Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Dark_Explorer

    Dark_Explorer Κλωθώ: ἄτρακτον στρέφειν Contributor

    Marianne Moore
    Poetry

    Ι , too, dislike it: there are things that are important beyond
    all this fiddle.
    Reading it, however, with a perfect contempt for it, one
    discovers in
    it after all, a place for the genuine.
    Hands that can grasp, eyes
    that can dilate, hair that can rise
    if it must, these things are important not because a


    high-sounding interpretation can be put upon them but because
    they are
    useful. When they become so derivative as to become
    unintelligible,
    the same thing may be said for all of us, that we
    do not admire what
    we cannot understand: the bat
    holding on upside down or in quest of something to


    eat, elephants pushing, a wild horse taking a roll, a tireless
    wolf under
    a tree, the immovable critic twitching his skin like a horse
    that feels a flea, the base-
    ball fan, the statistician–
    nor is it valid
    to discriminate against «business documents and


    school-books»; all these phenomena are important. One must make
    a distinction
    however: when dragged into prominence by half poets, the
    result is not poetry,
    nor till the poets among us can be
    «literalists of
    the imagination»–above
    insolence and triviality and can present


    for inspection, «imaginary gardens with real toads in them,»
    shall we have
    it. In the meantime, if you demand on the one hand,
    the raw material of poetry in
    all its rawness and
    that which is on the other hand
    genuine, you are interested in poetry.
     
  2. aethereal

    aethereal Guest

    Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον

    Τι θέλω πια να δέχομαι την προστασία της Μούσας;
    Να σφίγγω την καρδιά μου να δεχτεί
    τις νέες αγάπες, πίστες και χαρές της,
    τάχα πως είναι μοίρα μου κ' είναι και διαλεχτή!


    Πάει ο καιρός που αχτιδωτό το αστέρι της ματιάς μου
    έφεγγε και των θείων και των γηίνων.
    Ω των παθών δεν κράτησα εγώ την ανόσια Λύρα,
    εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.

    Και τραγουδούσα τον καημό της άσπιλης ψυχής μου
    μεσ’ στων δακρύων την ευχαριστία
    κι όλη η χαρά του τραγουδιού μου ήταν, πως τη φωνή μου
    θα τη δεχόταν μια βραδιά μπρος στη φτωχή του εστία.

    Κι ως διάβαζα στα μάτια του κάποτε τη χαρά του,
    ποια δόξα ακριβή να πω;
    Στο χωρισμό μας τού ‘φερναν σα χελιδόνια οι στίχοι
    μήνυμα, πως από μακριά διπλά τον αγαπώ.

    Τώρα καμιά, καμιάν ηχώ δεν άφησε η φωνή μου
    σπαραχτική όταν γέμισε μιας νύχτας το σκοτάδι.
    Όμως όλοι φοβήθηκαν κι εγώ πιστεύω ακόμα
    αληθινά πως τη βαριά χτύπησα πόρτα του Άδη.

    Λοιπόν γιατί να δέχομαι το κάλεσμα της Μούσας;
    Σαρκάζει η πίστη μέσα μου των θείων και των γηίνων.
    Μια ανόσια Λύρα των παθών σε μένα δεν ταιριάζει.
    Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.

    (μαρια πολυδουρη)
     
  3. aethereal

    aethereal Guest

    ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΟΥ ΖΑΠΠΕΙΟΥ

    Ποιὰ μοίρα νὰ μοῦ ἑτοίμασε τὸ πέρασμα,
    ποιὸ πνεῦμα μ᾿ ἔχει πάρει,
    τὴ νύχτα ἀπόψε τὴ φθινοπωριάτικη
    μ᾿ ἕνα μεγάλο θλιβερὸ φεγγάρι.

    Στὸν κῆπο τοῦ Ζαππείου, φωλιὰ τοῦ ἔρωτα;
    Ἐγὼ μία σκιὰ ποὺ σέρνεται στὸ χῶμα,
    ἕνα φύλλο ποὺ πιὰ τὴ ρίζα του ἔχασε
    καὶ ποὺ τὸ παίρνει ὁ ἄνεμος ἀκόμα.

