Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Sm rechter

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Resources and Tutorials' που ξεκίνησε από το μέλος DeSade, στις 16 Αυγούστου 2009.

  1. camera_obscura

    camera_obscura Regular Member

    Βαριές κουρτίνες, αλλά κουρτίνες

    Είδα το SM Rechter και η γενική μου εικόνα είναι ότι πρόκειται για μια ταινία με θέμα τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι τη σεξουαλικότητα.
    Επιπλέον, το παράδειγμα αφορά αποκλειστικά στο SM και όχι στο DS, πράγμα που μετρίασε το προσωπικό μου ενδιαφέρον γι’ αυτήν.
    Ωστόσο, η ταινία δεν παύει να είναι μια καλή αφορμή για να (ξανα)συζητηθούν ορισμένα ζητήματα που απασχολούν αυτό το forum.

    Το πολιτισμικό πλαίσιο
    Από τη μια έχουμε μια κοινωνία που αντιμετωπίζει με –φαινομενική τουλάχιστον- ανοχή τις προσωπικές προτιμήσεις καθενός, όσο ξένες κι αν φαίνονται αυτές από τις δικές του, και από την άλλη έχουμε ένα δικαστικό σύστημα που σπεύδει να αποδώσει δικαιοσύνη κινητοποιώντας λυτούς και δεμένους, σε ένα ζήτημα ήσσονος σημασίας. Πώς λέμε «όπως στην Ελλάδα»; - Ε, καμιά σχέση! Εδώ προφανώς θα συνέβαινε το αντίθετο. Εμείς ως φαίνεται έχουμε τόσο δυσκοίλιο δικαστικό σύστημα και γενικά θεσμούς, ακριβώς επειδή τέτοια θέματα τα ρυθμίζει μόνη της η κοινωνία. Αν ξεσπούσε στα καθ’ ημάς ένα ανάλογο σκάνδαλο, το ζευγάρι θα απομονωνόταν κοινωνικά σε τέτοιο βαθμό που δεν θα ήξεραν πού να πάνε να κρυφτούν. Αυταπάγγελτη δίωξη πάντως χλωμό το βλέπω να προέκυπτε. Ποιο απ’ τα δυο είναι το καλύτερο, το λιγότερο υποκριτικό; Δύσκολο να πω, προφανώς κανένα.

    Η αφήγηση
    Δεν είμαι σίγουρη αν η στεγνή, σχεδόν ρεπορταζιακή αφήγηση παραπέμπει κι αυτή στην ιδιοσυγκρασία των βόρειων ή αν απηχεί στην αμηχανία του σκηνοθέτη να χειριστεί ένα καυτό, πολυπαραμετρικό υλικό. Η ροή δεν κουράζει, και το μοντάζ είναι στρωτό με λίγες ευρηματικές στιγμές κατά τις οποίες η πλήρης εικόνα συγκροτείται από αποσπασματικά δοσμένες πληροφορίες, διάσπαρτες μέσα στην ταινία. Ωστόσο οι πληροφορίες που λαμβάνουμε προέρχονται κατά κύριο λόγο είτε από την απεικόνιση πράξεων είτε από την παρουσίαση σημείων τα οποία παραπέμπουν σε καταστάσεις. Για παράδειγμα, η κατάθλιψη της συζύγου γίνεται φανερή όταν κατ’ επανάληψη βλέπουμε έναν πολυάσχολο σύζυγο να μαγειρεύει για το παιδί, ενώ η μη εργαζόμενη γυναίκα του ξαγρυπνά ζωγραφίζοντας και κοιμάται τη μέρα. Οι χαρακτήρες φαίνεται να έχουν παραιτηθεί από το λόγο, ή μάλλον από κάθε απόπειρα έκφρασης συναισθημάτων ή ανάλυσης σκέψεων, και αρκούνται στην κοινοποίηση της κατακλείδας αυτών, μοιάζοντας να μιλούν σχεδόν όλοι αποφθεγματικά. Μου ήρθε λίγο δύσκολο να αποδεχτώ το πώς μια γυναίκα που κρύβει επιμελώς τις σεξουαλικές της προτιμήσεις επί τριάντα χρόνια φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να καταρρεύσει ψυχολογικά, ξυπνάει μια μέρα και με περισσή άνεση εκφράζει ευθαρσώς στο σύζυγό της τις πιο μύχιες επιθυμίες της. Αποκαλυπτικές για τις προθέσεις του σκηνοθέτη είναι οι σκηνές με τον ψυχίατρο-καρικατούρα: μόλις πέφτει η δύσκολη λεξούλα «ενοχή» εκείνος την ξεπετά με ένα αποστομωτικό σχόλιο για τον Καθολικισμό, αποδίδει δε τις μαζοχιστικές τάσεις της γυναίκας αποκλειστικά σε οργανικούς λόγους. Κάπου εκεί λοιπόν γίνεται φανερή η παραίτηση του σκηνοθέτη από την όποια πρόθεση να ασχοληθεί επί της ουσίας με μια έστω έκφανση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.
    Τέλος, δεν μπορώ παρά να μπω στον πειρασμό να φαντάζομαι πώς θα ήταν αυτή η ταινία αν ήταν γαλλική παραγωγή. Πείτε με προκατειλημμένη, πάντως δε μου βγαίνει απ’ το μυαλό ότι θα ήταν πολύ πιο ουσιώδης…

