Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Επιστολές που ποτέ δεν στείλαμε. Παραμιλητά. Ιστορίες. Σημειώματα. Μονόλογοι. Hμερολόγια...

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Tenebra_Silente, στις 6 Δεκεμβρίου 2014.

  1. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Cara Alessia ti scrivo, cosi mi distraggo un pò - Parte zero, Il sipario è calato - ( Αγαπητή Αλέσια σου γράφω, έτσι αφαιρούμαι λίγο - Μέρος μηδέν, Η αυλαία έπεσε - ) .

    Αυτό είναι το τελευταίο κομμάτι της σπονδυλωτής επιστολής, που σου έγραψα. Σε προειδοποιώ, είναι αρκετά μακρύτερο και πιο "βαρύ" απ' όλα τα προηγούμενα. Γι' αυτό, σκέψου το καλά, πριν συνεχίσεις με την ανάγνωση του...




    Ήταν η 21η ενός Δεκεμβρίου, όταν έξαλλη του ζήτησες για άλλη μια φορά, να μαζέψει τα πράγματά του και να φύγει από σπίτι σας.
    Του είπες, ότι θα έφευγες κι εσύ από κει μαζί με τον Corrado. Ίσως και να μην περίμενες την αντίδραση του, το ποσό στωικά θα κατευθυνόταν στο δωμάτιο, που είχε γίνει το σκυθρωπό του καταφύγιο για τουλάχιστον πέντε χρόνια και θα άρχιζε να πακετάρει. Μετά από μια εβδομάδα η μετακόμιση του θα είχε πια τελειώσει. Προσπάθησε όσο μπορούσε, να μην αντιληφθεί τίποτε ο μικρός. Αλλά μάλλον δεν τα κατάφερε. Από κείνη την ημέρα και για τα επόμενα δύο χρόνια η κατάρρευση εκείνης που κάποτε αποκαλούσε οικογένεια, εκτυλίχθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

    Ξανάσβησαν τα φώτα του ανελκυστήρα και το πάτωμα εξαφανίστηκε αναπάντεχα κάτω από τα πόδια σας. Βρεθήκατε και οι τρεις στο βουβό κενό, να πέφτετε ασταμάτητα. Χρόνος, τόπος, τα πάντα έμοιαζαν παγωμένα.
    Το αυτοκαταστροφικό σπιράλ στο οποίο είχατε ήδη εισέλθει, δεν σας αρκούσε πια. Γι' αυτό αποφασίσατε, να δυναμώσετε ακόμη περισσότερο την ένταση του. Μέχρι που να μην έμενε πια τίποτε όρθιο. Για τουλάχιστον τέσσερις μήνες από την ημέρα της τελικής αποχώρησης του Enzo, τα στόματα σας πήραν την μορφή περιστρόφου και πυροβολούσατε ανελέητα ο ένας τον άλλον. Και όπως γνωρίζεις καλά, τα λόγια και οι σφαίρες δεν έχουν επιστροφή.

    Όταν κάποιος σου επιτρέψει, να πληγώσεις την αξιοπρέπεια - όχι τον εγωισμό - του κι αν έστω και αργά, συνειδητοποιήσει το λάθος του, δεν υπάρχει πια καμιά επιστροφή.
    Αν η περιφρόνηση ήταν δάσος, δεν είχατε αφήσει σπιθαμή του ανεξερεύνητη. Κι όμως, ήσασταν ακόμη εκεί, με τις σκιές των δαχτύλων σας να ακουμπούν την θολή μεμβράνη ανάμεσα σας. Ο Corrado σας κρατούσε εκεί.

    Τέσσερις μήνες έμεινες πίσω μαζί με τον μικρό, σε κείνο που κάποτε αποκαλούσατε σπίτι. Με το παιδί να επιδεινώνεται όλο και περισσότερο. Τέσσερις μήνες που ο Enzo πηγαινοερχόταν σχεδόν καθημερινά σε κείνο που κάποτε ήταν και το δικό του σπίτι. Με το κεφάλι να βαραίνει όλο και περισσότερο και την ψυχή σαν αμόνι. Τέσσερις μήνες που ένιωθε ακόμη πιο μετέωρος από πριν. Εγκλωβισμένος όπως ήταν σε μια ατέρμονη ζώνη του λυκόφωτος, που δεν έλεγε ούτε να σκοτεινιάσει, αλλά ούτε να χαράξει. Η μόνη διαφορά με το πρόσφατο παρελθόν ήταν, ότι το βάζο της Πανδώρας στο οποίο είχατε αφαιρέσει το κάλυμμα ακόμη και πριν την γέννηση του Corrado. Πια στον πάτο του δεν είχε ούτε την ελπίδα. Αφού ακόμη και κείνη είχε κουραστεί μαζί σας και είχε αποδημήσει.
    Και έρχεται η μέρα περί τα τέλη ενός Μαρτίου, που επιτέλους αφήνεις και συ πίσω σου μαζί με τον μικρό, το μαυσωλείο της όπως τελικά αποδείχθηκε πικρής σας κοινής ιστορίας.

