Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Photographers

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Georgia, στις 28 Ιουνίου 2009.

Tags:
  1. Ann Hamilton

     

     

     

     ​
     
  2. kitano

    kitano █͇͇͇͇͇͇͇͇█͇͇͇͇͇͇͇͇͇█͇͇͇͇͇͇͇͇█͇͇͇͇͇͇͇͇͇

    Απάντηση: Photographers

     

     

     

     

     

     
     
  3. MisstressAmaranth

    MisstressAmaranth Regular Member

    Απάντηση: Photographers

     

     

     

    Της μέγιστης Julia Margaret Cameron. Μακάρι όλα τα πορτραίτα να ήταν τόσο ''ζωντανά''.
     
  4. kati

    kati Regular Member

    Back to the future

    Ανακάλυψα ένα ενδιαφέρον project από τη Η Irina Werning

    Το project περιλαμβάνει ζεύγη φωτογραφιών των εθελοντών που θέλησαν να συμμετάσχουν. Η πρώτη είναι μια αυθεντική φωτογραφία κάποιας παρελθοντικής στιγμής της ζωής του συμμετέχοντα, και η δεύτερη απεικονίζει την ίδια στιγμή (έκφραση, περιβάλλον, ρουχισμό) με το συμμετέχοντα όμως όπως είναι σήμερα.

    Κάποιες από αυτές:

     

     

     ​

    Πηγή: Irina Werning - Back to the future
     
    Last edited: 15 Φεβρουαρίου 2011
  5. Taylor James

     

     ​
     
  6. Thierry Vasseur

     
     
  7. thanasis

    thanasis Contributor

  8. Iagos

    Iagos Contributor

    Απάντηση: Photographers

     
     
    Last edited: 3 Απριλίου 2011
  9. Gilbert Garcin

     
     
     
     
     
  10. vautrin

    vautrin Contributor

     

     


     


     



    Επτά, Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

    Ο φωτογράφος του αντικατοπτρισμού

    ΤΗΣ ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ

    Διένυσε τον 20ό αιώνα αναδεικνύοντας με το φακό του την αξία του ασήμαντου, τη μοναδικότητα της στιγμής, έγινε «μάγος των αντικατοπτρισμών».


    Ο κορυφαίος ούγγρος φωτογράφος Αντρέ Κερτέζ (1894-1985) έζησε δύο παγκόσμιους πολέμους, συμπορεύτηκε με καλλιτέχνες της αβανγκάρντ, πειραματίστηκε με τη μικρή μηχανή. Αυτοδίδακτος, πρωτοποριακός, ανθρωπιστής, παρέμεινε αυθεντικός μέχρι το τέλος. Ακόμα και στα 90 του χρόνια, όταν δεν μπορούσε να βγει από το διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, φωτογράφιζε από το παράθυρό του, με μια Πολαρόιντ, την πλατεία Ουάσιγκτον. «Νιώθω ακόμα πεινασμένος», έλεγε τότε.

    Μια χορταστική έκθεση με τον απλό τίτλο «Αντρέ Κερτέζ-Φωτογραφίες» που καλύπτει μέσα από 300 έργα όλες τις δημιουργικές περιόδους του και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις στη Βουδαπέστη, το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, οργανώνει το μουσείο Μάρτιν Γκρόπιους Μπάου στο Βερολίνο, μέχρι το Σεπτέμβριο.

    «Οταν η μηχανή του Κερτέζ κάνει κλικ, νιώθω τον χτύπο της καρδιάς του. Οταν ανοιγοκλείνει τα βλέφαρά του είναι μια διαυγής έκλαμψη και όλα αυτά σε μια αξιοθαύμαστη επίδειξη περιέργειας», έλεγε ένας άλλος μεγάλος, ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν για το «δάσκαλό» του. «Ποια φωτογραφία του προτιμώ; Μα φυσικά την επόμενη που θα βγει από τη μηχανή του».

    Ο Κερτέζ λειτουργούσε πάντα με το ένστικτο και το συναίσθημα. «Εάν θέλεις να γράψεις θα πρέπει να μάθεις το αλφάβητο. Γράφεις, γράφεις και στο τέλος κάνεις ωραία γράμματα. Αλλά αυτό δεν είναι σημαντικό. Σημασία έχει αυτό που εκφράζεις. Το ίδιο συμβαίνει και με τη φωτογραφία. Υπάρχουν φωτογραφίες τεχνικά άρτιες, ακόμα και ωραίες, αλλά δεν εκφράζουν κάτι», εξηγούσε.