    Ἔρημα τὰ δρομάκια, ἔρημοι οἱ πάγκοι του.
    Τὸ σπάνιο φύλλωμα σωπαίνει
    ἀμφίβολα. Πρὸ μιᾶς στιγμῆς ἐφύγανε
    οἱ ἐρωτευμένοι.

    Ἐδῶ ἕνας νέος σκυθρωπὸς ἑτοίμαζε
    κάποια χαρὰ στὴν παθιασμένη ζωή του.
    Φιλοῦσε ἑνὸς μικροῦ χεριοῦ τὰ δάχτυλα
    μεθοῦσεν ἡ συλλοή του.

    Ἐκεῖ, κάποιος ποτὲ ποὺ δὲν ἐπίστεψε
    ζητᾶ ἀπ᾿ τὰ ὡραῖα χείλη
    τὸ μάταιον ὅρκο. Πόσο πιὸ καλλίτερα
    νἄτανε σιωπηλὰ καὶ νὰ τὰ ἐφίλει.

    Ἐδῶ, πάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀρχαῖο μάρμαρο
    εἶχε καθήσει ἡ κόρη
    κ᾿ ἕνας ἄντρας ξανθὸς σὰν ἥλιος, τὸ εἴδωλο
    τῆς ἀγάπης ἐθώρει.

    Κάποιος, μέσ᾿ στὶς σκιὲς ποὺ ὅλο βαθαίνουνε,
    ἕνας θεὸς ποὺ ἐξιλασμὸ ζητοῦσε,
    μιᾶς παρθένας τὸ σῶμα ξέσκεπο ἅπλωσε
    καὶ τῆς νύχτας τὰ πνεύματα καλοῦσε.

    Στὸν πάγγο ποὺ τὸ βάρος τὸν γονάτισε
    τὸν ἔδειρε μία τρικυμία,
    κλαίγανε, κλαίγαν δυὸ ψυχὲς ποὺ ἀρρώστησαν
    καὶ δὲν τοὺς δίνει ἡ ἀγάπη τους χαρὰ καμμία.

    Τόσα φιλιὰ καὶ κρυφοαναστανέγματα
    σὲ μία στιγμὴ πὼς σβήσαν!
    Τὸ ἀγέρι τοῦ φθινόπωρου δυνάμωσε
    κ᾿ οἱ ἐρωτευμένοι φύγαν καὶ μ᾿ ἀφῆσαν.

    Νά, μόλις φύγαν. Μένει ἀκόμα τὸ ἄρωμα
    τριγύρω ἐδῶ χυμένο.
    - Καὶ γὼ μία σκιὰ ποὺ δὲ θὰ μὲ ὑποψιάζονταν
    κανείς, τί θέλω ἐδῶ, τί μένω;


    (μαρια πολυδουρη)


    αφιερωμενο στον Κ _ v _ _ r _ .
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Τ΄ αστέρια θα 'ναι πάντα μακριά

    Γυρνούσες τόσα χρόνια τα λιμάνια
    και ιστορίες έλεγες πολλές,
    για κάποιους που τους ρίξαν στα λιοντάρια
    μα βγήκαν ζωντανοί χωρίς πληγές.

    Κανένανε ποτέ δεν προσκύνησαν
    δεν άκουσαν καμιά διαταγή
    μονάχα με την τρέλα συμφωνήσαν
    να πνίξουν τις φωνές της λογικής.

    Κάτσε στ 'αβγά σου και στο σύστημα θα βρεις παρηγοριά
    Τ`αστέρια θα 'ναι πάντα μακριά.
    Μες στο καβούκι του κανείς δεν κινδυνεύει απ 'τη φωτιά
    Τα κάστανα και κρύα είναι καλά

    Σε είδα χθες το βράδυ στην πλατεία
    γεμάτα τα παγκάκια με κλοσάρ.
    Πετάχτηκες από τη μπιραρία
    και ρώσικη ρουλέτα αρχινάς.

    Το χέρι σου περίστροφο κρατάει
    στον κρόταφο την κάνη ακουμπάς
    μα λίγο πριν πατήσεις τη σκανδάλη
    ακούς μία φωνή και σταματάς.

    Κάτσε στ 'αβγά σου και στο σύστημα θα βρεις παρηγοριά
    Τ`αστέρια θα 'ναι πάντα μακριά.

