Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Η κρυφή γοητεία της εθελοδουλείας

Συζήτηση στο φόρουμ 'Κοινωνία' που ξεκίνησε από το μέλος camera_obscura, στις 15 Οκτωβρίου 2011.

  1. camera_obscura

    camera_obscura Regular Member

    Του Κωνσταντίνου Πουλή

    Τι ωραίο που είναι να σου λένε τι να κάνεις! Υπάρχει μια ηδονή στην υποταγή σε έναν στοργικό πατέρα, που μας ταλαιπωρεί διότι μας αγαπά, που είναι σκληρός διότι θέλει το καλό μας. Μπορεί να είναι αυστηρός, αρκεί να είναι όμως τίμιος, ένας οικογενειάρχης που ξέρει να συνεφέρει το σκόρπιο σπιτικό μας. Αυτή είναι η φαντασίωση του λαουτζίκου, την ώρα που τον καβαλάει ο κάθε τυχάρπαστος.
    Συναντά κανείς διάχυτη την πεποίθηση πως για να βγούμε από την κρίση χρειάζεται κάποιος που να μας πάρει από το χεράκι και να μας πει τι να κάνουμε. Εγώ μπορεί να σκίζω τα ρούχα μου πως όποιος έρθει να μου πιάσει ξαφνικά το χεράκι δεν θέλει το καλό μου, πως όποιος αναλάβει να διαχειριστεί τις τύχες μας, αργά ή γρήγορα θα εργάζεται για το προσωπικό του συμφέρον. Έτσι είναι το σκαρί του ανθρώπου, σκατόψυχο, η ιστορία του συνδικαλισμού είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση μιας θέσης που παραδίδεται σε κάποιον για να εκπροσωπεί άλλους και με τον καιρό φροντίζει την πάρτη του. Όσο όμως και να σκίζω τα ρούχα μου εγώ, και πολλοί άλλοι, η τεράστια γοητεία μιας τέτοιας φαντασίωσης έγκειται ακριβώς στη νοσταλγική επιστροφή στη βρεφική αμεριμνησία. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την ανοχή απέναντι σε πολιτικούς που είναι διαπιστωμένοι αγύρτες, που θρασύτατα ομολογούν τις ευθύνες τους του παρελθόντος, κι όμως δεν παύουν να παριστάνουν και τις αυθεντίες που θα μας οδηγήσουν στο μέλλον;

    Την απάντηση την έχει δώσει ο Ετιέν ντε λα Μποεσί, στην Πραγματεία περί εθελοδουλείας: ο άνθρωπος δεν χάνει την ελευθερία του, κερδίζει τη σκλαβιά του. Δίνει τα πάντα προκειμένου να απαλλαγεί από το βάρος της ευθύνης. Προς μεγάλη του ανακούφιση, ολοένα και περισσότερο οι επιλογές φεύγουν από τα χέρια των λαών και μεταφέρονται στα χέρια τεχνοκρατών. Μια που η τεχνική έχει σήμερα αντικαταστήσει εν πολλοίς τις παλιές ουτοπίες, η ελπίδα είναι ότι τα προβλήματά μας θα τα λύσει η πρόσδεση στην ευφυΐα ενός ικανού μηχανήματος. Κάπως έτσι φαντάζεται ο κόσμος αυτόν τον απρόσωπο τεχνοκράτη που δεν θα έχει συμφέροντα, αλλά θα κοιτάζει μηχανικά να δίνει λύσεις για το καλό όλων. Θα αναλάβει χωρίς φόβο και πάθος να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τα ελαττώματά μας, θα μας μαλώσει και θα μας συμμαζέψει.

