Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Βιβλιοκριτική

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος vautrin, στις 10 Οκτωβρίου 2010.

  1. vautrin

    vautrin Contributor

    Αναστάσης Βιστωνίτης

    Η παραίτηση, ο θάνατος, ο φασισμός

    Σε νέα ελληνική μετάφραση τα πέντε διηγήματα της συλλογής «Ο τοίχος», του Ζαν-Πολ Σαρτρ

    TO BHMA 12/02/2012


    Το αντιπροσωπευτικότερο πεζογράφημα του υπαρξισμού - και το αιχμηρότερο μυθιστόρημα του Σαρτρ - είναι βέβαια η Ναυτία (1938), αλλά δίπλα του πρέπει να βάλουμε τη συλλογή διηγημάτων Ο τοίχος, που κυκλοφόρησε έναν χρόνο αργότερα. Γιατί στα πέντε διηγήματα που την αποτελούν εκτίθενται τα κυριότερα θέματα που τον απασχόλησαν σε ολόκληρο το έργο του: το άγχος, η παραίτηση, η ύπαρξη και η ουσία, η αδράνεια και η αναστολή - κυρίως όμως όσα συνιστούν τον πυρήνα της ελευθερίας, δηλαδή της εκλογής και της πράξης.

    Στο πρώτο διήγημα, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο, ο ήρωας Πάμπλο Ιμπιέτα βρίσκεται το 1937 σε ένα κελί στις φυλακές του Φράνκο περιμένοντας να τον στήσουν στον τοίχο. Οι φαλαγγίτες τού ζητούν, αν θέλει να σώσει τη ζωή του, να τους πει πού κρύβεται ένας από τους συντρόφους του ονόματι Ραμόν Γκρι. Ο Ιμπιέτα, ο οποίος ψυχικά έχει «πεθάνει» προτού εκτελεστεί, τους λέει ψέματα. Στο τέλος όμως αποδεικνύεται ότι ο σύντροφός του είχε εγκαταλείψει τον κρυψώνα του και κατέφυγε στο μέρος ακριβώς εκείνο που είχε υποδείξει ο Ιμπιέτα στους διώκτες του, οι οποίοι πήγαν εκεί και τον σκότωσαν.

    Στο «Δωμάτιο» η πρωταγωνίστρια αρνείται να κλείσει σε ίδρυμα τον σύζυγό της ο οποίος έχει παραφρονήσει. Η ζωή της όμως μαζί του θα χάσει κάθε νόημα. Στον «Ηρόστρατο» ο πρωταγωνιστής, τυπικός μικροαστός, αγοράζει ένα περίστροφο. Σύντομα συνδέεται τόσο στενά μαζί του ώστε σχεδιάζει να σκοτώσει με αυτό έξι αγνώστους, έναν με κάθε σφαίρα.

    Στο επόμενο διήγημα, «Οικειότητα», ο Σαρτρ χειρίζεται εκπληκτικά το θέμα της επιθυμίας και της σύγκρουσής της με τη δύναμη των στερεοτύπων που μπορούν να ακυρώσουν τα πάντα. Η πρωταγωνίστρια, ονόματι Λουλού, αποφασίζει να εγκαταλείψει τον σύζυγό της Ανρί για χάρη του εραστή της. Ωστόσο οι τυπικοί ρόλοι της γυναίκας στην κοινωνία των αστών (της νοικοκυράς, της ερωμένης ή της συζύγου) παραμένουν τόσο ισχυροί ώστε ακόμη και όταν η ίδια συνειδητοποιεί πως της στερούν την ελευθερία, δεν έχει τη δύναμη να τους ξεπεράσει.

    Το βιβλίο κλείνει με την «Παιδική ηλικία ενός αρχηγού», που έχει μέγεθος νουβέλας. Είναι από τα διεισδυτικότερα πεζογραφήματα όσον αφορά την ψυχολογία και τις ρίζες του φασισμού και αποτέλεσε το πρότυπο για πλήθος παρόμοια κείμενα που ακολούθησαν από άλλους. Δεν θα δυσκολευόταν κανείς να εντοπίσει τις σαρτρικές ρίζες στο πολύ μεταγενέστερο δοκίμιο της Σούζαν Σόντακ Fascinating Fascism (Σαγηνευτικός φασισμός) το οποίο δημοσιεύθηκε το 1974, ή στον Κομφορμίστα (1947) του Αλμπέρτο Μοράβια.

    Εδώ ο μικρός Λυσιέν Φλορέ, γιος βιομηχάνου, από πολύ μικρός υποβάλλει το ερώτημα που συναντούμε και σε πλήθος άλλα έργα αιχμής της γαλλικής λογοτεχνίας από τον καιρό ακόμη του Σταντάλ: «Ποιος είμαι;». Χρησιμοποιώντας τα πορίσματα της ψυχανάλυσης ο Σαρτρ περιγράφει τις διαδοχικές φάσεις όχι της ωρίμανσης ενός παιδιού, αλλά της ανάπτυξης ενός ανθρώπινου μορφώματος.