    * Μάνος Ξυδούς
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Βαθειές ειν΄οι ρίζες

    Η αρχή όπως είπαν μερικοί
    ή το τέλος κατ' άλλους
    ήρθε ένα βράδι πολύ μέσα στ' άλλα
    που ανοίγοντας την πόρτα τής κάμαρας του
    μές στο σκοτάδι διέκρινε καθαρά
    ένα φέρετρο, προορισμένο γι' αυτόν
    δήθεν από καιρό.

    Ανάβοντας το φως
    έμεινε το τραπέζι του
    κι' όλα μέσα στο δωμάτιο
    σάν να υποκρινόνταν κάποιο ρόλο.

    Πέρασαν μερικές μέρες γραφείου
    με την ανυπόφορη ενεργητικότητα
    όλων των άλλων για ένα παιχνίδι χαμένο
    ένα παιχνίδι χωρίς νόημα
    που παρακολουθείται πίσω απ' τα τοιχώματα
    φέρετρου ερμητικά κλεισμένου
    χωρίς να πάψει ούτε για μιά στιγμή
    να εκτελεί τα καθήκοντα του σωστά
    — ίσως επειδή η δουλειά του ήταν τυποποιημένη.

    Σ' ένα φορτοταξί κι όλα τέλειωσαν.

    Μερικές κουβέντες οίκτου, έκπληξης και
    πόνου συνόδευσαν τη σκηνή
    όμως άλλη η οδύνη·
    η παγερότητα που σάν αράχνη
    ξεκινάει απ' την άδεια καρέκλα
    τα καλοξυμένα του μολυβιά
    το ντοσιέ του υπό τον βαθμόν
    γραφέως β’ παθόντος.

    (Για πόσα πράματα πρέπει να φωνάζουμε μ' όλη μας την ψυχή: Κάτω! Κάτω!..)

    * Γιάννης Νεγρεπόντης
     
  6. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η ορμή που μέσα από τον ανθηρό δίαυλο πορεύει το λουλούδι

    Η ορμή που μέσα από τον ανθηρό δίαυλο
    πορεύει το λουλούδι
    και τ’ ανθηρά μου χρόνια πορεύειֹ,
    αφανίζει των δέντρων τις ρίζες,
    είναι ο χαλαστής μου.
    Και φωνή δεν έχω να πω στο τσακισμένο ρόδο,
    πως απ’ τον ίδιο τσάκισε η νιότη μου χειμέριο πυρετό.
    Η ορμή που πορεύει το νερό μεσ’ απ’ τους βράχους
    και το κόκκινο μου αίμα πορεύει,ֹ ξεραίνει τις βουνοπηγές,
    κερώνει και το δικό μου.
    Και δεν έχω φωνή να κραυγάσω, ως με τις φλέβες μου
    πως τη βουνοπηγή το ίδιο στόμα τη βυζαίνει,
    το χέρι που αναδεύει στη λιμνούλα το νερό,
    ταράζει και τη σύρτηֹ κατευθύνει το φύσημα του ανέμου,
    τη σαβανοφόρα μου πλεύση οδηγεί.
    Και δεν έχω φωνή για να πω στον κρεμασμένο,
    πως απ’ τη γη μου πλάθεται ο πηλός του κρεμαστή.
    Τα χείλη του χρόνου κολλούν σαν βδέλλες στην πηγήֹ,
    η αγάπη στάζει και μαζεύει, μα το χυμένο αίμα
    θα γαληνέψει τις πληγές της.
    Και φωνή δεν έχω να πω σ’ έναν άνεμο πρόσκαιρο,
    πώς ο χρόνος με ουρανό τύλιξε τ’ αστέρια.
    Και φωνή δεν έχω να πω στον τάφο του εραστή,
    πως στο σεντόνι μου πορεύεται
    το ίδιο κουλουριασμένο σκουλήκι.

