Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Noir

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος DocHeart, στις 4 Φεβρουαρίου 2008.

  1. DocHeart

    DocHeart Δυσνόητα Ευνόητος

    Όρισα τον θεό εκείνη τη στιγμή. Ο θεός είναι αυτός που ξέρει τί θα πέσει στο τραπέζι.

    Το βασίλειό μου για ένα ρήγα.

    Απέναντί μου, δίπλα του, κάθεται αυτή, κουρασμένη, σηκώνεται κάθε δέκα λεπτά και πάει στην τουαλέτα για να βάλει κάτι μαγικό πάνω απ’τους σκούρους κύκλους που επιμένουν να επανασχηματίζονται γύρω απ’τα μάτια της. Αυτή είναι ο κουρασμένος ξανθός άγγελος, το κορίτσι που επιμένει να είναι κορίτσι μέσα στην καπνίλα και το βρώμικο οξυγόνο αυτής της γειτονιάς. Αυτή μπορεί να γυρίζει τον χρόνο πίσω με τα ακριβά ματζούνια που έχει στην τσάντα της, αγορασμένα απο μαγαζιά που μυρίζουν μονίμως σαν φρεσκοπαρφουμαρισμένη γυναικεία μασχάλη, ζεστά, υγρά, κλειστά για τα αντρικά ρουθούνια και χείλη. Απόψε τα μάτια της δεν μ’έχουν κοιτάξει καθόλου, το μπλε τους είναι ανάμνηση στην χειρότερη περίπτωση, μπανιστήρι στην καλύτερη. Αλλά θυμάμαι τη ζέστη της ανάμεσα στα σκέλια της και το τρέμουλο των ποδιών της καθώς τυλίχτηκαν γύρω απ’τη μέση μου χθες το βράδι, πλοκάμια πάθους ατέλειωτα, παγίδες. Θα ήθελα κι εγώ να είχα τον τρόπο να γυρίσω το χρόνο πίσω, όχι για να φρεσκαριστεί η άσχημη μούρη μου, αλλά για να βρεθώ ξανά ανάμεσα στα μπούτια της, με τις παλάμες μου στην πλάτη της, με τις βαθειές και γρήγορες ανάσες της στα χέρια μου, με τα βογγητά της να κάνουν τ’αυτιά μου να βουίζουνε.

    Δέκα καρώ.

    Αυτός μαζεύει τις μάρκες λες μέσα στην αγκαλιά του λες και θα τις νανουρίσει. Την κοιτάζει. Του χαμογελάει. Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν είναι απλά καλύτερος μου. Είναι καλοστημένος, κύριος, ευγενικός και απροσπέλαστος πίσω απ’τον καπνό που βγάζουν τα λεπτά πούρα του. Παίκτης συγκροτημένος, έμπειρος, με πλάνο και ψυχραιμία. Αυτοδημιούργητος, φτασμένος, πετυχημένος σε όλα. Γνωστός σε όλους, συμπαθής στους φίλους του και σεβαστός στους εχθρούς του. Ανώτερος. Τί κακό υπάρχει στο να χάνεις από έναν ανώτερο; Μετά, όμως, σκέφτομαι το προηγούμενο βράδι και τα λόγια που εκείνη μου ψυθίρισε στ’αυτί, τα μυστικά που μοιράστηκε αυτή μαζί μου, ψίθυροι για τις μυστικές του αδυναμίες, για βράδια που τα κάνει άχρωμα, άοσμα και άγευστα, που παλεύει να τα ζωντανέψει με γυαλιστερά μπουκάλια malt whisky, με απρόβλεπτες αγκαλιές, φιλιά, σπρωξίματα και χτυπήματα με τα πόδια στην πλάτη και την κοιλιά της. Αυτή κάθε πρωί έχει καινούργια κοσμήματα – το διαμάντι πάνω απ΄το λακάκι στο λαιμό της, το μεγάλο ρουμπίνι στο δαχτυλίδι στο μεσαίο δάχτυλο του δεξιού της χεριού. Αυτή κάθε πρωί έχει μελανιές στη μέση και με την ύποπτη ζεστασιά της αιμορραγίας στο εσωτερικό των μηρών της.

