του Χόλντεν Κόλφιλντ.

    Ο Σάλιντζερ έγραψε ένα ευαγγέλιο της εφηβικής αθωότητας, ορίζοντάς την ως το μοναδικό σχεδόν καταφύγιο -μια «κιβωτό», που περισώζει τις σπάνιες και αυθεντικές εκείνες αρετές που κινδυνεύουν με αφανισμό από τον κατακλυσμό ενός κάλπικου κόσμου...

    Αρκεί αυτό για να εξηγήσει γιατί ο «Φύλακας» αγαπήθηκε τόσο και από τόσους; Ασφαλώς όχι! Θα αρκούσε άραγε να προστεθεί ένα σχόλιο για το timing -την εποχή που εκδόθηκε το βιβλίο; Μάλλον όχι. Οπως επίσης δεν θα βοηθούσε και πολύ να επισημάνει κανείς τη σοφή επιλογή της γλώσσας του ήρωα, και άλλα τέτοια καλολογικά.

    Οι εκρηκτικές εμπορικές επιτυχίες δεν εξηγούνται πάντα λογικά. Είναι η αντίσταση του «Φύλακα» στον χρόνο που μας υποχρεώνει να αναζητήσουμε μια πειστική εξήγηση. Προσωπικά, προτιμώ τη διατύπωση του Ζούι, στην ομότιτλη νουβέλα, καθώς νουθετεί τρυφερά την αδερφή του: «Η μοναδική έγνοια ενός καλλιτέχνη», της λέει, «είναι να κυνηγήσει μια μορφή τελειότητας και, μάλιστα, με τους δικούς του όρους, κανενός άλλου».

    Αυτό δεν έκανε κι ο Σάλιντζερ;

    ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ

    Στον αστερισμό της οικογένειας Γκλας
    ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ: ΧΡ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Γ. ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΙΩ. ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Β. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Κάποιο καλοκαίρι της δεκαετίας του '90 στο Ξυλόκαστρο ένα ψηλό μελαχρινό ατίθασο Ελληνογαλλάκι, ο Τηλέμαχος, που παραθέριζε με την οικογένειά του στο ξενοδοχείο «Αρίων» και τρόμαζε τις ηλικιωμένες κυρίες πηδώντας ξαφνικά από ένα παράθυρο του ισογείου στη βεράντα, όπου αυτές έπαιζαν χαρτιά, ως άλλος Μπάτμαν, με ρώτησε ένα βράδυ σε μια ψαροταβέρνα όπου εργαζόταν για να βγάλει κάποιο χαρτζιλίκι. «Δεν μου λες εσύ, δεν μου είπες ποτέ, με τι ασχολείσαι;». «Συγγραφέας», ομολόγησα με κάποια συστολή. «Δηλαδή;».
    Και όταν πια του εξήγησα τι είδους βιβλία γράφω, τότε με δυνατή φωνή που έκανε τα άλλα τραπέζια να στραφούν προς το μέρος μας, μου είπε: «Α, μάλιστα, κατάλαβα, δηλαδή «Attrape coeur». Ηταν ο γαλλικός τίτλος τού «Φύλακα στη Σίκαλη», όπως προφανώς το μετέφρασε στη γλώσσα μας η καλή μας Τζένη Μαστοράκη. Κι αμέσως σκέφτηκα: Κοίτα να δεις... αυτό το βιβλίο έγινε ταυτόσημο με την έννοια συγγραφέας.

    Κάπου νωρίτερα, στη δεκαετία του '80, στεγάστηκαν σ' ένα τομίδιο με δικό μου πρόλογο δύο αμερικάνικα διηγήματα με τους ήρωες μεταφερμένους στην Αθήνα της εποχής. Η «Χαμένη Δεκαετία» του Φιτζέραλντ από τον Θοδωρή Δασκαρόλη και η «Ιδανική μέρα για μπανανόψαρα» του Σάλιντζερ από τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο. Ο τελευταίος μάλιστα επανέλαβε αργότερα το εγχείρημα στο βιβλίο του «Εμμονες Ιδέες».