    Καθώς η τεχνική γίνεται η νέα ουτοπία, αναλαμβάνει μαζί να συμβολίσει και όλη τη μαγική της δύναμη. Και ο βασικός της ρόλος είναι βεβαίως να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ελευθερία του. Ο Ε.Ρ. Ντόντς έγραψε ένα βιβλίο για το παράλογο στην αρχαία Ελλάδα, βιβλίο που παρεμπιπτόντως ήταν αγαπημένο ανάγνωσμα του Σεφέρη. Στο σημείο που μιλά για την αστρολογία (με συγχωρείτε για την επίθεση οι αστρολογούντες, αλλά εμείς οι αιγόκεροι έχουμε κάτι τέτοια ξεσπάσματα) εξηγεί ότι η άνοδός της στη μετακλασική Αθήνα σχετίζεται με το ότι «ο άνθρωπος είχε βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με την πνευματική του ελευθερία και τώρα της έστρεψε τα νώτα και όρμησε να ξεφύγει από αυτό το φρικτό ενδεχόμενο: καλύτερα η άκαμπτη αιτιοκρατία του αστρολογικού πεπρωμένου, παρά το τρομακτικό βάρος της καθημερινής ευθύνης». Δεν θέλω να παραστήσω τον ψυχολόγο, προσπαθώντας να εξηγήσω πώς και γιατί οι άνθρωποι ζαρώνουν μπροστά στην ιδέα μιας ζωής ελεύθερης, στην οποία θα είναι υπεύθυνοι και υπόλογοι για όσα πράττουν. Μπορώ να πω ωστόσο ότι καταστολή υπάρχει, αλλά δεν αρκεί για να εξηγήσει την προθυμία με την οποία οι υπήκοοι λατρεύουν τους άρχοντές τους. Αυτό το περίφημο 99% που ανέχεται την τυραννία του 1% δεν ερμηνεύεται παρά μόνο αν αντιληφθούμε ότι στην πραγματικότητα δεν ανέχεται απλώς αλλά θαυμάζει το 1%. Οι ρώσοι μηδενιστές κατάφεραν τον Μάρτιο του 1881, μετά από αρκετές αποτυχημένες απόπειρες, να δολοφονήσουν τον τσάρο. Διαπίστωσαν με έκπληξη ότι ο εξαθλιωμένος ρωσικός λαός όχι μόνο δεν άδραξε την ευκαιρία για να εξεγερθεί, αλλά έκλαψε τον πατερούλη του με μαύρο δάκρυ.

    Ο Ντε λα Μποεσί παρατηρεί τον τρόπο με τον οποίο οι βασιλείς της Αιγύπτου παρουσιάζονταν πάντοτε με τη συνοδεία ενός μαγικού αντικειμένου, μιας γάτας, ενός κλαδιού, ενός αναμμένου δαυλού. Περιγράφει μετά πώς ο Βεσπασιανός θεράπευε λένε τους τυφλούς στον δρόμο προς τη Ρώμη. Αυτό το λατρευτικό δέος του λαού προς τον δυνάστη του είναι παράγοντας που δεν πρέπει να μας διαφύγει. Το μαγικό αντικείμενο μπορεί σήμερα να είναι απλώς το φλασάκι που περιέχει τον εθνικό προϋπολογισμό, αλλά υπάρχει ένα στοιχείο που παραμένει αναλλοίωτο: ο θαυμασμός των μαζών για τον αφέντη τους. Η μαγική, υπερφυσική γοητεία που ασκεί το ίδιο το γεγονός της απόστασης. Ο Ηγήσανδρος μας πληροφορεί πως ο Διονύσιος είχε τους κόλακές του, οι οποίοι έγλειφαν το σάλιο του όταν έφτυνε, και τον εμετό του τον έβρισκαν «μέλιτος γλυκύτερον», πιο γλυκό κι απ’ το μέλι. Έχω δει πολλές φορές θεατές σε θεατρικές παραστάσεις να σηκώνονται για να υποβάλουν τα σέβη τους στους επισήμους, τους πολιτικούς που κάθονται στην πρώτη σειρά. «Μέλιτος γλυκύτερον»… Και, για να μην πάμε τόσο μακριά, ας μην ξεχνάμε τώρα που ζούμε την εποχή των γιαουρτωμάτων ότι μέχρι χτες κάποιοι γέμιζαν τις πλατείες και τους δρόμους προεκλογικά, κρατώντας κομματικά σημαιάκια. Ήταν πολλοί και ήταν ενθουσιώδεις. Μπορεί τώρα να έχουν κρύψει τα σημαιάκια τους, αλλά πάντα κάτι μένει απ’ αυτές τις παλιές αγάπες. Και αυτό που μένει, φοβάμαι, είναι η ψυχική στάση απέναντι στην εξουσία. Η μόδα της εκτόξευσης των γιαουρτιών, που ομολογώ πως παρακολουθώ με μεγάλη ικανοποίηση, έχει ένα όριο. Σύντομα θα βρεθούμε προ των ευθυνών μας και θα χρειαστεί όλοι οι γιαουρτιστές να αποφασίσουν αν εννοούσαν ότι θέλουν να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους ή αν θέλουν έναν άλλον σωτήρα, τάχατες άφθαρτο και φρέσκο (ή ντεμί άφθαρτο και καθόλου φρέσκο, σαν τον Βγενόπουλο και τον Μαρκεζίνη). Εκεί οι δρόμοι μας θα χωρίσουν και θα χρειαστεί να αποφασίσουμε αν έχουμε το θάρρος να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Να κάνουμε λάθη, αλλά τουλάχιστον να κάνουμε τα δικά μας λάθη, να μην πληρώνουμε κερατιάτικα αλλωνών. Διότι, όπως λέει το παλιό ρητό, «κι ο βασιλιάς κι ο ζητιάνος στον κώλο τους κάθονται».