    Η σχέση
    Το κεντρικό συναίσθημα που προβάλλει η ταινία είναι η βαθιά σχέση αγάπης μεταξύ του ζευγαριού, η οποία ανανεώνεται και ενδυναμώνεται στον υπερθετικό από το σπιρούνισμα του ερωτισμού. Ωστόσο, σε μια προσεκτική ανάγνωση, η αγάπη αυτή φαντάζει να μην διαθέτει άλλα θεμέλια πέρα από την κινούμενη άμμο της δέσμευσης σε ένα «συνενοχικό» πλαίσιο. Η γυναίκα θέλει κάτι που επί πάρα πολλά χρόνια δεν το εκφράζει «γιατί φοβάται την απόρριψη». Ο άντρας δε συμμερίζεται την επιθυμία της γυναίκας, αλλά τη σέβεται. Χαρακτηριστικός είναι ο παραλληλισμός με αυτό που του είχε πει κάποτε ο φίλος του: «όταν είσαι παντρεμένος χρειάζεται που και που να κρεμάς και κουρτίνες». Όταν ο φίλος του αντιτίθεται στην εξυπηρέτηση της επιθυμίας της γυναίκας με το επιχείρημα της επικινδυνότητας, ο δικαστής του αντιγυρίζει «είναι μόνο κουρτίνες. Βαριές κουρτίνες, αλλά κουρτίνες». Ο σεβασμός της επιθυμίας του άλλου είναι θεμελιώδες γνώρισμα για οποιουδήποτε τύπου σχέση, ωστόσο δεν κατανοώ το πώς μπορεί να αποτελέσει ειδοποιό γνώρισμα μιας ερωτικής σχέσης.

    Και με αυτήν την ευκαιρία θέλω να θέσω (και πάλι) ένα ερώτημα σε ένα forum όπου έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για την επιθυμία του άλλου / του Άλλου. Μπορεί η υιοθέτηση της επιθυμίας που έχει ένας άλλος άνθρωπος (Κ, υ, whatever) να ισχυροποιηθεί τόσο ώστε να σταθεί ισάξια δίπλα στο συγκλονιστικό συναίσθημα της αλληλοαναγνώρισης μιας κοινής επιθυμίας; Με άλλα λόγια: επιδιώκουμε να οικειοποιηθούμε το ανοίκειο, να κατακτήσουμε το ξένο ή επιχειρούμε να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας μέσω της αναγνώρισής του σε ένα άλλο ον; Και μ’ άλλα λόγια: είμαστε αλλόγαμοι ή αιμομίκτες; Ξαναγυρνάω εδώ για πολλοστή φορά στο θέμα της ετερότητας, η βάσανος επί της οποίας θεωρώ ότι είναι ο θεμελιώδης λίθος για την γενικότερη τοποθέτησή μας όχι μόνο απέναντι στη σεξουαλικότητα αλλά και για τη συγκρότηση της ίδιας της κοινωνικής μας υπόστασης.
     
  2. Uther

    Uther Contributor

    Απάντηση: Re: Sm rechter

    Εγώ δεν θα επεκταθώ στην ανάλυση.
    Το πρώτο που απαντάει σε αυτό το ερώτημα είναι ο μιμιτισμός. Βασική ενστικτώδης λειτουργία όλων των θηλαστικών και ένας από τους λόγους επιτυχίας του hollywood.
    Το δεύτερο, είναι αυτή η τάση που έχω παρατηρήσει, ορισμένων ανθρώπων ανικανότητας προσδιορισμού ενός συγκεκριμένου στόχου, που αφορά βασικά την ανικανότητα προσδιορισμού επιθυμίας. Καταφεύγουν συνήθως στην υιοθέτηση μέσω του μιμιτισμού. Αντανακλάσεις επιθυμιών άλλωστε έχουμε όλοι μέσα μας.

    Η αιμομιξία αδυνατώ να καταλάβω πώς συνδέεται, εκτός αν ο συνδετικός κρίκος είναι μία διογκωμένη άποψη των χαρακτηριστικών του ναρκισσισμού.
     
