Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

100 χρόνια Ρίτσος

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος labinnah, στις 8 Μαϊου 2009.

  1. labinnah

    labinnah Regular Member

    Μη με καλέσεις ακόμη.
    Ας παρατείνουμε
    αυτές τις ώρες τις θαμπές
    τις υπερπληρωμένες
    που δυο κόσμοι
    ανταμώνονται
    που δυο βαθιές φωνές
    ζυγιάζονται
    πάνω σε μια χορδή αργυρή
    και μια σταγόνα δρόσου
    σκιρτά και ταλαντεύεται
    στ' άνθος της νύχτας.

    Εδώ θα μείνει
    εκεί θα πέσει.
    Δεν ακούς
    μες στις ίνες μου
    μύρια φτερά μικρών κορυδαλλών
    που μόλις τ’ άγγιξε
    η πρώτη ακτίνα
    της αυγής;

    Πόσο είμαι νέος.
    Πόσο είμαι νέος
    κάτω απ’ τα βλέφαρα σου.
    Οι στοχασμοί και οι στίχοι
    μακραίνουν μες τη νύχτα
    κ' εμείς απ' την κλίνη μας
    μόλις ακούμε τις φωνές τους
    σαν ομιλίες μεθυσμένων
    που αποτείνονται στη σκιά τους
    και στη λυμφατική σελήνη.
    δε μούχες φέρει εμένα
    μήτ' ένα ψίχουλο φωτός για να δειπνήσω.
    Για σένα, , ετοίμασα τα πάντα
    κι αν έμαθα να τραγουδώ τόσο γλυκά
    ήταν γιατί στην ίδια τη φωνή μου
    ζητούσα να 'βρω τα ίχνη των βημάτων σου
    ζητούσα να φιλήσω
    μονάχα και τη σκόνη του ίσκιου σου
     
    Last edited: 9 Μαϊου 2009
  2. Singularity

    Singularity New Member

    Πολύ δυνατός ο Ρίτσος. Αυτό θα μπορούσε να διαβάζεται με συνοδεία κάποιου νυχτερινού του Chopin.
     
  3. labinnah

    labinnah Regular Member

    δε το ξέρω αυτο που μου λές αλλα θα μπορουσε να διαβαστει και έτσι. σβήσε ,σβήσε φως λιγόζωο!σαιξπηρ!
     
  4. erma

    erma Regular Member

    Απάντηση: 100 χρόνια Ρίτσος

    Κείνο το δείλι,
    τριγυρισμένη απ’ τις ατέλειωτες κραυγές των πληγωμένων,
    απ’ τις ψιθυριστές κατάρες των γερόντων και το θαυμασμό τους,
    μέσα
    στη μυρωδιά ενός γενικού θανάτου που, στιγμές - στιγμές,
    λαμπύριζε
    πάνω σε μιαν ασπίδα ή στην αιχμή ενός δόρατος ή στη μετόπη
    ενός αμελημένου ναού ή στον τροχό ενός άρματος, - ανέβηκα μόνη,
    στα ψηλά τείχη και σεργιάνισα,
    μόνη, ολομόναχη, ανάμεσα
    σε Τρώες και Αχαιούς, νιώθοντας τον αγέρα να κολλάει επάνω μου
    τα λεπτά πέπλα μου, να ψαύει τις θηλές μου, να κρατάει το σώμα μου
    ακέριο
    ντυμένο κι ολόγυμνο, μόνο με μια φαρδειά, ασημένια ζώνη
    που ανέβαζε τα στήθη μου ψηλά -
    έτσι ωραία, ανέγγιχτη, δοκιμασμένη,
    την ώρα που μονομαχούσαν οι δυο αντεραστές μου και κρινόταν η
    τύχη
    του πολυχρόνιου πολέμου –
    μήτε που είδα να κόβεται ο ιμάντας
    από την περικεφαλαία του Πάρη, - μάλλον μια λάμψη απ’ το χαλκό της
    είδα,
    μια λάμψη κυκλική, καθώς ο άλλος την περιέστρεφε οργισμένος
    επάνω απ’ το κεφάλι του – ένα ολόφωτο μηδέν.
    Δεν άξιζε διόλου να κοιτάξεις –
    την έκβαση την είχαν απ’ τα πριν ρυθμίσει οι θεϊκές βουλές˙ κι ο
    Πάρις
    δίχως τα σκονισμένα του σαντάλια, θα βρισκόταν σε λίγο στην
    κλίνη,
    λουσμένος απ’ τα χέρια της θεάς, να με προσμένει μειδιώντας,
    κρύβοντας τάχα μ’ ένα ρόδινο τσιρότο μια ψεύτικη ουλή στο
    πλευρό του.