    Η τράπουλα μοιράζεται πάλι. Κερδίζω μια μικρή μπάνκα με δυο ντάμες κι ένα δεκάρι. Αυτός θυμώνει. Αυτή γελάει. Την κοιτάζει χαμογελαστός και τη ρωτάει αν έχει βαρεθεί με το παιχνίδι που διαρκεί τόσες ώρες, και αν θα προτιμούσε να πάει για ύπνο. Αυτή νιώθει κάτι που δεν το νιώθει κανένας άλλος, ζητάει συγγνώμη και δειλιάζει στην καρέκλα της σα σκυλί που βλέπει τον αφέντη του να τυλίγει την εφημερίδα.

    Μοιράζεται άλλο ένα χέρι.

    Οι σκέψεις με αναστατώνουν. Στο αίμα μου εκείνη η παράξενη αδρεναλίνη του θυμού, πνίγει το αλκόολ που κυλάει στις φλέβες μου και με γεμίζει ρέντα. Άσσος. Κι’άλλος. Κάποιος πάει πάσο, κάποιος άλλος σπρώχνει ένα σωρό απο μικρές μάρκες, τα ρέστα του, στο κέντρο του τραπεζιού. Εκείνος ακολουθεί. Ακολουθώ κι εγώ. Βγαίνει κι’άλλος άσσος, ένα οχτάρι σαν προειδοποίηση στους δειλούς, μια ντάμα κόκκινη, μετά κι’άλλος άσσος. Η μπάνκα φουσκώνει σαν πονοκέφαλος. Κερδίζω. Στα λεφτά μου πάλι, και με αγριότητα με αρπάζει η ρουφήχτρα του τζόγου. Κάθε χαρτί είναι πανέμορφο, κάθε άγγιγμα στην τράπουλα χάδι.

    Κι’άλλα χαρτιά, κι’άλλες μάρκες. Ένα συνήθως αναξιόπιστο φουλ αποδεικνύεται αρκετό για να κερδίσω πάλι και εκείνον να τον εκνευρίσει εμφανώς. Ένα καρέ ρηγάδων. Μια κέντα στον άσσο. Κάθε φορά που μαζεύω τις μάρκες είναι σα να φιλάω τις μελανιές που ασχημαίνουν τον αφαλό της. Δυο ρηγάδες και δυο ντάμες. Καρέ του δέκα. Τρεις βαλέδες με άσσο, και κερδίζω, κερδίζω. Η ώρα είναι τρεις. Στην τουαλέτα μυρίζω τους ώμους του σακακιού μου, βρωμάνε καπνίλα. Στον καθρέπτη τα μάτια μου σαν κουμπότρυπες, τα γένια μου έχουν μεγαλώσει απο το πρωί και δείχνω γέρος, με βαθουλώματα στα μάγουλα, σημάδια στο μέτωπο που μοιάζουν με ρυτίδες που σχηματίστηκαν τις τελευταίες δυο ώρες. Δεν είμαι υπερήφανος για τον εαυτό μου, ούτε φτιαγμένος με τα αρρωστημένα μου κέρδη. Δεν κερδίζω για μένα, κερδίζω για να χάσει αυτός. Κερδίζω για αυτήν. Και αυτή είναι εκεί, στέκεται στην πόρτα. Η ματιά που ρίχνουμε ο ένας στον άλλο βεβιασμένη, άκομψη, η αγκαλιά μας σύντομη, η καρδιά της χτυπάει στο χέρι μου μόνο δυο-τρεις φορές, επιστρέφω στο τραπέζι και τα χαρτιά μ’αγαπούν. Κι’άλλοι άσσοι, μετά ένα ανεπανάληπτο flush royal, μετά ένα καρέ του εννιά, μετά... μετά...

    Τα παρατάει σαν πιτσιρίκι που δεν του βγαίνει το παιχνίδι, παίρνει τη μπάλα του και φεύγει, δεν αντέχει άλλη ταπείνωση μπροστά στη γυναίκα που δήθεν εξουσιάζει. Καπνίζω στο πεζοδρόμιο καθώς αυτή μπαίνει μέσα στο αυτοκίνητό του. Φως ανοιχτό σε ένα μπαλκόνι, κάποιος ηλικιωμένος ακούει τις φωνές του και αναρωτιέται τί συνέβη σ’ετούτη εδώ τη γειτονειά και κατήντησε έτσι, αυτός τη βρίζει, την σπρώχνει στο πίσω κάθισμα σαν κρατούμενη. Ξέρω οτι αυτή δεν την νοιάζει, ξέρω οτι τώρα σκέφτεται μόνο εμένα.

    Ο βίαιος τρόπος που προσπαθεί να τη βάλει στο αυτοκίνητο κάνει την τσάντα της να πέσει από τον ώμο της. Το θολό φως απ’το μουχλιασμένο φεγγάρι πέφτει στην κάνη του περίστροφου που της έδωσα καθώς της φίλαγα το λαιμό λίγα λεπτά νωρίτερα. Δεν ανασαίνω. Δε χρειάζεται. Αν πεθάνω τώρα, οι στιγμές θα ζήσουν για μένα.

    Χθες το βράδι μου είπε όλα τα μυστικά της, τα ανάσανε μέσα στ’αυτί μου ιδρωμένη, μου υποσχέθηκε οτι κάποια μέρα θα φύγει απο αυτόν και θα είμαστε μαζί, κάποια μέρα θα τον αφήσει πίσω, κάποια μέρα θα τον αφήσει μακριά, κάποια μέρα θα τον αφήσει να αναρωτιέται τί έκανε λάθος, κάποια μέρα θα τον αφήσει να αναρωτιέται πώς κατέληξε έτσι όπως κατέληξε, κάποια μέρα θα τον αφήσει να κοιτάζει το ταβάνι έχοντας καταλάβει πόσο αδύναμος είναι, κάποια μέρα θα τον αφήσει να κοιτάζει τον ουρανό έξω απ’το παράθυρο του ρετιρέ του, με το αίμα να του βουρκώνει την όραση, και να αναρωτιέται πώς θα ήταν τα πράγματα αν την είχε αγαπήσει όπως μπορεί να την αγαπήσει ένας ξένος, ένας άγνωστος, ένας ασήμαντος, ένας που δεν είναι τόσο καλοστημένος, ένας που δεν είναι τόσο κύριος, ένας που δεν είναι τόσο ευγενικός και απροσπέλαστος πίσω απ’τον καπνό που βγάζουν τα λεπτά πούρα του, ένας που δεν καπνίζει καν λεπτά πούρα, ένας παίκτης λιγότερο συγκροτημένος, λιγότερο έμπειρος, με ατελές πλάνο και λανθάνουσα ψυχραιμία, αδημιούργητος, αποτυχημένος σε πολλά πράγματα, άγνωστος στους περισσότερους, με ελάχιστους φίλους που δεν τον σκέφτονται πολύ αλλά και με εχθρούς που τον σκέφτονται ακόμα λιγότερο. Θα τον αφήσει εκεί και θα φύγει μαζί μου, θα μπούμε σε ένα παλιό αυτοκίνητο και θα οδηγήσουμε μαζί μέχρι να περάσουμε τα σύνορα, μέχρι να φτάσουμε κάπου που δε μας ξέρει κανείς, και μέχρι τότε – γέλασε – θα της έχουν φύγει τα άσχημα σημάδια, και το αίμα θα έχει σταματήσει να τρέχει ανάμεσα στα τριανταφυλλένια σκέλια της.

    Αυτός έχει ήδη μπει πίσω απ’το τιμόνι και μαρσάρει, της φωνάζει να αφήσει τα μπιχλιμπίδια της στο δρόμο, εκεί που ανήκουν, και να τσακιστεί να μπει στο αυτοκίνητο. Η πόρτα της κλείνει καθώς στρίβουν τη γωνία.