    Ο Λυσιέν Φλορέ θα περάσει πρώτα από το κρεβάτι ενός παιδόφιλου, δεν θα γίνει όμως ομοφυλόφιλος. Τι πηγαίνει στραβά με τον ίδιον; Η απάντηση καταργεί, στην ουσία, το ερώτημα: ο Λυσιέν θα γίνει μέλος μιας φασιστικής νεολαιίστικης οργάνωσης και θα οδηγηθεί στη δολοφονία ενός εβραίου. Παρέμενε μικρός, με «όμορφο πεισματάρικο προσωπάκι, που δεν ήταν ακόμη τόσο τρομερό». Αλλά βλέποντας τον εαυτό του μπροστά στον καθρέφτη ενός χαρτοπωλείου το παίρνει απόφαση: θα αφήσει μουστάκι. (Η μεταφορά είναι προφανής: κάπως έτσι θα πρέπει να «γεννήθηκε» και ο Χίτλερ.) Ο συγγραφέας, με τον τρόπον αυτόν τονίζει την άγρια παιδικότητα του φασισμού.


    Η καλύτερη μετάφραση

    Ο Σαρτρ ευτύχησε να έχει κατά το παρελθόν πολύ καλούς μεταφραστές (Αιμίλιος Χουρμούζιος, Κώστας Σταματίου, Νίκος Φωκάς, Λουκάς Θεοδωρακόπουλος). Υπήρξαν όμως και άλλοι που κακοποίησαν τα κείμενά του. Επιπλέον, είναι δύσκολο να μετρήσει κανείς τις πειρατικές εκδόσεις των βιβλίων του στη χώρα μας στις δεκαετίες του ’60 και του ’70.

    Τρεις διαφορετικές μεταφράσεις του Τοίχου (τόσες τουλάχιστον γνωρίζω) υπήρξαν κατά το παρελθόν.

    Ευτυχώς η παρούσα μετάφραση της Ειρήνης Τσολακέλλη είναι μακράν η καλύτερη και οι νεότεροι αναγνώστες θα διαβάσουν ένα σημαντικό έργο σε σωστά και ωραία ελληνικά. Αξίζει να τονίσω πως τα διηγήματα αυτά – και ειδικότερα το πρώτο – άσκησαν μεγάλη επίδραση σε έναν από τους δημοφιλέστερους μεταπολεμικούς πεζογράφους μας, τον Αντώνη Σαμαράκη.
     
  2. vautrin

    vautrin Contributor

    Εμίλ Ζολά: "Οι ώμοι της μαρκησίας και άλλα διηγήματα"

    «Πες μου μαμά, γιατί τάχα να πεινάμε;»

    Ζητιάνοι, εξαθλιωμένοι, άνεργοι εργάτες με πεινασμένα παιδιά, γέροι λίγο πριν από τον θάνατο: αυτός είναι ο κόσμος των αφηγημάτων του Εμίλ Ζολά, έτσι όπως τα επέλεξαν, τα μετέφρασαν και πρώτη φορά τα παρουσιάζουν στο ελληνικό κοινό ο μεταφραστής Φοίβος Πιομπίνος και οι εκδόσεις Ικαρος.

    Καθόλου άστοχα: ο Εμίλ Ζολά είναι ο θεμελιωτής του νατουραλισμού στη λογοτεχνία, ενός νατουραλισμού που θέλει να περιγράψει με μεγάλη ακρίβεια την πραγματικότητα και, κυρίως, την πραγματικότητα των πιο περιθωριακών και εξαθλιωμένων, να περιγράψει τους κοινωνικούς παρίες δηλαδή, κατ' αντίθεση προς τον πλούτο που περιγράφεται επίσης εντυπωσιακά.

    Και αν τον Ζολά τον γνωρίσαμε από τα μεγάλα μυθιστορήματά του - με πρώτη τη «Νανά» που μετέφρασε το 1880 ο Ιωάννης Καμπούρογλου - ο συγγραφέας βιβλίων όπως «Η ταβέρνα», «Το στομάχι του Παρισιού», «Ζερμινάλ», «Το ανθρώπινο κτήνος», «Κατηγορώ» (συλλογή κειμένων για την υπόθεση Ντρέιφους) έχει πίσω του έναν τεράστιο αριθμό πολύ πιο σύντομων κειμένων, γραμμένων κυρίως για εφημερίδες. Μόνο σε μια εφημερίδα της Μασσαλίας υπολογίζεται ότι δημοσίευσε 1.800 κείμενα!

