Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Το γράμμα

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος -Volt-, στις 30 Απριλίου 2018.

  1. -Volt-

    -Volt- Contributor

    Κι ο χρόνος κυλούσε σιωπηλός, όπως οι χρόνοι που ακόμη δεν έχουν γραφτεί και το παρελθόν γύρναγε με όλη τη σφοδρότητα αυτών που έχουν γίνει, οχληρό, συντριπτικό, ανένδοτο. Η Χαρά μιλούσε από τεράστια απόσταση χρονική και χωρική, για κάποια καριέρα που τότε θα ξεκινούσε, ένα σπασμένο κλειδί, ένα δαχτυλίδι σε κάποιο μπρελόκ δε μπορούσαν να ειδωθούν πια απ’ την κάψα με την οποία έκαιγαν το βλέμμα. Και ακούστηκε ο χρόνος που είχε περάσει μαζί με την Πωλίνα, να μιλά γιατί ήταν πλέον παρελθόν. Τουλάχιστον εκείνη η σχέση κι ένα διαφορετικό κεφάλαιο ξεκινούσε.

    A gray mirage flees when the sun light glows

    I have to leave my past pursuit,

    Now I realize which is the way to go.

    It is time to follow the route.

    The road again,

    Like a revelation,

    The road again,

    Without hesitation.

    I wanna go where I gotta go.

    My road...


    Μου αρέσει να πλένω τα μούτρα μου με παγωμένο νερό, μου αρέσει να πίνω κρύο νερό το πρωί. Με ξυπνούν, μουδιάζουν τη διάθεση για χουζούρι. Διαβρώνουν την ελαστικότητα με την οποία πλέκονται οι βάσεις και οι στόχοι με τις επιπλέουσες επιθυμίες.


    Ησυχία, απόλυτη ηρεμία στο τι και στο πως. Quo usque tandem abutere, Catilina, patientia nostra? Τα αρνητικά συναισθήματα δεν έχουνε καμία θέση, αλλά μπορούν να αξιοποιηθούν. Τα θετικά συναισθήματα είναι καλοδεχούμενα, αλλά άχρηστα.


    Όλα και όλοι μπορούν να ανατραπούν, αλλά μόνο επειδή το θέλουν και για το χρόνο που μπορούν να το επιτρέπουν. Αξιοποιείς αυτό που έχεις, σταματάς να το υπερεκτιμάς. Σταματάς να του επιτρέπεις να εξακολουθήσει να έχει την επίβλεψη, άρα και την πρόβλεψη. Γιατί οι άνθρωποι είναι αυτό που θέλουν οι ίδιοι να είναι. Είναι αδύνατο μια δανεική γνώση να παντρευτεί με το που βρίσκονται τα βιώματα, όσο και τα γυαλιά της μυωπίας δεν προσφέρουν τίποτα σε αυτόν που πείθεται πως βλέπει και δεν έχει πρόβλημα. Αλλά το ότι είδε μια φορά με τα γυαλιά, κάποτε θα λειτουργήσει.


    Περιμένεις, ή την κάνεις. Υποχωρείς δηλαδή; Όχι, προσαρμόζεσαι. Αν ακόμα πιστεύεις σε κάτι, αν υπάρχουν πραγματικά επιχειρήματα και όχι άκαιρες ονειροφαντασίες το κάνεις. Όμως πιο ήρεμα, πιο αποστασιοποιημένα. Η Χαρά είχε πει ‘’δεν έρχομαι εκεί γιατί πριν από ‘σενα με το Χάρη έζησα για λίγο στη Ναύπακτο που δούλευε, και, την ερήμωση του τόπου, την καχύποπτη στάση, του την κράτησα και δε θέλω να στο κρατήσω κι εσένα’’. Ήμουν τότε πολύ ανόητος να μη δω τη θέση μου. Και τη θέση μας ανά πάσα ώρα και στιγμή οφείλουμε στον εαυτό μας να τη βλέπουμε.


