Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

To be or not to be

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος dora_salonica, στις 3 Δεκεμβρίου 2009.

  1. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: To be or not to be

    Ο Ζορμπάς κοίταξε τ' αστέρια, με το στόμα ανοχτό, σα να τα 'βλεπε για πρώτη φορά.

    - Τι να γίνεται εκεί απάνω! μουρμούρισε.

    Και σε λίγο πήρε την απόφαση, μίλησε:

    - Ξέρεις να μου πεις, αφεντικό, είπε κι η φωνή του ασκώθηκε επίσημη, συγκινημένη μέσα στη ζεστή νύχτα, ξέρεις να μου πεις τι πάει να πουν όλα αυτά; Ποιός τα 'καμε; Γιατί τα 'καμε; Και πάνω απ' όλα ετούτο (η φωνή του Ζορμπά ήταν γεμάτη θυμό και τρόμο): Γιατί να πεθαίνουμε;

    - Δεν ξέρω, Ζορμπά! αποκρίθηκα, και ντράπηκα σα να με ρωτούσαν το πιο απλό πράμα, το ποιό απαραίτητο, και δεν μπορούσα να το ξηγήσω.

    -Δεν ξέρεις! έκαμε ο Ζορμπάς και τα μάτια του γούρλωσαν.

    Όμοια γούρλωσαν και μια άλλη νύχτα, όταν με ρώτησε αν χορεύω και του αποκρίθηκα πως δεν ξέρω χορό.

    Σώπασε λίγο` άξαφνα ξέσπασε:

    - Τώτε τι 'ναι αυτά τα παλιόχαρτα που διαβάζεις; Γιατί τα διαβάζεις; Άμα δε λένε αυτό τι λένε;

    - Λένε τη στεναχώρια του ανθρώπου που δεν μπορεί να απαντήσει σε αυτά που ρωτάς, Ζορμπά, αποκρίθηκα.

    - Να τη βράσω τη στεναχώρια τους! έκαμε ο Ζορμπάς χτυπώντας με αγανάχτηση το πόδι του στις πέτρες.

    Ο παπαγάλος στις ξαφνικές φωνές τινάχτικε απάνω:

    - Καναβάρο! Καναβάρο! έσκουζε σα να ζητούσε βοήθεια.

    - Σκασμός και συ! έκαμε ο Ζορμπάς κι έδωκε μια γροθιά στο κλουβί.

    Στράφηκε πάλι σε μένα.

    - Εγώ θέλω να μου πεις από που ερχόμαστε και που πάμε. Του λόγου σου τόσα χρόνια μαράζωσες απάνω στις Σολομωνικές` θα 'χεις στύψει δύο τρεις χιλιάδες οκάδες χαρτί` τι ζουμί έβγαλες;

    Τόση αγωνία είχε η φωνή του Ζορμπά, που η πνοή μου κόπηκε` αχ, να μπορούσα να του 'δινα μιάν απόκριση!

    Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση, μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη, μήτε η Νίκη` μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος. Τι 'ναι πέρα από τον ιερό τρόμο; ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να προχωρέσει.

    - Δεν απαντάς; έκανε ο Ζορμπάς με αγωνία.

    Δοκίμασα να δώσω στο σύντροφό μου να καταλάβει τι είναι ο ιερός τρόμος:

    - Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, Ζορμπά, αποκρίθηκα, απάνω σ'ένα φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Το φυλλαράκι αυτό είναι η Γη μας` τ' άλλα φύλλα είναι τ' αστέρια που βλέπεις να κουνιούνται μέσα στη νύχτα. Σουρνόμαστε απάνω στο φυλλαράκι μας, και το ψαχουλεύουμε με λαχτάρα` τ' οσμιζόμαστε, μυρίζει, βρωμάει` το γευόμαστε, τρώγεται` το χτυπούμε, αντηχάει και φωνάζει σαν πράμα ζωντανό.