  3. Απάντηση: Re: Sm rechter

    Αχ, καλή ερώτηση.
    Θυμήθηκα τον Χρήστο Γιανναρά και τον Φιλόθεο Φάρο που εμμένουν στον έρωτα ως ορμή προς τον Άλλο. Κι από μια τέτοια οπτική σίγουρα φαντάζει γοητευτικά αγαπητικό το να πάρεις πάνω σου τον σταυρό του βίτσιου του Άλλου.
    Μόνο που στην πράξη αυτό δεν το βλέπουμε συχνά.

    Κάτι ιδεοληπτικοί ναρκισσιστές νεορθόδοξων ή αντίστοιχων αντιλήψεων προσφοράς κι αυτοθυσίας προσπαθούν ενίοτε να το κάνουν πράξη - αποδεικνύοντας τελικά πως κι αυτοί δεν το κάνουν από γνήσια ορμή προς τον Άλλον, αλλά από τη ναρκισσιστική ανάγκη ν' ανταποκριθούν στα ιδεολογικά τους σχήματα περί ετερότητας. Δηλαδή "παίρνω πάνω μου τον σταυρό του βίτσιου του Αγαπημένου, διότι είμαι ουάου, αχ με θαυμάζω". Αλλά τελικά, ακριβώς επειδή το βλέπουν σαν σταυρό το κάνουν μίζερα και ξενέρωτα.

    Ακόμη, αυτή η ετερότητα μπορεί να υπάρξει, όταν το ένα μέρος νιώθει μειονεκτικά προς το άλλο και προσπαθεί να το κρατήσει. Είτε επειδή το άλλο μέρος είναι ανώτερης κοινωνικής τάξης είτε επειδή είναι πιο όμορφο κλπ κλπ. Π.χ. κάποτε συνομιλούσα από ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης με μια μετανάστρια ανύπαντρη μητέρα ακριβώς για το θέμα που συζητάμε εδώ και μου είχε πει "εγώ θα μάθω να μου αρέσουν τα βίτσια όποιου με παντρευτεί". Ε, ας μην κοροϊδευόμαστε, η συγκεκριμένη στην ουσία έλεγε "ας με σώσει κάποιος από τη μιζέρια κι εγώ θα γίνω καλή δούλα, υπόσχομαι". Δεν είδα ποτέ κάποιο όμορφο πλουσιοκόριτσο με επιλογές να λέει το ίδιο πράγμα.

    Οπότε νομίζω πως οι οπαδοί της ετερότητας κατά κύριο λόγο αποτελούνται είτε από "καλόγερους" που δεν γνωρίζουν εμπειρικά τον έρωτα οπότε θεωρητικολογούν επ' αυτού είτε από μετέχοντες κοινωνικά κι ερωτικά άνισων σχέσεων που προσπαθούν να ωραιοποιήσουν τον σιωπηρό εκβιασμό "ή μου κάνεις τα βίτσια ή με χάνεις".

    Από την άλλη μεριά, όσα ζευγάρια έχω γνωρίσει που μοιράζονταν συμβατά βίτσια, παρατήρησα πως η σχέση τους ήταν γερά τσιμεντωμένη. Τα δύο άτακτα αδερφάκια που κλέβουνε το βάζο με το γλυκό από τη γιαγιά και το τρώνε πονηρά και λαίμαργα. ΔΜε βάση όσα έχω δει, η κοινή τους συνενοχή ήταν πάντα ένα καταφύγιο, όταν η σχέση δοκιμαζόταν από άλλους παράγοντες. Νομίζω πως η κοινή συνενοχή έναντι του υπόλοιπου κόσμου (=τα βίτσια που μόνο οι δυο μοιράζονται και που οι τρίτοι δεν γνωρίζουν ή δεν απολαμβάνουν) είναι ένα ένα πολύ δυνατό αφροδισιακό σε καιρούς ομαλότητας κι ένα πολύ καλό συνεκτικό υλικό σε καιρούς κρίσης.

    Συνεπώς, παρά την αναντίρρητη ομορφιά της ετερότητας, νομίζω πως στην πράξη, οι σχέσεις δεν είναι απαραίτητα κάτι το ευγενές και πλατωνικόν, αλλά μια αναγκαιότητα. Και ο έρωτας θρέφεται καλύτερα από την κοινή ανάγκη.
    Άρα εγώ προσωπικά θα ρίξω την ψήφο μου υπέρ των κοινών βίτσιων(*) (δηλαδή του "αιμομικτικού" μίνι "κοινωνικού συμβολαίου") που ξέρω ότι στην πράξη δουλεύει καλύτερα και θ' αφήσω την ετερότητα σε κείνους τους μεταφυσικούς που για λόγους καλαισθησίας επιθυμούν να βαφτίζουν την ερωτικοκοινωνική εξάρτηση του κατώτερου από τον ανώτερο και τη συνεπακόλουθη εκμετάλλευση ως δήθεν ανιδιοτελή αγαπητική ορμή προς τον Άλλον.