    ( Dylan Thomas )

    --------------------------------------------------

    Αβρός μην πας στην νύχτα την καλή

    Αβρός μην πας στην νύχτα την καλή,
    το γέρασμα, με το κλείσιμο της μέραςֹ
    πρέπει να καίει και να μουγκρίζει,
    οργή, οργή για του φωτός την εκπνοή.
    Κι αν άνθρωποι σοφοί, του σκότους το σωστό,
    κοντά στο τέλος τους το ξέρουνε αυτοί,
    αφού απ’ τα λόγια τους δεν είδαν
    αστραπή να ψαλιδίζει,
    αβροί δεν παν στην νύχτα την καλή.
    Άνθρωποι καλοί, στου κύματος δίπλα τη στερνή,
    το κλάμα τους πώς λαμπυρίζει,
    των πράξεών τους φύση, λεπτή, καχεκτική,
    σε κόλπο καταπράσινο ίσως αυτές
    μπορούσαν να χορεύουν,
    οργή, οργή για του φωτός την εκπνοή.
    Άνθρωποι τρομεροί, πάνω στη φλογερή του ορμή
    τον Ήλιο αδράξαν και τον τραγουδήσαν,
    όμως καθώς αυτός τον ουρανό διασχίζει,
    μάθαν, αργά πολύ, πώς θλίψη τον γιομίσαν,
    αβροί δεν παν στην νύχτα την καλή.
    Άνθρωποι σκοτεινοί, κοντά στο μνήμα,
    με θαμπωμένη όραση βλέπουν και αυτοί,
    μάτια θαμπά που θα μπορούσαν να είναι
    όλο χαρά, μετεωρίτες φλογεροί,
    οργή, οργή για του φωτός την εκπνοή.
    Κι εσύ πατέρα, απ’ το θλιμμένο ύψος, από κει,
    δώσ’ μου κατάρα και ευχή
    με των δακρύων σου την ορμή,
    αβρός μην πας στην νύχτα την καλή,
    οργή, οργή για του φωτός την εκπνοή.

    ( Dylan Thomas )
     
    Last edited: 18 Φεβρουαρίου 2015
  7. lorelei

    lorelei Regular Member

    ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ

    (η κεφαλή λέγει)
    Αν ήμουν της αγάπης μου σκαμνί
    Τα πόδια της σ'εμένα ν'ακουμπούνε,
    'Οσο βαριά, σκληρά κι αν με πατούνε
    Δεν θα βγαζα παράπονου φωνή.

    (η καρδιά λέει)
    Αν ήμουν το χρυσό μαξιλαράκι της
    Που η κόρη τις βελόνες της καρφώνει,
    Θα ήταν ευχαρίστησή μου μόνη
    Να με κεντά το κάτασπρο χεράκι της.

    (το τραγούδι λέγει)
    Αν ήμουν το χαρτάκι που χςρίζει
    Η κόρη και τυλίγει τα μαλλιά της,
    Κρυφά θε να ψιθύριζα στ' αυτιά της
    Ζωή και μυρωδιά ποια μου χαρίζει.

    HEINRICH HEINE
     
  8. lorelei

    lorelei Regular Member

    Το πανωφόρι

    Έκανα το τραγούδι πανωφόρι
    Κεντήματα το στόλισα
    Από παλιές μυθολογίες
    Από τα νύχια ως την κορυφή
    'Ομως οι ανόητοι το πήρανε
    Όπως το βλέπει ο κόσμος
    Σαν να το είχαν φτιάξει αυτοί.
    Τραγούδι, ας το πάρουνε
    Γιατί πιο ενδιαφέρον είναι
    Να περπατά κανείς γυμνός.

    W.B YEATS
     
  9. aethereal

    aethereal Guest

    ΕΓΩ ΜΙΛΑΩ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ
    Όλα ξέρω γιατί γίνονται
    και πως λειτουργούν,
    το μυαλό μου με βοήθησε
    να καταλαβαίνω,
    οι ευαίσθητοι αμύνονται
    στη ζωή και αργούν,
    κι η λαχτάρα τους συνήθισε
    να πατάει το φρένο.

    Μα εγώ μιλάω για δύναμη,
    της αγάπης ισοδύναμη,
    και ζητάω προτεραιότητα,
    φύση, θέση, κι ιδιότητα.

    Όλα ξέρω τι σημαίνουν
    και τι εννοούν,
    το μυαλό μου με συντόνισε
    στο καινούργιο μήκος,
    οι ευαίσθητοι παθαίνουνε
    και παρανοούν,
    λες κι ο κόσμος το κανόνισε
    να γλιτώνει ο λύκος.