    Το γυμνό γυναικείο σώμα μπροστά στον καθρέφτη, μεταμορφωμένο σε σουρεαλιστικό γλυπτό, σκηνές δρόμου με παιδιά που παίζουν, ζητιάνοι που διατηρούν στο βλέμμα τους την αξιοπρέπεια, ζευγάρια που φιλιούνται, τοπία μελαγχολικά αλλά και απλά αντικείμενα όπως ένα πιρούνι κι ένα πιάτο πάνω στο τραπέζι, δημιουργούν το παράξενο σύμπαν του Κερτέζ, ο οποίος αντλούσε από το παιχνίδι του φωτός με τη σκιά.

    Γεννημένος στη Βουδαπέστη το 1894, γόνος μιας μεσοαστικής εβραϊκής οικογένεας, έκανε το όνειρό του πραγματικότητα όταν αγόρασε την πρώτη του κάμερα στα 18 του. Μια από τις πρώτες του φωτογραφίες, που εκτίθεται, είναι η εικόνα ενός αγοριού που κοιμάται. Λίγο αργότερα, στη θητεία του στο στρατό, έκανε ντοκουμέντα με εικόνες της καθημερινής ζωής των στρατιωτών: Ατέλειωτες πορείες, αναμονή στις σκηνές, στιγμές περίσκεψης.

    Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, στην πλευρά του αυστροουγγρικού στρατού, ο νεαρός Κερτέζ τραυματίστηκε και από εκείνη την περίοδο χρονολογείται η διάσημη φωτογραφία του «Κολυμβητής κάτω από το νερό», με ένα σώμα που παραμορφώνεται από τις ακτίνες του ήλιου. Εκτοτε, οι αντικατοπτρισμοί θα χαρακτηρίσουν το φωτογραφικό του λεξιλόγιο.

    Μετά τον πόλεμο δουλεύει στο χρηματιστήριο και στον ελεύθερο χρόνο του φωτογραφίζει, ωστόσο η Βουδαπέστη δεν χωράει τις καλλιτεχνικές του φιλοδοξίες. Ετσι το 1925 αποφασίζει να πάει στο Παρίσι και γίνεται μέλος της ομάδας των ούγγρων καλλιτεχών Λάζλο Μοχόλι-Νάγκι, Ρόμπερτ Κάπα, Μπρασάι. Εκεί θα γνωρίσει και θα φωτογραφίσει προσωπικότητες όπως ο Μαρκ Σαγκάλ, η Κολέτ, ο Σεργκέι Αϊζενστάιν, ο Τριστάν Τζαρά, ενώ έχει επαφή με την αβανγκάρντ του Μονπαρνάς, τον Π. Μοντριάν (από τα γνωστά του έργα είναι «Στο σπίτι του Μοντριάν») τον Φερνάντ Λεζέ, τον Αλεξάντερ Καλντέρ.

    Το φωτορεπορτάζ τον ελκύει και συνεργάζεται με πολλά περιοδικά: «VU», «Art et Medecine», «Paris Magazine». Τριγυρίζει αδιάκοπα στο Παρίσι, απαθανατίζει στιγμιότυπα στους δρόμους, στα πάρκα, στις όχθες του Σηκουάνα, στρέφει το φακό του στις οροφές των κτιρίων. Η φωτογραφία του γίνεται ένα οπτικό ημερολόγιο, ένα εργαλείο για να περιγράψει τη ζωή: «Εκφράζω το συναίσθημά μου, μια δεδομένη στιγμή. Οχι αυτό που βλέπω αλλά αυτό που νιώθω», έλεγε. «Κάνω ό,τι αισθάνομαι, αυτό είναι όλο, είμαι ένας απλός φωτογράφος που εργάζεται για την προσωπική του απόλαυση».

    Η καλλιτεχνική αξία της δουλειάς του αρχίζει να αναγνωρίζεται και να μπαίνει στις αίθουσες τέχνης. Στην γκαλερί Galerie Au Sacre du Printemps κάνει την πρώτη του μεγάλη έκθεση το 1927 και το 1929 παίρνει μέρος στη διεθνή έκθεση «Film und Foto» στη Στουτγάρδη και στο Βερολίνο.

    Το 1936 κλείνει ένα επικερδές συμβόλαιο με την Keystone Agency και μετακομίζει στη Νέα Υόρκη, αλλά σύντομα το ακυρώνει και δουλεύει ως ελεύθερος επαγγελματίας. Παρότι νιώθει ότι η ευρωπαϊκή του ευαισθησία δεν συμβαδίζει με τον αμερικανικό τρόπο ζωής, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τον εμποδίζει να γυρίσει το Παρίσι. Το 1964 το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης αφιέρωσε μια μεγάλη έκθεση στον Κερτέζ. «Η τεχνική δεν είναι σημαντική. Η τεχνική βρίσκεται στο αίμα μας. Τα γεγονότα και η διάθεση είναι πιο σημαντικά από τον καλό φωτισμό», έλεγε ο διάσημος φωτογράφος, ο οποίος πριν πεθάνει χάρισε το αρχείο του στη γαλλική κυβέρνηση.
     
  11. vautrin

    vautrin Contributor

     



    Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

    ΕΦΥΓΕ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ 91 ΧΡΟΝΩΝ Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΑΛΑΦΑΣ

    Αντάρτης μέχρι το τέλος

    Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ

    «Στη ζωή πρυτανεύει κυρίως ο πόνος. Ο άξονας της ζωής κινείται μεταξύ πόνου και ανίας. Ή θα πονάς ή θα ανιάς. Το να χασκογελάς δεν έχει νόημα. Το να δημιουργείς έχει νόημα». «Αγαπημένη είναι η φωτογραφία που δεν έκανα».
    «Δεν πούλησα ποτέ φωτογραφίες. Το ψωμί μου το βγάζω με τη σύνταξη της ΔΕΗ. Αν τις πουλήσω είναι σαν να εκπορνεύω τα συναισθήματά μου». «Ο φωτογράφος που τυπώνει τη δουλειά του στο σκοτεινό θάλαμο είναι σαν το συνθέτη που εκτελεί ο ίδιος τη μουσική του».

    Ασπρόμαυρο φιλμ

    Ο Κώστας Μπαλάφας, ο τελευταίος των μεγάλων φωτογράφων, που εμφύσησαν το μεγαλείο στο ασπρόμαυρο φιλμ δημιουργώντας μνημειακές φωτογραφίες, δεν θα πιάσει ξανά τη φωτογραφική μηχανή. Πήρε ζωή από τη ζωντανή βιογραφία του και άφησε ένα κομματάκι για το θάνατο. Πέθανε σε ηλικία 91 χρόνων κι όλοι θα τον θυμούνται ως νέο, όμορφο, χαμογελαστό, μελαχρινό αντάρτη, με τη χλαίνη και το όπλο κρεμασμένο στον αριστερό ώμο να «κοιτάει» προς τα κάτω. Στη φωτογραφία αυτή, τα μαλλιά είναι λευκά από τις νιφάδες του χιονιού. Μια φωτογραφία μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Η κηδεία του θα γίνει σήμερα το απόγευμα στις 5.30 από το Νεκροταφείο Χαλανδρίου.


     


    Ο Κώστας Μπαλάφας, όταν μιλούσε, όπως κι όταν φωτογράφιζε, πρώτα σκεπτόταν. Και σκεπτόταν πολύ μέχρι να νιώσει τη μουσική των λέξεων και τη μουσική του φωτός. Ο φακός του απαθανάτιζε, με όρους αιωνιότητας, τη στιγμή που οριοθετείται με τον ελάχιστο χρόνο ενός κλικ της φωτογραφικής μηχανής. Κοίταξε κατά μέτωπο την ελληνική φύση και τον Ελληνα εργαζόμενο, αυτόν που βγαίνει κατευθείαν από το καυτό και μαύρο ανθρακωρυχείο της καθημερινής επιβίωσης. Κι όταν ήρθε η μεγάλη ώρα της Αντίστασης εναντίον των Ιταλών και των Γερμανών κατακτητών, επέλεξε το μικρότερο βαθμό. Γιατί πρωτίστως ήταν ο μαχητής-τυφεκιοφόρος του 85ου Συντάγματος της 6ης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ και δευτερευόντως ο καλλιτέχνης-φωτογράφος.

    Ο βιογράφος του θα σταθεί μόνο στο ταλέντο του. Γιατί όλη η ζωή του δεν διέφερε σε τίποτα από τα μοντέλα του: ανώνυμοι εργατικοί του μόχθου, γυναίκες του θρήνου, παιδιά που παίζουν στις λάσπες με μια ηλιαχτίδα, αντάρτες με πολλή θέληση στο βλέμμα και περισσότερη αγάπη για ζωή. Ενα φτωχόπαιδο υπήρξε, γιος αγροτών από το ορεινό χωριό Κυψέλη της Αρτας. Το σύνθημα που ακούστηκε στ' αυτιά του όταν κατάλαβε τον κόσμο ήταν «Φύγε να σωθείς».

    Και έφυγε. Μόλις έντεκα χρόνων, κατέβηκε στην Αθήνα, όπου δούλεψε στην ταβέρνα ενός συγχωριανού του, στην πλατεία Κουμουνδούρου. Μετά εργάστηκε στο γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο «Δελφοί», που βρισκόταν κοντά στον Αγιο Λουκά της οδού Πατησίων. Ο εσωτερικός μετανάστης, το πρωί δούλευε και το βράδυ πήγαινε στο νυχτερινό σχολείο. Το 1936, σε ηλικία δεκαέξι ετών, επέστρεψε στην Ηπειρο, όπου σπούδασε δύο χρόνια στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων. Μετά την αποφοίτησή του, συνέχισε σπουδές γαλακτολογίας ενός χρόνου στην Ιταλία, όπου έμαθε ιταλικά. Ο πόλεμος και η Κατοχή θα τον βρουν υπάλληλο της Γαλακτοκομικής Σχολής.

    Η πρώτη επαφή του με τη φωτογραφική μηχανή θα συμβεί σαν να ήταν γραμμένη στο κάρμα του. Συγγενείς από την Αμερική τού πρώτου εν Αθήναις αφεντικού του είχαν έρθει στην Αθήνα, με μια Μπράουν της Κόντακ. Στα Ιωάννινα, όμως, άρχισε να αποκτά συνείδηση του πάθους του: αγόρασε μια Τζούνιορ Κόντακ πουλώντας το ρολόι του, ενώ κατά τη διαμονή του στην Ιταλία την αντικατέστησε με μια Ρομπότ. Μ' αυτό τον τύπο μηχανής και με πολλά μέτρα αεροπορικού φιλμ, που ανακαλύφθηκαν στα συντρίμμια ενός ιταλικού αεροπλάνου -με αντίτιμο μερικές οκάδες καλαμποκάλευρο- απέκτησε το Ferrania Capelli, όπου αποτύπωσε τα φοβερά και τρομερά εγκλήματα των Ιταλογερμανών κατακτητών. Σε πολλές περιπτώσεις, με κίνδυνο της ζωής του. Σε μία από αυτές, κρατώντας μια σακούλα με κρεμμύδια, όπου είχε κρύψει τη φωτογραφική του μηχανή, τράβηξε τα κρεμασμένα πτώματα των πατριωτών Τόδουλου και Φαρίδη.

    «Πρώτα στο μυαλό μου»

    Από το 1945 ώς το 1951 εργάστηκε ως διερμηνέας σε μια βρετανική ομάδα μηχανικών, για να προσληφθεί αμέσως μετά στην αμερικανική εταιρεία Ebasco, η οποία ενσωματώθηκε στην τότε νεοϊδρυθείσα ΔΕΗ, ως προϊστάμενος του Τμήματος Ανατυπώσεων. Εκεί εργάστηκε ώς τη συνταξιοδότησή του. Η σύντροφος της ζωής του, η καθηγήτρια Ευαγγελία Μαργαρίτου, του χάρισε δύο παιδιά, τη Στέλλα και τον Γιώργο. «Δεν φωτογραφίζω γρήγορα. Πρώτα τις φτιάχνω στο μυαλό μου και μετά φωτογραφίζω. Δεν έχω γρήγορες αντιδράσεις».