    Ο Enzo με την ψυχή μαραμένη, συνέδραμε στην μετακόμιση σας στην άλλη άκρη της πόλης. Κατέβασε κάδρα, μάζεψε πράγματα, πέταξε ακόμη και το πρώτο δώρο που σου είχε κάνει με τα χέρια του.
    Εκείνος ήταν που συνόδευσε στον κάδο των σκουπιδιών, το πρώτο χριστουγεννιάτικο σας δεντράκι.

    Ήταν τουλάχιστον δυόμιση χρόνια που δεν άντεχε άλλο αυτή την κατάσταση, μαζί σου, με το παιδί. Δεν ήταν λίγες οι φορές που με τα νεύρα κουρελιασμένα βλαστημούσε και αναθεμάτιζε τόσο την τύχη του, όσο και τον Corrado. Ακόμη περισσότερες υπήρξαν οι φορές που τον μικρό τον κακομεταχειριζόταν. Γεγονότα αυτά, που τον έπνιγαν όλο και πιο βαθιά σε ένα ωκεανό τύψεων και ενοχών.

    Ότι είχε απομείνει από την καριέρα του, διαλυόταν και κείνο ασταμάτητα. Τα χρέη του είχαν γίνει μια χιονοθύελλα τόσο πυκνή, που τον εμπόδιζε να διακρίνει τ' οτιδήποτε.
    Μέσα σε ούτε ενάμιση χρόνο από κείνο τον Μάρτιο, είχε γίνει η σκιά του εαυτού του. Είχε παραμελήσει τελείως την υγεία του, είχε αδυνατίσει σε σημείο που να μπορείς να μετράς τα πλευρά του ένα προς ένα. Τα μάτια του ήταν πια μουγκά σαν βρεγμένα κάρβουνα και η φωνή του ακουγόταν μετά δυσκολίας.

    -----------------------------------------

    " Η τίγρης "

    Η Νύχτα με το μουσούδι υγρό, περνάει ανάμεσα στα δέντρα και μέσα απ’ τα χωράφια με τα νερά και τα καλάμια.

    Στη σοφίτα του παλιού σπιτιού φέγγει ένα πορτοκαλένιο φως. Είναι μια άδεια κάμαρη με σπασμένα τζάμια.

    Τρεις ωραίες φωτιές ανάβουν πάνω στο φαρδύ κρεβάτι που αιωρείται μ’ αλυσίδες στη μέση της κάμαρης.

    Ένα εξασκημένο χέρι με μαύρο γάντι και δαχτυλίδι τις πιάνει απαλά και τις φυτεύει σε μιαν αραχνιασμένη γλάστρα.

    Μια μικρή τίγρης με μαύρες ραβδώσεις, που ήταν κρυμμένη πίσω απ’ το κουμάρι, βγαίνει απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα· κοιτάζει για λίγο το φεγγάρι και με μουδιασμένες βηματισιές χάνεται μες στο ψηλό χορτάρι του κήπου. Στα πόδια της φοράει μεγάλους κίτρινους μενεξέδες.

    Θα ξανάρθει όμως αύριο το βράδυ. Όλη τη μέρα στο βαγόνι του τραίνου που θα την οδηγεί στο κλουβί της και ύστερα στον απέραντο παγωμένο στίβο, την ώρα της παράστασης, θα νοσταλγεί το χάδι του χεριού με το μαύρο γάντι.

    Θα ’ρθει ξανά αύριο το βράδυ, νοσταλγική και υπάκουη στη διαταγή του γαντοφορεμένου χεριού, ν’ ανάψει τις φωτιές απάνω στο φαρδύ κρεβάτι.