    Καπνίζω στο αυτοκίνητο και οδηγώ γρήγορα, ίσως πιο γρήγορα απ’ότι πρέπει, μου είπε να της δώσω ένα τέταρτο, να περιμένω ένα τέταρτο πριν ξεκινήσω, εγώ δεν περίμενα ούτε πέντε λεπτά, κι όμως οδηγώ γρήγορα, τρέχω στη λεωφόρο με εκατόν δέκα, δε σκέφτομαι, έχω το ένα χέρι στο τιμόνι και με το άλλο καπνίζω, και παρατηρώ οτι ο καπνός φεύγει αργά απ’το παράθυρό μου, κι ας τρέχω σαν τρελός, και έχω αμφιβολίες για το αν η ταχύτητά μου μετριέται με το ρυθμό που οι ρόδες μου καταπίνουν τις προσπεράσεις και τα κόκκινα φανάρια και τα απαγορευτικά ή με το ρυθμό που βγαίνει ο καπνός απ’το παράθυρό μου.

    Μου φαίνεται το πλάνο που κατάστρωσα μαζί της λάθος, με πιάνει πανικός, ξέρω τώρα οτι πρέπει να ήμουν εκεί μαζί της, με πνίγει ένα προαίσθημα μαύρο και βαρύ.

    Και τελικά φτάνω πάνω στην ώρα. Πάλι καλά που βιάστηκα, γιατί με το που φτάνω τη βλέπω να βγαίνει απο το ωραίο του σπίτι. Σταματάει και κόβει ένα κόκκινο άνθος απ’την τριανταφυλλιά του. Κοντοστέκεται. Το μυρίζει. Μετά αρχίζει πάλι να βαδίζει προς το μέρος μου.

    Περπατάει σα θεά. Είναι η πιο όμορφη γυναίκα που έχω δει ποτέ, και επιτέλους είναι δική μου.

    Κάθεται στο κάθισμα του συνοδηγού και μου χαμογελάει. Με αγκαλιάζει και με φιλάει ακριβώς όπως με φίλησε χθες το βράδι. Χαϊδεύω τον ώμο της, και χωρίς καν να αγγίξω το στήθος της, νιώθω τη ζεστή υγρασία που το έχει ποτίσει. Παραμερίζω το σακάκι της και έχω όσο χρόνο θέλω να παρατηρήσω πόσο αυτός την έχει πληγώσει, πόσο την έχει χαλάσει.

    Η καρδιά της χτυπάει στο χέρι μου μόνο δυο-τρεις φορές.

    Μου λέει οτι μ’αγαπάει και αφήνει το τριαντάφυλλο να πέσει στα πόδια της.

    Οδηγώ στη λεωφόρο μαζί της.
     
    Last edited: 5 Φεβρουαρίου 2008
  2. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

  3. Maley

    Maley Contributor

    Απάντηση: Noir

    ..απιστευτα ομορφο..
     
  4. Apollyon

    Apollyon God's Demon Contributor

    *clap clap clap  
     
  5. Archon

    Archon sometimes sickness has fun

    σωστος ο παικτης...
     
     
  6. Incomplete_

    Incomplete_ Contributor

    Απάντηση: Noir

    Υποκλίνομαι..
     
  7. Kah

    Kah Guest

  8. zinnia

    zinnia Contributor

    Υπέροχο πραγματικα . Οι εικόνες σου φτανουν στον αναγνωστη επιτρεποντας του να φτιαξει τις δικες του. Κι ετσι το δικο σου ταξιδι στον κοσμο των λεξεων και των εικονων γινεται και δικο μας. Κατι που μοιραζεται δεν μπορει παρα να είναι υπέροχο  Σ ευχαριστω
     
  9. Mesodo

    Mesodo Regular Member

    έλα σε προκαλεί να το συνεχίσεις. κανένα νουάρ δεν τελειώνει χαρούμενα ;-)

    ευχαριστούμε πολύ.
     
  10. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Απλά όμορφο, έξοχο. Τελικά δε χάνεις καθόλου από την αξία σου.