    >>Μερικοί άνθρωποι, οι πιο ατρώμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου` από την άκρα αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά, κάτω στο χάος. Άνατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό γκρεμό, ακούμε ανάρια ανάρια το θρο που κάνουν τα άλλα φύλλα του γιγάντιου δέντρου, νιώθουμε το χυμό ν' ανεβαίνει από τις ρίζες του δέντρου και να φουσκώνει την καρδιά μας. Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα, σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει...

    Σταμάτησα. Ήθελα να πω: <<Από τη στιγμή εκείνη αρχίζη η Ποίηση>>, μα ο Ζορμπάς δε θα καταλάβαινε και σώπασα.

    - Τι αρχίζει; ρώτησε ο Ζορμπάς με λαχτάρα. Γιατί σταμάτησες;

    - ...αρχίζει ο μεγάλος κίντυνος, Ζορμπά, είπα. Άλλοι ζαλίζουνται και παραμιλούν, άλλοι φοβούνται και μοχτούν να βρουν μιαν απάντηση, που να τους στυλώνει την καρδιά και λένε <<Θεός>>` άλλοι κοιτάζουν από την άκρα του φύλλου το γκρεμό ήσηχα, παλικαρίσια και λένε: <<Μου αρέσει>>.

    Ο Ζορμπάς συλλογίστικε κάμποση ώρα` βασανιζόταν να καταλάβει.

    - Εγώ, είπε τέλος, κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο` τον κοιτάζω και δε φοβούμαι` όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν είμαι λεύτερος; Δεν υπογράφω!

    Σώπασε, μα γρήγορα φώναξε πάλι:

    - Όχι, δε θ' απλώσω εγώ στο Χάρο το λαιμό μου σαν αρνί και να του πω: <<Σφάξε με αγά μου, ν' αγιάσω!>>

    Δε μιλούσα` στράφηκε, με κοίταξε ο Ζορμπάς θυμωμένος.

    - Δεν είμαι λεύτερος; ξαναφόναξε.

    Δε μιλούσα. Να λες <<Ναι!>> στην ανάγκη, να μετουσιώνεις το αναποφευκτό σε δικιά σου λεύτερη βούληση, αυτός, ίσως, είναι ο μόνος ανθρώπινος δρόμος της λύτρωσης. Το 'ξερα, και γι' αυτό δε μιλούσα.

    Ο Ζορμπάς είδε πως δεν είχα πια τίποτα να του πω, πήρε το κλουβί σιγά σιγά, να μην ξυπνήσει ο παπαγάλος, το τοποθέτησε δίπλα από το κεφάλι του και ξάπλωσε.

    - Καληνύχτα, αφεντικό, είπε` φτάνει.


    ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ
    ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XXIV
     
  2. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Εκεί όπου το φανταστικό έχει την περισσότερη ισχύ είν' ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα, καθώς διαχωρίζονται οι δύο εξαιτίας μιας ψυχρότητας που η γυναίκα την επικαλείται ολοένα και περισσότερο κι η οποία τρομοκρατεί τον άντρα που τη λαχταράει. Η ίδια η γυναίκα, τις πιο πολλές φορές, δεν ξέρει τί είναι τούτο το κακό που της στερεί τον πόθο. Δεν ξέρει, συχνότερα απ' ότι θα νόμιζε κανείς, τί είν' ο πόθος, πώς εμφανίζεται στη γυναίκα, θαρρεί πως πρέπει να κάνει διάφορα για να τον ξανανιώσει με τη σειρά της όπως κάποιες άλλες γυναίκες. Το μόνο που έχουμε να πούμε πάνω σ' αυτό είναι το εξής: πως εκεί απ' όπου νομίζουμε ότι το φανταστικό απουσιάζει, εκεί υπάρχει και πιο ισχυρό. Στην ψυχρότητα. Η ψυχρότητα είναι η φανταστική διάσταση του πόθου της γυναίκας για έναν άντρα ο οποίος δεν έχει ακόμα έρθει να τη βρει, που ακόμα δεν τον ξέρει. Η γυναίκα μένει πιστή σ' αυτόν τον άγνωστο, προτού ακόμη να του ανήκει. Η ψυχρότητα αποτελεί το μη πόθο για όποιον δεν είναι ο άντρας εκείνος. Το τέλος της ψυχρότητας είναι μια ιστορία απρόβλεπτη, δίχως όρια, που κανείς άντρας δεν μπορεί να νιώσει εξ ολοκλήρου. Είναι η επιθυμία που η γυναίκα έχει μόνο για τον εραστή της. Όποιος κι αν είναι, απ' όποια κοινωνική τάξη κι αν κατάγεται, ο άντρας αυτός θα είναι ο εραστής της εφόσον εξαιτίας του θα νιώσει τον πόθο...

    Προσβαλλόμαστε από τον πόθο του εραστή μας μες σ' εκείνο το κοίλωμα της μήτρας που αντηχεί σαν σπήλαιο στο κορμί μας. Ένα σημείο απ' όπου η στύση του εραστή απουσιάζει. Δεν μπορούμε να ξεγελαστούμε όσον αφορά αυτόν τον εραστή. Που σημαίνει ότι δεν μπορούμε να φανταστούμε μια στύση ξένη σ' εκείνο το σημείο που φτιάχτηκε για έναν και μόνο άντρα, τον άντρα ο οποίος είν' ο εραστής μας. Όταν μας αγγίζει ένας ξένος, μπήγουμε τις φωνές από αηδία. Κατέχουμε τον εραστή μας όπως κι εκείνος εμάς. Αλληλοκατεχόμαστε. Ο τόπος τούτης της κατοχής είναι εκείνος της τέλειας υποκειμενικότητας. Εκεί μας καταφέρνει ο εραστής μας τα πιο ισχυρά πλήγματα που τον ικετεύουμε να μας δώσει ώστε να κάνουνε ηχώ σ' ολόκληρο το κορμί μας, στο κεφάλι μας που αδειάζει. Εκεί είναι που θέλουμε να πεθάνουμε.

    Μαργκερίτ Ντυράς, Αυτοβιογραφία
     
  3. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    MARCUS: Titus, prepare thy aged eyes to weep,
    Or if not so, thy noble heart to break.
    I bring consuming sorrow to thine age.

    TITUS: Will it consume me? Let me see it then.

    MARCUS: This was thy daughter.

    TITUS: Why, Marcus, so she is.

    LUCIUS: Ay me! this object kills me.

    TITUS: Faint-hearted boy, arise, and look upon her.
    Speak, Lavinia, what accursed hand
    Hath made thee handless in thy father's sight?
    What fool hath added water to the sea,
    Or brought a torch to bright-burning Troy?
    My grief was at the height before thou cam'st,
    And now like Nilus it disdaineth bounds.
    Give me a sword, I'll chop off my hands too,
    For they have fought for Rome, and all in vain;
    And they have nurs'd this woe in feeding life;
    In bootless prayer have they been held up,
    And they have serv'd me to effectless use.
    Now all the service I require of them
    Is that the one will help to cut the other.

    .......

    TITUS: When will this fearful slumber have an end?

    .......

    William Shakespeare, Titus Andronicus
     
  4. vautrin

    vautrin Contributor

    Non serviam.

    «Θα σου πω τι θα κάνω και τι δεν θα κάνω. Δεν θα υπηρετήσω κάτι στο οποίο δεν πιστεύω πια, είτε αυτό λέγεται σπίτι μου είτε πατρίδα μου είτε εκκλησία. Θα προσπαθήσω να εκφράσω τον εαυτό μου με κάποιον τρόπο ζωής ή τέχνης όσο μπορώ πιο ελεύθερα και πιο ολοκληρωμένα, χρησιμοποιώντας για άμυνά μου τα μόνα όπλα που επιτρέπω στον εαυτό μου – σιωπή, εξορία, πονηρία».

    Τζαίημς Τζόυς: Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία.
     
  5. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    ...Und wozu Dichter in dürftiger Zeit?

    Friedrich Hölderlin
     
  6. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    - History, Stephen said, is a nightmare from which I am trying to awake.

    Joyce, Ulysses
     
  7. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: To be or not to be

    Εχει ειπωθεί κατ'επανάληψη οτι δέν υπάρχει ανθρώπινη φύση ούτε ουσία του ανθρώπου.Η αρνητική αυτη διαπίστωση είναι εντελώς ανεπαρκής.
    Η φύση , ή η ουσία του ανθρώπου είναι αυτή η ικανότητα,αυτή η δυνατότητά του με την ενεργητική,τη θετική,τη μη προκαθορισμένη έννοια να δίνει υπόσταση σε διαφορετικές μορφές ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης,..
    ... ΄Βεβαίως και υπάρχει φύση η ουσία του ανθρώπου,οριζεται δε από αυτή την κεντρική ιδιαιτερότητα : την δημιουργία,κατά τον τρόπο με τόν οποίο ο άνθρωπος δημιουργεί και αυτοδημιουργείται.Καί η δημιουργία αυτή δεν έχει τελειώσει.

    Κορνήλιος Καστοριάδης
    Η άνοδος της ασημαντότητας
     
  8. vautrin

    vautrin Contributor

    Οταν ο μεγάλος Γάλλος μαθηματικός-φυσικός Πιερ Σιμόν ντε Λαπλάς παρουσίασε στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη το περίφημο βιβλίο του για την Ουράνια Μηχανική, ο αυτοκράτορας έκανε την ακόλουθη παρατήρηση: «Κύριε, λέγεται ότι σε αυτό το έργο σας για το Σύμπαν δεν αναφέρετε ούτε μία φορά τον Θεό». «Μεγαλειότατε, δεν είχα ανάγκη να κάνω αυτή την υπόθεση», ήταν η ειλικρινής και ετοιμόλογη απάντηση του επιστήμονα. «Πρόκειται για μια ωραία υπόθεση, που εξηγεί πολλά πράγματα», αντέτεινε πονηρά ο αυτοκράτορας, για να λάβει όμως την αποστομωτική απάντηση: «Αναμφίβολα, εξηγεί τα πάντα. Δυστυχώς όμως δεν μας επιτρέπει να προβλέπουμε τίποτα»!
     
  9. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Cada cual, Sancho, es hijo de sus obras.

    Miguel de Cervantes, Don Quijote de la Mancha
     
    Last edited: 18 Σεπτεμβρίου 2010
  10. vautrin

    vautrin Contributor

    «Το μέτωπο είναι ένα κλουβί όπου είσαι υποχρεωμένος να περιμένεις τι θα γίνει. Ζούμε με την αγωνία του άγνωστου. Πάνω μας κρεμιέται η τύχη. Σαν έρχεται μια οβίδα, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σκύψω για να περάσει. Δεν ξέρω πού θα σκάσει.
    Η τύχη είναι που μας κάνει αδιάφορους. Πριν από λίγους μήνες καθόμουν σ' ένα αμπρί κ' έπαιζα χαρτιά. Κάποια στιγμή σηκώθηκα και πήγα να δω κάποιους γνωστούς μου σε κάποιο άλλο αμπρί. Σαν γύρισα δε βρήκα κανέναν από δαύτους. Εσκασε πάνω τους μια μπόμπα. Ξαναγύρισα πάλι στ' άλλο αμπρί κ' έφτασα πάλι στην ώρα για να βοηθήσω να τους ξεχώσουν γιατί χτυπήθηκαν κι αυτοί με τη σειρά τους. Το πώς ζω είναι από τύχη. Οπως μπορεί να με βρει μια σφαίρα, έτσι μπορώ το ίδιο και να ζω. Στο πιο σίγουρο αμπρί μπορείς να γίνεις χίλια κομμάτια και στ' ανοιχτό πεδίο να μην πάθεις τίποτα ύστερα από δέκα ωρών αδιάκοπο σφυροκόπημα.
    Ο κάθε φαντάρος χρωστά τη ζωή του σε χίλιες δυο συμπτώσεις. Γι' αυτό και κάθε φαντάρος πιστεύει κ' εμπιστεύεται τον εαυτό του στην τύχη».


    «Μια διαταγή έκανε αυτούς τους ανθρώπους εχθρούς μας. Μια διαταγή θα μπορούσε ξανά να τους κάνει φίλους μας».

    Απόσπασμα από το βιβλίο του Εριχ Μαρία Ρεμάρκ «Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον»
     
  11. vautrin

    vautrin Contributor

    Καθαρεύουσα ή Μαλλιαρή;

    Η αναφορά που ακολουθεί ανήκει στον Ιωάννη Πετράκη, υπαστυνόμο του Κιλκίς, ο οποίος στις 7 Απριλίου 1923 αναφέρει στο τοπικό αστυνομικό τμήμα εγγράφως:



    "...Λαμπυριζούσης και σελαγιζούσης της σελήνης παρά λίμνην της Δοϊράνης, εωράκαμεν τους ληστάς. Κράζων δε «σταθείτε, ρε πούστηδες, γαμώ το σταυρό σας» και απαντησάντων «κλάσε μας τ' αρχίδια», απέδρασαν..."
     
  12. vautrin

    vautrin Contributor

    Βασίλης Πισιμίσης: Βούρλα – Τρούμπα
    Βιβλιοκριτική - Γράφει ο Μανώλης Πιμπλής

    ΤΑ ΝΕΑ Σάββατο, 18 Σεπτεμβρίου 2010

    … Ο Βασίλης Πισιμίσης κάνει όλες τις... αναγκαίες διακρίσεις των τύπων της Τρούμπας ανάμεσα σε σωματέμπορους, αγαπητικούς, νταβατζήδες και αδελφές, σε μαντάμες, πόρνες και κοκότες. Βασική διαφορά του σωματέμπορου από τον αγαπητικό- και οι δύο εκμεταλλεύονταν ιερόδουλες ήταν ότι ο αγαπητικός προσέγγιζε γυναίκες που ήταν ήδη πόρνες, ενώ ο σωματέμπορος έβγαζε ανυποψίαστες γυναίκες στο κλαρί και για να το πετύχει, μπορούσε να φτάσει και να τις παντρευτεί. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα αγαπητικού της περιόδου των Βούρλων κατά τον Μεσοπόλεμο, ο οποίος διατηρούσε παρακείμενο καφενείο. Ο συγγραφέας βρήκε τον γιο του κάπου στα όρια Κερατσινίου και Δραπετσώνας, που γεννήθηκε το 1925. Ο γιος δεν ήθελε να χρησιμοποιηθεί το αληθινό του όνομα και έτσι συμφώνησε με τον συγγραφέα να τον αποκαλεί «γερο-Ταρνανά».

    Ο μεταξύ τους διάλογος, οι απαντήσεις του «γερο-Ταρνανά» και οι παρατηρήσεις του συγγραφέα, είναι σπαρταριστός: «”Καθώς έμαθα, ο γέρος μου ήταν Μεγαλέξανδρος. Δάμαζε το Βουκεφάλα της πρώτης σειράς. Τις μικρές, ντε, τις ατίθασες, τι με κοιτάς με απορία; Ξέρεις τι καβγάδες γίνονταν γι΄ αυτές; Επρεπε να ΄χεις άντερα για να τους περάσεις χαλκά”. Είναι αλήθεια ότι τα είχα χαμένα και αυτό φαινόταν στο πρόσωπό μου, γιατί έβλεπα τον γεροΤαρνανά να με κοιτά απαξιωτικά. “Κάτσε, κάτσε, γερο-Ταρνανά, κάν΄ τα μου φραγκοδίφραγκα, γιατί σε χάνω. Για τι χαλκάδες μου λες; Αρκούδες ήτανε ή για βέρα μιλάς;” “Μπράβο, ρε μάγκα μου, και σ΄ έκοψα για μισοριξιά. Τώρα θα συνεννοηθούμε. Για χαλκά στη μύτη μιλάω. Πού να τα φέρεις βόλτα τ΄ αγρίμια; Η μια ξεμάλλιαζε την άλλη για πλάκα και οι ενδιαφερόμενοι πολλοί. Οχι για να πηδήξεις, αυτό ήταν εύκολο, πλήρωνες. Για να τα πάρεις λέμε».

    ***

    Βέβαια ο πατέρας τού γερο-Ταρνανά, ο «Μεγαλέξανδρος», πέθανε από αφροδίσιο. Γιατί πήγαινε και με ιερόδουλες εκτός των τειχών, που δούλευαν στον δρόμο, στις λεγόμενες «Λαμαρίνες», περιοχή πίσω από τον Αγιο Διονύση μέχρι του Παπαστράτου. Οπως λένε δύο διαφορετικοί μάρτυρες, «εκεί οι πουτάνες δεν φορούσαν βρακί, σήκωναν το φουστάνι, πάταγαν και το ΄να πόδι πάνω στον τσιμεντόλιθο που είχαν για σκαμπό και πήδαγες μ΄ ένα τάλιρο». Αλλά ο «Μεγαλέξανδρος», εκεί, πριν το ΄60, «άρπαξε κάτι γαλόνια (σ.σ.: αφροδίσια), τραβιότανε κάμποσο καιρό στου Συγγρού, αλλά ήταν πολλά. Είχε γίνει στρατηγός και δεν την έβγαλε. Γιατί, ο αληθινός Μεγαλέξανδρος έτσι δεν την πάτησε; Τ΄ αρέσανε κι αυτουνού τα ξινά, τον κόλλησε κάποια εκεί κάτω στην αραπιά και πάει». Παρ΄ όλα αυτά, «η νύχτα και η βρωμιά έχουν τη νοστιμάδα τους».

    ***

    Ο συγγραφέας δεν παρέλειψε να κάνει και μία ακόμη ερώτηση ουσίας. «Είχες ακούσει ότι τα Βούρλα ήταν του Πιπινέλη;». Και ο γερο-Ταρνανάς απάντησε: «Εγώ αν το είχα ακούσει; Εδώ βούιζε ο τόπος όλος. Υπουργός ήταν αυτός και το νοίκιαζε στο κράτος. Μεταξύ τους τα τρώγανε, μεταξύ τους τα τρώνε. Δεν αλλάζει τίποτα».

    ***

    Ο ρεμπέτης Νίκος Μάθεσης διατηρούσε πάγκο στην κεντρική ιχθυαγορά του Πειραιά και ήταν τακτικός επισκέπτης των Βούρλων και των τεκέδων. Οπως λέει ο Βασίλης Πισιμίσης: «Ενα βράδυ τσακώθηκε με έναν άλλο μάγκα, τον Κωνσταντίνο Χρυσουλάκη ή Στρίγκλα, φόβητρο της νύχτας σε Πειραιά και Ταμπούρια, φορτωμένος καταδίκες και σημαδεμένος στο πρόσωπο από σουγιά. Από τότε ο ένας πρόσεχε τον άλλον. Ενα βράδυ του 1937 ο Στρίγκλας με τον εξάδελφό του Ηλία Ανδρούτσο πήγαν στην ιχθυαγορά. Ο Ηλίας ακινητοποίησε τον Μάθεση και ο Στρίγκλας του καταφέρνει δύο χτυπήματα με τη φαλτσέτα- μία στον λαιμό αριστερά και μία στην ωμοπλάτη. Ο Μάθεσης πέφτει στα γόνατα βαριά τραυματισμένος. Μα πριν προλάβει ο Στρίγκλας να τον τελειώσει, τραβάει το περίστροφο «Ουνιόν», του ρίχνει τέσσερις σφαίρες και τον σκοτώνει». Το δικαστήριο τον αθώωσε γιατί ήταν εν αμύνη. «Και, όπως αναφέρει ο ίδιος, μια Μεγάλη Παρασκευή πήγε στον τάφο του Στρίγκλα, μαστούρωσε και αφόδευσε πάνω του, πραγματοποιώντας- σύμφωνα με τα λεγόμενά του- την υπόσχεση που είχε δώσει ο ένας στον άλλον».