    (*) Φυσικά, επειδή δεν υπάρχουν απόλυτα, προφανώς η φράση "κοινά βίτσια" δεν σημαίνει απαραίτητα πλήρη 100% ταύτιση. Πιο πολύ σημαίνει γενική συμβατότητα των βίτσιων με εκατέρωθεν μικροσυμβιβασμούς ως προς τα επιμέρους στοιχεία. Εκεί, όντως μπορεί στην πράξη να χωρέσει η αμοιβαία μικροπροσαρμογή για χάρη του άλλου.


    ...
     
    Last edited: 18 Ιουνίου 2011
  4. elfcat

    elfcat . Contributor

    Απάντηση: Re: Sm rechter

    "Πρέπει" να είμαστε ή το ένα ή το άλλο? Αναφέρομαι στα bold.
     
  5. camera_obscura

    camera_obscura Regular Member

    Uther,
    Η «αιμομιξία» χρησιμοποιείται εδώ ποιητική αδεία για να εννοήσει την ψυχική συγγένεια. Σε αυτό το πλαίσιο συζήτησης δεν αναφερόμουν στο ναρκισσισμό, αν και ένα παρακλάδι της σκέψης μας, θα μπορούσε να μας οδηγήσει και προς τα εκεί.

    elfcat,
    τίποτα δεν πρέπει, απλώς δεν γνωρίζω να υπάρχει κάτι που να παρεμβάλλειται ανάμεσα στην επιθυμία μου και στην επιθυμία του άλλου, ή αλλότριο αυτών, το οποίο να παράγει σχέση.

    Anacreon,
    Θαρρώ ότι παρεξηγείτε την έννοια της ετερότητας, τουλάχιστον όπως την εννοώ εγώ. Δεν αναφέρθηκα σε ετερονομία, ετεροδοξία ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Ως «ετερότητα» εννοώ το πάγιο δέος ενός νου καθώς επιχειρεί να επικοινωνήσει με έναν άλλο νου, το «μυστήριο» του άλλου.

    Μια που σας τσίγκλισα λοιπόν, ας πω δυο λόγια.

    Μεγάλο μέρος της προβληματικής του BDSM στρέφεται γύρω από την διαχείριση της επιθυμίας. Πολλοί από εμάς έχουν γράψει σελίδες επί σελίδων αναφερόμενοι στην «όσμωση» της επιθυμίας ούτως ειπείν και στις περίπλοκες συστροφές της. Το ερώτημά μου επιχειρούσε -ατυχώς ίσως- να αρθεί πάνω από αυτήν την προβληματική και αναφερόταν σε μοντέλα του σχετίζεσθαι. Να το πάρουμε πολύ αδρά και με πολύ απλά λόγια αυτή τη φορά.

    Όταν σχετίζομαι με κάποιον/α σε ερωτικό πλαίσιο, μπορεί να: α) εννοώ τον άλλον ως κάτι ριζικά ξένο προς εμέ, και να θέλω είτε να τον προσδέσω στο άρμα της επιθυμίας μου είτε να υποταχθώ εγώ στη δική του επιθυμία, ή β) εννοώ τον άλλον ως παρόμοιό μου, «αδελφό» μου (εξ ου και η «αιμομιξία» Uther) με τον οποίο επιχειρώ να διερευνήσω τις κοινές μας επιθυμίες.
    Και στις δύο περιπτώσεις Anacreon, έχω ήδη αναπτύξει μια προσωπική θεωρία περί ετερότητας.

    Η γνώμη μου είναι ότι οι άνθρωποι πορεύονται είτε με την μία είτε με την άλλη στάση, ανάλογα με την προσωπικότητά τους.

    Για μένα, ουσιαστικής σημασίας είναι ο δεύτερος τύπος σχέσεων. Ωστόσο αυτό χρειάζεται προσοχή προκειμένου να μην οδηγήσει σε άτοπες υπεργενικεύσεις. Πρώτ’ απ’ όλα, παρόμοιος δεν σημαίνει και ταυτόσημος, γιατί αν σημαίνει ταυτόσημος τότε μεταβαίνουμε στο πεδίο του ναρκισσισμού κατά Uther. Δεύτερον, κοινή επιθυμία δεν είναι η ταυτόσημη επιθυμία γιατί τότε δεν παράγεται δυναμική στη σχέση. «Σημαίνει όμως συμμετρική», θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος, «κι αν σημαίνει συμμετρική, είμαστε αυτομάτως στο βασίλειο του vanilla κόσμου». Κι όμως όχι, καθώς καμιά επιθυμία δεν μπορεί να είναι κατ’ ουσίαν απόλυτα καθρεφτική, άρα και απόλυτα συμμετρική. Ο άλλος μπορεί να αναγνωρίζεται ως παρόμοιος, ωστόσο υπάρχει πάντοτε σε αυτόν κάτι που μας διαφεύγει, κάτι που παραμένει εσαεί ξένο, ανοίγοντας έτσι το πεδίο της διαφοράς πάνω στο οποίο χτίζεται η επιθυμία.