    ( Επαμεινώνδας Γονατάς )

    --------------------------------------------

    " Είναι προτιμότερο να σε αδικούν, παρά να αδικείς frà. Όπως έλεγε και ο πρόγονος σου ". Μου έλεγε τις τελευταίες φορές που τον είδα στο viber κατά τη διάρκεια των κλήσεων. μας. Είχε αρχίσει να ξαναγράφει. Τα κείμενα του ήταν πιο απελπισμένα και μαύρα από ποτέ. Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό είχε μια βραχεία και αναπάντεχη επανένωση με κάποια συνάδελφο ονόματι Ligia. Για λίγο άναψε ένα δειλό κεράκι στο μυαλό του. Τρεις μήνες μετά τη μετακόμιση σου με το παιδί, είχε κάνει την τελευταία προσπάθεια, να ξαναμαζέψει τα κομμάτια του και ένα βράδυ πήγε μετά από καιρό στο θέατρο.

    Σκέφτηκε, ότι αν έκανε κάτι που κάποτε του έδινε ευχαρίστηση, ίσως και σιγά σιγά να έβρισκε ένα κίνητρο για να ξανασταθεί στα πόδια του. Στο διάλειμμα της παράστασης βγήκε έξω να καπνίσει ένα τσιγάρο και έπεσε πάνω της. Η σύνδεση μεταξύ τους έμοιαζε αναλλοίωτη, σαν να μην είχε περάσει λεπτό, από την στιγμή που είχαν απομακρυνθεί. Σύντομα, ανοίχτηκαν ξανά ο ένας στον άλλο σαν τις τουλίπες το βράδυ.

    ---------------------------

    " Το δάσος "

    Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
    βλασταίνουν φύλλα και κλαδιά
    κι έρχονται τα πουλιά του έρωτα και κελαηδούνε.

    Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
    οι σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
    στις λόχμες του ο φόβος ενεδρεύει.

    Ζώα μικρά και ζώα άγρια το κατοικούν,
    όχεντρες έρπουν και ρημάζουν τις φωλιές μας, λιοντάρια ετοιμάζονται να μας ξεσκίσουν.

    Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
    έγιναν δάσος σκοτεινό και μας πλακώνουν.

    ( Ντίνος Χριστιανόπουλος )

    -----------------------------------

    Ο Enzo που απέφευγε εδώ και καιρό ακόμη και τους πιο στενούς του φίλους και συγγενείς, γιατί απεχθανόταν ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό, που επαναλάμβανε το mantra των προβλημάτων του. Σε κείνη αφηνόταν, έρεε σαν λασπωμένος ποταμός, αλλά έρεε. Μόνο με κεινη, ένιωθε πως δεν τον λυπόντουσαν. Και σιχαίνονταν να τον λυπούνται. Γι' αυτό είχε απομακρυνθεί σχεδόν απ' όλους όσους τον γνώριζαν. Συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο ελάχιστες φορές και ήταν και οι δύο τους κουμπωμένοι. Φοβόντουσαν, να μαγαρίσουν αυτή τους την επαφή μπλέκοντας ξανά τα κορμιά τους. Γιατί και οι δύο τους γνώριζαν, ότι ο Enzo ήταν ταγμένος στον Corrado. Ότι είχε πια χαθεί στον λαβύρινθο τόσο του μικρού όσο και των δικών του συντριμμιών και δεν ήθελε να παρασύρει εκεί και την Ligia. Όσο και αν εκείνη τον διαβεβαίωνε, ότι θα μπορούσε να τα αντιμετωπίσει. Ίσως και όντως να ήταν διατεθειμένη, να προσπαθήσει.

    Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο κύκλος μεταξύ τους είχε μείνει στη μέση για πάρα πολύ καιρό και αυτό ήταν κάτι, που πια στοίχειωνε και τους δυό τους. Με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο, έπρεπε πια να ολοκληρωθεί. Δεν άντεχε πια τίποτε, που να ήταν μετέωρο
    .
    Πιθανότατα κι εσύ να είχες ήδη αλλάξει σελίδα. Ο Enzo δεν ενδιαφερόταν να σε ρωτήσει, δεν είχε πια νόημα να σε ρωτήσει. Όμως ήλπιζε, να είχε βρεθεί στο δρόμο σου κάποιος. Που να σου προσέφερε κάποια στιγμή ανεμελιάς, λίγα χαμόγελα, κάποια δράμια πάθους και πάνω απ' όλα, μια προοπτική για ένα καλύτερο αύριο. Δηλαδή, όλα όσα σου είχε στερήσει εκείνος για χρόνια. Έτσι, για να νιώσει λίγο πιο ελαφριά τη συνείδηση του.