    Topping from the bottom; Μπορεί; Αλλά σύγγνωστο, εφ’ όσον πια έχει αποκαλυφθεί. Είναι άλλωστε εξ’ ίσου θεραπευτικό το να στοχάζεσαι, με το να γελοιοποιείσαι. Και εμένα μου αρέσουν και τα δυο.


    Είχα αποφασίσει πως όσα της είχα ζητήσει να κάνει, ένα καθημερινό κείμενο μέσα απ’ το οποίο έβλεπα πως λειτουργεί το μυαλό της, βιβλία που ήθελα να διαβάσει, δε θα τα ξαναζητούσα ποτέ. Άλλωστε άνηκαν σε μια άλλη εποχή. Κι ό,τι γίνεται με το ζόρι μπορεί να γίνει φυσικά, αλλά δε γίνεται κτήμα. Γίνεται μπλουζάκι που σου πλέει.


    Δεν ήμουν πια διαθέσιμος να μοιράσω περισσότερο τον εαυτό μου. Ήμουν διαθέσιμος να το ζήσω από τη θέση που πια είχα συνειδητοποιήσει ότι κατείχα. Να συγκρατηθώ; Όχι καθόλου. Η παγωμάρα θα έφευγε κι αν δεν έφευγε μόνη της θα την έδιωχνα εγώ.


    Όλη αυτή η κατάσταση, αντί να με φυλακίσει στη ματαιότητα και στην έλλειψη διάθεσης και φαντασίας αντίθετα το να μην επιτρέψω το topping from my feelings, αλλά να τα διοχετεύσω ως ενέργεια, απ’ τη στιγμή που είχαν αναγνωριστεί τα ονόματα τους, μου χάρισε το αστείρευτο νοιάξιμο για να περάσουμε καλά και να μάθουμε πράγματα μέσα απ’ την εμπειρία.


    Η δουλειά μου έκανε μια πτώση που δεν την περίμενα, αλλά απ’ όταν την διαπίστωσα κι εφ’ όσον είχα τη δυνατότητα να απέχω για λίγο μάζεψα δυο πράγματα και πήγα εγώ στο Μωάμεθ.


    Η χαρά της ήταν τέτοια που δε μπορούσα να την αγνοήσω, αλλά με έβαλε και σε σκέψεις. Βρήκα ένα επιπλωμένο σπίτι που δε μπορούσε να συγκριθεί με το πραγματικό μου και το νοίκιασα για ένα μήνα. Θα δούλευε και μετά θα ερχόταν σε ‘μενα, αυτό πλέον γινόταν το σπίτι μας, το άλλο, το πραγματικό, είχε εξοριστεί στο μου. Στοχασμός και ταυτόχρονη γελοιοποίηση και επίγνωση τους. Το τερατάκι είχε πάρει κλωστή και βελόνα κι άργαζε πάνω μου, ενώ έραβε τις πληγές του. Γιατί οι πληγές έπρεπε να κλείσουν. Όταν λες θα το κάνω, απαιτείται επούλωση, μέχρι το σημείο και τη χρονική στιγμή που εγώ θα το επέτρεπα.


    Ένα μικρό σαλόνι, μια κούτσικη κουζίνα, ένα υπνοδωμάτιο με δυο κρεβάτια σουηδικά. Δε μου άρεσε, αλλά ήταν ανεκτό.


    Το πρώτο απόγευμα που σχολούσε και θα ερχόταν σε εμένα, σε εμάς. Ο Sancta simplicitas…


    Ωραία γκόμενα. Ωραίο πρόσωπο, υπέροχα εκφραστικά μάτια, πιασίματα να τα χαζεύεις. Κι η πόρτα άνοιξε με κλειδί. Bibere humanum est, ergo bibamus.


    Της είχε φανεί περίεργο και αηδιαστικό όταν της είχα πει πόσο νόστιμο είναι το χοιρινό με δαμάσκηνα που έφτιαχνε η Ολλανδέζα μάνα ενός φίλου μου. Αυτό είχα φτιάξει. Και θα το έτρωγε.


    Δε τη ρώτησα αν της άρεσε. Να το φάει ήθελε, να γίνει βίωμα η γνώση. Ο καιρός θα έδειχνα αν της άρεσε, αν το συνειδητοποιούσε. Πεθαίνουμε όρθιοι και με τα όπλα στο χέρι.