    Αυτό το πολύτιμο πεδίο της διαφοράς στην ομοιότητα είναι που αποτυγχάνει να συλλάβει ο πρώτος τύπος σχέσεων, ο οποίος εκλαμβάνει τον άλλον σαν κάτι ριζικά ξένο, κι έτσι τον αντιμετωπίζει ως τέτοιο δρομολογώντας εξίσου ριζικές μεθόδους όπως είναι ο αφανισμός ή η επιβολή της επιθυμίας του υποκειμένου επί του αντικειμένου. Όταν ανέφερα ότι η αγάπη του ζευγαριού στην ταινία φαίνεται να μην έχει ουσιώδη θεμέλια, αναφερόμουν ακριβώς σε αυτό: ο δικαστής δεν ανακαλύπτει κάποιο μέρος της δικής του επιθυμίας στην επιθυμία της γυναίκας του, δεν αντλεί κάποιου είδους αδιαμεσολάβητη απόλαυση προκαλώντας της πόνο, αλλά ανάγει την απόλαυσή του σε ένα δεύτερο επίπεδο: είναι ικανοποιημένος επειδή εκείνη είναι ικανοποιημένη. Κάνοντας το αυτό μπορεί μεν να τη λατρεύει, αλλά να την λατρεύει πώς; Ως ένα είδωλο, ως μια ασύλληπτη ύπαρξη, της οποίας την αποδοχή έχει επιτακτική ανάγκη ακριβώς επειδή αδυνατεί να την προσεγγίσει διαφορετικά, από τα μέσα.

    Δυο λόγια τώρα και για τη «συνενοχή» την οποία θαρρώ ότι χρησιμοποίησα με παρακινδυνευμένο τρόπο. Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, όταν η δράση δύο ή περισσότερων ανθρώπων διαφοροποιείται από τα κοινωνικώς παραδεδεγμένα, αναπτύσσεται μια αίσθηση συνενοχής, «μυστικού», η οποία συσφίγγει τον δεσμό τους, έτσι όπως σταδιακά οδηγεί στην δημιουργία μιας νέας κοινής ταυτότητας, της ταυτότητας του ζεύγους εν προκειμένω. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι άνθρωποι λατρεύουν να αποκτούν ταυτότητα (κι ευτυχώς που το κάνουν). Διαφέρει όμως η συνενοχή δύο «ξένων» από τη συνενοχή δύο «αδελφών». Στην πρώτη περίπτωση εκείνο που «δεν ξέρει ο κόσμος» είναι το πόσο με έχεις ή σε έχω αφανίσει. Στην δεύτερη περίπτωση, το φρουρούμενο είναι εκείνο που αλλού έχω χαρακτηρίσει ως «ιερό» (vautrin…), δηλαδή το περιεχόμενο μιας συναισθηματικής συναλλαγής μυστικιστικού χαρακτήρα. Στην ταινία η διαφορά αυτή αποτυπώνεται με την εναγώνια προσπάθεια των χαρακτήρων να προσδιορίσουν την πηγή της επιθυμίας όταν το μυστικό καταλύεται από τον «έξω κόσμο»: η γυναίκα το ήθελε, άρα εκείνος δεν την κακοποιούσε. Έτσι, το ζευγάρι διχοτομείται εκ νέου, μοναδοποιείται, τα άτομα καλούνται και πάλι να δράσουν ως τέτοια, να αναδείξουν δηλαδή την ατομικότητά τους. Με αυτόν τον τρόπο συμμορφώνονται απόλυτα με τον τρόπο σκέψης του κοινωνικού πλαισίου, αφού αδυνατούν να υπερασπιστούν μια κοινά αρθρωμένη επιθυμία. Επιπλέον, η παντελής αποσιώπηση του τι έκαναν επί κλίνης ΑΦΟΥ ξεσκεπάστηκε το μυστικό τους, αποτελεί μια παραπάνω ένδειξη για την απουσία του ιερού, δηλαδή του αναπόδραστου εκείνου μαγνητισμού που χορογραφεί τις κινήσεις ενός ζευγαριού.