    Τόσοι άνθρωποι που βρισκόσασταν τόσο κοντά και συνάμα τόσο μακριά ο ένας από τον άλλο. Η ύπαρξη του πια ήταν ένα κουβάρι εικασιών και αδιεξόδων. Και όσο πιο πολύ απομακρυνόταν και ξαναεπέστρεφε στα πεδία σας, σαν ακορντεόν. Τόσο πιο πολύ μέσα στα σπλάχνα του ένιωθε την θλίψη και την αγωνία του παιδιού, σαν αίμα ζεστό που ανάβλυζε αδιάκοπα. Ο ίδιος είχε γίνει μια πληγή που δεν έλεγε να κλείσει και μόλυνε όποιον τον πλησίαζε.

    -----------------

    " Ρήμα το σκοτεινόν "

    Eίμαι άλλης γλώσσας, δυστυχώς, και Hλίου του κρυπτού ώστε
    οι όχι ενήμεροι των ουρανίων να μ’ αγνοούν. Δυσδιάκριτος
    καθώς άγγελος επί τάφου σαλπίζω άσπρα υφάσματα
    που χτυπιούνται στον αέρα και μετά πάλι αναδιπλώνονται
    κάτι να δείξουν, ίσως, τα θηρία μου τα χωνεμένα ώσπου τελικά
    να μείνει ένα θαλασσοπούλι τ’ ορφανό πάνω απ’ τα κύματα.

    Όπως και έγινε. Όμως χρόνια τώρα μετέωρος κουράστηκα
    κι έχω ανάγκη από γης που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη
    μάνταλα πόρτες κρυφακούσματα κουδούνια· τίποτε. Aπιστευτά πράγματα μιλήστε μου! Kόρες που εμφανιστήκατε κατά
    καιρούς.

    Mέσ’ απ’ το στήθος μου κι εσείς παλαιές αγροικίες, βρύσες που λησμονηθήκατε ανοιχτές μέσα στους αποκοιμισμένους
    κήπους.
    Mιλήστε μου! Έχω ανάγκη από γης
    που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη.
    Έτσι κι εγώ, μαθημένος όντας να σμικρύνω τα ιώτα και να μεγεθύνω τα όμικρον
    Ένα ρήμα τώρα μηχανεύομαι· όπως ο διαρρήκτης το αντικλείδι του.

    Ένα ρήμα σε -άγω ή -άλλω ή -εύω.
    Kάτι που να σε σκοτεινιάζει από τη μία πλευρά εωσότου
    η άλλη σου φανεί. Ένα ρήμα μ’ ελάχιστα φωνήεντα όμως
    πολλά σύμφωνα κατασκουριασμένα κάππα ή θήτα ή ταυ
    αγορασμένα σε συμφερτικές τιμές από τις αποθήκες του Άδη.
    Eπειδή, από τέτοια μέρη ευκολότερα υπεισέρχεσαι σαν του Δαρείου το φάντασμα ζωντανούς και
    πεθαμένους να κατατρομάξεις.
    Eδώ βαρεία μουσική ας ακούγεται. Kι ανάλαφρα τα όρη ας μετατοπίζονται. Ώρα να δοκιμάσω το κλειδί. Λέω:
    κ α τ α ρ κ υ θ μ ε ύ ω.

    Eμφανίζεται μεταμφιεσμένη σε άνοιξη μια παράξενη αγριότητα
    με παντού βράχια κοφτά κι αιχμηρά θάμνα.
    Ύστερα πεδιάδες διάτρητες από Δίες κι Eρμήδες.

    Tέλος μια θάλασσα μουγγή σαν την Aσία
    όλο φύκια σχιστά και ματόκλαδα Kίρκης.
    Ώστε λοιπόν, αυτό που λέγαμε “ουρανός” δεν είναι· “αγάπη” δεν·
    “αιώνιο” δεν. Δεν
    υπακούουν τα πράγματα στα ονόματά τους. Πλησιέστερα του
    σκοτωμού
    καλλιεργούνται οι ντάλιες. Kι ο βραδύς κυνηγός μ’ αιθερίου
    θηράματα
    επιστρέφει κόσμου. Kι είναι πάντοτε -φευ- νωρίς.
    Aχ δεν υποψιαστήκαμε ποτέ πόσο υπονομευμένη από θεότητα είναι
    η γη· τι χρυσός ρόδου αέναου της χρειάζεται ν’ αντισταθμίζει
    το κενό που αφήνουμε, όμηροι όλοι εμείς μιας άλλης διάρκειας
    που η σκιά του νου μάς αποκρύπτει. Aς είναι.
    Φίλε συ που ακούς, ακούς της ευωδιάς των κίτρων, τις μακρινές καμπάνες;
    Ξέρεις τις γωνιές του κήπου όπου
    εναποθέτει τα νεογνά του δειλινός ο αέρας;