    Φιλιόμασταν στον καναπέ όταν ξεκούμπωσα το παντελόνι μου, την έπιασα από το σβέρκο και την κατέβασα πάνω στον πούτσο μου. Την κράτησα ακινητοποιημένη εκεί.

    - Ρούφα μωρή πουτάνα

    Προσπάθησε να ανασηκωθεί, κουνιόταν και δε βολευόταν.

    - Σταμάτα να μαλακίζεσαι, ανέπνεε απ’ τη μύτη.

    Another election,

    A new direction,

    Is just a second chance.

    Uneasy selections,

    Some circumventions,

    Always a big advance.


    Η κινητικότητα και η άρνηση να κάνει αυτό που έλεγα συνεχιζόταν. Κατέβασα το άλλο χέρι και της έκλεισα τη μύτη για λίγα δευτερόλεπτα. Σταμάτησε να κουνιέται εντελώς. Απελευθέρωσα τη μύτη της και η κίνηση δεν επανήλθε, μόνο η πούτσα μου έμεινε στο στόμα της χωμένη, να την περιποιείται με τη γλώσσα της. Έκανε κυκλάκια, άλλοτε έγλειφε σαν παγωτό κι ανέπνεε αργά και απολαυστικά απ’ τη μύτη. Τα γραπτά μένουν, αλλά τα έργα πείθουν.


    - Σήκω και στάσου μπροστά μου.

    Παρέμενα με το παντελόνι ανοιχτό και τον πούτσο όρθιο.

    - Να μη συνεχίσω;

    - Αν στο πω εγώ, όταν στο πω εγώ.

    - Μάλιστα

    - Κάτσε στα γόνατα σου, βγάλε τη μπλούζα και το σουτιέν.

    Το έκανε.

    - Ίσιωσε τη μέση σου. Τι σου έχω πει; Τόσο δύσκολο είναι να καταλάβεις ότι τα σακιά με τις πατάτες είναι για την αποθήκη;

    Η μέση ίσιωσε επιτόπου. Τεντώθηκα μπροστά κι έπιασα με τα δάχτυλα μου την ελεύθερη ρώγα της και την έτριψα στα δάχτυλα μου. Στην άλλη με το κόσμημα έριχνα σφαλιάρες. Δυνατές. Έκανε ένα μορφασμό και δάγκωσε τα χείλια της.

    - Τρέχει κάτι;

    - Δε μπορώ να νιώσω τα συναισθήματα σου.

    - Και τι έγινε;

    - Δε νιώθω όμορφα.

    Τη χαστούκισα δυνατά.

    - Εγώ νιώθω και αυτό έχει σημασία. Ρούφα μου το καυλί θέλω να χύσω.

    Έγειρε μπροστά και με ρούφηξε. Τα χέρια της ακούμπαγαν πλάι στα μπούτια μου.

    - Πάρε τα χέρια σου, δε μου αρέσει.

    Στην αρχή δεν έβρισκε ισορροπία και με πόναγε.

    - Δε θέλεις να με ικανοποιήσεις, γάματο σήκω

    Επιτέλους καταλάβαινε πως ίσια μέση, σημαίνει ίσιος κορμός, σημαίνει νιώθω εκεί το κέντρο ελέγχου μου. Το τσιμπούκι της ήταν καλό. Όχι το καλύτερο της αλλά έχυσα, οπότε είχε λειτουργήσει. Ανασήκωσε το κεφάλι και τη χαστούκισα πάλι. Ξανά. Ξανά. Αισθανόμουν το δέρμα της, αισθανόμουν το φτερούγισμα μέσα της, έβλεπα την καύλα της, έβλεπα την άγρια χαρά που αντλούσε γιατί μου άρεσε τόσο αυτό που έκανα εκείνη τη στιγμή.

    - Σου είπα να τα καταπιείς;

    - Όχι, συγνώμη, δεν ήξερα ότι ήθελες. Παλιά δε ρώταγα.

    - Πάντα θα ρωτάς.