    Εχοντας περάσει αρκετά δύσκολα παιδικά χρόνια και ο ίδιος - ο μηχανικός πατέρας του, ιταλικής καταγωγής, πέθανε όταν εκείνος ήταν επτά και ο Εμίλ δεν μπόρεσε να πάρει γαλλική υπηκοότητα παρά στα είκοσι τέσσερά του - έγινε, μέσω της γραφής του, υπερασπιστής κάθε ανυπεράσπιστου.

    Η συλλογή «Οι ώμοι της μαρκησίας και άλλα διηγήματα» που κυκλοφόρησε μόλις από τον Ικαρο, αποτελεί χαρακτηριστικότατο δείγμα της νατουραλιστικής γραφής και αυτών των ιδιαίτερων ευαισθησιών του συγγραφέα.

    Τα διηγήματα που δημοσιεύονται εδώ μεταφράζονται, στο σύνολό τους, πρώτη φορά στα ελληνικά, με εξαίρεση την καταληκτική νουβέλα της συλλογής, με τον τίτλο «Πώς πεθαίνουν και πώς κηδεύουν στη Γαλλία» που μεταφράστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα.

    Χαρακτηριστικό της ματιάς του Εμίλ Ζολά είναι το διήγημα «Ενα κλουβί άγριων θηρίων» στο οποίο ένα λιοντάρι και μια ύαινα, που το σκάνε από το κλουβί τους και πηγαίνουν να δουν το Παρίσι, «το κλουβί των ανθρώπων», επιστρέφουν τρομοκρατημένα από την αγριότητα του κόσμου και ασφαλίζουν καλά το κλουβί τους για να μην μπορούν να μπουν μέσα άνθρωποι και τους κάνουν κακό!

    Δεν είναι η μόνη φορά που ο Ζολά χρησιμοποιεί ομιλούντα ζώα για να πει αυτό που θέλει. Στο «Γέρικο άλογο», μια ωραία μεταφορά για τα γηρατειά και το... δικαίωμα σύνταξης , το ταλαιπωρημένο άλογο λέει στον αφηγητή: «Τα αδέλφια σου καταχράστηκαν τις δυνάμεις μου. Οσο περισσότερο τα υπηρέτησα τόσο περισσότερο σκληρά μου φέρθηκαν. Υπάρχει ένας δίκαιος νόμος που θέλει να ανταμείβεται ο εργαζόμενος ανάλογα με την εργασία που προσφέρει. Ζητάμε να μας μεταχειρίζονται σύμφωνα με τον νόμο ετούτο και να κερδίζουμε, στα ωραία μας χρόνια, την ανάπαυση και τις φροντίδες που απαιτούν τα γηρατειά μας».

    Στο διήγημα «Κατρίν» ασκεί κριτική στις καινούργιες κούκλες για κορίτσια - το ανάλογο της Μπάρμπι - που εκμαυλίζουν και ξεστρατίζουν τα παιδιά. Στους εξαιρετικούς «Ωμους της μαρκησίας» περιγράφει τη ζωή των πολύ πλουσίων. Και κάνει αντιδιαστολή ανάμεσα στη χαρά της πρωταγωνίστριας μαρκησίας - της οποίας οι εξαίσιοι ώμοι ήταν γνωστοί σε όλο το Παρίσι - για το χιόνι που της επιτρέπει να κάνει πατινάζ και στη δυστυχία μιας άστεγης που υποφέρει από το κρύο.

    Αλλο διήγημα έχει πρωταγωνιστή έναν νεκροθάφτη, ενώ δεν λείπει και διήγημα με τον εύγλωττο τίτλο «Η ανεργία». Εκεί, περιγράφει το κλείσιμο - πτώχευση - ενός μικρού εργοστασίου, καθώς ακυρώνονται συνεχώς παραγγελίες και ο εργοστασιάρχης λέει πως έμεινε ταπί και περιμένει τους δικαστικούς κλητήρες.
    Στο δεύτερο μέρος του διηγήματος παρακολουθεί έναν από τους εργάτες που ψάχνει απεγνωσμένα δουλειά, δεν βρίσκει τίποτα και κάθε βράδυ γυρνάει στη γυναίκα και τη μικρή του κόρη χωρίς ψωμί. «Πες μου μαμά, γιατί τάχα να πεινάμε;», είναι η φράση του κοριτσιού με την οποία το διήγημα τελειώνει.

    Ανάμεσα άλλωστε στις πολλές σκηνές φτώχειας του 19ου αιώνα, στη μνήμη του Ζολά θα πρέπει να χαράχτηκαν και σκηνές από τη μεγάλη επισιτιστική κρίση - επίσης οικονομική και δημοσιονομική - που, όπως εύστοχα θυμίζει στο χρονολόγιό του ο μεταφραστής, ξέσπασε στην Ευρώπη το 1847. Ο Εμίλ ήταν τότε μόλις επτά ετών...

    ΤΑ ΝΕΑ