    Δεν κοίταξα άλλο, ούτε άκουγα σχεδόν τις πολεμόχαρες κραυγές
    τους -
    εγώ, ψηλά, στα τείχη, πάνω απ’ τα κεφάλια των θνητών, αέρινη,
    σάρκινη,
    χωρίς ν’ ανήκω σε κανένα, χωρίς νάχω κανενός την ανάγκη,
    σα νάμουν (ανεξάρτητη εγώ) ολόκληρος ο έρωτας, - ελεύθερη
    από το φόβο του θανάτου και του χρόνου, μ’ ένα άσπρο λουλούδι
    στα μαλλιά μου,
    μ’ ένα λουλούδι ανάμεσα στα στήθη μου, κ’ ένα άλλο στα χείλη να
    μου κρύβει
    το χαμόγελο της ελευθερίας.
    Μπορούσαν
    κι από τις δυο πλευρές να με τοξεύσουν.
    Έδινα στόχο
    βαδίζοντας αργά πάνω στα τείχη, σχεδιασμένη ακέρια
    στον χρυσοπόρφυρο ουρανό της εσπέρας.
    Κρατούσα τα μάτια κλεισμένα
    για να ευκολύνω μια εχθρική χειρονομία τους – γνωρίζοντας στο
    βάθος
    ότι κανείς δεν θα τολμούσε. Τα χέρια τους τρέμαν απ’ το θάμβος
    της ομορφιάς και της αθανασίας μου -
    (ίσως τώρα μπορώ να προσθέσω:
    δεν τον φοβόμουν το θάνατο, γιατί τον ένιωθα πολύ μακριά μου).
    Τότε
    πέταξα απ’ τα μαλλιά μου κι απ’ τα στήθη μου τα δυο λουλούδια˙
    - το τρίτο
    το κρατούσα στο στόμα μου - τα πέταξα απ’ τις δυο πλευρές του
    τείχους
    με μια κίνηση ολότελα ανεξίθρησκη.
    Και τότε οι άντρες, μέσα κ’ έξω,
    ριχτήκαν ο ένας του αλλού, αντίπαλοι και φίλοι, για ν’ αρπάξουν
    εκείνα τα λουλούδια, να μου τα προσφέρουν- τα δικά μου
    λουλούδια.
    Δεν είδα
    τίποτ’ άλλο μετά, - μονάχα πλάτες σκυμμένες, σάμπως όλοι
    νάταν γονατιστοί στη γης, όπου στέγνωνε το αίμα απ’ τον ήλιο –
    ίσως κιόλας
    να ποδοπάτησαν εκείνα τα λουλούδια.
    Δεν είδα.
    Είχα κινήσει τα χέρια,
    είχα υψωθεί στα νύχια των ποδιών, κι αναλήφθηκα
    αφήνοντας να πέσει απ’ τα χείλη μου και το τρίτο λουλούδι.

    ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
    Η Ελένη
     
  5. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  6. bodyfull69

    bodyfull69 Regular Member

    Λάτρης του Ρίτσου μεν αλά μη ξεχνάμε κιόλας κάποιες πλευρές του.
    Όπως τα ερωτικά του ποιήματα για την Έλλη.
    Όπως επίσης σε κάποια επέτειο της εισβολής στην Πράγα του ΄68, ο ποιητής Ρίτσος διάβασε θριαμβευτικά προς την ΚΝΕ το ποίημα που εμπνεύστηκε στις 21 Αυγούστου ΄68, όντας ο ίδιος εξόριστος, ο στίχος που επαναλαμβανόταν έλεγε: "τα τανκς μπαίνανε χορεύοντας στην Πράγα"
     
  7. Singularity

    Singularity New Member

    @dora_salonica

    εξαιρετική επιλογή, αν και είχα κατά νου αυτό:

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  8. Το αγαπημένο μου:  

    Σάρκινος λόγος


    Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Μὲ τρομάζει ἡ ὀμορφιά σου. Σὲ πεινάω. Σὲ διψάω.
    Σοῦ δέομαι: Κρύψου, γίνε ἀόρατη γιὰ ὅλους, ὁρατὴ μόνο σ᾿ ἐμένα.
    Καλυμένη ἀπ᾿ τὰ μαλλιά ὡς τὰ νύχια τῶν ποδιῶν μὲ σκοτεινὸ διάφανο πέπλο
    διάστικτο ἀπ᾿ τοὺς ἀσημένιους στεναγμοὺς ἐαρινῶν φεγγαριῶν.
    Οἱ πόροι σου ἐκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ἰμερόεντα.
    Ἀρθρώνονται ἀπόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιὲς ἐκρήξεις ἀπ᾿ τὴ πράξη τοῦ ἔρωτα.
    Τὸ πέπλο σου ὀγκώνεται, λάμπει πάνω ἀπ᾿ τὴ νυχτωμένη πόλη μὲ τὰ ἠμίφωτα μπάρ,
    τὰ ναυτικὰ οἰνομαγειρεῖα.
    Πράσινοι προβολεῖς φωτίζουνε τὸ διανυκτερεῦον φαρμακεῖο.
    Μιὰ γυάλινη σφαῖρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία τῆς ὑδρογείου.
    Ὁ μεθυσμένος τρεκλίζει σὲ μία τρικυμία φυσημένη ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοὴ τοῦ σώματός σου.
    Μὴ φεύγεις. Μὴ φεύγεις. Τόσο ὑλική, τόσο ἄπιαστη.
    Ἕνας πέτρινος ταῦρος πηδάει ἀπ᾿ τὸ ἀέτωμα στὰ ξερὰ χόρτα.
    Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ἀνεβαίνει τὴ ξύλινη σκάλα κρατώντας μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό.
    Ὁ ἀτμὸς τῆς κρύβει τὸ πρόσωπο.
    Ψηλὰ στὸν ἀέρα ἕνα ἀνιχνευτικὸ ἑλικόπτερο βομβίζει σὲ ἀόριστα σημεῖα.
    Φυλάξου. Ἐσένα ζητοῦν. Κρύψου βαθύτερα στὰ χέρια μου.
    Τὸ τρίχωμα τῆς κόκκινης κουβέρτας ποὺ μᾶς σκέπει, διαρκῶς μεγαλώνει.
    Γίνεται μία ἔγκυος ἀρκούδα ἡ κουβέρτα.
    Κάτω ἀπὸ τὴ κόκκινη ἀρκούδα ἐρωτευόμαστε ἀπέραντα,
    πέρα ἀπ᾿ τὸ χρόνο κι ἀπ᾿ τὸ θάνατο πέρα, σὲ μιὰ μοναχικὴ παγκόσμιαν ἕνωση.
    Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Ἡ ὀμορφιά σου μὲ τρομάζει.
    Καὶ σὲ πεινάω. Καὶ σὲ διψάω. Καὶ σοῦ δέομαι: Κρύψου.

    Ἀθήνα 18.11.80