    - Μάλιστα.

    - Λέγε τι άλλο θες.

    - Γιατί βάζεις τόση τυπικότητα ανάμεσα μας;

    - Δε σ’ αρέσει;

    - Όχι καθόλου, σου έχω πει πως νιώθω για ‘σενα.

    - Κέρδισε την οικειότητα.

    - Πως;

    - Μείωσε την απόσταση

    - Μα σου είπα δε μπορώ να έρθω τώρα

    - Σταμάτα σε παρακαλώ να μπερδεύεις τις πούτσες με τα χτένια.

    - Τι εννοείς;

    - Δε με αφορά πλέον το να μείνεις μαζί μου.

    - Τι εννοείς δε σε αφορά;

    - Αυτό που λέω.

    - Δεν καταλαβαίνω εξήγησε μου.

    Το χαστούκι της γύρισε το πρόσωπο απ’ την άλλη.

    - Στο εξής θα σου εξηγώ όταν θέλω εγώ, όταν δεν το κάνω θα βάζεις το μυαλό σου να δουλεύει.

    - Μα μου εξηγούσες ως τώρα.

    - Τελείωσε αυτό. Τώρα θέλω να σταματήσεις να τεμπελιάζεις. Αρκετά με τα έτοιμα.

    - Μάλιστα, θα προσπαθήσω. Να μη ρωτάω όταν δεν καταλαβαίνω;

    - Να ρωτάς όταν έχεις κάνει μια διαδρομή και δε μπορείς να συνεχίσεις μόνη, όχι χωρίς καμιά προσπάθεια.

    - Μάλιστα.


    Πήγαμε μέσα και την έβαλα να ξαπλώσει ανάμεσα στα δυο κολλημένα κρεβάτια. Χέρια και πόδια δέθηκαν στα κεφαλάρια. Στα μάτια της έβαλα ένα φουλάρι. Και στη συνέχεια τράβηξα το ένα κρεβάτι μακριά απ’ το άλλο, ώστε να χωράω καλά ανάμεσα τους. Η ανάσα της άλλαξε. Πήρα το λιπαντικό και φορώντας γάντια για να μη γλιστράνε τα χέρια μου μετά κρατώντας το μαστίγιο το άπλωσα στην πλάτη, τα κωλομέρια και τα μπούτια της ψηλά κι έριξα μπόλικο μέσα στην κωλότρυπα της.


    Άρχισα να ανεβοκατεβάζω το μαστίγιο βαριά και αργά στην πλάτη και τα μέρια της. Κοκκίνιζε, γαλόνια στους ώμους της, ίχνη της διαδρομής μου, η αδήριτη χαρά, ω καύλα, ω εσύ… Στάθηκα πάνω απ’ την πλάτη της, έπαιξα την πούτσα μου γρήγορα και έχυσα στην πλάτη και το σβέρκο της. Πήρα πάλι το μαστίγιο.

    - Μέτρα

    - Μία… δύο... τρείς… τέσσερις… δέκα… δεκαπέντε… άου!

    - Τι σου έχω πει;

    - Συ…συγνώμη πονάω.

    - Μέτρα

    - Δεκαεξ…

    - Από την αρχή!

    - Μία…δύο…τρεις… εφτά… έντεκα

    Σταμάτησα. Τι όμορφο πλεχτό.

    Πήρα το δερμάτινο puddle και ξεκίνησα με τα πλευρά της. Πάντα μου άρεσε να τη βλέπω να τινάζεται. Το λατρεύω αυτό. Η αδήριτη ευχαρίστηση…

    Το άφησα και πήγα στη βαλίτσα μου και έβγαλα το ξύλινο puddle. Τα κωλομέρια της έκαναν τόσο όμορφο ήχο κι αυτό που διαγραφόταν ήταν υπέροχο. Πρώτη φορά το χρησιμοποιούσα, πρώτη φορά το V στάμπαρε το ζώο μου. Η αδήριτη πλήρωση της κατοχής…


    Ξάπλωσα από κάτω της κι ανασηκώθηκα. Πήρα την κλειτορίδα της ανάμεσα στα δόντια μου, βόγκαγε σιγανά

    - Εγώ δε θα ακούω;

    - Ακούγομαι όσο μπορώ.