    Πηγή: Η κρυφή γοητεία της εθελοδουλείας

    Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και πράγματα είναι τελείως συμπτωματική;
     
  2. vautrin

    vautrin Contributor







    «Ελευθερία, πόσα εγκλήματα γίνονται στ’ όνομά σου!»

    Η παράφραση μιας πασίγνωστης ταινίας του Μπουνιουέλ στον τίτλο του νήματος, μου έφερε στο νου ένα λιγότερο γνωστό φιλμ του ίδιου σκηνοθέτη.

    Το Φάντασμα της Ελευθερίας ξεκινά με μια αναπαράσταση του περίφημου πίνακα του Γκόγια Οι Εκτελέσεις της 3ης Μαΐου. Οι στρατιώτες του Ναπολέοντα, παλιοί δημοκρατικοί επαναστάτες οι περισσότεροι, τουφεκίζουν μια ομάδα Ισπανών που αγωνίζονται ενάντια στη Γαλλική κατοχή. «Ζήτω οι αλυσίδες!» αναφωνούν πριν πεθάνουν οι καταδικασμένοι…

    Στην τελική σκηνή του έργου, οι δυνάμεις καταστολής ανοίγουν πυρ εναντίον μιας αθέατης ομάδας διαδηλωτών που κραυγάζουν το σύνθημα «Κάτω η Ελευθερία!» κι η ταινία κλείνει με το γκρο πλαν του κεφαλιού μιας στρουθοκαμήλου…

    Που έγκειται όμως ο στρουθοκαμηλισμός; Για να καταστεί ελκυστική η προοπτική της εθελοδουλείας, πρέπει πρώτα ν’ απαξιωθεί η ιδέα της ελευθερίας. Ευτυχώς γι’ αυτό φροντίζουν οι ίδιοι οι φιλελεύθεροι κι οι δημοκράτες…



     
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. Απάντηση: Η κρυφή γοητεία της εθελοδουλείας

    Πολύ ενδιαφέροντα όλα και άκρως επίκαιρο το νήμα σου camera_obscura 
     
  4. Master D

    Master D Regular Member

    Απάντηση: Η κρυφή γοητεία της εθελοδουλείας




    Ήρθα τρεχάτος μέχρι εδώ
    είπε ο παλιάτσος στο ληστή
    κι αν σου 'χει μείνει μια σταλιά ντροπή
    δώσε λιγάκι προσοχή.

    Έμποροι πίνουν το κρασί μας
    και κλέβουνε τη γη
    εσύ είσαι η μόνη μας ελπίδα
    περιμένουμε να 'ρθεις.

    Τα παίρνεις όλα πολύ στα σοβαρά
    ήταν τα λόγια του ληστή
    έχουν περάσει όλ' αυτά
    πάει καιρός πολύς.