    Για «δυο λόγια» το ξεκίνησα, εκατόν δύο έγραψα και ζωγράφισα και στα περιθώρια. «Ας βάλω εδώ μια άνω τέλεια» κατά πώς λένε κι εκείνοι που δεν έχουν ούτε ιερό, ούτε όσιο…
     
  6. Απάντηση: Re: Sm rechter


    Εχμ, νομίζω πως δεν διαβάσατε τι έγραψα στη δημοσίευση υπ' αρ. 51 ή ενδεχομένως εγώ δεν υπήρξα απολύτως σαφής, γιατί στην ουσία έγραψα ακριβώς ό,τι γράψατε εσείς κι έδωσα στην ετερότητα ακριβώς την έννοια που δώσατε κι εσείς. Απλώς επεσήμανα ότι αυτή ακριβώς η έννοια που δίνετε στην ετερότητα του πρώτου τύπου είναι το ζητούμενο στον έρωτα κατά τη νεορθόδοξη άποψη - με τη διαφορά ότι εδώ η επιθυμία επιβάλλεται από το αντικείμενο στο υποκείμενο, στο πλαίσιο της αυτοθυσιαστικής αγάπης του υποκειμένου προς το αντικείμενο. Ενώ αντίθετα η ταύτιση μέσω της συμμετρικότητας (θα μπορούσαμε να το πούμε και αλληλοσυμπλήρωσης) είναι κάτι το διαφορετικό (κι αν πρέπει σώνει και καλά να το εντάξουμε σε μεταφυσικό σχήμα, θα πάμε στον μύθο του Αριστοφάνη στο Συμπόσιο ή στην τάντρα ή στον ταοϊσμό).
    Κατά τα λοιπά συμφωνώ σχεδόν μέχρι κεραίας με όσα γράφετε κι επίσης προτιμώ τη σχέση του δεύτερου τύπου, δηλαδή την εν πολλοίς ταύτιση μέσω μιας έστω γενικής συμμετρικότητας - όχι διότι τη θεωρώ ορθότερη κλπ, αλλά επειδή στην πράξη είναι πολύ πιο απολαυστική για το ζεύγος ως ενότητα και πολύ πιο ανθεκτική. Και πολύ πιο ειλικρινής.

    (Η μόνη μου ένσταση έχει να κάνει με τη χρήση του όρου vanilla για την υποδήλωση της συμμετρικής επιθυμίας. Ο όρος vanilla βλέπω να ξεχειλώνεται από τον καθένα και την καθεμία και τελικά vanilla είναι όλα, σε βαθμό που χρησιμοποιείται στα σοβαρά ακόμη και το καρα-οξύμωρο kinky vanilla. Ε, αμάν πια!)
     
    Last edited: 18 Ιουνίου 2011
  7. Durcet

    Durcet In Loving Memory

    Re: Απάντηση: Re: Sm rechter

    Κι όσο έλεγα στον εαυτό μου τέρμα οι λεξοαυνανισμοί, δε μπορώ να συγκρατηθώ. Θα λεξοαυνανιστώ και πάλι  

    Ο όρος vanilla νομίζω πως χρησιμοποιείται για να δηλώσει τους "άλλους", τους "έξω από εμάς". Η έννοια που θα του δώσει ο καθένας, εξαρτάται από το τι θεωρεί ως "εμείς". Για κάποιον που θεωρεί το δίπολο κυριαρχία - υποταγή ως θεμέλιο λίθο του bdsm, λογικό κι επόμενο είναι οι "εκτός" να περιλαμβάνουν κάθε είδους συμμετρική σχέση, ασχέτως τον kinks που μπορεί να υπάρχουν. Για άλλους, πάλι, που η ενασχόληση με το bdsm πηγάζει από την επιθυμία τους για ικανοποίηση του όποιου σαδισμού, μαζοχισμού ή οποιασδήποτε άλλης διαστροφής ή έστω ιδιαιτερότητας, η έννοια των "άλλων", των vanilla είναι σαφώς πιο περιορισμένη, περιλαμβάνοντας μονάχα αυτούς που αντλούν ηδονή μονάχα μέσω "συμβατικών" τρόπων σεξουαλικής έκφρασης.
     
  8. Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Sm rechter


    Επί της αρχής συμφωνώ. Αλλά επειδή οι όροι χρησιμοποιούνται για να καταλαβαινόμαστε όλοι μεταξύ μας και όχι μόνον ο εκφέρων λόγο, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι vanilla sex κατά την κοινή αντίληψη σημαίνει το παρακάτω:
    [ame]http://en.wikipedia.org/wiki/Vanilla_sex[/ame]



    ΟΚ, ΟΚ, νηματοθέτρια!   Κόβω το οφφ τόπικ ΑΜΕΣΩΣ!  

    ...
     
    Last edited: 18 Ιουνίου 2011
  9. elfcat

    elfcat . Contributor

    Απάντηση: Sm rechter

    @camera
    Μια διευκρινιστική ερώτηση για να κατανοήσω (γμ, την τεμπελιά μου μέσα)
    Όταν λέτε επιθυμία, εννοείττε την επιθυμία του ενός προς τον άλλον, ή την επιθυμία πχ. προς το ταϋλανδέζικο φαϊ ή την παρτούζα?
     