    - Ε ας το κάνουμε καλύτερο.

    - Ναι θα προσπαθήσω.

    - Όχι, εγώ θα το κάνω.

    Συνέχισα να γλείφω και τα χέρια μου απλώθηκαν γύρω απ’ τη μέση της

    - Τι είναι αυτό πάνω μου;

    - Θα μάθεις σε λίγο.

    - Κινείται, αχ κινείται, το δάχτυλο σου είναι;

    - Δε σου έχω πει πως οι συνηθισμένες αράχνες είναι άκακες;

    Και συνέχιζα να γλείφω και τα ουρλιαχτά της ήταν η πιο όμορφη μουσική στα αυτιά μου. Η αδήριτη χαρά… καύλωνα τόσο πολύ.

    - Δε μπορώ να συνεχίσω σταμάτα σε παρακαλώ μωρό μου

    - Συγκεντρώσου, απόλαυσε, θέλω να χύσεις

    - Δε μπορώ

    - Προσπάθησε

    Συνέχισα να γλείφω και το χέρι μου χώθηκε στο μουνί της γατζωμένο προς τα πάνω, η γλώσσα μου πίεζε από πάνω και αισθανόμουν τα δάχτυλα μου, ήξερα πως ήμουν στο σωστό σημείο

    - Σε παρακαλώ ξανακατεβαίνει προς τα κάτω… δε μπορώ να συνεχίσω

    Δε της μίλησα… συνέχισα.

    Η κρέμα μπλέχτηκε με τα δάχτυλα μου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση απ’ τον ήχο του γνήσια υψηλού τόνου της φωνής. Έχυνε και μαζί υγρά έφευγαν απ’ την ουρήθρα, τα πρώτα ήταν εκείνα που την κάνανε να τρέμει, τα δεύτερα ήταν τα κάτουρα της. Μου άρεσε.


    Ανασηκώθηκα και κόλλησα το δονητή πάνω στην κλειτορίδα της. Δεν τελειώσαμε εδώ. Άνοιξα τη δόνηση…


    Έβαλα κι άλλο λιπαντικό στον κώλο της άνοιξα τα κωλομέρια της και χώθηκα μέσα καρφώνοντας τη, μου άρεσε ο πόνος που αναμιγνυόταν με την καύλα μου. Αισθανόμασταν το ίδιο, αλλά τον έλεγχο τον είχα εγώ. Το παιχνίδι κρατάει ως εκεί που θέλω εγώ, μετά γυρνάμε στο δικό μου. Έτσι χύνω εγώ.

    Και έχυσα βαθιά στην κωλάρα της…


    Και μετά την άφησα εκεί και σηκώθηκα. Πήρα μια καρέκλα και κάθισα απέναντι της. Την κοιτούσα να βογκάει και να προσπαθεί να κοντρολάρει τον εαυτό της κι όλη εκείνη την ώρα με την κλωστή συνέχιζα να τραβάω και να σπρώχνω την λαστιχένια αράχνη.

    - Έτσι μωρό μου συγκεντρωμένη να είσαι.

    - Ναι μωρό μου σ’ ευχαριστώ

    - Γιατί με ευχαριστείς;

    - Μου είπες δε θα με πειράξει

    - Και;

    - Δε με πείραξε.


    Ο επιβλέπων που δεν έχει την εμπιστοσύνη είναι γιαλατζί παπαράκος. Όλα χτίζονται και όλα γκρεμίζονται. Αλλά αυτό έμενε να το δούμε, αν θα φτάναμε στην κατεδάφιση και την αποχώρηση. Και θυμήθηκα το γράμμα της Χαράς που δεν έφτασε ποτέ. Δε γαμιέται ψέματα ήταν και τώρα πέθαναν.


    ΤΕΛΟΣ
     
  2. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Κάθε επικράτηση είναι ένας μικρός θάνατος. Λαχταράμε την επόμενη μάχη, το επόμενο βουνό.

    Γιατί είναι εκεί.