    Εδώ επάνω στα βουνά
    δεν δίνω δυάρα τσακιστή
    για ό,τι έχει κερδηθεί
    για ό,τι έχει πια χαθεί.

    Πίσω απ' του κάστρου τη σκοπιά
    οι πρίγκιπες κοιτούν
    καθώς γυναίκες και παιδιά
    φεύγουν για να σωθούν.

    Κάπου έξω μακριά
    ο άνεμος βογκά
    ζυγώνουν καβαλάρηδες
    με όπλα και σκυλιά....Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και πράγματα είναι τελείως συμπτωματική;

    Καλό απόγευμα να έχουμε
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  5. Iagos

    Iagos Contributor

    Απάντηση: Η κρυφή γοητεία της εθελοδουλείας

    Αν στον αναβρασμό της πλατείας Συντάγματος το καλοκαίρι, άνοιγαν οι πόρτες της βουλής και εμφανιζόταν στο μπαλκόνι πάνω από τον άγνωστο στρατιώτη (εκεί που συνήθιζαν οι βασιλείς να εκτονώνουν την ρητορεία τους κατά τα πρώτα χρόνια της δουλείας στους Άγγλους) ο υπάλληλος των Τροικανών και έως τότε πρωθυπουργεύων και έλεγε στους κρανοφόρους πραίτορες του «Κέραστε τα παιδιά μια λεμονάδα γιατί κάνει και ζέστη» το αγανακτισμένο πόπολο θα σήκωνε τις Ελληνικές σημαίες του, θα έψελνε τον ύμνο του Σολωμού και θα χειροκροτούσε την παροχή και την φροντίδα της εξουσίας.

    Το αφεντικό πάντα έχει λίγα κόκαλα να πετάξει στα αφοσιωμένα κατοικίδια του.Και τα κατοικίδια ως γνωστόν τρέχουν να μαζέψουν τα αποφάγια της εξουσίας. Σαλιαρίζουν, βελάζουν και τρέχουν πίσω από την γουρούνα.

    Κάπου εκεί διαχωρίζεις τον εαυτό σου από τον όχλο, νοιώθεις την απέραντη μοναξιά σου, και ψάχνεις το χέρι του συντρόφου για να πάρεις δύναμη.

    Και η ιστορία επαναλαμβάνεται χιλιάδες χρόνια τώρα.

    Η βαθιά πεποίθηση στην ελευθερία και στην αυτοδιάθεση του ανθρώπου σε κρατά διψασμένο και ζωντανό όταν τα σκυλιά των αφεντάδων γαβγίζουν και δαγκώνουν μοχθηρά και ύπουλα. Γιατί ως γνωστόν οι αφεντάδες παθαίνουν και πανικό όταν η απειλή είναι προ των πυλών και ουρλιάζουν «στειλτέ τους στα σπίτια τους να τρώνε και να χέζουν» .

    Και μετά φροντίζουν για τα συσσίτια.

    Τα συσσίτια πάντα έχουν ουρές και ευχαριστίες σε όσους τα προσφέρουν, κυβερνήτες και παπάδες.

    Τα συσσίτια σε απαλλάσσουν από την ατομική ευθύνη και την υποχρέωση σου να χτυπήσεις την πόρτα του γείτονα και να τον ρωτήσεις αν θέλει κάτι, αν έχει θέρμανση, αν το παιδί του χρειάζεται γάλα, αν έχει δουλειά...

    Από μικρός μαθαίνεις την φιλανθρωπία ως κάτι το εξαιρετικό για τα Χριστούγεννα, αγοράζεις κάρτες για να σώσεις ένα παιδί του τρίτου κόσμου, φορτώνεσαι τα παλιά σου ρούχα για να τα αποθέσεις στην αγία τράπεζα του ενορίτη υπαλλήλου του Ιησού.

    Κοιμάσαι ήσυχος μετά και ο αφέντης σου φροντίζει να σφίγγει τον κλοιό και να οριοθετεί το μαντρί σου.

    Δεν σ΄ αρέσει και το ξέρεις. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς.