  10. camera_obscura

    camera_obscura Regular Member

    @elfcat,
    στο λεξικό μου, η επιθυμία απαρτίζεται πάντοτε από δύο όρους, το υποκείμενο και το αντικείμενο, αμφότερα έμψυχα και έλλογα, όχι όμως πάντοτε ευθέως κατονομαζόμενα ως τέτοια.
     
  11. elfcat

    elfcat . Contributor

    Απάντηση: Re: Sm rechter

    Μάλλον δεν έθεσα σωστά την ερώτησή μου. Μου αφήνεται η αίσθηση ότι τουλάχιστον στη δεύτερη περίπτωση του σχετίζεσθαι, ξέρετε, εκεί που ο άλλος είναι "αδελφός", η επιθυμία εδράζεται κυρίως στα κοινά γούστα... και όχι στον άλλον. Δηλαδή σε επιθυμώ γιατί σου αρέσουν τα ίδια που μου αρέσουν... (κάπως έτσι) Μπορεί να μην κατάλαβα καλά.
     
  12. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Νομίζω πως τα ερωτήματα που θέτεις σχετικά με την ετερότητα πρέπει να ιδωθούν υπό το πρίσμα της (βανίλλα) αγάπης και όχι της διαστροφικότητας. Και ασφαλώς, η βανιλλοκίνκυ σχέση του ζεύγους της ταινίας κάθε άλλο παρά διαστροφική είναι.

    Έχεις δίκιο για τον σεβασμό της επιθυμίας του άλλου, εφόσον δεν μιλάς για διαστροφικές σχέσεις.

    Οι μπιντιεσέμερς δεν μπορούν παρά να είναι υποκριτές. Δεν μπορούν να έχουν κοινωνική υπόσταση ως μπιντιεσέμερς. Δεν ζούμε σε κοινωνία λύκων.

    Όσον αφορά το ερώτημα, γιατί πρέπει σώνει και καλά να είναι either / or; Ούτε επιδιώκουμε να κατακτήσουμε το ξένο, ούτε επιχειρούμε να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας μέσω της αναγνώρισης της δικής μας επιθυμίας σε ένα άλλο ον. Ούτε αλλόγαμοι ούτε αιμομίκτες. Για τον Λακάν, γιατί δεν μπορούμε εύκολα να μιλήσουμε για επιθυμία και για ετερότητα χωρίς να φέρουμε τον Λακάν στο προσκήνιο (εκτός εάν μιλήσουμε για Απόστολο Παύλο, πράγμα που η ταινία σχεδόν κάνει), η επιθυμία δεν είναι κάτι που υφίσταται αυτόνομο μέσα μας. Υπάρχουν διάφορες διάχυτες και συγκεχυμένες επιθυμίες, σαφώς υπάρχει η αίσθηση της πείνας, αλλά όχι για κάτι συγκεκριμένο. Απαιτείται ο Άλλος, ο Έτερος, ο οποίος θα συγκεκριμενοποιήσει την επιθυμία μας, θα μας την ερμηνεύσει. Και μας λέει το γνωστό ανέδοτο με το Κινέζικο εστιατόριο, όπου η σερβιτόρα μας εξηγεί τί υπάρχει στο μενού. Είναι απαραίτητη η διαμεσολάβηση του Έτερου, έτσι ώστε να επιλέξουμε κάτι συγκεκριμένο από το πραγματικά τεράστιο, και ουσιαστικά επιτρεπτό στο σύνολό του, μενού. Αλλιώς, θα μείνουμε νηστικοί.

    Αυτό όμως που επιχειρεί η συγκεκριμένη ανάλυση του έργου (και πώς να μην παρασυρθεί κανείς, όταν αυτό πλασάρεται ως BDSM, και όχι μόνο από τους βανίλλα δημιουργούς του έργου), να συνδέσει δηλαδή την έννοια της ετερότητας με το BDSM, πιστεύω ότι απέχει παρασάγγας από τον τρόπο που εμείς οι διαστροφικοί βλέπουμε την ετερότητα. Εγώ γελάω με τέτοια έργα όπως γελάω και με αυτές τις πρακτικές. Και δεν μου κάνουν κούκου ούτε γι αστείο.