    Ο ήρωας στα «Μπανανόψαρα», ο Σέιμορ, που αυτοκτονεί στις διακοπές του κοντά στη θάλασσα, είναι εξέχον μέλος της οικογένειας Γκλας που αποτελείται από παιδιά-θαύματα, τα οποία ξεκίνησαν από μια εκπομπή στο ραδιόφωνο και εξελίχθηκαν σε ενήλικες-θαύματα που διαβάζουν βουδιστικά κείμενα και κάνουν ζεν. Οι περιπέτειές τους, εκτός από τα «Μπανανόψαρα», περιλαμβάνονται στις νουβέλες «Φράνι και Ζούι», «Σέιμορ, μια εισαγωγή» καθώς και στο αγαπημένο μου «Σηκώστε τη σκεπή μαστόροι», τίτλος που παραπέμπει σε στίχο της Σαπφώς. Εκεί περιγράφεται η ξεκαρδιστική όσο και μελαγχολική ιστορία του μικρότερου από τ' αδέλφια Γκλας, ο οποίος παίρνει άδεια από τον στρατό για να παραβρεθεί στον γάμο του μεγαλύτερου αδελφού του στη Νέα Υόρκη. Οσες φορές κι αν το διαβάσω, δεν το χορταίνω.

    Ωστε, λοιπόν, ο καλός συγγραφέας και σύντροφος των νεανικών μας χρόνων, με ατελείωτες συζητήσεις βράδια ολόκληρα γύρω από αυτόν με τον ποιητή Νίκο Παναγιωτόπουλο, τον Βασίλη Διοσκουρίδη και τον Λευτέρη Βογιατζή, δεν υπάρχει πια! Πότε έφτασε κιόλας 92 χρονών! Εμείς ξέρουμε τη φωτογραφία του που τον δείχνει τριαντάρη με κορακάτο μαλλί και βλέμμα γαζέλας. Η υστεροφημία του διατηρήθηκε όχι μόνο στα βιβλία του αλλά και στη δική του νεανική μορφή. Σε μια Αμερική, σκέφτομαι, που δεν υπάρχει πια. Ενα έθνος που, παρά τη νίκη του, σκιάστηκε από τις συνέπειες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την ισοπέδωση της Χιροσίμας. Συνέπειες που είναι φανερές και στους ήρωες του συγγραφέα και εξηγούν σε μεγάλο βαθμό την αυτοκτονία του Σέιμορ στα «Μπανανόψαρα».

    Ο ανατρεπτικός έφηβος Χόλντεν Κόλφιλντ και οι σοφές μέχρι υστερίας φιγούρες των αδελφών Γκλας αντιπροσωπεύουν ό,τι πιο ακραίο και χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής Αμερικής. Σκιαγραφούν νευρώσεις, όνειρα, δίνουν με απίστευτο χιούμορ οικογενειακές εικόνες μιας κοινωνίας που χάθηκε πια. Ομως η δύναμη, το νεύρο, το γέλιο και η απίστευτη ενέργεια των σελίδων του Τζέι Ντι Σάλιντζερ (μοιάζει με αναγραμματισμό του Ντι Τζέι) διατηρούν τους ήρωές του ζωντανούς όπως και την πρώτη μέρα. Δεν ξέρω αν κάποιοι κριτικοί θελήσουν στο μέλλον να αμαυρώσουν αυτόν τον συγγραφέα (ακολουθώντας ίσως την κόρη του και τη βιογραφία της), όμως για μένα και τους φίλους, παλιούς και νεότερους, ο Σάλιντζερ παραμένει μοναδικός μέσα στην αναρχία των ιδεών του, την ευθυμία του, την παιδική σοφία και την υπόγεια τραγικότητα των ηρώων. Δεν ξέρω αν ποτέ αποφασιστεί να κυκλοφορήσουν όσα έγραψε εκ των υστέρων κλειδωμένος στο ερημητήριό του. Αλλά για μένα αυτό δεν έχει την παραμικρή σημασία. Τα λίγα βιβλία που ο Τζέι Ντι δημοσίευσε έγιναν μύθος που έδωσε καινούργιο νόημα στη ζωή μας.
     
  5. vautrin

    vautrin Contributor

    Ο ΛΑΝΘΑΝΩΝ ΣΑΔΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Τζ. Ντ. Σάλιντζερ

    Ο,τι οι άλλοι θεωρούσαν αλλόκοτο, για μας ήταν συνηθισμένο

    Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗ

    «Μεγάλωσα σ' έναν κόσμο με σχεδόν απόντες τους ζωντανούς. Το Κόρνις, στο οποίο ζούσαμε, ήταν άγριο και δασώδες. Οι πιο κοντινοί μας γείτονες ήταν εφτά χορταριασμένες ταφόπλακες, που ο αδελφός μου κι εγώ ανακαλύψαμε ακολουθώντας τα ίχνη μιας κόκκινης σαλαμάνδρας στη βροχή. Ηταν οι τάφοι μιας επταμελούς οικογένειας, που είχε αφήσει τα εγκόσμια αρκετά χρόνια πριν».

    Ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ στα 31 του είχε ήδη τα διπλά χρόνια από τη σύντροφό του Κλερ Ντάγκλας
    Με αυτές τις φράσεις ξεκινά το βιβλίο «Dream Catcher. Α Memoir» εκδ.«Washington Square Press»), που εξέδωσε το 2000 η Μάργκαρετ Σάλιντζερ, η κόρη τού διασημότερου ερημίτη της αμερικανικής λογοτεχνίας Τζ. Ντ. Σάλιντζερ. Συμπυκνώνουν τη βαριά ατμόσφαιρα των παιδικών της χρόνων αλλά και τον μυθοποιημένο αναχωρητισμό του πατέρα της, που «φυλάκισε» την οικογένειά του στις ερημιές του Νιου Χάμσαϊρ. Ο θάνατός του στις 28 Ιανουαρίου, στα 91 του χρόνια, επαναφέρει στο προσκήνιο το αυτοβιογραφικό βιβλίο της κόρης του και ζωηρεύει τη συζήτηση για την αινιγματική προσωπικότητά του.

    «Ο πατέρας μου, συγγραφέας μυθιστορημάτων, ένας ονειροπόλος ο οποίος στον πραγματικό κόσμο μετά βίας δένει τα κορδόνια των παπουτσιών του, δεν προειδοποίησε ποτέ την κόρη του ότι θα μπορούσε να πέσει και να τσακιστεί» γράφει, με παιδικό παράπονο, στον πρόλογο.

    Ο δημιουργός του «Φύλακα στη σίκαλη» στοιχειώνει όλο το βιβλίο της. Η μητέρα της, ο αδελφός της και η ίδια μοιάζουν να περιστρέφονται, ανυπεράσπιστοι, γύρω από τις τυραννικές του επιθυμίες. Η μισανθρωπία, ο μισογυνισμός και ταυτόχρονα το πάθος του Σάλιντζερ για τις νεαρές, σχεδόν ανήλικες, γυναίκες, η εμμονή του με ανατολίτικες θρησκείες, δόγματα και αιρέσεις δεν ήταν, απλώς, οι αναζητήσεις και οι παραξενιές μιας ιδιοφυΐας με ασκητικό τρόπο ζωής. Κάθε επιλογή του είχε άμεση και καταστροφική επίδραση στις ζωές των οικείων του. Οπως προκύπτει, φυσικά, από τις μαρτυρίες της κόρης του η οποία, χωρίς μένος αλλά με βουδιστική νηφαλιότητα, περιγράφει τις πιο ακραίες πτυχές της οικογενειακής τους ζωής. Και διαπιστώνει: «Αυτά που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν αλλόκοτα, για μας ήταν συνηθισμένα».

    Ενα μεγάλο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στη μητέρα της Κλερ Ντάγκλας, την οποία ο Σάλιντζερ παντρεύτηκε στα 36 του, όταν εκείνη ήταν μαθήτρια, σχεδόν παιδί. «Ολος ο κόσμος ήταν ο πατέρας σου -κάθε τι που έλεγε, έγραφε ή σκεφτόταν. Διάβαζα ό,τι μου έλεγε να διαβάσω, έβλεπα τον κόσμο μέσα από τα μάτια του, ζούσα τη ζωή μου σαν να με παρακολουθούσε» έλεγε στην κόρη της.

    Γνωρίστηκαν στο σπίτι του αρθογράφου του «New Yorker» και συγγραφέα Φράνσις Στιγκμίλερ, όταν η Κλερ ήταν δεκαέξι ετών. Η νεαρή γυναίκα δεν μπορούσε να φανταστεί τη συνέχεια αυτής της σχέσης. Οταν παντρεύτηκαν και μετακόμισαν στην ερημιά του Κόρνις, της απαγόρευσε να βλέπει τους φίλους και την οικογένειά της. Από τις αφηγήσεις της, όπως μεταφέρονται στο βιβλίο, προκύπτει ότι ο Σάλιντζερ φοβόταν το γυναικείο σώμα και όταν η Κλερ έμεινε έγκυος -σχεδόν τυχαία, σε μια από τις σπάνιες φορές που έκαναν σεξ- δεν δίστασε να της επισημάνει πόσο απεχθές έμοιαζε το αλλαγμένο σώμα της.

    Κατά το ήμισυ Εβραίος, χωρίς όμως βαθιά εβραϊκή συνείδηση, βίωσε την έξαρση του αντισημιτισμού της εποχής του μέχρι να βυθιστεί στη δίνη των θρησκειών, των γιόγκι, της ομοιοπαθητικής. Η Μάργκαρετ Σάλιντζερ γράφει ότι ο πατέρας της απεχθανόταν το γάμο και ότι οι γονείς της δεν επρόκειτο να παντρευτούν αν ο Σάλιντζερ δεν είχε ακολουθήσει τις διδαχές τού γιόγκι Λαχίρι Μαχασάγια, που υποστήριζε ότι μόνο αν κάποιος ακολουθούσε το μονοπάτι της οικογένειας και των παιδιών υπήρχε η πιθανότητα να δεχτεί τη θεία φώτιση. Η πιο σκανδαλώδης επιρροή που δέχτηκε ο Σάλιντζερ, από τα δογμάτα που ασπαζόταν κατά καιρούς, ήταν να πιει, κάποτε, το ίδιο του το κάτουρο.