    Είσαι και θα παραμείνεις όχλος άνθρωπε!!!

    Πότε δεν θα καταλάβεις πως μια ζωή έχεις και είσαι υπεύθυνος για την πορεία της, το κάθε λεπτό που περνά είναι και μια ευθύνη για την Ευτυχία σου.
    Και την Ευτυχία δεν θα στην παράσχουν ποτέ οι καταπιεστές σου
     
  6. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Οι είκοσι τέσσερις πέρδικες

    Ο Στάλιν, έπειτα από την ατέλειωτη, κοπιαστική μέρα του, συνήθιζε να μένει λίγο ακόμα με τους συνεργάτες του και να χαλαρώνει, λέγοντάς τους σύντομες ιστορίες απ’ τη ζωή του. Αυτήν λόγου χάρη:

    Μια μέρα αποφασίζει να πάει για κυνήγι. Βάζει ένα παλιό παλτό με κουκούλα, βάζει τα σκι του, παίρνει ένα μακρύ ντουφέκι και κάνει δεκατρία χιλιόμετρα με τα πόδια. Τότε βλέπει μπροστά του, κουρνιασμένες πάνω σ’ ένα δέντρο, πέρδικες. Στέκεται και τις μετράει. Είκοσι τέσσερις. Αλλά τι γκίνια! Είχε πάρει μαζί του μόνο δώδεκα φυσίγγια! Ρίχνει, σκοτώνει τις δώδεκα, έπειτα γυρίζει, ξανακάνει τα δεκατρία χιλιόμετρα ώς το σπίτι του, και παίρνει άλλα δώδεκα φυσίγγια. Διανύει και πάλι τα δεκατρία χιλιόμετρα και ξαναβρίσκεται μπροστά στις πέρδικες, που είναι κουρνιασμένες ακόμα στο ίδιο δέντρο. Και τελικά τις σκοτώνει όλες...

    «Σ’ άρεσε;» ρωτάει ο Σάρλ τον Κάλιμπαν, που γελάει: «Αν μου την έλεγε αυτή την ιστορία ο ίδιος ο Στάλιν, θα τον χειροκροτούσα! Αλλά εσύ πού τη βρήκες;».

    «Ο κύριός μας μου έφερε δώρο αυτό εδώ το βιβλίο, τα Απομνημονεύματα του Χρουστσόφ, που βγήκε στη Γαλλία πριν από πολλά πολλά χρόνια. Ο Χρουστσόφ αναφέρει την ιστορία με τις πέρδικες, όπως την έλεγε ο Στάλιν στη μικρή τους συντροφιά. Αλλά, απ’ ό,τι γράφει ο Χρουστσόφ, κανένας δεν αντέδρασε όπως εσύ. Κανένας δεν γέλασε. Ολοι ανεξαιρέτως έβρισκαν παράλογα αυτά που τους είχε διηγηθεί ο Στάλιν και είχαν αηδιάσει με τα ψέματά του. Παρ’ όλ’ αυτά σώπαιναν, και μόνο ο Χρουστσόφ βρήκε το θάρρος να πει στον Στάλιν αυτό που σκεφτόταν. Ακου!»

    Ο Σαρλ άνοιξε το βιβλίο και του διάβασε αργά και φωναχτά: «“Τι; Εννοείς πραγματικά πως οι πέρδικες δεν είχαν πετάξει απ’ το κλαδί τους;”, λέει ο Χρουστσόφ.

    »“Απολύτως” απαντάει ο Στάλιν, “είχαν μείνει κουρνιασμένες στο ίδιο σημείο.”

    »Αλλά έχει συνέχεια η ιστορία, γιατί πρέπει να ξέρεις πως, όταν τέλειωναν τη δουλειά τους, πήγαιναν όλοι στα λουτρά, μια μεγάλη αίθουσα που χρησίμευε και για τουαλέτες. Φαντάσου. Στον έναν τοίχο μια μεγάλη σειρά ουρητήρια και στον απέναντι τοίχο νιπτήρες. Ουρητήρια σε σχήμα κοχυλιού, κεραμικά, όλα χρωματιστά, διακοσμημένα με μοτίβα από λουλούδια. Κάθε μέλος της συντροφιάς του Στάλιν είχε το δικό του ουρητήριο, που το είχε φτιάξει και το είχε υπογράψει διαφορετικός καλλιτέχνης. Μόνο ο Στάλιν δεν είχε ουρητήριο.»