    Κατά Λακάν λοιπόν, το α μικρό βρίσκεται στην πλευρά του διαστροφικού. Εγώ είμαι το α μικρό. Βέβαια, αν είμαι τυχερή και βρω διαστροφικό παρτενέρ, το ίδιο πιστεύει κι εκείνος για τον εαυτό του. Και πράγματι το επιτυγχάνει κι αυτός κι εγώ, σε αλλεπάληλες διαδράσεις. Ουσιαστικά, σε μία τέτοια σχέση αμοιβαιότητας, είναι σχετικά εύκολο να χοροπηδούμε μέσα και έξω από την αντικειμενοποίηση του Άλλου. Θα εξηγήσω τί εννοώ, παραθέτοντας ένα απόσπασμα από το σεμινάριο "Καντ και Σαντ", από την διάλεξη του Gueguen, με τίτλο «ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ JOUISSANCE»:

    "Το αντικείμενο της επιθυμίας (ο παρτενέρ του διαστροφικού) αποτυπώνεται ως $ (S αποκλεισμένο), πράγμα που δηλώνει ότι η προσπάθεια της διαστροφικής φαντασίας είναι να προκαλέσει τον μέγιστο διχασμό του Άλλου. Με άλλα λόγια, και ο Λακάν χρησιμοποίησε αυτή τη διατύπωση στο σεμινάριό του για το «Άγχος», η διαστροφική θέση καθορίζεται από την ενεργό αναζήτηση και απόλαυση του άγχους του Άλλου.

    Αντίθετα με την κοινή γνώμη, το άγχος δεν παράγεται, όπως θα περίμενε κανείς, από το γεγονός ότι μας εκλαμβάνει ως αντικείμενο κάποιο άλλο άτομο[...]Πάει πιο βαθιά: ο διαστροφικός, ως ενσωμάτωση του αντικειμένου, διχάζει το υποκείμενο μέχρι του σημείου που το υποκείμενο αναρωτιέται τί είναι για τον Άλλο, ποια είναι η θέση του μπροστά στον Άλλο και αν έχει μια θέση. Η λειτουργία της φαντασίας του διαστροφικού είναι να προσπαθεί να φέρει τον Άλλο, τον παρτενέρ του, μέχρι του σημείου λιποθυμίας, μέσα από τη βούληση για jouissance ή για απόλαυση. Αυτός ο χειρισμός επίσης συμπεριλαμβάνει τη μαζοχιστική διαστροφή και περιγράφει τη δομή των μυθιστορημάτων του Σαντ. Ο παρτενέρ, είτε είναι η Justine είτε η Juliette, είναι προφανώς πάντα ένα όμορφο κορίτσι, αψεγάδιαστο, αθώο και γοητευτικό, ενώ ο σαδιστής δεν ενδιαφέρεται για την σεξουαλική της γοητεία αλλά ακριβώς στο να αρνείται αυτή την ομορφιά ή τη γοητεία μέχρι του σημείου που τη διχάζει και την οδηγεί στο θάνατο[...]δεν είναι μόνο ο ίδιος ο θάνατος αλλά συμπεριλαμβάνει ένα δεύτερο θάνατο, όπως τον ονομάζει ο Λακάν, που είναι θάνατος στο πεδίο του σημαίνοντος[...]

    Είναι ενδιαφέρον το ότι ο μαζοχιστής, με την διαστροφική του μαζοχιστική φαντασία, λειτουργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως ο Σαδικός βασανιστής[...]Επιχειρεί να αναγκάσει αυτόν που ονομάζουμε σαδιστικό παρτενέρ μέχρι ενός σημείου αμιγούς άγχους."


    Βέβαια, ο Λακάν (και ο Ζίζεκ, ερμηνεύοντας Λακάν, στο Welcome to the Desert of the real για παράδειγμα) δεν πιστεύει ότι υπάρχει αντιστροφή από το σαδισμό στο μαζοχισμό, ότι υπάρχει αμοιβαιότητα. Στην προσπάθεια του ενός να παράγει το άγχος του στον Άλλο, χάνεται η καθρεφτική έννοια της σχέσης. Αυτά βέβαια τα λένε γιατί δεν είναι διαστροφικοί οι ίδιοι και δεν καταλαβαίνουν ότι μια χαρά τα καταφέρνουμε να αποδεχτούμε ο ένας τη διαστροφικότητά του άλλου, με μία αλλεπάλληλη αντικειμενοποίηση του ενός από τον άλλο και έναν ετερόχρονο διχασμό μας ως υποκείμενα (έχετε δει πώς τσινάνε οι Κ όταν τους λατρεύουμε φετιχιστικά; λολ). Δεν πρόκειται επομένως για δύο αδελφάκια / φιλαράκια κ.ο.κ. με παρόμοια γούστα, αλλά για δύο διαστροφικά τέρατα που εναλλάσσουν τη φορά της αντικειμενοποίησης εσαεί (ή τουλάχιστον, μέχρι να πάψει να λειτουργεί η συγκεκριμένη δυναμική).

    Για τους πραγματικά διαστροφικούς επομένως, που δεν "παίζουν" τις διαστροφές, δεν νοείται να συζητούμε ούτε για ετερότητα ούτε για επιθυμία. Διότι: "δεν υπάρχει χώρος για την επιθυμία του ίδιου του θύματος ούτε για την επιθυμία του διαστροφικού, καθώς η πυξίδα της φαντασίας είναι κολλημένη στον δείκτη της jouissance."