    Σε αυτές τις συνθήκες, η Κλερ Ντάγκλας δεν άργησε να φτάσει στην απελπισία. Η ίδια έχει εκμυστηρευτεί στην κόρη της ότι όταν ήταν 13 μηνών βρέφος, σκεφτόταν να τη σκοτώσει και μετά να αυτοκτονήσει. Κάποια στιγμή έβαλε φωτιά στο σπίτι της, αν και δεν παραδέχτηκε ποτέ ότι το έκανε.

    Θεία φώτιση και γραφή

    Οι εμμονές του Σάλιντζερ, σύμφωνα με την κόρη του, ήταν ποικίλες. Αδυνατούσε να διαχωρίσει τη μυθοπλασία από την πραγματικότητα και αντιμετώπιζε τη συγγραφή ως όχημα για θεία φώτιση. Ελεγε «ότι η πράξη της γραφής ήταν αδιαχώριστη από ένα υψηλό αίτημα πνευματικής ανύψωσης και ότι σκόπευε να αφιερώσει τη ζωή του σ' ένα σπουδαίο έργο, το οποίο θα αποτελούσε και τον απόλυτο σκοπό της ζωής του».

    Η Μάργκαρετ Σάλιντζερ δεν αρκέστηκε στις αναμνήσεις της για να γράψει το βιβλίο. Συζήτησε ώρες ατέλειωτες με τη μητέρα της και τη μεγαλύτερη αδελφή του πατέρα της, Ντόρις. Γι' αυτό και οι αναφορές στη ζωή του πατέρα της ξεκινούν πριν από τη δική της γέννηση. Ακόμα και σ' ένα από τα πρώτα ραντεβού της μητέρας της με τον πατέρα της, στο κλειστοφοβικό του διαμέρισμα, όπου τα ράφια, οι τοίχοι, ακόμα και τα σεντόνια του κρεβατιού ήταν κατάμαυρα.

    Δεν διατηρεί, όμως, μόνο δυσάρεστες μνήμες από τα παιδικά της χρόνια. Θυμάται την αγάπη του Σάλιντζερ στον κινηματογράφο, τις προβολές ταινιών στο σπίτι τους από την προσωπική του συλλογή σε μπομπίνες. Είχαν δει πολλές φορές μαζί τις ταινίες του Χίτσκοκ «39 σκαλοπάτια», «Η κυρία εξαφανίζεται», «Ξένος ανταποκριτής» και φιλμ των αδελφών Μαρξ.

    Πολεμιστής με τα όλα του

    Δεν ξεχνά επίσης την ενεργό συμμετοχή του στις μεγαλύτερες πολεμικές επιχειρήσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στην Απόβαση στη Νορμανδία, στη Μάχη των Αρδενών, και τη βαριά σκιά που άφησε ο πόλεμος στη μετέπειτα ζωή του: «Δεν αμφέβαλλα ποτέ ότι ο πατέρας μου υπήρξε στρατιώτης. Οι ιστορίες που έλεγε, τα ρούχα που φορούσε, η κυρτή, σπασμένη μύτη του, "λάφυρο" της πτώσης του από τζιπ που σφυροκοπούσαν ελεύθεροι σκοπευτές, και το κουφό αυτί του από την έκρηξη όλμου κοντά στο τζιπ του μαρτυρούσαν, διαρκώς, τις πολεμικές του περιπέτειες».

    Ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, όπως επιβεβαιώνει η κόρη του, δεν είχε καθόλου καλή σχέση με την έκφραση συναισθημάτων. Παρ' όλα αυτά, τον είδε μία και μοναδική φορά στη ζωή της να κλαίει. Ηταν μπροστά στην τηλεόραση και παρακολουθούσε την πομπή της κηδείας τού δολοφονημένου Τζ. Φ. Κένεντι. «Θυμάμαι ακόμα το πρόσωπό του κάτωχρο και τα δάκρυα να τρέχουν σιωπηλά, στα μάγουλά του...». *
     
  6. vautrin

    vautrin Contributor

    "The mark of the immature man is that he wants to die nobly for a cause, while the mark of the mature man is that he wants to live humbly for one"