    Oνειρεύτηκες
    ποτέ σου ένα καλοκαίρι απέραντο που να το τρέχεις
    μη γνωρίζοντας πια Eρινύες; Όχι. Nα γιατί καταρκυθμεύω
    που οι βαριές υποχωρούν αμπάρες τρίζοντας κι οι μεγάλες θύρες
    ανοίγονται
    στο φως του Ήλιου του Kρυπτού μια στιγμούλα, η φύση μας η
    τρίτη να φανερωθεί.
    Έχει συνέχεια. Δε θα την πω. Kανείς δεν παίρνει τα δωρεάν
    στον κακόν αγέρα ή που χάνεσαι ή που επακολουθεί γαλήνη.
    Aυτά στη γλώσσα τη δική μου. Kι άλλοι άλλα σ’ άλλες. Aλλ’
    η αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται.

    ( Οδυσσέας Ελύτης )

    -----------------

    ...Ero tuo ogni volta che volevi, sono mio ogni volta che voglio...
    ( Ήμουν δικός σου κάθε φορά που ήθελες, είμαι δικός μου κάθε φορά που θέλω ).

    Ένας από τους στίχους που είχε γράψει λίγο πριν την "αναχώρηση" του. Τα κείμενα που πια μου έστελνε, εκτός από απεγνωσμένα ήταν σχεδόν ακαταλαβίστικα και εύρηθαν από εικόνες στα δικά μου τα μάτια ασύνδετες. Στα δικά μου...

    Θα ήταν ένας μήνας πριν το "ταξίδι" του, που ερχόταν σχεδόν καθημερινά στο σπίτι το δικό σου και του παιδιού. Έμενε εκεί τις νύχτες, ακόμη και όταν δεν είχες κανονίσει να βγεις. Πάντα σε όποιο χώρο ήταν εύχαιρος, πάντα τηρώντας τις απαραίτητες αποστάσεις μεταξύ σας. Αρκετές φορές πριν αποσυρθεί στη γωνίτσα του, έμενε αγκαλιασμένος με τον μικρό μέχρι να αποκοιμηθεί. Όπως εξάλλου ζητούσε επιτακτικά και ο Corradino ακόμη και στην ηλικία των πια οκτώ του χρόνων. Απέπνεε μια απόκοσμη ηρεμία. Τη γαλήνη εκείνου που γνώριζε, ότι ήταν πια στο σταθμό περιμένοντας το τελευταίο τρένο.

    " Φίλος ", μου επαναλάμβανε στο τηλέφωνο με την αστεία προφορά του, μια από τις λίγες λέξεις που είχα καταφέρει να του μάθω στα ελληνικά. " Αυτό το παραμύθι δεν θα έχει αίσιο τέλος. Είναι θέμα χρόνου να φύγει ο πρώτος απ' τους τρεις μας και να τον ακολουθήσουν στη σειρά οι υπόλοιποι".
    " Δεν ξέρω για πόσο καιρό, θα βρίσκομαι ακόμη ανάμεσα σας ".

    Ήδη μου έδινε σημάδια, ήμουν εγώ που αρνούμουν, να τα δω. " Είναι προτιμότερο να σε αδικούν, παρά να αδικείς και όπως φαίνεται, αδίκησα πολλούς. " .

    Ήταν περασμένα μεσάνυχτα σαν χτύπησε το κινητό μου. Στο display εμφανίστηκε το όνομα του Jarno, ενός από την παλιοπαρέα που είχα να ακούσω καιρό. Το σηκώνω αλαφιασμένος. Πάντα αργά τη νύχτα μου ερχόντουσαν τα άσχημα νέα και οι μεταμεσονύχτιες κλήσεις, μου προξενούσαν ανησυχία.

    " Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να σου το πω. Πριν λίγες ώρες βρέθηκαν σε κάποια βράχια στην Ancona οι σωροί του Enzo και του Corrado ". Σιγή...

    Το τσιγάρο είχε φτάσει στο δαχτυλίδι του και η μεγάλη κιμωλία είχε μικρύνει τόσο, που δεν ήταν δυνατό, να ζωγραφίσει ούτε μια παύλα.
    Σε συνάντησα στην κηδεία τους και όπως ήταν λογικό, σε ρώτησα λεπτομέρειες. Ένα μεσημέρι πριν το περιστατικό σου είχε ζητήσει μετά από πολύ καιρό, να τον πάρει για μια ολιγόωρη εκδρομή στα πέριξ του Milano. Ως εκ του θαύματος, ήταν κάποιοι μήνες που ο μικρός επιβιβαζόταν ξανά σε αυτοκίνητο δίχως να ξεσπά σε υστερική κρίση.