    Μα εγώ μιλάω για δύναμη,
    της ελπίδας ισοδύναμη,
    και γυρνάω στην αθωότητα,
    την παλιά μου την ταυτότητα.

    (λινα νικολακοπουλου)

    αφιερωμενο.
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Είσοδος κινδύνου

    Κάτω από το παράθυρο μου πέρασε πάλι αυτός,
    δόκανο για φεγγάρια.
    Το κεφάλι του τετράγωνο κλουβί,
    μέσα του ένα μάτι,
    απ’ τα λίγα που περίσσεψαν της νύχτας,
    μα όχι ψάρι.
    Σου γράφω μετά από τρεις βροχές,
    η απόπειρα μου για το ποιος είναι ο άλλος που είμαι
    απότυχε.
    Τι να σου λέω λοιπόν για τη μοναξιά με λέξεις.
    Μη δεν είδες θερισμένο κάμπο πέρα πέρα,
    καταμεσί του απόμαχο βαγκόνι έξω από τις ράγες,
    τη σιγαλιά ν’ ακουμπάει πάνω του,
    δίχως κουδούνι να βοσκάει η ερημιά
    κατάψηλα, να περιπολούν κοράκια;
    Κάτω απ’ το παράθυρο μου πάλι αυτός.
    Το κεφάλι του εγώ: είσοδος κινδύνου.

    ( Έκτωρ Κακναβάτος )
     
  11. Μη φεύγεις, μη φύγεις, τον έρωτα σου ανάποδα φορώ
    μη φεύγεις, μη φύγεις, τα θαυματα μην πνίγεις σε μια γουλιά νερού
    καρδιά μου, που ανοίγεις να πας μακριά μου μ' ένα φτερό
    φοβάμαι ακόμα στα μάτια σου τον ίσκιο που γυρνά
    το μΑύρο το χρώμα το κόκκινο πληγής που δεν περνα
    φωνάζει το στόμα "η αγάπη ν αεφευρεθεί ξανα"
    να μ' έχεις στο νου σου, στην άκρη τ' ουρανού σου μην ξεχνάς
    για λόγους δικού σου και σώμα και ψυχη μου κυβερνάς
    καρδιά μου το νου σου πιο πέρα απ' τ΄ονειρο μας μην πας
    εγώ κι εσύ αγαπημενοι
    εγώ κι εσύ Εσύ
    νικάει αυτό που ενώ πεθαίνει ζητάει "μαζί μαζι"
     
  12. Dark_Explorer

    Dark_Explorer Κλωθώ: ἄτρακτον στρέφειν Contributor

    Μήπως πρέπει... Μήπως... Μια γνώμη λέω.
    Να βάλεις "φραγή" σε ορισμένα πρόσωπα που σε περικυκλώνουν
    και ισχυρίζονται ότι αποτελούν το πλαίσιό σου;
    Την κορνίζα σου, και καλά.
    (Και τί κορνίζα Θε μου! Όλο χρυσόσκονη!)
    Μήπως πρέπει ν'απενεργοποιήσεις ορισμένα συναισθήματα
    που αποδείχθηκαν υπερβολικά κι ανώφελα;
    H γενναιοδωρία, φίλε, έχει κάποια όρια. Κάποια stop.
    Όταν τα ξεπεράσεις, ξέρεις πού οδηγείσαι;
    Στο διασυρμό και στην αυτοκαταστροφή.
    Έτσι είναι. Κι ας μη σ'αρέσει να το δεις.
    Αυτή πια η ανόητη προσμονή σου
    πως οι "άλλοι" κάποτε θ'αλλάξουν...
    Ξέχνα την, να χαρείς.
    Οι "άλλοι" την έχουν καταβρεί στην πουπουλένια σου πλατούλα.
    Εσύ ν'αλλάξεις ρότα. Τώρα. Αν μπορείς.
    Αν δεν μπορείς, τουλάχιστον μη θορυβείς.
    Έχεις ακούσει για τη μητέρα Τερέζα;
    Καμία σχέση!

    Αλκυόνη Παπαδάκη, "Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή"