Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

To be or not to be

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος dora_salonica, στις 3 Δεκεμβρίου 2009.

  1. vautrin

    vautrin Contributor

    Πώς γίνεται ένας συγγραφέας σοβαρός μυθιστοριογράφος; Ιδού η απάντηση του Ουίλιαμ Φόκνερ, όπως αποτυπώθηκε το 1956 στο θρυλικό «Paris Review»:


    «Χρειάζεται ενενήντα εννέα της εκατό ταλέντο... ενενηνταεννέα τοις εκατό πειθαρχία... ενενηνταεννέα τοις εκατό δουλειά. Ποτέ δεν πρέπει να είναι ικανοποιημένος με αυτό που κάνει. Ποτέ δεν είναι όσο καλός μπορεί να γίνει(...). Ο καλλιτέχνης είναι ένα πλάσμα που το καθοδηγούν οι δαίμονες. Δεν ξέρει γιατί τον διαλέγουν, και συνήθως έχει τόσα πολλά να κάνει, που δεν του μένει χρόνος να σκεφτεί το γιατί. Είναι πέρα για πέρα αμοραλιστής, με την έννοια ότι θα ληστέψει, θα δανειστεί, θα εκλιπαρήσει ή θα κλέψει από τον οποιονδήποτε και από τον καθένα για να κάνει τη δουλειά του (...) Αν κάποιος συγγραφέας αναγκαστεί να ληστέψει την ίδια τη μητέρα του, δεν θα διστάσει λεπτό».
     
  2. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: To be or not to be

    "Κόλαση δεν είναι τα καζάνια, οι φωτιές και η αιώνια αγωνία. Κόλαση είναι η στιγμή του θανάτου σου, όταν συνειδητοποιείς πόσο μάταια σπατάλησες τη ζωή σου. Κόλαση είναι η αυταπάτη... Όταν αυταπατάσαι ότι έχεις βρει την αλήθεια, βρίσκεσαι στην κόλαση. Γιατί η πραγματικότητα –η δική σου πραγματικότητα– έρχεται... Να την, εδώ είναι!!! Τι κάνει; Σου ρίχνει μια ξεγυρισμένη γονατιά στ’ αρχίδια, κι εσύ διπλωμένος από τον πόνο, αντί να ψάξεις να βρεις έναν τρόπο να ανταπεξέλθεις αποτελεσματικά στο ερέθισμα, βαστιέσαι από την «αλήθεια» σου και προσπαθείς να την επιβάλλεις στην ίδια την πραγματικότητά σου. Μόνο που δεν λειτοργεί έτσι. Η πραγματικότητα σου επιβάλλεται, δεν της επιβάλλεσαι. Κι εσύ το μονο που κάνεις είναι να κρατάς τα μάτια σου ερμητικά κλειστά, περιμένοντας να κατέβει το αίμα να σου μουδιάσει λίγο τα παπάρια. Κι όσο τα μάτια σου είναι κλειστά, όσο περιμένεις να ηρεμήσεις από τον πόνο, γλυκαίνεσαι από την εικόνα της δικής σου κατασκευασμένης και βολικότατης «αλήθειας». Γλυκαίνεσαι τόσο πολύ ώστε όταν ανοίγεις ξανά τα βλέφαρά σου, δεν βλέπεις την πραγματικότητα, βλέπεις την μικρή και μίζερη «αλήθεια» σου. Δεν επιβάλλεις ποτέ το κατασκεύασμά σου στην πραγματικότητα, το επιβάλλεις συνειδητά είτε όχι στον εαυτό σου...! Και προσπαθείς να το επιβάλλεις και σε όσους δεν συμφωνούν με αυτό. Όλα αυτά βέβαια είναι τελείως φυσιολογικά... Γιατί να με ενοχλούν τόσο; Γιατί παλικάρι μου, προσπαθείς να επιβληθείς και σ’ εμένα και στους ανθρώπους που αγαπάω..."

    (απόσπασμα από τις σκέψεις ενός γνωστού μου)
     
  3. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    "Όσο και να προσπάθησα να γράψω, εγώ, όπως και νά 'χει, δεν νομίζω ότι είμαι ο τύπος του συγγραφέα..."

    "Τώρα, πάλι, γιατί αυτή η ταπεινοφροσύνη, που δεν είναι στο χαρακτήρα σου; Εγώ δεν νομίζω ότι χρειάζεται να βλέπουμε τους συγγραφείς μ' αυτό τον τρόπο, σαν κάτι τόσο ιδιαίτερο. Άπαξ και γράφεις, νομίζω, είσαι συγγραφέας..."

    "Ξέρω κι εγώ...Ας πούμε και για τους δασκάλους υπάρχει η ιδέα ότι τους αρέσει να γράφουν έτσι, γενικά..."

    "Αυτό είναι επειδή οι δάσκαλοι, από άποψη επαγγέλματος, είναι συγκριτικά πάντα πολύ κοντά στους συγγραφείς..."

    "Εννοείς τη λεγόμενη δημιουργική παιδεία; Αυτοί, ενώ διδάσκουν τους άλλους πώς να είναι δημιουργικοί, δεν έχουν φτιάξει μόνοι τους ούτε καν ένα κουτί για κιμωλίες!"

    "Κουτί για κιμωλίες ε; Ωραίο παράδειγμα! Όμως, και μόνο να κάνεις τους ανθρώπους να γνωρίσουν τον εαυτό τους, δεν είναι μια λαμπρή δημιουργία;"

    "Μάλιστα...Χάρη σ' αυτή την παιδεία, προκειμένου να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε έναν καινούργιο πόνο, πρέπει στο σχολείο να υποστούμε υποχρεωτικά την εμπειρία της ανάλογης, καινούργιας αίσθησης..."

    "Προσφέρει όμως και ελπίδα!"

    "Ναι, αλλά χωρίς να παίρνει την ευθύνη για το αν, από κει και μετά, αυτή η ελπίδα είναι αληθινή ή όχι..."

    "Για το από κει και πέρα πρέπει καθένας να προχωρήσει βασιζόμενος στις δυνάμεις του!"

    "Τέλος πάντων, ας σταματήσουμε την αυταπάτη. Αφού, όπως και νά 'χει, τέτοιο βίτσιο δεν επιτρέπεται στους δασκάλους..."

    "Βίτσιο;"

    "Εννοώ, το να είσαι συγγραφέας. Το να θέλεις να γίνεις συγγραφέας είναι σαν να θέλεις να γίνεις μαριονετίστας, συνεπώς, σαν να θέλεις να ξεχωρίσεις τον εαυτό σου από τις μαριονέτες, άρα δεν είναι τίποτε περισσότερο από εγωισμός. Ουσιαστικά το πράγμα δεν φαίνεται να έχει καμία διαφορά από το γυναικείο βάψιμο..."

    "Νομίζω ότι είσαι αυστηρός. Όμως, αν εσύ, δάσκαλε, χρησιμοποιείς τη λέξη 'συγγραφέας' μ' αυτή την έννοια, τότε σίγουρα, πρέπει ίσως να διακρίνεις, ως έναν βαθμό, μεταξύ συγγραφέων και γραψίματος..."

    "Βλέπεις, λοιπόν; Γι αυτό ακριβώς, επειδή τα δύο δεν είναι απαραίτητα το ίδιο, κι εγώ είχα τη δυνατότητα να θέλω να γίνω συγγραφέας. Και γι αυτό ακριβώς, αν δεν μπορώ να γίνω συγγραφέας, δεν βλέπω να υπάρχει καμιά ιδιαίτερη ανάγκη να γράψω!..."


    ...Όμως, τί έκφραση έχει ένα παιδί που δεν κατάφερε να του αγοράσουν το παιχνίδι που ήθελε;

    Kobo Abe, Η γυναίκα της άμμου
     
  4. vautrin

    vautrin Contributor

    To travel or not?

    «Για να γίνει κτήμα σου μια πόλη η οποία δεν είναι η γενέτειρά σου, πρέπει πρώτ' απ' όλα να ερωτευτείς εκεί».

    Τζον Μπάνβιλ: Ο αδιάφθορος

    «Να ταξιδέψω; Για να ταξιδέψω φτάνει να υπάρχω: πηγαίνω από μέρα σε μέρα, σαν από σταθμό σε σταθμό στον σιδηρόδρομο του κορμιού μου, ή του πεπρωμένου μου, σκυμμένος πάνω από τα πρόσωπα και τις χειρονομίες, πάντα ίδια και πάντα διαφορετικά, όπως, τελικά, είναι και τα τοπία. Εάν φαντάζομαι, βλέπω. Τι παραπάνω κάνω ταξιδεύοντας; Μόνο μια αδυναμία ακραία της φαντασίας δικαιολογεί τη μετακίνηση σαν μέσο πλήρωσης των αισθήσεων. [...]

    Στην πραγματικότητα, η άκρη του κόσμου, όπως και η αρχή του, είναι η προσωπική μας σύλληψη του κόσμου. Μέσα μας είναι που τα τοπία έχουν τοπίο. Γι' αυτό, όταν τα φαντάζομαι, τα δημιουργώ• αν τα δημιουργώ, υπάρχουν• κι εφόσον υπάρχουν, τα βλέπω όπως βλέπω και τα άλλα. Γιατί να ταξιδέψω; Στη Μαδρίτη, στο Βερολίνο, στην Περσία, στην Κίνα, στον καθένα από τους δύο πόλους - πού αλλού θα βρισκόμουν παρά μέσα σε μένα τον ίδιο, με τη δική μου ιδιαιτερότητα και τον δικό μου τρόπο να αισθάνομαι. Η ζωή είναι αυτό που εμείς την κάνουμε να είναι. Τα ταξίδια είναι οι ίδιοι οι ταξιδιώτες. Αυτό που βλέπουμε, δεν είναι αυτό που βλέπουμε, είναι αυτό που είμαστε».

    Φερνάντο Πεσσόα: Το βιβλίο της ανησυχίας


    «Ο,τι μου έκανε πάντα εντύπωση, ό,τι άλλοτε με διασκέδαζε κι άλλοτε με σκανδάλιζε, ήταν το πόσο λίγοι ζούσαν τη μέθη και τη γοητεία, το θάμπος και την έκσταση του ταξιδιού, το πόσο λίγοι το ένιωθαν σαν είσοδο της μαγείας στη ζωή τους».

    Κώστας Ουράνης

    «Ο μεσαιωνικός πύργος που φωτογραφίζουμε είναι αυτός που θα πυρπολούσαμε πριν από λίγους αιώνες. Η γέφυρα του 1360, την οποία διασχίσαμε κρατώντας το χέρι της μικρής μας κόρης, είναι το κτίσμα που θα ξεθεμελιώναμε ανάλγητα. Οι ναοί είναι τα ιερά που θα είχαμε βάναυσα συλήσει και οι τυχαίες περαστικές που παρεισέφρησαν στο κάδρο, τα θύματα των βάρβαρων επιθυμιών μας. Μεταλλαγμένα από τα σύγχρονα ήθη, τα φωτογραφημένα αντικείμενα δεν είναι παρά τα λάφυρα που θα αποκομίζαμε από την αρπαγή και την άπληστη πειρατεία. Ο περιηγητής (εξευγενισμένος βάνδαλος) επιστρέφει φορτωμένος επουσιώδη ενθύμια, που αναπληρώνουν την ασύγκριτη ευτυχία της αρπαγής».

    Κώστα Μαυρουδή: Στενογραφία

    Αφιέρωμα: Ταξιδιωτική Λογοτεχνία Ελευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, Σάββατο 10 Ιουλίου 2010
     
    Last edited: 14 Ιουλίου 2010
  5. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες στάθηκε εκεί στην ίδια θέση, η Άμαθη, καταμεσής στην έρημο, δίχως να μιλήσει. Η ωραία εικόνα της θάμπωσε και μονάχα στο βάθος των ματιών της υπήρχε εκείνη η λάμψη που δίνουν τα δάκρυα. Όταν τελείωσε αυτή η μεταμόρφωση ήρθαν η νύστα και η κούραση και ο ύπνος και την έριξαν καταγής. Και με τον ύπνο ήρθαν και τα όνειρα.

    Και είδε στ' όνειρό της το Φάντασμα της Λησμονιάς να στέκεται μπροστά της και να της λέει: "Δώς' μου εμένα τα δάκρυα που σου χάρισε ο Φοβερός κι εγώ θα σβήσω από το νου σου την έρημο που είδες και την κάψα που δοκίμασες και θα κάνω ξανά τα μαλλιά σου ξανθά και ροζ τα ρούχα σου κι όταν ξυπνήσεις θα βρεθείς στον τόπο το δικό σου και στο κρεβάτι σου και θα ΄σαι πάλι αθώα και άμαθη και θα' ναι σαν να μην έφυγες ποτέ από κει."

    Κι απάντησε η Άμαθη στο Φάντασμα της Λησμονιάς: "Καλός είναι ο τόπος μου και το πουπουλένιο μου κρεβάτι κι ωραία θα ήταν να έχω πάλι τα ξανθά μου μαλλιά και το ροζ μου φόρεμα, όμως τα δάκρυα που μου χάρισε ο Φοβερός δεν μπορώ να σου τα δώσω, γιατί είναι το μοναδικό του δώρο και του αγαπημένου μου το χάρισμα δεν το απαρνιέμαι."


    Άννα Ανδριανού, Τα μαγικά δάκρυα του Έρωτα
     
  6. angel42

    angel42 Regular Member

    Απάντηση: To be or not to be

    Κατ' αρχίν θα ήθελα να πω συγχαρητήρια γι' αυτό το νήμα. Και μια που ο τίτλος είναι δανεισμένος από τον μεγάλο "βάρδο", θα ήθελα ως φόρο τιμής να παραθέσω ένα απόσπασμα από τη "Στρίγγλα που έγινε Αρνάκι" λαϊκά, ή "το Ημέρωμα της Στρίγγλας" πιο σωστά... Ένα θεατρικό έργο που κατεξοχήν πραγματεύεται την "εκπαίδευση" της "σκλάβας" Κατερίνας από τον Κύριο Πετρούκιο... που στόχο άλλον δεν έχει ως προς την διαδικασία παρά να επιτευχθεί: "ειρήνη, αγάπη και ήσυχη ζωή, κυβέρνια σεβαστή και δίκαιη εξουσία, κι εν συντομία, κάθε τι που είναι γλυκό κι ωραίο"...

    Το "στριμμένο άντερο" Κατερίνα, που έδιωχνε τους πάντες από κοντά του, περνώντας τις δοκιμασίες του Κυρίου της καταλήγει να είναι μία ευτυχισμένη γυναίκα...
    Προς το τέλος του έργου, ο Πετρούκιος την καλεί εμπρός στα άλλα φιλικά ζευγάρια:

    ΠΕΤΡΟΥΚΙΟΣ: Σου αναθέτω, Κατερίνα, πες σε τούτες τις κακοκέφαλες γυναίκες ποιο είναι το χρέος τους στους άντρες και κυρίους τους"....

    ... ΚΑΤΕΡΙΝΑ: ... "Ξεζάρωσε το μέτωπό σου,
    που φοβερίζει όλο κακία, και μη με βέλη
    περιφρονητικά απ' αυτά τα μάτια θέλεις
    να πληγώσεις τον κύριο, τον βασιλιά,
    τον κυβερνήτη σου: αυτό καίει την ομορφιά σου,
    καθώς η παγωνιά τη χλόη, χαλάει τη φήμη σου
    καθώς οι ανεμοστρόβιλοι ρίχνουν τα ωραία μπουμπούκια,
    και χάνει όλη τη χάρη και τη γοητέια της.

    Γυναίκα θυμωμένη είναι σαν βρύση ταραγμένη,
    θολή, σιχαμερή, χωρίς καμμία ομορφιά
    κι όσο είν' έτσι, κανένας, όσο στεγνωμένος
    και διψασμένος, δε θα σκύψει να ρουφήξει
    ούτε ν' αγγίξει καν σταλιά απ' αυτήν.

    Ο άντρας σου είν' ο κύριος σου, η ζωή σου, ο προστάτης σου,
    το κεφάλι σου, ο ανώτατός σου. Αυτός
    που φροντίζει για σένα, και για τη συντήρησή σου
    βάζει το σώμα του σε κόπους και σε μόχτους
    στεριά και θάλασσα, αγρυπνάει νυχτιές με μπόρες,
    ημέρες παγερές, ενώ συ κάθεσαι στο σπίτι,
    στη ζέστα σου, ασφαλισμένη και ξένοιαστη.

    Και δε ζητάει άλλο φόρο απ' τα χέρια σου, μόνον αγάπη,
    όψη ωραία και πιστήν υπακοή,
    για χρέος τόσο μεγάλο, μικρή πληρωμή.
    Ότι χρέος ο υπήκοος χρωστάει στον ηγεμόνα,
    τέτοιον στον άντρα της χρωστάει η γυναίκα. Κι όταν
    είναι στριμμένη, κακοκέφαλη, στυφή, κατσούφα,
    και όχι υπάκουη στο τίμιο θέλημα του,
    δεν είναι ένας αισχρός αντίμαχος αντάρτης,
    κι αχάριστος προδότης στον κύριο της που
    την αγαπάει;

    Ντρέπομαι που είναι οι γυναίκες τόσο κούφιες,
    να θέλουν πόλεμο εκεί που οφείλουν
    να γονατίζουνε για ειρήνη, ή να ζητάν
    κυβέρνια, εξουσία, κυριαρχία, ενώ
    το χρέος τους είναι υπηρεσία, αγάπη, υποταγή.

    Γιατί 'ναι τα κορμιά μας απαλά κι αδύνατα,
    και τρυφερά, ακατάλληλα για πάλεμα κι αγώνα
    στη ζωή, παρά για να ταιριάζουν οι αβρές μας χάρες
    και οι καρδιές μας με τις εξωτερικές μας όψεις;

    Ελάτε, ελάτε, δύστροπα κι ανίκανα σκουλήκια!
    Κι η γνώμη μου σαν τις δικές σας ήταν φουσκωμένη,
    αγέρωχη η καρδιά κι ο νους μου περισσότερο,
    ν' αντιμιλάω, και να θυμώνω ένα σου κι ένα μου.
    Μα τώρα βλέπω οι λόγχες μας είναι αχυρένιες,
    η ισχύ μας τόσο αδύνατη, η αδυναμία μας
    δε λέγεται, κι όσο πιο δυνατές φαινόμαστε,
    τόσο λιγότερο είμαστε.
    Ε, κάτω τ' άρματα, κι αφήστε αυτά τα λούσα,
    βάλτε τα χέρια σας κάτω απ' των αντρών σας την πατούσα:
    γι' απόδειξη τι του χρωστάω, κι αν τον ευχαριστεί,
    έχω το χέρι μου έτοιμο, φτάνει να του βολεί...

    ( Μετάφραση Βασίλη Ρώτα, εκδόσεις "Επικαιρότητα", 1989).
     
  7. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: To be or not to be

     ​
     
  8. vautrin

    vautrin Contributor

    Α, ρε Κούντερα...

    Μια «αδιάφορη» είδηση

    ΚΕΙΜΕΝΑ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΤΕΤΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

    ******Πράγα. Μια είδηση από αυτή την πάντα συγκλονιστική πόλη. Μια είδηση φαινομενικά χωρίς ενδιαφέρον. Κι όμως πίσω της κρύβεται Ιστορία βαριά. Σκότος και έρεβος. Ιστορία ζόφου που σφράγισε (μαζί με τον ναζισμό) τον ευρωπαϊκό 20ό αιώνα. Με τη σειρά όμως· πρώτα η «αδιάφορη» είδηση.

    ******Ενα άγαλμα για τον Μάικλ Τζάκσον, στην Πράγα. Η Δημοτική Αρχή της τσεχικής πρωτεύουσας θέλει να τιμήσει τον «βασιλιά της ποπ», που πέθανε πέρσι τον Ιούνιο σε ηλικία 50 ετών. Με ένα άγαλμα από μπρούντζο, του οποίου τα αποκαλυπτήρια θα γίνουν στις 29 Αυγούστου, ημέρα των γενεθλίων του. Σημειώνω ότι ο Μάικλ Τζάκσον, ιδιαίτερα δημοφιλής στην Τσεχία, είχε δώσει συναυλία στην Πράγα πριν από δεκαπέντε χρόνια.

    ******Και πού θα τοποθετηθεί το άγαλμα; Στη Λέτνα (ο χαμηλός λόφος-πάρκο που βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της Πράγας), στις όχθες του Μολδάβα. Στη Λέτνα; Για φαντάσου...

    ******Το παράδοξο παίζει πολλά παιχνίδια, ιδίως στην Πράγα· τη μαγική πρωτεύουσα της Κεντρικής Ευρώπης. Αλλη μια φορά τώρα. Στη Λέτνα, στην πιο περίοπτη θέση, πολύ κοντά στο σημείο όπου θα τοποθετηθεί το άγαλμα του Μάικλ Τζάκσον, υπάρχει ένα γιγαντιαίων διαστάσεων βάθρο από γρανίτη που θυμίζει μαυσωλείο. Πάνω σε αυτό το βάθρο, τη δεκαετία του '50, υψωνόταν ένα τρομακτικού μεγέθους άγαλμα που «έβλεπε» όλη την πόλη: ένας θηριώδης (πώς αλλιώς) Στάλιν.

    Το άγαλμα του Στάλιν τοποθετήθηκε στη Λέτνα τον Μάιο του 1955. Τερατώδες. Λίγες ημέρες πριν, ο γλύπτης που το έφτιαξε, Οτακαρ Σβεκ το όνομά του, αυτοκτόνησε. Να έφριξε και ο ίδιος με το αποτέλεσμα; Αγνωστο. Ηταν πάντως η μεγαλύτερη σε μέγεθος αναπαράσταση του «Πατερούλη» (15,5 μέτρα ύψος) που έγινε ποτέ. Δεν το αποδέχτηκε ούτε η νομενκλατούρα. Σύμβολο ντροπής και δουλοπρέπειας. Τελικά, το 1962, με απόφαση του Κομμουνιστικού Κόμματος, το ανατίναξαν. Χρειάστηκαν οκτακόσια κιλά εκρηκτικών. Εμεινε όμως το βάθρο.

    Τα αγάλματα της Λέτνα. Από τον Στάλιν στον Μάικλ Τζάκσον. Από τον ζόφο στην ελαφρότητα, την ευτυχώς ανώδυνη και όχι αβάσταχτη.
     
  9. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Κάθε γνωστικός παρατηρητής της γυναικείας ψυχής θα αμφισβητούσε ότι το ερωτικό πάθος της γυναίκας για την αντρική ομορφιά είναι σύνηθες φαινόμενο. Θα μπορούσαμε ακόμη και να προβλέψουμε τους γυναικείους τύπους που αποτελούν εξαίρεση σ' αυτό τον κανόνα. Πρώτον, οι γυναίκες με αντρική κάπως ψυχή. Δεύτερον, όσες έχουν ξεκινήσει πολύ νωρίς μια χωρίς όρια σεξουαλική ζωή (οι πόρνες). Τρίτον, οι φυσιολογικές γυναίκες που είχαν μια ολοκληρωμένη σεξουαλική ζωή και φτάνουν στην ωριμότητα. Τέταρτον, όσες - λόγω της ψυχοφυσιολογικής τους κράσης - γεννιούνται με "ταμπεραμέντο¨.

    Αυτοί οι τέσσερις γυναικείοι τύποι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την έντονη αδυναμία τους για την αντρική ομορφιά...Η γυναίκα διαχωρίζει πολύ πιο σπάνια από τον άντρα τη σεξουαλική ηδονή και το συναισθηματισμό ή το πάθος. Στη γυναίκα, η σεξουαλική ηδονή δεν διεγείρεται απόντος του πάθους τόσο εύκολα...Μόνο πολύ ειδικοί λόγοι οδηγούν τον γυναικείο αισθησιασμό να λειτουργήσει ανεξάρτητα και σύμφωνα με τους δικούς του νόμους. Ωστόσο, αυτοί οι τέσσερις γυναικείοι τύποι φέρουν το σπόρο που γεννά το διαχωρισμό του αισθησιασμού τους. Στην πρώτη περίπτωση: είναι ο βαθμός της αρρενωπότητας που υπάρχει μέσα τους. Κατά συνέπεια, η πιο αδύναμη συνοχή οδηγεί στη φυσιολογική διάσπαση των ποικίλων δυνάμεων. (Η αρρενωπότητα της γυναίκας αποτελεί ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα θέματα της ανθρώπινης ψυχολογίας και θα άξιζε ιδιαίτερης μελέτης). Στη δεύτερη περίπτωση: ο διαχωρισμός προκαλείται από το επάγγελμα. Η πόρνη είναι, περισσότερο από κάθε γυναίκα, ευαίσθητη στην αντρική ομορφιά (αν υποθέσουμε ότι η πόρνη δεν είναι μια πολύ ειδική περίπτωση αρρενωπότητας στη γυναίκα). Στην τρίτη περίπτωση, την απόλυτα φυσιολογική: όπως συνηθίζεται να λέγεται, "οι αισθήσεις της γυναίκας αργούν να ξυπνήσουν". Στην πραγματικότητα χειραφετούνται αργά και μόνο η γυναίκα που γνώρισε, ακόμη και μέσα στα όρια των κανόνων, μια παρατεταμένη και έντονη σεξουαλική ζωή κατορθώνει να απελευθερώσει αποτελεσματικά τον αισθησιασμό της...

    Jose Ortega y Gasset, Η επιλογή στον έρωτα
     
  10. vautrin

    vautrin Contributor

    «O εγκληματίας δεν παράγει μόνο εγκλήματα, αλλά και το ποινικό δίκαιο και τον καθηγητή που διδάσκει ποινικό δίκαιο και, συνάμα, το αναπόφευκτο σύγγραμμα [...], ολόκληρη την αστυνομία και την ποινική δικονομία, κλητήρες, δικαστές, δήμιους, ενόρκους και λοιπά. [...] Ο εγκληματίας παράγει μια εντύπωση, εν μέρει ηθική, εν μέρει τραγική, αναλόγως, κι έτσι προσφέρει μια "υπηρεσία" στη διακίνηση των ηθικών και αισθητικών συγκινήσεων του κοινού. [...] Παράγει και τέχνη, ωραία λογοτεχνία, μυθιστορήματα, ακόμα και τραγωδίες. [...] Ο εγκληματίας σπάζει τη μονοτονία και την καθημερινή ασφάλεια της αστικής ζωής. Ετσι την προστατεύει από την τελμάτωση και προκαλεί την ανήσυχη ένταση και την κινητικότητα, χωρίς τις οποίες θα αμβλυνόταν ακόμη και η ορμή του ανταγωνισμού. [...] Αρα, ο εγκληματίας αναδεικνύεται σε μιαν από εκείνες τις φυσικές "εξισορροπήσεις" που αποκαθιστούν το σωστό επίπεδο και ανοίγουν μια ολόκληρη προοπτική "ωφέλιμων κλάδων απασχόλησης"[...]».

    Karl Marx Εγκώμιο του εγκλήματος (περιλαμβάνεται στον τόμο IV του Κεφαλαίου - Θεωρίες της υπεραξίας)

    "...όλοι εφαρμόζουν κάποιους νόμους και όλοι παραβιάζουν κάποιους από αυτούς, έστω και μόνο για τη χαρά της παραβίασης".

    Ζορζ Μπατάιγ
     
  11. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Εις την πολυπληθή κατηγορίαν των βλακών προσάπτεται ασφαλώς άδικος και επιστημονικώς εσφαλμένη μομφή, όταν ούτοι χαρακτηρίζονται είτε ως άχρηστοι και περιττόν βάρος της κοινωνίας, είτε ως παρασιτικοί, εκφράζεται δε συχνά η ανόητος — ως θα ίδωμεν — ευχή όπως ούτοι εκλείψουν. Το πρόβλημα των βλακών δεν είναι εν τούτοις απλούν όταν ληφθή πρώτον ύπ’ όψιν η στερεά και απολύτως αναγκαία θέσις, ήν ούτοι επαξίως κατέχουν εν τω κοινωνικώ διαφορισμώ.

    Οι βλάκες διαιρούνται ούτως εις δύο όλως αντιθέτους μεταξύ των «ομάδας», διεπομένας όμως αμφοτέρας υπό του αυτού νόμου: του διαφορισμού Η πρώτη εκ τούτων ομάς καταλαμβάνει ως γνωστόν τας υποδεεστέρας εν τη κοινωνία θέσεις, ήτοι ευρίσκεται εις τας κατωτάτας βαθμίδας τού κοινωνικού διαφορισμού. Πόσον ευεργετική διά την κοινωνίαν είναι η ομάς αύτη είναι περιττόν να τονισθή, διότι άνευ αυτής δεν θα υπήρχεν εκμετάλλευσις και άνευ εκμεταλλεύσεως δεν θά υπήρχε πολιτισμός. Εις δε την γλώσσαν του κοινωνικού διαφορισμού: Άνευ αυτής δεν θα υπήρχε διαφορισμός, διότι αντί της ανισότητος , θα υπήρχεν ισότης, — έστω και εκ των άνω, δηλαδή θα ήσαν όλοι ευφυείς, όπερ από της απόψεως του διαφορισμού το αυτό: ως να ήσαν όλοι βλάκες• διότι ο διαφορισμός απαιτεί ρητώς και ευφυείς και βλάκας, περικοπτωμένων δε οιονδήποτε εκ των δύο τούτων σκελών του, αίρεται ολόκληρος. Άνευ δε — κατ’ ακολουθίαν — του διαφορισμού (καθισταμένου δυνατού μόνον διά της σοβαράς συμβολής των βλακών), δεν υπάρχει κοινωνία. Τοιαύτη λοιπόν ή τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών, ήτις άλλως τε, υπό πάντων αναγνωρίζεται, μολονότι μόνον εις τον κοινωνιολόγον είναι επιστημονικώς γνωστή.

    ΙΙ.
    Η κατά των βλακών καταφορά προκαλείται άλλως τε υπό της δευτέρας ομάδος αυτών, πλέον ενοχλητικής της πρώτης - αλλά και ενταύθα η καταφορά αύτη, έφ’ όσον εμφανίζεται ως λογική κρίσις, είναι ακοινωνιολόγητος, ήτοι αντεπιστημονική. Κατηγορούνται δηλαδή οι βλάκες της δευτέρας ταύτης κατηγορίας ότι αναξίως κατέχουν σπουδαίας εν τη κοινωνία θέσεις». Αλλ’ η κρίσις αύτη προδίδει πλήρη μιας ωρισμένης μορφής του διαφορισμού άγνοιαν. Η μορφή αύτη – δεδομένη με φυσικήν αναγκαιότητα ως ο νόμος τού διαφορισμού είναι ο στοιχειώδης κανών: «δέκα βλάκες καθ’ ενός ευφυούς• δέκα ανίκανοι καθ’ ενός ικανού• δέκα αδύνατοι καθ’ ενός ισχυρού κ.ο.κ.». Το φαινόμενον τούτο, κλασσικόν, τυπικόν καί αιώνιον αφ’ ής υπάρχει ανθρωπίνη κοινωνία, δι’ όλης της Ιστορίας της ανθρωπότητος, δύνανται να είναι «τυχαίον»; Αλλά τυχαίον είναι ό,τι αδυνατεί να συλλάβη ο ανθρώπινος νούς. Ουδέποτε όμως ό,τι προ πολλού έχει συλληφθή εις τον θεμελιώδη νόμον του διαφορισμού. Και το μεν ψυχολογικόν ελατήριον του συνασπισμού των οπωσδήποτε «κάτω» κατά των οπωσδήποτε «άνω» είναι δεδομένον δια του ressentiment.

    Ο συνασπισμός των βλακών ενταύθα είναι μηχανική οργάνωσις βάσει της αρχής της «ελαχίστης προσπαθείας» προς αντιμετώπισιν ισχυροτέρας δυνάμεως εις το πρόσωπον των ολίγων ή του ενός. Η οργάνωσις αύτη περιωρισμένης εκτάσεως καλείται κοινωνιολογικώς κλίκα (clique).

    2. Η έμφυτος τάσις του βλακός, εξικνουμένη συχνότατα εις αληθή μανίαν όπως ανήκη εις ισχυράς και όσον το δυνατόν περισσοτέρας πάσης φύσεως οργανώσεις, εξηγείται πρώτον μεν εκ της ευκολίας της αγελοποιήσεως, εις ήν μονίμως υπόκειται, λόγω ελλείψεως ατομικότητος (εξ ού και το μίσος του κατά του ατόμου και του ατομικισμού), δεύτερον δε εκ του ατομικού ζωώδους πανικού, υπό του οποίου μονίμως κατατρύχεται, εκ του δεδικαιολογημένου φόβου μήπως περιέλθη εις το παντός είδους προλεταριάτον. Αποτελεί δε η τάσις αύτη αμάχητον σχεδόν τεκμήριον περί του βαθμού της πνευματικής του αναπηρίας. Τοιουτοτρόπως δημιουργείται αυτόματος συρροή βλακών εις τας πάσης φύσεως οργανώσεις, αίτινες, εάν μεν είναι συμφεροντολογικαί, διατηρούν τουλάχιστον την σοβαρότητα των συμφερόντων των, εάν όμως είναι «πνευματικαί» περιέρχονται συν τω χρόνω εις πλήρη βλακοκρατίαν. (Εις το φαινόμενον τούτο οφείλει τον εκφυλισμόν του λ.χ. ο μασσωνισμός, oι απανταχού Ροταριανοί 0μιλοι, όλοι oι «πνευματικοί» σύλλογοι, καί αυτή αύτη η... Κοινωνία των Εθνών!). Επόμενον είναι, κατόπιν τούτων, ότι όπως η λεγεών των βλακών ωθείται ακατανικήτως προς την αγέλην και προς τας πάσης φύσεως οργανώσεις, ούτω υφίσταται ακατανίκητον έλξιν από τας παντός είδους αγελαίας αντιατομικάς και ομαδιστικάς θεωρίας, από του πάσης φύσεως παρεμβατισμού η «διευθυνομένης οικονομίας» ή 4ης Αυγούστου μέχρι του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού («Άλλοι είναι οι εκμεταλλευταί των θεωριών αυτών). Τούτων δεδομένων εξηγείται και η ατελεύτητος και αυστηροτάτη επιλογή βλακών εις τά ομαδικά συστήματα, η οποία, τη βοηθεία μιας πολιτικής βίας, κατοχυρούται και ως πολιτικόν και κοινωνικόν καθεστώς (4η Αύγούστου), τόσω μάλλον, όσον η ελευθερία της σκέψεως (χρήσιμος μόνον εις εκείνους, οίτινες διαθέτουν σκέψιν), είναι μονίμως και εξόχως αντιπαθητική εις τους βλάκας, διότι ασκουμένη υπό των άλλων, στρέφεται εναντίον των, ιδία οσάκις ούτοι κατέχουν εξουσιαστικάς θέσεις, ή έχουν συνδέση συμφέροντα με τους κατέχοντας αυτάς. Η έλλειψις ιδίας γνώμης, η κολακεία και η ραδιουργία (ίδε κατωτέρω) τούς προορίζουν άλλως τε ειδικώς δια τας καταστάσεις ταύτας. Η ακατανίκητος επίσης τάσις των βλακών προς τας πάσης φύσεως αγελαίας εμφανίσεις (κοσμικαί συγκεντρώσεις και causerie τρεφομένη εκ των περιεχομένων των εφημερίδων και των ραδιοφώνων, μόδα, κλπ.) και διακρίσεις (τίτλοι, διπλώματα παράσημα) είναι κατόπιν των ανωτέρω αυτονόητος.

    3. Αλλά πόθεν είναι δεδομένη η πραγματική δυνατότης της αποτελεσματικής δράσεως της βλακικής αγέλης; Η δυνατότης αύτη είναι δεδομένη απολύτως αντικειμενικώς και ανεξαρτήτως τού ψυχολογικού ελατηρίου (του ressentiment), το οποίον άλλως ουδεμίαν θα είχε κοινωνικήν δράσιν και ακολούθως κοινωνιολογικήν σημασίαν. Είναι δεδομένη εκ της μοιραίας θέσεως την οποίαν κατέχουν εις την κλίμακα του κοινωνικού διαφορισμού οι βλάκες, θέσεως εις την οποίαν είναι αναντικατάστατοι - διότι είναι θέσις υποδεεστέρα - αλλά και απολύτως απαραίτητος δια τον όλον κοινωνικόν μηχανισμόν, ο οποίος βασίζεται απολύτως εις τας κατωτέρας αυτού βαθμίδας. Ευκρινέστατα διαφαίνεται η εξάρτησις αύτη των ανωτέρω βαθμίδων (και προσώπων) από των κατωτέρων τοιούτων όπου αύτη λαμβάνει μορφάς καθαρώς εκβιαστικάς, τας όποίας γνωρίζουν πάντες οι κοινωνικοί άνθρωποι. Ως παράδειγμα δύναται να χρησιμεύση η παρέλκυσις ή ο ενταφιασμός μιας υποθέσεως εις οιανδήποτε υπηρεσίαν υπό κατωτέρων υπαλλήλων, η έκδοσις εντάλματος συλλήψεως κατά καταζητουμένου εγκληματίου, εις περίπτωσιν κατά την οποίαν τα κατώτερα αστυνομικά όργανα είναι αλληλέγγυα προς αυτόν κλπ. κλπ.

    4. Λαμβανομένης ήδη ύπ’ όψιν της επικαίρου ταύτης θέσεως των κατωτέρων βαθμίδων (και προσώπων) εν τω κοινωνικώ διαφορισμώ καθίσταται απολύτως νοητή και η άνοδος αυτών εις ανωτέρας βαθμίδας δια κοινού μεταξύ των συνασπισμού αναδεικνύοντος εαυτούς και αλλήλους άφ’ ενός μεν δι’ οργανωμένης αντιστάσεως (boycotage) προς τα άνω και παραλύσεως των τυχόν αντιθέτων ενεργειών των υπερκειμένων παραγόντων προς ανάδειξιν άλλου, πράγματι ικανού, προσώπου, αφ’ ετέρου δε δι’ οργανωμένης προωθήσεως προσώπου εκ των κόλπων αυτών, προς την ανωτέραν βαθμίδα. Το φαινόμενον τούτο καλείται κλίκα. Ότι την εξέλιξιν ταύτην ουδείς δύναται να σταματήση είναι φανερόν, όσον είναι φανερά η νομοτελειακή συνάρτησις των ως άνω δεδομένων. Κατά την αυτήν συνάρτησιν το φαινόμενον συνεχίζεται: «ενός βλακός προκειμένου μύριοι έπονται» - ο δε ούτω ανελθών βλαξ θα προωθήση ο ίδιος πρόσωπα μόνον κατώτερα εαυτού, μέχρις ότου η μία βιαία έξωθεν επέμβασις, υπαγορευομένη υπό της ανάγκης άλλου τινός κοινωνικού όργανισμού, ή ο φυσικός εκφυλισμός ενός τοιούτου οργανισμού εκ των έσω, επιφέρει θεμελιώδη τινά ανατροπήν, ή και αυτόν τούτον τον τερματισμόν του βίου του εκφυλισθέντος οργανισμού. Ούτω λ.χ., εις παρομοίαν περίπτωσιν η το 1910 ανελθούσα κοινωνική ομάς ανέτρεψε την ιεραρχίαν των αξιών και των προσώπων και εντός του παλαιοκομματισμού, καταστήσασα δυνατήν την υπεφαλάγγισιν των παλαιών αυτού αρχηγών υπό νέων (Γούναρη, Στράτου κλπ.). Ως παράδειγμα δια την δευτέραν περίπτωσιν δύναται να θεωρηθή η άνευ ουδεμιάς αντιστάσεως παράδοσις της εξουσίας υπό της παλαιάς κρατούσης κοινωνικής ομάδος εις την αναίμακτον «επανάστασιν» τού 1909. Πλείστα άλλα παραδείγματα αποσυνθέσεως ορισμένων άλλοτε ισχυρών οργανισμών: του Βενιζελισμού και του Αντιβενιζελισμού παρατηρούνται σήμερον, μερικών εκ των οποίων αλλαχού δίδεται η ανάλυσις.

    5. Αλλά και οι άνευ συνασπισμού και οργανώσεως – άνευ «κλίκας» - ανερχόμενοι βλάκες ή ανίκανοι γενικώς, ατομικώς και μόνον επικρατούντες, ευρίσκονται εν τούτοις δεσμευμένοι υπό του κοινωνικού διαφορισμού εις ίσον βαθμόν ως και οι οργανωμένοι τοιούτοι. Διότι αντικειμενικώς αι θέσεις τας οποίας λαμβάνουν είναι τοιαύται, ώστε η ανεπάρκειά των ή να είναι πλεονεκτική ή να είναι ανεκτή, ούδέποτε όμως θέσεις απαιτούσαι πραγματικά προσόντα, εκ των οποίων - και αν ακόμη φθάνουν εις αυτάς - ανατρέπονται και κρημνίζονται εις την πρώτην αντίξοον περίστασιν και υπό μεγάλου τινός ή μικρού πνέοντος ανέμου. Ούτω λ.χ. πολλοί εξ αυτών κατέλαβον διαδοχικώς πλείστα αξιώματα της κοινωνίας και της πολιτείας, από του Προέδρου της Δημοκρατίας, μέχρι του «Προέδρου του Συλλόγου Προστασίας Εγγύων Μυιών», του «Γενικού Γραμματέως της Γενικής Συνομοσπονδίας Πωλητών Ποντικοπαγίδων» κ.ο.κ., αξιώματα βεβαίως, τα οποία ουδέποτε θα επιδιώξη σοβαρώς απασχολούμενος άνθρωπος. Εις τα αξιώματα ταύτα προστίθενται φυσικά και διακρίσεις οίον παράσημα, διπλώματα, δεξιώσεις κλπ. τα οποία ανέκαθεν απετέλεσαν ευπρόσδεκτα και ζωηρώς καταζητούμενα θέματα μεγάλων σατυρικών έργων της λογοτεχνίας, ένθα απηθανατίσθη ο ανώνυμος ούτος κοινωνικός τύπος. Την άνοδον αυτού διευκολύνουν πλείστα προς τούτο ειδικά προσόντα: η παντελής έλλειψις προσωπικότητος, ήτις εκδηλούται εις την χρονίαν απουσίαν γνώμης επί παντός ζητήματος, εις τον φόβον προ της ενδεχομένης διαφωνίας προς πάντα άνθρωπον, η ολιγόλογος ανιαρότης αυτού, εκλαμβανομένη υπό των αφελών ως βαθύνοια και σοβαρότης, οφειλομένη δε πράγματι εις ανεπανόρθωτον έλλειψιν πνεύματος και πολιτισμού, κλπ. (Τοιούτοι λ.χ. δύο κλασσικοί και αντίθετοι τύποι σοβαροφανών βλακών: ο «ψωνίζων» και ο «cαυseυr». Ο «ψωνίζων» έχει έκδηλον στίγμα την βλακώδη πονηρίαν εις το μέρος εκείνο του ανθρωπίνου σώματος, ένθα -παρά τοις ανθρώποις - κείται συνήθως το πρόσωπον. Η ευφυΐα του, την οποίαν πιστεύει ότι έχει και ότι την κρύπτει επιμελώς, συνίσταται εις το ν’ ακούη μόνον τα λεγόμενα των άλλων, συνοδεύων αυτά με εξυπνώδες τι ηλίθιον μειδίαμα. Δεν απαντά, διότι βεβαίως δεν είναι «κουτός» διά να «εκτεθή». Πάντα άνθρωπον κατ’ αρχήν θεωρεί ως εχθρόν ενεδρεύοντα να του αρπάση καμμίαν εκδήλωσιν δια να τον «εκθέση κακοήθως» εις τους εχθρούς του. Πάντα δε άνθρωπον κατ’ αρχήν εκφράζοντα γνώμας θεωρεί άνευ δισταγμού βλάκα, κρύπτων ο ίδιος επιμελώς την ευφυΐαν του όπισθεν συγκαταβατικού μειδιάματος. ‘Εχει την ευφυεστάτην άποψιν, ότι ηλίθιοι ήσαν πάντες οι έχοντες γνώμην, οι γράψαντες βιβλία, ότι ο Κάντ αδίκως εφιλοσόφησε και ο Μπετόβεν διέπραξε μεγίστην ηλιθιότητα συνθέσας τας μουσικάς του συμφωνίας. Η περιφρόνησίς του προς τους διανοουμένους και ιδίως τους αγωνιζομένους εξ αυτών και προς τους καλλιτέχνας είναι απέραντος, περί δε των ευφυολόγων φρονεί ότι πρόκειται περί γελωτοποιών τεταγμένων να τον διασκεδάζουν, γελά δε ουχί λόγω των ευφυολογημάτων των, αλλά λόγω της βλακείας των να λέγουν ευφυολογήματα άνευ πρακτικού τινος λόγου. Πάσας τας ανοησίας ταύτας των καλουμένων ευφυών καλύπτει ο «ψωνίζων» με μειδίαμα αυτοπεποιθήσεως, συγκαταβάσεως και μετριόφρονος υπεροχής...

    Ο causeur συνάδελφος του ανωτέρω αποτελεί αληθή κοινωνικήν μάστιγα, διότι ως causerie εκλαμβάνει το να λέγη εις τους χειμαζομένους συνανθρώπους τί ανέγνωσεν εις τας εφημερίδας, τί ήκουσεν εις το ραδιόφωνον και τί του είπον διάφοροι καθ’ οδόν, εξικνούμενος έστιν ότε εις τα σχόλιά του, όταν αποφασίση να σχολιάση, εις δυσθεώρητα ύψη οξυδερκείας και πνευματικής χάριτος: ότι λ.χ. κατά την νύκτα «αναμφιβόλως» επικρατεί σκότος, την δε βροχήν ακολουθεί οπωσδήποτε η υγρασία...). Εις ταύτα προστίθεται ενίοτε και η «προστατευτική» στάσις αυτού έναντι των πνευματικώς ανωτέρων του, σκοπούσα την υποτίμησιν αυτών εις τα όμματα του κόσμου κλπ. Με γενικόν και ανεπανόρθωτον αποτέλεσμα την κατάκτησιν της γενικής «συμπαθείας» του κόσμου και την απονομήν του περιφήμου διπλώματος του «συμπαθούς», κατά του οποίου, δι’ αιματηράς σατύρας εξηγέρθησαν εv σώματι όλοι οι πνευματώδεις άνθρωποι των αιώνων, οι αφήσαντες τα επισκεπτήριά των εις τας σελίδας της Ιστορίας, θεωρήσαντες αυτό – άγνωστον διατί - ως την δεινοτέραν ύβριν.

    6. Ένδιαφέρον είναι τέλος ενταύθα το φαινόμενον μερικών ευφυών ανθρώπων, οίτινες, ενστικτωδώς διαισθανόμενοι τον κοινωνικώς ανυπέρβλητον ρόλον των βλακών και την λαμπράν κοινωνικήν αυτών σταδιοδρομίαν - εv τη «χρυσή» μέση οδώ της μετριότητος εννοείται - αποφασίζουν να υποδυθούν τον ρόλον αυτόν, όπως ανέλθουν δια της μεθόδου της «νήσσης», ως αύτη ευφυέστατα αποκαλείται παρά τω λαώ. Αλλ’ ο ρόλος ούτος είναι εξαιρέτως δύσκολος εκ δύο λόγων: Πρώτον υποκειμενικώς η ύπαρξις πνευματικής και ψυχικής ζωής έχει ως γνωστόν αναποτρέπτους αντανακλάσεις επί της εξωτερικής φυσιογνωμίας, αίτινες με την τελειοτέραν υπόκρισιν, δύσκολον είναι ν’ αποκρυβούν, πλην της περιπτώσεως καθ’ ήν είναι δεδομένον τάλαντον μεγάλου ηθοποιού. Η απλή παρουσία του ευφυούς ανθρώπου είναι κατά κανόνα, διά τον βλάκα, εις το έπακρον προκλητική. Το ψυχολογικόν σύμπλεγμα των συναισθημάτων, το οποίον αύτη εξαπολύει παρ’ αυτώ είναι το αυτό ακριβώς με εκείνο του καταδιωκομένου και πανικοβλήτου ζώου ή άνθρώπου, εν καταστάσει φυγής ή αμύνης. Τό μίσος, ο φόβος, ο φθόνος μετά του θράσους συμπλέκονται κατά τρόπον, δηλούντα δια τον εξησκημένον οφθαλμόν σαφώς εις πάσαν φράσιν - ίδία «υποτιμητικήν» ή «μειωτικήν» - την κατάστασιν αμύνης. Δεύτερον από της απόψεως του βλακός, η ένστικτος καχυποψία αυτού είναι τοιαύτη, ώστε η υπόκρισις του ευφυούς ν’ αποβαίνη ματαία, η δε πραγματική ειλικρίνεια αυτού να εκλαμβάνεται ως υπόκρισις. Ο βλάξ, ως πλησιέστερος προς το ζωϊκόν βασίλειον, έχει την ένστικτον καχυποψίαν ούτω ανεπτυγμένην, ώστε ν’ αδυνατή να διαγνώση ή να εννοήση συλλογισμούς και λογικούς υπολογισμούς του ευφυούς, βασιζομένους όχι εις το ένστικτον αλλά εις την διάνοιαν. ‘Αοπλος και ανυπεράσπιστος έναντι των ψυχρών υπολογισμών της ξένης διανοίας, ής ο μηχανισμός τυγχάνει εις αυτόν νοητικώς απροσπέλαστος, μίαν μόνην άμυναν διαθέτει, ακριβώς όπως το ζώον και ο πρωτόγονος άνθρωπος: την ένστικτον καχυποψίαν. (0ύτω εξηγείται και η φυσική και πνευματική κατωτερότης των λαών, οίτινες εμπνέονται βασικώς υπό της καχυποψίας, -ήν αυταρέσκως εκλαμβάνουν ως «ευφυίαν», - Έναντι τών ευρωπαίων, οίτινες ουδεμίαν ανάγκην έχουν αυτής, ως αντιλαμβανόμενοι νοητικώς τον κόσμον. ‘Εκ τούτων επίσης φαίνεται σαφώς, ότι η καχυποψία και η απότοκος αυτής πονηρία είναι ακριβώς το αντίθετον της ευφυίας ως προς τον ρόλον αυτής εκτοπιζομένης πάντοτε υπό της δευτέρας. Λέγομεν αντίθετος μόνον ως προς τον ρόλον, διότι η διάνοια δεν είναι τι το ανεξάρτητον ή αντίθετον του ενστίκτου, αλλά τουναντίον η ανάπτυξις και ο δια λογικών μέσων πλουτισμός αυτού εις την αρχικήν αυτού πάντοτε κατεύθυνσιν.


    Ευάγγελος Λεμπέσης, Μελέτη Κοινωνιολογική και Ψυχολογική

    eduportal - Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω
     
  12. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Σκέλεθρο, τρέμεις;
    Θα έτρεμες ακόμη περισσότερο
    αν ήξερες πού σε πηγαίνω.

    Turene