    Είχε σχεδόν νυχτώσει και ακόμη δεν είχαν επιστρέψει. Τον είχες ήδη καλέσει αρκετές φορές στο κινητό του, του είχες στείλει μηνύματα, δίχως να λάβεις καμία απάντηση. Αναγκάστηκες να απευθυνθείς στην αστυνομία και να δηλώσεις την εξαφάνιση τους. Μετά από σχεδόν τρεις μέρες, βρήκαν τις σωρούς τους σε κάποια βράχια μιας ερημικής παραλίας κάπου στην Ancona. Δεν είχε ξεκινήσει ακόμη η τουριστική περίοδος και δεν υπήρξε κάποιος, να τους αντιληφθεί νωρίτερα.

    Στον δεξί του καρπό του Enzo και στον αριστερό του μικρού ήταν περασμένος ο ελαστικός ιμάντας ασφαλείας, που φορούσαν, όταν τον πήγαινε βόλτα. Τα κρανία τους ήταν διαλυμένα και τα άψυχα σώματα τους, έμοιαζαν με σπασμένες κούκλες. Το ιατροδικαστικό πόρισμα ανέφερε σαν αιτία θανάτου την πτώση από ύψος.

    " Φίλος, αυτό το παραμύθι δεν θα έχει αίσιο τέλος και όσο είμαστε εδώ και οι τρεις, κανείς μας δεν θα ζει αληθινά, απλά θα έχει διαλείμματα επιβίωσης. ", μου είχε πει μια από τις τελευταίες φορές, που τον είχα ακούσει.

    " Έχω ένα κήπο γεμάτο κενοτάφια, ανθρώπων που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο έχω χάσει. Φίλους, συγγενείς, σχέσεις. Στα 41 μου είχα την τύχη, να αγαπήσω κάποιες ελάχιστες φορές και ίσως κάποιες λιγότερες να με αγαπήσουν. Ν' αποκτήσω κάποιους καλούς φίλους. Να επισκεφθώ κάποια μέρη, να ακούσω κάποιες μουσικές, να δω κάποιες παραστάσεις και να διαβάσω κάποια βιβλία. Είχα την τύχη, να γευτώ κάποια πράγματα, που έκαναν τις χορδές μου να πάλλονται. Λιγότερα από όσα θα ήθελα, περισσότερα από όσα αξιώθηκαν πολλοί άλλοι καν να τα ακουμπήσουν. Θα ήταν αμαρτία, να παραπονιέμαι. Ένα πράγμα μόνο απ' όσα αληθινά ποθούσα, δεν πρόλαβα να κάνω, μια οικογένεια. Να δει από μένα ο πατέρας μου ένα εγγόνι, που μακάρι να έφερε και τ' όνομα του ". Και εγώ τον καθησύχαζα, λέγοντας του πως ποτέ δεν είναι αργά.

    " Έχω ένα κήπο μέσα μου γεμάτο κενοτάφια " μου ξανάλεγε " και μιαν ακρούλα μόνο κράτησα για το δικό μου το κουφάρι. Τόσο μικρή, που για να χωρέσει, θα πρέπει να με διπλώσουν στα τρία ακόμη και στα τέσσερα. Αλλά χαλάλι. Εκείνοι για τους οποίους νοιάστηκα, αναπαύονται ανάμεσα σ' ευωδιαστά τριαντάφυλλα και ανθισμένες μυγδαλιές, δίχως να στριμώχνονται. ".

    ------------



    ------------

    Δεν άντεχε την ιδέα, ότι μια μέρα ο Corrado θα κατέληγε σε κάποια δομή. Συχνά πυκνά μου έλεγε, ότι αν ήταν κάποιος να αφαιρέσει τη ζωή στο στερνοπούλι του. Προτιμούσε να είναι εκείνος, για να έπαιρνε το βάρος της ευθύνης. Όπως δική του ένιωθε για χρόνια πως ήταν η ευθύνη, που το παιδί γεννήθηκε για να περάσει ένα μαρτύριο. Που αν δεν ήταν τόσο εγωιστής, για να το φέρει σε αυτό τον κόσμο, δεν θα το περνούσε ποτέ. Κάτι που δεν συγχώρεσε ποτέ στον εαυτό του. Είχε μείνει φυλακισμένος σ' έναν άχρονο μη τόπο, να φυσάει τα αποκαΐδια μιας ζωής, που για σας τους τρεις δεν υπήρξε ποτέ.

    Θέλω ακόμη να τρέφω την αυταπάτη, ότι δεν πρόλαβαν να νιώσουν τον παραμικρό πόνο και ότι ο Corradino δεν φοβήθηκε. Πώς έστω και για κεινα τα κλάσματα του δευτερολέπτου αισθάνθηκε ελεύθερος και ευτυχισμένος στη μακάβρια πτήση τους. Σαν ένας απ' τους γλάρους που τόσο πολύ του αρέσαν.

    -----------------------------



    Go to sleep In my arms.
    A soul to keep from all harm.
    I lie awake In a crystal calm
    Your face so sweet til the end of time.

    A lullaby makes you feel better.
    The world's all but died.
    But we're together.
    A lullaby makes you fell better.
    The hatred outside, really doesn't matter...

    Go to sleep my baby.
    Go to sleep right next to me.
    You found the way from what you've lost.
    The pain is great, as you pay the cost.

    A lullaby makes you feel better.
    The worlds all but died.
    But we're together.
    A lullaby makes you feel better.
    The hatred outside, really doesn't matter.
    It doesn't matter...

    ------------------------------

    Χθες το βράδυ τους ξανάδα στον ύπνο μου και σηκώθηκα για πολλοστή φορά με τα μάτια βουρκωμένα. Καθόντουσαν στις θέσεις που συνήθως πιάναμε με τον Enzo στις εξέδρες του γηπέδου της Olympia Milano. Είχαν περασμένα στους λαιμούς τους από ένα κασκόλ του Ολυμπιακού και σου το ορκίζομαι, ότι άκουσα για πρώτη φορά τον Corrado, να μιλάει στον πατέρα του. Άξαφνα, ο Enzino γύρισε, με κοίταξε και μου είπε : " Frà το άκουσες? Μου μίλησε. Είπε, μπαμπά, ο θείος ήρθε για να παρακολουθήσει μαζί μας το παιχνίδι. Φίλος, ακούω τη φωνή του ". Πήρε τον Corradino αγκαλιά, εκείνος έγυρε το κεφαλάκι του στο στήθος του. Έστρεψαν τα βλέμματα τους προς το μέρος μου και χαμογέλασαν σαν ήλιος.

    Σου ζητώ συγγνώμη, που χρησιμοποίησα κομμάτια της δικής σας ζωής, για να κλείσω στην πραγματικότητα ένα κεφάλαιο της δικής μου. Σου το είχα ήδη γράψει σε κάποιο προηγούμενο κομμάτι αυτής της επιστολής. Ίσως και τον Enzo πια να τον καταλαβαίνω. Δεν θα σου πω, σε ποια σημεία οι βίοι μας ήταν παράλληλοι αν και ετεροχρονισμένοι. Ούτε ποια μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό.

    Εσείς οι δύο ήσασταν η πιο θλιβερή υπενθύμιση ενός μαθήματος, που έστω και αργά πήρα. Σαν κάτι χαλάσει, ή προσπαθείς να το επισκευάσεις ή το κατεδαφίζεις δίχως δισταγμό. Να μένεις αδρανής να το κοιτάς, ούτε το επιδιορθώνει εκ θαύματος, ούτε σου δίνει το απαραίτητο κλείσιμο, για να προχωρήσεις.

    Για όλα και για όλους υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος και δεν ρωτάει κανέναν μας, για το πότε θα λήξει. Και τις περισσότερες φορές αντιλαμβανόματε, πως είναι αργά για το οτιδήποτε. Αφού ο χρόνος εχει παρέλθει.

    Σ' ευχαριστώ, που με ανέχτηκες και διάβασες αυτό μου το ατελείωτο παραμιλητό. Είχα ανάγκη, να το βγάλω από μέσα μου. Για να αλλάξω επιτέλους σελίδα κι εγώ, δίχως τα φαντάσματα να με καταδιώκουν άλλο.

    Sta bene Alessia, ovunque tu sia... ( Να είσαι καλά Alessia όπου κι αν βρίσκεσαι. ) .

    ------------------------



    L'anno che verrà ( Ο χρόνος που θα 'ρθει )

    Caro amico, ti scrivo, così mi distraggo un po'.
    E siccome sei molto lontano, più forte ti scriverò.

    ( Αγαπητέ φίλε σου γράφω, έτσι αφαιρούμαι για λίγο.
    Και αφού είσαι πολύ μακρινός, πιο δυνατά θα σου γράψω ) .

    Da quando sei partito, c'è una grande novità.
    L'anno vecchio è finito, ormai
    ma qualcosa ancora qui non va.

    ( Από όταν έφυγες, υπάρχει ένα μεγάλο νέο.
    Ο παλιός χρόνος τελείωσε, ήδη
    αλλά κάτι εδώ ακόμη δεν πάει καλά ) .

    Si esce poco la sera, compreso quando è festa.
    E c'è chi ha messo dei sacchi di sabbia vicino alla finestra.
    E si sta senza parlare per intere settimane.
    E a quelli che hanno niente da dire.
    Del tempo ne rimane.

    ( Βγαίνουμε λίγο το βράδυ, συμπεριλαμβανομένων των εορτών.
    Και είναι κείνος που έβαλε σάκους με άμμο κοντά στο παραθύρι.
    Και μένουμε δίχως να μιλάμε για ολόκληρες εβδομάδες.
    Και σε κείνους που δεν έχουν τίποτα να πουν.
    Χρόνος τους απομένει. ) .

    Ma la televisione ha detto che il nuovo anno.
    Porterà una trasformazione.
    E tutti quanti stiamo già aspettando.

    ( Αλλά η τηλεόραση είπε ότι ο νέος χρόνος.
    Θα φέρει μια μεταμόρφωση.
    Και όλοι μας ήδη περιμένουμε ) .

    Sarà tre volte Natale e festa tutto il giorno.
    Ogni Cristo scenderà dalla croce.
    Anche gli uccelli faranno ritorno.
    Ci sarà da mangiare e luce tutto l'anno.
    Anche i muti potranno parlare
    Mentre i sordi già lo fanno.

    ( Θα είναι τρεις φορές Χριστούγεννα και γιορτή όλο το χρόνο.
    Κάθε Χριστός θα κατέβει απ' το σταυρό.
    Ακόμη και τα πουλιά θα επιστρέψουν.
    Θα υπάρχει φαγητό και φως όλο το χρόνο .
    Ακόμη και οι μουγκοί θα μπορούν να μιλήσουν
    ενώ οι κωφοί ήδη το κάνουν. ) .

    E si farà l'amore, ognuno come gli va.
    Anche i preti potranno sposarsi
    Ma soltanto a una certa età.
    E senza grandi disturbi qualcuno sparirà.
    Saranno forse i troppo furbi
    E i cretini di ogni età.

    ( Και θα κάνουμε έρωτα, στον καθέναν όπως του αρέσει.
    Ακόμη και οι παπάδες θα μπορούν να παντρευτούν
    αλλά μόνο σε μια συγκεκριμένη ηλικία.
    Και χωρίς μεγάλες ενοχλήσεις κάποιος θα εξαφανιστεί.
    Θα είναι ίσως οι πολύ πονηροί
    και οι ηλίθιοι κάθε ηλικίας) .

    Vedi, caro amico, cosa ti scrivo e ti dico.
    E come sono contento
    Di essere qui in questo momento.

    ( Βλέπεις, αγαπητέ φίλε, τι σου γράφω και τι σου λέω.
    Και πως είμαι χαρούμενος
    να είμαι εδώ αυτή τη στιγμή. ) .

    Vedi, caro amico, cosa si deve inventare.
    Per poter riderci sopra.
    Per continuare a sperare.

    ( Βλέπεις, αγαπητέ φίλε, τι πρέπει να εφεύρω.
    Για να κάνουμε πλάκα.
    Για να συνεχίσουμε να ελπίζουμε. ) .

    E se quest'anno poi passasse in un istante.
    Vedi, amico mio, come diventa importante.
    Che in questo istante ci sia anch'io.

    ( Κι αν αυτός ο χρόνος μετά περνούσε σε μια στιγμή.
    Βλέπεις, φίλε μου, πως γίνεται σημαντικό.
    Σ' αυτή τη στιγμή να υπάρχω κι εγώ ) .

    L'anno che sta arrivando tra un anno passerà.
    Io mi sto preparando, è questa la novità.

    ( Ο χρόνος που καταφθάνει σ' ένα χρόνο θα περάσει.
    Εγώ προετοιμάζομαι, αυτό είναι το νέο. ) .

    ( Lucio Dalla )
    ---------------------------
    ...Τέλος...