    «Και πού κατούραγε ο Στάλιν;»

    «Σε μια ξεχωριστή τουαλέτα, απ’ την άλλη πλευρά του κτιρίου· κι αφού κατούραγε μόνος, ποτέ με τους συνεργάτες του, αυτοί οι κύριοι, στις δικές τους τουαλέτες, έμεναν θεσπέσια μόνοι και αποτολμούσαν να πουν επιτέλους φωναχτά όλα αυτά που υποχρεώνονταν να καταπνίξουν μπροστά στον αρχηγό. Και ιδίως τη μέρα που ο Στάλιν τους είπε την ιστορία με τις είκοσι τέσσερις πέρδικες. Σου διαβάζω πάλι Χρουστσόφ: “...καθώς πλέναμε τα χέρια μας, στα λουτρά, φτύναμε από περιφρόνηση. Ελεγε ψέματα! Ελεγε ψέματα! Κανένας μας δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία”.»

    «Και ποιος ήταν αυτός ο Χρουστσόφ;»

    «Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Στάλιν έγινε ο ανώτατος άρχοντας της σοβιετικής αυτοκρατορίας.»

    Ο Κάλιμπαν σώπασε λίγο και είπε: «Το μόνο που μου φαίνεται απίστευτο σ’ όλη αυτή την ιστορία είναι που κανένας δεν κατάλαβε πως ο Στάλιν έκανε πλάκα».

    «Φυσικά», είπε ο Σαρλ, κι άφησε το βιβλίο στο τραπεζάκι: «Γιατί κανένας γύρω του δεν ήξερε πια τι εστί πλάκα. Και έτσι, κατ’ εμέ, μια νέα μεγάλη περίοδος της Ιστορίας προανάγγελλε τον ερχομό της.»
    [...]

    «Με καταγοητεύουν αυτοί οι σύντροφοι του Στάλιν», συνέχισε ο Σαρλ. «Τους φαντάζομαι να κάνουν την επανάστασή τους μέσα στις τουαλέτες! Την περίμεναν πώς και πώς αυτή την ωραία στιγμή, που θα μπορούσαν επιτέλους να πουν φωναχτά τα όσα σκέφτονταν. Υπήρχε όμως κάτι που δεν το υποψιάζονταν: ο Στάλιν τους παρατηρούσε και περίμενε αυτήν τη στιγμή με την ίδια ανυπομονησία! Η στιγμή που όλη η παρέα του θα έφευγε για τις τουαλέτες ήταν μια απόλαυση και για κείνον! Σαν να τον βλέπω! Διασχίζει έναν μεγάλο διάδρομο σιγά σιγά, στις μύτες των ποδιών, κι έπειτα κολλάει τ’ αφτί του στην πόρτα έξω απ’ τις τουαλέτες και ακούει. Οι ήρωες του πολιτμπιρό ουρλιάζουν, χτυπάνε κάτω τα πόδια τους, τον καταριούνται, κι αυτός τους ακούει και γελάει. «Ελεγε ψέματα! Ελεγε ψέματα!» ωρύεται ο Χρουστσόφ, η φωνή του αντηχεί, και ο Στάλιν, με τ’ αφτί κολλημένο στην πόρτα, α, σαν να τον βλέπω, σαν να τον βλέπω, ο Στάλιν απολαμβάνει την ηθική αγανάκτηση του συντρόφου του, ξεσπάει σε τρελά γέλια και δεν προσπαθεί καν να συγκρατήσει την ένταση του γέλιου του, γιατί αυτοί που είναι στις τουαλέτες, έτσι που ωρύονται κι αυτοί σαν τρελοί, δεν μπορούν να τον ακούσουν, μέσα στον σαματά που κάνουν».

    Μιλαν Κούντερα
    Η γιορτή της ασημαντότητας